Εντυπωσιάζουν τον οδοιπόρο της Νοτιοανατολικής Αττικής τα διάσπαρτα εκκλησάκια, άλλοτε παρεκκλήσια ενταγμένα στον οικιστικό κορμό και άλλοτε εξωκκλήσια σπαρμένα στην ύπαιθρο. Θα τα συναντήσουμε σκαρφαλωμένα στα βουνά, στην κορυφή ή στις πλαγιές των λόφων, απλωμένα στους κάμπους ή στριμωγμένα ανάμεσα στις κατοικίες των εξελισσόμενων κωμοπόλεων, μνημεία μιας άλλης εποχής.
Η ευσέβεια και η φροντίδα των κατοίκων, τα έχει διασώσει ως τις μέρες μας, έστω και αν καμιά φορά οι νεώτερες προσθήκες και επισκευές δεν έχουν το αισθητικό αποτέλεσμα που αναδύει η απέριττη ομορφιά των παλαιότερων στοιχείων. Συχνά εκπλήσσουν με τη μεγαλοπρεπή τους ταπεινότητα, το μικρό μέγεθος, την προχειρότητα και το ακανόνιστο της κατασκευής. Δυο, τρία δέντρα, ένα πεζούλι, ένα μικρό εξωκκλήσι, φτιάχνουν συχνά ένα όμορφο τόπο επικοινωνίας με το υπερφυσικό. Κτισμένα τα περισσότερα μέσα σε πολύ δύσκολες συνθήκες, τα χρόνια της τουρκοκρατίας, είναι γνήσιοι εκφραστές μιας παράδοσης που απέφυγε την ματαιότητα της πρόκλησης και προσπάθησε να προσεγγίσει το θείο με απλότητα και ταπεινότητα, μιμούμενη το παράδειγμα του Θεανθρώπου.
Κάποια από τα εκκλησάκια μέσα από αλλεπάλληλες οικοδομικές φάσεις διασώζουν μια μακραίωνη ιστορία και αποτελούν σιωπηλούς μάρτυρες διαφόρων εποχών της ιστορικής πορείας της Νοτιοανατολικής Αττικής, μιας περιοχής όπου οι ευμενείς περιβαλλοντικές συνθήκες, ευνόησαν την παρουσία του ανθρώπου για πολλές χιλιετίες, από τη νεολιθική εποχή, ίσως και παλιότερα.
Είτε πρόκειται για αξιόλογα βυζαντινά μνημεία είτε για ταπεινούς μεταβυζαντινούς ναΐσκους, όπως συμβαίνει με τα περισσότερα από αυτά, διακατέχουν μια ιδιαίτερη θέση στις καρδιές των απλών ανθρώπων της περιοχής, επειδή είναι δεμένα με την ίδια τους την ιστορία, την κληρονομιά και την παράδοση.
Εκατόν δέκα περίπου βυζαντινά και μεταβυζαντινά εκκλησάκια, στην περιοχή των Μεσογείων και της Λαυρεωτικής, έχουν καταγραφεί και παρουσιάζονται στην ιστοσελίδα. Έχουν κτιστεί σε μια σημαντική περίοδο (10ος-19ος αιώνας) από τη μακραίωνη ιστορία και το πλούσιο πολιτισμικό παρελθόν της περιοχής.
_________________________
Ιστορία
Η περιοχή της Νοτιοανατολικής Αττικής καταλαμβάνει τις περιοχές των Μεσογείων και της Λαυρεωτικής. Μεσόγεια ονομάζουμε συνήθως την περιοχή ανατολικά του Υμηττού και νοτίως της Πεντέλης που φτάνει μέχρι τους νότιους λόφους της Λαυρεωτικής και τις ανατολικές λοφοσειρές της Αρτέμιδος και Βραώνας. Την καρδιά των Μεσογείων αποτελεί η μεγάλη κεντρική πεδιάδα, που πλαισιώνεται από τις κωμοπόλεις της Παιανίας, των Σπάτων, του Μαρκόπουλου και του Κορωπίου. Νοτίως η κοιλάδα στενεύει και διέρχεται διαμέσου των Καλυβίων, του Κουβαρά και της Κερατέας και φθάνει στα όρια του Θορικού.
