Ιερός Ναός Μεταμορφώσεως Σωτήρος Πικέρμι
Δίμορφος ναός με βόρειο τμήμα σταυροειδούς εγγεγραμμένου ναού με τρούλλο του 14ου πιθανά
αιώνα, και νότιο κλίτος διρριχτη προσθήκη με καλής τέχνης τοιχογραφίες του 16ου αιώνα. Πανηγυρίζει
της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στις 6 Αυγούστου.
Γενικά
Ο ναός της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος βρίσκεται βορείως του οικισμού, εντός του κοιμητηρίου
Πικερμίου.
Ο ναός παρουσιάζει μια ασυνήθη διμορφία που απετέλεσε το αντικείμενο έρευνας προκειμένου να
ξεκαθαριστεί και διαπιστωθεί η τυπολογία του. Στη σημερινή του μορφή ο ναός αποτελείται από δύο
ανεξάρτητα και διαφορετικού μορφολογικού τύπου κλίτη, που επικοινωνούν μεταξύ τους. Το βόρειο
τμήμα και η τρίπλευρη ανατολική κόγχη Ιερού, αποτελούν τμήματα ενός βυζαντινού σταυροειδούς
εγγεγραμμένου ναού με τρούλλο, του 14ου πιθανότατα αιώνα. Και αυτός ήταν κτισμένος στα ερείπια
μια μεγάλης παλαιοχριστιανικής βασιλικής του 290-300 μ.Χ. (3). Επειδή στο χώρο αυτό βρέθηκαν
επιγραφές σχετικά με ναό του Διός και ναό της θεάς Ίσιδας, πιθανολογείται ότι η παλαιοχριστιανική
εκκλησία κτίστηκε στα θεμέλια των παραπάνω ναών. Συγκεκριμένα για τον ναό της θεάς Ίσιδας
βρέθηκε στήλη το 1962 (επιγραφικό μουσείο), η οποία δίνει πληροφορίες για τη λατρεία της θεάς και
για τους κανονισμούς λειτουργίας του ναού.
Το νότιο τμήμα είναι ένας μονόχωρος ξυλόστεγος ναός, με κάποιες πολύ καλής τέχνης αγιογραφίες του
16ου αιώνα, που φαίνεται ότι αποτελεί μεταβυζαντινή προσθήκη στα ερείπια του αρχικού ναού.
Ο ναός για λόγους προστασίας παραμένει κλειστός και τα κλειδιά για την επίσκεψη του ναού
βρίσκονται στον Άγιο Χριστόφορο Πικερμίου, στην ενορία του οποίου ανήκει. Πανηγυρίζει την 6η
Αυγούστου, ημέρα αφιερωμένη στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος, με πανηγυρικό εσπερινό και θεία
Λειτουργία.
Αναλυτική Περιγραφή του Ναού
Από τις επιστημονικές προσεγγίσεις, που προσπαθούν να διαφωτίσουν την αρχική μορφολογία και
χρονολόγηση του μνημείου, η πιο πρόσφατη και αυτή που απαντά με τον πιο εμπεριστατωμένο τρόπο
στα ερωτήματα, είναι αυτή που παρουσιάστηκε στην Η’ Επιστημονική συνάντηση ΝΑ Αττικής (1).
Ο ναός αποτελείται από δύο άνισου πλάτους ανεξάρτητα κλίτη, που επικοινωνούν με τοξοστοιχία. Το
βόρειο, πλάτους 2.40 μ., ανήκει στον τύπο του μονόκλιτου σταυρεπίστεγου ναού. Όμως από τη μέχρι
σήμερα έρευνα του μνημείου, φαίνεται ότι το τμήμα αυτό αποτελεί το βόρειο μέρος ενός αρχικά
σταυροειδούς εγγεγραμμένου ναού με τρούλλο, πιθανότατα τετρακιονίου, με δυτικό νάρθηκα, που
χρονολογείται στην ύστερη βυζαντινή περίοδο, γύρω στο 14ο αιώνα.
Το βόρειο κλίτος επικοινωνεί με το νότιο με τρία τόξα, τα δύο μικρά αντιστοιχούν στο ανατολικό
(Πρόθεση) και στο δυτικό γωνιακό διαμέρισμα. Το τρίτο τόξο, που αντιστοιχεί στην κεντρική καμάρα,
είναι μεγαλύτερο και στηρίζεται σε ένα στύλο από πωρόλιθο ανατολικά και ένα κτιστό πεσσό δυτικά.
Το νότιο κλίτος, περίπου διπλασίου πλάτους (4.20 μ.), είναι ένας μονόχωρος ξυλόστεγος δρομικός
ναός, με ένα εγκάρσιο τόξο (σφενδόνιο) υποστηρικτικό της δίρριχτη στέγης, ένας τύπος με πολύ
μεγάλη διάδοση στην περιοχή των Μεσογείων τα μεταβυζαντινά χρόνια. Το τμήμα αυτό αποτελεί
προσθήκη του 16ου αιώνος, πάνω στον αρχικό ερειπωμένο κυρίως ναό.
Η στέγη του νοτίου κλίτους στηρίζεται βορείως σε τρία τοξωτά ανοίγματα, δυο μικρά πλαϊνά και ένα
μεσαίο μεγαλύτερο, που πατάνε σε δύο κίονες, έναν ανατολικό από πωρόλιθο και ένα δυτικό
μαρμάρινο, που είναι σε επαφή με τον κίονα και τον πεσσό του βορείου κλίτους αντίστοιχα. Η ίδια
διάταξη στήριξης υπάρχει και στη νότια πλευρά, μόνο που εδώ τα τοξωτά ανοίγματα γίνονται τυφλά
αψιδώματα, καθόσον σφραγίζονται από την νότια τοιχοποιία. Το σφενδόνιο στηρίζεται στους δυτικούς
κίονες – βόρειο και νότιο.
