ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2018
ΚΥΡΙΑΚΗ IΖ΄ ΛΟΥΚΑ (ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ). (Λουκ. ιε΄ 11 ‐ 32)
4 Φεβρουαρίου
Ἡ παραβολὴ τοῦ Ἀσώτου, ποὺ ἀναγινώσκεται σήμερα, χαρακτηρίστηκε ὡς τὸ «εὐαγγέλιο τῶν εὐαγγελίων». Διότι, ἂν ὑποθέσουμε ὅτι χανόταν ὅλη ἡ ὑπόλοιπη διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, θὰ ἦταν ἀρκετὴ καὶ μόνο αὐτὴ ἡ παραβολή, γιὰ νὰ μᾶς βεβαιώσει ὅτι ὁ Κύριος εἶναι Θεὸς τῆς ἄπειρης ἀγάπης καὶ φιλανθρωπίας. Θὰ ἦταν ἀρκετή, γιὰ νὰ περιγράψει τὴν ἱστορία τῆς ἀποστασίας τοῦ κόσμου.
Ἡ ἱστορία τοῦ νεότερου υἱοῦ ποὺ ζήτησε ἀπὸ τὸν πατέρα τὸ μερίδιό του καὶ ἔφυγε μακριὰ ἀπὸ τὸ σπίτι σπαταλῶντας τὴν περιουσία του καὶ «ζῶν ἀσώτως», ἀποτυπώνει μὲ τὸν πλεὸν παραστατικὸ τρόπο τὴν τραγωδία τοῦ κάθε ἀνθρώπου ποὺ ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ παραδίδεται στὰ ἁμαρτωλὰ πάθη καὶ τὶς ἐπιθυμίες του. Ἡ ἴδια ἱστορία ὅμως φανερώνει καὶ τὴν ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος περιμένει τή μετάνοια καὶ τὴν ἐπιστροφὴ κάθε ἁμαρτωλοῦ. Περιμένει καὶ τὴ δική μας μετάνοια...
Κανεὶς δὲν μπορεῖ νά μείνει ἀσυγκίνητος, ὅταν ἀναλογίζεται τὴν πολὺ χαρακτηριστικὴ εἰκόνα τῆς ὑποδοχῆς τοῦ Ἀσώτου. Τότε ποὺ ὁ σπλαγχνικὸς πατέρας εἶδε ἀπὸ μακριὰ τὸν ἄσωτο γιό του νὰ ἐπιστρέφει σὲ ἄθλια κατάσταση κι ἔτρεξε, τὸν ἕσφιξε στὴν ἀγκαλιά του καὶ τὸν καταφιλοῦσε μὲ στοργή. «Καὶ δραμῶν ἐπέπεσεν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ κατεφίλησεν αὐτόν».
Πόσο μᾶς συγκινεῖ αὐτὴ ἡ ἀνοιχτὴ ἀγκαλιὰ τοῦ πατέρα!
Τέτοια εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Μακροθυμεῖ γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας καὶ περιμένει τήν μετάνοιά μας. Μᾶς παρέχει πολλὲς καὶ ποικίλες εὐκαιρίες, γιὰ νὰ διορθωθοῦμε. Κι ὅταν δεῖ τὴν διάθεση καὶ μόνον ἐπιστροφῆς, ἀφήνει νὰ συναντήσουμε τὸ ξεχείλισμα τῆς ἀγάπης Του. Μολονότι φέρουμε ἔντονα τοὺς ρύπους καὶ τὴν δυσωδία τῆς ἁμαρτίας, ὁ σπλαγχνικὸς Πατέρας μᾶς ἀγκαλιάζει καὶ μᾶς καταφιλεῖ. Δέχεται τὴν ἐξομολόγηση καὶ τὴ μετάνοιά μας καὶ θυσιάζει τὸ «μόσχο τὸν σιτευτό», γιὰ νὰ μᾶς τὸν προσφέρει στὴν ἱερὴ τράπεζα τῆς Θείας Κοινωνίας. Ὁ Πανάγαθος Θεὸς μᾶς ἀναγνωρίζει ὡς ἀγαπημένα παιδιά Του καὶ κληρονόμους τῆς Βασιλείας Του. Ἀλήθεια τί ἄλλο ὑπάρχει στὸν κόσμο, ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ συγκριθεῖ μὲ τὸ ἀξεπέραστο μεγαλεῖο αὐτῶν τῶν δωρεῶν τῆς θεϊκῆς ἀγάπης;
Καὶ μόνο τὸ ὄνομα τῆς παραβολῆς τοῦ Ἀσώτου ἑστιάζει τὴν προσοχή μας στὸ πρόσωπο τοῦ νεότερου γιοῦ, ποὺ ἔγινε ἄσωτος καθὼς ἔφυγε μακριὰ ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ πατέρα.
