Νεανική Πύλη
Ενοριακές Πλοηγήσεις
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
Κυριακὴ πορ της Χριστού Γεννήσεως (Ματθ. α' 1-25)
18 Δεκεμβρίου 2022
Λίγες μέρες πρὶν ἀπὸ τὰ Χριστούγεννα, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἀκούσαμε τὴν ἀρχὴ τοῦ κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγελίου. Εἶναι ὁ γνωστὸς κατάλογος τῶν προγόνων τοῦ Χριστοῦ. Ἄλλα ἀπὸ τὰ ὀνόματα ποὺ ἀκούσαμε τὰ πιὸ πολλὰ μᾶς εἶναι ἄγνωστα. Αὐτὸς ὁ κατάλογος μᾶς δείχνει τὴν φροντίδα τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος. Τὰ ὀνόματα αὐτὰ εἶναι ἀντιπροσωπευτικὰ τῶν ἀνθρώπων, ποὺ γενιὲς ὁλόκληρες περίμεναν τὴ μεγάλη ὥρα, γιὰ τὸν ἐρχομὸ τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Εἶναι πρόγονοι τοῦ Χριστοῦ οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι ποὺ ἀπὸ γενιὰ σὲ γενιὰ πρόσμεναν τὴ στιγμὴ κατὰ τὴν ὁποία οἱ ἐπαγγελίες τοῦ Θεοῦ, οἱ ὑποσχέσεις του, θὰ γίνονταν πραγματικότητα.
Θὰ περίμενε κανεὶς ὁ κατάλογος αὐτὸς τῶν προγόνων τοῦ Χριστοῦ νὰ εἶναι ἕνα ἁγιολόγιο. Ὅμως ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος δὲ διστάζει νὰ χρησιμοποιήσει ξένες στὴν ἐθνότητα, προσήλυτες ἢ μὲ πρότερο μεμπτὸ βίο γυναῖκες ποὺ ὑπῆρξαν πρόγονοι τοῦ Κυρίου. Οὔτε φοβᾶται νὰ ἀναφερθεῖ σὲ ἀνθρώπους δυνάστες σκληροὺς καὶ βίαιους, ὅπως ἦταν μερικοὶ ἀπὸ τοὺς βασιλεῖς. Καὶ τὸ κάνει αὐτὸ ἐπειδὴ θέλει νὰ τονίσει πὼς ὁ Θεὸς δὲ βλέπει πρόσωπα, καταγωγὴ ἀκόμη καὶ ἦθος σύμφωνα μὲ τὰ ἀνθρώπινα κριτήρια γιὰ νὰ πραγματοποιήσει τὸ σχέδιο τῆς Οἰκονομίας Του.
Φαίνεται ἔτσι πὼς τὰ κριτήρια τοῦ Θεοῦ ἦταν καὶ παραμένουν διαφορετικά, ἔστω κι ἂν προκαλοῦν πάντοτε τὴν ἀνθρώπινη λογικὴ μέσα στὴν Ἱστορία. Γιατὶ ἀκριβῶς τὴν ὥρα ποὺ τὸ σκοτάδι εἶχε ἁπλωθεῖ πάνω στὰ ἔθνη καὶ τοὺς λαούς, ὁ Θεὸς διάλεξε τὴν ὥρα γιὰ νὰ ἐκπληρώσει τὶς ἐπαγγελίες Του, χωρὶς τὶς αὐτονόητες γιὰ μᾶς προϋποθέσεις τῆς παρουσίας Του.
Εἶναι ὁπωσδήποτε διαφορετικὰ τὰ κριτήρια τοῦ Θεοῦ, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, τὴν ὥρα τῆς Ἐνσάρκωσης τοῦ Λόγου του. Ποιὰ εἶναι αὐτά; Εἶναι ἡ ἀπόλυτη ἀγάπη Του γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ὄχι μόνο γιὰ τὸν πιστό, τὸν δίκαιο, τὸ τίμιο, τὸν καλό. Καὶ εἶναι καὶ τὸ ἔλεός του, ἡ συγνώμη ποὺ χορηγεῖ στὸν ἁμαρτωλό, χωρὶς κἂν νὰ περιμένει νὰ τοῦ τὴ ζητήσει ἐκεῖνος. Αὐτὰ τὰ δύο, ἡ ἀγάπη καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, δείχνουν τὴ φιλανθρωπία Του. Δὲν συγχωρεῖ ἁπλῶς τὸν ἄνθρωπο ὁ Θεός, ἀλλὰ τοῦ χαρίζει δῶρα ἀνεκτίμητα καὶ ἀπροσδόκητα. Τὸν κάνει παιδί του καὶ τὸν προικίζει μὲ τὶς δωρεὲς τοῦ ἁγίου Του Πνεύματος.
Στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ στὴν δυνατότητα γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ πλάσματός του ἑστιάζεται τὸ μοναδικὸ κριτήριο τῆς ἔνσαρκης παρουσίας Του. Καὶ αὐτὴ ἡ ἀγάπη εἶναι τὸ μεγάλο καὶ αἰώνιο μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου. Εἶναι ἡ τήρηση τῶν ὑποσχέσεων, εἶναι ὁ λόγος τῆς ἐκπλήρωσής τους, εἶναι ὁ πλουτισμὸς τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ἀπὸ τὴ Θεϊκὴ δωρεά.
Αὐτὸ τὸ μήνυμα τῆς θεϊκῆς συγκατάβασης τονίζεται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας ἰδιαίτερα αὐτὴν τὴν χρονικὴ περίοδο πρὶν τὰ Χριστούγεννα. Γιὰ νὰ μὴ περιοριστεῖ καὶ ἐξαντληθεῖ ἡ μεγάλη Δεσποτικὴ ἑορτὴ σὲ ἕνα πανηγυρικὸ διάκοσμο, σὲ ἕνα παροδοσιακὸ φαγοπότι καὶ σὲ ἐπιφανειακὴ ἀνταλλαγὴ δώρων, ποὺ δὲν προσφέρουν τίποτε οὐσιαστικό. Γιὰ νὰ μὴ κλειστεῖ ὁ καθένας μας στὸν ἑαυτό του ἀδιαφορώντας γιὰ τοὺς ἄλλους. Γιὰ νὰ μὴν ἀποκτήσει κανένας τὴν ψευδαίσθηση τῆς ὅποιας ὑπεροχῆς του, ὅταν ὁ Μεγάλος Θεὸς κατεβαίνει, κενώνεται γιὰ νὰ γίνει μικρὸς ἄνθρωπος, νήπιο. Καὶ πάνω ἀπ’ ὅλα γιὰ νὰ θυμόμαστε στὴν καθημερινὴ ζωή μας τὴν αἰτία τῆς ἔνσαρκης ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, «Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες καθὼς καὶ ὁ πατήρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος οἰκτίρμων ἐστί» ποὺ πρέπει νὰ μιμούμεθα στὶς σχέσεις μας μὲ τοὺς συνανθρώπους.
Αὐτὴ ἡ ἔμπρακτη ἀγάπη, ποὺ δὲν ἔχει περιορισμούς, οὔτε βάζει προϋποθέσεις, αὐτὴ ποὺ ξέρει μόνο νὰ συγχωρεῖ, ποὺ μπορεῖ νὰ ἀγκαλιάζει ὅλο τὸν κόσμο, εἶναι ἡ ἐπαναλαμβανόμενη Γέννηση τοῦ Χριστοῦ στὴ φάτνη τῆς καρδιᾶς τοῦ κάθε ἀνθρώπου καὶ ἀποτελεῖ τὴν καλύτερη μαρτυρία τῆς παρουσίας Του ἀνάμεσά μας καὶ τὸ σωτήριο μήνυμά του στὸ σύγχρονο κόσμο.
Ἀμήν.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
Κυριακὴ IA΄ ΛΟΥΚΑ (Λουκ. ιδʹ 16 ‐ 24, Ματθ. κβ' 14)
11 Δεκεμβρίου 2022
Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ μᾶς ἀποκαλύπτει τὴν ἄφατη εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο. Ὁ ἄνθρωπος, ὅμως, δυστυχῶς πολλὲς φορὲς εἶναι ἀγνώμων καὶ ἀχάριστος πρὸς τὸν Θεό. Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ προσφέρεται πλουσιοπάροχα, ὅμως ὁ ἄνθρωπος τὴν ἀποστρέφεται. Ὁ Θεὸς καλεῖ στὸ δεῖπνο τῆς Βασιλείας του, ἀλλὰ ὁ ἄνθρωπος ἐπιλέγει τὴν ἐπίγεια χαρά, ἡ ὁποία σήμερα ὑπάρχει καὶ αὔριο ἐξανεμίζεται καὶ χάνεται κατὰ τὸν τρόπο ποὺ καὶ τὰ ἀνθισμένα λουλούδια μαραίνονται.
Οἱ προσκεκλημένοι στὸ δεῖπνο εἶναι ὅσοι βαπτισθήκαμε στὸν θάνατο καὶ στὴν ἀνάστασή του καὶ τρεφόμαστε μὲ τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα Του. Παρόλα αὐτὰ οἱ προσκεκλημένοι ἀποδεικνύονται ἀχάριστοι καὶ ἀγνώμονες «ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες». Ὁ πρῶτος λέει: «ἀγόρασα ἕνα χωράφι καὶ εἶναι ἀνάγκη νὰ πάω νὰ τὸ δῶ». Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος προκρίνει τὰ κοσμικὰ ἀγαθά, ἀντὶ τῆς σωτηρίας τῆς ψυχῆς του, τὰ ὁποῖα ὅμως εἶναι πρόσκαιρα. Ὅσο καὶ νὰ κοπιάζει γι’ αὐτὰ θὰ ματαιοπονεῖ καὶ θὰ ταλαιπωρεῖται, διότι δὲν πρόκειται νὰ τὰ χαίρεται αἰώνια. Ὄχι μόνο διότι ὑπάρχει ὁ κίνδυνος ἀπώλειάς τους, ἀλλὰ καὶ διότι αὐτὰ ἀπὸ τὴν φύση τους δὲν μποροῦν νὰ τὸν συνοδεύσουν μετὰ τὸν θάνατο.
Ὁ δεύτερος, ὁ ὁποῖος λέει «ἀγόρασα πέντε ζεύγη βοδιῶν καὶ πρέπει νὰ τὰ δοκιμάσω», εἶναι αὐτὸς ὁ ὁποῖος ἀπορροφᾶται ἀπὸ τὶς βιοτικὲς μέριμνες καὶ τὶς ὑποθέσεις τοῦ κόσμου τούτου καὶ χάνει τὸν χρόνο του γιὰ ὅτι ἄλλο. Ὁ τρίτος ἀπορρίπτει τὴν κλήση τοῦ Θεοῦ, λέγοντας «μόλις παντρεύτηκα καὶ δὲν μπορῶ νὰ ἔρθω». Εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος δὲν ἐκτίμησε τήν βαθύτερη σχέση ποὺ ἔχει ἡ προσωρινή του ἀνάγκη μὲ τὴν βαθύτερη τῆς ψυχῆς του καὶ δίνει προτεραιότητα στὴν πρώτη, ἀδιαφορώντας οὐσιαστικὰ γιὰ τὴν δεύτερη. Εἶναι ὁ ἄνθρωπος ποὺ θεωρεῖ ὅτι ὁ γάμος, τὸν ὁποῖο ὀφείλει νὰ φροντίζει δὲν ἔχει σχέση μὲ τὰ πνευματικά καὶ δὲν κατανοεῖ ὅτι οἱ σύζυγοι βιώνουν τὴν εὐτυχία τους καὶ τὴν ἐξασφαλίζουν μόνον ὅταν ὁ Θεὸς εἶναι παρὼν στὴ ζωή τους.
Ἀναλογικὰ ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ προσκρούουν σὲ αὐτὰ τὰ μεγάλα ἐμπόδια, δηλαδὴ στὴν ἀναγκαιότητα τῆς βιοτικῆς μέριμνας, στὸ μαγνητισμὸ τῆς κατοχῆς τοῦ πλούτου καὶ στὴ δύναμη τῶν ἀπαιτήσεων τῆς σάρκας. Ὁ κόσμος παρασύρει τοὺς ἀνθρώπους μακριὰ ἀπὸ τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, μέσα ἀπὸ τὶς φροντίδες καὶ τὶς μέριμνες. Αὐτὲς εἶναι παγίδες ποὺ ἐξαπατοῦν, παρουσιαζόμενες ὡς τὸ ἀπολύτως ἀναγκαῖο. Ἕνας θέλει νὰ προσευχηθεῖ, ἀλλὰ ὁ νοῦς του εἶναι γεμᾶτος ἀπὸ τὶς φροντίδες γιὰ τὸ σπίτι ἢ τὴ δουλειά του. Ἄλλος θέλει νὰ πάει στὴν Ἐκκλησία νὰ λειτουργηθεῖ, ἀλλὰ προβάλλει μπροστά του ἡ ἀνάγκη τῶν οἰκονομικῶν φροντίδων. Ἄλλος ἐπιθυμεῖ νὰ πάει γιὰ ἐξομολόγηση, ἀλλὰ ἡ καθημερινότητα δὲν τοῦ ἀφήνει χρόνο γιὰ αὐτό. Κι ἄλλος ποθεῖ νὰ ἀγωνιστεῖ, ἀλλὰ ὑποχωρεῖ μὲ εὐκολία στοὺς καθημερινοὺς πειρασμούς. Ἔτσι περνᾶ ἡ μέρα χωρὶς προσευχή, περνᾶ ἡ Κυριακὴ χωρὶς Ἐκκλησία, περνᾶ ὁ χρόνος χωρὶς μετάνοια, τελειώνει ὁ βίος χωρὶς ζωή.
Γιὰ τὴν ἐμμονὴ καὶ τὴν τελικὴ προτίμηση τοῦ ἀνθρώπου στὴ δύναμη τῶν γήινων καταστάσεων ποὺ ἀποτελοῦν μέγα ἐμπόδιο στὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει χαρακτηριστικὰ ὅτι ἡ πλεονεξία καὶ ἡ φιλαργυρία τοῦ ἀνθρώπου δὲν τὸν ἀφήνουν νὰ ἡσυχάσει καὶ σπαταλᾶ τὸν ἑαυτό του προσπαθώντας νὰ ἀποκτήσει πλοῦτο. Κατὰ τὴν προσπάθειά του ὅμως νὰ ἀποκτήσει πλούτη, ὁ ἄνθρωπος ἀδικεῖ τὸν συνάνθρωπο καὶ ἔτσι ξεχνᾶ τὸν Θεὸ καὶ τὴν πρόσκλησή Του στὸ δεῖπνο τῆς Βασιλείας του, ποὺ παρέχει τὴν χαρὰ τῆς κοινωνίας.
Τελικὰ εἶναι φοβερὸ κακὸ ἡ ἄρνηση τῆς κλήσεως τοῦ Θεοῦ, διότι εἶναι στὴν οὐσία ἐπιλογὴ ἄρνησης μετοχῆς μας στὴν ὄντως ζωή. Εἶναι στὸ χέρι μας νὰ ἀποδειχθοῦμε ἐκλεκτοὶ μὴ προσκολλώμενοι στὶς βιοτικὲς μέριμνες, οἱ ὁποῖες κρύβουν μέσα τους τὴν φθορὰ ποὺ ἀγκαλιάζουμε.
Ἄς μᾶς συνέχει, τέλος, ὁ ἀψευδὴς λόγος τοῦ Κυρίου «οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου», ποὺ ὡς οἰκοδεσπότης τῆς ἀληθινῆς ζωῆς διασαφηνίζει τὴν προϋπόθεση τῆς μετοχῆς μας στὴν αἰωνιότητά Του, καὶ ἂς διαχειριστοῦμε τὴν πρόσκλησή Του καὶ τὶς προκλήσεις τῆς ζωῆς κατὰ τὴν ἀνάγκη μας.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
Κυριακὴ I΄ ΛΟΥΚΑ (Λουκ. ιγʹ 10 ‐ 17)
4 Δεκεμβρίου 2022
Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ μᾶς φέρνει στὴν σκέψη ἕνα γεγονὸς ποὺ ἐξελίχθηκε μέσα σὲ Συναγωγή, ὅπου δίδασκε ὁ Κύριος κατὰ τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου. Ἐμφανίστηκε μία ἀληθινὰ ταλαίπωρη γυναίκα, ἡ ὁποία γιὰ δεκαοκτὼ χρόνια καὶ ἀπὸ συνεργία τοῦ Σατανᾶ, βρισκόταν σὲ ἄθλια κατάσταση. Ἦταν συγκύπτουσα, δηλαδὴ συνεχῶς σκυφτή, ἀδυνατώντας νὰ σηκώσει πάνω τὸ κεφάλι της. Ὁ φιλάνθρωπος Κύριος τὴ λυπήθηκε καὶ ἀφοῦ τὴν προσέγγισε, ἔβαλε πάνω της τὰ χέρια Του, καὶ αὐτὴ ἔγινε καλὰ τὴν ἴδια στιγμή. Τότε, τόσο ἡ πρώην ταλαίπωρη γυναίκα, ὅσο καὶ ὁ λαός ποὺ εἶδε τὸ θαῦμα, δόξασαν τὸν Θεό.
Ὁ ἀρχισυνάγωγος, ὅμως, μετὰ τὴ θεραπεία τῆς συγκύπτουσας ἀπὸ τὸν Κύριο, ἀντέδρασε, ἐπικαλούμενος τὴν τήρηση τῆς ἀργίας τοῦ Σαββάτου. Μὲ ἀγανάκτηση εἶπε στοὺς παρευρισκομένους νὰ μὴν προσέρχονται πρὸς θεραπεία τὸ Σάββατο, ἀλλὰ τὶς ὑπόλοιπες ἕξι ἡμέρες τῆς ἑβδομάδας: «ἓξ ἡμέραι εἰσίν, ἐν αἷς δεῖ ἐργάζεσθαι˙ ἐν ταύταις οὖν ἐρχόμενοι θεραπεύεσθαι, καὶ μὴ τῇ ἡμέρᾳ τοῦ Σαββάτου». Τοῦτο τὸ ἔκανε ὄχι ἐξαιτίας τοῦ ζήλου ποὺ εἶχε γιὰ τὸν πατρῶο Νόμο, ἀλλὰ διότι ἦταν ὑποκριτής, γεμᾶτος φθόνο.
Ὁ φθόνος εἶναι ἕνα φοβερὸ νόσημα, εἶναι πάντοτε τέκνο τῆς κακότητας τοῦ Σατανᾶ καὶ ἀντιμάχεται καὶ ἀμφισβητεῖ τόσο τὸν ἴδιο τὸν Θεό, ὅσο καὶ τὰ ἔργα Του. Ὅταν ἐμφανιστεῖ στὴν ψυχή, τὴν τυφλώνει καὶ τὴν ἐξασθενεῖ, ὅπως ἡ σκουριὰ τὸν σίδηρο, καὶ κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ μὴν μπορεῖ νὰ ἐνεργήσει λογικὰ καὶ νὰ μὴν βλέπει καὶ νὰ σκέφτεται τίποτε ἄλλο παρὰ μόνο τί κακὸ νὰ πεῖ καὶ νὰ κάνει. Κατὰ πὼς λέει ὁ Μέγας Βασίλειος ὁ φθόνος προέρχεται ἀπὸ τὴ ζήλεια, γεννᾶ τὸ μῖσος καὶ μεταφράζεται σὲ λύπη γιὰ τὴν εὐτυχία τοῦ ἄλλου. Ἔτσι ἐκδιώκεται ἡ ἀγάπη καὶ ὁ ἄνθρωπος ἀντιμετωπίζει τοὺς πάντες, ἀκόμα καὶ τοὺς εὐεργέτες, ὡς ἐχθρούς. Ὁ φθονερὸς λυπᾶται γιὰ τὰ καλὰ καὶ τὶς ἀρετὲς καὶ τὴν εὐτυχία τοῦ πλησίον, ὑποφέρει γιὰ τὶς ὅποιες ἐπιτυχίες ἔχει ὁ συνάνθρωπός του. Στενοχωριέται καὶ πληγώνεται ἀπὸ ὅλους. Ἔχει κάποιος καλὴ ὑγεία; Αὐτὸ πληγώνει τὸν φθονερό. Εἶναι κάποιος πιὸ ὡραῖος καὶ πιὸ ὄμορφος; Εἶναι πλούσιος, ἔχει κοινωνικὴ ἐπιφάνεια; Τοῦτα εἶναι πληγὲς καὶ τραύματα στὴν ψυχὴ τοῦ φθονεροῦ. Τὸ μόνο ποὺ ἀνακουφίζει τὸν φθονερὸ εἶναι ἡ δυστυχία τοῦ συνανθρώπου του, τὸν ὁποῖο φθονεῖ. Ὅταν λοιπὸν κάποιος χαίρεται, κατὰ τὸν Μ. Βασίλειο, ὁ φθονερὸς δὲν χαίρεται μαζί του, ὅταν, ὅμως, ὑποφέρει τότε συμπάσχει μαζί του καὶ τὸν εὐσπλαχνίζεται γιὰ αὐτὸ ποὺ ἔπαθε. Χαρὰ τοῦ φθονεροῦ λοιπὸν εἶναι νὰ δεῖ, τὸν ἐπιτυχημένο νὰ ἐκπίπτει σὲ ἐλεεινό, τὸν εὐτυχισμένο ἄνθρωπο νὰ γίνεται δυστυχὴς καὶ τὸν χαρούμενο νὰ δακρύει καὶ νὰ πενθεῖ.
Ἡ κατάσταση τοῦ φθόνου εἶναι ἐναντίωση στὸν Θεὸ τῆς ἀγάπης, σὲ αὐτὸν ποὺ μᾶς ἔδωσε τὴν ἐντολὴ νὰ ἀγαπᾶμε ὄχι μόνο ὅσους -γιὰ ὁποιονδήποτε λόγο- μᾶς ἐπηρεάζουν καὶ μᾶς ἐνοχλοῦν, ἀλλὰ ἀκόμα καὶ τοὺς ἐχθρούς μας. Ἀντ᾽ αὐτοῦ οἱ ταλαίπωροι φθονεροί, ὄχι μόνο τοὺς ἐχθρούς τους δὲν ἀγαποῦν, ἀλλὰ ἀκόμα καὶ τοὺς φίλους καὶ ἀδελφοὺς καὶ εὐεργέτες τους φθονοῦν καὶ ἐπιβουλεύονται γιὰ τὴν εὐτυχία ἢ τὴν ἐπιτυχία τους.
Ὁ φθονερὸς ἄνθρωπος ἔχει ἔλλειμμα ἀγάπης καὶ ἄρα μένει ἐκτὸς τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ. Στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ δὲν πᾶνε ὅσοι μισοῦν καὶ φθονοῦν τὸν ἄλλο, ἀλλὰ αὐτοὶ ποὺ ἀγαποῦν καὶ χαίρονται γιὰ τὸ καλό, τὸ ἀγαθὸ καὶ τὴ δόξα τοῦ συνανθρώπου τους.
Ἂς μὴν λησμονοῦμε πὼς ὁ θάνατος γιὰ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους ἐκπήγασε -ὡσὰν ἀπὸ πηγή- ἀπὸ τὸν φθόνο τοῦ διαβόλου, καθὼς ἐπίσης ἡ ἔκπτωση ἀπὸ τὰ πνευματικὰ ἀγαθὰ καὶ ἡ ἀποξένωση ἀπὸ τὸν Θεό. Ἄρα ἐφόσον ποθοῦμε τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἂς ἀκούσουμε τὸν Ἀπόστολο Παῦλο, ὁ ὁποῖος μᾶς συμβουλεύει: «μὴ γινώμεθα κενόδοξοι, ἀλλήλους προκαλούμενοι, ἀλλήλοις φθονοῦντες», καὶ ταυτόχρονα μᾶς ζητᾶ νὰ γίνουμε «ἀλλήλους χρηστοί, εὔσπλαχνοι», συγχωροῦντες ὁ ἕνας τὸν ἄλλο «καθὼς καὶ ὁ Θεὸς ἐν Χριστῷ ἐχαρίσατο ἡμῖν».
Ἂς ἀγωνιστοῦμε λοιπὸν νὰ μετανοήσουμε καὶ νὰ ἀποβάλουμε τὸ ὀλέθριο πάθος τοῦ φθόνου ἀπὸ τὴν ψυχή μας καὶ ἀντ᾽ αὐτοῦ νὰ ἀποδεχθοῦμε τὸν ἀδελφό μας, νὰ χαροῦμε γιὰ ὅλα του τὰ προτερήματα, μὰ κυρίως νὰ ταπεινωθοῦμε καὶ νὰ τὸν ἀγαπήσουμε, ἐπειδὴ αὐτὸς γίνεται μέσον τῆς προσωπικῆς κοινωνίας μας μὲ τὸν Θεό.
Ἀμήν.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
Κυριακὴ Ε΄ Λουκά (Λουκ. ιστ΄ 19-31)
30 Οκτωβρίου 2022
Ἡ σημερινὴ Εὐαγγελικὴ περικοπὴ ποὺ διηγεῖται τὴν παραβολὴ τοῦ πλουσίου καὶ τοῦ πτωχοῦ Λαζάρου μᾶς φέρνει μπροστὰ στὸ δύσκολο, αἰώνιο καὶ ἀκανθῶδες πρόβλημα τοῦ πλούτου καὶ τῆς φτώχειας. Δὲν εἶναι ὅμως τὸ κεντρικὸ θέμα της ἡ καταδίκη τοῦ πλούτου καὶ ὁ ὕμνος τῆς φτώχειας, ὅπως φαίνεται ἐκ πρώτης ὄψεως.
Ὁ πττωχὸς δὲν κερδίζει τὴν εὔνοια τοῦ Θεοῦ, ἐπειδὴ εἶναι πτωχός, ἄλλα ἐπειδὴ στηρίζει τὶς ἐλπίδες του στὸν Θεὸ καὶ ζεῖ σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολή του. Καὶ ὁ πλούσιος δὲν εἶναι καταδικασμένος, μόνο καὶ μόνο ἐπειδὴ ἀπολαμβάνει ὑλικὰ ἀγαθά, ἄλλα ἐπειδὴ στηρίζει τὴν ζωή του σ’ αὐτὰ καὶ ὄχι στὸν Θεό. Ἐπειδὴ ἐπίσης ἔχει ξεχάσει τὸν πτωχὸ συνάνθρωπό του καὶ ἐπειδὴ ἔχει κλεισθεῖ καὶ παγιδευθεῖ στὸν πλοῦτο του. Μπορεῖ ὅμως κι ἕνας πλούσιος νὰ εἶναι πρότυπο ἀγάπης καὶ ἕνας πτωχὸς νὰ εἶναι ἀσεβής. Αὐτὸ ἀποτελεῖ ἐπίσης μιὰ πιθανὴ ἄλλη κατάσταση μέσα στὴ ζωή.
Ἔτσι οἱ λέξεις «πλούσιος» καὶ «πτωχὸς» γιὰ τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας ἔχουν ἕνα βαθύτερο καὶ οὐσιαστικὸ παρὰ καθαρὰ κοινωνικὸ περιεχόμενο. Ἐκεῖνο στὸ ὅποιο ἀποβλέπει ἡ παραβολὴ εἶναι ἡ ἐπισήμανση ἑνὸς πραγματικοῦ κινδύνου. Τοῦ κινδύνου τῆς αὐτάρκειας καὶ τῆς πεποίθησης ὅτι ἡ εὐημερία εἶναι ἀτέλειωτη, ἐνῷ στὴν πραγματικότητα τὸ μόνο σταθερὸ καὶ ἀμετάβλητο εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ὅπως διατυπώθηκε μέσα στὴν Ἁγία Γραφή. Ὅλα ἀλλάζουν καὶ εὑρίσκεται ὁ ἄνθρωπος μπροστὰ σὲ ἀπροσδόκητες ἐκπλήξεις. Ὅταν μάλιστα εἶναι ἀργὰ πιὰ γιὰ νὰ μετανοήσει, ἡ κατάσταση τότε γίνεται ἀναπόφευκτα τραγική.
Ὁ πλούσιος τῆς Εὐαγγελικῆς διηγήσεως βλέπει νά μεταβάλλονται τὰ πάντα στὴν ἄλλη ζωή. Αὐτὸς διψᾶ καὶ ὁ πτωχὸς Λάζαρος εὐφραίνεται. Ζητεῖ νὰ τοῦ δοθεῖ ἡ δυνατότητα νὰ προειδοποιήσει τοὺς πέντε ἀδελφούς του γιὰ τήν μελλοντικὴ κατάστασή τους. Ἀλλὰ ἡ ἀπάντηση εἶναι σαφής: «Ἔχουν τοὺς Προφῆτες, ἂς τοὺς ἀκούσουν».
Εἶναι ἀδιαμφισβήτητο γεγονὸς ὅτι ὁ κάθε ἄνθρωπος ζητεῖ λογικὲς ἀποδείξεις γιὰ ὅλα τὰ πράγματα ποὺ τὸν ἀφοροῦν, θέλει ἕνα θαῦμα, ἔχει ἀνάγκη τὴν ἐμπειρία ἑνὸς αὐτόπτη μάρτυρα γιὰ νὰ πεισθεῖ, θέλει ἡ πίστη του νὰ στηρίζεται, ὅπως λέμε, σὲ τετράγωνη λογική. Ὅλοι λίγο πολὺ εἴμαστε παγιδευμένοι στὸν πλοῦτο τῶν γνώσεών μας, τῆς ἐπιστήμης, τῆς λογικῆς μας. Προφανῶς ὅλοι θὰ πιστεύαμε ἀμέσως στὴ μέλλουσα κατάσταση τῆς ζωῆς μας, ἂν κάποιος αὐτόπτης μάρτυρας ἐρχόμενος ἀπὸ ἐκεῖ καὶ περιγράφοντάς την μᾶς βεβαίωνε λογικά.
Ὅμως πρέπει νὰ συνειδητοποιήσουμε ὅτι ἡ Εὐαγγελικὴ περικοπὴ αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν ἀνάγκη μας θεραπεύει. Ἔρχεται ξανὰ καὶ ξανά, ὡς ἐπαναλαμβανόμενη ἐπίσκεψη στὸν χρόνο τῆς ζωῆς μας καὶ μᾶς προτρέπει γιὰ ἐλεύθερη ἀποδοχὴ στὸ προσκλητήριο τοῦ Θεοῦ, ὑπερβαίνοντας τὴν φυλακὴ τῆς λογικῆς μας. Αὐτὴ ἡ ὑπέρβαση εἶναι μετάνοια καὶ καινούριος τρόπος ζωῆς, ποὺ στρέφει τὴν προσοχή μας στὴν παροῦσα χρονικὴ στιγμή, ὡς τὴν πιὸ καταλλήλη ὥρα τῆς μεγάλης ἀπόφασεώς μας.
Γένοιτο.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
Κυριακὴ Στ΄ Λουκά (Λουκ. η΄ 27-39)
23 Οκτωβρίου 2022
Πολλοὶ ἄνθρωποι ἀδυνατοῦν νὰ ἀντιληφθοῦν τὴ μανία τοῦ διαβόλου ποὺ στρέφεται κατὰ τῆς ψυχῆς μας καὶ μᾶς δημιουργεῖ πολλὰ προβλήματα, γι’ αὐτὸ παρεχώρησε ὁ Θεὸς νὰ δαιμονισθοῦν μερικοὶ καὶ στὸ σῶμα, ὥστε νὰ ἀντιληφθοῦμε ὅλοι πόσο φοβερὸ πρᾶγμα εἶναι νὰ κάνει κάποιος ἔνοικο τῆς ψυχῆς του τὸν διάβολο, ὅταν πραγματοποιεῖ τὰ ἔργα τῆς ἁμαρτίας, ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς.
Τὸ σημερινὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα περιγράφει ἕνα δαιμονισμένο στὰ Γάδαρα. Ἡ περιγραφὴ εἶναι φοβερὴ καὶ ἀξίζει νὰ δοῦμε μερικὰ σημεῖα ἀπ’ αὐτὰ ποὺ ἀναφέρει ὁ Εὐαγγελιστής. Κατ’ ἀρχὴν πρέπει νὰ τονίσουμε πὼς ὁ Χριστὸς ἦλθε νὰ καταργήσει τὸ κράτος τοῦ διαβόλου, ὅπως μᾶς ἀναφέρει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ὁ Χριστός, κατὰ τὴν παντοδυναμία Του, ἐκδιώκει τοὺς δαίμονες ἀπὸ τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων καὶ μᾶς χαρίζει τὴν αἰώνια ζωή. Ἀπὸ εὐσπλαγχνία ἦλθε στὸν αἰγιαλὸ ὅπου διέτριβε καθημερινῶς ὁ δυστυχισμένος ἄνθρωπος, ποὺ εἶχε καταληφθεῖ ἀπὸ πολλὰ δαιμόνια. Γι’ αὐτὸ τὸ λόγο ἐκεῖνο τὸ σμῆνος τῶν δαιμόνων, ὅταν ἡ παρουσία τοῦ Κυρίου τοὺς μάστιζε ἀνηλεῶς, βρέθηκε σὲ ἀμηχανία κι ἄρχιζε νὰ κραυγάζει· «τὶ ἐμοὶ καὶ σοί, Ἰησοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου; δέομαὶ σου μὴ μὲ βασανίσῃς» (Λουκ. 8,28). Φοβήθηκαν πὼς θὰ τοὺς παραδώσει στὴν αἰώνια κόλαση. Ἡ κόλαση γιὰ τὸ διάβολο εἶναι νὰ παραδοθεῖ σὲ ἀκινησία καὶ νὰ καταργηθεῖ κάθε πονηρή του ἐνέργεια. Νὰ μὴν μπορεῖ νὰ κάνει τὸ κακό.
