ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΙΟΥΛΙΟΥ 2018
ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (Ματθ. η΄ 28-θ΄1)
1 Ἰουλίου 2018
Ἡ Ἐκκλησία μας, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, διδάσκει ὅτι ὁ Θεός, πρὶν δημιουργήσει τὸν ὑλικὸ κόσμο, δημιούργησε τὸν πνευματικὸ κόσμο, δηλαδὴ τοὺς Ἀγγέλους, ποὺ εἶναι λογικά, ἀσώματα καὶ ἐλεύθερα ὄντα. Κάποιοι Ἄγγελοι ὅμως ἔκαναν ἀνταρσία ἐναντίον τοῦ Θεοῦ ἀπὸ ὑπερηφάνεια. Ἔτσι ἀπὸ Ἄγγελοι τοῦ Φωτός, ἔπεσαν καὶ ἔγιναν ἄγγελοι τοῦ σκότους. Εἶναι οἱ Δαίμονες ποὺ ἀντιτάσσονται στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, συκοφαντοῦν, μισοῦν, ἀρνοῦνται τὸν Θεὸ καὶ ἐπαναστατοῦν ἐναντίον Του. Ἔργο καὶ σκοπός τους εἶναι ἡ ἀπομάκρυνση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν Θεό. Ἡ ἐμπειρία βεβαιώνει ὅτι ὁ διάβολος φέρνει πάντα ταραχή, κι ὅταν ἀκόμη παρουσιάζεται ὡς ἄγγελος φωτός. Μεγάλος ἐχθρὸς λοιπὸν ὁ διάβολος καὶ ἐμπόδιο στὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ διάβολος πείραξε ἀκόμη καὶ τὸν ἴδιο τὸν Χριστό. Ὅμως, ἐνῷ εἶναι μεγάλος ἐχθρός, δὲν εἶναι παντοδύναμος. Πάνω ἀπὸ αὐτὸν κυριαρχεῖ ὁ οὐράνιος Πατέρας, ὁ Σωτήρας Χριστὸς καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο.
Ἡ κυριαρχία τοῦ Χριστοῦ φαίνεται στὸ σημερινὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα, ὅταν ἀπαλλάσσει, ὅπως ἀκούσαμε, τοὺς δαιμονισμένους. Φτάνει ὁ Κύριος μὲ τοὺς μαθητὲς ἀπὸ τὴν Καπερναοὺμ στὴν ἀπέναντι ὄχθη τῆς λίμνης Γεννησαρέτ, στὴν πόλη τῶν Γεργεσηνῶν, ὅπου ζοῦν δύο δαιμονισμένοι. Χαρακτηρίζονται «χαλεποὶ λίαν» καὶ εἶναι τόσο ἐπικίνδυνοι, ὥστε κανένας νὰ μὴν τολμᾶ νὰ περάσει ἀπὸ τὸ δρόμο ἐκεῖνον. Ζοῦν στὰ μνήματα, ἄρα ἀπομονωμένοι ἀπὸ τὴν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων.
Οἱ ἄλλοι Εὐαγγελιστὲς σημειώνουν πὼς ἔχουν καὶ διάσπαση προσωπικότητας. Στὴν ἐρώτηση τοῦ Ἰησοῦ ποιὸ εἶναι τὸ ὄνομά σου, ἀπαντοῦν: «λεγεών, ὅτι πολλοὶ ἐσμέν». Πράγματι οἱ δαιμονικὲς δυνάμεις διασποῦν καὶ διαιροῦν τὸν ἄνθρωπο. Ὁ δαιμονισμένος ὄχι μόνο δὲν γνωρίζει τὸ ὄνομά του, ἀλλὰ καὶ τὸν διακατέχει τάση αὐτοκαταστροφῆς. Χαρακτηριστικὸ γνώρισμα τοῦ σύγχρονου ἀπομεμακρυσμένου ἀπὸ τὸν Θεὸ ἀνθρώπου.
Ὁ Χριστὸς βέβαια ἦλθε στὸν κόσμο γιὰ νὰ λύσει τὰ ἔργα καὶ τὴν ἐξουσία τοῦ διαβόλου. Ἡ κυριαρχία τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ νίκη Του φαίνεται στὴ συνέχεια τοῦ Εὐαγγελίου.
