Καθὼς βαδίζουμε μὲ κατάνυξη πρὸς τὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Ἑβδομάδα, ἡ Ἐκκλησία μᾶς προσκαλεῖ νὰ ἐμβαθύνουμε βιωματικὰ στὸ μυστήριο τῆς σωτηρίας. Συμπορευόμαστε μὲ τὸν Χριστὸ στὸ Πάθος Του, ἀνεβαίνουμε στὸν Γολγοθᾶ, στεκόμαστε ἐνώπιον τοῦ Σταυροῦ, συγκαταβαίνουμε μὲ ταπείνωση καὶ αὐτομεμψία στὸν ᾍδη, γιὰ νὰ προγευθοῦμε τὴ χαρὰ τῆς λαμπρᾶς Ἀναστάσεως.
Μὲ τὸν νοῦ καὶ τὴν καρδιὰ στραμμένα στὸ Πάθος καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου, ὀφείλουμε νὰ ἐπαγρυπνοῦμε καὶ γιὰ πνευματικοὺς κινδύνους ποὺ προσεγγίζουν μὲ ἔνδυμα εὐλαβείας. Μὲ αἴσθηση εὐθύνης καὶ πατρικὴ ἀγάπη, θεωροῦμε χρήσιμο νὰ σᾶς ἐνημερώσουμε γιὰ ἕνα θλιβερὸ φαινόμενο ποὺ παρατηρεῖται κάθε χρόνο τὶς ἡμέρες αὐτές. Πολλοὶ πιστοὶ λαμβάνουν στὰ σπίτια τους χειρόγραφες προσκλήσεις ἀπὸ τοὺς λεγομένους «Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ» γιὰ μία τελετὴ ποὺ τιτλοφορεῖται «Ἀνάμνηση τοῦ θανάτου τοῦ Ἰησοῦ». Οἱ προσκλήσεις αὐτὲς συντάσσονται μὲ προσεγμένο ὕφος, συνοδεύονται ἀπὸ ἐπιλεγμένες βιβλικὲς παραπομπές, ἀποσπασμένες ἀπὸ τὸ πλῆρες νοηματικό τους πλαίσιο, καὶ ἀπευθύνονται μὲ γενικευμένο κάλεσμα συμμετοχῆς, δημιουργῶντας τὴν ἐντύπωση χριστιανικῆς εὐλαβείας.
Ὅμως, ὀφείλουμε νὰ διευκρινίσουμε μὲ ἀγάπη στὴν ἀλήθεια ὅτι ἡ συγκεκριμένη τελετὴ δὲν ἔχει καμία σχέση μὲ τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ποὺ τελεῖ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Δὲν πρόκειται γιὰ ἀληθινὴ λατρευτικὴ πράξη, ἀλλὰ γιὰ μιὰ ψευδεπίγραφη ἐκδήλωση, χωρὶς Ἱερωσύνη, χωρὶς Μυστήριο, χωρὶς τὸν Χριστὸ ἀναστημένο καὶ παρόντα. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐπιμένει νὰ τονίζει μόνον τὸν θάνατο τοῦ Κυρίου, ἀποσιωπῶντας τὴν Ἀνάστασή Του, ποὺ εἶναι τὸ θεμέλιο τῆς πίστεώς μας, σύμφωνα μὲ τὸν λόγο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «εἰ δὲ Χριστὸς οὐκ ἐγήγερται, ματαία ἡ πίστις ὑμῶν» (Α΄ Κορ. ιε΄ 17).
Ἡ μετοχὴ στὸ Ποτήριον τῆς Ζωῆς δὲν εἶναι ἁπλὸ θρησκευτικὸ καθῆκον ἢ ἀναπαράσταση, ἀλλὰ ἀληθινὴ κοινωνία ζωῆς, ἕνωση μὲ τὸν ἀναστημένο Χριστό. Ὅπως λέγει ὁ Κύριος: «Ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἐν ἐμοὶ μένει, κἀγὼ ἐν αὐτῷ» (Ἰω. στ΄ 56). Καὶ ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος ἐπιβεβαιώνει: «Ἡ Εὐχαριστία ἐστὶ φάρμακον ἀθανασίας, ἀντίδοτον τοῦ μὴ ἀποθανεῖν, ἀλλὰ ζῆν ἐν Ἰησοῦ Χριστῷ διὰ παντός.»
Στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν ἀναπαριστοῦμε τὸν Μυστικὸ Δεῖπνο, οὔτε ἁπλῶς τὸν θυμόμαστε· τὸν ζοῦμε. Καὶ ὁ Χριστὸς εἶναι παρὼν μέσα στὴ Θεία Λειτουργία σωματικά, ὄχι συμβολικά.