Η γη είναι εύφορη, υπήρχαν δυνατότητες ύδρευσης (αρκετά ρέματα και πηγάδια από την αρχαιότητα), δρόμοι επικοινωνίας και έξοδος στη θάλασσα. Επίσης τα μεταλλεύματα του υπεδάφους αποτέλεσαν πηγές εκμετάλλευσης, όπως μαρτυρούν τα κατάλοιπα των μεταλλείων του αρχαίου Θορικού, η ακρόπολη του οποίου χρονολογείται στο τέλος της νεολιθικής εποχής (περίπου το 2900). Οι ευνοϊκοί αυτοί παράγοντες βοήθησαν ώστε η περιοχή να κατοικηθεί από τους προϊστορικούς χρόνους, τουλάχιστον από τα μέσα της 6ης χιλιετίας π.Χ. και να ευδοκιμήσει σε διάφορες εποχές κατά τη διάρκεια των χιλιε¬τιών που πέρασαν.
Μέσα στη διαχρονική αυτή πορεία η περιοχή αυτή υπήρξε ο ζωτικός χώρος και τροφοδότης της πόλης των Αθηνών και δύσκολα θα μπορούσαμε να φανταστούμε την κλασική Αθήνα να μεγαλουργεί χωρίς τα Μεσόγεια. Πάμπολλοι Δήμοι της περιοχής συμμετέχουν στην Αθηναϊκή Δημοκρατία, ανάμεσα στους οποίους οι αρχαίοι Δήμοι της Παιανίας, της Ερχιάς (Σπάτα), του Σφηττού (Κορωπίου), του Αγούντος, της Μυρρινούντος (Μαρκόπουλο), των Προσπάλτων (Καλύβια-Κουβαράς), της Κεφαλής (Κερατέα), όπως και άλλων οικιστικών κέντρων.
Η στενή σχέση της Αθήνας με τα Μεσόγεια συνεχίζει και μετά τους αρχαίους χρόνους κατά τη χριστιανική περίοδο. Όπως συνάγεται και από το πλήθος των παλαιοχριστιανικών βασιλικών, στην περιοχή υπήρχαν πολλές ακμάζουσες κοινότητες.
Ένδεια και εγκατάλειψη χαρακτηρίζει την περιοχή τους πρώιμους βυζαντινούς χρόνους (6ο-8ο αι.). Λίγες πληροφορίες έχουμε και για τους μεσοβυζαντινούς χρόνους (9ο-12ο αι.), όταν η Αθήνα έχει καίρια υποβαθμιστεί στα πλαίσια της αχανούς Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Τα σποραδικά ευρήματα της εποχής αυτής πιστοποιούν τη συνέχιση του αγροτικού χαρακτήρα της περιοχής και τα πολυπληθή μνημεία την τάση των γαιοκτημόνων να ιδρύουν αξιόλογες εκκλησίες μέσα στα κτήματά τους.
Η υστεροβυζαντινή περίοδος (9ο-12ο αι.), χαρακτηρίζεται από την κυριαρχία των Φράγκων σε ολόκληρη την Αττική και από την εγκατάσταση στα Μεσόγεια των Αρβανιτών (τέλη 14ου αι.), που θα παίξουν αποφασιστικό ρόλο στη μετέπειτα εξελικτική πορεία.
Τα χρόνια της Τουρκοκρατίας από το 1456 έως το 1830, που ιδρύθηκε το νέο Ελληνικό κράτος, η περιοχή έζησε τη σταδιακή ανάπτυξη των Αρβανίτικων κοινοτήτων και την επικράτηση των δικών τους δομών και συνηθειών, διατηρώντας πάντοτε ένα γεωκτηνοτροφικό χαρακτήρα. Η ευσέβεια των νέων κατοίκων ήταν ιδιαίτερα ισχυρή και διαπερνούσε όλες τις εκφάνσεις της ζωής τους. Αποτέλεσμα το διάστημα αυτό να κτιστούν πλέον των εκατό μικρών μονόχωρων εκκλησιών, είτε στη θέση παλαιότερων ναών είτε εξ υπαρχής και να διατηρηθούν κάτω από πολύ αντίξοες συνθήκες και καταστροφές. Η απλή μορφή των ναΐσκων, μέσα στα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας και των πειρατικών επιδρομών, η διατήρηση της παράδοσης, με λαϊκότερες μορφές, η αξιόλογη συνήθως αγιογράφηση, απηχούν το αυστηρό ήθος ζωής και τον σχεδόν ασκητικό τρόπο διαβίωσης, που αγγίζουν πολλές όψεις του ορθόδοξου χριστιανικού πνεύματος.