Ὡστόσο ἀξίζει νὰ προσέξουμε καὶ τὸν ἄλλο γιό. Τὸν πρεσβύτερο τῆς παραβολῆς, ὁ ὁποῖος ἂν καὶ ζοῦσε μέσα στὸ σπίτι, οὐσιαστικὰ ἦταν μακριά.
Ὁ πρεσβύτερος υἱὸς ἐξωτερικὰ φαινόταν πιστὸς γιὸς τοῦ πατέρα καὶ ἀκριβὴς τηρητὴς τῶν ἐντολῶν του. Ὡστόσο τὸ γεγονὸς τῆς ἐπιστροφῆς τοῦ μικρότερου ἀδελφοῦ του ἀνέτρεψε τὴν ἐπιφανειακὰ καλή του εἰκόνα. Ὅταν πληροφορήθηκε ὅτι ἐπέστρεψε ὁ ἄσωτος ἀδελφός του, ἀντὶ νὰ χαρεῖ, ὀργίστηκε καὶ ἀρνήθηκε νὰ λάβει μέρος στὸ πανηγύρι. Μάλιστα μὲ ἐπιθετικὸ τρόπο ξέσπασε ἐναντίον τοῦ πατέρα. Καὶ ἐνῷ καυχόταν γιὰ τὴν τυφλὴ ὑπακοὴ στὸν πατέρα «οὐδέποτε ἐντολὴν σου παρῆλθον», τὴν ἴδια στιγμὴ ἀντιστεκόταν μὲ πεῖσμα ὄχι σὲ ἐντολὴ ἀλλὰ στὴν πατρικὴ παράκληση καὶ προτροπὴ νὰ μοιραστεῖ τὴ κοινὴ χαρὰ στὸ σπίτι.
Ἴσως μᾶς ξαφνιάζει τὸ πρωτοφανὲς ξέσπασμα ἐγωϊσμοῦ, ζηλοτυπίας καὶ φθόνου τοῦ μεγαλύτερου υἱοῦ. Τὸ πιθανότερο ὅμως εἶναι νὰ ζοῦμε κι ἐμεῖς συνειδητὰ ἢ ἀσυνείδητα σὰν αὐτόν. Ἀπὸ μικρὰ παιδιά μεγαλώνουμε μέσα στὸ σπίτι τοῦ Θεοῦ Πατέρα, τὴν Ἐκκλησία. Καὶ ἐπειδή, ἐνδεχομένως, ἀποφεύγουμε σοβαρὲς παρεκτροπὲς καὶ πιστεύουμε ὅτι ἐφαρμόζουμε μὲ ἀκρίβεια τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, εὔκολα διαχωρίζουμε τὴ θέση μας ἀπὸ κάθε ἄσωτο, νομίζοντας ὅτι εἶναι αὐτονόητη ἡ θέση μας στὸν Παράδεισο. Ἔτσι ἐπαναπαυόμαστε καὶ θεωροῦμε περιττὴ τήν μετάνοια, τὴν ἐξομολόγηση, τὴν προσευχή, τή μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἔμπρακτη ἐκδήλωση τῆς ἀγάπης μας στοὺς ἀδελφούς.