Οι συνολικές διαστάσεις του σημερινού ναού είναι 6.60 x 6.30 μ. χωρίς την κόγχη.
Ολόκληρη η ανατολική πλευρά του αρχικού βυζαντινού ναού διασώζεται μαζί με την ημιεξαγωνική
κόγχη του Ιερού, απλά έχει επενδυθεί με τσιμεντένιο μανδύα για υποστήριξη. Η τοιχοποιία της
πρόσοψης ανήκει επίσης στη βυζαντινή φάση. Στην πρόσοψη, πάνω και νοτίως της θύρας εισόδου του
βορείου κλίτους, προεξέχει θολίτης που βρίσκεται στο ίδιο ύψος και στην περασιά της τοξοστοιχίας του
βορείου κλίτους. Πιθανολογείται ότι στο θολίτη συνεχιζότανε το τόξο της ανατολικής εγκάρσιας
καμάρας ενός τριμερούς νάρθηκα, με το μεσαίο του τμήμα υπερυψωμένο, που ανήκε στην αρχική
βυζαντινή φάση του ναού. Η υπόθεση αυτή ενισχύεται από ίχνη θεμελίων που αναφέρεται ότι
υπήρχαν μπροστά από το ναό (1). Στην περίπτωση αυτή οι δύο σημερινές είσοδοι της πρόσοψης, θα
ήταν τα ανοίγματα εισόδου από το νάρθηκα στον κυρίως ναό, ενώ ένα τρίτο νότιο άνοιγμα έχει πιθανά
κλειστεί.
Θα πρέπει να τονιστεί ότι ο νότιος τοίχος του ναού δεν συμπίπτει με αυτόν του αρχικού βυζαντινού,
αλλά έχει κτιστεί λίγο πιο μέσα, σε επαφή με τον ερειπωμένο αρχικό τοίχο. Με τον τρόπο αυτό το
πλάτος του αρχικού ναού γίνεται 7.15 μ. από 6.60 μ. που είναι σήμερα και αποκαθίσταται η μορφή της
κάτοψης του σταυροειδούς εγγεγραμμένου τρουλλαίου ναού, με συμμετρικά τα νότια με τα βόρεια
γωνιακά διαμερίσματα. Οι κίονες στήριξης του τρούλλου, στη βόρεια πλευρά βρίσκονται στη θέση του
κίονα και του πεσσού του βορείου κλίτους ενώ στη νότια πλευρά θα πρέπει να ήταν σε συμμετρική
θέση ως προς τους προηγούμενους, σε σχέση με τον κατά μήκος άξονα που περνάει από το μέσον της
κόγχης του Ιερού και φυσικά σε διαφορετική θέση από αυτή που βρίσκονται σήμερα οι κίονες του
νοτίου κλίτους.
Στο εσωτερικό του ναού το τέμπλο είναι ξύλινο και ανήκει στους νεώτερους χρόνους. Το δάπεδο θα
πρέπει να είναι ανυψωμένο σε σχέση με του αρχικού ναού κατά 0.80 μ., από τα μπάζα των ερειπίων
του αρχικού ναού, πράγμα που σημαίνει ότι το ύψος των κιόνων είναι μεγαλύτερο αυτού που φαίνεται
και έτσι μπορεί να αποκατασταθούν οι καθ’ ύψος αναλογίες που συνηθίζονταν στην χάραξη του
τρούλλου.
Η τοιχοποιία του αρχικού ναού περιγράφεται ότι αποτελείται από ακανόνιστους και κανονικούς
λαξευτούς λίθους, με παρεμβολή πλίνθων σε οριζόντιες στρώσεις αλλά και στους κατακόρυφους
αρμούς, πράγμα που χρονολογεί το ναό όχι νωρίτερα από το 14ο αιώνα.
Εικονογραφικός διάκοσμος
Οι επιφάνειες του εσωτερικού είναι επιχρισμένες, όμως τα τελευταία χρόνια το πέσιμο κάποιων
σοβάδων αποκάλυψε τμήματα αγιογραφιών καλής τέχνης, που βάσει επιγραφής χρονολογούνται το
1549. Τοιχογραφίες βρίσκονται στο νότιο τοίχο του κυρίως ναού και σε σημεία του Ιερού. Το
εικονογραφικό πρόγραμμα δεν ακολουθεί ενιαίο κύκλο αλλά είναι αποσπασματικό, πράγμα που
ευνοεί την υπόθεση ότι οι απεικονίσεις πραγματοποιούν επιθυμίες δωρητών, αποδίδεται όμως σε ένα
αγιογράφο, ίσως βορειοελλαδίτη αφού χρησιμοποιεί πρότυπα της μακεδονικής σχολής. Επισημαίνεται
ακόμη η επίδραση φορητών εικόνων που αποτυπώνεται στο μέγεθος των παραστάσεων, στην
ευγένεια, την ηρεμία, την αδιόρατη μελαγχολική έκφραση, τα περιορισμένα αφηγηματικά στοιχεία (1).
Βιβλιογραφία:
1) Ο Ναός της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος στο Πικέρμι Αττικής, Τυπολογικές – Μορφολογικές
και Εικονογραφικές παρατηρήσεις, Στέλιος Μουζάκης, Αναστασία Καλάη– Μουζάκη, Η’ Επιστημονική
Συνάντηση ΝΑ Αττικής, σ. 463
2) Κατάλογος χριστιανικών μνημείων Μεσογείων και Λαυρεωτικής – 1ης εφορείας Βυζαντινών
Αρχαιοτήτων
3) ΟΤΑ Ανατολικής Αττικής, www.anat-attiki.gr , Κοινότης Πικερμίου