Ἡ συναίσθηση τοῦ δαίμονα στὸν διάλογο μὲ τὸν Χριστὸ ἀποκαλύπτει τὴν ἀπροσμέτρητη διαφορά. «Τί ἡμῖν καὶ σοὶ Υἱὲ τοῦ Θεοῦ»; Πράγματι, ὁ Χριστὸς εἶναι ἀγάπη, ζωή, ἀλήθεια ποὺ ὁδηγεῖ στὴν σωτηρία· οἱ δαίμονες ταυτίζονται μὲ τὴν κακία, τὸ ψεῦδος, τὸ μῖσος, τὴν πλάνη, τὴν καταστροφὴ καὶ ὁδηγοῦν στὴν αἰώνια καταδίκη. Τὰ δαιμόνια ἀναγνωρίζουν τὴ θεότητά Του καὶ παρακαλοῦν νὰ μὴν τὰ βασανίσει. Ζητοῦν νὰ μποῦν στὴν ἀγέλη τῶν χοίρων. Ὁ Κύριος τὸ ἐπιτρέπει, μὲ ἀποτέλεσμα οἱ χοῖροι νὰ γκρεμιστοῦν καὶ νὰ πνιγοῦν στὴ λίμνη. Τελικὰ καταστρέφεται καθετὶ ποὺ ὑποτάσσεται στὶς δαιμονικὲς δυνάμεις, ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο μέχρι καὶ τὰ ζῶα.
Ἡ συμπεριφορὰ ὅμως τῶν ἀνθρώπων εἶναι ἐκείνη ποὺ βαθιὰ ἀπελπίζει. «Πᾶσα ἡ πόλις ἐξῆλθεν εἰς συνάντησιν τῷ Ἰησοῦ, καὶ ἰδόντες αὐτὸν παρεκάλουν, ὅπως μεταβῇ ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν».
Ὁ Χριστὸς τοὺς τιμᾶ μὲ τὴν παρουσία του, τοὺς εὐεργετεῖ, τοὺς διδάσκει, τοὺς ἀπαλλάσσει ἀπὸ τὰ δαιμόνια καὶ ἐκεῖνοι Τὸν ἀρνοῦνται. Τοῦ ζητοῦν νὰ ἐγκαταλείψει τὴ χώρα τους, νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὴ ζωή τους. Δὲν τοὺς συμφέρει ἡ παρουσία Του.
Ἡ πραγματικότητα αὐτή, ἀδελφοί μου, ἐπαναλαμβάνεται ἔμπρακτα στὴν καθημερινότητα τῶν ἀνθρώπων. Οἱ ἴδιοι ἐμεῖς οἱ χριστιανοὶ λησμονοῦμε ὅτι ἀνήκουμε στὸν Χριστὸ καὶ στὴν Ἐκκλησία Του. Ὅτι ἡ χάρη Του καὶ ἡ ἀγάπη Του μᾶς προστατεύουν ἀπὸ κάθε δαιμονικὴ ἐπιρροή. Ὅτι τὰ Ἅγια Μυστήρια ἀποτελοῦν τὸ πνευματικό μας ὁπλοστάσιο καὶ ὅτι Αὐτὸς εἶναι ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς καὶ τῆς ἀθανασίας μας.
Στὴν δαιμονοποιημένη ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἀδιαφορία μας κοινωνία, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος συνιστᾶ «ἐνδύσασθε τὴν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸ δύνασθαι ὑμᾶς στῆναι πρὸς τάς μεθοδείας τοῦ διαβόλου» (Ἐφεσ. 6,11) , διότι ἔτσι θὰ μπορέσουμε νὰ ἀποφύγουμε τὰ πεπυρωμένα βέλη τοῦ πονηροῦ τὰ καθ’ ἡμῶν δολίως κινούμενα.
Τὴν δὲ προσευχή μας ἂς τὴν ἐπαναλαμβάνουμε ἀκατάπαυστα, ὅπως μᾶς τὴν δίδαξε ὁ Χριστὸς «Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς…ρῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ». Ἀμήν.
8 Ἰουλίου 2018
Τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ παραλυτικοῦ τῆς Καρπεναούμ ἔγινε ἀφορμὴ νὰ ἀποκαλυφθεῖ γιὰ μιὰ ἀκόμα φορὰ ἡ θεία δύναμη καὶ ἐξουσία τοῦ Χριστοῦ. Νὰ πιστοποιηθεῖ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ αὐθεντικότητα τοῦ λόγου Του. Νὰ δηλωθεῖ, κατὰ τὸν σαφέστερο τρόπο, ἡ νίκη τοῦ Θεοῦ πάνω στὴ δύναμη τοῦ διαβόλου καὶ τῆς ἁμαρτίας.
