Ιερός Ναός Αγίου Δημητρίου Ντάγλα Μαρκοπούλου

 

Μονόχωρος καμαροσκέπαστος ναός της μεταβυζαντινής εποχής με νεώτερο ανοικτό νάρθηκα. Ο ναός κοσμείται με τοιχογραφίες της σχολής Γ. Μάρκου, του 18ου αιώνα, επιζωγραφισμένες. Πανηγυρίζει του Αγίου Δημητρίου στις 26 Οκτωβρίου.

Γενικά
Το εξωκκλήσι του Αγίου Δημητρίου βρίσκεται στη θέση Ντοροβάτιζα, της ευρύτερης περιοχής Ντάγλα, νοτίως της πόλης, κοντά στη Λεωφόρο Αθηνών-Σουνίου σε μικρή απόσταση από τη διασταύρωση προς τον Ιππόδρομο, πηγαίνοντας προς Κερατέα. Το όνομα Ντάγλα προέρχεται από ένα τούρκο αγά, τον Νταγλαλή, στον οποίο ανήκε παλιά η περιοχή.

Ο ναός έχει τη δική του ιδιαίτερη ιστορία δεμένη με τη ζωή των ανθρώπων της περιοχής. Βρίσκεται μέσα σε ένα μεγάλο περιμαντρωμένο τετράγωνο περίβολο, ύψους μέχρι 2.00 μ., που στις τρεις πλευρές του έχει μεγάλο αριθμό (20) πολεμιστρών, που προκαλούν απορίες και επιδέχονται διάφορες ερμηνείες για την προέλευση τους. Ένα πλακόστρωτο από τη δυτική είσοδο οδηγεί στο ναό και ο χώρος της αυλής είναι δενδροφυτευμένος με κυπαρίσσια, ελιές και πεύκα, ενώ η γύρω περιοχή είναι ακατοίκητη με αγρούς και ελαιόδεντρα.

Ο ναός έχει και αυτός, όπως και οι κοντινοί ναοί, τον τύπο και τα χαρακτηριστικά των εκκλησιών που κτίστηκαν τον καιρό της τουρκοκρατίας, είναι δηλαδή μονόχωρη, δρομική βασιλική, με κάποιες μικρές ιδιαιτερότητες σε σχέση με τους γειτονικούς παρόμοιους ναΐσκους, όπως μεγαλύτερες διαστάσεις, μικρή τριγωνική κόγχη Ιερού σε αντίθεση με την ημικυλινδρική ευρύχωρη κόγχη των γειτονικών ναών, κλπ. Το εξωτερικό του ναού δεν παρουσιάζει κάποια ιδιαιτερότητα πέρα από το διπλό τοξωτό άνοιγμα του νάρθηκα που προσδίδει μια μοναδικότητα στην πρόσοψη. Το εσωτερικό του όμως έχει μια δική του ατμόσφαιρα που αναδύεται από τις ωχροκίτρινες αποχρώσεις σε συνδυασμό με το υπογάλαζο υπόβαθρο της οροφής και των αγιογραφήσεων στα χαρακτηριστικά αψιδωτά τυφλά τόξα (αρκοσόλια) του βόρειου και νότιου τοίχου, και από τον ανάλαφρο φωτισμό που εισέρχεται από τους λίγους αρχικούς φωταγωγούς και τα μεταγενέστερα ανοίγματα.

Ο ναός είναι σήμερα ανοικτός για τον επισκέπτη και ανήκει στην ενορία Αγίου Ιωάννου. Πανηγυρίζει στις 26 Οκτωβρίου του Αγίου Δημητρίου με πανηγυρικό εσπερινό και Θεία Λειτουργία.

