Ιερός Ναός Παναγίας Μερρέντα Μαρκοπούλου

 

Μονόχωρος, θολωτός ναός του 13ου αι., οικοδομημένος επάνω στο κεντρικό κλίτος τρίκλιτης πρωτοβυζαντινής βασιλικής. Αξιόλογες τοιχογραφίες, από το 13ο μέχρι το 18ο αιώνα. Πανηγυρίζει την 21η Νοεμβρίου, ημέρα εορτής των Εισοδίων της Θεοτόκου.

Γενικά
Ο ναός της Παναγίας Μερρέντας βρίσκεται νοτιοανατολικά της πόλης του Μαρκόπουλου, εντός του αρχαιολογικού χώρου της Μερρέντας. Στην περιοχή αυτή εκτεινότανε ο αρχαίος Δήμος Μυρρινούντος, του οποίου η σημερινή τοποθεσία Μερρέντα φαίνεται να είναι παραφθορά της αρχαίας ονομασίας.

Ο ναός βρίσκεται σε υπαίθρια περιοχή, ανάμεσα σε αγρούς και κάποιες αγροικίες, μέσα σε ένα μεγάλο περίβολο, με υψηλό μαντρότοιχο και αραιά δενδροφύτευση. Μπροστά μας το βουνό της Μερρέντας, με το αρχαιολογικό ενδιαφέρον και τα λατομεία που κατατρώγουν τα σωθικά του.

Πρόκειται για ένα μονόχωρο, καμαροσκέπαστο ναό του 13ου αι., που προστατεύεται από την αρχαιολογική υπηρεσία και έχει οικοδομηθεί επάνω στο κεντρικό κλίτος τρίκλιτης πρωτοβυζαντινής βασιλικής από την οποία έχει ενσωματώσει οικοδομικό υλικό και αυτούσια τμήματα τοιχοποιίας. Το μνημείο είναι σχεδόν κατάγραφο εσωτερικά με αξιόλογες τοιχογραφίες, από το 13ο μέχρι το 18ο αιώνα. Σε διάφορα σημεία του περιβόλου υπάρχουν διάσπαρτα αρχιτεκτονικά μέλη και αράβδωτοι κίονες από την παλαιοχριστιανική βασιλική της Βραυρώνος ή από επί τόπου λαξευση.

Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του ναού είναι η δυσαναλογία των διαστάσεων με το στοιχείο του ύψους να υπερτερεί ασυνήθιστα, και φυσικά αυτό οφείλεται στην καταστροφή των παράπλευρων κλιτών, η παρουσία των οποίων θα επανέφερε την κανονικότητα. Επίσης χαρακτηριστικά είναι η ασυνήθιστη για τα Μεσόγεια πεντάπλευρη υψηλή, άκομψη κόγχη του Ιερού και η οικοδομική ανομοιομορφία του ναού, λόγω των πολλών επεμβάσεων και μετασκευών.

Η κάθε πλευρά του παρουσιάζει κάτι το διαφορετικό που άλλοτε μας εκπλήσσει άλλοτε μας απογοητεύει (1). Ο καθηγητής Μπούρας αναφέρει ότι πρόκειται για ένα ιδιαίτερα διδακτικό μνημείο, τόσο όσον αφορά την ανοικοδόμηση και την επαναφορά σε χρήση ενός αρχαίου ερειπίου όσο και τη χρήση διαφόρων ειδών από αρχαία μέλη (4). Μεταξύ των μελών που είχαν εντοιχισθεί στο ναό ήταν και το βάθρο του αρχαϊκού αγάλματος της Κόρης με το όνομα Φρασίκλεια, που σήμερα εκτίθεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, με την ακόλουθη περίφημη ελεγειακή επιγραφή : «σήμα Φρασικλείας. Κόρη κεκλήσομαι αεί, αντί γάμου παρά θεών τούτο λαχούσ’ όνομα».

Λόγω της προστασίας από την αρχαιολογική υπηρεσία ο περίβολος και ο ναός είναι κλειστοί. Ανήκει στην ενορία του Αγίου Ιωάννου και πανηγυρίζει την ημέρα των Εισοδίων της Θεοτόκου, στις 21 Νοεμβρίου με πανηγυρικό εσπερινό και Θεία Λειτουργία.

Περιγραφή του Ναού
Η μορφή που παρουσιάζει σήμερα η Παναγία είναι μονόκλιτη, καμαροσκέπαστη, βυζαντινή βασιλική με δίρρικτη κεραμωτή στέγη. Οι διαστάσεις της είναι 4.70 x 7.80 μ. περίπου, χωρίς την κόγχη. Ο ναός καταλήγει σε μια ψηλή ακανόνιστη πεντάπλευρη κόγχη Ιερού σκεπασμένη με κεραμίδια, που οι αναλογίες της είναι ακαλαίσθητες. Η κόγχη είναι τοποθετημένη ασύμμετρα στην ανατολική πλευρά και στηρίζεται σε μια βάση σε σχήμα πετάλου. Στο μέσο της κόγχης υπάρχει στενόμακρη πολεμιστροειδής φωτιστική θυρίδα. Ένα μέρος της τοιχοδομής είναι από παλαιούς πωρόλιθους ενώ το μεγαλύτερο μέρος από απλούς λίθους.