Ἀναγκάσθηκε λοιπὸν ἡ λεγεώνα τῶν δαιμόνων νὰ ταπεινωθεῖ ἐνώπιον τοῦ Κυρίου καὶ νὰ Τὸν παρακαλέσει χρησιμοποιῶντας μάλιστα λόγια κολακείας. Τὸ πλῆθος τῶν δαιμόνων ἐξαιτίας τῆς πονηρῆς κοινωνίας ποὺ εἶχαν μεταξύ τους, μιλοῦν σὰν νὰ εἶναι ἕνας καὶ χρησιμοποιοῦν τὸ στόμα τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου. Ὁ Κύριος ρώτησε τὸ δαιμονισμένο ποιὸ εἶναι τὸ ὄνομά του· «ὁ δὲ εἶπε· λεγεών· ὅτι εἰσῆλθεν δαιμόνια πολλὰ εἰς αὐτόν». Ὁ Χριστὸς δὲν εἶχε ἀνάγκη νὰ ρωτήσει γιὰ νὰ μάθει τὶ γίνεται μέσα στὸ δαιμονισμένο, ἀλλὰ γιὰ νὰ μᾶς πληροφορήσει πόσοι φονευτὲς δαίμονες ταλαιπωροῦσαν ἐκεῖνον τὸν δυστυχισμένο. Ἐπίσης ἤθελε ὁ Χριστὸς νὰ μᾶς δείξει πὼς ὅλος αὐτὸς ὁ συρφετὸς ποὺ ἐξεστράτευε καθημερινῶς ἐναντίον τοῦ ἀνθρώπου, «ἀνελεῖν οὐκ ἐξίσχυσεν», δὲν μπόρεσε νὰ τὸν σκοτώσει, θὰ ὑπογραμμίσει ἰδιαίτερα ὁ Βασίλειος Σελευκείας. Ὁ διάβολος ὅλα θὰ τὰ κατάστρεφε καὶ κανένα πλάσμα δὲ θὰ ἔμενε ἀπείρακτο ἀπ’ τὶς ἐνέργειές του, ἐὰν δὲν τὰ προστάτευε ἡ ἀκαταγώνιστη δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Ἀκόμη κι ἡ παράκληση τῶν δαιμόνων νὰ μποῦν μέσα στοὺς χοίρους δείχνει τὴν ἀδυναμία τους, ὅταν ἐμφανισθεῖ μπροστά τους ὁ Θεὸς καὶ τοὺς καταργήσει τὴν πονηρὴ δραστηριότητα.
Κάθε πονηρὸ πάθος ἐξαιτίας τῆς ἀκαθαρσίας του δημιουργεῖ στὸν ἄνθρωπο κτηνώδη βίο. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ μόλυναν τὸν χιτῶνα τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, περιφέρονται σὰν χοῖροι. Ἀπ’ αὐτοὺς πιὸ διακριτοὶ εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἀγάπησαν τὴν ἡδυπάθεια καὶ προνοοῦν ἁμαρτωλὰ γιὰ τὴ σάρκα τους. Ὁ Παῦλος λέγει: «ἐνδύσασθε τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας» (Ρωμ. 13,14). Ὁ ἱερὸς Θεοφύλακτος προσθέτει πὼς κάθε ἄνθρωπος ποὺ στερεῖται λόγω τῶν ἁμαρτιῶν του τὴ στολὴ τοῦ βαπτίσματος, δὲν μένει μέσα στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ στὰ μνήματα, δηλαδὴ ζεῖ μέσα στὰ νεκρὰ ἔργα, ὅπως π.χ. στὴν πορνεία καὶ στὶς ἀκάθαρτες πράξεις.
Ἕνας ἄλλος ἑρμηνευτὴς θὰ συμπληρώσει. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ βαρύνεται μὲ φαῦλες πράξεις συνέχεται ἀπ’ τὸν πονηρὸ δαίμονα. Βγαίνει ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι τῶν ἀρετῶν, δηλαδὴ τὴν Ἐκκλησία καὶ σὰν νὰ εἶναι δεσμὰ οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ τὶς ἀποθέτει βγάζοντας τῆς σωφροσύνης τὸν χιτῶνα, ἐνῷ παραδίδεται στὴν ἀπραξία τῶν ἐναρέτων ἔργων. Ἡ ἀπραξία αὐτὴ συμβολίζεται μὲ τὴν κατοίκηση τοῦ δαιμονισμένου στὰ μνήματα. Ἡ τραγικότητα τοῦ διαβόλου εἶναι ὅτι ξέρει τί τὸν περιμένει κι ὅμως δέν μετανοεῖ. Παραμένει ἀμετανόητος, καὶ μάλιστα μὲ λυσσώδη μανία ἐπιτίθεται ἐναντίον τῶν ἀνθρώπων ποὺ ἀγωνίζονται. Ἡ ἀμετανοησία, ἀρχῆς γενομένης ἀπὸ τὸν διάβολο, εἶναι ἡ αἰτία τῶν κακῶν σ’ ὅλον τὸν κόσμο. Παραμένοντας στὰ πάθη μας δὲν ἀφήνουμε περιθώριο στὴ χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ ἐνεργήσει.
Ἀδελφοί,
Ὁ πονηρὸς ἔχει δεσμεύσει τὴ βούλησή μας καὶ μᾶς ἔκανε ἄπρακτους γιὰ τὰ καλὰ ἔργα καὶ τοὺς θεοφιλεῖς ἀγῶνες. Ἂς ἀναζητήσουμε τὸν Θεὸ μὲ ὅλη μας τὴν ψυχικὴ δύναμη κι ἂς καλλιεργήσουμε τὶς ἐντολές του μὲ ταπείνωση, ὥστε νὰ λυτρωθοῦμε ἀπὸ τίς μεθοδεῖες τοῦ διαβόλου καὶ νὰ νοιώσουμε ἐλεύθεροι μέσα στὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.
Ἀμήν.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
Κυριακὴ Δ΄ Λουκά (Λουκ. η΄ 5-15)
16 Οκτωβρίου 2022
Στὸ σημερινὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀκούσαμε τὴν παραβολὴ τοῦ σπορέως. Ὁ Χριστός, ὡς σπορέας, σπείρει τὸν ἴδιo Tου τὸν λόγο στοὺς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἀνάλογα μὲ τὴν δεκτικότητά τους διακρίνονται σὲ τέσσερεις κατηγορίες. Συγκεκριμένα, στὴν πρώτη κατηγορία ἀνήκουν αὐτοὶ ποὺ ἔχουν τὴν καρδιά τους τόσο σκληρὴ ὅσο σκληρὸς εἶναι καὶ ἕνας χωμάτινος δρόμος ποὺ πατιέται διαρκῶς. Ὅσο πατιέται γίνεται τόσο σκληρός, σὰν νὰ εἶναι στρωμένος μὲ ἄσφαλτο. Καὶ στὴν ἄσφαλτο δὲν βλαστάνει τίποτε. Οἱ σπόροι ποὺ ρίχνονται σὲ αὐτὴν καταστρέφονται. Ἔτσι εἶναι οἱ ἄνθρωποι μὲ τὴ σκληρὴ καρδιὰ ποὺ δὲν ἀποδέχονται τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ μένουν ἄκαρποι.
Ἡ δεύτερη κατηγορία ἀφορᾶ στοὺς ἀνθρώπους ποὺ δέχονται τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, ἑλκύονται ἀπὸ τὰ πνευματικά του μηνύματα καὶ ἐπιθυμοῦν νὰ ζήσουν σύμφωνα μὲ αὐτόν. Ὅμως, ἡ ἀποδοχὴ τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ δὲν γίνεται μὲ τὶς σωστὲς προϋποθέσεις. Δὲν κατανοοῦν ὅτι ἡ ζωὴ τοῦ Χριστιανοῦ εἶναι μία δύσκολη πορεία ἀπὸ τὰ ἐφήμερα καὶ ἐπίγεια στὰ μόνιμα καὶ ἐπουράνια καὶ ἀπὸ τὰ δυσχερῆ καὶ λυπηρὰ στὰ εὐφρόσυνα καὶ αἰώνια. Θεωροῦν ὅτι ὁ χριστιανισμὸς εἶναι ὁ ἰδανικὸς δρόμος γιὰ ὑγεία, εὐτυχία καὶ ἐπιτυχία. Ἔτσι, στὸν πρῶτο πειρασμό, στὴν πρώτη δυσκολία ἐγκαταλείπουν ὡς ἀτελέσφορο τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ.
Ἡ τρίτη κατηγορία ἀντιστοιχεῖ στοὺς ἀνθρώπους, ποὺ ζοῦν κοσμικά, μὲ καλοπέραση, μέριμνες ποικίλες, πλοῦτο καὶ κάθε εἴδους ἀπολαύσεις. Αὐτὰ ὅμως εἶναι ἀγκάθια ποὺ πνίγουν τὸν καλὸ σπόρο καὶ δὲν τοῦ ἐπιτρέπουν νὰ ἀναπτυχθεῖ. Καὶ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ καλὸς σπόρος, ποὺ φτάνει στὶς καρδιὲς αὐτῆς τῆς κατηγορίας ἀνθρώπων, ἀλλὰ δὲν καταφέρνει νὰ ριζώσει καὶ νὰ ἀποδώσει καρποὺς πνευματικούς. Οἱ ἀπολαύσεις τῆς ἐπίγειας ζωῆς, ὅταν ἀπολυτοποιηθοῦν ὡς στόχος, γίνονται θηλιὰ στὸ λαιμὸ τῶν ἀνθρώπων καὶ πολὺ περισσότερο τῶν Χριστιανῶν. Ἐκεῖ ποὺ θὰ ἔπρεπε οἱ ἄνθρωποι νὰ ζοῦν πνευματικά, μὲ τὸ ἐνδιαφέρον τῆς ψυχῆς τους στραμμένο στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, παρασύρονται ἀπὸ τὴν ἰσχυρὴ δύναμη τῶν ἐπίγειων ἀπολαύσεων καὶ ξεχνοῦν τὸν Θεό. Ὅταν, ὅμως, οἱ ἄνθρωποι ξεχάσουν τὸν Θεὸ καὶ κλείσουν τὴν καρδιά τους στὸν λόγο Του, τότε μένουν ἄκαρποι, δίχως τὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ μέσα τους. Πόσο τραγικὸ εἶναι στ’ ἀλήθεια αὐτὸ γιὰ ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι τρέφονται μὲ τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Κυρίου.
Ἡ τέταρτη κατηγορία ἀφορᾶ στοὺς ἀνθρώπους ποὺ διατηροῦν ἀνοικτὴ τὴν καρδιά τους στὴ σπορὰ τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Τὸ χαρακτηριστικό τους εἶναι ὅτι αὐτοὶ διαφοροποιοῦνται μόνο στὸ ὅτι θέλουν, ἐπιθυμοῦν καὶ ἀγωνίζονται στὴν τήρηση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Αὐτοὶ μοχθοῦν ἐπίπονα νὰ τὸν τηρήσουν. Μπορεῖ νὰ πέφτουν σὲ σφάλματα καὶ μπορεῖ νὰ ἀστοχοῦν σὲ πολλά, ὅπως ὅλοι οἱ ἄλλοι, ἀλλὰ ἐπιδεικνύουν ἐπιμονὴ καὶ ὑπομονὴ στὸν στόχο τους. Δὲν βλέπουν τὸν χριστιανισμὸ ἐπιφανειακά, ἀλλὰ τὸν ζοῦν οὐσιαστικά. Ἡ καρδιά τους βρίσκεται στραμμένη στὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι στὴν πολυπροσωπία τοῦ κόσμου. Γι᾽ αὐτὸ καὶ καρποφοροῦν πνευματικά. Αὐτοὺς ἐννοεῖ ὁ Χριστὸς λέγοντας «τὸ δὲ ἐν τῇ καλῇ γῇ, οὗτοί εἰσιν οἵτινες ἐν καρδίᾳ καλῇ καὶ ἀγαθῇ ἀκούσαντες τὸν λόγον κατέχουσι καὶ καρποφοροῦσιν ἐν ὑπομονῇ».
Συνεπῶς, γιὰ νὰ μπορέσουμε καὶ ἐμεῖς νὰ καρποφορήσουμε πρέπει νὰ ἀποκτήσουμε συνείδηση καὶ δεκτικότητα. Νὰ ταυτίσουμε τὴν καρδιά μας μὲ τὸ Εὐαγγέλιο τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἀντιστεκόμαστε σὲ πράγματα ἐφήμερα ποὺ μᾶς ἀποσποῦν ἀπὸ τὴν τήρησή του. Ἐδῶ χρειάζεται ὑπομονὴ καὶ ἐπιμονή. Ὅπως ἀκριβῶς κάθε πράγμα ποὺ ἀξίζει. Διότι τὸ εὔκολο ἔχει λίγη καὶ ὄχι σταθερὴ ἀξία. Ἐνῷ ὁ Χριστὸς καὶ οἱ ἐπαγγελίες Του ἀφοροῦν στὸν θησαυρὸ ποὺ ἀναζητοῦμε, δηλαδὴ στὴ μονιμότητα τῆς Βασιλείας Του μέσα μας.
Γένοιτο.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
Κυριακὴ Γ΄ Λουκά (Λουκ. ζ΄ 11-16)
9 Οκτωβρίου 2022
Ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς μᾶς διηγήθηκε σήμερα μὲ σύντομο καὶ παραστατικὸ τρόπο τὸ θαῦμα τῆς ἀναστάσεως τοῦ μοναδικοῦ παιδιοῦ μιᾶς γυναίκας χήρας ποὺ ζοῦσε στὴν κωμόπολη τῆς Ναΐν. Ἡ κωμόπολη αὐτὴ βρίσκεται στὰ νότια τοῦ ὄρους Θαβώρ, στὴν Γαλιλαία.
Ἐκεῖ πήγαινε ὁ Κύριος συνοδευόμενος ἀπὸ τοὺς μαθητές του καὶ ἀπὸ πολὺ κόσμο. Μόλις πλησίασε τὴν πύλη, ἀπὸ τὴν ὁποία ἔμπαιναν στὴν πόλη, βρέθηκε μπροστὰ στὴν νεκρικὴ πομπή. Ἡ θλίψη ὅλων καὶ ἰδιαίτερα τῆς μητέρας, ἀβάστακτη.
Τὰ πράγματα ὅμως μὲ τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ ἀλλάζουν τροπή. Ὁ Ἀρχηγὸς τῆς ζωῆς συναντιέται μὲ τὸν θάνατο. Ἐκεῖνος ποὺ εἶναι ἡ ἐλπίδα τοῦ κόσμου, ἔρχεται ἀντιμέτωπος μὲ ἕνα γεγονὸς ποὺ ἔσβηνε κάθε ἀνθρώπινη ἐλπίδα. Εἶναι ὅμως Ἐκεῖνος ποὺ ἀφανίζει τὴν θλίψη καὶ τὸν πόνο καὶ φέρνει στὸν κόσμο τὴν χαρά. Εἶναι ὁ μόνος ποὺ ἔχει ἐξουσία νὰ λέει: «Νεανίσκε, σοὶ λέγω ἐγέρθητι» καὶ ἡ ἐντολὴ τῆς ζωῆς νὰ ἐνεργοποιεῖται αὐτοστιγμεί. Τὸ νεκρὸ παιδὶ σηκώνεται καὶ παραδίδεται ζωντανὸ στὴν ἀπελπισμένη μητέρα.
Μὲ αὐτὸν τὸν θαυματουργικὸ τρόπο ὁ Θεὸς ἐπισκέφθηκε τὸν λαό του. Δὲν ἦταν καθόλου μικρὸ γεγονὸς αὐτὸ ποὺ εἶδαν ὅλοι. Ἕνας νεκρὸς ἀναστήθηκε μὲ τὸ πρόσταγμα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ λύπη ποὺ εἶχε κυριεύσει τὴν ψυχή τους ἔφυγε καὶ ἀντικαταστάθηκε ἀπὸ τὴν χαρά.
Ὁ θάνατος, ἀδελφοί μου, εἶναι ἀδιαμφισβήτητα φοβερὸς γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Εἶναι ἕνα ἀφύσικο γεγονὸς ποὺ δὲν ἐπινοήθηκε ἀπὸ τὸν Δημιουργό, ἀλλὰ προέκυψε ὡς συνέπεια τοῦ χωρισμοῦ ἀπὸ τὴν ζωή, ποὺ εἶναι ὁ Ἴδιος. Ὁ Θεὸς μᾶς ἔπλασε γιὰ νὰ ζοῦμε, ὄχι νὰ πεθαίνουμε. Μᾶς ἔδωσε τὴν ζωή, γιὰ νὰ τὴν ἀπολαμβάνουμε καὶ ὄχι γιὰ νὰ τὴν ἀκυρώνουμε.
Ὁ θάνατος ἔρχεται στὴ ζωή μας, ὅταν ἡ ψυχὴ χωρίζεται ἀπὸ τὸ σῶμα. Μόλις ἡ ἀθάνατη ψυχὴ ἐγκαταλείψει τὸ φθαρτό μας σῶμα, αὐτὸ διαλύεται, μαρτυρῶντας ὅτι ἡ ζωὴ εἶχε ἀξία συζευγμένη μόνο μὲ τὴν πνοὴ τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶναι ἡ ψυχή μέσα μας. Ἡ ἀθάνατη ψυχὴ ὅμως ἐξακολουθεῖ νὰ ζεῖ περιμένοντας τὴν κοινὴ ἀνάσταση. Τὸ σῶμα μετὰ τὴν ἀνάσταση δὲν εἶναι πλέον φθαρτό, ἀλλὰ ἀφθαρτοποιημένο χωρὶς ὑλικὲς ἀνάγκες. Μὲ τὸ σῶμα αὐτὸ ἡ ψυχὴ θὰ ζήσει αἰώνια, χωρὶς τὸν φόβο νὰ τὸ ἀποχωριστεῖ ξανά.
Ἡ ἐπανασύσταση αὐτὴ τῆς ἀνθρώπινης ὀντότητας καὶ ἡ ἐκ νέου ἑνοποίησή της εἶναι τὸ μεγάλο δῶρο τοῦ Νικητοῦ τοῦ θανάτου, Χριστοῦ, καὶ τὸ ἀποτέλεσμα τῆς Ἀναστάσεώς του.
Πολλοὶ ἄνθρωποι δυσκολεύονται νὰ πιστέψουν στὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἑπομένως στὴν ἀνάσταση καὶ τῶν δικῶν μας σωμάτων, ἐπειδὴ παραμένουν δοῦλοι τῆς φθορᾶς καὶ τῶν παθῶν. Ἔτσι χάνεται ἡ προοπτικὴ τῆς αἰωνιότητας, καὶ ἡ ζωή μας κυριεύεται ἀπὸ τὴν ἀγωνία καὶ τὸν τρόμο τοῦ θανάτου.
Τὴν πίστη μας ὅμως στηρίζει ὁ ἄδειος τάφος τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας ὀνομάζεται καὶ εἶναι Ἐκκλησία τῆς Ἀναστάσεως. Ἡ λειτουργική μας ζωὴ ἔχει ὡς ἐπίκεντρό της τὸ γεγονὸς αὐτό, ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἀντλεῖται ἡ ἐλπίδα καὶ προσφέρεται ἡ ζωή.
Οἱ ἅγιοι εἶναι οἱ φίλοι τοῦ Θεοῦ ποὺ γίνονται τὰ πρότυπά μας, ἐπειδὴ ἀπέκτησαν αὐτὴν τὴν πεῖρα τῆς ἀναστάσεως, ἀψηφῶντας τὰ πάντα καὶ θυσιαζόμενοι γιὰ τὸν Χριστὸ μὲ φρικτὰ βασανιστήρια. Δὲν ὑπολόγισαν πλούτη, νειᾶτα οὔτε κι αὐτὴ τὴν ζωή τους, προκειμένου νὰ κερδίσουν τὴν χαρὰ τῆς αἰωνιότητας. Ἔζησαν τὴν χαρὰ τῆς ἀναστάσεως ἀπὸ τὸν παρόντα κόσμο, ἐπειδὴ πίστεψαν ὅτι ὁ θάνατος εἶναι ὕπνος ποὺ θὰ μᾶς ξημερώσει στὴν ποθητὴ ἡμέρα τῆς ὄντως ζωῆς.
«Νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι». Ὁ παντοδύναμος λόγος τοῦ Κυρίου ποὺ ἀνέστησε τὸ νεκρὸ γιὸ τῆς χήρας τῆς Ναῒν ἀντηχεῖ σὲ κάθε χρόνο καὶ ἐποχὴ καὶ διαλαλεῖ τὸ μήνυμα ὅτι πλέον ὁ θάνατος ἔχει νικηθεῖ. Μέσα στὴν Ἐκκλησία δὲν ὑπάρχουν νεκροί. Ὅλοι εἴμαστε ζωντανοί. Ἄλλοι στὴ γῆ κι ἄλλοι στὸν οὐρανό.
Ἂς μὴ λυπόμαστε λοιπὸν ὑπερβολικὰ γιὰ τοὺς ἀγαπημένους μας κεκοιμημένους. Πρέπει νὰ μᾶς παρηγορεῖ ἡ βεβαιότητα ὅτι ζοῦν στὴν φιλάνθρωπη ἀγκαλιὰ τοῦ Θεοῦ. Ἄς προσευχόμαστε γι’ αὐτοὺς καὶ ἂς ἀγωνιζόμαστε νὰ τοὺς συναντήσουμε, γιὰ νὰ ζήσουμε μαζί τους καινὴ καὶ ἀναστημένη ζωή. Ἀμήν.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
Κυριακὴ Β΄ Λουκά (Λουκ. στ΄ 31-36)
2 Οκτωβρίου 2022
Στὴ σημερινὴ Εὐαγγελικὴ περικοπὴ ὁ Κύριος ὁμιλεῖ γιὰ τὴν ἐντολὴ τῆς ἀγάπης, προτρέποντάς μας νὰ συμπεριφερόμαστε στοὺς συνανθρώπους μας ὅπως ἀκριβῶς ἐπιθυμοῦμε νὰ συμπεριφέρονται κι αὐτοὶ σὲ μᾶς. Εἶναι προϋπόθεση, μᾶς λέει, ἂν θέλουμε οἱ ἄνθρωποι νὰ μᾶς ἀγαποῦν, νὰ μᾶς σέβονται καὶ νὰ μᾶς συγχωροῦν, τότε κι ἐμεῖς πρῶτοι νὰ συμπεριφερόμαστε ἔτσι.
Ἄν ἀγαπᾶτε, διευκρινίζει, αὐτοὺς ποὺ σᾶς ἀγαποῦν, ὅπως κάνουν οἱ ἁμαρτωλοί, καὶ κάνετε καλὸ μόνο σὲ ἐκείνους ποὺ σᾶς φέρονται καλά, τότε μέσα σας δὲν ὑπάρχει ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ. Ἂν δανείζετε σ’ ἐκείνους ἀπὸ τοὺς ὁποίους περιμένετε νὰ ἔχετε ἀπολαβές, ὅπως κάνουν οἱ ἁμαρτωλοί, τότε ἡ ἀγάπη γίνεται δοσοληψία καὶ ἡ φιλανθρωπία ἰδιοτέλεια. Γι’ αὐτό, πάλι μᾶς προτρέπει, νὰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθρούς σας καὶ νὰ πράττετε τὸ ἀγαθὸ καὶ νὰ δανείζετε χωρὶς νὰ περιμένετε ἀνταπόδοση, καὶ τότε ὁ μισθός σας θὰ εἶναι πολὺς καὶ θὰ εἶσθε γνήσια παιδιὰ τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ ὁ ἴδιος εὐεργετεῖ ἀκόμα καὶ τοὺς ἀχάριστους καὶ πονηροὺς ἀνθρώπους.
Μὲ τοὺς λόγους αὐτοὺς ὁ Κύριος ἀναλύει πρακτικὰ τὶ σημαίνει ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον, καὶ τὴν διαστέλλει ἀπὸ κάθε ἐνέργεια ποὺ ἀποβλέπει στὸ συμφέρον μας. Ἡ ἀγάπη δὲν εἶναι γιὰ τὸν Χριστὸ μία κίνηση ποὺ ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴ συμπεριφορὰ τῶν ἄλλων γύρω μας, ἀλλὰ ἀντλεῖ τὴν καταγωγή της καὶ τὴ δύναμή της ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸ Θεό. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ νέα ἐντολή, ἡ μοναδικὴ ἐντολὴ τῆς Καινῆς Διαθήκης, εἶναι τὸ «Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους», καθὼς σ’ αὐτὴ στηρίζονται καὶ ὁ Νόμος καὶ οἱ Προφῆτες, καὶ κάθε ἔκφραση τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος δίνει σαφῆ ἐντολὴ θέλοντας νὰ διεγείρει τὴν ψυχή μας πρὸς τὴν πραγμάτωση τῆς ἀληθινῆς κοινωνίας μὲ τὸν πλησίον, μᾶς λέει πὼς σημάδι ὅτι εἴμαστε γνήσιοι μαθητές του εἶναι ὄχι ἡ θαυματουργία ἀλλὰ ἡ ἀγάπη. Δὲν ζήτησε ὁ Χριστὸς ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους νὰ κάνουν σημεῖα καὶ θαύματα, παρόλο ποὺ ὁ ἴδιος τοὺς ἔδωσε αὐτὴ τὴν δωρεὰ καὶ χάρη, ἀλλὰ ταυτίζει τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον μὲ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν ἴδιο τὸν Θεό. Ἐπείνασα, μᾶς λέει, καὶ μοῦ δώσατε νὰ φάω. Καὶ τοῦτο, ἐπειδὴ συνδέεται ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον καὶ ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό.
Δὲν εἶναι σπάνιο φαινόμενο, μέσα στὴν ἀνθρώπινη ἀτέλεια καὶ ἀδυναμία μας, καὶ ἔχοντας ἀνάγκη νὰ εἰσπράξουμε τὴν ἀγάπη τῶν συνανθρώπων μας, νὰ ἀντιλαμβανόμαστε τὴν ἀγάπη ὡς μιὰ κίνηση συναισθηματική, ποὺ περιορίζεται σὲ στενὸ κύκλο ἀνθρώπων γύρω μας, καὶ συχνά μεταβάλλεται ἀνάλογα μὲ τὴ συμπεριφορά τους. Ὅμως γιὰ τὸν Χριστὸ ἡ ἀγάπη εἶναι κοινωνία προσώπων καί, ἐπειδὴ ὡς κοινωνία προσώπων καὶ ὡς σχέση ἑνότητας μὲ τὸν συνάνθρωπο καὶ μὲ τὸν Θεὸ δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει μὲ ὅρους ἰδιοτελεῖς, τὸ χαρακτηριστικό της γνώρισμα δὲν εἶναι ἡ ἀντιπροσφορὰ ἀλλὰ ἡ προσφορὰ δίχως ἀνταλλάγματα. Πιὸ ἁπλᾶ, ἂν περιμένουμε ὅλοι μας πρῶτα οἱ ἄλλοι νὰ μᾶς φερθοῦν μὲ ἀγάπη, ὥστε κι ἐμεῖς νὰ πράξουμε ἀνάλογα, τότε μοιραῖα οἱ ἄνθρωποι ἀποξενωνόμαστε μεταξύ μας, κλεινόμαστε στὴ φυλακὴ τοῦ ἐγώ μας καὶ ζοῦμε ἀπὸ τώρα τὴν ἀπομόνωση, ποὺ εἶναι ἡ Κόλαση.
Ἡ κοινωνία σήμερα χαρακτηρίζεται, ὅσο ποτέ, ἀπρόσωπη, οἱ ἄνθρωποι ὡς μονάδες, ζοῦμε ἀπομονωμένοι, σκυθρωποί, δίχως ἐνδιαφέρον γιὰ τὸν πλησίον, δίχως πραγματικὴ ἀγάπη καὶ χαρὰ μέσα μας.
Ἔξοδο φυγῆς ἀπὸ τὴν κόλαση τῆς καθημερινότητας ἀποτελεῖ ἡ προτροπὴ τοῦ Χριστοῦ, σήμερα, νὰ περάσουμε ἀπὸ τὴν παθητικὴ ἐγωιστικὴ στάση στὴν ἐνεργητικὴ καὶ πραγματικὴ ἔκφραση τῆς ἀγάπης, ποὺ προσφέρει καὶ προσφέρεται καὶ θυσιάζεται χωρὶς ὅρους, ὅπως ἔκανε ὁ Ἴδιος, φωτίζοντας τὴν προοπτικὴ τῆς ὄντως Ζωῆς καὶ τῆς ἀνάστασης ποὺ χρειαζόμαστε. Ἀμήν.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (Ματθ. η΄ 5-13)
10 Ιουλίου 2022
Σὲ κάθε θαῦμα τοῦ Χριστοῦ θαυμάζουμε τὴν δύναμή του καὶ τὴν ἀγάπη Του πρὸς ἐμᾶς καὶ Τὸν δοξάζουμε γιαυτό. Σὲ μερικὰ θαύματά του ὅμως, βλέπουμε καὶ τὸν Χριστὸ νὰ θαυμάζει μερικοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ τοὺς δοξάζει.
Ἕνα τέτοιο περιστατικὸ εἶναι καὶ τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ δούλου τοῦ ἑκατοντάρχου.
Ἕνας ρωμαῖος ἀξιωματικός, ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἦταν κἂν Ἰσραηλίτης, ζητάει ἀπὸ τὸν Χριστὸ νὰ θεραπεύσει τὸν κατάκοιτο δοῦλο του. Καὶ ὅταν ὁ Χριστὸς δέχεται νὰ πάει στὸ σπίτι του, γιὰ νὰ τὸν θεραπεύσει, ὁ ἀξιωματικὸς τοῦ ἀπαντάει: «Κύριε, δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ μπεῖς κάτω ἀπὸ τὴν στέγη τοῦ σπιτιοῦ μου. Πὲς μόνο ἕνα λόγο καὶ θὰ θεραπευθεῖ ὁ δοῦλος μου. Φτάνει ἡ ἐντολή σου. Καὶ ἐγὼ ἔχω στρατιῶτες κάτω ἀπὸ τὴν ἐξουσία μου. Καὶ ὅταν λέω σὲ κάποιον ἔλα, ὑπακούει καὶ ἔρχεται· καὶ ὅταν λέω σὲ ἄλλον κάνε αὐτό, τὸ κάνει».
Ὁ Χριστὸς θαυμάζοντας τὴ μεγάλη πίστη του εἶπε πρὸς αὐτοὺς ποὺ Τὸν ἀκολουθοῦσαν: «Σᾶς βεβαιώνω, ὅτι τόση πίστη, οὔτε ἀνάμεσα στοὺς Ἰσραηλίτες δὲν βρῆκα».
Δὲν εἶναι μικρὸ πρᾶγμα νὰ θαυμάζει ὁ Χριστὸς ἕναν ἄνθρωπο; Ὑπάρχει ἆραγε μεγαλύτερη δόξα καὶ τιμή;
Ὁ Θεὸς πρέπει νὰ γνωρίζουμε ὅτι δὲν δοξάζει τὸν ἄνθρωπο γιὰ τὰ χαρίσματα ποὺ ὁ Ἴδιος τοῦ ἔχει δώσει. Τὸν θαυμάζει καὶ ἀξιολογεῖ τὶς ἀρετές, τὶς ὁποῖες καλλιέργησε μὲ δική του προσπάθεια καὶ ἀγῶνα. Γιὰ τὸν Θεό, ἡ ὀμορφιὰ τοῦ ἀνθρώπου δὲν ἑστιάζεται στὰ ἐξωτερικὰ χαρακτηριστικά, ἀλλὰ στὰ δικά του ἐσωτερικὰ δῶρα. Ὁ Θεὸς πάνω ἀπὸ ὅλα τιμᾶ τὸν κόπο μας καὶ τὴ φιλότιμη διάθεσή μας, μὲ τὰ ὁποῖα καλλιεργήσαμε ὅσο περισσότερο ἦταν δυνατὸν τὰ χαρίσματα ποὺ μᾶς ἔδωσε.
Καὶ ὁ ρωμαῖος ἑκατόνταρχος, εἶναι φανερό, ὅτι εἶχε δουλέψει πάνω στὸν ἑαυτό του μὲ καθαρὴ συνείδηση. Γνώριζε τὴν ἀδυναμία του καὶ τὶς ἀτέλειές του. Καὶ αὐτὴ ἡ αὐτογνωσία τὸν ἔκανε ταπεινὸ καὶ ἰσορροπημένο.
Γι' αὐτό, βλέποντας τὸ μεγαλεῖο τοῦ Χριστοῦ, δὲν αἰσθάνθηκε τὸν ἑαυτό του ἄξιο νὰ Τὸν δεχθεῖ οὔτε κάτω ἀπὸ τὴν στέγη τοῦ σπιτιοῦ του.
Μπορεῖ ποτὲ νὰ ἔχει ταπείνωση καὶ αὐτογνωσία ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος, ποὺ ἔμαθε νὰ θυμᾶται τὸν Θεὸ μόνο γιὰ τὴν ἱκανοποίηση τῶν πρόσκαιρων ἀναγκῶν του, ἀπαιτῶντας μάλιστα νὰ τοῦ φανερώσει ἢ νὰ τοῦ δώσει ὑγεία, χρήματα, εὐτυχία καὶ δουλειά;
Ἀπαιτοῦν σήμερα οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ τὸν Θεὸ σημεῖα καὶ θαύματα, μὲ ἀντάλλαγμα νὰ τὸν πιστέψουν.
Δὲν γίνονται αὐτὰ ἀδελφοί μου. Τέτοιες συμπεριφορὲς δὲν φανερώνουν πίστη καὶ δὲν προδίδουν ἰσορροπία.