Περιγραφή του Ναού
Όπως αναφέραμε ο ναός είναι μια μονόκλιτη, θολωτή, δρομική βασιλική των μεταβυζαντινών χρόνων, που καταλήγει σε τρίπλευρη κόγχη Ιερού. Η στέγη είναι δίρριχτη, με βυζαντινά κεραμίδια. Οι διαστάσεις του είναι 4.50 x 11.40 μ. περίπου χωρίς την κόγχη. Στο δυτικό μέρος έχει κτιστεί μεταγενέστερος νάρθηκας, πιθανότατα στα μέσα του 19ου αιώνα, εναρμονισμένος με το υπόλοιπο κτίσμα, παρόλο που η στέγη του είναι ξύλινη και όχι θολωτή. Ο νάρθηκας, λίγο ευρύτερος του κυρίως ναού, με διαστάσεις 5.60 x 6.70 μ. περίπου, είναι ανοιχτός στην πρόσοψη και στηρίζεται σε δίβηλο (δύο τοξωτά ανοίγματα με κολώνα στήριξης στη μέση). Στο εσωτερικό του νάρθηκα και πάνω από την είσοδο στον κυρίως ναό υπάρχει πεταλόσχημο τόξο, σήμερα βαμμένο μπλε, με ένα πλατυκέφαλο καρφί όπου ήταν παλιότερα ανηρτημένη η εικόνα του Αγίου.

Για τη χρονολόγηση του ναού χρειάζεται να λάβουμε υπόψη τα μικρά πολεμιστροειδή ανοίγματα της νότιας και ανατολικής πλευράς που δηλώνουν εσωστρέφεια, τα εσωτερικά ανακουφιστικά τόξα, την έλλειψη εξωτερικής διακόσμησης, την αφρόντιστη τρίπλευρη κόγχη Ιερού και τη μη προσεγμένη τοιχοποιία του ναού, το κτιστό τέμπλο και την ανυπαρξία αναβαθμού στο Άγιο Βήμα. Τα προηγούμενα στοιχεία υποδηλώνουν κάποια σπουδή και προχειρότητα στην κατασκευή από το φόβο πιθανά των τούρκων. Όλα αυτά μας οδηγούν σε μια χρονολόγηση στο δεύτερο μισό του 17ου αιώνα, ενώ η αγιογράφηση βάσει επιγραφής έγινε το 1753 (1).

Ό ναός έχει κτιστεί κατά ένα μεγάλο μέρος με αρχαίο οικοδομικό υλικό, όπως συμπεραίνεται από το κορινθιάζον κιονόκρανο που βρίσκεται εντειχισμένο στο πάνω μέρος της νότιας γωνίας της κόγχης του Ιερού, όπως και από άλλα αρχιτεκτονικά μέλη εντειχισμένα στο νάρθηκα ή γύρω από το ναό. Όμως τα συχνά ασβεστώματα έχουν καλύψει τα αρχαία μέλη.

Όσον αφορά τα ανοίγματα, τα αρχικά φωταγωγά ανοίγματα ήταν ελάχιστα. Στην ανατολική πλευρά ένα μικρό άνοιγμα στην κόγχη του Ιερού και ένα πολεμιστροειδές άνοιγμα πάνω από την κόγχη. Στη νότια πλευρά δύο άλλα πολεμιστροειδή ανοίγματα που αντιστοιχούν στο μέσον των δύο εσωτερικών τυφλών τόξων. Το νότιο παράθυρο στο μέσο του τρίτου τυφλού τόξου είναι μάλλον μεταγενέστερο. Επίσης μεταγενέστερη είναι η πόρτα στη βόρεια πλευρά που αντιστοιχεί στο κέντρο του μεσαίου από τα τρία βόρεια τυφλά τόξα του εσωτερικού του ναού. Τα άλλα δύο παράθυρα, βόρειο και νότιο, αντιστοιχούν στο νάρθηκα.