Ἡ ὁργάνωση τῆς Σκοπιᾶς διδάσκει διδασκαλίες ἀσυμβίβαστες μὲ τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη. Ὅμως, οἱ ἄνθρωποι ποὺ τὴν ἀκολουθοῦν χρειάζονται προσευχή, ὄχι ἀπόρριψη. Πολλοὶ τὴν ἀκολουθοῦν ἀπὸ ἄγνοια· ἄλλοι ἐπειδὴ ἔπεσαν θύματα ἐπιτήδειου προσηλυτισμοῦ.
Προσευχηθῆτε ὑπὲρ αὐτῶν. Μὴν τοὺς ἀκολουθεῖτε, ἀλλὰ καὶ μὴν τοὺς κατακρίνετε. Ὅπως διδάσκει καὶ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: «Μὲ τὸν λόγο μου μάχομαι, ὄχι ἐναντίον τοῦ αἱρετικοῦ προσώπου, ἀλλὰ ἐναντίον τῆς ἴδιας τῆς αἱρέσεως. Δὲν ἀποστρέφομαι τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ μισῶ τὴν πλάνη, καὶ θέλω νὰ τὸν ἐλευθερώσω ἀπὸ αὐτήν. Δὲν ἔχω πόλεμο μὲ τὴ φύση τοῦ ἀνθρώπου –διότι ἡ φύση εἶναι ἔργο τοῦ Θεοῦ– ἀλλὰ ἐπιθυμῶ νὰ διορθώσω τὴ γνώμη του, ποὺ διαστρεβλώθηκε ἀπὸ τὸν διάβολο. Ὅπως ὁ ἰατρὸς δὲν πολεμᾷ τὸ σῶμα, ἀλλὰ τὴν ἀρρώστια του, ἔτσι καὶ ἐγὼ δὲν ἐπιτίθεμαι στὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ ἐπιδιώκω νὰ ἐξαλείψω τὴν πλάνη καὶ νὰ καθαρίσω τὴ σήψη. Συνήθειά μου εἶναι νὰ διώκομαι, ὄχι νὰ διώκω· νὰ ὑβρίζομαι, ὄχι νὰ ὑβρίζω. Ἔτσι καὶ ὁ Χριστὸς ἐνίκησε, ὄχι σταυρώνοντας, ἀλλὰ σταυρωθείς· ὄχι ραπίζοντας, ἀλλὰ ραπισθεὶς» (Εἰς Φωκᾶν, ΕΠΕ 37, 296).
Καθώς εἰσερχόμαστε στὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Ἑβδομάδα, ἂς μείνουμε προσηλωμένοι στὴν ἀλήθεια τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως, κλείνοντας τὰ αὐτιά μας στὶς σειρῆνες τῆς πλάνης ποὺ ἐμφανίζονται μὲ ἔνδυμα εὐλαβείας. Ἐκεῖνοι ἑορτάζουν καὶ «θυμοῦνται» τὸν θάνατο ἑνὸς ἀνθρώπου —ὅπως τὸν θεωροῦν— ἐμεῖς ὅμως προετοιμαζόμαστε νὰ ὑποδεχθοῦμε τὸ Ἅγιο Φῶς ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα, ποὺ μεταλαμπαδεύει, γιὰ μία ἀκόμη φορά, τὴν ἐλπίδα τῆς ὄντως Ζωῆς, ποὺ ἀναβλύζει ἀπὸ τὸν Πανάγιο Τάφο καὶ πλημμυρίζει τὴν οἰκουμένη ἐδῶ καὶ αἰῶνες.
Ἂς ἐτοιμάσουμε, λοιπόν, τοὺς ἑαυτούς μας, ὅπως μᾶς διδάσκει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας· μὲ καρδιακὴ προσευχὴ καὶ συμμετοχὴ στὶς Ἱερὲς Ἀκολουθίες τῶν Ἁγίων τούτων ἡμερῶν, μὲ εἰλικρινῆ μετάνοια καὶ ἐξομολόγηση, μὲ νηστεία σώματος καὶ ψυχῆς καὶ κυρίως μὲ πόθο γιὰ κοινωνία μὲ τὸν Χριστό, ὥστε νὰ ἀξιωθοῦμε νὰ προσκυνήσουμε τὰ Ἄχραντα Πάθη, τὴν Τριήμερο Ταφὴ καὶ τὴ Ζωοποιὸ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, προσφέροντάς Του ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους καὶ πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν.