ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ ΛΟΥΚΑ (Λκ. ι΄ 25-37) 11 Νοεμβρίου 2018
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ NOEMΒΡΙΟΥ 2018
ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ ΛΟΥΚΑ (Λκ. ι΄ 25-37)
11 Νοεμβρίου 2018
Ὁ Κύριος, στὴ σημερινὴ παραβολή, πρωτοποριακὰ ἀπελευθερώνει τὴν ἔννοια τοῦ πλησίον ἀπὸ τὰ στενὰ γεωγραφικά, φυλετικὰ καὶ θρησκευτικὰ ὅρια. Ὁ Χριστὸς τονίζει ὅτι δὲν ὑπάρχουν ὅρια στὸ χρέος τῆς ἀγάπης. Πλησίον εἶναι ὁ κάθε ἄνθρωπος ποὺ βρίσκεται σὲ ἀνάγκη, ἀδιακρίτως ἔθνους, φυλῆς, θρησκευτικοῦ πιστεύω, κοινωνικῆς τάξεως, ἢ εὐθύνης γιὰ τὴν κατάστασή του. Ἐκεῖνο ποὺ βαρύνει εἶναι ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Καὶ τὸ οὐσιαστικὸ πρόβλημα δὲν εἶναι ποιὸς εἶναι ὁ πλησίον, ἀλλὰ τὸ πῶς μποροῦμε νὰ γίνουμε ἐμεῖς πλησίον σὲ κάθε ἄνθρωπο ποὺ χρειάζεται τὴν βοήθειά μας.
Ὁ Κύριος ἀποκαλυπτικὰ θέτει ἔμμεσα ἕνα ἀκόμη ἀμείλικτο ἐρώτημα. Ποιὸς ἔχει τὴν εὐαισθησία νὰ κατανοεῖ καλύτερα τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, νὰ ἀνακαλύπτει τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ἐντολῆς περὶ ἀγάπης τοῦ πλησίον;
Ποιός τελικὰ τηρεῖ τὸν Νόμο; Αὐτοὶ ποὺ ἀσχολοῦνται ἐξ ὑποχρεώσεως μὲ τὸ λειτουργικὸ καὶ θρησκευτικὸ τυπικό, οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ λευΐτες, ἢ ἕνας ξένος μὲ αὐτά, ὅπως ἦταν ὁ Σαμαρείτης, ποὺ βλέπει μὲ καθαρὸ μάτι καὶ αὐθόρμητη καρδιὰ τὸν συνάνθρωπό του, χωρὶς θρησκευτικὲς καὶ φυλετικὲς προκαταλήψεις; Δὲν εἶναι αὐτὸς ποὺ ἀνταποκρίνεται ἔμπρακτα στὶς ἀνάγκες τοῦ ἀγνώστου πλησίον;
Θεωρητικὰ οἱ χριστιανοὶ συμφωνοῦμε μὲ τὴ νέα αὐτὴ διάσταση τῆς ἔννοιας τοῦ «πλησίον», ποὺ διευκρινίζει ἡ παραβολὴ τοῦ καλοῦ Σαμαρείτη. Στὴν ἔμπρακτη πραγματικότητα ὅμως τί γίνεται;
Τὸ πρόβλημα λοιπὸν στὴν προσωπική μας ζωὴ εἶναι τὸ πῶς ἀπὸ τὴ θεωρητικὴ ἀποδοχὴ τοῦ μηνύματος τῆς σημερινῆς παραβολῆς θὰ προχωρήσουμε στὴν πρακτικὴ συμμόρφωση. Ἀπὸ τὴν θεωρία τῆς ἀγάπης, ποὺ δέχονται ὅλοι μὲ λόγια, στὴν βίωση καὶ ἐφαρμογή της, ποὺ εἶναι δύσκολη καὶ δὲν βεβαιώνεται γύρω μας.
Γιὰ νὰ βοηθηθοῦμε ἂς προσέξουμε μερικὰ χαρακτηριστικὰ τῆς ἀγάπης, ὅπως αὐτὰ ἀποκαλύπτονται στὴ συμπεριφορὰ τοῦ ἁπλοῦ πρωταγωνιστὴ τῆς παραβολῆς.