Τὰ θαύματα ἐνισχύουν τὴν πίστη τῶν ἁπλῶν καὶ ταπεινῶν ἀνθρώπων στὴν καρδιὰ ποὺ δέχονται γιὰ Σωτῆρα καὶ Κύριό τους τὸν Χριστό. Ἡ δοξολογία τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ φυσικὸ ἐπακόλουθο κάθε θαύματος.
Στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο, ὅμως, βλέπουμε τοὺς γραμματεῖς καὶ τοὺς φαρισαίους νὰ στενοχωροῦνται καὶ νὰ ἐκφράζονται ἀρνητικὰ γιὰ τὸ θαῦμα ποὺ ζοῦν, λέγοντες «Οὗτος βλασφημεῖ», ὅταν ὁ Κύριος θεραπεύει πρῶτα τὴν ψυχὴ τοῦ παραλυτικοῦ μὲ τὴ φράση «θάρσει τέκνον˙ ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου». Καὶ ὁ Κύριος ὡς παντογνώστης διαβάζει τὶς καρδιὲς καὶ τὶς σκέψεις τους, καὶ ἀποκαλύπτοντας ὅτι «ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀφιέναι ἁμαρτίας», λέγει στὸν παραλυτικὸ «Ἐγερθεὶς ἆρον σου τὴν κλίνην καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου». Ἔτσι ἔγινε ἔμπρακτα φανερὸ ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι παντοδύναμος καὶ παντογνώστης, γεμᾶτος ἀγάπη γιὰ τὰ πλάσματά Του.
Τί σημαίνει ὅμως γιὰ τὸν καθένα μας τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι παντογνώστης καὶ γνωρίζει κάθε λεπτομέρεια τῆς ζωῆς μας;
Μὲ τὴ σκέψη ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι παντογνώστης παρηγορούμεθα. Εἶναι ἀποτελεσματικὸ νὰ ξέρουμε ὅτι ὁ Κύριος εἶναι δίπλα μας, γιὰ νὰ μᾶς ἐνισχύει, νὰ παρακολουθεῖ τὶς δυσκολίες μας καὶ νὰ ἐπεμβαίνει, ὅταν τὸ ἀπαιτεῖ τὸ πνευματικό μας συμφέρον. Τὴν πραγματικότητα αὐτὴ τὴν καταλαβαίνουμε σὲ στιγμὲς πνευματικῆς πληρότητας, ποὺ ἡ χάρη Του διαποτίζει τὴν καρδιά μας. Ἀλλὰ καὶ ὅταν περνοῦμε κάποια δοκιμασία, ποὺ κάθε ἀνθρώπινη βοήθεια εἶναι ἀνίσχυρη, βρίσκουμε καταφύγιο «εἰς τὸν μόνον δυνάμενον σώζειν».
Ἡ βεβαιότητα ὅτι εἶναι Παντογνώστης μᾶς βοηθεῖ ἐπίσης νὰ σκεφθοῦμε ὀρθά, ἐπειδὴ ὁ ἐχθρός μας διάβολος προσπαθεῖ νὰ μᾶς πείσει ὅτι κανεὶς δὲν μᾶς βλέπει καὶ κανεὶς δὲν θὰ μάθει ποτὲ τὸ κακὸ ποὺ κάνουμε.
Τέλος, ἡ βεβαιότητα ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι Παντογνώστης, παρηγορεῖ τὸν ἀγῶνα μας, ὅπως φαίνεται καὶ στὴν περίπτωση τοῦ παραλυτικοῦ τῆς σημερινῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς, στὸν ὁποῖον ἀπευθυνόμενος ὁ Χριστὸς εἶπε «Θάρσει τέκνον», ἐνισχύοντας ἔτσι τὶς δυνάμεις του καὶ κάθε ἄνθρωπο, ποὺ σήμερα περισσότερο ἀπὸ ποτὲ ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ ἐλπίδα καὶ ψυχικὴ στήριξη.
Ἀδελφοί μου, ὅλοι ἔχουμε ἀνάγκη τὴν σῴζουσα καὶ ζωντανὴ πίστη, ἡ ὁποία, ὅταν ὑπηρετεῖ τὸν πληγωμένο ἄνθρωπο, βεβαιώνει μὲ τὸν πιὸ χειροπιαστὸ τρόπο ὅτι ἡ παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι ὑπόθεση τοῦ μυαλοῦ μας ἀλλὰ τῆς καρδιᾶς μας.