Ἀδελφοί, ἂς παραδεχθοῦμε ταπεινὰ τὴν ἁμαρτωλότητά μας κι ἂς ἀκολουθήσουμε τὴν ὁδὸ τῆς μετανοίας. Εἴτε μοιάζουμε μὲ τὸ νεότερο εἴτε μὲ τὸν πρεσβύτερο υἱό, ἂς γνωρίζουμε ὅτι ἡ ἀγκαλιὰ τοῦ Θεοῦ εἶναι πάντα ἀνοιχτὴ καὶ ἕτοιμη νὰ μᾶς ὑποδεχθεῖ, ἀρκεῖ νὰ εἴμαστε πρόθυμοι γιὰ ἐπιστροφὴ ἀκόμη καὶ χωρὶς προϋποθέσεις.
Ἀμήν.
11 Φεβρουαρίου
Ἡ σημερινὴ τρίτη Κυριακὴ τοῦ Τριωδίου εἶναι ἀφιερωμένη στὸ φοβερότερο γεγονὸς τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας, ποὺ εἶναι ἡ μέλλουσα Κρίση, ἡ ὁποία μπορεῖ νὰ ἀποτελέσει ἀπαραίτητο προβληματισμὸ τῶν πιστῶν κατ’ αὐτὴν τὴν ἀγωνιστικὴ περίοδο.
Ἡ μέλλουσα Κρίση εἶναι θεμελιώδης πίστη τῆς χριστιανικῆς μας διδασκαλίας, ἡ ὁποία θὰ ἐπισυμβεῖ στὸ τέλος αὐτοῦ τοῦ πρόσκαιρου κόσμου καὶ περιγράφεται μὲ σαφήνεια στὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Ματθαίου, ποὺ σήμερα ἀναγνώσαμε.
Ὁ Κύριος, λίγο πρὶν τὸ πάθος Του, μιλῶντας γιὰ τὰ ἔσχατα τῆς ἱστορίας καὶ τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου εἶπε πώς, ὅταν ἔρθει ὁ Ἴδιος στὴ Δεύτερη καὶ φοβερὴ παρουσία Του, θὰ ἐπισφραγίσει μὲ τὴν δίκαιη κρίση καὶ ἐνέργειά Του τὸ μυστήριο τῆς θείας οἰκονομίας.
Τὸ φιλάνθρωπο πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ θὰ γίνει τὴν ἡμέρα ἐκείνη δικαιόκριτο καὶ ἀποκαλυπτικό. Στὴν ἐμφάνισή Του θὰ συντριβοῦν ἡ γῆ καὶ ὁ οὐρανός, θά σεισθοῦν τὰ θεμέλια τῆς γῆς ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ αὐτὴ τὴ φορὰ δὲν θὰ ἔλθει ἀδύναμος καὶ ταπεινὸς ἀλλὰ «μετὰ δυνάμεως καὶ δόξης πολλῆς». Δὲν θὰ ζητήσει τότε ὁ Χριστὸς ἀπὸ τοὺς κρινόμενους οὔτε νηστεῖες οὔτε ἀγρυπνίες οὔτε γονυκλισίες ἀλλὰ πόση ἀγάπη ἔδειξαν. Χωρὶς αὐτὴν καταντοῦν ὅλα τύποι ἀνώφελοι, ποὺ δὲν ἁγιάζουν τὸν πιστό.