Ὁ Σαμαρείτης εὐσπλαγχνίζεται καὶ φροντίζει τὸν ἄτυχο ὁδοιπόρο. Σπεύδει ἀπρόσκλητα. Δὲν ἀσχολεῖται μὲ τὸ κακὸ ποὺ ἔκαμαν οἱ ληστές, ἢ τὴν ἀδιαφορία καὶ ἀσπλαγχνία ποὺ ἐπέδειξαν οἱ ἄλλοι. Ὁ ἴδιος προσωπικὰ κάνει τὸ χρέος του. Τὸ οὐσιαστικὸ ἐρώτημα δὲν εἶναι τί κάνουν ἢ τί δὲν κάνουν οἱ ἄλλοι, ἀλλὰ πῶς ἐμεῖς συμπεριφερόμαστε στὶς συγκεκριμένες καταστάσεις.
Ἕνα ἄλλο στοιχεῖο εἶναι ὅτι ἡ ἀγάπη κοστίζει. Εἶναι μία ὀδυνηρὴ παραίτηση ἀπὸ πράγματα ποὺ δικαιούμαστε, τὸ χρῆμα, τὸν χρόνο, τὸ καθημερινὸ πρόγραμμα. Ὁ Σαμαρείτης καθυστερεῖ τὸ ταξίδι του, βαδίζει πεζός, θέτει στὴ διάθεση τοῦ τραυματία ὅ,τι ἔχει
Ἡ ἀγάπη δὲν ἀφήνει καὶ δὲν ἐπιτρέπει τὸ καλὸ νὰ γίνεται λειψά. Ἂν συχνὰ εἴμαστε ἀνίκανοι νὰ μιμηθοῦμε τὸν Σαμαρείτη, εἶναι γιατὶ θὰ θέλαμε νὰ ἀγαπήσουμε μὲ τὸ ἀζημίωτο. Ὅποιος ὅμως ἀποφασίζει νὰ ἀγαπᾶ, ὅπως ὁ Θεὸς θέλει, πρέπει νὰ εἶναι ἀποφασισμένος νὰ στερηθεῖ δικά του δικαιώματα καὶ ἀγαθά. Ἔπειτα ἡ ἀγάπη εἶναι ἐλεύθερη ἀπὸ ἀναζήτηση ἀνταλλαγμάτων, ἐλεύθερη ἀπὸ τὸν βραχνᾶ τῆς ἀναγνωρίσεως. Δὲν ἐνεργεῖ γιὰ νὰ φανεῖ καὶ γιὰ νὰ ἐπαινεθεῖ. Ὁ ἐρημικὸς τόπος στὸν ὁποῖο ἕδρασε ὁ Σαμαρείτης, βεβαιώνει πὼς ἐνεργοῦσε χωρὶς νὰ περιμένει ἀντάλλαγμα.
Τέλος, ἡ ἀγάπη εἶναι ἤρεμη δύναμη, πιὸ ἰσχυρὴ καὶ ἀπὸ τὸν θάνατο. Δὲν ἀναφερόμαστε στὴ διάσωση τοῦ τραυματία, ἀλλὰ τελικὰ στὴ νίκη πάνω στὸν φόβο τοῦ θανάτου. Οἱ δύο ἄνθρωποι ποὺ προηγήθηκαν τοῦ Σαμαρείτη, ὁ ἱερέας καὶ ὁ Λευΐτης, ἔφυγαν τρομαγμένοι ἀπὸ τὸν τόπο τοῦ δράματος.
Ὁ Σαμαρείτης, ὅμως, προχωρεῖ ἀποφασιστικὰ καὶ γενναῖα, ἀδιαφορώντας γιὰ κάθε κίνδυνο, ἐπειδὴ «ἡ ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν φόβο».
«Τίς οὖν τούτων τῶν τριῶν πλησίον δοκεῖ σοι γεγονέναι τοῦ ἐμπεσόντος εἰς τοὺς ληστάς;», ἐρωτᾶ τὸν καθένα μας ὁ Κύριος. Τὴν ἀπάντηση τὴν ξέρουμε. «Ὁ ποιήσας τὸ ἔλεος μετ’᾿ αὐτοῦ». Ὅμως αὐτὸ δὲν φθάνει, διότι ἀπαιτεῖται καὶ ἡ μίμηση, δηλαδὴ τὸ «Πορεύου καὶ σὺ ποίει ὁμοίως».
Ἄς διαμορφώσουμε ἀδελφοὶ τὴν στάση μας σὲ αὐτὴ τὴν προτροπὴ μὲ προσωπικὴ συμμετοχὴ στὸν πόνο τοῦ πλησίον, τοῦ κάθε πλησίον, μὲ μία ἀγάπη ποὺ στοιχίζει, ἀλλὰ ποὺ εἶναι ἱκανὴ νὰ νικήσει τὸν θάνατο τοῦ φόβου καὶ τῆς ἀδιαφορίας ποὺ χωρίζει τὸν κόσμο σήμερα.