Αὐτό, βέβαια, δὲν σημαίνει ἕνα πρόχειρο συναισθηματισμὸ ποὺ ἀφορᾶ ἐπιφανειακὰ θρησκευόμενους ἀνθρώπους, ἀλλὰ εἶναι τὸ βαθύτερο γνώρισμα τῶν ἀγωνιστῶν ποὺ ἀνακάλυψαν τὴν οὐσία τῆς ὕπαρξής τους. Αὐτοὶ εἶναι οἱ νικητὲς τῆς παρούσας ζωῆς καὶ οἱ κληρονόμοι τῆς αἰώνιας πραγματικότητας.
15 Ἰουλίου 2018
Ἡ Εὐαγγελικὴ περικοπὴ ποὺ ἀκούσαμε σήμερα, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἀποτελεῖ τμῆμα τῆς ἐπὶ τοῦ ὄρους ὁμιλίας τοῦ Χριστοῦ καὶ ἔχει ὡς κεντρικὸ θέμα τὴν ἀγωνιώδη μέριμνα τῶν ἀνθρώπων γιὰ τὴ ζωή, ἔναντι τῆς ὁποίας ὑπογραμμίζει τὴν ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Εὔλογα ὅμως ἀκούγοντας αὐτά, θὰ διερωτηθεῖ κανεὶς μήπως ἔτσι καταδικάζεται ἡ προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου νὰ φροντίζει τὸν ἑαυτό του καὶ τὴν οἰκογένειά του. Θὰ ἦταν αὐτονόητα παρανόηση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ νὰ ὑποστηρίξει κανεὶς κάτι τέτοιο. Ἡ φροντίδα γιὰ τὴ ζωὴ δὲν ἀπορρέει μόνο ἀπὸ τὴ στοιχειώδη λογική, ἀλλ’ ἀποτελεῖ καὶ ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ.
Σήμερα βέβαια ὁ ἄνθρωπος ἔχει μεταβάλει αὐτὴ τὴ φροντίδα ἀπὸ μέσο διατήρησης τῆς ζωῆς σὲ σκοπὸ καὶ περιεχόμενο τῆς ζωῆς. Γι’ αὐτὸ ὁ Χριστὸς λέει: «οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καί μαμωνᾷ» (Μτθ. 6,24). Ὁ Θεὸς κι ὁ μαμωνᾶς δὲν εἶναι δύο ἰσότιμα καὶ ἰσοδύναμα μέρη. Διαφέρουν ριζικὰ καὶ οὐσιαστικά. Ὁ Θεὸς εἶναι πρόσωπο, Πατέρας, ποὺ δίνει ἀγάπη καὶ ζωή, ποὺ κάνει σύντροφο καὶ συνομιλητή του τὸν ἄνθρωπο. Ὁ μαμωνᾶς εἶναι πρᾶγμα ἄψυχο, χωρὶς ζωὴ καὶ ἀγάπη, χωρὶς ἴχνος ἀνθρωπιᾶς, ποὺ κάνει τὸν ἄνθρωπο ὅμοιό του, δηλαδὴ ἄψυχο πρᾶγμα. Τὸ δίλημμα λοιπὸν δὲν εἶναι νὰ διαλέξει κανεὶς ἕνα κύριο, ἀλλὰ νὰ διαμορφώσει τὴν προσωπικότητά του ἤ νὰ τὴν ἀρνηθεῖ, νὰ προτιμήσει τὸ εἶναι ἤ τὸ ἔχειν, τὴ ζωὴ ἤ τὸ θάνατο. Δὲν πρόκειται γιὰ μιὰ ἠθικὴ ἐπιλογὴ τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ γιὰ τὴ διαμόρφωσή του σὲ ἄνθρωπο ἤ ὄχι. Ὅλα ὅσα ἀκολουθοῦν εἶναι ἁπλὲς συνέπειες, ἐκδηλώσεις ποὺ δείχνουν τί προτίμησε ὁ ἄνθρωπος.
Αὐτὲς τὶς συνέπειες μᾶς δείχνει στὴ συνέχεια τῆς περικοπῆς ὁ Χριστὸς μ’ ἕνα παράδειγμα ἀπὸ τὴν καθημερινή μας ζωή. Ὅλος ὁ κόπος κι ἡ φροντίδα μας εἶναι ν’ ἀποκτήσουμε, νὰ ἔχουμε, νὰ κατέχουμε. Νὰ κατέχουμε ὅσα χρειαζόμαστε σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα τῆς ζωῆς, ἐπειδὴ δῆθεν αὐτὰ διασφαλίζουν τὸ μέλλον μας. Ἀκόμα κι οἱ διαπροσωπικές μας σχέσεις αὐτὴν τὴν βαθύτερη διάθεση ἐξωτερικὰ ἐκφράζουν.