Η πρόσοψη είναι οικοδομημένη κατά μεγάλο μέρος από ορθογωνισμένους πωρόλιθους που έχουν ξαναχρησιμοποιηθεί σαν οικοδομικό υλικό. Το άνοιγμα της εισόδου παλιότερα είχε αρκετά μεγαλύτερες διαστάσεις, αφού διακρίνονται τα ίχνη του, όπως και ίχνη της τοξωτής πάνω απόληξης. Ψηλά και έκκεντρα βρίσκεται τυφλό τόξο από πέντε λαξευμένους πωρόλιθους, με ίχνη αγιογραφίας. Δίπλα σε αυτό μια θυρίδα με μορφή πολεμίστρας και από πάνω ίχνη από διακοσμητικά πινάκια. Μπροστά από τη θύρα υπάρχει τετράγωνη αυλή οριοθετημένη με αρχαίους δόμους και δύο τετράγωνους κίονες ενώ είναι στρωμένη με μαλακές μαρμαρόπλακες. Η επιμελημένη μορφή της αυλής επιτρέπει την υπόθεση ότι ίσως πρόκειται για υπολείμματα εξωνάρθηκα, που κατασκευάστηκε πιθανά το 19ο αιώνα (1).

Στη νότια πλευρά υπάρχουν σαφή ίχνη από το κατεστραμμένο κλίτος- παρεκκλήσιο στο έδαφος αλλά και επάνω στον τοίχο. Επίσης υπάρχουν ίχνη της αψίδας του παρεκκλησίου στην ανατολική πλευρά. Παρόμοια ίχνη, λιγότερα στο έδαφος, υπάρχουν και στη βόρεια πλευρά. Ο ναός μέχρι 1 μ. πάνω από την πόρτα είναι ευρύτερος του πάνω μέρους. Αυτό συμβαίνει επειδή μέχρι το ύψος αυτό υπάρχει πρόσθετη τοιχοποιία, που στη νότια πλευρά συντίθεται κυρίως από μικρούς κοινούς λίθους, και είναι διαφορετική από αυτή του υπόλοιπου ναού. Είναι πιθανόν η συγκεκριμένη τοιχοποιία να έχει καλύψει την ήδη υπάρχουσα, που θα πρέπει να ήταν οικοδομημένη με μεγάλους πωρόλιθους. Και στη βόρεια πλευρά υπάρχει πρόσθετη τοιχοποιία σε λίγο μεγαλύτερο ύψος, μόνο που η κατασκευή της είναι περισσότερο προσεγμένη.

Σε αυτή την πρόσθετη τοιχοποιία στηριζότανε η κεκλιμένη μονόρριχτη στέγη των πλαγίων κλιτών- παρεκκλησίων, της νότιας λίγο χαμηλότερης από την βόρεια. Στη νότια πλευρά διακρίνουμε κτισμένη πόρτα, στη θέση του Ιερού, με την οποία θα γινότανε η επικοινωνία με το παρεκκλήσιο. Επίσης στη βόρεια πλευρά έχει ανοιχτεί παράθυρο (που αντιστοιχεί στο ένα από τα δύο εσωτερικά τόξα). Πιθανότατα, στη θέση αυτή, όπως φαίνεται από τα ίχνη κουφώματος, υπήρχε πριν πόρτα επικοινωνίας με το πλάγιο κλίτος. Δυτικά του παραθύρου υπάρχει και άλλη κτισμένη στενή πόρτα. Δεν αποκλείεται και στη νότια πλευρά να υπήρχαν αντίστοιχα ανοίγματα επικοινωνίας με το παρεκκλήσιο.

Εσωτερικό του Ναού
Και εσωτερικά ο ναός παρεκκλίνει από τον κεντρικό άξονα. Ο θόλος του ναού είναι ημικυλινδρικός κατασκευασμένος με απλούς λίθους και την παρεμβολή αμμοκονιάματος. Στις μακρές πλευρές υπάρχουν από δύο τόξα που είναι τυφλά εκτός από το δυτικό τόξο του βορείου τοίχου που έχει το παράθυρο. Τα βόρεια και νότια τόξα δεν έχουν τις ίδιες διαστάσεις ούτε βρίσκονται στην ίδια κατά μήκος θέση. Ένας ξύλινος συνδετήρας συνδέει τους δύο τοίχους για να απορροφά τις πλάγιες ωθήσεις. Το δάπεδο είναι στρωμένο με τετράγωνες πλάκες από εγχώριο λίθο χωρίς αυστηρή συμμετρία. Το τέμπλο αποτελείται από δύο τετραγωνισμένες μαρμάρινες πλάκες και στις άκρες τους έχουν τοποθετηθεί δύο υπερυψωμένοι αρχαίοι κιονίσκοι που αποτελούν τις παραστάδες της Ωραίας Πύλης. Παλαιότερα από τον 18ο αιώνα το τέμπλο ήταν κτιστό, αλλά στις εργασίες συντήρησης, προ πεντηκονταετίας, αντικαταστάθηκε από το σημερινό που φαίνεται ότι έχει τη μορφή του προ του 18ου αιώνος εικονοστασίου (1).