_________________________
Χρονολογική κατάταξη των ναών
Το πλήθος των εκκλησιών της Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής περιόδου, χρονολογείται από το 10ο αιώνα έως το 1900, που τοποθετούνται τα ύστερα μεταβυζαντινά εκκλησάκια. Οι Περίοδοι με βάση την οποία κατατάσσονται είναι οι ακόλουθοι :
Μεσοβυζαντινή Περίοδος : 843 – 1204
Υστεροβυζαντινή Περίοδος : 1204 – 1453 (Φραγκοκρατία 1204-1261 και Παλαιολόγεια 1261-1453)
Μεταβυζαντινή Περίοδος : Μετά την Άλωση (1453)
Πρώιμη Τουρκοκρατία (ή Πρώιμη Μεταβυζαντινή) : 1453 – 1700
Όψιμη Τουρκοκρατία (ή Ύστερη Μεταβυζαντινή) : 1700 – 1830
Νεώτερα Μεταβυζαντινά : 1830 – 1900
_________________________
Χαρακτηριστικά της Εποχής και των Ναών της Βυζαντινής Περιόδου
Κατά τον 9ο αιώνα η Αθήνα με την μητρόπολη της διαδραματίζει σημαντικό ρόλο και αυτό διαφαίνεται στα μνημεία που έχουν διασωθεί στην πόλη των Αθηνών και στην περιφέρεια της.
Αργότερα, κατά τα τέλη του 12ου αιώνα, ανέλαβε τη μητρόπολη της Αθήνας ο λόγιος Κωνσταντινουπολίτης Άγιος Μιχαήλ Χωνιάτης, όταν η πόλη είχε καταστραφεί από την επιδρομή των Σαρακηνών. Ήταν ο τελευταίος μητροπολίτης Αθηνών (1182-1204) πριν από την φραγκική κατάκτηση. Το 1203 υπερασπίστηκε με επιτυχία την πόλη που κινδύνευσε από τον Πελοποννήσιο γαιοκτήμονα Λέοντα Σγουρό. Μετά τη φραγκική κατάκτηση, το 1204, αυτοεξορίστηκε στην Κέα, και συνέχισε από εκεί να υπερασπίζεται και να προστατεύει το ποίμνιό του. Αργότερα, μετέβη στη Μονή Αγίου Ιωάννου Προδρόμου κοντά στις Θερμοπύλες όπου και πέθανε, στα 1822 μ.Χ. Ο επίσκοπος μιλάει με τα καλύτερα λόγια για την περιοχή των Μεσογείων, το φυσικό περιβάλλον και τις παραγωγικές της καλλιέργειες. Την εποχή αυτή έχουμε την ίδρυση σημαντικών μοναστικών κέντρων, όπως η Μονή Καισαριανής και η Μονή του Αγίου Ιωάννη Προδρόμου του Κυνηγού. Επίσης οικοδομούνται αξιόλογοι ναοί στα Μεσόγεια, από γαιοκτήμονες, της περιοχής, πράγμα που μαρτυρεί κάποια οικονομική ευμάρεια.
Αργότερα η υστεροβυζαντινή περίοδος χαρακτηρίζεται αρχικά από την κατάκτηση των Φράγκων, που έχουν προβεί στην κατάργηση της Ορθόδοξης Μητρόπολης των Αθηνών και την επιβολή περιορισμών στην πόλη, όμως η ύπαιθρος απολάμβανε μεγαλύτερης ελευθερίας και παρατηρείται αγιογραφική δραστηριότητα, όπως και κάποιες ανακατασκευές, επισκευές ή επεκτάσεις μεσοβυζαντινών ναών ή ακόμα και ανέγερσης κάποιων νέων, όπως ο Άγιος Λουκάς Λαμπρικών.