Συνηθίζουμε νὰ τονίζουμε τὸ πόσο μᾶς ἀγαποῦν, παρὰ τὸ πόσο ἀγαποῦμε. Τό ἴδιο κάνουμε μερικὲς φορὲς καὶ μὲ τὸν Θεό, ὅταν φυσικὰ τὸν θυμόμαστε. Ζητοῦμε νὰ πάρουμε, χωρὶς ποτὲ νὰ δίνουμε.
Εἶναι ὁλοφάνερο, ἀγαπητοί μου, πὼς ἔχουμε χάσει τὴν ἀνθρώπινη ὑπόστασή μας, ἀφοῦ καὶ τὸν Θεὸ τὸν μεταβάλαμε σὲ ὑπηρέτη τῶν ἀναγκῶν μας. Δὲν εἶναι ὅμως μόνο τραγικὴ αὐτή μας ἡ πορεία. Εἶναι καὶ παράλογη, ὅπως φαίνεται μὲ τὰ ἁπλᾶ παραδείγματα ποὺ δίνει ὁ Χριστός. Παράλογη, διότι ξεχνᾶ τὴν πηγὴ τῆς ζωῆς, ὅπως ἐμφανίζεται στὸν κόσμο. Τὰ ἀγριολούλουδα καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ δὲν κατέχουν τίποτε. Ὑπάρχουν, ἐπειδὴ τὰ φροντίζει ὁ Θεός. Ὁ Θεός ποὺ εἶναι αὐτοζωή. Δὲν ἔχει ἁπλᾶ ὁ Θεὸς ζωή, ἀλλά εἶναι ὁ Ἴδιος ἡ ζωή, τὴν ὁποία χορηγεῖ. Γι’ αὐτὸ δίνει ζωὴ στὸν κόσμο, χωρὶς νὰ φοβᾶται ὅτι θὰ τὴ στερηθεῖ ὁ ἴδιος. Γι’ αὐτὸ ὁ Χριστὸς ἔγινε ἄνθρωπος, χωρὶς νὰ φοβηθεῖ τὸν θάνατο. Ὁ θάνατος μπορεῖ ν’ ἀφαιρέσει κάτι ποὺ ὁ ἄλλος ἔχει, ἀλλὰ δὲν μπορεῖ νὰ μεταβάλει τὸ Εἶναι. Γι’ αὐτὸ φοβᾶται ἄλλωστε ὁ ἄνθρωπος τὸν θάνατο. Φοβᾶται ἐπειδὴ θὰ τοῦ στερήσει ὅσα ἔχει, τὰ ὁποῖα καὶ ταυτίζονται μὲ τὴ ζωή. Αὐτὴ ὅμως εἶναι λανθασμένη τοποθέτηση, διότι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὕπαρξη, εἶναι ζωή, ἐνῷ ὁ θάνατος ἔχει ἐξουσία μόνο στὰ περὶ τὴν ζωὴ, δηλαδὴ στὰ πράγματα.
Συνεπῶς, ἀδελφοί μου, ἡ μετάβαση στὸ χῶρο τοῦ εἶναι, τῆς ζωῆς δηλαδή, πρέπει ν’ ἀποτελεῖ τὸ μοναδικὸ μέλημα τοῦ ἀνθρώπου. Ἔτσι, θὰ λυτρωθεῖ ἀπὸ τὴ φθορὰ καὶ τὸ θάνατο, χωρὶς νὰ ἀγωνίζεται κάτω ἀπὸ δεσμά.
Ἡ αὐτόβουλη καὶ συνειδητὴ ἔνταξη στὸ χῶρο τῆς ζωῆς, δηλαδὴ στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, στὴν καινὴ κτίση ποὺ ἐγκαινίασε ὁ Χριστός, προβάλλει ὡς ἡ μόνη ἀσφαλὴς καὶ βεβαία λύση ζωῆς. Κι ἐδῶ πρέπει νά θυμηθοῦμε πώς ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι μιά προσφορά νέων πραγμάτων ἀπὸ τὸν Θεὸ στὸν ἄνθρωπο.
Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ σάρκωσή Του στὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο. Εἶναι ἡ ἐπανατοποθέτηση τοῦ ἴδιου τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν ἄστοχο τρόπο τοῦ ἔχειν, τῆς κατοχῆς, στὸν σωτήριο στόχο τοῦ Εἶναι, τῆς ζωῆς.
