Ιερός Ναός Ταξιαρχών Ντάγλα Μαρκοπούλου
Μονόχωρος βυζαντινός ναός του τύπου του ελεύθερου σταυρού με τρούλλο, με γλυπτά σε 2η χρήση
και μεταγενέστερο νάρθηκα. Διασώζει αξιόλογες τοιχογραφίες του 13ου αιώνα. Πανηγυρίζει την 8η
Νοεμβρίου, των Ταξιαρχών.
Γενικά
Ο ναός των Παμμεγίστων Ταξιαρχών, βρίσκεται στο λόφο της Λιάδας, νοτίως του Μαρκοπούλου, που
στην κορυφή του υψώνεται ο Φράγκικος πύργος, κοντά στη Λεωφόρο Αθηνών-Σουνίου. Στην περιοχή
αυτή, όπου στην αρχαιότητα εκτεινόταν ο αρχαίος δήμος Αγνούντος, υπάρχουν αρκετά μνημεία, είτε
σε μορφή ερειπίων είτε σωζόμενα, από την ύστερη αρχαιότητα μέχρι τους μεταβυζαντινούς χρόνους.
Ο ναός των Ταξιαρχών περιβάλλεται από ευρύχωρη χαμηλή περιτοίχιση μέσα σε ένα τοπίο που
δημιουργεί ανάμικτα συναισθήματα : από τη μια το απελευθερωτικό από την καθημερινότητα ανοικτό
γαλήνιο τοπίο με τις βαθιές του ρίζες στην ιστορία και από την άλλη η ακατάπαυστη δραστηριότητα
των λατομείων μέσα στο γειτονικό ιστορικό χώρο της Μερρέντας, που ανελέητα μας επαναφέρει
διαρκώς σε ένα άτεγκτο παρόν.
Οι Ταξιάρχες είναι ένας όμορφος βυζαντινός ναΐσκος, με μεταγενέστερες προσθήκες στα δυτικά, που
ανήκει στον τύπο του ελεύθερου σταυρού με τρούλλο. Ο αρχικός ναός κτίστηκε με αρχαίο οικοδομικό
υλικό τον 13ο αιώνα και διασώζει αρκετά γλυπτά σε β' χρήση που αφαιρέθηκαν και μεταφέρθηκαν στο
μουσείο. Επίσης διασώζονται μερικές από τις αξιόλογες τοιχογραφίες του β' μισού του 13ου αιώνα,
που αντιπροσωπεύουν τη λαϊκότερη από τις τρεις καλλιτεχνικές τάσεις που αναπτύχθηκαν στην Αττική
στην εποχή αυτή, με εικονογραφικές ιδιαιτερότητες (4).
Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ναού, σε συνδυασμό με την τυπολογία του, αποτελούν : α) ο ωοειδής
ογκώδης τρούλλος, που κυριαρχεί αναλογικά στα υπόλοιπα στοιχεία του αρχικού ναού, δεδομένου και
του μικρού ύψους του κυρίως ναού, β) η πρώτη μικρή εγκάρσια προσθήκη, που είναι ενσωματωμένη
αρμονικά στον αρχικό ναΐσκο, γ) ο μεταγενέστερος επιμήκης νάρθηκας που είναι ενιαίος και
αδιάρθρωτος και διαφοροποιεί σημαντικά τη μορφή του παλαιότερου κομψού ναού.
Ο ναός είναι σήμερα ανοικτός και επισκέψιμος. Ανήκει στην ενορία του Αγίου Ιωάννου. Πανηγυρίζει
την ημέρα της εορτής των Παμμεγίστων Ταξιαρχών στις 8 Νοεμβρίου με πανηγυρικό εσπερινό και θεία
Λειτουργία.
Περιγραφή του Ναού
Οι Ταξιάρχες είναι ένας μονόκλιτος των ύστερων βυζαντινών χρόνων, στον τύπο του ελευθέρου
σταυρού με κυλινδρικό τρούλλο. Ανατολικά η αψίδα Ιερού είναι ημικυλινδρική και βυθίζεται εντός του
εδάφους κατά 0.70 μ. Οι κεραίες του σταυρού στεγάζονται με δίρρικτη κεραμωτή στέγη. Με την ίδια
τυπολογία υπάρχουν άλλοι δύο ναοί -που είναι και οι μόνοι στην περιοχή Μεσογείων – οι οποίοι
βρίσκονται σε απόσταση 4 χλμ. περίπου βόρεια και 4 χλμ. δυτικά των Ταξιαρχών. Είναι η Παναγία
Βαραμπά, με οκταγωνικό τρούλλο και ημιεξαγωνική κόγχη, της ίδιας εποχής περίπου με τους Ταξιάρχες
και ο μεταβυζαντινός Προφήτης Ηλίας στη Στρογγύλη του Κορωπίου, με κυλινδρικό τρούλλο και αψίδα,
όπως οι Ταξιάρχες. Παρόλα αυτά και λόγω των προσθηκών στους Ταξιάρχες αλλά και λόγω των
διαφορετικών αναλογιών οι εκκλησίες αναδύουν διαφορετική μορφική εικόνα.