Οι ναοί της περιόδου αυτής χαρακτηρίζονται από τις μικρές διαστάσεις, τη χρησιμοποίηση αρχαίων και παλαιοχριστιανικών υλικών, τις αρμονικές αναλογίες, την αρίστη κατασκευή, την ιδιαίτερη επεξεργασία των μορφών και των αισθητικών κριτηρίων, από την επιμέλεια της κατασκευής, το καλλιεργημένο καλλιτεχνικό αισθητήριο, την εξύψωση που προκύπτει από την ενοποίηση των επί μέρους στοιχείων σε ένα ενιαίο σύνολο κάτω από την κυριαρχία συνήθως του τρούλλου.
Σημαντικές είναι και οι σωζόμενες αγιογραφήσεις της περιόδου αυτής, παρόλο που είναι αποσπασματικές. Στον παλιότερο τοιχογραφικό διάκοσμο που διασώζεται στην περιοχή, του 11ου αιώνος, στη Μεταμόρφωση Σωτήρος Κορωπίου, στον Παντοκράτορα και στην Παναγία διακρίνουμε το συνδυασμό της παλιότερης γραμμικής αντίληψης με την προσπάθεια απόδοσης του όγκου. Επίσης ο Παντοκράτορας είναι προάγγελος της αριστοκρατικής τέχνης της Μονής Δαφνίου. Κατά το 12ο αιώνα και αρχές του 13ου έχουμε αξιόλογες αγιογραφήσεις, όπως στον Παντοκράτορα του τρούλλου των ναΐσκων του Αγίου Νικολάου Χαλιδούς και Αγίας Τριάδας στην Παιανία, στις αγιογραφίες της Αγίας Κυριακής στην Κερατέα, στην αψίδα των Αγίων Θεοδώρων Πέτα. Επίσης στην περίοδο της Φραγκοκρατίας, το 13ο αιώνα, έχουμε σημαντική παραγωγή τοιχογραφικού διακόσμου στην ύπαιθρο, από όπου συμπεραίνουμε την μεγαλύτερη ελευθερία που είχαν οι κάτοικοι της υπαίθρου σε σχέση με τις πόλεις. Στην εποχή αυτή ανήκουν οι τοιχογραφίες του Αγίου Πέτρου και των Ταξιαρχών Καλυβίων, του Αγίου Γεωργίου Κουβαρά, στο Μαρκόπουλο της Παναγίας Μερρέντα, του Αγίου Γεωργίου Καδί, των Ταξιαρχών Δάγλα και της Παναγίας Βαραμπά, στο Κορωπί του Αγίου Λουκά Λαμπρικών. Οι αγιογραφήσεις αυτές διαπνέονται από επαρχιακή αντίληψη και συντηρητισμό όμως δεν αγνοούν τα καλλιτεχνικά ρεύματα των μεγάλων κέντρων και δανείζονται με εξαιρετική φειδώ κάποια δυτικά πρότυπα.
Στην Παλαιολόγεια περίοδο (14ο-μέσα 15ου αι.) δεν έχουμε ανεγέρσεις νέων ναών στην περιοχή, και ελάχιστη αγιογραφική δραστηριότητα, πράγμα που μπορεί να αποδοθεί στην περίοδο της σκληρής κυριαρχίας των Καταλανών που διέκοψε βίαια την άνθηση του 13ου αιώνα.