Η είσοδος του ναού από τον περίβολο γινόταν παλιότερα από την βόρεια πλευρά, που ήταν στραμμένη προς το χωριό και αναδεικνυότανε με ένα μεγαλοπρεπή πυλώνα. Στη βορειοδυτική γωνία του περιβόλου υπάρχουν χαλάσματα τετράγωνης οικίας. Η κατασκευή του περιβόλου θα πρέπει να τοποθετηθεί στα μέσα του 19ου αιώνα και πιθανά να κτίστηκε πάνω στα θεμέλια παλαιότερου τοίχου. Η σημερινή κεντρική είσοδος φαίνεται να είναι από τη δυτική πλευρά του περιβόλου. Μπροστά από το νάρθηκα υπάρχει κτιστή τράπεζα για την Ακολουθία της Αρτοκλασίας.

Εσωτερικό του Ναού
Με την είσοδο στο εσωτερικό του ναού, εντύπωση προκαλεί η ανάλαφρη ατμόσφαιρα από τις γάλαζιες και καφεώχρινες αποχρώσεις όπως και η μακρόστενη ανοικτογάλανη ημικυλινδρική οροφή που αγκαλιάζει όσους βρίσκονται μέσα στο ναό σε όλο το μήκος του, με τη διάσταση του ύψους να υπερτερεί αισθητά του πλάτους του. Οι τρεις σειρές των τυφλών τόξων (αρκοσολίων) κατά μήκος του βόρειου και νότιου τοίχου με τα φωταγωγά τους ανοίγματα και τις αγιογραφίες τους που αναδύονται μέσα από το γαλάζιο φόντο, παρά τις καταστροφές που αυτές έχουν υποστεί, διευρύνουν και ομορφαίνουν το ναό. Ανάμεσα στα τυφλά τόξα παρεμβάλλονται πεσσοί από την κορυφή των οποίων αρχίζουν να διαγράφονται οι τοξωτές επιφάνειες. Στην οροφή δύο εγκάρσια τόξα με μικρό «κρέμασμα» τη χωρίζουν σε τρεις θολωτές επιφάνειες. Τα εγκάρσια αυτά τόξα αντιστοιχούν στη θέση των πεσσών ανάμεσα στις τυφλές αψίδες και δε στηρίζονται σε κολώνες αλλά σε απλά στηρίγματα στον τοίχο.

Εσωτερικός διάκοσμος
Ο ναός παλιότερα ήταν κατάγραφος, ενώ σήμερα ένα μεγάλο μέρος από τις αγιογραφίες έχει υποστεί ανεπανόρθωτες ζημιές. Οι πρώτες αγιογραφίες έχουν γίνει από πολύ καλό αγιογράφο της σχολής του Γεωργίου Μάρκου στα 1753, όπως αναφέρεται σε επιγραφή στο υπέρθυρο της Ωραίας Πύλης. Πρόκειται για τις αγιογραφίες του τέμπλου και τους Ιεράρχες στο ανατολικό τυφλό τόξο του βορείου και νοτίου τοίχου. Ένας άλλος αγιογράφος με αναγεννησιακές επιδράσεις ιστορεί στο 2ο μισό του 19ου αιώνα τις τοιχογραφίες του Αγίου Βήματος (Πλατυτέρα, Ιεράρχες, κλπ), όπως πιθανότατα και τις ωοειδείς παραστάσεις στο μέσο των θολωτών τμημάτων της οροφής ενώ επεμβαίνει και σε παλιότερες αγιογραφίες για την αποκατάσταση τους. Ένας επόμενος άτεχνος αγιογράφος, που έχει επέμβει σε αρκετά εκκλησάκια, το πρώτο τέταρτο του 20ου αιώνα αλλοιώνει αισθητά τον αγιογραφικό κύκλο επειδή επιζωγραφίζει με φτηνά υλικά δημιουργώντας ανεπανόρθωτες καταστροφές στον τοιχογραφικό διάκοσμο.