Ὁ Κύριος ἑστιάζει στὴ φιλάνθρωπη καρδιά, γιατὶ ἀπ’ αὐτὴν ἐξαρτῶνται οἱ ὑπόλοιπες ἀρετές. Ὅποιος ἀγαπᾶ τὸν συνάνθρωπο, ἐκεῖνος λατρεύει οὐσιαστικὰ τὸν Θεό. Ὁ ἐλεήμων εἶναι δίκαιος καὶ ἐνάρετος, ὁ δὲ ἀφιλάνθρωπος εἶναι παραβάτης καὶ ἁμαρτωλός. Γι’ αὐτὸ ὁ Κύριος ἔθεσε ὡς κριτήριο τὴν ἀγάπη, γιατὶ ἀπὸ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὸν πλησίον «….ὅλος ὁ νόμος καὶ οἱ προφῆται κρέμανται».
Μὲ βάση, λοιπόν, τὴν ἀγάπη θὰ μᾶς κρίνει λέγοντας «κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν» ἢ «πορεύεσθε ἀπ’ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ ἐξώτερον».
Ἑπομένως ἡ μέλλουσα κρίση καὶ ἀνταπόδοση εἶναι συνέπεια καὶ ἀπόρροια τῆς ἐπίγειας συμπεριφορᾶς τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ καὶ ἀπόδοση τῆς ὁριστικῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ. Τῆς δικαιοσύνης ἐκείνης, ἡ ὁποία θὰ ἀποκαταστήσει ἀσφαλῶς τὸ κακὸ ποὺ διέφυγε ἀπὸ τὴν κρίση τῶν ἀνθρώπων. Ἀλλ’ εἶναι καὶ ἀπαίτηση τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ, ποὺ θὰ ἀνταμείψει τοὺς ἀνθρώπους ἐκείνους, τοὺς ὁποίους ὄχι μόνον δὲν κατόρθωσε νὰ ἀνταμείψει ἡ δικαιοσύνη τῶν ἀνθρώπων, ἀλλ’ ἴσως καὶ νὰ ἀδίκησε.
Εἶναι ὁπωσδήποτε ἀτελὴς ἡ ἀπονομὴ τῆς ἀνθρώπινης δικαιοσύνης. Πράγματα καὶ καταστάσεις ποὺ ἐξυπηρέτησαν σκοπιμότητες σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο, νὰ εἴμαστε βέβαιοι ὅτι δὲν θὰ περάσουν ἀπαρατήρητα καὶ ἄκριτα ἀπὸ τὸ κριτήριο τοῦ ζῶντος Θεοῦ.
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, αὐτὴ τὴν ἀναπόφευκτη κρίση μᾶς ὑπενθυμίζει ἡ Ἐκκλησία τὶς ἡμέρες αὐτές.
Ὅσοι παραβλέπουμε καὶ περιφρονοῦμε τοὺς ἐλαχίστους ἀδελφούς, νὰ ἔχουμε τὴν βεβαιότητα ὅτι παραβλέπουμε καὶ περιφρονοῦμε τὸν Ἴδιο τὸν Χριστό. Ἡ λειτουργικὴ αὐτὴ χρονικὴ περίοδος τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι ὁ εὐπρόσδεκτος καιρός, γιὰ νὰ γίνουμε εὔσπλαχνοι, ἐλεήμονες, καταδεκτικοὶ μπροστὰ στὸν ἀνθρώπινο πόνο ποὺ πλεονάζει στὶς μέρες μας. Ἀσθενεῖς, ἄποροι, μετανάστες, φτωχὰ παιδιά, γέροντες περιμένουν ἕναν καλὸ λόγο, μιὰ ἐπίσκεψη, τὴν ἐλάχιστη φροντίδα, ἀκόμη καὶ ἕνα χαμόγελο ποὺ μπορεῖ καὶ ζεσταίνει τὴν καρδιά. Αὐτοὶ οἱ ἐλάχιστοι κυριολεκτικὰ μᾶς σπρώχνουν στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ὅσες καὶ ἂν εἶναι οἱ δυσκολίες τῶν προβλημάτων τῆς ζωῆς, ὅση καὶ ἂν εἶναι ἡ ζάλη καὶ ἡ πίεση τῶν μεριμνῶν τοῦ βίου μας, δὲν χρειαζόμαστε χρήματα, γιὰ νὰ κερδίσουμε τὴν αἰωνιότητα. Ἡ ἔμπρακτη ἀγάπη θὰ μᾶς κάνει νὰ ἀκούσουμε τὴ φωνὴ τοῦ Κυρίου: «Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατρός μου κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν Βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου».