_________________________
Τυπολογική διάκριση των Ναών της Βυζαντινής Περιόδου
Οι ναοί χρονολογούνται στο 10ο και κυρίως στα τέλη του 12ου και αρχές του 13ου αιώνα και ανήκουν σε διάφορους αρχιτεκτονικούς τύπους, ως ακολούθως :
• στον τύπο του σταυροειδούς εγγεγραμμένου με τρούλλο, όπως η Μεταμόρφωση του Σωτήρος στο Κορωπί (10ος αι.), ο Άγιος Πέτρος στα Καλύβια (12-13ος αι.), τα ερείπια ναού στη θέση «Μοναστηράκι» του Πόρτο Ράφτη,
• στον τύπο του συνεπτυγμένου σταυροειδούς με τρούλλο, η Παναγία Μεσοσπορίτισσα στα Καλύβια, ο Άγιος Νικόλαος στη Χαλιδού, τα ερείπια του Αγίου Ιωάννη Θεολόγου κοντά στο Σταυρό,
• στον τύπο της μονόκλιτης βασιλικής με τρούλλο, η Αγία Τριάδα Παιανίας,
• στον τύπο ελευθέρου σταυρού με τρούλλο, η αρχική φάση του Ταξιάρχη Δάγλα και της Παναγίας Βαραμπά στο Μαρκόπουλο,
• στον τύπο του μονόχωρου τρίκογχου με τρούλλο, ο Άγιος Δημήτριος Σαρωνικού και η αρχική φάση της Παλαιοπαναγιάς στην Καντζα
• στον τύπο της τρίκλιτης ξυλόστεγης βασιλικής, η μεσοβυζαντινή φάση των Ταξιαρχών των Καλυβίων,
• στον τύπο της μονόκλιτης ξυλόστεγης βασιλικής, ο Άγιος Γεώργιος Κουβαρά,
• στον τύπο της μονόκλιτης θολοσκεπούς βασιλικής, η Αγία Κυριακή Κερατέας, οι Άγιοι Θεόδωροι Πέτα, η πρώτη φάση του Αγίου Γεωργίου Καδί και η Παναγία Μερρέντα στο Μαρκόπουλο και
• στον τύπο του μονόχωρου σταυρεπίστεγου ναού, ο Άγιος Λουκάς Λαμπρικών Κορωπίου.
_________________________
Χαρακτηριστικά της μεταβυζαντινής Περιόδου
Η περίοδος της Τουρκοκρατίας στην Αττική ξεκινάει το 1456, όταν καταλύεται η κυριαρχία των Φράγκων. Η επίσκεψη του Μωάμεθ του Πορθητή στην Αθήνα και ο θαυμασμός του για τα κλασικά μνημεία, τον ωθούν να παραχωρήσει κάποια προνόμια στην πόλη το 15ο αιώνα. Τα χρόνια της πρώιμης Τουρκοκρατίας κυλούν δύσκολα με μεταπτώσεις. Το 1760 η Αττική ανεξαρτητοποιήθηκε από την κεντρική εξουσία και διευκολύνθηκε μια αγροτικού τύπου φεουδαρχική εκμετάλλευση. Έτσι ένα μεγάλο μέρος των Μεσογείων πέρασε στα χέρια των Τούρκων, ένα μικρότερο στα χέρια οικονομικά ισχυρών Ελλήνων της Αθήνας και ένα τρίτο στα μοναστήρια.
Στα Μεσόγεια αναφέρονται διάφορα τσιφλίκια όπως της Κάντζας, του Παπαγγελάκη, του Κόκλα, του Καρελά, του Ολύμπου, κλπ. Μεγάλες εκτάσεις κατείχαν την όψιμη Τουρκοκρατία και οι Μονές. Η Μονή Πεντέλης, με τον πρώτο κτήτορα της ηγούμενο Άγιο Τιμόθεο, αγόρασε από το 1584 το μεγάλο κτήμα της Βραώνας, ενώ η Μονή Ασωμάτων Πετράκη κατείχε μεγάλες εκτάσεις.
_________________________
Συνθήκες Ναοδομίας κατά την Τουρκοκρατία
Ο μεγάλος αριθμός ναΐσκων που κτίστηκαν στα Μεσόγεια την περίοδο της Τουρκοκρατίας σχετίζεται με τα ειδικά προνόμια που είχε δώσει ο Μωάμεθ στην Αττική, αλλά και με την ευσέβεια και τις συνήθειες των νεοφερμένων Αρβανιτών, που εποίκισαν την περιοχή των Μεσογείων από τις αρχές του 15ου αιώνα. Μετά τους πολύ δύσκολους καιρούς, όταν το 18ο αιώνα οι συνθήκες έγιναν κάπως πιο ειρηνικές και ασφαλείς και ο τόπος παρουσίασε κάποια ακμή, έκτισαν και αγιογράφησαν ναούς ή επισκεύασαν παλιότερους. Την περίοδο αυτή η τουρκική μετριοπάθεια είχε επιτρέψει στους χριστιανούς να επισκευάζουν τους κατεστραμμένους ναούς, όχι όμως και να κτίζουν νέους. Οι χριστιανοί, ιδιαίτερα των επαρχιών, εκμεταλλεύτηκαν την μετριοπάθεια αυτή και όχι σπάνια, έκτιζαν και νέους ναούς. Για τον φόβο όμως των Τούρκων προσπαθούσαν να τους κτίσουν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν. Και όχι λίγες φορές μέσα σε διάστημα λίγων ημερών ο ναός ήταν έτοιμος.