Οἱ ἅγιοι μᾶς δίδαξαν ὅτι ποτὲ δὲν θεωροῦσαν τὸν ἑαυτό τους ἄξιο, νὰ λάβουν ἀπὸ τὸν Θεὸ δῶρα. Τὸ μόνο ποὺ Τοῦ ζητοῦσαν μὲ ἐπιμονὴ καὶ ὑπομονὴ στὴν προσευχή τους, ἦταν τὸ ἔλεος Του, τὴν συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν τους καὶ τὴν λύτρωσή τους ἀπὸ τὴν αἰώνια κόλαση.
Καὶ ὅταν κάποτε ὁ Θεὸς τοὺς ἔδινε ἕνα ἰδιαίτερο χάρισμα, πολλοὶ Τὸν παρακαλοῦσαν μὲ συναίσθηση νὰ τοὺς τὸ πάρει πίσω, φοβούμενοι τὴν πτώση στὴν ἔπαρση καὶ στὴν ὑπερηφάνεια.
Τὸ μεγαλύτερο, λοιπόν, αἴτημά μας πρὸς τὸν Θεό, ἂς διδαχθοῦμε σήμερα μὲ ἀφορμὴ τὴν Εὐαγγελικὴ περικοπὴ ποὺ ἀκούσαμε, εἶναι νὰ Τὸν παρακαλοῦμε νὰ προσθέσει πίστη στὴν πίστη μας, γιατὶ αὐτὴ θὰ γεννήσει μέσα μας τὴν ταπείνωση τοῦ ἑκατοντάρχου, ἡ ὁποία θὰ γίνει μὲ τὴ σειρά της αἰτία νὰ εἰσέλθει, νὰ χωρέσει καὶ νὰ παραμείνει ὁ Χριστὸς κάτω ἀπὸ τὴν στέγη τῆς ψυχῆς μας. Ἀμήν.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ Z΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (Ματθ. θ΄ 27-35)
31 Ιουλίου 2022
Οἱ θαυματουργικὲς θεραπεῖες δύο τυφλῶν καὶ ἑνὸς κωφοῦ ποὺ περιγράφει τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα εἶναι ἀντιπροσωπευτικὲς ἀνάλογων περιστατικῶν ποὺ συναντᾶμε συχνὰ στὰ ἱερὰ κείμενα τῆς Καινῆς Διαθήκης. Θεμελειώδεις παράμετροι καὶ αὐτῶν τῶν θαυμάτων εἶναι ἡ ζωντανή, ἐπίμονη καὶ δυνατὴ πίστη τῶν ἀσθενῶν, ἡ μοναδικότητα τοῦ προσώπου τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἐκζήτηση τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ δίψα τῆς σωτηρίας.
Τὸ θαῦμα δὲν εἶναι μόνο ἕνα ἔκτακτο καὶ ὑπερφυσικὸ γεγονὸς ποὺ μᾶς ἐντυπωσιάζει. Εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς δύναμης καὶ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ εὐεργετήσει, νὰ θεραπεύσει, νὰ παρηγορήσει καί νὰ τονώσει τὸν πάσχοντα καὶ ἀδύνατο ἄνθρωπο. Τὸ πραγματικὸ θαῦμα εἶναι σημάδι καὶ γνώρισμα τῆς ἀληθινῆς πίστης, ἀλλά καὶ ἐγγύηση τῆς ἀλήθειας τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος. Ἀπαλλαγμένο ἀπὸ καθετὶ ἐγωιστικὸ καὶ ἰδιοτελές, δὲν ἔχει καμία σχέση μὲ τὴν ἐπίδειξη καὶ τὴν ἐκμετάλλευση, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ στὴν γελοιοποίηση τῆς πίστης. Τὸ θαῦμα εἶναι καρπὸς τῆς πίστης καὶ συνέπεια τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Τοῦ Θεοῦ, ποὺ οἰκοδομεῖ πνευματικὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν στερεώνει στὴ δύσβατη χριστιανικὴ ζωή. Ἡ πίστη ὁδηγεῖ στὸ θαῦμα καὶ ὄχι τὸ θαῦμα στὴν πίστη. Ἀρκεῖ νὰ θυμηθοῦμε τὴν ἄρνηση τοῦ Κυρίου νὰ κάνει θαύματα στοὺς κατοίκους τῆς Ναζαρὲτ ἐξαιτίας τῆς ἀπιστίας τους. Ἕνα τέτοιο θαῦμα θαμπώνει τὸ βλέμμα, ξαφνιάζει, δημιουργεῖ ἀπορία καί, κάποτε, ἀντίδραση. Γιὰ τὸν πιστὸ, ὅμως, κάθε θαῦμα εἶναι ἕνα παράθυρο ποὺ ἀνοίγει στὸν οὐρανό, γιὰ νὰ δεῖ κανεὶς τὸν ὑπερβατικὸ κόσμο τοῦ Θεοῦ. Μοιάζει μὲ μιὰ ἀστραπὴ μέσα στὸ σκοτάδι τῆς λογικῆς καὶ τῆς φθορᾶς αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ποὺ μᾶς ἀφήνει νὰ δοῦμε γιὰ λίγο αὐτὸ γιὰ τὸ ὁποῖο δημιουργηθήκαμε καὶ αὐτὸ στὸ ὁποῖο πρέπει νὰ φθάσουμε στὴν αἰωνιότητα. Τὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν, μιὰ ὕπαρξη καὶ ζωὴ χωρὶς πόνο δάκρυα, ἀρρώστια, φθορά, θάνατο. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀπάντηση τοῦ οὐρανοῦ στὴν ἀγωνία καὶ τὰ δάκρυα τῆς γῆς. Τὸ θαῦμα μπορεῖ νὰ στερεώνει καὶ νὰ οἰκοδομεῖ τὴν πίστη, εἶναι, ὅμως, προσωρινὸ, γιατί, ἔστω καὶ ἂν θεραπευθοῦμε ἀπὸ μιὰ ἀρρώστια, ἔστω καὶ ἂν ὑπερνικήσουμε μιὰ δυσκολία, θὰ ἀρρωστήσουμε ξανὰ καὶ θὰ συναντήσουμε καὶ ἄλλη δυσκολία. Ὅμως ἐμεῖς πήραμε δύναμη νὰ συνεχίσουμε. Συνειδητοποιήσαμε ὅτι τὸ κάθε θαῦμα στὴ ζωὴ μας εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς σοφίας καὶ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Μιᾶς ἀγάπης ποὺ δὲν μποροῦμε νὰ καταλάβουμε καὶ μιᾶς σοφίας ποὺ δὲν μποροῦμε νὰ ἑρμηνεύσουμε, ἀλλὰ ποὺ καλούμαστε, ὡστόσο, νὰ πιστεύσουμε, γιατί μόνο ἐκείνη ξέρει πότε καὶ τί πρέπει νὰ δίνει στὸν καθένα μας. Μιὰ τέτοια πίστη, ἕνα τέτοιο βίωμα ἐμπιστοσύνης στὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ εἶναι πηγὴ δυνάμεως, ὅταν πρόσωπα, καταστάσεις καὶ γεγονότα μᾶς ἀπογοητεύουν, μᾶς πτοοῦν καὶ μᾶς λυγίζουν. Καὶ πορευόμαστε περιμένοντας νὰ ἀκούσουμε «κατὰ τὴν πίστιν ὑμῶν γενηθήτω ὑμῖν».
Ὅταν ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ συναντᾷ τὴν πίστη τοῦ ἄνθρωπου, τότε δὲν πραγματώνεται μόνο τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας, ἀλλὰ καὶ τὸ μυστήριο τῆς σωτηρίας. Ἡ ἀντίδραση τῶν φαρισαίων ἀπέναντι στὸ θαῦμα εἶναι ἀξιοπρόσεκτη. Οἱ φαρισαῖοι δὲν ἀρνοῦνται τὸ θαῦμα, ἀλλὰ διαστρεβλώνουν τὴν ἀλήθεια. Ἀναποδογυρίζουν τὴν πραγματικότητα, ποὺ εἶναι ἡ φανέρωση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ταλαιπωρημένο καὶ ἀγνώριστο ἀπὸ τὴν φθορὰ τῆς ἁμαρτίας ἄνθρωπο, ἀποδίδοντας τὶς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ στὶς δαιμονικὲς δυνάμεις. Θὰ ἦταν, ὅμως, παιδαριῶδες καὶ ἁπλοϊκὸ νὰ δοῦμε στὴ συμπεριφορὰ τῶν φαρισαίων μόνο τοὺς ἀνθρώπους ἐκείνους ποὺ ἀδίκησαν, κατηγόρησαν καὶ συκοφάντησαν ἀδίστακτα τὸ πρόσωπο καὶ τὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ. Ἡ στάση τους ἀποκαλύπτει τοὺς ἀνθρώπους κάθε ἐποχῆς, οἱ ὁποῖοι ἔχουν μιὰ ἀντεστραμμένη συνείδηση τοῦ κόσμου καὶ τῆς ζωῆς. Εἶναι ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ ἐγκλωβισμένοι μέσα στὸν ὀρθολογισμό τους ἀπορρίπτουν ἀκόμη καὶ τὰ πιὸ ὀφθαλμοφανῆ καὶ ὁλοφάνερα θαύματα. Αὐτοὶ ποὺ σὲ κάθε θαῦμα βλέπουν ψυχολογικὰ αἴτια καὶ φαινόμενα, φαντασιώσεις καὶ αὐθυποβολές, φυσικὰ αἴτια, τυχαῖες συμπτώσεις καὶ ἀνεξήγητες συγκυρίες. Ὄχι, δὲν ὑπάρχουν ἀποδείξεις «λογικῆς» γιὰ τὰ θαύματα. Τὰ θαύματα τὰ ἀναγνωρίζουν οἱ καλοπροαίρετοι ἄνθρωποι ἐκεῖ ὅπου οἱ ἄλλοι δὲν θέλουν νὰ τὰ δοῦν.
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, μόνο ἂν νεκρώσουμε τὴν ἀλαζονεία τῆς λογικῆς μας καὶ τὴν ἐμπάθεια τοῦ ἐγωισμοῦ μας, θὰ μπορέσουμε νὰ ἀναστηθοῦμε σὲ μιὰ νέα ζωή, ὅπου θὰ βλέπουμε καὶ θὰ καταλαβαίνουμε τὰ συνεχῆ θαύματα τοῦ μυστηρίου τοῦ Θεοῦ.
Ἀμήν.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ E΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (Ματθ. ε΄ 14-19)
17 Ιουλίου 2022
Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή, ἀδελφοί μου, μᾶς τοποθετεῖ ἐπὶ τῆς οὐσίας τοῦ θέματος τῆς ἔμπρακτης χριστιανικῆς ζωῆς. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ σήμερα τιμοῦμε τοὺς ἑξακοσίους τριάκοντα φωτοφόρους πατέρες τῆς Δ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἐπειδὴ ἔγιναν πρότυπα μὲ τὴ ζωὴ καὶ τὰ ἔργα τους.
Οἱ γνωστοὶ ἀπὸ τὴν ἱστορία ἀγῶνες τους γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη πίστη ἀλλὰ καὶ ὅλη ἡ ζωὴ καὶ πολιτεία τους τοὺς κατέστησαν φῶς τοῦ κόσμου, στὸ ὁποῖο στρέφονται οἱ χριστιανοί. Γι᾿αὐτὸ τὸ φῶς ὁμιλεῖ σήμερα ὁ Κύριος.
Ὅλοι ἀνεξαιρέτως οἱ χριστιανοὶ μποροῦν νὰ λάμπουν ὡς δυνατὰ φῶτα, ἐφ᾿ὅσον ἡ καθημερινὴ ζωή τους, οἱ πράξεις καὶ τὰ ἔργα τους εἶναι συνεπῆ πρὸς τὴν χριστιανικὴ πίστη. Ἡ χριστιανικὴ ζωὴ εἶναι ἀναγκαῖα καὶ εὐλογημένη συνέπεια τῆς ζωντανῆς πίστως τοῦ χριστιανοῦ, διότι ἡ ἀσυνέπεια ἔργων καὶ λόγων, βίου καὶ πίστεως γίνεται ἀφορμὴ νὰ βλασφημεῖται τὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου Θεοῦ.
Ὁ Χριστιανικὸς βίος δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι λόγος κενός, ἀλλὰ μεστὴ περιεχομένου πραγματικότητα. Δὲν εἶναι θεωρία, ἀλλὰ ἔργο καὶ πράξη. Ὅταν τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μας στρέφονται στὸν Θεό, συγχρόνως πρέπει νὰ στρέφονται καὶ στὴν καθημερινότητα τοῦ βίου, ὥστε νὰ τηρεῖται τὸ ἅγιο θέλημά Του. Ἐὰν ὅμως ἄλλα πιστεύουμε καὶ ἄλλα πράττουμε, ἐπιβεβαιώνουμε τὸν ἐπιτιμητικὸ λόγο τοῦ Κυρίου « ἔξωθεν μὲν φαίνεσθε τοῖς ἀνθρώποις δίκαιοι, ἔσωθεν δὲ μεστοί ἐστε ὑποκρίσεως καὶ ἀνομίας» ( Μτθ. κγ’ 28).
Οἱ χριστιανοὶ τῆς πίστεως καὶ τῶν ἔργων εἶναι φωτεινὸ παράδειγμα σὲ ὅλες τὶς ἐκδηλώσεις τῆς ζωῆς. Ὁ Κύριος μᾶς βεβαιώνει ὅτι ἡ πίστη λυτρώνει ὅταν συνοδεύεται ἀπὸ καλὰ ἔργα, ἀλλιῶς εἶναι νεκρή. Μόνο ἡ πίστη ποὺ ἐκδηλώνεται μὲ ἔργα εἶναι φῶς δυνατό. Εἶναι προσκλητήριο σάλπισμα πρὸς ὅσους δὲν τὴν γνώρισαν ἀκόμη.
«Ὑμεῖς ἐστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου». Τὸ ὑμεῖς ἀναφέρεται στὸν ἀληθινὸ μαθητὴ τοῦ Χριστοῦ ποὺ ἔχει ἐγκολπωθεῖ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ μὲ τὰ ἔργα του ἀγωνίζεται γιὰ τὴν ἐπικράτηση τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὴν εἰρήνευση τῶν ἀνθρώπων, γιὰ τὴν ἐφαρμογὴ τοῦ νόμου τῆς ἀγάπης, ποὺ μεταμορφώνει τὸν χριστιανὸ σὲ «ἅλας τῆς γῆς».
Ἡ χριστιανικὴ φωτισμένη συμπεριφορὰ καὶ ἡ ἔμπρακτη πίστη δὲν ἀποτελεῖ προσωπικὴ μόνο ὑπόθεση ἀλλὰ καὶ δημόσιο λειτούργημα. Ὅπως ἀκριβῶς ὁ ἰατρὸς δὲν σπουδάζει τὴν ἰατρικὴ γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἐξασκήσει τὸ ἐπάγγελμα στὴν ὑπηρεσία τῶν ἀσθενῶν, ἔτσι καὶ ὁ χριστιανὸς δὲν κατακρατεῖ τὴν πίστη μὲ τὰ καλὰ ἔργα γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ γιὰ νὰ τὴν μεταδώσει στοὺς ἄλλους· «οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων», μὲ θυσιαστικὴ διάθεση γιὰ τὴ δοξολογία τοῦ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ.
Ἀδελφοί μου, ὅποιος ἀδιαφορεῖ γιὰ τὸν νόμο τοῦ Χριστοῦ καὶ ἔμμεσα ἢ ἄμεσα διδάσκει τοὺς ἀνθρώπους νὰ τὸν περιφρονοῦν, θὰ ἀποκλεισθεῖ ἀπὸ τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἀντιθέτως «ὁ ποιήσας καὶ διδάξας» γίνεται μέτοχος τῆς Βασιλείας Του ἀπὸ αὐτὸν ἐδῶ τὸν κόσμο. Εἶναι ἐπιστηρικτικὸ νὰ θυμηθοῦμε ὅτι ὁ Ἵδιος ὁ Κύριος προτάσσει τὴν ἔμπρακτη ἐφαρμογὴ τῶν ἐντολῶν Του, ἀπὸ τὴν διδασκαλία μόνον μὲ τὸν λόγο, διότι τὸ ζωντανὸ παράδειγμα ἀποτελεῖ τὴν πλέον πειστικὴ διδασκαλία.
Οἱ ἑορταζόμενοι Πατέρες σήμερα ὑπῆρξαν διδάσκαλοι αὐτῆς τῆς ἐμπράγματης διδασκαλίας γιαυτὸ κι ἔγιναν τὸ φῶς τοῦ κόσμου μὲ τὴ σοφία καὶ τὴν ἁγιότητά τους. Αὐτοὶ μᾶς προτρέπουν νὰ ἀποτελοῦμε κι ἐμεῖς τὸ πνευματικὸ φῶς τοῦ κόσμου μὲ τὴ ζωὴ καὶ τὸ ἦθος, μὲ τὰ καλά ἔργα, μὲ τὴν μετάνοια καὶ τὴν μυστηριακὴ ζωή.
Ὁ ἀληθινὸς μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ δὲν κρύβει τὸ φῶς, ἀλλὰ τὸ μεταδίδει καὶ στοὺς ἄλλους μὲ τὴν ἱεραποστολή, ὅπως ἀκριβῶς συνέβη στὴν ἐποχὴ τῶν πατέρων, ὅταν ἐκχριστιάνισαν ὁλόκληρη τὴν Εὐρώπη, μεγάλο μέρος τῆς Ἀσίας καὶ μετέβαλαν ὁλόκληρη αὐτοκρατορία σὲ χριστιανικὴ οἰκουμένη.
Ὁ μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ ἀγωνίζεται μὲ κάθε κόστος, ὅπως ἀκριβῶς καὶ οἱ πατέρες, γιὰ τὴ διατήρηση τῆς πίστεως χωρὶς νοθεία καὶ παραχαράξεις, χωρὶς ἀφαιρέσεις ἢ προσθῆκες, προκειμένου νὰ παραδοθεῖ ἀνόθευτη στοὺς μεταγενέστερους.
Οἱ ἑορταζόμενοι Πατέρες εἶναι τὸ φῶς τοῦ κόσμου, διότι μέσα σὲ ὅλους τοὺς αἰῶνες μποροῦν νὰ μᾶς ἀναγεννοῦν, νὰ μᾶς ζωογονοῦν, νὰ μᾶς φωτίζουν διαρκῶς, γι’ αὐτὸ ἂς θέσουμε τὸν ἑαυτό μας κάτω ἀπὸ τὴ σωστικὴ καθοδήγηση καὶ τὸ ἔμπρακτο παράδειγμά τους, γιὰ νὰ τύχουμε σωτηρίας. Ἀμήν.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (Ματθ. στ΄ 22-33)
3 Ιουλίου 2022
Ἡ εὐαγγελικὴ περικοπὴ ποὺ ἀκούσαμε σήμερα εἶναι ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν ἐπὶ τοῦ ὄρους ὁμιλία τοῦ Κυρίου. Σὲ αὐτὴν ὁ Χριστὸς φανερώνει τὸν καινούριο κόσμο ποὺ ἐγκαινιάζει ὁ ἐρχομός Του στὴ γῆ, ὑποδεικνύει τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας, μιλᾶ γιὰ τὴν ἀξία τῆς καθαρότητας τῆς ψυχῆς καὶ τονίζει ὅτι ἡ πλεονεξία κάνει τὸν ἄνθρωπο σκληρόκαρδο μὲ ἀποτέλεσμα νὰ τὸν χωρίζει ἀκόμα καὶ ἀπὸ τὸν ἀδελφό του.
Σύμφωνα μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, ἡ καθαρὴ ψυχὴ προϋποθέτει καθαρὴ συνείδηση καὶ ἐσωτερικὸ φωτισμό. Ὅταν ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι σκοτεινὸς καὶ πονηρός, ὁ ἄνθρωπος κάνει τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου καὶ χάνει τὴν ψυχή του. Ὅμως τί νόημα ἔχει νὰ κερδίσουμε ὅλο τὸν κόσμο, ἄν τελικὰ χάσουμε τὴν ψυχή μας;
Ἡ εὐθυγράμμιση τοῦ θελήματος τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸ θέλημα τοῦ θεοῦ, ὁδηγεῖ στὴν κοινωνία μὲ τὸν Θεὸ καὶ στὴν ἰδανικὴ ἐπικοινωνία μὲ τὸν συνάνθρωπο. Αὐτὸ τὸ ἀπολαμβάνουν οἱ φίλοι τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ οἱ ἅγιοι, τοὺς ὁποίους πρέπει νὰ ἔχουμε ὡς πρότυπα. Γιὰ νὰ τὸ κατορθώσουμε καὶ ἐμεῖς, ὅπως ἐκεῖνοι, πρέπει σύμφωνα μὲ τὴ διδασκαλία τῶν πατέρων νὰ ἀκολουθήσουμε δύο στάδια πνευματικῆς τελείωσης, ποὺ εἶναι ἡ κάθαρση καὶ ὁ φωτισμὸς μὲ σκοπὸ τὴ Θέωση.
Μὲ τὴν κάθαρση ἀποβάλλουμε τὰ πάθη ἀπὸ τὴν ψυχή μας, ἐνῶ μὲ τὸν φωτισμὸ ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου φωτίζεται καὶ ἐπιδιώκει μόνο τὸ ἀγαθό. Αὐτὰ πραγματοποιοῦν τὴν μυστικὴ ἕνωσή μας μὲ τὸν Θεό, ποὺ ὀνομάζεται θέωση. Ὁ ἐπίμονος καὶ ἐπίπονος προσωπικὸς ἀγώνας ἀπαιτεῖται ὡς ἐλεύθερη ἐπιλογὴ γιὰ νὰ ἀντιστρέψουμε τὴν φορὰ πρὸς τὴν φθορὰ ποὺ κρύβει μέσα μας ἡ ἀνθρώπινη φύση.
Δυνατὸ τρόπο στὴν ἐπιτυχία αὐτῆς τῆς προσπάθειας ἀποτελεῖ ἡ ἀποδοχὴ τῆς προτροπῆς τοῦ Κυρίου ποὺ ἀκούσαμε σήμερα «μὴ φροντίζετε τί θὰ φᾶτε καὶ τί θὰ πιεῖτε», «οἶδε γὰρ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος ὅτι χρήζετε τούτων ἁπάντων»˙ ποὺ σημαίνει ὅτι ὁ Θεὸς φροντίζει γιὰ μᾶς, περισσότερο ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς ἴδιους, τὰ ὅσα ἔχουμε ἀνάγκη. Ἀρκεῖ νὰ στηρίζουμε τὴν ἐλπίδα μας σ' Αὐτόν.
Ἡ ἐλπίδα στὸ Θεὸ δυναμώνει τὴν πίστη καὶ δίνει νόημα στὶς προσπάθειές μας. Ὅταν χάνουμε τὴν ἐλπίδα, ἡ πίστη ὑποχωρεῖ καὶ γεννᾶ τὴν πλεονεξία, ποὺ προκαλεῖ μὲ τὴ σειρά της τὴν ἀδικία. Αὐτὴ κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ ἐνδιαφέρεται μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό του, χωρὶς νὰ ἀγαπᾶ τοὺς συνανθρώπους του καὶ τότε ξεχνᾶ τὸν ἴδιο τὸν Θεό, ἀφοῦ σύμφωνα μὲ τὸν Εὐαγγελιστὴ τῆς ἀγάπης «ὅποιος δὲν ἀγαπᾶ τὸν ἀδελφό του, δὲν ἀγαπᾶ ἀληθινὰ τὸν Θεό».
Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος στήριξε τὴν ἐλπίδα του στὶς δυνατότητές του καὶ κυριεύτηκε ἀπὸ ἄγχος, φόβο καὶ ἀβεβαιότητα χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ ἡσυχάσει. Ἡ καθημερινὴ φροντίδα του ἔπαψε νὰ εἶναι ὁ ἄρτος ὁ ἐπιούσιος, ἀλλὰ ἡ πληθώρα τῶν ἀγαθῶν γιὰ τὸ αὔριο. Αὐτὴ ὅμως ἡ διάθεση ἀποδείχθηκε ὅτι γεννᾶ τὸ κενό. Ἡ καθημερινὴ ἐπιδίωξη τοῦ κέρδους τῆς δύναμης τοῦ χρυσοῦ, μᾶς ἔκανε νὰ στρέψουμε ἀδιάφορα τὴν πλάτη στὴ δύναμη τῆς ζωηφόρου χαρᾶς τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ εὐτυχία τοῦ ἀνθρώπου ὅμως κρύβεται στὴ σχέση ποὺ ἔχουμε μὲ τὴν ἐσωτερικὴ χαρὰ ποὺ δὲν ἔχουμε. Αὐτὴ ἡ βαθειὰ χαρὰ γίνεται αἰτία ἐσωτερικῆς ἀνακαίνισης καὶ ψυχικῆς καλλιέργειας. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δὲν ἀναλώνει τὸ χρόνο τῆς ζωῆς του στὴ βιοτικὴ μέριμνα, τότε καλλιεργεῖ ἐντατικὰ τὸν χῶρο τῆς ψυχῆς του καὶ μπορεῖ νὰ διακρίνει τὴν ὠφέλεια τοῦ πρόσκαιρου ἀπὸ τὴν ἀξία τοῦ αἰώνιου, καὶ τότε ἀποκτᾶ τὴν ἐμπειρία τῶν ὅσων δὲν κέρδισε, δὲν ἔχει, ἀλλὰ νοσταλγεῖ.
Εἶναι καιρὸς λοιπὸν, ἀδελφοί μου, νὰ ἐπικεντρώσουμε τὸ ἐνδιαφέρον μας στὸν Θεό, ὁ Ὁποῖος εἶναι ἡ πηγὴ τῆς χαρᾶς ποὺ χρειαζόμαστε, γιὰ νὰ ἔχει νόημα καὶ ἰσορροπία ἡ ζωή μας.
Ἡ προϋπόθεση τῆς ἐμπιστοσύνης μας στὴν πρόνοιά Του, μᾶς παρέχει ὅλα ὅσα χρειαζόμαστε. Αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν ἔννοια ἔχει ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ, ὅταν μᾶς διαβεβαιώνει «Ζητεῖ πρῶτον τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν». Ἀμήν.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (Ματθ. θ΄ 1-8)
24 Ιουλίου 2022
Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ μᾶς παρουσιάζει τὴ θαυματουργικὴ θεραπεία τοῦ παραλυτικοῦ τῆς Καπερναούμ, τὸν ὁποῖον κατέβασαν ἀπὸ τὴ στέγη μπροστὰ στὸν Κύριο τέσσερις ἄνθρωποι ποὺ τὸν μετέφεραν.
Εἶναι πράγματι θαυμαστὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ἕνας παράλυτος σηκώθηκε ὄρθιος καὶ ἄρχισε νὰ βαδίζει μεταφέροντας καὶ τὸ κρεββάτι του. Ὡστόσο στὸ ἴδιο θαῦμα βλέπουμε ὅτι ὁ Κύριος γνωρίζει τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς μας, ποὺ εἶναι ἐπίσης θαυμαστό, γιαυτὸ καὶ ἀξίζει νὰ ὑπογραμμίσουμε αὐτὴ τὴν μεγάλη ἀλήθεια.
«Ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν», σημειώνει ὁ ἱερὸς Εὐαγγελιστής, χωρὶς νὰ περιμένει νὰ Τὸν παρακαλέσουν, ἀπευθύνθηκε στὸν ἄρρωστο καὶ τοῦ χάρισε αὐτὸ ποὺ ἤθελε καὶ πολὺ περισσότερα ἀκόμη, ἀφοῦ δὲν περιορίστηκε στὴ θεραπεία τοῦ σώματός του μόνον, ἀλλὰ καὶ στὴν ἰσορροπία τῆς ψυχῆς.
Πρῶτα τοῦ εἶπε «ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου» κι ἔπειτα «ἆρον σου τὴν κλίνην καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκον σου». Ἔτσι ὁ παραλυτικὸς ἔζησε διπλὸ τὸ θαῦμα. Καὶ τὸ ἄξιζε, διότι ἀσφαλῶς οὔτε αὐτὸς οὔτε οἱ συνοδοί του θὰ ὑποβάλλονταν σὲ τόσο μεγάλο κόπο, ἂν δὲν εἶχαν μέσα τους ἀκλόνητη τὴν πεποίθηση, ὅτι ὁ Κύριος εἶχε τὴ δύναμη νὰ τὸν ἀποκαταστήσει. Αὐτὴ τὴν ἰσχυρὴ πίστη ἐπιβραβεύει ἄλλωστε ὁ Κύριος μὲ τὸ θαῦμα.
Κάτι ἀνάλογο συμβαίνει καὶ στὴ δική μας ζωή. Ὁ Χριστὸς μὲ τὸ βλέμμα Του παρακολουθεῖ τὸν καθένα ξεχωριστά. Βλέπει τὰ προβλήματα καὶ τὶς δυσκολίες μας. Γνωρίζει τοὺς πόθους καὶ τὶς ἐπιθυμίες μας. Μετρᾶ κάθε βῆμα μας. Συμμετέχει στὸν ἀγώνα μας καὶ περιμένει ἐκούσια καὶ συνειδητὰ νὰ καλλιεργοῦμε τὴν πίστη, τὴν ὑπομονή, τὴν ἀγάπη καὶ κάθε ἀρετὴ μὲ τὴ βεβαιότητα ὅτι τίποτε δὲν πάει χαμένο.
Κι ὅταν ἀκόμη αἰσθανόμαστε τὸ δίκιο νὰ μᾶς πνίγει ἢ τὸ βάρος ἀπὸ τὴν ἀδικία νὰ μᾶς συντρίβει, ἀκόμη καὶ τότε πρέπει νὰ διατηροῦμε τὴ βεβαιότητα ὅτι ὁ Θεὸς γνωρίζει τὴν ἀλήθεια καὶ Ἐκεῖνος θὰ ἀποδώσει τελικὰ τὸ δίκαιο. Εἶναι πολύ σημαντικὸ νὰ πιστεύουμε στὴ συνεχῆ παρουσία Του καὶ νὰ Τὸν ὑπολογίζουμε ἔμπρακτα στὴ ζωή μας.
Ὅμως, ὅπως τότε ἔτσι καὶ σήμερα παράλληλα μὲ τὶς ἀγαθὲς ψυχὲς καὶ διαθέσεις, ὑπάρχουν καὶ μολυσμένες καρδιὲς γεμᾶτες φθόνο καὶ κακία.
Οἱ Γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι κάθε ἐποχῆς, ὅταν ἄκουσαν ὅτι ὁ Κύριος ἔδωσε ἄφεση ἁμαρτιῶν στὸν παραλυτικό, ἄρχισαν νὰ διαμαρτύρονται λέγοντες «Οὗτος βλασφημεῖ». Κανεὶς δὲν ἔχει δικαίωμα νὰ συγχωρεῖ ἁμαρτίες παρὰ μόνον ὁ Θεός, φώναζαν. «Ἰδὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς τὰς ἐνθυμήσεις αὐτῶν εἶπεν· ἵνα τί ὑμεῖς ἐνθυμεῖσθε πονηρὰ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν;» Ἔκτοτε τὸ ἐπαναλαμβάνει, ἐλέγχοντας ὅλους ὅσους στεκόμαστε στὴν ἐπιφάνεια καὶ στὸν τύπο, κάνοντας δεύτερες καὶ πονηρὲς σκέψεις ἐξαντλούμενοι σὲ λογικὰ καὶ ἀνούσια ἐπιχειρήματα, χάνοντας τὴ χαρὰ ποὺ παρέχει ἡ οὐσία.
Σὲ ἀντίθετη τροχιὰ ἡ ἐφευρετικότητα τῆς πίστης τῶν συνοδῶν τοῦ παραλύτου θὰ μᾶς ὑπενθυμίζει ξεκάθαρα ὅτι ἡ γνήσια καὶ πραγματική, ἡ δυνατὴ καὶ θερμὴ πίστη δὲν κάμπτεται ἀπὸ ἐμπόδια, δὲν σταματᾷ μπροστὰ σὲ δυσκολίες. Δὲν ἐμποδίζει τὴν ἀγάπη, ἀλλὰ ἐπινοεῖ καὶ ἐφευρίσκει, τρόπους καὶ δρόμους συμπαράστασης καὶ ἐνίσχυσης, παρηγοριᾶς καὶ ἀνακούφισης μέσα ἀπὸ ἐκδηλώσεις καὶ ἔργα ἀγάπης.
Εἶναι ἀλήθεια, δυστυχῶς, ὅτι οἱ ἀρετὲς τῆς ἀλληλεγγύης καὶ τῆς χαρᾶς μας γιὰ τὴ χαρὰ τοῦ ἀδελφοῦ μας εἶναι σπάνιες στὴν Ἐκκλησία, ὅπου θὰ ἔπρεπε νὰ περισσεύουν.
Ἀδελφοί μου,
ἡ συνείδηση ὅτι ὁ Κύριος γνωρίζει «τὰς ἐνθυμήσεις ἡμῶν», πέραν τῶν ὅσων ἐκδηλώνουμε, θὰ γίνει μοχλὸς νὰ προσπαθοῦμε μέσα στὸ περιβάλλον ποὺ ζοῦμε, μὲ τὴ στάση τῆς ζωῆς μας καὶ μὲ τὴ συμπεριφορά μας, νὰ ἐνισχύουμε τὴν πίστη τὴ δική μας καὶ τῶν ἄλλων, προκειμένου νὰ ζήσουμε τὸ θαῦμα. Ἀμήν.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (Ματθ. δ΄ 18-23)
26 Ιουνίου 2022
«Δεῦτε ὀπίσω μου καί ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων»
Οἱ ἄνθρωποι ἀνάλογα μὲ τὸν προσανατολισμὸ τῆς ψυχῆς τους ἀποδέχονται τὸν Χριστὸ ἢ τὸν ἀπορρίπτουν. Ἐκεῖνο ποὺ κάνει τὴ διαφορὰ εἶναι ἡ διατήρηση τῆς ἄδολης καρδιᾶς, ἐπειδὴ αὐτὴ ἀναγνωρίζει τὸν Θεὸ «Μακάριοι οἱ καθαροὶ τῆ καρδία ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται».