Ἀμήν.
18 Φεβρουαρίου
Στὰ πρόθυρα τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ἡ Ἐκκλησία μὲ τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο μᾶς ἀποκαλύπτει τὸ νόημα καὶ τὶς διαστάσεις τῆς ἀληθινῆς νηστείας.
Ἡ νηστεία εἶναι τὸ πιὸ διαδεδομένο ἀσκητικὸ μέσο τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας παράδοσης. Ἡ λέξη σημαίνει τὴν ἀποχὴ ἀπὸ τὶς τροφές. Ὡς πρακτικὴ μὲ θρησκευτικὸ περιεχόμενο τὴ συναντᾶμε σὲ ὅλες σχεδὸν τὶς θρησκεῖες καὶ σχετίζεται κυρίως μὲ τὴν ἐξωτερίκευση τοῦ πένθους, τῆς θλίψης, τῆς ἐσωτερικῆς συντριβῆς καὶ τὴν προετοιμασία γιά μεγάλες ἑορτὲς ποὺ προϋποθέτουν ἐσωτερικὴ κάθαρση.
Οἱ παλαιοὶ Χριστιανοὶ τηροῦσαν μὲ εὐλάβεια τὶς καθορισμένες νηστεῖες μὲ μόνη δικαιολογημένη ἐξαίρεση τοὺς ἐμπερίστατους ἀδελφοὺς (ἀσθενεῖς, ὁδοιπόρους, νήπια). Ἄλλωστε γιὰ ὅσους ἀδικαιολόγητα καταστρατηγοῦν τὶς νηστεῖες οἱ Ἱεροὶ Κανόνες ἐπιβάλλουν αὐστηρὰ ἐπιτίμια.
Σήμερα ἡ νηστεία ὡς θεσμὸς εἶναι περιφρονημένη καὶ παρεξηγημένη. Ἄλλοι, παρασυρόμενοι ἀπὸ τὴν γενικευμένη ἐκκοσμίκευση τὴν παραμερίζουν, τὴν προσδιορίζουν κατὰ τὴν κρίση καὶ δυνατότητά τους ἢ καὶ τὴν καταργοῦν, ἐνῷ ἄλλοι τὴν ὑπερτιμοῦν ἀδιάκριτα καὶ τῆς ἀποδίδουν τεράστια σωτηριολογικὴ ἀξία καθιστῶντας την αὐτοσκοπό.
Ἡ νηστεία, ὅμως, δὲν εἶναι αὐτοσκοπός, εἶναι μέσο τοῦ ἀσκητικοῦ ἀγώνα τοῦ πιστοῦ, τὸ μυστικὸ ὅπλο τοῦ «πολέμου» κατὰ τῶν παθῶν, «ἡ μάχαιρα ἥτις ἐκκόπτει πολλὰς κακίας» κατὰ τοὺς Θεοφόρους Πατέρες.
Ἡ ἀληθινὴ νηστεία ἔχει χαρακτῆρα παιδαγωγικὸ καὶ ἀναγωγικό. Διδάσκει τὸν ἄνθρωπο νὰ μὴ βασίζεται στὰ ὑλικὰ πράγματα, ὑπενθυμίζοντάς του τὴ σχετικὴ ἀξία τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, ἐνῷ τὸν ὁδηγεῖ νὰ ξεπεράσει τὴν τυραννία τῆς ὑλικῆς ἀναγκαιότητας καὶ νὰ φθάσει στὸ βασίλειο τῆς ἐλευθερίας τοῦ Πνεύματος.