Οι διαστάσεις του κατά μήκος κλίτους του αρχικού ναού είναι 3.55 x 5.35 μ. χωρίς την κόγχη και ύψος
2.85 μ. περίπου και του εγκαρσίου σκέλους του σταυρού 4.35 x 2.35 μ. και ύψος 2.65 μ. περίπου.
Δηλαδή το εγκάρσιο κλίτος είναι χαμηλότερο του κατά μήκος. Συνολικά ο ναός με τις προσθήκες είναι
5.35 x 16.50 μ. περίπου. Οι διαστάσεις, όπως συνηθίζεται στη βυζαντινή τεχνοτροπία, δεν είναι
απόλυτα συμμετρικές, αλλά παρουσιάζουν μικροαποκλίσεις. Τα κατά μήκος σφαιρικά τρίγωνα (λοφία)
είναι πλησιέστερα των εγκαρσίων (βορειονοτίων), άρα ο τρούλλος δεν εδράζεται σε τετράγωνο αλλά
σε ορθογώνιο παραλληλόγραμμο, γι αυτό είναι ωοειδής. Το ύψος του τρούλλου είναι περίπου 5.00 μ.
Ανοίγματα στο ναό υπάρχουν μόνο στον τρούλλο, τα 4 μονόλοβα παράθυρα, που «βλέπουν» τα σημεία
του ορίζοντα. Τα παράθυρα αυτά είχαν κτιστεί και ανοίχτηκαν το 1970 σε μια πρόχειρη συντήρηση.
Ένα μικρό τετράγωνο παράθυρο στην κόγχη του ιερού έχει κλειστεί. Στην 1η μικρή προσθήκη υπάρχει
μόνο μια νότια πόρτα και στο νάρθηκα ένα βόρειο παράθυρο και φυσικά η δυτική είσοδος.
Στην κατασκευή του ναού διακρίνουμε τρεις οικοδομικές φάσεις. Ο αρχικός ναός κτισμένος από
παλαιό οικοδομικό υλικό και παλαιοχριστιανικά αρχιτεκτονικά μέλη, και με τη χρήση λίγων λαξευτών
λίθων και πάρα πολλών πλίνθων. Η τοιχοποιία και οι τοιχογραφίες του μνημείου το χρονολογούν
κάπου στις αρχές του 13ου αιώνα, παρόλο που κάποιες λεπτομέρειες, όπως η έλλειψη διακόσμησης, η
μορφή του τυμπάνου και η αδέξια εσωτερική διαμόρφωση του τρούλλου, η απουσία ανοιγμάτων, η
ημικυκλική κόγχη και άλλα στοιχεία, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μεταγενέστερη χρονολόγηση (1)
(π.χ. 15ο αιώνα).
Η πρώτη προσθήκη που έγινε στον αρχικό ναό, ήταν σε συνέχεια του κατά μήκος κλίτους, αλλά με
εγκάρσιο προσανατολισμό, οπότε εσωτερικά σχηματίζεται σταυροθόλιο και εξωτερικά τετράρριχτη
στέγη. Οι διαστάσεις της προσθήκης είναι 3.55 x 3.20 μ. περίπου. Η ανατολική πλευρά της είναι ένα
απλό ανοιχτό τόξο που στηρίζεται στους μακρούς τοίχους ενώ στη δυτική πλευρά σχηματίζεται δίλοβο
τοξωτό άνοιγμα (δίβηλο), που στηρίζεται σε αρράβδωτο κίονα, όπως στον Άγιο Δημήτριο Ντάγλα. Η
προσθήκη αυτή χρονολογείται στις αρχές του 17ου αιώνα (2).
Η δεύτερη προσθήκη είναι ένας επιμήκης ξυλόστεγος νάρθηκας, δυσανάλογος σε σχέση με τον αρχικό
ναό, ευρύτερος κατά 1.80 μ και στο ίδιο ύψος με αυτόν, με δικλινή κεραμωτή στέγη και διαστάσεις
5.35 x 8.60 μ. περίπου. Το δάπεδο του νάρθηκα βρίσκεται 3 σκαλιά χαμηλότερα του υπόλοιπου ναού.