Ἡ καρδιὰ κατὰ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι τὸ κέντρο τῆς ὕπαρξης τοῦ ἀνθρώπου. Ὄχι βεβαίως ἡ σωματικὴ καρδιὰ ἀλλὰ ἡ πνευματική. «Ὁ ἀγαθὸς ἄνθρωπος ἐκ τοῦ ἀγαθοῦ θησαυροῦ ἐκβάλλει ἀγαθά, καὶ ὁ πονηρὸς ἄνθρωπος ἐκ τοῦ πονηροῦ θησαυροῦ ἐκβάλλει πονηρά... ἐκ γὰρ τοῦ περισσεύματος τῆς καρδίας τὸ στόμα λαλεῖ » (Ματθ. ιβ, 35) μᾶς πληροφορεῖ ἡ Γραφή. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἡ κάθαρση τῆς καρδίας εἶναι τὸ πρῶτο στάδιο τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ κάνει τὴν πνευματικὴ ἐκείνη πορεία ὥστε στὴν θέση τοῦ θυμοῦ νὰ ἐγκατασταθεῖ ἡ ἀγάπη, στὴ θέση τῆς ἐπιθυμίας ἡ ταπείνωση καὶ ἡ ἀνιδιοτέλεια καὶ στὴ θέση τοῦ ἄκαρπου λογισμοῦ ὁ Θεός. Ἡ ἀγάπη, ἡ ἀνιδιοτέλεια καὶ ἡ μονολόγιστη εὐχὴ τοῦ Χριστοῦ ὑπῆρξαν τὰ βιώματα τῶν Ἁγίων κάθε ἐποχῆς.
Ἔτσι, ὁ ἄνθρωπος ὀφείλει νὰ ξεκαθαρίσει στὸ νοῦ του ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἡ πρώτη ἀγάπη. Ὅλα τὰ ἄλλα ἕπονται. Ἡ καθημερινότητα καὶ ἡ βιοπάλη νὰ μὴν ἀποτελοῦν τὸ κέντρο τῆς ζωῆς καὶ τῶν διαλογισμῶν ἀλλὰ μὲ βάση τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ νὰ ἐξηγοῦνται οἱ χαρές, οἱ λύπες, ἡ καθημερινότητα, νὰ ἀντιμετωπίζονται τὰ προβλήματα. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔχει τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ στὸ κέντρο τῆς καρδιᾶς του ἔχει ἰσορροπία καὶ δὲν διακατέχεται ἀπὸ ἄγχος ἢ πανικό. Ἡ ζωή του ἔχει σκοπὸ τὴν ἕνωση μὲ τὸν Θεό. Σὲ κάθε ἄλλη περίπτωση ἡ ζωὴ εἶναι ἄσκοπη καὶ αἰτία δυστυχίας καὶ ἀποπροσανατολισμοῦ. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος βγάλει ἀπὸ τὸ κέντρο τῆς καρδιᾶς του τὸν Θεὸ τότε στρέφεται στὰ κτίσματα ἀντὶ στὸν Κτίστη καὶ δὲν βρίσκει λύτρωση στὴν ἀναζήτησή του γιατὶ ὁ ἄνθρωπος ἔχει πλασθεῖ ἀπὸ τὸν Θεό, γιὰ τὸν Θεὸ προκειμένου νὰ ζήσει μὲ τὸν Θεό. Κανένα ὑποκατάστατο δὲν γεμίζει τὸν ἄδειο χῶρο τῆς καρδιᾶς του καὶ εἶναι δυστυχισμένος. Σήμερα, δισεκατομμύρια ἄνθρωποι βρίσκουν τὴν ἰσορροπία τους μὲ ψυχοφάρμακα, χωρὶς ὅμως στὴν οὐσία νὰ ἐπιλύουν τὸ πρόβλημα τῆς ψυχῆς τους, ἐπειδὴ αὐτὸ δὲν εἶναι ἀποτέλεσμα χημικῆς ἐπεμβάσεως, ἀλλὰ πνευματικῆς καταστάσεως.
Στὴν Εὐαγγελικὴ διήγηση οἱ ἁπλοῖ ψαράδες τῆς λίμνης Γεννησαρὲτ ἀναγνώρισαν τὸν Κύριο καὶ τὸν ἀκολούθησαν. Τὸ κριτήριο ἦταν ἡ ἁπλότητα καὶ ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς τους. Τὸ κήρυγμά τους ἦταν ἔκφραση τῆς ἐμπειρίας τους ἀλλὰ καὶ τῆς ἰδιοσύστασης τοῦ χαρακτήρα τους. Δὲν ἐκήρυξαν μὲ βάσει τὴν διαλεκτικὴ ἢ ἀλλη μέθοδο ἀπόδειξης ἀλλὰ μὲ βάσει τὴν ἁπλότητα τοῦ νοῦ τους.
Κατὰ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο: «οὐκ ἔγνω ὁ κόσμος διὰ τῆς σοφίας τὸν Θεὸν ἀλλὰ εὐδόκησεν ὁ Θεὸς διὰ τῆς μωρίας τοῦ κηρύγματος σῶσαι τοὺς πιστεύοντας...ὅτι τὰ μωρὰ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Κύριος ἵνα τοὺς σοφοὺς καταισχύνει» (Α΄Κορ. α, 21 κ.ἑ.). Ἂν ὁ Θεὸς προσεγγίζετο γνωστικῶς μόνον, τότε μόνον οἱ ἔξυπνοι αὐτοῦ τοῦ κόσμου θὰ τὸν γνώριζαν. Ὅμως ἀποζητᾶ «καρδίαν καθαρὰν καὶ πνεῦμα εὐθές» ἐπειδὴ στὶς καθαρὲς καρδιὲς ζεῖ ὁ Θεός.
Σήμερα ὁ κόσμος ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ ἁγίους ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου. Ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς τους, τὸ ἀποστολικὸ κήρυγμά τους καὶ ἀσφαλῶς ἡ εὐδοκία τοῦ Κυρίου θὰ ἁλιεύσει καὶ πάλι τὴν ψυχὴ τοῦ κόσμου καὶ θὰ τὴν ὁδηγήσει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία στὴν εὐθεία ὁδὸ τοῦ φωτός, τῆς ἀλήθειας καὶ τῆς ζωῆς. Ἀμήν.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΘΕΟΦΟΡΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ (Ἰωάν. ιζ΄1-13 )
5 Ιουνίου 2022
Ἡ σημερινὴ περικοπὴ τοῦ Εὐαγγελίου ἀποτελεῖ τμῆμα τῆς μεγάλης ἀρχιερατικῆς προσευχῆς, ποὺ ὁ Χριστὸς ἀπηύθυνε πρὸς τὸν Θεὸ Πατέρα λίγο πρὸ τοῦ Πάθους του. Σὲ αὐτὴ διευκρινίζει ὁ Κύριος, ὅτι ἡ αἰώνιος ζωὴ δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρὰ ἡ ζωὴ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος, ὡς γνώση καὶ σχέση τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ καὶ ὡς μετοχὴ στὴ ζωή, στὸ πάθος καὶ στὴ δόξα τοῦ Χριστοῦ, δηλαδὴ στὴ ζωὴ καὶ στὴν ἀνάστασή Tου.
Ἡ ἰδέα γιὰ τὴν αἰώνιο ζωὴ εἶναι ἔμφυτη στὸν ἄνθρωπο καὶ γι’ αὐτὸ ὅλοι σὲ ὅλο τὸν κόσμο πιστεύουν σὲ αὐτή. Εἴτε εἶναι πιστοὶ κάποιας θρησκείας εἴτε ἄπιστοι, ὅλοι ἔχουν ἀντίληψη μιᾶς μετὰ θάνατον συνέχειας τῆς ζωῆς καὶ ἐπιβίωσης τῆς ὕπαρξης τοῦ ἀνθρώπου.
Στὸν Χριστιανισμό, σύμφωνα μὲ ὅσα ὁ Κύριος ἀναφέρει στὰ Εὐαγγέλια καὶ ὅπως ἡ παράδοση τῶν Πατέρων τὰ ἑρμήνευσε, ἡ αἰώνιος ζωὴ δὲν ἀφορᾶ μόνο σὲ μία μετὰ θάνατον συνέχιση τῆς ζωῆς, ἀλλὰ σὲ κάτι πιὸ βαθὺ καὶ πιὸ οὐσιαστικό. Πρῶτα πρῶτα στὸν Χριστιανισμὸ δὲν ὑπάρχει πλέον θάνατος. Αὐτὸς νικήθηκε διὰ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου. Ἔπειτα, αὐτὸ ποὺ λέμε αἰώνιος ζωὴ εἶναι ἡ ζωὴ κοινωνίας μὲ τὸν Θεό, ἡ ὁποία ὅμως ἀρχίζει ἀπὸ αὐτὴ τὴ ζωὴ καὶ συνεχίζεται, ὡς τέλεια, καὶ ὡς μακαρία καὶ ἀληθινὴ ζωὴ κοντὰ στὸν μόνο ἀληθινὸ Θεό. Ἀφορᾶ στὴ γνώση τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ, ὡς συμμετοχὴ στὴ ζωὴ καὶ τὴ δόξα Του. Ἡ αἰώνιος ζωὴ εἶναι τελικὰ ἡ κοινωνία ἀνθρώπου καὶ Θεοῦ, εἶναι ἡ δωρεὰ τῆς δόξας Του στὸν ἄνθρωπο.
Οἱ ἄνθρωποι στὴ μακαριότητα τῆς αἰωνότητας θὰ συμμετέχουν στὴ δόξα τοῦ Χριστοῦ, στὴν ἀνεκλάλητη χαρὰ τοῦ Παραδείσου, κατὰ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο. Ἐκεῖ, στὴν ἄνω Ἱερουσαλήμ, δὲν θὰ ὑπάρχει θλίψη καὶ πόνος καὶ ταλαιπωρία καὶ ἀσθένεια καὶ θάνατος καὶ πένθος καὶ δάκρυα. Στὴν κατάσταση τῆς αἰωνίου ζωῆς τὰ πάντα θὰ εἶναι καινά. Θὰ βασιλεύει ἡ δικαιοσύνη, ἡ ἀρετή, ἡ ὁμόνοια, ἡ εἰρήνη, ἡ ἀγάπη: «τὰ πάντα ἐν εἰρήνῃ καὶ εὐφροσύνῃ καὶ χαρᾷ ἔσται. Πάντα εὔδια καὶ γαληνά, πάντα ἡμέρα καὶ λαμπρότης καὶ φῶς», ὅπως γράφει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος.
Ὅταν ὁ Χριστὸς ἀποκάλυπτε τὴν πραγματικότητα τῆς αἰωνίου ζωῆς ὅδευε πρὸς τὸ Πάθος καὶ πρὸς τὸν τὸν θάνατο. Παρόλα αὐτὰ ὁμιλεῖ γιὰ χαρά, τὴν ὁποία ὁ ἴδιος ἔχει καὶ μπορεῖ νὰ μεταδώσει καὶ στοὺς μαθητές του. Ἡ χαρὰ αὐτὴ δὲν ἔχει σχέση μὲ τὴν ψεύτικη καὶ ἐπιφανειακὴ χαρὰ τοῦ κόσμου, ἡ ὁποία οὐδέποτε διαρκεῖ γιὰ πολὺ καὶ εἶναι πάντοτε συνυφασμένη μὲ τὸν πόνο. Ἡ χαρὰ τοῦ Θεοῦ περνᾶ μὲν ἀπὸ τὸν πόνο τοῦ Σταυροῦ, ὅμως, ἐγκαθίσταται ἀδιατάρακτη πλέον στὴν ψυχὴ τοῦ κάθε γνήσιου μαθητὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ προσφέρεται ὡς ἀτελεύτητη στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Ἡ χαρὰ τοῦ Χριστοῦ εἶναι καρπὸς ἀγῶνα καὶ δωρίζεται ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὡς ἐσωτερικὴ εἰρηνικὴ καὶ εὐφρόσυνη κατάσταση. Ὁ προαπαιτούμενος ἀγῶνας χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὴν πίστη στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καὶ κατ’ ἐπέκταση ἀπὸ τὴν ὑπακοὴ στὶς ἐντολές του, τὴν τήρηση τῆς συνείδησης, τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον καὶ τὴ φιλανθρωπία πρὸς τοὺς δυστυχοῦντας. Ὁ κόσμος οὐδεμία σταθερὴ χαρὰ προσφέρει, διότι ὅλες οἱ τέρψεις μεταβάλλονται σὲ λύπες καὶ στεναγμούς. Τὸ μόνο σταθερὸ στοιχεῖο αὐτῆς τῆς ζωῆς εἶναι ὁ Σωτῆρας Χριστὸς καὶ ἡ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι παραμονή του στὸν κόσμο. Ζῶντας κανεὶς σὲ κοινωνία μαζί του μπορεῖ νὰ χαρεῖ πραγματικά, νὰ χαρεῖ δηλαδὴ «ἐν Κυρίῳ» κατὰ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο.
Οἱ Χριστιανοί πρέπει νὰ ζοῦμε καθὼς ἁρμόζει στὴν κλήση μας, δὲν ἐπηρεαζόμαστε ἀρνητικὰ ἀπὸ τὰ δυσάρεστα τοῦ κόσμου καὶ δὲν πασχίζουμε νὰ βροῦμε παρηγοριὰ στὰ ἐφήμερα τῆς καθημερινότητας, τοῦ πλούτου καὶ τῆς ἡδονῆς. Ἡ προσοχὴ καὶ ἡ ἐλπίδα μας βρίσκονται στὸν ἀγῶνα μίμησης τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι χαιρόμαστε καὶ ταυτόχρονα ἀναμένουμε τὴ συνέχεια τῆς ζωῆς μας στὴν αἰωνιότητα τῆς κοινωνίας μας μὲ τὸν Θεό. Ἀμήν.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ (Ἰωάν. ζ΄ 37-52, η΄12)
12 Ιουνίου 2022
Σήμερα, ἑορτάζουμε τὴν κάθοδο καὶ τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στοὺς Ἀποστόλους καὶ δι' αὐτῶν σὲ ὅλη τὴν οἰκουμένη. Σήμερα, ἐγκαινιάζεται ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Σήμερα, οἱ ἄνθρωποι δύνανται νὰ μετέχουν στὰ μείζονα, δηλαδὴ στὴν ἀθανασία καὶ στὴν ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ.
Πρὶν τὴν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν Ἐνανθρώπησή του, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δὲν βρισκόταν ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους. Χορηγοῦσε μὲν τὰ χαρίσματά του, τὴν ἔλλαμψη καὶ τὸν ἁγιασμὸ σὲ κάποιους ἀνθρώπους, ὅπως ἦταν οἱ Προφῆτες, ὥστε αὐτοὶ νὰ ἱκανωθοῦν νὰ γνωρίσουν τὸν Θεό, νὰ κηρύξουν καὶ νὰ ὁμιλήσουν γιὰ τὰ μέλλοντα, ὅμως αὐτὸ (τὸ Ἅγιο Πνεῦμα) ἀπουσίαζε, ὡς μόνιμη καὶ διαρκὴς παρουσία, ἀπὸ τὸν κόσμο.
Ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε ἐξ ἀρχῆς ἀπὸ τὸν Θεό, ὥστε νὰ μετέχει τῆς ἀθανασίας καὶ τῆς ἀφθαρσίας Του. Τὴ δυνατότητα αὐτὴ θὰ τὴν προσέφερε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, μὲ τὴν προϋπόθεση βέβαια ὅτι ὁ πρωτόπλαστος θὰ τηροῦσε τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἐπιλογὴ ὅμως τοῦ ἀνθρώπου νὰ παρακούσει τὸν Θεό, εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νὰ ἀπωλέσει κάθε ἀγαθὸ καὶ συνεπῶς καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Πλέον ὁ ἄνθρωπος ἔγινε φθαρτός, θνητὸς καὶ εὔκολος πρὸς τὴν ἁμαρτία.
Ἡ Ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ ἔγινε γιὰ νὰ ἐπανέλθει ὁ ἄνθρωπος στὴν ἀρχαία του δόξα. Αἴτιο αὐτῆς τῆς ἀναγέννησης καὶ τοῦ ἁγιασμοῦ εἶναι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ Χριστὸς ἐπαγγέλεται ὅτι θὰ τὸ δώσει στοὺς ἀνθρώπους. Πρῶτος δὲ ὁ Χριστὸς λαμβάνει, κατὰ τὴ Βάπτιση, στὴν ἀνθρώπινή του φύση, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ ἔτσι γίνεται ἡ ἀπαρχὴ τῆς καινούργιας ζωῆς καὶ τῆς νέας φύσης τῶν ἀνθρώπων. Ὅταν ὁ Χριστὸς βρισκόταν σωματικὰ ἐπὶ τῆς γῆς, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐνεργοῦσε δι' Αὐτοῦ. Μετὰ τὴν Ἀνάληψη ὅμως ἀποστέλλεται ἀπὸ τὸν Χριστό, ὡς Παράκλητος, στοὺς ἀνθρώπους καὶ παραμένει γιὰ νὰ τοὺς ἁγιάζει καὶ νὰ τοὺς χαριτώνει..
Ἔτσι κατὰ τὴν Πεντηκοστή, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἔρχεται καὶ κατοικεῖ ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους. Ὁ τρόπος τῆς ἔλευσής του, ἐν εἴδει πυρίνων γλωσσῶν, οἱ ὁποῖες στάθηκαν ἐπὶ τῶν μαθητῶν στὸ ὑπερῶο τῆς Ἱερουσαλήμ, βεβαιώνει τὸ μεγαλεῖο τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ καὶ ἀποκαλύπτει ἕναν βαθύτερο συμβολισμό: Πρῶτον, οἱ γλῶσσες παρουσιάζονται ὡς πύρινες. Τοῦτο σημαίνει ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι πῦρ, τὸ ὁποῖο κατακαίει τὴν ἁμαρτία καὶ τὴ μοχθηρία τῶν ἀνθρώπων, δεῦτερον, οἱ πύρινες γλῶσσες μερίστηκαν στοὺς παρευρισκομένους, δείχνοντας τὸ διάφορο τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τρίτον, τὸ ὅτι τὸ πῦρ στάθηκε στὶς κεφαλὲς τῶν μαθητῶν δείχνει ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἀναπαύεται στὴν ἁγιότητα τῶν ἐκλεκτῶν καὶ τῶν ἀγωνιστῶν στὴν τήρηση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, τέταρτον, ὅταν οἱ πύρινες γλῶσσες τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κατῆλθαν, οἱ μαθητὲς βρίσκονταν στὸ ὑπερῶο, δηλαδὴ σὲ ἕνα ὑψηλὸ μέρος. Τοῦτο ὑποδηλώνει τὸν ἀγῶνα τοῦ ἀνθρώπου νὰ τηρήσει τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὸν βοῦρκο τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ ἀνυψωθεῖ πρὸς τὸν Θεό. Ἄλλωστε καὶ τὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας δόθηκε ἀπὸ τὸν Χριστὸ στὸ ὑπερῶο, δείχνοντας ὅτι ἡ μετοχὴ σὲ αὐτὸ ἀπαιτεῖ τὴν ἀνύψωση τοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ γενέθλιος ἡμέρα τῆς Ἐκκλησίας ἀδελφοί μου, δηλαδὴ ἡ Πεντηκοστὴ, θὰ ἑορτάζεται οὐσιαστικὰ ὅταν ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι ἑτοιμαζόμαστε ἔμπρακτα γιὰ τὸν ἐρχομό του κατὰ τὸν τρόπο ποὺ θέλει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Νὰ ἐνεργοῦμε δηλαδὴ καὶ νὰ ζοῦμε ἐν μετανοίᾳ, νὰ ἀγωνιζόμαστε κατὰ Θεὸν καὶ νὰ προσπαθοῦμε νὰ τηρήσουμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ, ὥστε Αὐτὸ νὰ ἀποθησαυρίσει στὴν ψυχή μας τὰ ἀμετάβλητα ἀγαθὰ καὶ τὰ χαρίσματά Του. Ἀμήν.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ (Ματθ. ι΄ 32-33, 37-38, ιθ΄27-30)
19 Ιουνίου 2022
Στὴ ζωντανὴ ὁμολογία πίστεως ὅλων τῶν ἀνθρώπων τοῦ Θεοῦ, «πάντων τῶν Ἁγίων» κάθε χρόνου καὶ τόπου, ἀναφέρεται ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή. Ἐπειδὴ ἡ μαρτυρία τῆς χριστιανικῆς πίστεως εἶναι ἀπαίτηση τοῦ Θεοῦ, ἀποτελεῖ προϋπόθεση τῆς γνήσιας χριστιανικῆς ζωῆς. Αὐτὴ ἡ ὁμολογία καὶ μαρτυρία πίστεως συνίσταται σὲ λόγια, ἔργα καὶ συμπεριφορές. Ἀπὸ τὰ μικρὰ καὶ ἀσήμαντα τῆς καθημερινότητάς μας μέχρι τὰ μεγάλα καὶ βαρυσήμαντα, τὰ δύσκολα διλήμματα, τὶς μεγάλες ἀποφάσεις καὶ τὶς καθοριστικὲς ἐπιλογές μας.
Ἡ αὐθεντικὴ ὁμολογία πίστεως δὲν ἔχει σχέση μὲ τὴν ἐπίδειξη καὶ τὴν μισαλλοδοξία. Δὲν εἶναι ὑπεράσπιση μίας ἰδεολογίας μὲ ἐμπάθεια καὶ φανατισμὸ πρὸς καθετὶ ἀντίθετο μὲ τὴν ἀλήθεια ποὺ πιστεύουμε. Δὲν καταδικάζει καὶ δὲν ἀπορρίπτει τὸν ἄλλον, ἔστω καὶ ἂν βρίσκεται στὴν πλάνη καὶ στὴν ἄρνηση. Ὅποιος ὁμολογεῖ τὸν Χριστὸ μὲ λόγια καὶ μὲ ἔργα ἀγαπᾷ πραγματικὰ τὸν Θεὸ, ἀλλὰ καὶ τὴν εἰκόνα Του, τὸν ἄνθρωπο, γιατὶ γνωρίζει καλὰ ὅτι γιὰ τὸν κάθε ἄνθρωπο «Χριστὸς ἀπέθανε». Ἀγαπᾷ τὸν ἄνθρωπο μὲ μία ἀγάπη ποὺ δὲν εὐχαριστεῖ, ἀλλὰ ὠφελεῖ τὸν ἄλλο, γι’ αὐτὸ καὶ συχνὰ τὸν δυσαρεστεῖ ἐν ἀληθείᾳ. Ὑπομένει καὶ περιμένει τὴν ἐπιστροφὴ τοῦ ἄλλου. Ὅποιος ὁμολογεῖ τὸν Χριστό δὲν συμβιβάζεται κάθε φορὰ ποὺ ἡ ἀλήθεια παραμερίζεται καὶ ποικίλες ἀρνητικὲς ἰδεολογίες κλονίζουν τὴν πίστη. Ὅταν οἱ σταθερὲς ἀξίες τῆς ζωῆς ὑπονομεύονται, ἐνῶ ἡ διαφθορὰ καὶ ἡ διαπλοκὴ ἀποθρασύνονται ὅπως συχνὰ συμβαίνει στὶς μέρες μας. Ἴσως, βέβαια, στὶς σημερινὲς συνθῆκες ζωῆς ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως νὰ μὴν ἀπαιτεῖ μαρτύρια καὶ θάνατο. Ὅμως καὶ σήμερα κοστίζει πολλὰ σὲ ὅποιον δὲν ἐφησυχάζει νωχελικὰ στὴν βολεμένη ζωή του. Ὁ πιστὸς καλεῖται πάντα νὰ ἀντιστέκεται καὶ νὰ διαφοροποιεῖται ἀπέναντι σὲ πρόσωπα, γεγονότα, καταστάσεις καὶ σχέσεις ποὺ εἶναι διαβρωμένες ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ ἀντιστρατεύονται τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τὸ θάρρος τῆς ὁμολογίας πρέπει νὰ συνοδεύεται ἀπὸ τὸν φωτισμὸ τοῦ Χριστοῦ, ὅπως τονίζει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ: «ἐγὼ γὰρ δώσω ὑμῖν στόμα καὶ σοφίαν, ᾗ οὐ δυνήσονται ἀντιστῆναι ἢ ἀντειπεῖν ἅπαντες οἱ ἀντικείμενοι ὑμῖν» (Λουκ. 21.15), γιατί ἐγῶ θὰ σᾶς δώσω λόγια καὶ σοφία καὶ σ’ αὐτὰ δὲν θὰ μπορέσουν νὰ ἀντισταθοῦν καὶ νὰ τὰ ἀντικρούσουν οἱ ἀντίπαλοί σας. Αὐτὸ σημαίνει διάκριση καὶ σύνεση, γιὰ νὰ ξέρουμε πότε καὶ τί πρέπει νὰ λέμε, ἀλλὰ καὶ πότε καὶ ποῦ πρέπει νὰ σιωποῦμε, ἂν αὐτὸ ὠφελεῖ περισσότερο, μὲ μία σιωπὴ δυνατή, ποὺ λέει πιὸ πολλὰ.
Ἂν ὁμολογία πίστεως εἶναι νὰ ἀκολουθοῦμε τὸν Χριστὸ καὶ στὴν Γεθσημανὴ καὶ στὸν Γολγοθᾶ, τότε μποροῦμε νὰ ἔχουμε τὴν βεβαιότητα τῆς συνάντησης μαζί Του στὴν Ἀνάσταση. Ὅμως πρὶν ἀπὸ τὸ ἔπαθλο ὑπάρχει ὁ ἀγῶνας καὶ πρὶν ἀπὸ τὴν ἀνάσταση ὁ σταυρός. Ἐδῶ ἡ δύναμη τοῦ πιστοῦ «τελειοῦται ἐν ἀσθενείᾳ». Αἰσθάνεται ἀδύναμος στὶς σκληρὲς ἀπαιτήσεις τοῦ Εὐαγγελίου, γι’ αὐτὸ καὶ ἐμπιστεύεται τὸν ἑαυτό του στὴν ἀγαπῶσα ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Σηκώνει μὲ αὐταπάρνηση τὸν προσωπικό του καθημερινὸ σταυρὸ καὶ συσταυρώνεται ἐσωτερικὰ μὲ τὸν Χριστό. Ὁμολογεῖ τὴν δύναμη τοῦ Χριστοῦ μέσα του, γιατί ζεῖ τὴν μετάνοια, τὴν ἀφάνεια καὶ τὴν ταπείνωση. Αὐτὸ καταδεικνύουν τὰ συναξάρια καὶ τὰ μαρτυρολόγια ὅλων τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας. Δὲν ἔκαναν ὅλοι θαύματα, ἀγάπησαν, ὅμως, ὅλοι τὸν Χριστὸ καὶ ἀγωνίσθηκαν σιωπηλὰ καὶ ὑπομονετικὰ στὸ ὄνομά Του. Τὸν ὁμολόγησαν γενναία μὲ τὸν λόγο τους καί, κυρίως, μὲ τὸ παράδειγμά τους. Δὲν τελείωσαν ὅλοι τὴν ζωὴ τους μαρτυρικὰ για τὸν Χριστό, ἔζησαν, ὅμως, ὅλοι μὲ τὸν Χριστὸ καὶ γιὰ τὸν Χριστό. «Ἰδοὺ ἀφήκαμεν τὰ πάντα καὶ ἠκολουθήσαμέν σοι» (Ματθ.19,27), ἀφήσαμε τὰ πάντα καὶ σὲ ἀκολουθήσαμε, ἀκοῦμε νὰ λέει ὁ Ἀπόστολος Πέτρος καὶ μέσω αὐτοῦ ὅλοι οἱ ἅγιοι ποὺ προσπαθοῦν νὰ ἀνταποκριθοῦν στὴν κλήση τους. Ἄς προσέχουμε, γιατί ἀξιώματα, χρήματα, περιουσίες, συγγενικοὶ δεσμοὶ καὶ ἀνθρώπινες σχέσεις γίνονται κάποτε ἐμπόδια σ’ αὐτὸ ποὺ ὁ Θεὸς ζητᾷ ἀπὸ ἐμᾶς. Ὅλοι οἱ Ἄγιοι δὲν ἔγιναν γνωστοί, πλούτισαν, ὅμως, ὅλοι τὴν χριστιανικὴ ἐμπειρία καὶ φώτισαν τὸν δρόμο τοῦ ἀγῶνα μας. Ἔπεσαν στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Θεοῦ καὶ παραδόθηκαν μὲ ἐμπιστοσύνη στὸ θέλημά Του, γι’ αὐτὸ καί μπόρεσαν νὰ πετύχουν τὰ ἀκατόρθωτα.
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἡ μαρτυρία πίστεως φανερώνει τὴν οὐσιαστική μας σχέση μὲ τὸν Θεὸ καὶ τὸ βάθος τῆς χριστιανικῆς μας συνείδησης. Ἂς προσπαθοῦμε νὰ τὴν ἐπιβεβαιώνουμε καθημερινά μὲ τὴν ζωή μας καὶ μὲ τὸν ἀγῶνα μας. Ἀμήν.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ (Ἰωάν. θ΄ 1-38)
29 Μαΐου 2022
«Ἓν οἶδα, ὅτι τυφλὸς ὢν ἄρτι βλέπω».
Ἔλαμψε στὴ σημερινὴ Εὐαγγελικὴ περικοπὴ ἡ ἀγάπη τοῦ Κυρίου καὶ ἡ παντοδυναμία Του. Θεράπευσε ἕναν ἐκ γενετῆς τυφλό, ἕναν ἀόμματο. Ἔλαμψε ὅμως καὶ ἡ ἀρετὴ τοῦ θεραπευμένου τυφλοῦ, ὁ ὁποῖος ὁμολόγησε μὲ ὑποδειγματικὸ τρόπο τὴν ἀλήθεια γιὰ τὴ θεραπεία του καὶ γιὰ τὸν Κύριο Ἰησοῦ, ὅσο Τὸν εἶχε γνωρίσει. Μὲ αὐτὴ τὴν ἀφορμὴ ἂς δοῦμε ποιὰ εἶναι τὰ γνωρίσματα τῆς ὁμολογίας τοῦ τυφλοῦ καὶ πῶς θὰ μπορέσουμε καὶ ἐμεῖς νὰ ὁμολογοῦμε θεάρεστα τὴν πίστη μας.
Ἡ ὁμολογία τοῦ τυφλοῦ διακρίνεται πρῶτα-πρῶτα ἀπὸ ἀνδρεία. Ὁ τυφλὸς μὲ θάρρος ὁμολόγησε τί εἶχε συμβεῖ, χωρὶς νὰ φοβηθεῖ τοὺς Φαρισαίους καὶ χωρὶς νὰ ὑποκύψει στὶς πιέσεις τους. Οἱ Φαρισαῖοι μισοῦσαν τὸν Κύριο καὶ εἶχαν ἀπειλήσει ὅτι ὅποιος Τὸν ὁμολογοῦσε ὡς Μεσσία θὰ γινόταν ἀποσυνάγωγος. Ἦταν φοβερὴ τιμωρία νὰ γίνει κανεὶς ἀποσυνάγωγος. Θὰ λέγαμε σήμερα, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ πάει στὴν ἐκκλησία οὔτε νὰ συμμετάσχει στὰ ἱερὰ Μυστήρια, θὰ τὸν κρατοῦσαν ὅλοι σὲ ἀπόσταση σὰν μιασμένο καὶ θὰ τοῦ ἔκλειναν τὴν πόρτα. Οἱ γονεῖς τοῦ πρώην τυφλοῦ φοβήθηκαν, δὲν ὁμολόγησαν··ὁ ἴδιος ἀντίθετα ἔδειξε ἀξιοθαύμαστο θάρρος ἀπὸ τὴν ἀρχὴ μέχρι τὸ τέλος τῆς ἀνακρίσεως ποὺ τοῦ ἔκαναν οἱ ἐχθροὶ τοῦ Κυρίου.
Ἔδειξε θάρρος, ὄχι ὅμως καὶ θράσος. Ἡ ὁμολογία του ξεχωρίζει καὶ γιὰ τὸ ἀνώτερο ἦθος της. Ἂν καὶ κατάλαβε τὴ δολιότητα τῶν Ἰουδαίων, δὲν θύμωσε οὔτε τοὺς ἤλεγξε. Ἀπαντοῦσε σταθερά, μὲ εὐθύτητα καὶ ἠρεμία. Καὶ ὅταν τὸν χλεύασαν καὶ τὸν ἔδιωξαν, δὲν ἀνταπέδωσε.
Τέλος, ἡ ὁμολογία του εἶχε λογικὰ ἐπιχειρήματα. Ὁ συλλογισμός του εἶχε ὡς ἑξῆς: «Ὁ Θεὸς δὲν εἰσακούει τοὺς ἁμαρτωλούς. Ἀπὸ τὴν ἄλλη ὁ Ἰησοῦς μοῦ ἔκανε θαῦμα πρωτοφανές, ποὺ μόνο μὲ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ μποροῦσε νὰ γίνει. Ἄρα ὁ Ἰησοῦς δὲν εἶναι ἁμαρτωλὸς ἀλλὰ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ». Κρυστάλλινη λογική, στὴν ὁποία οἱ Φαρισαῖοι δὲν μπόρεσαν νὰ ἀντιτάξουν παρὰ μόνο ὕβρεις καὶ βία.