Παράδοση - Ιστορία
Υποστηρίζεται η άποψη ότι ο ναός του αγίου Δημητρίου, υπήρξε καθολικό μοναστηριού, που σε άγνωστους σε μας χρόνους εγκαταλείφθηκε. Καμιά, όμως, φιλολογική μαρτυρία ή προφορική παράδοση έχει διασώσει κάτι τέτοιο. Οι γεροντότεροι κάτοικοι της πόλης δεν θυμούνται τίποτε τέτοιο, αλλά και ούτε το άκουσαν ποτέ. Δεν αποκλείεται ο ναός με τον περίβολο και την οικία στη βορειοδυτική γωνία να είναι κτητορικός και να οικοδομήθηκε από ιδιώτη μοναχό, ο οποίος και μόνασε σ' αυτόν. Ίσως ακόμη και να ήταν και μετόχι μεγάλου μοναστηριού της Αττικής. Οι εξαίρετες τοιχογραφίες του πάντως προϋποθέτουν μια δαπάνη που μόνο κάποιος ευκατάστατος κτήτορας ή συλλογικός φορέας μπορούσε να κάνει.

Υποστηρίζεται ακόμη πως όταν ο ναός του αγίου Δημητρίου έπαψε να λειτουργεί σαν μοναστηριακός, κάποιος γαιοκτήμονας τον έκανε τσιφλίκι. Την χρονική περίοδο που κτίστηκε ο περίβολος, δηλαδή το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, πολλές ιδιοκτησίες ήλθαν στα χέρια Ελλήνων τσιφλικάδων είτε από την ιδιωτικοποίηση πολλών μοναστηριών από αυτά που διέλυσε ο Όθωνας είτε από τούρκους τσιφλικάδες που τα πουλούσαν (όπως πιθανά μπορεί να συνέβη και εδώ με τον τούρκο Νταγλ-αλή κάτοχο της περιοχής Ντάγλα). Μια πιθανή εκδοχή για την ύπαρξη των πολεμιστρών είναι ότι ο Έλληνας τσιφλικάς για να αντιμετωπίσει πιθανές επιθέσεις κολλήγων που διεκδικούσαν τα χωράφια ή επιδρομές ληστών από τα γειτονικά βουνά, έκτισε τον περίβολο με τις πολλές πολεμίστρες (1).

Ο Άγιος Δημήτριος χρησίμευε προ του 1900 σαν τόπος κατοικίας ανθρώπων που έπασχαν από ανίατες αρρώστιες, που εκείνη την εποχή ήταν η φυματίωση, η νόσος του Χάνσεν-λέπρα, κλπ. Η επιλογή του Αγίου Δημητρίου γινότανε λόγω του καλού κλίματος της περιοχής και λόγω του ότι η περιοχή βρίσκεται και μακριά από την πόλη για λόγους απομόνωσης αλλά και κοντά σ’ αυτήν, ώστε να μπορούν να επισκέπτονται συχνά τους ασθενείς οι συγγενείς τους.

Οι ασθενείς ήταν από το Μαρκόπουλο και τα Καλύβια. Λόγω της θέσης του ναού, κοντά στα όρια των δύο κωμοπόλεων, υπήρχε μια συνεχής διεκδίκηση, ώσπου τελικά ο ναός περιήλθε ενοριακά στο Μαρκόπουλο. Σύμφωνα με προφορική παράδοση οι επισκέπτες συγγενείς πετούσαν τα τρόφιμα και τα ρούχα από τον τοίχο ενώ τα φάρμακα και τα υγρά τρόφιμα τα έδιναν από τα πολεμιστροειδή ανοίγματα από όπου γινόταν και η επικοινωνία των ασθενών με τους συγγενείς. Η εκκλησία του Αγίου Δημητρίου έμεινε για χρόνια αλειτούργητη από το φόβο της χολέρας και μόνο μετά το 1953 άρχισε πάλι να λειτουργείται (1).

Βιβλιογραφία:
(1) Μαρκόπουλο Μεσογαίας, Εκκλησίες, Τοιχογραφίες, Πορεία στο Χρόνο, αρχιμανδρίτου Ελευθερίου-Ειρηνάρχου Θεοδώρου, Αθήνα 1994, σ. 79