Μὲ αὐτὴ τὴν ἔννοια ὁ Χριστὸς προτρέπει τοὺς μαθητές Του νὰ ζητοῦν καὶ νὰ ἐπιδιώκουν πρῶτα τὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ μετὰ ἀπὸ αὐτό τὸν πόθο, θὰ προσθέσει ὁ Ἴδιος ὅσα ἄλλα χρειάζονται, γιὰ νὰ γίνουν κληρονόμοι τῆς Βασιλείας Του. Ἀμήν.
22 Ἰουλίου 2018
Ὅλα ὅσα κάνει ὁ Ὕψιστος εἶναι ἀπαραίτητα. Δὲν κάνει τίποτα ἄσκοπο, τίποτα ὑπερβολικό, τίποτα ποὺ νὰ μὴ χρειάζεται. Γιατί μερικοὶ ἄνθρωποι περιφέρονται τόσο ἄσκοπα καὶ κάνουν τόσο ἀδιάφορα πράγματα; Ἐπειδὴ δὲν εἶναι βέβαιοι γιὰ τὸν σκοπὸ τῆς ζωῆς τους, γιὰ τὸν προορισμὸ τοῦ ἐπίγειου ταξιδιοῦ τους. Γιατί μερικοὶ ἄνθρωποι ὑπερφορτώνονται μὲ ἄσκοπες ὑποχρεώσεις, προβαίνουν σὲ ὑπερβολικὲς ἐνέργειες, σὲ σημεῖο ποὺ νὰ μὴν μποροῦν νὰ κινοῦνται ἐλεύθερα κάτω ἀπὸ τέτοιο βάρος ὑποχρεώσεων; Ἐπειδὴ δὲν γνωρίζουν τὸ ἕνα πρᾶγμα, «οὗ ἐστι χρεία».
Γιὰ νὰ βοηθήσει ὁ Κύριος τὸν ἄνθρωπο νὰ μαζέψει τὸν διασκορπισμένο νοῦ του, νὰ θεραπεύσει τὴ διχασμένη καρδιά του καὶ νὰ συγκροτήσει τὴν ἀνεξέλεγκτη δύναμή του, ἀποκάλυψε τὸν ἕνα καὶ μοναδικὸ στόχο ποὺ εἶναι ἀπαραίτητος. Τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Πόσο ἄσκοπη εἶναι ἀλήθεια ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου ποὺ ἀγωνίζεται νὰ ἐπιτύχει διάφορους στόχους! Πόσο ἀναίσθητη εἶναι ἡ διχασμένη καρδιά! Πόσο ἀδύναμη εἶναι ἡ θέληση, ὅταν ἡ δύναμή της κατακερματίζεται!
Ἑνός ἐστι χρεία. Μόνο ἕνα πρᾶγμα μᾶς χρειάζεται. Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ὁ Χριστὸς προσπάθησε νὰ στρέψει τὰ μάτια καὶ τὴν προσοχὴ ὅλων τῶν ἀνθρώπων πρὸς αὐτὸν τὸν προορισμό. Ὅποιος σκέφτεται ἔτσι, ἔχει ἕνα μόνο στόχο. Τὸν Θεό. Ἕνα αἴσθημα. Τὴν ἀγάπη. Μία νοσταλγία. Νὰ πλησιάσει τὸν Θεό. Μακάριος εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἔφτασε σ’ αὐτὸ τὸ μέτρο. Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἔχει γίνει σὰν τὸ φακὸ ποὺ συγκεντρώνει τὶς ἀκτῖνες τοῦ ἥλιου, γιὰ νὰ δημιουργήσει φωτιά.
Τὰ λόγια ποὺ εἶπε ὁ Χριστὸς στὴ Μάρθα, «Μάρθα, Μάρθα, μεριμνᾶς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά, ἑνὸς δέ ἐστι χρεία» (Λουκ. ι΄, 41- 42), ἦταν στὴν πραγματικότητα ἕνας ἔλεγχος, μία προειδοποίηση στὸν κόσμο ὁλόκληρο. Κι αὐτὸ τὸ ἕνα ποὺ ἔχουμε πραγματικὴ ἀνάγκη εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ( Ματθ. στ΄, 33). Γιὰ ὅλα ὅσα εἶπε καὶ ἔκανε ὁ Κύριος, εἶχε στὸν νοῦ του τὸν στόχο αὐτό. Ἐκεῖ εἶχε συγκεντρωθεῖ ὅλη ἡ φλόγα, ποὺ φωτίζει τοὺς ταξιδιῶτες ἐκείνους ποὺ περιφέρονται γύρω ἀπὸ τὶς χαράδρες καὶ τοὺς ἀνεμοστρόβιλους τῆς πρόσκαιρης αὐτῆς ζωῆς.