Εσωτερική διακόσμηση - Τοιχογραφίες
Το εσωτερικό του ναού είναι σχεδόν κατάγραφο και κοσμείται με αξιόλογες τοιχογραφίες, που διατρέχουν όλες τις φάσεις και τις χρονικές περιόδους του. Οι αγιογραφίες του κυρίως ναού καταλαμβάνουν 3 οριζόντιες ζώνες στο βόρειο τοίχο και άλλες τόσες στο νότιο. Οι ζώνες αυτές χωρίζονται σε πλαίσια μέσα στα οποία αγιογραφούνται οι Άγιοι και οι Ευαγγελικές υποθέσεις. Μία έβδομη ζώνη στην οροφή του θόλου είναι διακοσμημένη με επάλληλους κύκλους και σταυρούς.

Διακρίνονται τέσσερα στρώματα: το παλαιότερο σώζεται ελάχιστα, το δεύτερο που είναι και το περισσότερο εκτεταμένο - του β΄ μισού του 13ου αιώνα, σώζεται κυρίως στην καμάρα και περιλαμβάνει τα διάφορα διακοσμητικά μοτίβα, τους Σαράντα Μάρτυρες, τις Ευαγγελικές περικοπές, κ.α.,

Το τρίτο στρώμα είναι η παράσταση των εφίππων αγίων Γεωργίου και Θεόδωρου Τήρωνος που συνιστά παράσταση του 14ου αιώνα και βρίσκεται στο δυτικό τόξο του νοτίου τοίχου

Το τέταρτο και νεώτερο στρώμα χρονολογείται στο 18ο αιώνα και αφορά τις αγιογραφίες, «Κοίμηση της Θεοτόκου» και «Εισόδια της Θεοτόκου» στα ανατολικά τυφλά τόξα του βόρειου και νότιου τοίχου, τις αγιογραφίες της κόγχης του Ιερού και τις υπόλοιπες του Αγίου Βήματος. Αποδίδεται στον αγιογράφο Γεώργιο Μάρκου και τους μαθητές του.

Παράδοση - Ιστορία
Ο Μυρρινούς ήταν αρχαίος Δήμος της Αττικής που γνώρισε μεγάλη ακμή και ήταν σπουδαίο θρησκευτικό κέντρο. Έχουν βρεθεί αξιόλογα αρχαιολογικά ευρήματα των γεωμετρικών και κλασσικών χρόνων, που φυλάσσονται στο Εθνικό Μουσείο και στο Μουσείο Βραυρώνος. Από το Δήμο αυτό καταγότανε και ο Φαίδων που αναφέρεται στον Πρωταγόρα του Πλάτωνα. Επίσης το χωριό Μερρέντα που ήταν κτισμένο στα ερείπια του αρχαίου Μυρρινούντος ανθούσε το 17ο και 18ο αιώνα (1).

Θεωρείται ότι ο ναός της Παναγίας αντικατέστησε αρχαίο ειδωλολατρικό ναό. Μάλιστα αναφέρεται ότι : «ίσως το εδώ εκκλησάκι της Παναγίας, να αντικατέστησε το περίφημο ιερό, όπου ελατρεύετο το ξόανο της Κολαινίδος εις την Λατρεία. Παρθένος η μία, Παρθένος και η άλλη. Εδώ δε που ελατρεύετο και η άλλη Παρθένος η Αθηνά» (5).

Προφορική διήγηση κατοίκου αναφέρει ότι στο ναΰδριο της Παναγίας γινόντουσαν ειδικές τελετές για τη σπορά που είχαν ειδικό τελετουργικό (1).

Άλλη μακρινή μαρτυρία που έφτασε ως τις μέρες μας, αναφέρει ότι ο ναός της Παναγίας Μερρέντα κτίστηκε από κάποιον Μάρκο, που στάλθηκε από το Φανάρι για να λύσει κτηματικές διαφορές. Λέγεται ότι αυτός έκτισε και το ναό της του Αγίου Γεωργίου στο Καδί και ίσως από αυτόν να πήρε και το όνομα το Μαρκόπουλο (1).

Βιβλιογραφία:
(1) Μαρκόπουλο Μεσογαίας, Εκκλησίες, Τοιχογραφίες, Πορεία στο Χρόνο, αρχιμανδρίτου Ελευθερίου-Ειρηνάρχου Θεοδώρου, Αθήνα 1994, σ. 43

(2) Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών - Βυζαντινά μνημεία - www.eie.gr/byzantineattica

(3) Κατάλογος χριστιανικών μνημείων Μεσογείων και Λαυρεωτικής – 1ης εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων

(4) Μπούρας Χαρ.-Μπούρα Λασκαρίνα, Η Ελλαδική Ναοδομία κατά τον 12ο αιώνα, Αθήνα 2002, σ. 336

(5) Θαλασσινός – Στρατοκόπος “Αττικά 4”, σελ. 372