Ἂς ἔρθουμε ὅμως σὲ μᾶς. Πῶς ὁμολογοῦμε τὴν πίστη μας στὸν Κύριο; Ἡ ἀπάντηση εἶναι ἁπλή. Ὁμολογοῦμε τὴν πίστη μας, μόνον ἐὰν τὴν ζοῦμε. Ὁ Κύριος σὲ ἄλλη περίπτωση εἶχε πεῖ « ὅποιος μὲ ὁμολογήσει εἶναι ἑνωμένος μαζί μου » δηλαδὴ ὁμολογεῖ κανεὶς τὸν Χριστὸ ὄχι μὲ τὴ δική του δύναμη ἀλλὰ μὲ τὴ βοήθεια τῆς θείας Χάριτος. Ἀντίστοιχα ὁ τυφλὸς ὁμολόγησε αὐτὸ ποὺ ἔζησε, ἡ ὁμολογία του ἦταν κατάθεση τῆς ἐμπειρίας του. Εἶπε «Ἂν εἶναι ἁμαρτωλὸς ὁ Ἰησοῦς, δὲν τὸ ξέρω. Ἕνα πράγμα ξέρω, ὅτι ἤμουν τυφλὸς καὶ τώρα βλέπω».
Νὰ συνδεθοῦμε λοιπὸν στενὰ μὲ τὸν Κύριο. Νὰ Τὸν γνωρίσουμε ἀληθινά. Νὰ ἐπιδιώκουμε νὰ ἑνωνόμαστε μαζί Του. Νὰ γίνει ἡ θεία Κοινωνία τὸ κέντρο τῆς ζωῆς μας. Ὅταν γνωρίσουμε τὸν Χριστό, τότε ἡ πίστη μας σ’ Ἐκεῖνον θὰ γίνει τόσο δυνατὴ καὶ ἡ ἀγάπη μας τόσο φλογερή, ὥστε δὲν θὰ μποροῦμε νὰ μὴν Τὸν ὁμολογοῦμε. Δὲν θὰ ἀμφιταλαντευόμαστε προκειμένου νὰ Τὸν ὑπερασπισθοῦμε, ἀκόμη κι ἂν μᾶς ἀπειλοῦν μὲ θάνατο. Ἀφοῦ θὰ ποθοῦμε νὰ ζήσουν καὶ οἱ ἄλλοι τὴ χαρὰ τῆς χριστιανικῆς ζωῆς, αὐθόρμητα θὰ τὴν ὁμολογοῦμε.
Ὀφείλουμε οἱ Χριστιανοὶ ποὺ ζοῦμε τὸν Χριστὸ νὰ ἔχουμε τὸ θάρρος νὰ Τὸν ὁμολογοῦμε. Τὸ ἔχει ἀνάγκη ἡ κοινωνία μας, ἡ τόσο ἀποστατημένη, στὴν ὁποία ὑπάρχει τόση ἄγνοια καὶ τόση ἐχθρότητα ἐναντίον τῆς Πίστεως. Ὅποιος ἀντέξει νὰ ὁμολογήσει τὸν Χριστό, ὅποιος βαστάσει τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, θὰ ὠφελήσει πολλὲς καλοπροαίρετες ψυχὲς ποὺ ζοῦν μέσα στὸ σκοτάδι. Αὐτὸς θὰ στηρίξει καὶ τοὺς ἀδύναμους πιστούς. Θὰ ὑποστεῖ ἴσως τὴν ἀπόρριψη ὅσων ζοῦν καὶ ἀγαποῦν τὸ σκοτάδι. Ἀλλὰ ἂς μὴ φοβηθεῖ. Ὁ Κύριος θὰ τοῦ χαρίσει τὸν στέφανο τῆς Βασιλείας Του, Αὐτὸς ποὺ στεφανώνει ὅσους ὑποφέρουν γιὰ τὴν ἀγάπη Του.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ (Ἰωαν. δ΄ 5-42)
22 Μαΐου 2022
Πολλὲς φορὲς δίδασκε ὁ Χριστὸς σὲ ἁπλοὺς ἀνθρώπους ποὺ δὲν εἶχαν κανένα ἐξωτερικὸ χαρακτηριστικὸ ἁγιότητας ἢ θρησκευτικῆς ὑπεροχῆς. Δὲν ἀπέφευγε μάλιστα νὰ συνομιλεῖ καὶ μὲ γυναῖκες, πρᾶγμα ποὺ δὲν τολμοῦσε κανένας διδάσκαλος τῆς ἐποχῆς, δεδομένου ὅτι δὲν θεωροῦνταν ἰσάξια πρόσωπα τιμῆς ὅπως οἱ ἄνδρες.
Ἐν τούτοις ὁ Χριστός, ἀποκαλύπτοντας καὶ ἐνσαρκώνοντας τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρὸς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, βλέπει ἄνδρες καὶ γυναῖκες ὡς πλάσματα τοῦ Θεοῦ, στὰ ὁποῖα ἦλθε νὰ ἀποκαλύψει τὸν ἀληθινὸ Θεό, ὁ Ὁποῖος θέλει νὰ τὰ λυτρώσει ἀπὸ τὴ δουλεία τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου.
Ἡ σημερινὴ διήγηση τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου μᾶς παρουσιάζει τὸν Χριστὸ διερχόμενο μὲ τοὺς μαθητὲς Του ἀπὸ τὴ Σαμάρεια καὶ νὰ συζητεῑ στὴν πόλη Συχάρ, στὸ φρέαρ τοῦ Πατριάρχου Ἰακώβ, μὲ γυναῖκα Σαμαρείτιδα καὶ μάλιστα μὲ μιὰ γυναῖκα, ἡ ὁποία, ὅπως προκύπτει ἀπὸ τὸν διάλογο ποὺ εἶχε, δὲν ὑπῆρξε ἐνάρετη καὶ σεμνὴ στὴ ζωή της. Σ’ αὐτὴν τὴν γυναῖκα ὁμιλεῖ περὶ τοῦ «ζῶντος ὕδατος» ποὺ δὲν στερεύει ποτέ, «περὶ τῆς ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ» λατρείας τοῦ Θεοῦ, ἀποκαλύπτοντάς της καὶ τὴν μεσσιανική Του ἰδιότητα.
Πρόκειται γιὰ τὴν πιὸ σαφῆ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ τρόπου λατρείας Του, τὴν ὁποία δὲν συλλαμβάνει κανεὶς θεωρητικά, ἀλλὰ μόνο ζώντας μέσα στὴν ἀλήθεια καὶ φωτιζόμενος ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ εἶναι τό πνεῦμα τῆς ἀληθείας. Ὁ διάλογος καὶ μέσα ἀπὸ αὐτὸν ἡ ἀποκάλυψη, ἀποτελεῖ δῶρο τοῦ Θεοῦ ποὺ προσφέρεται διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ στὴν ἀνθρωπότητα.
Φανερώνεται ἡ ἀλήθεια ὄχι ὡς κατάκτηση τῆς διανόησης τοῦ ἀνθρώπου, οὔτε ὡς βέβαιο ἀποτέλεσμα σειρᾶς συλλογισμῶν, ἀναζητήσεων καὶ διαπιστώσεων∙ ἀλλ’ ὡς ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ, στὸ σαρκωμένο πρόσωπο τοῦ Λόγου Του, ποὺ διακηρύττει ὅτι ὁ ἴδιος εἶναι ἡ Ἀλήθεια.
Ἡ Ἀλήθεια, σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν κοινὴ ἀντίληψη, δὲν εἶναι μία ἰδέα, ἕνα γεγονός, μιὰ περιστασιακὴ πραγματικότητα, ἀλλὰ πρόσωπο καὶ ζωή, ποὺ θυσιάζεται γιὰ νὰ μεταγγίσει τὴν ἀθανασία στοὺς ἀνθρώπους.
Ἡ διακήρυξη τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ ὅτι «ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν τὸν Θεὸν» διασαφηνίζει ὅτι ὁ τρόπος ποὺ λατρεύουμε τὸν Θεὸ δὲν μπορεῖ νὰ ἔχει σχέση μὲ τὴν ψευδαίσθηση τῆς ἱκανοποιήσεως τῆς συνειδήσεώς μας ἤ μὲ τὴν ἐπιφανεικακὴ τήρηση τοῦ γράμματος τοῦ νόμου, κυρίως δὲ μὲ τὴν ὠφελιμιστικὴ σκέψη τῆς ἀμοιβῆς. Δὲν μπορεῖ νὰ συνδέεται μὲ καθιερωμένες, γνωστὲς ἤ ἄγνωστες ἀλλὰ ξηρὲς λέξεις ἤ ἐκφράσεις προσευχῆς, ποὺ δὲν βιώνονται στὸ περιεχόμενό τους καὶ δὲν ἐπιβεβαιώνονται στὶς συμπεριφορές.
Τὸ μήνυμα τῆς περικοπῆς τοῦ διαλόγου μὲ τὴν ἁμαρτωλὴ γυναῖκα Σαμαρείτιδα, εἶναι βαθύτερο καὶ οὐσιαστικότερο μήνυμα καὶ προτροπὴ ἀπαγκιστρώσεως ἀπὸ τὸ νεκρὸ θρησκευτικὸ τύπο, στὸν ὁποῖο κινδυνεύει ὁ πιστὸς νὰ ἐγκλωβιστεῖ ξεχνώντας τὸ «πνεῦμα τῆς ἀληθείας».
Ἡ συνείδησή μας πρέπει νὰ ἀφυπνίζεται μπροστὰ στὴν ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ, ἡ καρδιά μας νὰ αἰχμαλωτίζεται ἀπὸ τὴν ἀγάπη Του καὶ ἡ θέλησή μας νὰ εὐθυγραμμίζεται στὸ ἅγιο θέλημά Του.
Ὁ Θεός, ἔτσι, δέχεται τὴν λατρεία μας ὡς «ὀσμὴν εὐωδίας πνευματικῆς» μᾶς καθιστᾶ κοινωνοὺς τῆς Θείας φύσεώς Του καὶ τότε μᾶς μεταμορφώνει σὲ ἱεραποστόλους καὶ μάρτυρες τῆς ἀλήθειάς Του, ὅπως τὸ πρόσωπο τῆς ἁγίας Φωτεινῆς ποὺ σήμερα τιμοῦμε.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ (Ἰωαν. ε΄1-15 )
15 Μαΐου 2022
Μὲ τὸν αὐθεντικότερο τρόπο βγάζει στὴν ἐπιφάνεια σήμερα ὁ παραλυτικὸς τῆς Βηθεσδᾶ τὸ δύσκολο πρόβλημα τῆς μοναξιᾶς τῶν ἀνθρώπων μέσα στὴν πολυάριθμη κοινωνία ποὺ ζοῦν. Ἡ μοναξιὰ βέβαια ἀπασχολοῦσε τοὺς ἀνθρώπους ὅλων τῶν ἐποχῶν. Γιαυτὸ ὁ ἄνθρωπος τὴν μελετοῦσε προσπαθώντας νὰ ἐντοπίσει τὶς αἰτίες της γιὰ νὰ θεραπεύσει αὐτὴ τὴν παθολογία, ἡ ὁποία πάντα ὁδηγοῦσε στὴν ἀπομόνωση καὶ τελικὰ στὴ δυστυχία.
Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ μέσα ἀπὸ τὴν προοπτικὴ τῆς πίστεως καὶ τῆς θεολογίας τῆς Ἐκκλησίας μᾶς βοηθᾶ νὰ κατανοήσουμε ὅτι τὸ πρόβλημα τῆς μοναξιᾶς εἶναι καθαρὰ πνευματικό. Πνευματικὰ τὰ αἴτιά του, πνευματικὴ καὶ ἡ μόνη λύση του.
Ἡ ἀποξένωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν Θεό, ὁδήγησε στὴν ἀποξένωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν ἑαυτό του, μὲ φυσικὴ συνέπεια καὶ τὴν ἀποξένωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν συνάνθρωπό του.
Αὐτὴ ἡ ἀλήθεια ποὺ δὲν ἀποδέχονται ὅλοι οἱ ἄνθρωποι γεννᾶ τὴν ἀκατάπαυστη μοναξιά, τὴν ὁποία καμμιὰ μεθοδολογία δὲν ἔχει μέχρι σήμερα λύσει.
Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος ἐγκατέλειψε τὸν Θεὸ στὸν οὐρανό, ἐπειδὴ πίστεψε ὅτι μέσα ἀπὸ τὰ πολλὰ ἐπιτεύγματά του δὲν Τὸν ἔχει πιὰ ἀνάγκη. Νόμισε ὅτι μπορεῖ νὰ τὰ καταφέρει μόνος του, ἀφοῦ ἐγωιστικὰ αἰσθάνεται μικρὸς θεὸς ποὺ κρατᾶ στὰ χέρια μὲ τὴν ἐπιστημοσύνη του τὴ φύση ὁλόκληρη, τὴ γνώση καὶ τὴ δύναμη γιὰ νὰ διαχειρίζεται τὴν πορεία τὴ δική του καὶ τῶν συνανθρώπων του.
Ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου ὅμως ἀποδεικνύεται ἔμπρακτα ὅτι δὲν γεμίζει ἀπὸ τὰ ὑποκατάστατα τοῦ Θεοῦ, ποὺ πολλὰ προσπάθησε νὰ βρεῖ καὶ τελικὰ ἄφησαν τὴν ψυχὴ ἄδεια καὶ διψασμένη. Ὅσο ὁ ἄνθρωπος συνεχίζει νὰ μένει μακρυὰ ἀπὸ τὸ Θεό, τόσο αὐξάνει τὴν μοναξιά του καὶ ὅσο αὐξάνει τὴν μοναξιά του, τόσο φτάνει στὰ ὅρια τῆς καταθλίψεως, τῆς ἀπελπισίας καὶ πολλὲς φορὲς καὶ τῆς ἐπικινδυνότητας γιὰ τοὺς ἄλλους.
Αὐτὴ ἡ ἀποξένωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν Θεὸ τὸν κάνει ξένο καὶ ἀπὸ τὸν ἑαυτό του, γιαυτὸ φοβᾶται νὰ μένει μόνος στὴ σιωπή. Ἡ σιωπὴ θὰ τὸν ὁδηγήσει σὲ διάλογο μὲ τὸν ἑαυτό του καὶ θὰ τοῦ ἀποκαλύψει ἀλήθειες ποὺ πονοῦν, περισσότερο ὅμως θὰ τοῦ φανερώσουν τὸν πολὺ ἄγνωστο ἑαυτό του, ποὺ εἶναι ὁ δυσάρεστα μεγάλος του ἄγνωστος.
Γιὰ νὰ ἀποφύγει ἔτσι νὰ ἀντικρύσει τὴν ἀλήθεια ποὺ θὰ τὸν ὁδηγοῦσε σὲ διέξοδα, προτιμᾶ νὰ ἀποξενώνεται ἀπὸ τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ κινεῖται μὲ ἐξωστρέφεια καὶ τρόπους χωρὶς οὐσία καὶ χαρά. Βολεύεται στὴν ἁμαρτία. Βαπτίζει τὸ ἀνήθικο ὡς σωστὸ καὶ φυσιολογικό. Ἀκολουθεῖ τυφλὰ τὶς ἐπιθυμίες του καὶ καταπνίγει τὴ λογική του ξεπερνώντας τὰ ὅρια τῆς φύσεώς του παραμένοντας ἀδιάφορα σὲ ἀντιπαλότητα μὲ τὴ συνείδησή του.
Αὐτὴ ἡ ἐπιλογὴ τὸν ἀποξενώνει φυσιολογικὰ καὶ μὲ τὸν συνάνθρωπο. Τὸν ὁδηγεῖ στὴν ἐφήμερη δημιουργία σχέσεων συμφέροντος καὶ καλλιεργεῖ μιὰ ἐπίπλαστη κοινωνικότητα γεμάτη ψέμα καὶ ὑποκρισία. Δὲν ἐπικοινωνεῖ μὲ ὅσους κρίνει πὼς δὲν τοῦ χρειάζονται, δὲν κάνει διάλογο, δὲν ξέρει νὰ ἀκούει, προτιμώντας νὰ ζεῖ μέσα στὴν ἀπέραντη ἐρημιὰ τῆς πολυάρθμης κοινωνίας ποὺ τὸν κυκλώνει.
Εἶναι τραγικὸ τελικὰ νὰ κατοικοῦμε, νὰ ἐργαζόμαστε, νὰ ἐπικοινωνοῦμε, νὰ διασκεδάζουμε, νὰ τρῶμε, νὰ ἐνημερωνόμαστε, νὰ κινούμεθα, νὰ ταξιδεύουμε μαζικὰ καὶ τίποτε νὰ μὴ γίνεται προσωπικά.
Ἡ φωνὴ τοῦ παραλυτικοῦ τῆς Βηθεσδᾶ «Κύριε ἄνθρωπον οὐκ ἔχω», συνεχίζει νὰ ἀκούγεται ὡς δυνατὸς ἀντίλαλος μέσα στοὺς αἰῶνες, ἐκφράζοντας τὸν ἀσίγαστο πόθο τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς ποὺ ψάχνει μὲ κάθε τρόπο, μέσα στὴν ἱστορία, νὰ συναντήσει στὸ πρόσωπο τοῦ συνανθρώπου τὸν Ἀναστάντα Χριστό, ὁ Ὁποῖος ὡς τὸ Φῶς, ἡ Ζωὴ καὶ ἡ Ἀλήθεια θὰ χαρίσει τὸ θαῦμα τῆς λύτρωσης ἀπὸ τὴ μοναξιὰ καὶ τὴν δυστυχία, μὲ τὴν χαρὰ τῆς οὐσιαστικῆς κοινωνίας ποὺ προσφέρει ἡ διαβεβαίωσή Του «... ἰδοὺ ἐγὼ μεθ’ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος...»
Ἀμήν.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ (Μαρκ. ιε΄ 43- ις΄8)
8 Μαΐου 2022
«Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Κυριακῇ τρίτῃ ἀπὸ τοῦ Πάσχα, τὴν τῶν ἁγίων γυναικῶν Μυροφόρων ἑορτὴν ἑορτάζομεν· ἔτι δὲ μνείαν ποιούμεθα καὶ τοῦ ἐξ Ἀριμαθαίας Ἰωσήφ, ὅς ἦν μαθητὴς κεκρυμμένος· πρὸς δὲ τούτοις καὶ τοῦ νυκτερινοῦ μαθητοῦ Νικοδήμου».
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ σήμερα τὴ μνήμη τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων, ποὺ φρόντισαν τὸν ἐνταφιασμὸ τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ καὶ τῶν ἄλλων ποὺ θέλησαν νὰ ἀποδώσουν ἐντάφιες τιμές, κατὰ τὴ συνήθεια τῶν Ἰουδαίων. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ εἶναι ὁ Ἰωσὴφ ἀπὸ τὴν Ἀριμαθαία καὶ ὁ Νικόδημος ὁ εὐσχήμων βουλευτής, ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή, ἡ Μαρία ἡ μητέρα τοῦ Ἰακώβου καὶ ἡ Σαλώμη. Οἱ μὲν δύο ἄνδρες φρόντισαν νὰ ἐνταφιάσουν τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ἐνῶ οἱ τρεῖς γυναῖκες πῆγαν τὸ πρωὶ τῆς τρίτης ἡμέρας στὸ μνῆμα γιὰ νὰ φροντίσουν τὸ νεκρὸ σῶμα μὲ ἀρώματα.
Μέσα στὴ γενικευμένη ἀτμόσφαιρα φοβίας ποὺ ἐπικρατοῦσε οἱ δύο κρυφοὶ μαθητές, οἱ ὁποῖοι προσδοκοῦσαν τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, μὲ τὴ δύναμη τῆς πίστης, μὲ θάρρος καὶ θυσιαστικὸ πνεῦμα τολμοῦν καὶ ζητοῦν τὴν ἄδεια ἀπὸ τὸν Πιλᾶτο νὰ ἐνταφιάσουν τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Τολμοῦν χωρὶς νὰ σκέπτονται τὸν ἑαυτό τους, χωρὶς νὰ ὑπολογίζουν τὴν ἀσφάλειά τους, διότι ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Διδάσκαλο τοὺς ὁδηγεῖ στὸ καθῆκον καὶ στὴν ἐκπλήρωση τοῦ ἱεροῦ χρέους. Ἡ πίστη τους ὑπερβαίνει τὸ φρᾶγμα τοῦ φόβου τὴν ὥρα ποὺ ἡ κοινὴ αἴσθηση δέχεται τὴ μεγαλύτερη ἧττα, ἀφοῦ ὁ ἀρχηγὸς τῆς πίστεως πεθαίνει. Ἀποκαθηλώνουν, λοιπόν, τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ, τὸ περιποιοῦνται, τὸ ἀλείφουν μὲ μῦρα, τὸ τυλίγουν σὲ καθαρὸ σεντόνι, τὸ ἐνταφιάζουν σὲ καινούργιο τάφο καὶ ἀποχωροῦν, ἀφοῦ πρῶτα σφραγίζουν τὴν εἴσοδο τοῦ μνημείου μὲ μεγάλη πέτρα.
Ὁ ὑμνογράφος χαρακτηρίζει τὸν Ἰωσὴφ «χερουβικὸν ἅρμα», ἐπειδὴ βάσταξε στοὺς ὤμους του τὸν Βασιλέα τῆς δόξης Χριστό, ἐνῶ ἐμεῖς ψάλλουμε καὶ μακαρίζουμε τὰ εὐλογημένα χέρια του, ποὺ τοποθέτησαν στὸν τάφο τὸν Υἱὸ καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἔμπρακτα πρότυπα πίστεως καὶ συνειδήσεως γίνονται ὁ Ἰωσὴφ καὶ ὁ Νικόδημος, διότι μιμούμενοι ἐμεῖς ὡς χριστιανοὶ τὴν συμπεριφορά τους θὰ γίνουμε τολμηροὶ καὶ θαρραλέοι, ὅπως ἀπαιτεῖται στὰ θέματα τῆς πίστεως καὶ τῆς ἀποστολῆς μας.
Ἡ σημερινὴ ὅμως Κυριακὴ χαρακτηρίζεται στὸν ἑορτολογικὸ κύκλο τῆς Ἐκκλησίας ὡς Κυριακὴ τῶν Μυροφόρων, ἐπειδὴ γίνεται ἰδιαίτερη ἀναφορὰ στὰ πρόσωπα ἐκεῖνα τῶν γυναικῶν ποὺ ἀκολουθοῦσαν τὸν Χριστό, ἄκουσαν τὸ κήρυγμά Του, ἔζησαν τὰ θαύματα, συμμετεῖχαν μὲ διακονικὴ διάθεση στὴ δράση Του καὶ στάθηκαν μέχρι τέλους στὸ σταυρικό Του πάθος. Τελευταῖες φεύγουν ἀπὸ τὸ μνημεῖο μετὰ τὸν ἐνταφιασμὸ καὶ πρῶτες ἐμφανίζονται «λίαν πρωΐ τῆς μιᾶς σαββάτων», ἀφοῦ πρῶτα «ἠγόρασαν ἀρώματα ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν αὐτόν».
Ἡ ἀγάπη τους πρὸς τὸν Διδάσκαλο τὶς ὁπλίζει μὲ δύναμη καὶ τόλμη γιὰ νὰ πλησιάσουν τὸν ζωοδόχο τάφο. Δὲν ὑπολογίζουν τίποτε, οὔτε σκοτάδι, οὔτε κόπους καὶ διωγμούς, οὔτε ἀπειλές, μὰ οὔτε κἄν τὴν στρατιωτικὴ φρουρὰ ποὺ φύλασσε τὸν τάφο τοῦ Ἰησοῦ. Ἕνα εἶναι μόνο τὸ πρόβλημά τους. Ἡ λογικὴ ποὺ τὶς κάνει νὰ ἀποροῦν «τίς ἀποκυλίσει ἡμῖν τὸν λίθον» ἀπὸ τὴν εἴσοδο τοῦ μνημείου. Καὶ ἦταν πολὺ βαρὺς αὐτὸς ὁ λίθος γιὰ νὰ τὸν μετακινήσουν μὲ τὰ ἀδύναμα χέρια τους. Οὔτε ὅμως αὐτὸ τὸ λογικὸ ἐμπόδιο κατάφερε νὰ μεταβάλλει τὸν σκοπὸ καὶ τὴν διάθεσή τους. Σ’ αὐτὴν τὴν ἀνάγκη τῆς καρδιᾶς τους δὲν σκέφτηκαν, ὅπως καὶ ἐμεῖς, ὅτι ὅποιο θέμα δὲν μπορεῖ νὰ λύσει ἡ λογική, τὸ λύνει ὁ οὐρανὸς μὲ ἕναν τρόπο ποὺ τὴν παραμερίζει.
Πλησιάζουν καὶ διαπιστώνουν «ἀνεωγμένον τὸν τάφον» καὶ «ἀποκεκυλισμένον τὸν λίθον ἐκ τῆς θύρας τοῦ μνημείου». Φοβοῦνται, τρομάζουν καὶ σύμφωνα μὲ ὕμνο τῆς ἑβδομάδος αὐτῆς θρηνοῦν καὶ ἀναρωτιοῦνται «Ποιὸς ἔκλεψε τὴν ἐλπίδα μας; Ποιὸς πῆρε τὸν νεκρὸ καὶ μάλιστα γυμνὸν καὶ ἐσμυρνισμένον;» Ἡ μεγαλύτερη ἀπὸ τὸ βουνὸ τόλμη τους δὲν τὶς ἀφήνει νὰ κάνουν πίσω. Μπαίνουν στὸ μνημεῖο καὶ βλέπουν ἄγγελο λευκοφορεμένο νὰ κάθεται στὰ δεξιά. Γνωρίζω, τοὺς λέει, ὅτι ζητᾶτε τὸν Ἰησοῦ ἀπὸ τὴ Ναζαρέτ. «Ἀνέστη, οὐκ ἔστιν ὧδε». Ὁ φόβος μεταβλήθηκε σὲ πίστη, ἡ λύπη σὲ χαρά, ἐπειδὴ ὁ θάνατος νεκρώθηκε καὶ ὁ ἅδης θρηνεῖ. Ὁ θνητὸς ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ γίνει ἀθάνατος, κατὰ τὴν ἀποκάλυψη τοῦ Διδασκάλου. Δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ παραμείνει στὸν τάφο ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς, ὁ Ἴδιος ὁ Θεός.
Στὴ συνέχεια, οἱ μυροφόρες ἀποστέλλονται ἀπὸ τὸν ἄγγελο νὰ ἀναγγείλουν τὸ μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως στοὺς μαθητὲς καὶ γίνονται ἔτσι ἀγγελιοφόροι τοῦ πιὸ ἐλπιδοφόρου μηνύματος.
Εἴκοσι αἰῶνες ἔκτοτε ἐξαγγέλλεται στὸν κόσμο ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία αὐτὴ ἡ ἀναστάσιμη ἐμπειρία τῶν Μυροφόρων καὶ τὸ ἐρώτημα ποὺ παραμένει εἶναι, κατὰ πόσον συνειδητὰ βιώνουμε τὴν ἀλήθεια, ὅταν ὁμολογοῦμε ὅτι
ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ Ο ΚΥΡΙΟΣ!
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ (Ἰωαν. κ΄ 19-31)
1 Μαΐου 2022
Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ τῆς Κυριακῆς τοῦ ἀντίπασχα ἀναφέρεται σὲ μιὰ ἀπὸ τὶς ἐμφανίσεις τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου στοὺς μαθητές Του. Τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως ὑπερβαίνει τὰ ὅρια τοῦ ἱστορικοῦ γεγονότος καὶ ὅλες οἱ σχετικὲς εὐαγγελικὲς διηγήσεις ἀναφέρονται κυρίως στοὺς μάρτυρες, οἱ ὁποῖοι εἶδαν τὸν Ἀναστημένο Χριστὸ ἤ σ’ αὐτοὺς ποὺ ἐπισκέφθηκαν τὸ κενὸ μνημεῖο. Αὐτὸ συνέβη ἐπειδὴ ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ δὲν ἐμπίπτει στὰ στενὰ πλαίσια τῶν ἱστορικῶς διαπιστουμένων γεγονότων, ἀλλὰ στηρίζεται στὴν ἐμπειρία καὶ στὸ βίωμα τῶν πιστῶν. Προϋποθέτει ὄχι τὴν ἀπόδειξη, δηλαδὴ τὴν ἱστορικὴ ἔρευνα, ἀλλὰ τὴν πίστη στὴ δύναμη τοῦ θεοῦ ποὺ νικᾶ τὸ θάνατο δωρίζοντας στὸ πλᾶσμα Του τὴ ζωή.
Ἡ ἐμφάνιση τοῦ Ἀναστημένου Χριστοῦ σκόρπισε χαρὰ στοὺς φοβισμένους μαθητές. «Ἐχάρησαν οὗν οἱ μαθηταί ἰδόντες τὸν Κύριον», σημειώνει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης. Ἀπὸ τὴν ὁμάδα τῶν μαθητῶν ἔλειπε ὁ Θωμᾶς, ὁ γνωστὸς ὡς Δίδυμος.
Στὸν πηγαῖο ἐνθουσιασμὸ τῶν μαθητῶν ὅτι εἶδαν τὸν Κύριο, ἐκεῖνος προβάλλει τὴν ἀμφιβολία μέσα ἀπὸ τὴν κυριαρχία τῆς λογικῆς «Ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὴν χεῖρα μου εἰς τὴν πλευρὰν Αὐτοῦ, οὐ μὴ πιστεύσω».
Ὁ Θωμᾶς ἐκπροσωπεῖ τοὺς ἀνθρώπους ἐκείνους ποὺ θέλουν νὰ στηρίξουν τὴν πίστη τους στὴ βεβαιότητα τῶν ἁπτῶν ἀποδείξεων καὶ στὴν ἱστορικὴ ἐξακρίβωση, στὸ πείραμα καὶ στὴν αὐτοψία τῶν γεγονότων. Ἡ ἀνάγκη βέβαια αὐτὴ ἀφορᾶ σὲ πολὺ ἀνθρώπινη στάση καὶ δικαιολογημένη γιὰ τὴ φύση μας ἀπαίτηση. Βρίσκεται ὅμως μακρυὰ ἀπὸ τὴν πίστη. Ὁ Ἀναστημένος Χριστὸς ὀκτὼ μέρες, μετὰ τὴν Ἀνάσταση ξαναεμφανίζεται στοὺς μαθητές, μεταξὺ τῶν ὁποίων βρίσκεται αὐτὴ τὴ φορὰ καὶ ὁ Θωμᾶς, τὸν ὁποῖον καλεῖ νὰ διαπιστώσει ἰδιοχείρως καὶ αὐτοπροσώπως τὴν ἀλήθεια, δηλαδὴ τὴν ταυτότητα τοῦ ἀναστημένου σώματός Του. Ταυτόχρονα ὅμως μακαρίζει στὶς ἐπερχόμενες γενεὲς ἐκείνους οἱ ὁποῖοι, ξεπερνώντας τὴν περιορισμένης δυνατότητας λογική τους, θὰ πιστεύσουν τὴν ἀλήθεια μὲ τὸν αὐθορμητισμὸ τῆς καρδιᾶς τους, χωρὶς νὰ δοῦν. Αὐτὸ ἄλλωστε εἶναι τὸ νόημα τῆς πίστεως, ἀφοῦ δὲν ἔχει σίγουρα κανένα νόημα νὰ ἀποδεχόμαστε ὅ,τι βεβαιώνεται λογικά. «Μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες».
Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἔχει σημασία ὄχι ἁπλῶς ὡς γεγονὸς τῆς νίκης τοῦ Κυρίου κατὰ τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου, ἀλλὰ ὡς γεγονὸς τῆς τελικῆς κυριαρχίας τῆς ζωῆς ποὺ διοχετεύεται ὡς δυνατότητα στὴν ὕπαρξη τοῦ κάθε ἀνθρώπου.
Ἀδελφοί μου,
Τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο εἶναι στ’ ἀλήθεια δυνατὸ μήνυμα ζωῆς, χαρᾶς καὶ αἰσιοδοξίας. Ζωῆς, διότι ὁ Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν καὶ χάρισε στοὺς ἀνθρώπους τὴν αἰωνιότητά Του. Χαρᾶς, διότι μετέβαλε τὴν κατήφεια καὶ τὴν ἀγωνία τοῦ θανάτου σὲ δυνατότητα ἀναστάσεως. Καὶ αἰσιοδοξίας, διότι τροφοδοτεῖ τὴν ἀνθρώπινη ἐλπίδα, ποὺ εἶναι ἡ βασικὴ προϋπόθεση δημιουργίας, ἰσορροπίας καὶ κυριαρχίας τῆς ζωῆς.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ Δ' ΝΗΣΤΕΙΩΝ (Μαρκ. θ΄ 17-31)
3 Απριλίου 2022
Κατὰ τὴν σημερινὴ τέταρτη Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ καὶ προβάλλει μία ἐξέχουσα μορφὴ τοῦ Μοναχικοῦ βίου ἀπὸ τὴν χορεία τῶν Ἁγίων της. Τὸν ὅσιο Ἰωάννη, τὸν ἡγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Σινᾶ καὶ συγγραφέα τοῦ ἀσκητικοῦ βιβλίου ποὺ εἶναι γνωστὸ ὑπὸ τὸν τίτλο «Κλίμαξ», ἐπειδὴ ἐπιθυμεῖ νὰ ὑπογραμμίσει τὴν ἀρετὴ τῆς ἀσκήσεως, ὡς ἀπαραίτητου χαρακτηριστικοῦ τῆς πνευμα-τικῆς μας ζωῆς. Τονώνει ἔτσι τὴν ἀγωνιστικὴ πορεία μας πρὸς τὸ Πάσχα, καθὼς ὅσο προχωρᾶ ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, ἀνθρώπινο καὶ δικαιολογημένο εἶναι νὰ ἔχουν κουραστεῖ κάποιοι καὶ αὐτονόητα νὰ χρειάζονται ἐνίσχυση.