Ὅλα ὅσα κάνει ὁ Ὕψιστος εἶναι ἀπαραίτητα. Τὰ πάντα γίνονται μ᾽ αὐτὸν τὸν ὕψιστο, τὸ μοναδικὸ στόχο. Ὅλα εἶναι ἀπαραίτητα, τόσο τὰ λόγια ποὺ λέει ὅσο καὶ τὰ ἔργα ποὺ κάνει. Δὲν ὑπάρχει οὔτε ἕνας ἀργὸς λόγος οὔτε ἕνα ἀχρείαστο ἔργο. Καὶ πόσο καρποφόρα ἦταν τὰ λόγια καὶ τὰ ἔργα Του! Πόσα ἑκατομμύρια φορὲς ἔχει καρποφορήσει κάθε λόγος καὶ κάθε Του πράξη ὣς τὶς μέρες μας ! Πόσο γλυκός, εὐωδιαστὸς καὶ ζωογόνος εἶναι ὁ καρπὸς αὐτός !
Γιατὶ ὁ Κύριος δέν μετέτρεψε τὶς πέτρες σὲ ψωμιά, ὅταν τοῦ τὸ ζήτησε ὁ σατανᾶς; Σὲ δύο μεταγενέστερες περιπτώσεις, ὅταν γύρω Του ὑπῆρχε ἕνα πεινασμένο πλῆθος, πολλαπλασίασε τὸ λίγο ψωμὶ σὲ μία τεράστια ποσότητα, ὥστε μετὰ τὴ διατροφὴ τοῦ πλήθους, περίσσεψε περισσότερο ψωμὶ ἀπ᾽ ὅσο ἦταν ἀρχικά. Τὸ πρῶτο θαῦμα ὅμως (ἡ μετατροπὴ τῶν λίθων σὲ ψωμὶ) ἦταν κάτι ἀδόκιμο, ἀνάρμοστο, ἄτοπο. Τὸ δεύτερο θαῦμα (ὁ πολλαπλασιασμὸς τῶν ἄρτων) ἦταν κατάλληλο, ἀπαραίτητο καὶ ταιριαστό.
Γιατὶ ὁ Κύριος δὲν ἔδωσε «σημεῖον ἐκ τοῦ οὐρανοῦ» στοὺς Φαρισαίους, ὅταν Τοῦ τὸ ζήτησαν; Δὲν ἔδωσε τέτοια σημεῖα ἀπὸ τὸν οὐρανὸ σὲ ἀμέτρητες περιπτώσεις, ὅπως σὲ θαύματα-θεραπεῖες ἄρρωστων, λεπρῶν, δαιμονισμένων, δὲν ἀνέστησε νεκρούς; Κάθε σημεῖο ἀπὸ τὸν οὐρανὸ στοὺς φθονεροὺς Φαρισαίους ὅμως θὰ ἦταν ἀνάρμοστο, ἀκατάλληλο καὶ ὑπερβολικό, ἐνῷ σὲ ἄλλες περιπτώσεις θὰ ἦταν κατάλληλο, ἀπαραίτητο καὶ ταιριαστό.
( Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς «Ὁμιλίες Δ΄´ – Κυριακοδρόμιο», ἐκδ. Πέτρου Μπότση, 2012 ).
29 Ἰουλίου 2018
Μιὰ χαρακτηριστικὴ ἐναλλαγὴ τόλμης καὶ φόβου, ἐμπιστοσύνης καὶ δισταγμοῦ ἀποκαλύπτεται στὴν περιπέτεια τοῦ ἀποστόλου Πέτρου μέσα στὴν ταραγμένη θάλασσα τῆς Γεννησαρέτ, τὴν ὁποία περιγράφει τὸ σημερινὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα. Πρόκειται γιὰ ψυχολογία τυπικὰ ἀνθρώπινη, ποὺ μᾶς βοηθεῖ νὰ κατανοήσουμε καὶ ἐμεῖς κάτι περισσότερο ἀπὸ τὴν πνευματική μας προσωπικὴ περιπέτεια.