Ὁ μέγας ἐχθρὸς τῆς νηστείας, ὅπως φαίνεται στὴ σημερινὴ Εὐαγγελικὴ περικοπὴ εἶναι ἡ τυπολατρεία καὶ ἡ ὑποκρισία, μὲ μιὰ λέξη ὁ φαρισαϊσμός, αὐτὴ ἡ φοβερὴ πνευματικὴ ἀσθένεια ποὺ πλήττει καὶ ἀκυρώνει κάθε ἐσωρικὴ διάθεση καὶ ἐξωτερικὴ ἐκδήλωση.
Ἡ Ἐκκλησία μὲ τὸν θεόπνευστο λόγο τῶν Πατέρων, διὰ τῆς ὑμνογραφίας, μᾶς προειδοποιεῖ ὅτι ἀληθινὴ καὶ εὐάρεστη στὸν Θεὸ νηστεία δὲν εἶναι ἁπλᾶ ἡ τυπικὴ τήρηση κάποιων περιορισμῶν στὴ διατροφή, ἀλλὰ γενικὰ ἡ κυριαρχία τοῦ πνεύματος ἔναντι ὅλων τῶν πιεστικῶν ἀναγκῶν τοῦ σώματος.
«Ἀληθὴς νηστεία ἡ τῶν κακῶν ἀλλοτρίωσις, ἐγκράτεια γλώσσης, θυμοῦ ἀποχή, καταλαλιᾶς, ψευδοῦς καὶ ἐπιορκίας. Ἡ τούτων ἔνδεια, νηστεία ἔστιν ἀληθὴς καὶ εὐπρόσδεκτος» θὰ ἀκούσουμε ἀπόψε στὸν ἑσπερινὸ τῆς Καθαρᾶς Δευτέρας..
Οἱ Πατέρες συνιστοῦν ἐπίσης νὰ συνοδεύεται ἡ νηστεία μὲ τὴν ἄσκηση καὶ ἄλλων ἀρετῶν καὶ κυρίως τῆς ἐλεημοσύνης. «Νηστεύεις; Δεῖξον μοι διὰ τῶν ἔργων αὐτῶν. Ποίων ἔργων, φησίν. Ἐὰν ἴδῃς πένητα, ἐλέησον», ὅπως λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος.
Ἡ νηστεία συνδέεται μὲ τὴν κοινωνικότητα τοῦ ἀνθρώπου. Δὲν ἀποσκοπεῖ στὴν ἐγωκεντρικὴ κατάκτηση ἀτομικοῦ ἀσκητικοῦ στόχου. Παιδαγωγεῖ τὸν ἄνθρωπο νὰ ἀκολουθεῖ τὸν κοινὸ κατ’ ἀλήθειαν τρόπο ζωῆς «σὺν πᾶσι τοῖς ἁγίοις». Ἀναγκαῖος ὅρος, λοιπόν, γιὰ νὰ ἀρχίσουμε «τὸν καλὸν τῆς νηστείας ἀγῶνα» εἶναι ἡ ἀποκατάσταση τῶν κοινωνικῶν μας σχέσεων σὲ σωστὴ βάση μὲ ἀμοιβαία συγχώρηση.
Γι’ αὐτὸ ὁ πρῶτος Κατανυκτικὸς ἑσπερινὸς τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, στὸν ὁποῖο πρέπει νὰ συμμετάσχουμε ὅλοι μας ἀπόψε, ὁλοκληρώνεται σύμφωνα μὲ παλαιὸ μοναστικὸ τυπικὸ στὴν καρδιακὴ ἀνταλλαγὴ τῆς συγχώρησης, ὡς προϋπόθεσης τῆς προσπάθειάς μας καὶ ὀνομάζεται Ἑσπερινὸς τῆς συγγνώμης. Μόνον ἔτσι συμπεριφερόμενοι καὶ προσευχόμενοι οἱ Χριστιανοὶ θὰ καταλήξουμε στὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ στὴν κοινωνία τῆς ἀγάπης, τὰ ὁποῖα ἑορτάζουμε στὸ τέλος αὐτῆς τῆς πορείας καὶ λειτουργικῆς περιόδου μὲ τὴν μετοχή μας στὸν Ἀναστάσιμο ἑσπερινὸ τῆς Ἀγάπης.