Οι ναοί αυτοί εξυπηρετούσαν τους μικροσυνοικισμούς που είχαν δημιουργηθεί από τα σόγια ή φάρες των Αρβανιτών (ευρείες οικογένειες), ή αποτελούσαν τσιφλίκια Τούρκων ή γαιοκτημόνων της περιοχής. Πολλά από τα εκκλησάκια αυτά μαζί με το όνομα του Αγίου παίρνανε το όνομα του κατόχου της περιοχής. Κάθε συνοικισμός είχε την εκκλησία του – ίσως και τον ιερέα του – που την αφιέρωνε στον προστάτη του Άγιο ή στην Παναγία, αδιάφορο συχνά αν υπήρχε ίδια εκκλησία σε γειτονικό συνοικισμό.
Επίσης η ύπαρξη ή επισκευή κάποιων ναών έχει σχέση και με τους πολλούς ασκητές που ασκήτευαν στην περιοχή, κυρίως από τη Μονή Πεντέλης, όπως ο επίσκοπος Ευρίπου Άγιος Τιμόθεος, που ασκήτεψε το 16ο αιώνα στον Άγιο Γεώργιο Βραώνας.
_________________________
Χαρακτηριστικά των ναών της μεταβυζαντινής Περιόδου
Στην πρώιμη Τουρκοκρατία υπάρχει μεγαλύτερη προσπάθεια μίμησης της βυζαντινής αρχιτεκτονικής αλλά με λιγότερα μέσα και λιτή εμφάνιση. Αργότερα η οικοδόμηση των μεταβυζαντινών ναΐσκων του 18ου αιώνα, χαρακτηρίζεται από την ανώνυμη λαϊκή αρχιτεκτονική τους, την εκλαΐκευση και απλοποίηση της βυζαντινής παράδοσης, τα μικρά ανοίγματα, την αργολιθοδομή της τοιχοποιίας, τα κτιστά τέμπλα, την απλότητα και προχειρότητα συχνά της κατασκευής. Σε αυτό συντελούσε και ο φόβος των Τούρκων που, όπως αναφέραμε, δεν επέτρεπαν την ανοικοδόμηση νέων ναών την εποχή αυτή, παρά μόνο επισκευές , οπότε κάθε νέος ναός έπρεπε να κατασκευαστεί πολύ σύντομα. Χαρακτηριστική είναι και εδώ η ενσωμάτωση στην τοιχοδομή παλαιότερων αρχαίων και παλαιοχριστιανικών αρχιτεκτονικών μελών, με ιδιαίτερη ευαισθησία.
Εσωτερικά οι ναοί καλύπτονται σε μεγάλο βαθμό με αγιογραφήσεις, συχνά αξιόλογες. Οι αγιογράφοι της όψιμης μεταβυζαντινής περιόδου ακολουθούν πιστά πρότυπα της βυζαντινής παράδοσης που συνδέονται με την παλαιολόγεια τέχνη και με την κρητική σχολή του 16ου αιώνα ενώ τα δάνεια από τη δυτική τέχνη είναι περιορισμένα.
Ο μόνος επώνυμος αγιογράφος που κυριαρχεί στο πρώτο μισό του 18ου αιώνα, με αξιόλογο έργο, είναι ο Γεώργιος Μάρκος από το Άργος, που μαζί με μαθητές του θα διακοσμήσουν σειρά εκκλησιών. Βάσει επιγραφών μαρτυρείται η αγιογράφηση της Κοιμήσεως Θεοτόκου Κορωπίου (1732), της Αγίας Παρασκευής Μαρκόπουλου (1741-1751), του Αγίου Αθανασίου Κουβαρά (1744). Οι ανώνυμοι συνεχιστές του Γ. Μάρκου αποδεικνύονται άξιοι μαθητές του και συνεχίζουν την αγιογράφηση πολλών ναών το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, με τάση επιστροφής στην παράδοση της κρητικής σχολής του 16ου αιώνα. Όμως η παράδοση αυτή δε θα συνεχιστεί το 19ο αιώνα, που χαρακτηρίζεται από ένδεια αξιόλογων αγιογράφων. Κάποιοι από αυτούς με επιζωγραφήσεις στην προσπάθεια τους να επιδιορθώσουν φθορές και καταστροφές, θα καταστρέψουν συχνά τις πρωτότυπες τοιχογραφίες του 18ου αιώνα. Χρειάστηκε να περάσει ένας αιώνας για να συναντήσουμε το φωτισμένο αγιογράφο Φώτη Κόντογλου, με το υψηλής αξίας έργο του στα Μεσόγεια του 20ου αιώνα.
