ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΛΟΥΚΑ (Λκ. ιστ΄ 19-31) 4 Νοεμβρίου 2018
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ NOEMΒΡΙΟΥ 2018
ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΛΟΥΚΑ (Λκ. ιστ΄ 19-31)
4 Νοεμβρίου 2018
Ἡ σημερινή Εὐαγγελική Περικοπή, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἀφορᾶ στήν Παραβολή τοῦ ἄφρονος πλουσίου καί τοῦ πτωχοῦ Λαζάρου. Σήμερα δέν θά κάνουμε δικές μας σκέψεις μέ ἀφορμή τά ἀναφερόμενα πρόσωπα καί τίς συμπεριφορές τους, ἀλλά θά ἀκούσουμε τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο, τόν ἕνα ἐκ τῶν Μεγάλων Ἱεραρχῶν τῆς Ἐκκλησίας μας, γιά νά ἔχουμε μεῖζον πνευματικό ὄφελος.
Ἀπευθυνόμενος, τότε, στό ποίμνιό του κατά τήν ἀντίστοιχη Κυριακή, εἶπε : « Ἀργά ἄνοιξε τά μάτια του ὁ πλούσιος! Τό ἔκανε τότε πού εἶδε στήν ἀγκαλιά τοῦ Ἀβραάμ τόν Λάζαρο! Τόν ἄνθρωπο, πού δέν καταδεχόταν οὔτε νά τοῦ ρίξει μιά ματιά, ὅταν τόν εὕρισκε νά περιμένει ἔξω ἀπό πόρτα του.
Καί τότε κατάλαβε καλά τί σημαίνει ἐκεῖνο, πού μέχρι τότε ποτέ δέν εἶχε καταλάβει.
Στήν κόλαση βρέθηκε ὑποχρεωμένος, θέλοντας καί μή, νά κάμει ἕναν ἀπολογισμό. Ἐκεῖ ἀναγκάσθηκε νά ψάξει τί τοῦ εἶχε γίνει ἀφορμή νά χάσει ἐκείνη τή διάθεση, πού δέν τόν ἄφηνε νά δεῖ στό πρόσωπο τοῦ φτωχοῦ Λαζάρου τόν «πλησίον» του. Δηλαδή ἕνα συνάνθρωπο, στή θέση τοῦ ὁποίου θά μποροῦσε κάποτε νά βρεθεῖ καί ὁ ἴδιος• καί εἶχε γι᾿ αὐτό τόν λόγο χρέος νά τόν συμπονάει.
Ἄς ρίξωμε μιά ματιά στήν ἄθλια κατάσταση, πού εἶχε βρεθεῖ τότε ὁ πλούσιος, ἐνῶ τώρα ἔφθασε στό ἀντίθετο ἄκρο. Τότε εἶχε μεγάλη ἀφθονία. Τότε γλεντοῦσε, ὅσο πιό καλά μποροῦσε. Τώρα τά ἔχει χάσει ὅλα. Καί ὅσο πιό πολύ σκεπτόταν τήν μεγάλη ἀντίθεση, τόσο πιό πολύ τόν “ἔτσουζε”. Καί γι᾿ αὐτό εἶπε: «Πατέρα, Ἀβραάμ, λυπήσου με. Καί στεῖλε τόν Λάζαρο, νά βουτήξει ἔστω καί ἕνα δάχτυλό του σέ νερό, νά μοῦ δροσίσει λίγο τήν γλῶσσα, διότι ὑποφέρω πολύ μέσα σέ αὐτές τίς φλόγες» (Λουκ. 16,24).
Ἀπό τά λόγια αὐτά, ἀσφαλῶς δέν πρέπει νά βγάλωμε τό συμπέρασμα, ὅτι ἀρκεῖ ἐκεῖ μιά σταγόνα νερό, γιά νά μᾶς ἀνακουφίσει καί νά μᾶς δροσίσει. Τά λόγια αὐτά μᾶς λένε μόνο, ὅτι ἐκεῖνοι πού ἔχουν πολλές ἁμαρτίες, ἐκεῖ θά ὑποφέρουν πολύ, ἐκεῖ θά ταλαιπωρηθοῦν πολύ ἀπό τήν φοβερή ἐκείνη φωτιά, πού εἶναι ἡ συναίσθηση τοῦ βάρους τῆς ἁμαρτίας τους.
Ἀπό τά λόγια αὐτά τοῦ πλουσίου, μαθαίνουμε μόνο ὅτι στήν τελική κρίση τοῦ Κυρίου, ἡ ποινή θά εἶναι ἀνάλογη μέ τήν ἐσωτερική μας ἀθλιότητα.
Ὁ πλούσιος, σπρωγμένος ἀπό τήν ἄθλια κατάσταση στήν ὁποία βρισκόταν, ἀναγκάστηκε νά ζητήσει μιά σταγόνα νερό. Ἐδῶ στήν γῆ, σπρωγμένος ἀπο τήν φιλαργυρία καί τήν ἀσπλαγχνία του, εἶχε καταντήσει νά μή δίνει οὔτε μιά σταγόνα νερό.
Ἄραγε μποροῦσε ποτέ, νά βρεθεῖ γι’ αὐτόν κατάσταση πιό δίκαιη, μέχρι τίς τελευταῖες της λεπτομέρειες καί ταυτόχρονα πιό ὁδυνηρή; Ζητάει μιά σταγόνα νερό.
Ποῖος; Ἐκεῖνος, πού τά εἶχε ὅλα καί στόν φτωχό δέν ἔδινε οὔτε ἕνα ψίχουλο ψωμί.
Τόν ἔκαμε ὁ Θεός νά ποθήσει μιά σταγόνα νερό, γιά νά τόν κάμει νά καταλάβει, τί φοβερό πρᾶγμα εἶναι ἡ φτώχεια καί πόσο χρειάζεται νά εἴμαστε πονετικοί ὅλοι μας στήν ἀνάγκη τῶν ἄλλων ».