Καλὴ Σαρακοστὴ καὶ καλὴ δύναμη στὸν προκείμενο ἀγῶνα.
25 Φεβρουαρίου
Ἡ σημερινὴ Κυριακή, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, εἶναι ἡ πρώτη Κυριακὴ τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καὶ εἶναι ἀφιερωμένη στὴν Ὀρθοδοξία, στὴ νίκη δηλαδὴ τῆς ὀρθόδοξης πίστης ἐναντίον τῶν ποκίλων αἱρέσεων. Ἡ αἵρεση εἶναι ὁ ἐσωτερικὸς ἐχθρός της Ἐκκλησίας, ἀφοῦ κάνει ζημιὰ καὶ διασπᾶ τὴν ἑνότητα τῆς πίστεώς της.
Μία αἵρεση ἐδῶ καὶ χίλια τριακόσια περίπου χρόνια, ἡ ὁποία ταλαιπώρησε τὴν Ἐκκλησία πάνω ἀπὸ ἕναν αἰῶνα, ἀπὸ τὸ 727 μέχρι τὸ 843, ἦταν ἡ Εἰκονομαχία· ὁ πόλεμος δηλαδὴ ἐναντίον τῶν ἱερῶν εἰκόνων. Οἱ ὑποστηρικτὲς αὐτῆς τῆς αἵρεσης ἔλεγαν πὼς δὲν πρέπει νὰ ἔχουμε στὴν Ἐκκλησία εἰκόνες καὶ νὰ τὶς προσκυνοῦμε, ἐπειδὴ αὐτὸ εἶναι τάχα εἰδωλολατρεία.
Αὐτὴ ἡ κακοδιδασκαλία ἔφερε μεγάλη ἀναταραχὴ στὴν Ἐκκλησία κι ἔγινε αἰτία νὰ διωχθοῦν, νὰ βασανισθοῦν καὶ νὰ πεθάνουν πολλοὶ ἅγιοι, ὑπερασπίζοντας τὴν ὀρθὴ πίστη. Αὐτοὺς ἡ Ἐκκλησία τοὺς ὀνομάζει Ὁμολογητές, καὶ κάποιοι ἐξ αὐτῶν εἶναι ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης κι ἄλλοι πολλοί. Αὐτοὶ μὲ ἔνθεο ζῆλο καὶ μὲ ἀτρόμητη γνώμη ὑπερασπίσθηκαν τὴν ὀρθὴ πίστη τῆς Ἐκκλησίας καὶ στὸ τέλος ἡ Ὀρθοδοξία νίκησε. Οἱ ἱερὲς εἰκόνες ξαναπῆραν τὴ θέση τους μέσα στὸν Ναὸ κι ὁ πιστὸς λαός, ὅλοι ἐμεῖς, τὶς προσκυνοῦμε μέχρι σήμερα. Τὶς προσκυνοῦμε τιμητικά. Τὶς ἱερὲς εἰκόνες δὲν τὶς λατρεύουμε γι’ αὐτὸ ποὺ εἶναι οἱ ἴδιες, ἀλλὰ διότι τὰ εἰκονιζόμενα πρόσωπα ἢ γεγονότα μᾶς παραπέμπουν στὴν προσκύνηση καὶ λατρεία τοῦ μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ καὶ Δεσπότου τῆς ζωῆς.