Τὸ πρῶτο μέρος τῆς Περικοπῆς εἶναι μιὰ στιγμὴ αὐθόρμητης πίστεως. Ὁ ἀπόστολος Πέτρος, πλημμυρισμένος ἀπὸ ἀφοσίωση καὶ ἐμπιστοσύνη, ζητάει νὰ ἔρθει ὅσο τὸ δυνατὸ συντομότερα κοντὰ στὸν Χριστό. «Κύριε, ἂν εἶσαι Σύ, τότε δῶσε μου διαταγὴ νὰ ἔρθω κοντὰ Σου πάνω στὰ νερά». Τότε ἡ σκέψη τοῦ Πέτρου ἦταν ἐπίμονα στραμμένη στὸν Χριστό.
Ἕνα ἄλλο στοιχεῖο εἶναι ἡ τόλμη ποὺ ἀναπτύσσεται μέσα σ’ αὐτὴν τὴν ἐμπιστοσύνη. Ἀνάμεσα στὸν μαθητὴ καὶ στὸν Διδάσκαλο ὑπάρχουν τρικυμισμένα κύματα. Ἀλλὰ ἡ ἐσωτερικὴ βεβαιότητα τοῦ Πέτρου δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ ἐξωτερικὰ στοιχεῖα. Ἐκεῖνο ποὺ βαρύνει δὲν εἶναι ἡ φουρτούνα ἀλλὰ ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ποὺ βρίσκεται κοντά του. Ὅποιος ἀτενίζει σταθερὰ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ὅποιος εἶναι ἕτοιμος νὰ Τὸν ἀκολουθήσει, νὰ συσταυρωθεῖ μὲ τὸν Χριστό, εἶναι σὲ θέση νὰ βαδίσει πάνω στὶς πιὸ ἀμφίβολες, ἀβέβαιες καὶ στὶς πιὸ ρευστὲς καταστάσεις, ἀκόμη καὶ πάνω στὰ ὕδατα.
Ἕνα τρίτο στοιχεῖο εἶναι ὅτι ὁ Πέτρος ζητεῖ συγκατάθεση. «Κέλευσόν με πρός σε ἐλθεῖν ἐπὶ τὰ ὕδατα». Δός μου τὴν ἄδεια, δός μου τὴν συγκατάθεσή Σου, τὴ διαταγὴ νὰ ἔρθω κοντὰ Σου. Καὶ τὰ πιὸ τολμηρὰ πνεύματα πρέπει πάντα νὰ ζητοῦν τὴ συγκατάθεση τοῦ Χριστοῦ στὰ σχέδιά τους καὶ νὰ περιμένουν τὸ «ἐλθὲ» τοῦ Κυρίου. Ἔτσι δείχνουν, ὄχι ἁπλῶς ὅτι ἔχουν ἐμπιστοσύνη στὸν Χριστό, ἀλλὰ ὅτι ἐξαρτοῦν τὸ πᾶν ἀπὸ Ἐκεῖνον, ὅτι δὲν τολμοῦν νὰ προχωρήσουν χωρὶς τὴ δική Του εὐλογία.
Στὴν πρώτη περίπτωση ὁ Πέτρος εἶχε ἕνα ζωντανὸ διάλογο μὲ τὸν Διδάσκαλο. Ἄκουσε τὸν Ἰησοῦ νὰ λέει: «Θαρσεῖτε, ἐγὼ εἶμαι, μὴ φοβᾶστε». Τότε ὁ μαθητὴς τοῦ ζήτησε νὰ πάει κοντά Του. Περπατῶντας στὰ κύματα, διακόπτεται αὐτὴ ἡ ζωντανὴ ἐπικοινωνία καὶ ἀρχίζει ἕνας παράξενος, μυστικός, σιωπηλὸς διάλογος μὲ τὸν ἰσχυρὸ ἄνεμο, μὲ τὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως. Ἔτσι τὸ κέντρο βάρους τῆς προσοχῆς του μετατοπίζεται πρὸς τὸν κίνδυνο τὸν ὁποῖο διατρέχει καὶ αὐτονόητα ἡ ἰσορροπία χάνεται.
Ἀδελφοί μου, ὁ Πέτρος δὲν ἀφέθηκε στὰ κύματα νὰ τὸν ρουφήξουν. Στὴν πιὸ κρίσιμη στιγμὴ τῆς προσπάθειάς του κραύγασε «Κύριε σῶσον με».
Ἡ κραυγή του αὐτὴ συμπυκνώνει γιὰ μᾶς τὰ αἰσθήματα συντριβῆς καί μετάνοιας ποὺ ἔστω καὶ τὴν τελευταία στιγμὴ πρέπει νὰ ἔχουμε, γιὰ νὰ εὐθυγραμμίζεται καὶ νὰ ἰσορροπεῖ καὶ πάλι ἡ πορεία μας πρὸς τὸν Χριστό.Ἀμήν.