Γιὰ νὰ ἀναδειχθεῖ ἡ σημαντικότητα τῆς ἀσκήσεως στὴν πορεία μας καὶ ἡ ἀξία της στὴ διατήρηση τῆς οὐσιαστικῆς σχέσεώς μας μὲ τὸν Θεό, ἡ Ἐκκλησία ἐπιλέγει, γιὰ νὰ μᾶς διδάξει, τὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή, κατὰ τὴν ὁποία ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς ὁμιλεῖ γιὰ προσευχὴ καὶ νηστεία, ὡς τὰ ὅπλα τὰ ὁποῖα, ὅταν συνδυάζονται, κερδίζουν τὴν νίκη κατὰ τῶν δαιμό- νων.
Ἡ ἀναφορὰ βεβαίως γίνεται ἐξαιτίας τῆς ἀδυναμίας τῶν μαθητῶν νὰ ἐκβάλουν ἕνα δαιμόνιο ἀπὸ ἕνα δυστυχισμένο νέο, τὸν ὁποῖο ὁ πατέρας του στὴ συνέχεια γιὰ τὸν ἴδιο λόγο ὁδήγησε τελικὰ στὸν Χριστό. Αὐτὴ ἡ ἀδυναμία τῶν μαθητῶν δημιουργεῖ πράγματι μιὰ ἀρχικὴ ἀπορία σὲ ὅλους, δεδομένων τῶν τόσων θαυμάτων, ποὺ οἱ ἴδιοι εἶχαν μέχρι ἐκείνη τὴν στιγμὴ ἐπιτελέσει. Ἡ πρόθεση ὅμως τοῦ Κυρίου γίνεται στὴ συνέχεια σαφής, ἀφοῦ ἤθελε νὰ καλλιεργήσει στοὺς μαθητές Του τὸ πνεῦμα ταπεινοφροσύνης ποὺ ἀπαιτεῖται, ὥστε νὰ συνειδητοποιήσουν ὅτι ἡ δύναμη ποὺ κατεῖχαν καὶ φανέρωναν δὲν ἦταν δική τους, ἀλλὰ «...δώρημα τέλειον ἄνωθεν κατα-βαῖνον...».
Ὄχι ὅμως μόνον αὐτό. Ὁ Χριστὸς θέλησε νὰ τονίσει σὲ ὅλους ὅσους διακρίνονται στὴν πνευματικὴ ζωὴ, πὼς δὲν ἐπι-τρέπεται κανένας ἐφησυχασμός, ἀλλὰ ἐπιβάλλεται διαρκὴς ἐπαγρύπνηση καὶ ἀδιάκοπος ἀγώνας γιὰ τὴν πνευματικὴ προκοπή.
Ὁ Χριστὸς γιαυτὸν τὸν λόγο προτείνει τὸν συνδυασμὸ νηστείας καὶ προσευχῆς.
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος προσεύχεται μετὰ ἀπὸ νηστεία τροφῶν καὶ κυρίως παθῶν, ἡ προσευχή του ἔχει τὸ στοιχεῖο τῆς ἀσκή-σεως, τῆς θυσίας καὶ τῆς προσφορᾶς. Τότε δὲν δυσκολεύεται νὰ προσευχηθεῖ, ἀφοῦ δὲν ἐμποδίζεται ἀπό τό βάρος τῶν φαγητῶν ἤ ἀπὸ τὸ μεγαλύτερο βάρος τῶν τύψεων.
Ἡ νηστεία ποὺ ὁρίζει ἡ ἐκκλησία μας δίνει φτερὰ στὴν προσευχή, διότι ταπεινώνει τὸν ἄνθρωπο. Τὸν ἐξασκεῖ σωματικὰ καὶ ψυχικά. Ἀπονεκρώνει τὶς σαρκικὲς ἐπιθυμίες καὶ ἠδονές, καὶ προετοιμάζει τὸ σῶμα κατάλληλα, ὥστε νὰ μὴν καταστεῖ ἐμπόδιο, ἀλλὰ νὰ ὑπηρετήσει τὴν ἀνάγκη τῆς ψυχῆς τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς. Μιὰ τέτοια προσευχὴ αὐξάνει τὴν πίστη καὶ γίνεται ζωντανὴ ἐμπειρία ποὺ μᾶς κάνει νὰ αἰσθανόμαστε τὸν Θεὸ ὁλοζώντανο μπροστά μας, ἀφοῦ φέρνει τὴ Χάρη Του καὶ τὸ θαῦμα στὴ ζωή μας.
Αὐτὰ ἀκριβῶς τὰ δύο πνευματικὰ ὅπλα, τὴν προσευχὴ συνδυασμένη μὲ τὴ νηστεία, μᾶς καλεῖ ἡ Ἐκκλησία μας νὰ χρησιμοποιήσουμε περισσότερο τώρα κατὰ τὴν περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς.
Ἄς συνεχίσουμε λοιπὸν τὸν ἀγώνα μας στὸν πνευματικὸ στίβο μὲ τὰ ὅπλα αὐτά, ἀφοῦ ἀποδεδειγμένα ἀπὸ τὴν ἀσκητικὴ ζωὴ τῶν πατέρων μας ὁδηγοῦν στὴν ἐπιτυχία τοῦ στόχου μας.
Καλὴ δύναμη.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ (Μρκ. η’ 34-θ΄1)
27 Μαρτίου 2022
Ἡ Ἐκκλησία μας σήμερα, ἀδελφοί μου, ὑψώνει καὶ ἑορτάζει τὸν Τίμιο Σταυρὸ τοῦ Κυρίου, ὑπενθυμίζοντάς μας τὴν ἀναγκαιότητά του γιὰ τὴ σωτηρία μας. Ὁ Σταυρὸς τὸν ὁποῖο καλούμεθα νὰ προσκυνήσουμε δὲν εἶναι ἁπλῶς ἕνα σύμβολο, ἀλλὰ ἀποτελεῖ τὸ μυστήριο διὰ τοῦ ὁποίου καταργεῖται ἡ ἁμαρτία καὶ σώζεται ὁ κόσμος. Ὁ Σταυρὸς εἶναι ἡ φύση τῆς ἀποστολῆς τῆς Ἐκκλησίας στὸν κόσμο, ὁ τρόπος τοῦ ἀγῶνα τοῦ πιστοῦ κατὰ τῶν σαρκικῶν παθῶν, τῶν ἐπιθυμιῶν, τοῦ ἐγωισμοῦ, τῆς ὑπερηφανείας, τῆς κενοδοξίας, τῆς φιλοδοξίας καὶ κάθε ἄλλης καταστάσεως ποὺ εἶναι ἐνάντια στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο μᾶς ὑπενθυμίζει τὴν αἰώνια προτροπὴ τοῦ Χριστοῦ στὸν ἄνθρωπο νά ἀνακαλύψει τὸν τρόπο τῆς σωτηρίας του: «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι», δηλαδὴ ὅποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει πρέπει νὰ ἀπαρνηθεῖ τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ σηκώσει τὸν σταυρό του. Ἡ πρόσκληση νὰ ἀκολουθήσουμε τὸν Χριστὸ δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὴν προσπάθεια τῆς συνέπειάς μας μὲ τὶς ἐντολὲς Του. Αὐτὸ ὅμως σημαίνει ὄχι μόνον τὴ ἄρση τοῦ σταυροῦ μας, ἀλλὰ κυρίως τὴν προϋπόθεση ἀρνήσεως τοῦ ἑαυτοῦ μας. Μὲ ἄλλα λόγια ἡ προσπάθειά μας ἀφορᾶ στὴν ἀπομάκρυνσή μας ἀπὸ τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου, διὰ τῆς ἀποβολῆς τῶν παθῶν καὶ τῆς νέκρωσης τῶν φθοροποιῶν λογισμῶν ποὺ ὁδηγοῦν στὴν διάπραξη τῆς ἁμαρτίας. Παράλληλα ἀφορᾶ καὶ στὸν ἐσωτερικὸ ἀγῶνα οὐσιαστικῆς μας μετανοίας, μὲ τὴν καλλιέργεια τῆς ψυχῆς μας στὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ καὶ στὴν ἔμπρακτη καταπολέμηση τῆς ἁμαρτίας. Αὐτὸ ἀπαιτεῖ ἐπίμονη καὶ ἐπίπονη προσπάθεια, ποὺ ὅμως εἶναι ἀναγκαία προϋπόθεση γιὰ τὴ μετοχή μας στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ἡ διευκρίνιση τοῦ Κυρίου στὴν συνέχεια «...ὅς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ᾽ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ἑαυτοῦ ψυ-χὴν ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου, οὗτος σώσει αὐτήν...» ἀφορᾶ στὴν προσπάθεια ποὺ ὀφείλουμε νά καταβάλουμε στὸν πόθο καὶ στὸν στόχο νὰ κερδίσουμε τὴν ψυχή μας. Ὅποιος δὲν μπορεῖ νὰ ἀποδεσμευθεῖ ἀπὸ τὴν ἀσφάλεια ποὺ παρέχουν στὸ βιοτικὸ ἐπίπεδο τὰ σχήματα καὶ τὰ πρόσκαιρα πράγματα τοῦ κόσμου, τελικὰ ζημιώνει τὴν ἴδια του τὴν ψυχή, ἀφοῦ τὴν ἀποστερεῖ ἀπὸ τὴν ὄντως ζωή, ἡ ὁποία εἶναι ἀσύμβατη μὲ τὴ φθαρτότητά τους. Ἀντιθέτως, αὐτὸς ὁ ὁποῖος ἕνεκεν τοῦ ὀνόμα-τος τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν ἐντολῶν Του, ἀπομακρύνεται ἀπὸ κάθε τι ἁμαρτωλό, νεκρώνεται γιὰ τὴν ἁμαρτία καὶ ταυτόχρονα ἀγωνίζεται νὰ ἀνακαινίσει τὸν ἑαυτό του, ἐνδυναμούμενος ἀπὸ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, διὰ τῆς ὁποίας σώζει τὴν ψυχή του.
Ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου ἔχει ἄπειρη ἀξία. «...Τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;». Οὔτε ὁ κόσμος ὁλόκληρος δὲν εἶναι ἀντάξιός της. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι τόσο σημαν-τικὸ πρᾶγμα, γιὰ τὸ ὁποῖο καὶ ὁ ἴδιος ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἐνανθρώπησε.
Ἀδελφοί μου,
ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου ὑψώνεται σήμερα στὸ μέσον τῆς Ἐκκλησίας ἀλλὰ καὶ τῆς εὐλογημένης αὐτῆς ἐκκλησιαστικῆς περιόδου καὶ προσπαθείας μας, γιὰ νὰ προβληθεῖ ὡς ὁ ἰδανικὸς τρόπος ποὺ μποροῦμε νὰ ἐπιλέξουμε γιὰ νὰ ἐξυψώσουμε καὶ νὰ διαφυλάξουμε τὴν ψυχή μας. Ἔτσι θὰ καταδείξουμε τὴν μοναδική της ἀξία, γιὰ τὴν ὁποία πρέπει νὰ ἀγωνιστοῦμε καὶ νὰ θυσιάσουμε τὰ πάντα, αἴροντας πρόθυμα τὸν σταυρὸ τῶν δυσκολιῶν μας σ’αὐτὴ τὴν προσπάθεια, μὲ σκοπὸ νὰ ἀξιωθοῦμε μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, νὰ πετύχουμε τὴν αἰωνιότητά της, ποὺ εἶναι ἡ ὄντως ζωή μας. Ἀμήν.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
Κυριακὴ Β΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (Μαρκ. β΄ 1-12)
20 Μαρτίου 2022
Ἰδιαίτερη ἐντύπωση στὴν σημερινὴ Εὐαγγελικὴ περικοπὴ δημιουργεῖ τὸ ὅτι ὁ Χριστὸς θεραπεύοντας τὸν παραλυτικὸ δὲν ἀναφέρεται στὴν πίστη τοῦ ἀρρώστου, ποὺ τελικὰ γίνεται καλά, ἀλλὰ στὴν πίστη ἐκείνων ποὺ τὸν μεταφέρουν. Στὸ θαῦμα ποὺ περιγράφεται στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο εἶναι ὑπαρκτὴ μιὰ πίστη συλλογική, ποὺ προϋποθέτει συνεργασία, κοινὸ προγραμματισμό, κοινὴ ἐνέργεια.
Στὸ σπίτι ποὺ βρέθηκε ὁ Χριστὸς νὰ μιλᾶ στὰ πλήθη τῶν συγκεντρωμένων, ἡ ἀδιαφορία τῶν πολλῶν ἔφραξε σὰν τεῖχος τὴν πόρτα στὴν ἀνάγκη τοῦ παραλύτου νὰ περάσει, γιὰ νὰ συναντήσει τὸν Λυτρωτή. Ὁ πόθος ὅμως καὶ ἡ ἐπιμονὴ τῶν ὀλίγων ποὺ τὸν μετέφεραν τοὺς ἔκανε νὰ καταφέρουν νὰ ἀνοίξουν πέρασμα ἀπὸ τὸ πιὸ ἀπίθανο μέρος. Ἀνεβαίνουν στὴ στέγη, δημιουργοῦν ἕνα μεγάλο ἄνοιγμα στὴν ὀροφὴ καὶ κατεβάζουν τὸν παραλυτικὸ ἀνάμεσα στὸ πλῆθος, μπροστὰ στὸν Διδάσκαλο.
Ὅταν μὲ κίνητρο τὴν ἀγάπη, ἡ προσωπικὴ πίστη τοῦ ἑνὸς συνταιριάζει μὲ ἐκείνη τῶν ἄλλων, ἡ ἔντασή της πολλαπλασιάζεται. Οἱ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ δὲν ἔμειναν μονάδες, ἀλλὰ συγκεντρώθηκαν γύρω Του καὶ ἀποτέλεσαν ἕνα ἱερὸ σύλλογο. Στὴ συνέχεια, μὲ τὴν παρουσία τοῦ Παρακλήτου συνέστησαν τὴν Ἐκκλησία. Στὴ μεγάλη αὐτὴ ὀργανικὴ ἑνότητα ἡ πίστη, ἡ ἀγάπη καὶ ἡ προσευχὴ τοῦ κάθε πιστοῦ ἐνισχύονται ἀπὸ τὴν παρουσία τῶν ἄλλων.
Ἡ ἀνταπόκριση τοῦ Χριστοῦ στὴ συλλογικὴ πίστη τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν εἶναι ἄμεση, θεραπεύει τὸν ἀσθενή, ἀλλὰ τὰ λόγια Του δημιουργοῦν ἔκπληξη. Ἀπευθυνόμενος στὸν παραλυτικὸ τοῦ λέγει: «Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου». Ὁ Χριστὸς δὲν στέκει στὴν ἐπιφάνεια. Ὁ λόγος Του εἰσχωρεῖ στὴν καρδιὰ τοῦ προβλήματος. Πηγαίνει σ’ ἕνα βαθύτερο ἐπίπεδο, πηγαίνει κατ’ εὐθεῖαν στὴν οὐσία.
Στὴ συγκεκριμένη περίπτωση τοῦ παραλυτικοῦ, ἡ συνάφεια ἀσθενείας καὶ ἁμαρτίας, καὶ συνεπῶς ἡ σχέση συγχωρήσεως καὶ θεραπείας ἦταν ἄμεση. Ἀπὸ ’κεῖ ἔπρεπε νὰ ἀρχίσει ἡ θεραπεία, ἀπὸ τὴν ἀπομάκρυνση τῆς νοσογόνου αἰτίας, μὲ τὴ συγχώρηση.
Ἡ πρώτη λέξη, «τέκνον», ἀποκαθιστᾶ τὴ διαταραγμένη σχέση τοῦ παραλυτικοῦ μὲ τὸ Θεάνθρωπο καὶ ἀποτελεῖ τὸν πρόλογο τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν καὶ τῆς ὁριστικῆς θεραπείας.
Οἱ θεραπεῖες αὐτὲς ἀποτελοῦν «σημεῖα» ποὺ δείχνουν ὅτι «νενίκηνται τῆς φύσεως οἱ ὅροι» καὶ προμηνύματα τῆς γενικότερης ὑπέρβασης τῆς ἀνθρώπινης ὀδύνης, καὶ ἀντιφεγγίζουν τὴν τελικὴ καὶ παγκόσμια νίκη τοῦ Χριστοῦ πάνω στὴν ἁμαρτία καὶ στὴν κάθε λογῆς ἀρρώστια.
Ἡ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν φανερώνει ἐπίσης τὴν δυνατότητα τοῦ κτιστοῦ ἀνθρώπου νὰ ζήσει τὴν ζωὴ τοῦ ἀκτίστου Θεοῦ. Αὐτὸ εἶναι τὸ ἀφετηριακὸ καὶ θεμελιῶδες θαῦμα τοῦ Κυρίου. Ἐνῷ ἡ Θεϊκὴ προτροπὴ «Ἔγειρε, ἆρον τὸν κράββατόν σου καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκον σου» ἀποκαλύπτει τὴν βοήθεια ποὺ προσφέρει ὁ Κύριος στὸν ἄνθρωπο, νὰ ἀνακαλύψει τὴν ἔμπρακτη πατρική του ἀγάπη.
Ὁ ἑορταζόμενος σήμερα μεγάλος ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς στηρίζει, μὲ τὸ ἐκκλησιαστικό του φρόνημα καὶ τὴν θεολογική του συνεισφορά, τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ὅτι ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου δὲν ἐπιτυγχάνεται μόνον μὲ τὴν ἠθική του τελείωση ἀλλὰ μὲ τὴν μετὰ πίστεως καὶ ἀγάπης προσωπική του κοινωνία μὲ τὸν Χριστό.
Αὐτὴ τὴ βάση τῆς ὀρθοδόξου πίστεως προσφέρει ἡ σημερινὴ Εὐαγγελικὴ περικοπὴ καὶ βεβαιώνει τὴν ἔλευση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τῆς βασιλείας τῆς ἀγάπης, ποὺ ἄρχισε μέσα στὴν ἱστορία μὲ τὴν ἐπὶ γῆς ἔλευσή Του, γιὰ νὰ ὁλοκληρωθεῖ στὴν Δευτέρα ἔνδοξη παρουσία Του.
Ἀμήν.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
Κυριακὴ τῆς Ὁρθοδοξίας (Ιωαν. α΄ 44-52)
13 Μαρτίου 2022
Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τὸ θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας, τῆς ἀλήθειας γιὰ τὸν Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο, γιὰ τὴν πίστη καὶ τὴν ζωή. Θυμᾶται τὸ ἱστορικὸ γεγονὸς τῆς ἀναστήλωσης τῶν εἰκόνων. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ διακηρύσσει τὴν συνείδησή της, δηλαδὴ φανερώνει τὸ πρόσωπό Της. Γιατὶ μὲ τὸ πρόσωπο ἐκφράζουμε τὸ βαθύτερο εἶναι μας, τὸ περιεχόμενο τῆς καρδιᾶς μας. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸ σημερινὸ Εὐαγγελικὸ ἀνά-γνωσμα ἀναφέρεται στὴν προτροπὴ τοῦ Φιλίππου στὸν φίλο του Ναθα-ναὴλ νὰ γνωρίσει προσωπικὰ τὸν Χριστό. Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ ὁ Χριστὸς παρατεινόμενος στοὺς αἰῶνες. Ὀρθόδοξη πίστη εἶναι ἡ προσωπικὴ ἐπαφὴ μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ μέσα στὸ μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας.
Στὴν ἱστορία πολλοὶ ἀναζήτησαν καὶ ἀνακάλυψαν ἀποσπασματικὲς ἀλήθειες γιὰ τὸν Θεὸ καὶ τὸν κόσμο. Κάποιοι ἄλλοι ἰσχυρίσθηκαν ὅτι ἦταν ἀπεσταλμένοι τοῦ Θεοῦ καὶ ἔτσι ἐπινόησαν θρησκεῖες. Δημιούργησαν τὸ «εἴδωλο τοῦ θεοῦ», ὄχι ὅμως τὸν ἀληθινὸ Θεό. Ὁ Χριστὸς φέρνει τὸν Θεὸ ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους, γιατί εἶναι ὁ Ἴδιος Θεός. Δὲν μιλάει ἁπλῶς γιὰ τὴν ἀλήθεια, ἀλλὰ εἶναι Αὐτὸς ἡ ἀλήθεια. Ἡ πίστη στὸ θεανθρώπινο πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀπὸ μόνη της ἕνα θαῦμα. Μία τέτοια πίστη εἶναι ἕνα δῶρο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὸν ἄνθρωπο, μία προσωπικὴ ἀποκάλυψη καὶ ἐμπειρία μέσα στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας τονίζει ὅτι στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἡ θεϊκὴ καὶ ἡ ἀνθρώπινη φύση ἑνώθηκαν, χωρὶς νὰ συγχέονται καὶ χωρὶς νὰ διαιροῦνται. Ἕνα μυστήριο ποὺ δὲν μποροῦμε κατανοήσουμε, πολὺ δὲ περισσότερο νὰ τὸ ἑρμηνεύσουμε, ἐπειδὴ ἡ ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ δὲν χωράει στὴ λογικὴ τοῦ ἀνθρώπου. Δὲν μπαίνει στὸ μικροσκόπιο τῆς ἔρευνας καὶ τοῦ πειράματος. Τὰ δόγματα, ποὺ μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς σημερινῆς ἑορτῆς καλούμαστε νὰ διαφυλάξουμε, χαράζουν τὰ ὅρια τοῦ περιεχομένου τῆς πίστεως, ἀλλὰ δὲν ἐξηγοῦν τὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ. Μᾶς προτρέπουν νὰ ἐμπιστευθοῦμε καὶ νὰ ζήσουμε μὲ τὴν καρδιὰ μας αὐτὸ ποὺ ὁ Θεὸς μᾶς ἀποκάλυψε, ὄχι ὅμως νὰ ἀναλύσουμε μὲ τὸ μυαλὸ αὐτὸ ποὺ ἡ Ἐκκλησία μᾶς παρέδωσε.
Τὸ μυστήριο τοῦ Χριστοῦ συνίσταται μεταξὺ ἄλλων στὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ «κρύβεται» πάντοτε πίσω ἀπὸ τὸν Υἱὸ τοῦ ἀνθρώπου. Ἐδῶ βρίσκεται τὸ σημεῖο ποὺ σκοντάφτει ἡ ἀνθρώπινη λογικὴ τότε καὶ σήμερα. Ἐδῶ ἀρχίζει ἡ τραγικὴ ἱστορία τῶν πολλῶν καὶ ποικίλων αἱρέσεων, οἱ ὁποῖες νοθεύουν τὴν πίστη καὶ ἀκυρώνουν τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ αἵρεση εἶναι ὁ πειρασμὸς τῆς λογικῆς πάνω στὴν ἀποκάλυψη τῆς πίστεως. Ὅσα στοιχεῖα τῆς πίστεως τὰ κατανοεῖ, τὰ ἀποδέχεται καὶ τὰ ὑπερτονίζει. Τὰ ὑπόλοιπα τὰ προσπερνᾶ καὶ τὰ ὑποτιμᾶ. Διαχωρίζει τὸν Ἰησοῦ τῆς ἱστορίας ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ τῆς Ἐκκλησίας. Ἄλλωστε, ἂς μὴν ξεχνᾶμε ὅτι τὸν Χριστὸ τὸν συνάντησαν ἀναρίθμητοι ἄνθρωποι στὴν ἐπίγεια διαδρομή Του. Τὸν γνώρισαν ὡς «υἱὸ τῆς Μαρίας», ὡς προφήτη, ὡς χαρισματικὸ διδάσκαλο τῆς Ναζαρέτ. Δὲν μπόρεσαν ὅμως ὅλοι νὰ διακρίνουν πίσω ἀπὸ Αὐτὸν τὸν Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, τὸν θεάνθρωπο Χριστὸ τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἱστορία ἀποδεικνύει τὸ πέρασμά Του ἀπὸ τὸν κόσμο. Ψηλαφίζει τὰ τεκμήρια τῆς παρουσίας Του. Ἀναγνωρίζει τὸ μεγαλεῖο καὶ ἄλλοτε ἀμφισβητεῖ τὴν ὑπεροχή Του. Δὲν μπορεῖ ὅμως μὲ τὴν ἔρευνα καὶ τὴν ἐπιστημοσύνη νὰ ἀποδείξει τὴν θεότητά Του. Τὸ μυστήριο τοῦ θεανθρώπινου προσώπου τοῦ Χριστοῦ τὸ βιώνουμε «ἐν πίστει» μέσα στὴν Ἐκκλησία. Εἶναι ἀδιανόητο νὰ ἀναζητοῦμε τὴν ἀλήθεια γιὰ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ στὴν ἀσυδοσία ἢ στὴν χυδαιότητα τῆς τέχνης, στὴν τόλμη ἢ στὴν βλασφημία τῆς διανόησης, στὰ πολύκροτα βιβλία ἤ στὶς κινηματογραφικὲς ὑπερπαραγωγές.
Δὲν μποροῦμε νὰ ἀπαιτοῦμε ἀπὸ τὰ ἀχαλίνωτα στοιχεῖα τοῦ κόσμου νὰ γίνονται κήρυκες τῆς ἀλήθειας τοῦ Χριστοῦ. Ἂν «κόσμος» εἶναι καθετὶ ποὺ βρίσκεται ἔξω ἀπὸ τὴν χάρη καὶ τὴν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, τότε «τὰ τοῦ κόσμου» θὰ συγκρούονται πάντοτε μὲ τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν πραγματικότητα τοῦ Θεοῦ. Ἐμεῖς ὅμως γνωρίζουμε ὅτι «Αὕτη ἐστὶν ἡ νίκη ἡ νικήσασα τὸν κόσμον, ἡ πίστις ἡμῶν» (Ἰωαν. Α΄ 5,4), ἀφοῦ τὸν τελευταῖο λόγο γιὰ ὅλους καὶ γιὰ ὅλα τὸν ἔχει ὁ Θεός. Ἀμήν.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
Κυριακὴ τῆς Τυρινῆς (Ματθ. στ΄ 14-21)
6 Μαρτίου 2022
Στὰ πρόθυρα τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ἡ Ἐκκλησία μὲ τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο μᾶς ἀποκαλύπτει τὸ νόημα καὶ τὴν διάσταση τῆς ἀληθινῆς νηστείας.
Ἡ νηστεία εἶναι τὸ πιὸ διαδεδομένο ἀσκητικὸ μέσο τῆς ἐκκλησια-στικῆς μας παράδοσης. Ἡ λέξη σημαίνει τὴν ἀποχὴ ἀπὸ τὶς τροφές. Ὡς πρακτικὴ μὲ θρησκευτικὸ περιεχόμενο τὴ συναντᾶμε σὲ ὅλες σχεδὸν τὶς θρησκεῖες καὶ σχετίζεται κυρίως μὲ τὴν ἐξωτερίκευση τοῦ πένθους, τῆς θλίψης, τῆς ἐσωτερικῆς συντριβῆς καὶ τὴν προετοιμασία γιὰ μεγάλες ἑορτὲς ἢ σπουδαῖες τελετουργίες, ποὺ προϋποθέτουν ἐσωτερικὴ κάθαρση.
Οἱ παλαιοὶ Χριστιανοὶ τηροῦσαν μὲ εὐλάβεια τὶς καθορισμένες νηστεῖες μὲ μόνη δικαιολογημένη ἐξαίρεση τοὺς ἐμπερίστατους ἀδελφοὺς (ἀσθενεῖς, ὁδοιπόρους, νήπια). Ἄλλωστε, γιὰ ὅσους ἀδικαιολόγητα κατα-στρατηγοῦν τὶς νηστεῖες οἱ ἱεροὶ Κανόνες ἐπιβάλλουν αὐστηρὰ ἐπιτίμια. Σήμερα ἡ νηστεία ὡς θεσμὸς εἶναι περιφρονημένη καὶ παρεξηγημένη. Ἄλλοι, παρασυρόμενοι ἀπὸ τὴν γενικευμένη ἐκκοσμίκευση, τὴν παρα-μερίζουν, τὴν προσδιορίζουν κατὰ τὴν κρίση καὶ δυνατότητά τους ἢ καὶ τὴν καταργοῦν, ἐνῷ ἄλλοι τὴν ὑπερτιμοῦν ἀδιάκριτα καὶ τῆς ἀποδίδουν τεράστια σωτηριολογικὴ ἀξία καθιστῶντάς την αὐτοσκοπό.
Ἡ νηστεία, ὅμως, δὲν εἶναι αὐτοσκοπός, εἶναι μέσο τοῦ ἀσκητικοῦ ἀγώνα τοῦ πιστοῦ, τὸ μυστικὸ ὅπλο τοῦ «ἀοράτου πολέμου» του κατὰ τῶν παθῶν, «ἡ μάχαιρα ἥτις ἐκκόπτει πολλὰς κακίας» κατὰ τοὺς Θεοφόρους Πατέρες.
Ἡ ἀληθινὴ νηστεία ἔχει χαρακτῆρα παιδαγωγικὸ καὶ ἀναγωγικό. Διδάσκει, δηλαδή, τὸν ἄνθρωπο νὰ μὴ βασίζεται στὰ ὑλικὰ πράγματα, ὑπενθυμίζοντάς του τὴ σχετικὴ ἀξία τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, ἐνῷ τὸν ὁδηγεῖ νὰ ξεπεράσει τὴν τυραννία τῆς ὑλικῆς ἀναγκαιότητας καὶ νὰ φθάσει στὸ βασίλειο τῆς ἐλευθερίας τοῦ Πνεύματος.
Ὁ μέγας ἐχθρὸς τῆς νηστείας, ὅπως φαίνεται στὴ σημερινὴ Εὐαγγελικὴ περικοπὴ εἶναι ἡ τυπολατρία καὶ ἡ ὑποκρισία, μὲ μιὰ λέξη ὁ φαρισαϊσμός, αὐτὴ ἡ φοβερὴ πνευματικὴ ἀσθένεια ποὺ πλήττει καὶ ἀκυ-ρώνει κάθε ἐκδήλωση εὐσεβείας.
Ἡ Ἐκκλησία μὲ τὸ θεόπνευστο λόγο τῶν Πατέρων, διὰ τῆς ἱερᾶς ὑμνογραφίας μᾶς προειδοποιεῖ ὅτι ἀληθινὴ καὶ εὐάρεστη στὸ Θεὸ νηστεία δὲν εἶναι ἁπλᾶ ἡ τυπικὴ τήρηση κάποιων περιορισμῶν στὴν διατροφὴ ἀλλὰ γενικὰ ἡ κυριαρχία τοῦ πνεύματος ἔναντι ὅλων τῶν πιεστικῶν ἀναγκῶν τοῦ σώματος.
«Ἀληθὴς νηστεία ἡ τῶν κακῶν ἀλλοτρίωσις, ἐγκράτεια γλώσσης, θυμοῦ ἀποχή, καταλαλιᾶς, ψευδοῦς καὶ ἐπιορκίας. Ἡ τούτων ἔνδεια, νηστεία ἔστιν ἀληθὴς καὶ εὐπρόσδεκτος» θὰ ἀκούσουμε στὸν ἑσπερινὸ τῆς Καθαρᾶς Δευτέρας.
Οἱ Πατέρες συνιστοῦν ἐπίσης νὰ συνοδεύεται ἡ νηστεία μὲ τὴν ἄσκηση καὶ ἄλλων ἀρετῶν καὶ κυρίως τῆς ἐλεημοσύνης. «Νηστεύεις; Δεῖξον μοι διὰ τῶν ἔργων αὐτῶν. Ποίων ἔργων, φησίν. Ἐὰν ἴδῃς πένητα, ἐλέησον», ὅπως λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος.
Ἡ νηστεία συνδέεται μὲ τὴν κοινωνικότητα τοῦ ἀνθρώπου. Δὲν ἀποσκοπεῖ στὴν ἐγωκεντρικὴ κατάκτηση κάποιου ἀτομικοῦ ἀσκητικοῦ στόχου. Παιδαγωγεῖ τὸν ἄνθρωπο νὰ ἀκολουθεῖ τὸν κοινὸ κατ’ ἀλήθειαν τρόπο ζωῆς «σὺν πᾶσι τοῖς ἁγίοις». Ἀναγκαῖος ὅρος, λοιπόν, γιὰ νὰ ἀρχίσουμε «τὸν καλὸν τῆς νηστείας ἀγῶνα» εἶναι ἡ ἀποκατάσταση τῶν κοινωνικῶν μας σχέσεων σὲ σωστὴ βάση μὲ τὴν ἀπαραίτητη ἀμοιβαία συγχώρηση.
Γι’ αὐτὸ ὁ πρῶτος Κατανυκτικὸς ἑσπερινὸς τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, στὸν ὁποῖο πρέπει νὰ συμμετάσχουμε ὅλοι μας ἀπόψε, ὁλοκληρώνεται σύμφωνα μὲ παλαιὸ μοναστικὸ τυπικὸ στὴν καρδιακὴ ἀνταλλαγὴ τῆς συγχώρησης, ὡς προϋπόθεσης τῆς προσπάθειάς μας καὶ ὀνομάζεται ἑσπερινὸς τῆς συγγνώμης. Μόνον ἔτσι συμπεριφερόμενοι καὶ προσευχόμενοι οἱ Χριστιανοὶ θὰ καταλήξουμε στὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ στὴν κοινωνία τῆς ἀγάπης, τὰ ὁποῖα ἑορτάζουμε στὸ τέλος αὐτῆς τῆς πορείας καὶ λειτουργικῆς περιόδου μὲ τὸν Ἀναστάσιμο ἑσπερινὸ τῆς Ἀγάπης.