Η είσοδος του αρχικού ναού διατηρήθηκε, λόγω της ανοιχτής 1ης προσθήκης και όταν κτίστηκε η
δεύτερη προσθήκη γκρεμίστηκε, αφού δεν είχε πλέον λόγο ύπαρξης. Ο νάρθηκας χρονολογείται στο
τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα και μοιάζει με το νάρθηκα της Ευαγγελιστρίας και του Αγίου
Δημητρίου Ντάγλα (2).
Εσωτερικό του Ναού
Το εσωτερικό του ναού παρουσιάζει κλιμακούμενο ενδιαφέρον όσο πλησιάζουμε προς τον κυρίως ναό.
Αρχικά ο πρακτικός για το εκκλησίασμα, αλλά εκτός κλίμακας και αδιάφορος αισθητικά νάρθηκας, που
όμως μας επιτρέπει οπτική επαφή με τον κυρίως ναό λόγω του ανοίγματος της διβήλου. Στο βάθος το
φυσικό φως που εισέρχεται από ψηλά μας υποβάλει την ύπαρξη του τρούλλου. Ανεβαίνοντας τα
σκαλιά της 1ης προσθήκης, ο χώρος και οι αναλογίες αποκτούν σημασία. Μετά το σταυροθόλιο,
περνώντας στη δυτική κεραία του αρχικού ναού, οι επιφάνειες είναι αποσοβατισμένες και η τοιχοποιία
ορατή (αποκαλύφθηκε στη συντήρηση του 1983, από την αρχαιολογική). Στον κυρίως ναό δεσπόζει ο
τρούλλος, που καταλαμβάνει το χώρο και ενοποιεί τα επί μέρους στοιχεία ενώ αποσβένει ομαλά την
κατακόρυφη διάσταση στη θολωτή του επιφάνεια. Τα τέσσερα τόξα των ανισοϋψών κεραιών τού
σταυρού, από λαξευτό πωρόλιθο και οπτοπλίνθους, δημιουργούν στα κενά τους τέσσερα σφαιρικά
τρίγωνα, από υλικά που συνιστούν μια όμορφη κεραμοπλαστική διακόσμηση. Σ’ αυτά στηρίζεται η
στεφάνη του τρούλλου. Ο φυσικός φωτισμός από τα παράθυρα του τρούλλου απορροφάται
ανομοιόμορφα από τις επιφάνειες των τοίχων και δημιουργεί ενδιαφέρουσες αποχρώσεις.
Την ανατολική κεραία του σταυρού καταλαμβάνει ολόκληρη το Ιερό, με ένα κτιστό τέμπλο και μία
είσοδο, την Ωραία Πύλη. Αυτή σχηματίζεται από μία παλιά μαρμάρινη παραστάδα δεξιά και δύο
αναστραμμένους αρράβδωτους κίονες αριστερά. Το δάπεδο είναι ενιαίο και καλύπτεται με
μαρμάρινες πλάκες, κάπως ακανόνιστες.
Τοιχογραφίες
Παλαιότερα ο αρχικός ναός ήταν επιχρισμένος και ιστορημένος με εξαίρετες αγιογραφίες, από τις
οποίες λίγες σώζονται, κυρίως στο Ιερό και στον τρούλλο. Πολλές από τις αγιογραφίες είναι
επιζωγραφισμένες. Αγιογραφημένος ήταν μόνο ο αρχικός ναός και όχι οι προσθήκες.
Οι αγιογραφίες στο τέμπλο και στα τυφλά τόξα των μακρών τοίχων είναι νεώτερες - αρχές του 20ου
αιώνα (2) - και έχουν αγιογραφηθεί πάνω σε παλιότερες αγιογραφίες, εκτός από την «Ανάσταση του
Χριστού» στο βόρειο τοίχο.
Οι τοιχογραφίες στην κόγχη του ιερού και στον τρούλλο είναι του 2ου μισού του 13ου αιώνα. Στην
αψίδα εικονίζεται η Θεοτόκος ολόσωμη που βαστά το Χριστό (Κυριώτισσα) με τους αγγέλους δεξιά και
αριστερά. Είναι από τις παλαιότερες αγιογραφίες του ναού (2). Κάτω απεικονίζονται τέσσερις
συλλειτουργούντες ιεράρχες. Στον τρούλο δεσπόζει η μορφή του Παντοκράτορα, ενώ πάνω από τα
παράθυρα εικονίζονται 4 θεραπευτές άγιοι (Άγιος Παντελεήμων, Άγιος Κοσμάς, Αγία Θεοδότη-η
μητέρα των Αγίων Αναργύρων και Άγιος Δαμιανός). Δίπλα σε κάθε άγιο, ανάμεσα στα παράθυρα του
τυμπάνου εικονίζονται 4 ολόσωμοι προφήτες (Ιωήλ, Ελισσαίος, Δανιήλ και Δαβίδ). Η παρουσία αγίων
στον τρούλο, αποτελεί επιβίωση παλαιάς παράδοσης, ίσως δε ο άγνωστος κτήτορας του ναού να είχε
αρχικά αφιερώσει την εκκλησία στη μνήμη τους, γι αυτό αγιογραφήθηκαν οι ιαματικοί άγιοι (3).