_________________________
Τυπολογία των ναών της μεταβυζαντινής Περιόδου
Ο ρυθμός της απλής, μονόκλιτης βασιλικής, ξυλόστεγης ή θολοσκεπούς, ήταν ο συνηθισμένος τύπος που μπορούσε να ανταποκριθεί όχι μόνο στη συντομία του χρόνου αλλά και στις οικονομικές δυσχέρειες που υπήρχαν. Σαν εξαίρεση στην μονόκλιτη βασιλική που είναι ο κανόνας, έχουμε τις ακόλουθες ξυλόστεγες ή θολοσκεπείς βασιλικές :
• τις τρίκλιτες βασιλικές του Αγίου Αθανασίου στην Παιανία, της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και των Αγίων Αναργύρων στο Κορωπί, της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στα Καλύβια,
• τη δίκλιτη βασιλική της Παναγίας Μεσοσπορίτισσας, Λαυρεωτικού Ολύμπου, στα Καλύβια,
• τους δίδυμους ναούς της Αγίας Τριάδας στο Μαρκόπουλο, του Αγίου Βασιλείου και του Αγίου Σπυρίδωνος στο Κορωπί,
• ένα σύμπλεγμα τεσσάρων καμαροσκέπαστων παρεκκλησίων στο Καθολικό της Ιεράς Μονής Αγίας Τριάδας Λαμπρικών.
Εκτός όμως από τις βασιλικές, δε λείπουν και κάποιοι τρουλλαίοι ναοί, στις προσπάθειες συνέχισης της βυζαντινής παράδοσης με οικοδόμηση βυζαντινής τυπολογίας ναών. Αργότερα κάποιοι βυζαντινοί ναοί επισκευάζονται.
Σαν βυζαντινής τυπολογίας βυζαντινούς ναούς της πρώιμης Τουρκοκρατίας έχουμε τους ακόλουθους τύπους :
• τον σταυροειδή εγγεγραμμένο δικιόνιο ναό του Αγίου Πέτρου Σπάτων,
• τους συνεπτυγμένους τρουλλαίους σταυροειδείς Άγιο Δημήτριο Σπάτων και Αγίων Ασωμάτων Κορωπίου,
• τον τύπο του ελευθέρου σταυρού με τρούλλο, Προφήτης Ηλία Στρογγύλης Κορωπίου,
• τον ελευθέρου σταυρού με τρουλλοκαμάρα, Ζωοδόχος Πηγή, Πανείου Όρους, Καλυβίων,
• τους μονόχωρους τρουλλαίους Προφήτη Ηλία Υμηττού Κορωπίου, Άγιο Γεώργιο Βραυρώνος, Άγιο Γεώργιο Καρελά Παιανία και
• τον τρίκογχο Άγιο Νικόλαο Κόντρα Κορωπίου.
_______________________
Βιβλιογραφία:
(1) Μεσογαία, Εισαγωγή, Χρ. Γ. Ντούμας, Αθήνα 2002
(2) Μεσογαία, Φυσικά Όρια της Μεσογαίας, Γεώργιος Σταϊνχάουερ, σελ. 17, Αθήνα 2002
(3) Μεσογαία, Μεσοβυζαντινή Περίοδος, Υστεροβυζαντινή Περίοδος, Μεταβυζαντινοί Χρόνοι, Ελένη Γκίνη – Τσοφοπούλου, σελ. 167-199, Αθήνα 2002
(4) Μαρκόπουλο Μεσογαίας, Εκκλησίες, Τοιχογραφίες, Πορεία στο Χρόνο, αρχιμανδρίτου Ελευθερίου-Ειρηνάρχου Θεοδώρου, Αθήνα 1994, σ. 17-24, 284