Καλὴ Σαρακοστή, καλὴ δύναμη στὸν προκείμενο ἀγῶνα.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
Κυριακὴ τῆς Ἀπόκρεω (Κρίσεως) (Ματθ. κε´ 31-46)
27 Φεβρουαρίου 2022
ΑΓΑΠΗ, ΤΟ ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία μὲ τοὺς πνευματικοὺς προβολεῖς της φωτίζει σήμερα τὰ ἔσχατα. Τὸ τέλος τοῦ κόσμου. Κάνει λόγο γιὰ τὴν ἔνδοξη Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου μας. Τότε ποὺ θὰ συντελεσθεῖ ἡ πιὸ μεγάλη δίκη ὅλων τῶν αἰώνων. Τότε ποὺ ἡ ζωὴ κάθε ἀνθρώπου θὰ ἀνακριθεῖ ἀπὸ τὸν δίκαιο Κριτή. Τότε ποὺ «ἑκάστου αἱ πράξεις φανεραὶ γενήσονται» «καὶ τὰ κρυπτὰ τοῦ σκότους δημοσιεύονται».
Ὥρα φοβερή!
Ὅμως ἡ σημερινὴ Εὐαγγελικὴ περικοπὴ κάνει λόγο καὶ γιὰ τὸ κριτήριο βάσει τοῦ ὁποίου θὰ κριθοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Καὶ τὸ κριτήριο αὐτὸ δὲν εἶναι ἄλλο ἀπὸ τὴν ἀγάπη.
Ἀκοῦμε τὸν ἀδέκαστο Κριτὴ νὰ λέει πρὸς τοὺς δικαίους: «’Εφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε». Παρόμοια καὶ πρὸς τοὺς ἀδίκους: «Ἐφ’ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε».
Ἐφόσον πράξατε αὐτὰ τὰ καλὰ σὲ ἕνα ἀπὸ τοὺς φτωχοὺς ἀδελφούς μου ποὺ σᾶς φαίνονταν μικροὶ καὶ ἀσήμαντοι, σὲ μένα τὸν ἴδιο τὰ πράξατε. Ἤ, ἀφοῦ δὲν τὰ πράξατε στοὺς φτωχοὺς καὶ ἀσήμαντους, οὔτε σ’ ἐμένα τὰ πράξατε.
Θὰ κριθοῦμε δηλαδὴ ὅλοι μας μὲ βάση καὶ γνώμονα τὴν ἀγάπη. Τὴν ἀγάπη μας στὸν πλησίον. Στὸν φτωχό, στὸν περιφρονημένο, τὸν ἀδικημένο καὶ ἄσημο.
Σήμερα εἰδικὰ ποὺ οἱ συνθῆκες ζωῆς ἔχουν ὁδηγήσει πολλοὺς συνανθρώπους μας στὴν ἔνδεια καὶ τὴν κάθε μορφῆς ἀνάγκη, δὲν εἶναι ἰδιαίτερα δύσκολο νὰ ἐκδηλώσουμε τὴν ἀγάπη μας πρὸς αὐτούς.
Καὶ εἶναι ἀλήθεια ὅτι δὲν εἶναι καθόλου ἐλάχιστοι οἱ ἄνθρωποι ποὺ στὶς μέρες μας βοηθοῦν καὶ παραστέκονται στὸν συνάνθρωπό τους.
Χιλιάδες βοηθοῦν στὰ συσσίτια τῶν ἐνοριῶν παρέχοντας ἕνα πιάτο φαγητὸ σὲ τόσους πεινασμένους. Πάμπολοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ δίνουν ἐλεημοσύνη στοὺς φτωχοὺς καὶ παραστέκουν μὲ ὁποιονδήποτε τρόπο ὅσους στὶς μέρες μας ἔχουν ἀνάγκη. Τέτοιου εἴδους πράξεις ὁ Κύριος τὶς λογαριάζει. Τὶς παρακολουθεῖ μὲ χαρὰ καὶ τὶς καταχωρεῖ σὰ νὰ ἔχουν προσφερθεῖ στὸ δικό Του πρόσωπο.
Στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο, ὁ Κύριος μᾶς διαβεβαιώνει ὅτι ἡ ἀγάπη αὐτὴ ποὺ ἐκδηλώνεται στὸν συνάνθρωπό μας δὲν ἔχει ἀποδέκτη τὸν ὁποιονδήποτε ἄνθρωπο στὸν ὁποῖο ἐκδηλώνεται ἀλλὰ τὸν ἴδιο τὸν Χριστό.
«’Εμοὶ ἐποιήσατε», λέγει ὁ Κύριος. Αὐτὰ ποὺ κάνετε στοὺς θεωρούμενους μικροὺς καὶ ἀσήμαντους, οὐσιαστικὰ τὸ κάνετε σ’ ἐμένα τὸν ἴδιο. Κοπιάσατε γιὰ τ’ ἀδέλφια μου; Γιὰ τὰ πονεμένα μέλη τῆς Ἐκκλησίας μου ποὺ εἶναι μικροὶ καὶ ἐλάχιστοι στὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων; Μὰ ἐγὼ τοὺς θεωρῶ ἀδελφούς μου. Τί τιμὴ ἀλήθεια!
Ἀδελφοί μου, ἡ συγκλονιστικὴ στιγμὴ ποὺ ὅλοι μας θὰ συναχθοῦμε μπροστὰ στὸν θρόνο τοῦ Κυρίου δὲν εἶναι μακριά. Ἔρχεται. Τὸ πρῶτο κάλεσμά της εἶναι γιὰ τὸν καθένα μας ἡ ὥρα τοῦ θανάτου μας.
Καὶ τὸ δεύτερο εἶναι αὐτὸ ποὺ θὰ σημάνει τὴν καθολικὴ ἀνάσταση ὅλων καὶ τὴ γενικὴ κρίση κατὰ τὴ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου μας. Τότε ποὺ οἱ πάντες θὰ κριθοῦν μὲ γνώμονα τὴν ἀγάπη τους στὰ πρόσωπα τῶν συνανθρώπων μας. Πρόσωπα ποὺ ὁ Κύριος ταυτίζει μὲ τὸν ἑαυτό του.
Μακάριοι οἱ ἄνθρωποι ποὺ θὰ ἐννοήσουν αὐτὴ τὴ μεγάλη τιμὴ ποὺ μᾶς κάνει ὁ Κύριος καὶ θὰ Τὸν ἀντικρίζουν ἀπὸ ἐδῶ καὶ πέρα στὸ πρόσωπο τῶν ἀδελφῶν του.
Θά ’ναι αὐτοὶ ποὺ θὰ ἀξιωθοῦν στὸ τέλος τῆς ζωῆς τους νὰ ἀκούσουν τὸ «δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου».
Θά ’ναι αὐτοὶ ποὺ μὲ εἰσιτήριο τὴν ἔμπρακτη ἀγάπη στὸν πλησίον θὰ γεύονται τὴν αἰώνια ἀγάπη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ στὴ Βασιλεία Του. Μακάριοι ὅλοι μας νὰ τὸ ἐννοήσουμε καὶ νὰ ἀγωνισθοῦμε νὰ τὸ ἐφαρμόσουμε. Ἀμήν.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
Κυριακὴ τοῦ Ἀσώτου (Λουκ. ιε΄ 11-32 )
20 Φεβρουαρίου 2022
Ἡ παραβολὴ τοῦ ἀσώτου, ποὺ ἀναγινώσκεται σήμερα, χαρακτηρίστηκε ὡς τὸ «εὐαγγέλιο τῶν εὐαγγελίων». Διότι, ἂν ὑποθέσουμε ὅτι χανόταν ὅλη ἡ ὑπόλοιπη διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, θὰ ἦταν ἀρκετὴ καὶ μόνο αὐτὴ ἡ παραβολὴ γιὰ νὰ μᾶς βεβαιώσει ὅτι ὁ Κύριος εἶναι Θεὸς τῆς ἄπειρης ἀγάπης καὶ φιλανθρωπίας. Θὰ ἦταν ἀρκετὴ γιὰ νὰ περιγράψει τὴν ἱστορία τῆς ἀποστασίας τοῦ κόσμου.
Ἡ ἱστορία τοῦ νεότερου υἱοῦ ποὺ ζήτησε ἀπὸ τὸν πατέρα τὸ μερίδιό του καὶ ἔφυγε μακριὰ ἀπὸ τὸ σπίτι σπαταλώντας τὴν περιουσία του καὶ «ζῶν ἀσώτως», ἀποτυπώνει μὲ τὸν πλεὸν παραστατικὸ τρόπο τὴν τραγωδία τοῦ κάθε ἀνθρώπου ποὺ ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ παραδίδεται στὰ ἁμαρτωλὰ πάθη καὶ τὶς ἐπιθυμίες του. Ἡ ἴδια ἱστορία ὅμως φανερώνει καὶ τὴν ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ὁ ὁποῖος περιμένει τὴ μετάνοια καὶ τὴν ἐπιστροφὴ κάθε ἁμαρτωλοῦ. Περιμένει καὶ τὴ δική μας μετάνοια...
Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ μείνει ἀσυγκίνητος ὅταν ἀναλογίζεται τὴν πολὺ χαρακτηριστικὴ εἰκόνα τῆς ὑποδοχῆς τοῦ ἀσώτου. Τότε ποὺ ὁ σπλαγχνικὸς πατέρας εἶδε ἀπὸ μακριὰ τὸν ἄσωτο γιό του νὰ ἐπιστρέφει σὲ ἄθλια κατάσταση κι ἔτρεξε, τὸν ἕσφιξε στὴν ἀγκαλιά του καὶ τὸν καταφιλοῦσε μὲ στοργή. «Καὶ δραμῶν ἐπέπεσεν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ κατεφίλησεν αὐτόν».
Πόσο μᾶς συγκινεῖ αὐτὴ ἡ ἀνοιχτὴ ἀγκαλιὰ τοῦ πατέρα! Τέτοια εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Μακροθυμεῖ γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας καὶ περιμένει τὴν μετάνοιά μας. Μᾶς παρέχει πολλὲς καὶ ποικίλες εὐκαιρίες γιὰ νὰ διορθωθοῦμε. Κι ὅταν δεῖ τὴν διάθεση καὶ μόνον ἐπιστροφῆς, ἀφήνει νὰ συναντήσουμε τὸ ξεχείλισμα τῆς ἀγάπης Του. Μολονότι φέρουμε ἔντονα τοὺς ρύπους καὶ τὴν δυσωδία τῆς ἁμαρτίας, ὁ σπλαγχνικὸς Πατέρας, μᾶς ἀγκαλιάζει καὶ μᾶς καταφιλεῖ. Δέχεται τὴν ἐξομολόγηση καὶ τὴ μετάνοιά μας καὶ θυσιάζει τὸ «μόσχο τὸν σιτευτὸ» γιά νά μᾶς τόν προσφέρει στὴν ἱερὴ τράπεζα τῆς Θείας Κοινωνίας. Ὁ Πανάγαθος Θεός μᾶς ἀναγνωρίζει ὡς ἀγαπημένα παιδιά Του καὶ κληρονόμους τῆς Βασιλείας Του. Ἀλήθεια τί ἄλλο ὑπάρχει στὸν κόσμο ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ συγκριθεῖ μὲ τὸ ἀξεπέραστο μεγαλεῖο αὐτῶν τῶν δωρεῶν τῆς θεϊκῆς ἀγάπης;
Καὶ μόνο τὸ ὄνομα τῆς παραβολῆς «τοῦ Ἀσώτου» ἑστιάζει τὴν προσοχή μας στὸ πρόσωπο τοῦ νεότερου γιοῦ, ποὺ ἔγινε ἄσωτος καθὼς ἔφυγε μακριὰ ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ πατέρα.
Ὡστόσο ἀξίζει νὰ προσέξουμε καὶ τὸν ἄλλο γιό. Τὸν πρεσβύτερο τῆς παραβολῆς, ὁ ὁποῖος ἂν καὶ ζοῦσε μέσα στὸ σπίτι, οὐσιαστικὰ ἦταν μακριά.
Ὁ πρεσβύτερος υἱὸς ἐξωτερικὰ φαινόταν ὡς πιστὸς γιὸς τοῦ πατέρα καὶ ἀκριβὴς τηρητὴς τῶν ἐντολῶν του. Ὡστόσο τὸ γεγονὸς τῆς ἐπιστροφῆς τοῦ μικρότερου ἀδελφοῦ του, ἀνέτρεψε τὴν ἐπιφανειακὰ καλή του εἰκόνα. Ὅταν πληροφορήθηκε ὅτι ἐπέστρεψε ὁ ἄσωτος ἀδελφός του, ἀντὶ νὰ χαρεῖ, ὀργίστηκε καὶ ἀρνήθηκε νὰ λάβει μέρος στὸ πανηγύρι. Μάλιστα μὲ ἐπιθετικὸ τρόπο ξέσπασε ἐναντίον τοῦ πατέρα. Καὶ ἐνὼ καυχόταν γιὰ τὴν τυφλὴ ὑπακοὴ στὸν πατέρα «οὐδέποτε ἐντολήν σου παρῆλθον», τὴν ἴδια στιγμὴ ἀντιστεκόταν μὲ πεῖσμα ὄχι σὲ ἐντολὴ ἀλλὰ στὴν πατρικὴ παράκληση καὶ προτροπὴ νὰ μοιραστεῖ τὴ κοινὴ χαρὰ στὸ σπίτι.
Ἴσως μᾶς ξαφνιάζει τὸ πρωτοφανὲς ξέσπασμα ἐγωϊσμοῦ, ζηλοτυπίας καὶ φθόνου τοῦ μεγαλύτερου υἱοῦ. Τὸ πιθανότερο ὅμως εἶναι νὰ ζοῦμε κι ἐμεῖς συνειδητὰ ἢ ἀσυνείδητα σὰν αὐτόν. Ἀπὸ μικρὰ παιδιὰ μεγαλώνουμε μέσα στὸ σπίτι τοῦ Θεοῦ Πατέρα, τὴν Ἐκκλησία. Κι ἐπειδή, ἐνδεχομένως, ἀποφεύγουμε σοβαρὲς παρεκτροπὲς καὶ πιστεύουμε ὅτι ἐφαρμόζουμε μὲ ἀκρίβεια τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, εὔκολα διαχωρίζουμε τὴ θέση μας ἀπὸ κάθε ἄσωτο νομίζοντας ὅτι εἶναι αὐτονόητη ἡ θέση μας στὸν Παράδεισο. Ἔτσι ἐπαναπαυόμαστε καὶ θεωροῦμε περιττή τὴν μετάνοια, τὴν ἐξομολόγηση, τὴν προσευχή, τὴ μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἔμπρακτη ἐκδήλωση τῆς ἀγάπης μας στοὺς ἀδελφούς.
Ἀδελφοί, ἄς παραδεχθοῦμε ταπεινὰ τὴν ἁμαρτωλότητά μας κι ἂς ἀκολουθήσουμε τὴν ὁδὸ τῆς μετανοίας. Εἴτε μοιάζουμε μὲ τὸ νεότερο, εἴτε μὲ τὸν πρεσβύτερο υἱὸ ἂς γνωρίζουμε ὅτι ἡ ἀγκαλιὰ τοῦ Θεοῦ εἶναι ἕτοιμη νὰ μᾶς ὑποδεχθεῖ, ἀρκεῖ νὰ εἴμαστε πρόθυμοι στὴν προτροπή του καὶ ἕτοιμοι νὰ ἀποδεχθοῦμε τὰ δῶρα Του.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
Κυριακὴ Τελώνη καὶ Φαρισαίου (Λουκ. ιηʹ 10 ‐ 14)
13 Φεβρουαρίου 2022
Ἡ παραβολὴ τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου, μὲ τὴν ὁποία ἀρχίζει ἡ περίοδος τοῦ Τριωδίου, εἶναι ἕνα μάθημα περὶ προσευχῆς. Δὲν εἶναι τυχαῖο ἄλλωστε ὅτι ἡ παραβολὴ αὐτὴ τοποθετεῖται στὴν ἀρχὴ αὐτῆς τῆς περιόδου. Ἀκριβῶς ἐπειδὴ αὐτὸ τὸ διάστημα ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς καλεῖ σὲ περισσότερη καὶ ἐντατικότερη προσευχή, μᾶς διδάσκει ταυτόχρονα καὶ πῶς πρέπει νά προσευχόμαστε.
Τὸ πρῶτο ποὺ ὑπογραμμίζει ὁ Κύριος στὴν παραβολὴ εἶναι ἡ σωστὴ στάση κατὰ τὴν προσευχή. Ὁ Φαρισαῖος «σταθεὶς πρὸς ἑαυτὸν ταῦτα προσηύχετο». Στάθηκε ὄρθιος. Σὲ μέρος κεντρικὸ καὶ ἐμφανὲς γιὰ νὰ τὸν βλέπουν ὅλοι. Καὶ ἄρχισε νὰ προσεύχεται «πρὸς ἑαυτόν». Δηλαδὴ ἀπηύθυνε τὴν προσευχὴ στὸν ἑαυτό του καὶ ὄχι στὸν Θεό. Σὰν νὰ ἔστησε μπροστά του ἕνα ἄγαλμα ἤ σὰν νὰ βρισκόταν μπροστὰ σ’ ἕνα καθρέπτη, ἄρχισε νὰ προσκυνᾶ τὸν ἑαυτό του ἤ μᾶλλον τὸ εἴδωλο τοῦ ἑαυτοῦ του. Ὁ Τελώνης ἀντιθέτως πῆρε ἄλλη στάση. Στάθηκε μακριά, παράμερα. Δὲν τολμοῦσε οὔτε τά μάτια του νὰ σηκώσει στὸν οὐρανό. Κρυμμένος ἀπὸ τὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων κτυποῦσε τό στῆθος του καὶ καθὼς προσευχόταν ἦταν συγκεντρωμένος μέσα του.
Αὐτὴ εἶναι ἡ σωστὴ στάση τήν ὥρα τῆς προσευχῆς. Ὁ ἄνθρωπος νὰ στέκεται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ μὲ βαθὺ σεβασμό, μὲ ἅγιο φόβο, μὲ συναίσθηση ἁμαρτωλότητος. Νὰ μὴν ἀφήνει οὔτε τὰ μάτια του, οὔτε τὰ αὐτιά του, οὔτε τοὺς λογισμούς του νὰ σκορπίσουν γύρω του, ἀλλὰ νὰ εἶναι συγκεντρωμένος μέσα του.
Ὑπάρχουν τρία εἴδη προσευχῆς. Ἡ ἱκετευτική, ἡ εὐχαριστιακὴ καὶ ἡ δοξολογική. Ὁ Τελώνης αἰσθανόμενος ἀνάξιος προσευχήθηκε ἱκετευτικά. Ὁ Φαρισαῖος συναισθανόμενος πὼς σὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ τίποτε, ἐπειδὴ τὰ εἶχε ὅλα, προσευχήθηκε δοξολογικὰ. Μόνο ποὺ δὲν ἦταν εὐχαριστία πρὸς τὸν Θεὸ ἡ προσευχή του. Οὐσιαστικὰ ἦταν ἕνας αὐτοέπαινος. Μία ὑποκρισία καὶ μία εὐχαριστία στὸν ἑαυτό του. «Σὲ εὐχαριστῶ, Θεέ μου, ποὺ μὲ ἔκανες τόσο καλὸ καὶ ξεχωριστὸ ἀπὸ τοὺς ἄλλους». Αὐτὸ ἔλεγε. Ἀντίθετα ἡ προσευχὴ τοῦ Τελώνη ἦταν ἁπλὴ καὶ σύντομη. «Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ». Θεέ μου, λυπήσου με τὸν ἁμαρτωλό, ἔλεγε.
Ἡ εὐπρόσδεκτη στὸ Θεὸ προσευχή, εἴτε ἱκεσία εἶναι, εἴτε εὐχαριστία, εἴτε δοξολογία, ἔχει σὰν βασικὸ χαρακτηριστικό της τὴ συντριβή, τὴν ταπείνωση, τὴ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητος, καὶ τὴ συγκέντρωση τῆς προσοχῆς μέσα στὴν καρδιά. Ἀλλιῶς καταντᾶ μία συνήθεια, ἕνας τύπος ἤ ἀκόμη χειρότερα γίνεται ἐπίδειξη.
Ἀθωωμένος καὶ δίκαιος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ἐπέστρεψε ἀπὸ τὸν Ναὸ στὸ σπίτι του ὁ Τελώνης καί ὄχι ὁ Φαρισαῖος. Τὸ ἔλεος, τὴν εἰρήνη, τὴν ἀγαλλίαση τῆς συμφιλιώσεως μὲ τὸν Θεὸ πῆρε ὁ Τελώνης καὶ ὄχι ὁ Φαρισαῖος, ἐπειδὴ ἡ προσευχὴ τοῦ Φαρισαίου ἦταν μία αὐτοδικαίωση, ἐνῶ ἡ προσευχὴ τοῦ Τελώνη ἦταν μία αὐτοκαταδίκη.
«Φαρισαίου φύγωμεν ὑψηγορίαν καὶ Τελώνου μάθωμεν τὸ ταπεινὸν ἐν στεναγμοῖς».
Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀληθινὴ προσευχή. Ἡ μόνη ποὺ μπορεῖ νὰ μᾶς δικαιώσει, νὰ μᾶς ἑνώσει λυτρωτικὰ μὲ τὸ Θεὸ καὶ νὰ μᾶς δώσει τὴν ἰσορροπία στὴ ζωὴ καὶ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς μας, Ἀμήν.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
Κυριακὴ ΙΖ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
6 Φεβρουαρίου 2022
Ἀγαπητοί μου χριστιανοί, κάθε φορὰ ποὺ διαβάζεται στὴν Θεία Λειτουργία τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο, ἔχουμε μπροστά μας τὸν ἴδιο τὸν Κύριο νὰ μᾶς ὁμιλεῖ. Αὐτὸς διδάσκει τὴν ἀλήθεια τῆς Πίστεως καὶ μᾶς προτρέπει νὰ αὐξηθοῦμε σὲ κάθε ἀρετή. Τὰ περιστατικὰ ἀπὸ τὸν ἐπίγειο βίο του, ἀλλὰ καὶ τὰ πρόσωπα ποὺ τὸν πλησιάζουν, γίνονται γιὰ μᾶς ἀφορμὴ νὰ μάθουμε πῶς θὰ βαδίσουμε τὸν δρόμο τῆς ἀρετῆς, ποὺ ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία. Κάθε Κυριακὴ ἡ Ἐκκλησία διαλέγει καὶ ἕνα ξεχωριστὸ ἀγώνισμα, γιὰ νὰ μᾶς ἀσκήσει. Σήμερα μᾶς καλεῖ νὰ ἀγωνισθοῦμε στὰ ἀγωνίσματα τῆς πίστεως καὶ τῆς ταπεινώσεως.
Τὶ εἶναι γιὰ ἐμᾶς τοὺς Χριστιανοὺς ἡ πίστη; Εἶναι ἡ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στὸν ἴδιο τὸν Χριστό. Νὰ τὸν πιστεύουμε ὡς ἀληθινὸ Θεὸ καὶ μόνο Σωτήρα τοῦ κόσμου. Νὰ ἀποδεχόμαστε χωρὶς ἀμφιβολίες ὅλα ὅσα ἐκεῖνος μᾶς ἀποκαλύπτει καὶ ὅλα ὅσα μᾶς διδάσκει γιὰ τὴν καθημερινή ζωή. Καὶ τὶ εἶναι ἡ ταπείνωση; Νὰ ἔχουμε συναίσθηση ποιοὶ εἴμαστε καὶ ποιὰ εἶναι ἡ πραγματική μας ἀξία. Νὰ ἀναγνωρίζουμε τὴν ἀδυναμία καὶ τὴν ἀτέλειά μας.
Ὅταν μὲ τὴν ταπείνωση καταλάβουμε πόσο μικροὶ καὶ ἀδύναμοι εἴμαστε μπροστὰ στὸν Χριστό, τότε πιστεύουμε στὴν παντοδύναμη θεότητά του καὶ τηροῦμε πρόθυμα τὶς ἐντολές του. Ὅταν ὅμως μᾶς λείπει ἡ ταπείνωση καὶ ἔχουμε μεγάλη ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό μας, τότε δὲν μποροῦμε νὰ παραδεχθοῦμε τὸν Χριστό ὡς Κύριο, οὔτε νὰ ὑποταχθοῦμε στὸ θέλημά Του. Ἡ ἐμπειρία τῶν ἁγίων δείχνει ὅτι ἡ πίστη καὶ ἡ ταπείνωση πορεύονται πάντα μαζί. Ἡ ταπείνωση δείχνει τὴν πίστη καὶ ἡ πίστη ὁδηγεῖ στὴν ταπείνωση. Αὐτὰ τὰ δύο ἀποτελοῦν βασικὰ καὶ ἀπαραίτητα γνωρίσματα τοῦ ἀνθρώπου τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ Ἐκκλησία θέλει μὲ ἔμφαση νὰ μᾶς τὰ ὑπενθυμίσει. Τὸ περιστατικὸ τῆς Χαναναίας, ποὺ περιλαμβάνει ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή, ἔχει αὐτὸ τὸν σκοπό.
Ἡ Χαναναία εἶναι μία γυναίκα ποὺ γεννιέται, μεγαλώνει καὶ ζεῖ μέσα σὲ εἰδωλολατρικὸ περιβάλλον. Ἔχοντας μία κόρη δαιμονισμένη ἀκούει γιὰ τὸν Χριστό, τόν συναντᾶ καὶ δείχνει μεγάλη πίστη στὸ πρόσωπό Του, ἐπειδὴ ταπείνωση. Σὲ ἀντίθεση μὲ πολλοὺς Ἰουδαίους ποὺ δὲν τὸν πλησιάζουν ἤ τὸν διώχνουν ἀπὸ τὸν τόπο τους, ὅπως οἱ Γαδαρηνοί. Ἡ Χαναναία δείχνει ἐπίσης τὴν πίστη της, ὅταν παραδέχεται τὸν Χριστό ὡς «υἱὸ Δαυῒδ», δηλαδὴ ὡς τὸν Μεσσία, καὶ ζητεῖ νὰ τὴν ἐλεήσει. «Ἐλέησόν με, υἱέ Δαυῒδ. Ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται». Δείχνει ἀκόμη τὴν πίστη της, ὅταν ὁ Χριστὸς φαίνεται νὰ μὴν τὴν προσέχει καθόλου καὶ ἐκείνη ἐπιμένει νὰ τὸν παρακαλεῖ. Κι ὅταν ὕστερα ἀπὸ ὥρα ὁ Χριστὸς ἀπευθύνεται σ’αὐτὴν, τῆς ὁμιλεῖ περιφρονητικὰ. «Δὲν εἶμαι σταλμένος παρὰ στὰ πρόβατα τῆς γενεᾶς τοῦ Ἰσραήλ», τῆς λέει. Ἐκείνη δὲν ὑποχωρεῖ. Κάποιος ἄλλος στὴ θέση της θὰ εἶχε ἀπογοητευθεῖ. Σ’ αὐτὸ τὸ κρίσιμο σημεῖο ὁ Χριστὸς τὴ δυσκολεύει ἀκόμη περισσότερο, καθὼς τῆς ἀπευθύνει λόγους πολὺ σκληρούς. «Δὲν εἶναι σωστὸ νὰ πάρω τὸ ψωμὶ τῶν παιδιῶν καὶ νὰ τὸ ρίξω στὰ σκυλιὰ». Κάθε νέος λόγος τοῦ Χριστοῦ εἶναι καὶ πιὸ προσβλητικός. Κι ὅμως ἡ Χαναναία, ἀντὶ νὰ ἀπογοητευθεῖ, δείχνει ἀσυνήθιστη πίστη. «Ναί, Κύριε, ἀλλὰ καὶ τὰ σκυλιὰ τρῶνε ἀπὸ τὰ ψίχουλα ποὺ πέφτουν ἀπὸ τὸ τραπέζι τῶν κυρίων τους». Δὲν πληγώνεται ἀπὸ τὶς προσβολές, οὔτε ἀγανακτεῖ. Μὲ τὴν ταπείνωσή της ἀνεβαίνει πιὸ ψηλά. Ὁ Χριστὸς ὀνομάζει τοὺς Ἰουδαίους παιδιά καὶ ἐκείνη τοὺς ὀνομάζει κυρίους. Τὴν ἴδια ὁ Χριστὸς τὴν παρομοιάζει μὲ σκυλί, ἀλλὰ ἐκείνη δὲν ἀντιλέγει στὸν περιφρονητικό λόγο. Γεμάτη ἀπὸ ταπείνωση, τὸ ἀποδέχεται. Καὶ τὸ πιὸ θαυμαστὸ εἶναι ὅτι αἰσθάνεται ὅτι καὶ σὰν σκυλὶ δικαιοῦται κάτι ἀπὸ τὸ περίσσευμα ποὺ ὁ Χριστὸς δίνει στὰ παιδιά του.
Μὲ αὐτὴ τὴ στάση της ἡ Χαναναία ἀποδεικνύεται πρωταθλήτρια στὴν πίστη καὶ στὴ ταπείνωση. Ξεπερνᾶ ὄχι μόνο τοὺς Ἰουδαίους, ποὺ ὁμιλοῦν μὲ ἔπαρση καὶ αὐθάδεια μπροστὰ στὸ Χριστό, ἀλλὰ καὶ ἐκείνους ποὺ εἶναι κοντά του καὶ δυσπιστοῦν στὸν λόγο Του. Ἡ Χαναναία τέλος κάμπτει τὸν ἴδιο τὸν Χριστό, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ θεραπεύει τὴν κόρη της.
Τώρα μποροῦμε νά κατανοήσουμε τὴν αἰτία ποὺ ὁ Χριστὸς τῆς παρουσίασε τόσο μεγάλες δυσκολίες. Ὁ παιδαγωγικός Του τρόπος ὁδήγη-σε τὴν ἴδια καὶ ἀποκάλυψε στοὺς ἄλλους τὴ δύναμη ποὺ μπορεῖ νὰ προκαλεῖ τὸ θαῦμα «Ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις· γενηθήτω σοι ὡς θέλεις»
Ἀδελφοί μου, αὐτὴ ἡ δύναμις εἶναι τὸ ζητούμενο τοῦ κάθε ἀνθρώπου μέσα στὴν ἱστορία, προκειμένου νὰ ἰσορροπίσει ἡ ζωή καὶ νὰ ἐξασφαλισθεῖ ἡ σωτηρία. Ἄς ἔχουμε τή βεβαιότητα γιὰ νὰ μὴ χάνουμε χρόνο, ὅτι ἡ πίστη καὶ ἡ ταπείνωση τῆς Χαναναίας εἶναι διαχρονικὰ ὁ κινητήριος μοχλὸς αὐτῆς τῆς δύναμης.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
Κυριακὴ Ε΄ ΛΟΥΚΑ
30 Ἰανουαρίου 2022
O AΠΟΣΤΟΛΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (Ἐβρ. ιγ΄7-16)
Ἡ μίμηση τῶν Ἁγίων
Ἑορτὴ τῶν Τριῶν Ἱεραραρχῶν σήμερα καὶ τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα εἶναι ἀπὸ τὴν πρὸς Ἐβραίους ἐπιστολὴ τοῦ Παύλου ποὺ μᾶς προτρέπει νὰ σπουδάζουμε τὸ βίο τῶν Ἁγίων, τῶν «ἡγουμένων ὑμῶν» ( Ἐβρ. ιγ΄7), ὅπως χαρακτηριστικὰ γράφει, καὶ νὰ μιμηθοῦμε τὴν πίστη τους. Κατὰ τοὺς Πατέρες οἱ ἡγούμενοι ποὺ λάλησαν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, ἦταν πολλοὶ κι ἀνάμεσά τους ἀσφαλῶς εἶναι ὁ πρωτομάρτυρας Στέφανος καὶ ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος ὁ Ἀπόστολος , «ὁ μαχαίρᾳ ἀναιρεθείς» καί «ἕτεροι πλήστοι, σιωπῇ παραδεδομένοι», κατὰ τὸν ἑρμηνευτὴ Θεόδωρο. Πιὸ πλατιὰ ἐὰν ἑρμηνεύσουμε τὸ λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ὅλοι οἱ Ἅγιοι εἶναι πρόσωπα, ποὺ μποροῦμε νὰ μιμηθοῦμε, ὅσο μποροῦμε, τὸ βίο τους.