Ἡ φράση τοῦ Μεγάλου Βασιλείου «ἡ τιμὴ τῆς εἰκόνος ἐπὶ τὸ πρωτότυπον διαβαίνει» εἶναι ἡ ὀρθόδοξη πίστη καὶ ἡ ἀκριβὴς θέση ποὺ ἐπικράτησε πιὰ ὡς κανόνας στὸ θέμα τῆς ἀπόδοσης τιμῆς στὶς ἅγιες εἰκόνες. Ἔκτοτε, οἱ εἰκόνες εἶναι ἱερὲς καὶ ἅγιες ὄχι γιὰ τὰ ὑλικὰ ἀπὸ τὰ ὁποῖα κατασκευάζονται, ἀλλὰ γιὰ τὰ ἱερὰ καὶ ἅγια πρόσωπα ποὺ εἰκονίζουν. Οἱ εἰκόνες δὲν εἶναι στὴ συνείδησή μας ζωγραφιὲς καὶ φωτογραφίες ἀλλὰ ὁρατὰ παράθυρα τοῦ ἀόρατου κόσμου, καθιερωμένα πλέον ὡς ἀντικείμενα τῆς θείας λατρείας· αὐτὲς στολίζουν τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴ δείχνουν ὡς ἐπίγειο οὐρανό, αὐτὲς ἀνιστοροῦν τὸν βίο καὶ τὰ θαύματα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, αὐτὲς μᾶς ζωντανεύουν τὴν ἄθληση καὶ τὴν ἄσκηση τῶν ἁγίων, αὐτὲς εἶναι τὸ ἀνοιχτὸ πάντοτε βιβλίο τῆς πίστης στὰ μάτια τῶν ἀγραμμάτων ἀλλὰ καὶ στὴ λογικὴ τῶν γραμματισμένων.
Αὐτὴ εἶναι μὲ λίγα λόγια, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἡ πίστη τῆς Ἐκκλη-σίας γιὰ τὶς ἱερὲς εἰκόνες, κι αὐτῆς τῆς πίστεως τὴ νίκη γιορτάζουμε σήμερα, ὄχι μόνο ἐναντίον τῆς Εἰκονομαχίας ἀλλὰ καὶ ὅλων μαζὶ τῶν αἱρέσεων, καὶ γι’ αὐτὴν τὴν αἰτία ἡ σημερινὴ Κυριακὴ εὔστοχα χαρακτηρίστηκε ὡς Ἡμέρα τῆς Ὀρθοδοξίας, ἐπειδὴ εἶναι ἑορτὴ τῆς Ἐκκλησίας ἐναντίον κάθε πλάνης, κάθε κακοδιδασκαλίας, ποὺ στοχεύει τὴ σύγχυση τῆς ὀρθῆς πίστεως καὶ τὴν ἀναίρεση τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων.
Τέτοιες πλάνες καὶ τέτοια ψεύδη εἶναι καὶ στὶς μέρες μας πολλά. Ἡ Ἐκκλησία καὶ σήμερα ἀναστατώνεται, ταλαιπωρεῖται καὶ δοκιμάζεται μὲ σύγχρονες αἱρέσεις, σχίσματα καὶ ὁμολογίες. Ἀλλὰ δὲν χάνεται κι οὔτε θὰ χαθεῖ, διότι δὲν εἶναι ἀνθρώπινο κατασκεύασμα ἢ ὀργανισμὸς ἀλλὰ εἶναι τὸ ζωντανό, παρατεινόμενο καὶ ἀναστημένο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ στὴν ἱστορία.
Ὅλοι ἐμεῖς, ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ δηλαδή, ποὺ εἴμαστε ἡ Ἐκκλησία, μέσα σ’ αὐτὴν βρίσκουμε τὴν πίστη μας, ποὺ εἶναι ἡ ἀλήθεια, τὸ φῶς καὶ ἡ ζωὴ ποὺ χρειαζόμαστε, γι’ αὐτὸ καὶ «ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις πατράσιν», «...οὕτω φρονοῦμεν, οὕτω λαλοῦμεν, οὕτω κηρύσσομεν Χριστὸν τὸν ἀληθινὸν Θεὸν ἡμῶν….».
«...Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πίστις τῶν ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις τὴν οἰκουμένην ἐστήριξεν...».