Οι τοιχογραφίες αποδίδονται σε δύο ομάδες ζωγράφων, πράγμα συνηθισμένο εκείνη την εποχή στις
εκκλησίες της Αττικής (3). Αντιπροσωπεύουν την λαϊκότερη από τις τρεις τάσεις που υπάρχουν στην
Αττική την εποχή αυτή. Είναι γνωστή σαν επαρχιακή τέχνη, και αποτελούσε σύνηθες είδος το 11ο
αιώνα ενώ διατηρήθηκε και αργότερα. Οι αγιογράφοι της σχολής αυτής προσπαθούν να αποδώσουν
με απλά ζωγραφικά μέσα πρόσωπα εκφραστικά με ψυχική ένταση. Από τις άλλες δύο τάσεις η μία η
αριστοκρατικότερη εκπροσωπείται από τις τοιχογραφίες του ναού του Αγίου Γεωργίου στον Ωρωπό και
η άλλη χαρακτηρίζεται από την προσκόλληση στα καλλιτεχνικά πρότυπα των Κομνηνών και
εκπροσωπείται από τις τοιχογραφίες της Σπηλιάς Πεντέλης (5).
Άλλοι Ναοί της περιοχής
Ο αρχαίος Δήμος Αγνούντος (προέρχεται από το φυτό άγνος = λυγαριά), κίνησε το ενδιαφέρον των
αρχαιόφιλων και αρχαιολόγων το 19ο αιώνα, από τα αρχαία γλυπτά που βρέθηκαν στην εκκλησία των
Ταξιαρχών (1). Στην περιοχή αυτή, βρίσκεται ομάδα μνημείων που χρονολογούνται από τα χρόνια της
ύστερης αρχαιότητας μέχρι τους μεταβυζαντινούς χρόνους. Πολύ κοντά στους Ταξιάρχες, πίσω και πλάι
από το Φράγκικο πύργο, υπάρχουν τα ερείπια τριών κατεστραμμένων χριστιανικών ναών: α) του Αγίου
Αιμιλιανού, παλαιοχριστιανικής βασιλικής κτισμένης πάνω σε αρχαϊκό ναό με διαπιστωμένες τέσσερις
οικοδομικές φάσεις, β) του μικρού μεταβυζαντινού ναού, αφιερωμένου πιθανότατα στον Άγιο
Κωνσταντίνο, που αναφέρεται εσφαλμένα από τους κατοίκους σαν παλιός Ταξιάρχης, του οποίου ένας
τοίχος διασώζεται κοντά στο βορεινό τοίχο του περιβόλου, και γ) ενός τρίτου ανώνυμου
μεταβυζαντινού ναού.
Στη γειτονική περιοχή βρίσκονται ακόμη οι μεταβυζαντινοί ναοί Αγία Παρασκευή Ντάγλα, Παναγία
Κουτάλα, Άγιος Δημήτριος Ντάγλα. Λίγο ανατολικότερα, στην ίδια περίπου εποχή με τους Ταξιάρχες, ο
Άγιος Γεώργιος Καδί και Παναγία Μερρέντα του 13ου αιώνα.
Βιβλιογραφία:
(1) Μπούρας Χαρ.- Ανδρεάδη Ρ.- Καλογεροπούλου Α., Εκκλησίες της Αττικής, Αθήνα 1969 σ. 156
(2) Μαρκόπουλο Μεσογαίας, Εκκλησίες, Τοιχογραφίες, Πορεία στο Χρόνο, αρχιμανδρίτου
Ελευθερίου-Ειρηνάρχου Θεοδώρου, Αθήνα 1994, σ. 25
(3) Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών - Βυζαντινά μνημεία - www.eie.gr/byzantineattica
(4) Κατάλογος χριστιανικών μνημείων Μεσογείων και Λαυρεωτικής – 1ης εφορείας Βυζαντινών
Αρχαιοτήτων
(5) Ασπρά-Βαρδαβάκη Α., Οι βυζαντινές τοιχογραφίες του Ταξιάρχη στο Μαρκόπουλο της Αττικής,
Δ.Χ.Α.Ε. περ. Δ΄, 8, 1975-76, σ. 228-229