Μεγάλη εἶναι ἡ ὠφέλεια ἀπὸ τὴ σπουδὴ τῶν βίων τῶν Ἁγίων. Ὅταν γνωρίζουμε τὴ ζωὴ τῶν Ἁγίων, μποροῦμε νὰ τοὺς μιμηθοῦμε, ἐὰν θελήσουμε. Ἄς ἀφήσουμε ὅμως τὸν Ἁγιο Θεόδωρο τὸν Στουδίτη νὰ μᾶς πεῖ τὶ προκύπτει ἀπὸ τὴ γνώση τῶν βίων τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας. «Ἀδελφοὶ καὶ Πατέρες, ἐπειδὴ αὐτὲς τὶς ἡμέρες διαβάζουμε τοὺς βίους τῶν Ἁγίων Πατέρων μας, πόσο μεγάλη ὠφέλεια καὶ χαρὰ ἀπολαμβάνουμε! Δὲν μπορεῖ κάποιος μὲ ἀνθρώπινα λόγια νὰ περιγράψει τὰ βιώματα αὐτά. Τί γλυκύτερο ὑπάρχει νὰ ἀναθεωρεῖ κάποιος «τὰς τούτων ἀθανάτους πράξεις», τὰ θαύματα καὶ τὶς νίκες τους κατὰ τῶν δαιμόνων; Σὲ μένα μοῦ φαίνεται πὼς καὶ τὰ ντουβάρια καὶ οἱ πέτρες αἰσθάνονται τῆς ὠφελείας, «μὴ ὅτι γε λογικὸν ἄνθρωπον», πολὺ περισσότερο ὁ λογικὸς ἄνθρωπος. Ἀπὸ τὴ γνώση τοῦ βίου τῶν Ἁγίων φωτίζεται ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἀποθέτει τὸ ζοφερὸ φρόνημα τῆς σαρκός. Ἀπὸ τὴ γνώση τοῦ βίου τῶν Ἁγίων κατανύσσεται ἡ ψυχὴ καὶ ἀναπτερώνεται πρὸς τὸ θεῖο ἔρωτα. Θὰ μπορούσαμε μὲ μεγαλύτερη ἀκρίβεια νὰ ποῦμε πὼς οἱ Ἅγιοι εἶναι ὁ Παράδεισος τοῦ Θεοῦ, ποὺ δὲν ἔχει ὑλικὰ φυτά, ἀλλὰ στολίζεται ποικιλοτρόπως μὲ τοὺς καρποὺς τοῦ Πνεύματος…». Αὐτὸς ποὺ παρατηρεῖ καὶ σπουδάζει τοὺς βίους καὶ τὴν ἀναστροφὴ τῶν Ἁγίων, διώχνει ἀπὸ κοντά του τὴ νέκρωση τῶν παθῶν καὶ ἀποδέχεται τὴ ζωὴ τῶν ἀρετῶν. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἔλεγε στὰ πνευματικά του παιδιά: «παρακαλῶ οὗν ὑμᾶς, μιμηταί μου γίνεσθε» (Α΄Κορ. δ΄ 16). Ὁ Παῦλος ἦταν ἀκριβὴς εἰκόνα διδασκάλου καὶ παιδαγωγοῦ καὶ πορεύεται σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ. Κατὰ τὸ Χρυσόστομο, ἦταν «ἀπηκριβωμένη εἰκών» ἁγιότητας.
Τὸ πιὸ κρίσιμο ἐρώτημα διαβάζοντας τοὺς βίους τῶν Ἁγίων εἶναι σὲ ποιὰ σημεῖα τῆς ζωῆς τους μποροῦμε νὰ τοὺς μιμηθοῦμε. Ἀσφαλῶς μποροῦμε ἄνευ ἐπιφυλάξεως νὰ τοὺς μιμηθοῦμε στὴν πίστη. Τὸ λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «μιμεῖσθε τὴν πίστιν» (Ἐβρ. ιγ΄ 7), «διατὶ ἀπὸ τὴν πίστιν γεννᾶται καὶ ἡ καθαρὰ ζωή‧ ἐπειδὴ ἄν αὐτοὶ δὲν ἐπίστευον εἰς τὰ μέλλοντα ἀγαθά, ἀλλὰ ἐδίσταζον, δὲν ἤθελαν δείξουν καὶ ζωὴν ἐνάρετον καὶ ἀκατηγόρητον ὥστε ἐσεῖς, λέγει ὁ Παῦλος, μιμούμενοι τὴν πίστιν τῶν διδασκάλων σας, μιμεῖσθε καὶ τὴν ἐνάρετον ζωήν τους. Μὲ τὰ λόγια δὲ ταῦτα ἰατρεύει τὴν μικροψυχίαν καὶ ὁλιγοπιστίαν τῶν ἐξ Ἑβραίων πιστῶν. (ἍγιοςΝικόδημος ὁ ἁγιορείτης).
Μποροῦμε νὰ μιμηθοῦμε τοὺς Ἁγίους στὴν πίστη, στὴν ἀγάπη, στὶς ἀρετές, στὴ σύμμετρη ἄσκηση, στὴν ἐπιμονὴ τῶν ἀγώνων τους. Νὰ τοὺς ἔχουμε πρότυπα, παρηγοριὰ κι ὁδηγοὺς στὴν πνευματική μας ζωή. Θέλει προσοχὴ μόνο πῶς θὰ τοὺς μιμηθοῦμε στὶς ἀσκήσεις. Π.χ. διαβάζουμε πὼς κάποιος Ἅγιος ἔτρωγε κάθε τρεῖς μέρες, ἤ κοιμόταν δυὸ ὧρες τὴ νύκτα, ἤ λειτουργοῦσε ἀπὸ τὸ πρωὶ στὶς ἑπτὰ ἕως τὸ ἀπόγευμα, ὅπως ὁ ἅγιος Νικόλαος ὁ Πλανᾶς, ἤ ἔζησε πάνω στὸ στύλο, ἤ δὲν ἔβλεπε καθόλου τοὺς ἀνθρώπους, ἤ προσευχόταν ὅλη τὴ νύκτα. Σ’ ὅλα αὐτὰ τὰ σημεῖα καὶ σὲ πολλὰ ἄλλα δὲν θὰ πρέπει νὰ κάνουμε μιὰ αὐθαίρετη μίμηση, ἀλλὰ νὰ συμβουλευόμαστε τὸν Πνευματικό μας. Οἱ ἀσκητικοὶ ἀγῶνες τῶν Ἁγίων θὰ μᾶς εἶναι τὰ πρότυπα, ὧστε ἀνάλογα μὲ τὶς δυνάμεις μας νὰ κάνουμε ἐκεῖνο ποὺ ταιριάζει στὸν ἑαυτό μας. Δὲν κάνουμε πράγματα πάνω τῶν δυνάμεών μας καὶ χωρὶς τὴν εὐλογία τοῦ Πνευματικοῦ μας. Μπορεῖ νὰ ταλαιπωρηθοῦμε καὶ νὰ μὴν ὠφεληθοῦμε καθόλου ἀπὸ μιὰ αὐθαίρετη μίμηση τῶν Ἁγίων σὲ ὁρισμένες ἀσκητικές τους πράξεις. Τὸ καλύτερο εἶναι ἔχοντας ὁδηγοὺς τοὺς Ἁγίους καὶ συμπαραστάτες τοὺς Πνευματικούς μας, νὰ ἀκολουθοῦμε τὴ μέση ὁδὸ τῆς πνευματικῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας μας. Γιὰ τὰ μεγαλύτερα θὰ μᾶς δώσει ὁ Θεὸς δύναμη καὶ θὰ φωτίσει καὶ τὸν Πνευματικό μας νὰ μᾶς καθοδηγήσει σωστά. Οἱ ἀκρότητες δὲν ὠφελοῦν, ἑάν δὲν εἶναι χάρισμα τοῦ Θεοῦ. Νὰ δώσει ὁ Θεὸς νὰ πορευθοῦμε σωστὰ στὴ ζωή μας μιμούμενοι τοὺς Ἁγίους μας.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
Κυριακὴ IΓ΄ ΛΟΥΚΑ (Λουκ. ιηʹ 35 ‐ 43)
23 Ἰανουαρίου 2022
Ἡ σημερινὴ Εὐαγγελικὴ περικοπὴ μᾶς ὑπενθυμίζει ἕνα ἀπὸ τὰ περιστατικὰ ποὺ ἀναφέρονται στὴν πορεία τοῦ Χριστοῦ στὰ Ἱεροσόλυμα. Ἀνεβαίνοντας, λοιπὸν, γιὰ τὴν Ἱερουσαλήμ, ἔπρεπε νὰ περάσει ἀπὸ τὴν Ἱεριχώ. Ἔξω ἀπὸ αὐτὴν τὴν πόλη εἶχε καθίσει κάποιος τυφλός, ζητῶντας τὴν βοήθεια τῶν περαστικῶν. Ὁ Κύριος δὲν ἀγνοεῖ τὸν ἄνθρωπο ποὺ τοῦ ζητεῖ βοήθεια. Στέκεται, συζητεῖ μαζί του. Τοῦ δίνει αὐτὸ ποὺ χρειάζεται.
Στὴ διαδρομὴ τῆς ζωῆς μας, στὶς διάφορες φάσεις τῆς δουλειᾶς μας, παρουσιάζονται ἄνθρωποι μὲ ποικίλες ἀνάγκες. Κάποτε ἡ φωνή τους εἶναι σαφής. Ἄλλοτε ἡ ἱκεσία τους εἶναι μυστική, σιωπηλὴ καὶ ἀθόρυβη ἀπὸ τὴν συστολή. Γι’ αὐτὸ ἂς μὴν κλεινόμαστε στὶς ἀπασχολήσεις μας. Ἄς μὴν ἀπομονωνόμαστε διαρκῶς στὸν ἑαυτό μας. Ἄς γίνουμε εὐαίσθητοι στὶς ἀνάγκες τῶν ἄλλων. Εἶναι σημαντικὸ νὰ ὑπογραμμίσουμε μὲ ἔμφαση καὶ ἔνταση ὅτι ὁ τυφλός, γιὰ τὸν ὁποῖο μιλεῖ τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο, δὲν συμβολίζει μόνο τοὺς ταπεινοὺς καὶ καταφρονημένους τοῦ κόσμου, ποὺ ὁ Χριστὸς ζητάει νὰ προσέξουμε, ἀλλὰ καὶ τὸν ξεχασμένο πνευματικὸ ἑαυτό μας, ὁ ὁποῖος παραμένει ἂν ὄχι ἐντελῶς τυφλός, πάντως μὲ τραγικά μειωμένη τὴν ὅρασή του. Καὶ αὐτὸ γιατὶ δὲν βλέπει τοὺς πνευματικοὺς κινδύνους ποὺ τὸν ἀπειλοῦν. Δὲν μπορεῖ νὰ νιώσει τὶς πνευματικὲς ἐμπειρίες ποὺ ἡ ἐν Χριστῷ ζωὴ ἀποκαλύπτει. Δὲν συνειδητοποιεῖ ὅτι κάθε Θεία Λειτουργία μᾶς φέρνει σὲ ἐπαφὴ μὲ τὴν ζωὴ τῶν ἁγίων. Μᾶς βοηθάει νὰ αἰσθανθοῦμε κάπως καλύτερα πόσο χαλασμένη εἶναι ἡ πνευματική μας ὅραση. Μᾶς βοηθάει νὰ συνειδητοποιήσουμε τὸν βαθμὸ τῆς πνευματικῆς μας τυφλότητας.
Προκύπτει, ὅμως, ἕνα ἐρώτημα. Γιατὶ ἆραγε παρατείνεται ἡ πνευματική μας τυφλότητα; Ἴσως γιατὶ ἡ φιλαυτία καὶ ὁ ἐγωισμός μας στέκονται ἐμπόδια. Συνήθως πιστεύουμε ὅτι ἡ ἱκανότητά μας στὴν ἐπιστήμη καὶ στὴν παντοδύναμη στὶς ἡμέρες μας τεχνολογία, μπορεῖ νὰ μᾶς θεραπεύσει. Θαμπωμένοι ἀπὸ τὰ ἐπιτεύγματα καὶ τὰ ἅλματα τῆς προόδου καὶ τῆς ἐξέλιξης τοῦ ἀνθρώπινου πολιτισμοῦ, στηρίζουμε ὑπερβολικὲς ἐλπίδες στὶς δυνατότητές μας καὶ ἀδιαφοροῦμε γιὰ τὸν Θεὸ ποὺ δίνει τὸ φῶς καὶ εἶναι ὁ ἴδιος τὸ Φῶς καὶ ἡ πηγή του. Τυφλωμένοι ἀπὸ τὰ πολλὰ φῶτα ἀφήνουμε μέσα μας νὰ σβήσει τὸ ἀληθινὸ φῶς.
Καὶ ὅμως ὁ Θεὸς μέσα ἀπὸ τὶς πολλὲς καὶ ποικίλες περιστάσεις καὶ συνθῆκες τῆς καθημερινότητάς μας, μᾶς δίνει εὐκαιρίες νὰ τὸν συναντήσουμε οὐσιαστικότερα. Νὰ συνειδητοποιήσουμε τὸ πέρασμα τοῦ Χριστοῦ στὸ δρόμο τῆς δικῆς μας ζωῆς. Καὶ ἐκεῖ καταλαβαίνουμε τὸ χρέος μας νὰ Τὸν βλέπουμε μέσα ἀπὸ τοὺς ταπεινοὺς καὶ τοὺς καταφρονημένους. Μέσα ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία μας νὰ θεραπευθοῦμε ἀπὸ τὴν πνευματική μας τυφλότητα καὶ νὰ φωνάξουμε σὰν τὸν τυφλὸ «Ἰησοῦ, ἐλέησόν με».
Ὑπάρχει βέβαια καὶ μιὰ ἄλλη πτυχὴ στὴν θεραπεία τοῦ τυφλοῦ τῆς Ἱεριχοῦς. Ὁ πόθος του γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ τὰ ἐμπόδια ποὺ τοῦ παρουσίαζαν οἱ ἄλλοι. Μᾶλλον δὲν τὸν ὤθησε στὸν Χριστὸ ἡ δυστυχία του, ἀλλὰ ἡ ἐπιμονή του, ποὺ μᾶς καταπλήσσει. Εἶχε δεῖ καὶ εἶχε διακρίνει καλύτερα ἀπὸ τοὺς ἄλλους, ποὺ εἶχαν μάτια, τό μεσσία Χριστὸ καὶ εἶχε ἀναγνωρίσει τὴν ἀγαπῶσα δύναμή Του. Ἕνα πλῆθος ἀπὸ ἐμπόδια στάθηκαν ἀνάμεσα στὸν τυφλὸ καὶ τὸν Χριστό. Αὐτὰ ἦταν καταρχὰς ἡ ἀρρώστια του, ὁ πολὺς κόσμος, ἡ ἱερότητα τῆς ὥρας τῆς διδασκαλίας, οἱ ἐπιπλήξεις τοῦ κόσμου νὰ σωπάσει. Κανένα, ὅμως, ἀπὸ τὰ ἐμπόδια αὐτὰ δὲν ἀποδείχθηκε ἀνυπέρβλητο. Ὁ πόθος του νὰ συναντήσει τὸν Χριστό, νὰ βρεῖ τὸ φῶς του, ξεπέρασε κάθε φραγμό. Ὁ πόθος του καὶ ἡ ἐπιμονή του κάνουν τὸ θαῦμα.
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, μέσα στὸ πλῆθος τῶν ἀνθρώπων ποὺ περιστοίχιζαν τὸν Χριστὸ, γιὰ νὰ ἀκούσουν τὴν διδασκαλία Του, ἡ ἐπιμονὴ καὶ ἡ πίστη τοῦ τυφλοῦ ξεπερνᾶ ὅλα τὰ ἐμπόδια τοῦ ἐνοχλημένου πλήθους, ποὺ προσπάθησε νὰ τὸν σταματήσει, γιὰ νὰ ἀκούσει μιὰ διδασκαλία ποὺ τὸ κατέπλησσε. Ὅμως καὶ ὁ Χριστὸς στὴν ἐπιμονὴ τοῦ τυφλοῦ διακόπτει τὴν δύναμη τοῦ λόγου, γιὰ νὰ ἐκδηλώσει τὴν ἀγάπη τοῦ ἔργου Του. Καὶ αὐτὸ, γιὰ νὰ μὴν ξεχνᾶμε ὅτι ἡ πίστη χωρὶς ὀρθὴ πράξη μπορεῖ νὰ σταθεῖ ἐμπόδιο στὸν καλοπροαίρετο ἄνθρωπο, ποὺ θέλει νὰ συναντήσει τὸν Χριστό. Ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνος ποὺ πραγματικὰ Τὸν ἐμπιστεύεται δὲν κάμπτεται, ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὰ ἀνυπέρβλητα ἐμπόδια ποὺ ἐνδεχομένως θὰ συναντήσει, τὰ ὁποῖα προκύπτουν συνήθως ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τῆς πίστης. Αὐτὲς οἱ δυὸ ἀλήθειες εἶναι σίγουρα διαστάσεις τοῦ θαύματος τῆς πνευματικῆς μας ὅρασης, ποὺ πραγματώνεται μέσα μας μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἀμὴν.
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
Κυριακὴ IB΄ ΛΟΥΚΑ (Λουκ. ιζʹ 12 ‐ 19)
16 Ἰανουαρίου 2022
Πολλὲς θεραπεῖες ἀσθενῶν, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἔκανε ὁ Κύριος στὰ χρόνια ποὺ ἐκράτησε τὸ δημόσιο ἔργο του στὴ γῆ. Ἔτσι ἐκπληρώθηκε ἡ προφητεία «Αὐτὸς πῆρε ἐπάνω του τὶς ἀσθένειές μας καὶ σήκωσε τὶς ἀρρώστιες μας». Καὶ βεβαίως ὁ Προφήτης δὲν ἀναφερόταν μόνο στὶς σωματικές μας ἀρρώστιες, μὰ πιὸ πολὺ στὶς ψυχικές μας ἀσθένειες, ἐπειδὴ ὁ Κύριος εἶναι ἰατρὸς τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων μας.
Μᾶς λέει λοιπὸν τὸ Εὐαγγέλιο γιὰ τὸ θαῦμα τοῦ Κυρίου μὲ τοὺς δέκα λεπρούς. Καὶ εἶναι γνωστὴ ἡ σκηνὴ τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων ποὺ ζητοῦν τὴν εὐσπλαγχνία τοῦ Κυρίου γιὰ τὴν ἀθεράπευτη ἰατρικά, τότε, ἀσθένειά τους.
Ἐπιλέγουμε ἀπὸ τὸν διάλογο ποὺ ἀκούσαμε τὶς παρακάτω φράσεις τοῦ Κυρίου καὶ στεκόμαστε μὲ λίγες σκέψεις σ’ αὐτές. " Μήπως δὲν καθαρίσθηκαν καὶ οἱ δέκα; Οἱ ἐννέα ποῦ εἶναι; Δὲν βρέθηκαν νὰ γυρίσουν γιὰ νὰ δώσουν δόξα στὸ Θεὸ παρὰ μόνον αὐτὸς ὁ ἀλλογενής;" Καὶ κατέληξε: "Σήκω καὶ πήγαινε ἡ πίστη σου σὲ ἔσωσε".
Στὰ παραπάνω λόγια διακρίνεται ἀρχικὰ τὸ ἀνθρώπινο παράπονο τοῦ Ἰησοῦ, μὰ οὐσιαστικὰ ἡ ἀπορία ἀφορᾶ σὲ κάτι δυνατότερο. Ἐλέγχει τὴν ἀχαριστία τῶν ἀνθρώπων, ἐπειδὴ οἱ ἐννέα λεπροὶ ἔδειξαν μεγάλη ἀχαριστία στὸν εὐεργέτη τους Χριστό. Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι ἐξ αἰτίας τῆς ἀνάγκης τους ἀλλὰ καὶ ἀπὸ την συμμόρφωσή τους στὴν προτροπὴ τοῦ Κυρίου, ἔδειξαν νὰ ἔχουν κάποια πίστη, μὰ τελικὰ ἀποδείχθηκε πὼς δὲν εἶχαν στὴν ψυχή τους κανένα αἴσθημα εὐγνωμοσύνης. Εἶχαν ἀνάκη ἀλλὰ ὄχι πίστη καὶ δὲν εἶχαν ἀγάπη, γιατὶ ἡ εὐγνωμοσύνη στὸ βάθος της εἶναι ἔκφραση κι ἀνάγκη τῆς ἀγάπης. Ἡ ἀρρώστια κι ὁ πόνος μαλακώνουν τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν ὁδηγοῦν στὸ Θεό, ἀλλὰ ἡ πίστη τὸν κάνει νὰ παραμένει μὲ εὐγνωμοσύνη στὸ Θεό.
Οἱ λεπροί, ὅταν πῆραν τὴν ἐντολὴ νὰ πᾶνε στοὺς Ἱερεῖς, ξεκίνησαν χωρὶς δισταγμὸ καὶ μ’ ἐμπιστοσύνη στὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ. Κι ἐκεῖ ποὺ πήγαιναν εἶδαν πὼς καθαρίσθηκαν ἀπὸ τὴν ἀρρώστια τους. Δὲν θὰ γινόταν λοιπὸν τὸ θαῦμα, ἂν δὲν εἶχαν πίστη. Τέτοια ὅμως πίστη ἀνάγκης ἔχουν πολλοί. Κλαῖνε καὶ παρακαλοῦν μὲ θερμὰ δάκρυα καὶ ζητοῦν τὸ θεῖο ἔλεος. Ὅταν ὅμως λάβουν τὴν εὐεργεσία, ἀγνοῦν τὸν εὐεργέτη. Κι ὄχι μόνο τὸν ξεχνοῦν, μὰ καὶ τὸν βλασφημοῦν καὶ τὸν ὑβρίζουν. Κι ἀφοῦ τέτοια κάνουν οἱ ἀχάριστοι στὸν Θεό, τὰ ἴδια καὶ χειρότερα κάνουν στοὺς συνανθρώπους. Εἶναι αὐτοὶ ποὺ συνήθως κομπάζουν πὼς ἔχουν πίστη καὶ δείχνουν ἐπιφανειακὰ πὼς εἶναι καλοὶ χριστιανοί, μὰ δὲν ἔχουν καλωσύνη κι ἀγάπη καὶ δὲν αἰσθάνονται ποτὲ εὐγνωμοσύνη σὲ ἐκείνους ποὺ τοὺς κάνουν καλό, ἐπειδὴ στὸ βάθος τῆς ψυχῆς τους δὲν ὑπάρχει ὑποδομή.
Ὁ Χριστὸς μίλησε αὐστηρὰ γιὰ τὴν λειψὴ αὐτὴ πίστη, ποὺ δὲν ξέρει τὴν ἀγάπη καὶ ξεχνάει τὴν εὐγνωμοσύνη, ὅπως τ’ ἀκούσαμε στὸ ἅγιο Εὐαγγέλιο. Καταδίκασε τὴν ἀχαριστία στὸ πρόσωπο τῶν ἐννέα λεπρῶν καὶ δικαίωσε τοὺς εὐγνώμονες στὸ πρόσωπο τοῦ ἑνός, διευκρινίζοντας πὼς εἶναι πολλοὶ οἱ κλητοί, μὰ λίγοι οἱ ἐκλεκτοί. Αὐτὴ ἡ ἀλήθεια καθημερινὰ ἀποτελεῖ ἐμπειρία ὅλων μας, ἀφοῦ ὑπερπλεόνασαν μεταξύ μας οἱ ἀχάριστοι, καὶ νοιώθουμε πόσο λιγοστοὶ εἶναι στ’ ἀλήθεια οἱ ἐκλεκτοί.
Ἡ εὐγνωμοσύνη, ἀδελφοί μου, ὅταν ὑπάρχει γεννᾶ κι ἄλλες μετὰ ἀρετές, ἐνῷ ἡ ἀχαριστία τὶς νεκρώνει. Νὰ μὴ φοβᾶσθε τὸν ἄνθρωπο ποὺ εἶναι ἔμπρακτα εὐγνώμων, ἂς εἶναι ξένος, ἂς εἶναι ἀλλόφυλος, ἂς εἶναι κι ἐχθρός. Ἀλλόφυλος ἦταν κι ὁ Σαμαρείτης κι ὅμως αὐτὸς δικαιώθηκε μέσα στοὺς δέκα λεπροὺς κι ἂς ἦταν ἄλλοι ἐννέα Ἰουδαῖοι. Εἶναι ἀποκαλυπτικὴ ἡ φράση τοῦ Χριστοῦ στὸν εὐγνώμονα Σαμαρείτη «Πήγαινε ἡ πίστη σου σὲ ἔσωσε».
Αὐτὸ ποὺ κέρδισε ὁ ἀλλογενὴς εἶναι πολὺ περισσότερο καί μεγαλύτερο ἀπὸ ὅ,τι κέρδισαν μὲ τὴν πρόσκαιρη ἀποκατάσταση τῆς ὑγείας τους οἱ ὁμόθρησκοι ἐννέα. Κέρδισε τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς του.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, στὴν πρὸς τοὺς Θεσσαλονικεῖς ἐπιστολή του ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς προτρέπει νὰ εὐχαριστοῦμε πάντοτε ὑπὲρ πάντων, ποὺ θὰ πεῖ νὰ εὐχαριστοῦμε τὸν Θεὸ καὶ Πατέρα μας γιὰ ὅλα ὅσα καθημερινὰ μᾶς δίνει, ἐπειδὴ κάθε τι συνεργεῖ στὴ σωτηρία μας. Ἂς δείχνουμε λοιπὸν εὐγνωμοσύνη στὸν Θεὸ κι ἂς εἴμαστε καὶ μεταξύ μας εὐγνώμονες, ἔχοντας ἀδιάκοπα στὰ χείλη μας τὴ δοξολογία τῶν Ἁγίων μας «Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν».
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
Κυριακὴ πρὸ τῶν Φώτων (Μρκ. α΄ 1-8)
(2 Ἰανουαρίου 2022)
Ἀποκαλυπτικὴ φαίνεται στὸ βάθος, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἡ σημερινὴ Εὐαγγελικὴ περικοπή. Τὸ περιεχόμενό της, οἱ ἀλήθειες καὶ ὁ τρόπος, μὲ τὸν ὁποῖο αὐτὲς ἐκφράζονται, μᾶς ὁδηγοῦν στὸν ἴδιο τὸ Θεό. Αὐτὸς εἶναι στὴν πραγματικότητα ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος δρᾶ καὶ ἐνεργεῖ.
Ὁ Εὐαγγελιστὴς Μάρκος ὅταν γράφει «ἀρχὴ τοῦ Εὐαγγελίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ», θέλει νὰ φανερώσει τὸ σχέδιο τῆς οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ, τὸ ὁποῖον ἔγινε γνωστὸ διὰ τῶν προφητειῶν. Αὐτὲς οἱ προφητεῖες ἐκπληρώνονται στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, ὁ ὁποῖος κλείνει τὴν παλαιὰ ἐποχὴ καὶ στέκεται στὴν ἀρχὴ τῆς νέας ἐποχῆς τοῦ Μεσσία.
«Ἀρχὴ τοῦ Εὐαγγελίου» ἔγινε ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος. Εἶναι ὁ ἀπεσταλμένος τοῦ Θεοῦ ποὺ στέλνεται πρὶν ἀπὸ τὸν Χριστὸ (γιὰ νὰ προετοιμάσει τὴν ὁδὸ τοῦ Κυρίου). Εἶναι ἀκόμη, κατὰ τὸν Προφήτη Ἡσαΐα, «ἡ φωνὴ ἑνὸς ἀνθρώπου ποὺ φωνάζει στὴν ἔρημο καὶ καλεῖ τοὺς ἀνθρώπους νὰ ἑτοιμάσουν τὴν ὁδὸ τοῦ Κυρίου». Τοὺς καλεῖ νὰ ἑτοιμαστοῦν γιὰ νὰ ὑποδεχθοῦν τόν μεσσία.
Ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος «ἦν ἐν ταῖς ἐρήμοις» καὶ ὕστερα ἀπὸ πνευματικὴ προετοιμασία, νηστεία καὶ προσευχή, κατ’ ἐντολὴ ἦρθε στὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου καὶ ἄρχισε νὰ κηρύττει μετάνοια καὶ νὰ βαπτίζει τοὺς Ἰουδαίους. Ἡ ἀσκητική του ἐμφάνιση (φοροῦσε ἕνα ἔνδυμα κατασκευασμένο ἀπὸ τρίχες καμήλου καὶ στὴ μέση του μιὰ δερμάτινη ζώνη), καθὼς καὶ ἡ τροφή του (μέλι ἄγριο καὶ χόρτα), συνθέτουν τὴν προφητική του μορφή. Τὸ προφητικό του κήρυγμα εὑρίσκει ἀπήχηση στὸ λαό, καθὼς ἀπὸ τὴν Ἰουδαία καὶ τὰ Ἱεροσόλυμα πηγαίνουν ἄνθρωποι στὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου νὰ δοῦν καὶ νὰ ἄκούσουν τὸν προφήτη. Οἱ λόγοι του συγκινοῦν τὶς καρδιὲς καὶ πολλοὶ ὁδηγοῦνται σέ μετάνοια. Ἀπόδειξη τῆς μετανοίας τους, τῆς ἐπιστροφῆς τους στὸ Θεό, ἦταν ἡ ἐξομολόγηση, τὴν ὁποῖα ἀκολουθοῦσε τὸ βάπτισμα στὸν Ἰορδάνη ποταμό.
Ἀνάμεσα στὰ πλήθη ἦσαν καὶ Φαρισαῖοι καὶ Γραμματεῖς. Πολλοὶ ἀπ’ αὐτοὺς ἔμειναν ἁπλοὶ θεατές. Δὲν πίστεψαν στὸ κήρυγμα τοῦ Προδρόμου καὶ ἀπέρριψαν τὸ βάπτισμα τῆς μετανοίας. Ἔτσι, οἱ ἴδιοι προδιέγραψαν γιὰ ἀργότερα τὴ στάση τους ἀπέναντι στὸ Χριστό. Ὅταν ρώτησε ὁ Κύριος τοὺς Φαρισαίους: «Τὸ βάπτισμα Ἰωάννου πόθεν ἦν, ἐξ οὐρανοῦ ἢ ἐξ ἀνθρώπων», αὐτοὶ σκέπτοντο πονηρά. Ἄν ἀπαντοῦσαν «ἐξ ἀνθρώπων», φοβοῦνταν τὰ πλήθη μήπως τοὺς λιθοβολήσουν, διότι ἔλεγαν ὅλοι θεωροῦσαν τὸν Ἰωάννη προφήτη. Κι ἂν ποῦμε ὅτι ἦταν ἀπὸ τὸν Θεό, θὰ τοὺς ρωτοῦσε τότε: «Γιατί, λοιπόν, δὲν πιστεύσατε;». Γι’ αὐτὸ εἶπαν ὅτι δὲν γνωρίζουν. Ὁ λαὸς ὅμως συνέλαβε σωστὰ τὸ μήνυμα καὶ ἔτρεχε στὴν ἔρημο, ὅπου ἄκουε τὴν ἐλπίδα του καὶ τὴν πίστη του στὶς ἐπαγγελίες τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἐρχόμενο Μεσσία.
Τὰ λόγια τοῦ Ἁγίου Εὐαγγελιστοῦ Μάρκου, «ἀρχὴ τοῦ Εὐαγγελίου Ἰησοῦ Χριστοῦ» παρουσιάζουν κάποια ἐπικαιρότητα. Βρισκόμαστε στὴν ἀρχὴ τοῦ νέου χρόνου. Ἡ διάκριση βέβαια αὐτὴ τοῦ χρόνου σὲ παλιὸ καὶ νέο εἶναι συμβατική. Τὴν δεχόμεθα ὅμως, ὅπως ἐπικράτησε. Ἔτσι κατὰ τὴν ἀρχὴ τοῦ χρόνου διατυπώνονται εὐχὲς καὶ λαμβάνονται ἀποφάσεις ποὺ ἔχουν σχέσεις μὲ τὴν οἰκονομική, κοινωνικὴ καὶ πνευματικὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου. Στὶς πρῶτες ἡμέρες τοῦ χρόνου ἡ Ἐκκλησία παρουσιάζει τὴν ἀρχὴ τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἐμεῖς, ποὺ ἀφήσαμε τὸν παλαιὸ χρόνο καὶ περάσαμε στὸ νέο χρόνο, τί θὰ θέσουμε ὡς ἀρχή, ὡς θεμέλιο στὴ ζωή μας μέσα στὸ νέο χρόνο; Τί ἄλλο, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο, εἶναι καλύτερο θεμέλιο γιὰ νὰ οἰκοδομήσουμε τὴν ζωή μας στὸ παρὸν ἀλλὰ καὶ στὸ μέλλον;
Τὸ Εὐαγγέλιο, λοιπόν, θεμέλιο τῆς προσωπικῆς ζωῆς, τῆς οἰκογένειας, τῆς κοινωνίας, τοῦ κόσμου ὁλοκλήρου. Τὸ Εὐαγγέλιο ἀρχὴ καὶ θεμέλιο τῆς ζωῆς μας. Κέντρο τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ποὺ κηρύττει, θαυματουργεῖ, πάσχει καὶ ἀνασταίνεται. Εἶναι ἀκόμη ὁ Ἰησοῦς, αὐτός, τὸν ὁποῖο κηρύττουν οἱ Ἀπόστολοι, οἱ Ἄγιοι Πατέρες καὶ ἡ Ἐκκλησία ἀδιάκοπα, μέχρις ὅτου κηρυχθεῖ τὸ Εὐαγγέλιο «πάσῃ τῇ κτίσει», δηλαδὴ σ’ ὅλο τὸν κόσμο.
Τὸ Εὐαγγέλιο εἶναι ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ θεμέλιο τῆς ζωῆς μας. Ὅσοι ἐφάρμοσαν τὸ Εὐαγγέλιο, ἄλλαξαν οὐσιαστικά, ξεπέρασαν τὸν πόνο καὶ τὶς θλίψεις, ἔδωσαν νόημα στὴ ζωή τους καὶ ἀνεδείχθησαν ἀκόμη καὶ ἅγιοι. Ἀλλὰ καὶ ἔθνη, ποὺ ἐφάρμοσαν τὸ Εὐαγγέλιο σ’ ὅλους τοὺς τομεῖς τῆς κοινωνικῆς ζωῆς, στὴν Δικαιοσύνη, στὴν Παιδεία, στὴν Τέχνη, στὴν Πολιτική, στὴν Οἰκονομία δημιούργησαν πολιτισμὸ καὶ εὐημερία.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
ἀφήνοντας τὸν παλαιὸ χρόνο μαζὶ μὲ τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο, ἂς προχωρήσουμε στὸ νέο χρόνο μὲ ἀρχὴ καὶ θεμέλιο στὴ ζωή μας τὸ Εὐαγγέλιο, γιὰ νὰ γίνουμε Καινὴ Κτίση, ἑνωμένοι στὴ στρατιὰ τῶν Ἁγίων ποὺ δέχθηκαν τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἀγωνίσθηκαν γιὰ τὴν ἐπικράτηση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τῆς γῆς. Ἀμήν.