en ru

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΙΟΥΛΙΟΥ

8 Ἰουλίου 2007
Κυριακή ΣΤ΄ Ματθαίου


 
«Ἀφέωνταί σοι αἳ ἁμαρτίαι σου·»

Μιὰ ἔννοια, μιὰ λέξη, ἀδελφοί, εἶναι πολὺ γνωστὴ σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους· εἶναι ἡ λέξη ἁμαρτία. Καὶ ἡ ἁμαρτία προέρχεται, ὡς γνωστόν, ἐκ τοῦ πονηροῦ, ποὺ ὡς ἄλλος κακὸς γεωπόνος μπολιάζει τὸν ἄνθρωπο μὲ τὰ διάφορα μπόλια τοῦ κακοῦ πού, ὅταν ἀναπτυχθοῦν καὶ ἐξελιχθοῦν σὲ πάθη, κυριαρχοῦν ἐπὶ τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὸν καθιστοῦν ταλαίπωρο, δυστυχῆ «χαλεπὸν λίαν».

Τὰ ἁμαρτήματα εἶναι δυνατὸν νὰ χαρακτηρισθοῦν ὡς τελούμενα ἐν λόγῳ καὶ ἔργῳ, ἑκουσίως ἢ ἀκουσίως, ἐν γνώσει ἢ ἐν ἀγνοίᾳ ἢ ἐν νυκτὶ καὶ ἡμέρᾳ καὶ οἰκοδομοῦν σταθερὰ ροπὴ πρὸς τὸ κακὸ καὶ τελικὰ ἀποσποῦν τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν ἐπικοινωνία του πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τότε «ἀσθενεῖ τὸ σῶμα, ἀσθενεῖ καὶ ἡ ψυχή».

Οἱ φεγγίτες μέσῳ τῶν ὁποίων διέρχεται καὶ προσβάλλει τὸν ἄνθρωπο ἡ ἁμαρτία εἶναι τὰ ποικίλα ψυχοσωματικὰ κέντρα τοῦ ἀνθρώπου. Συνήθως προσβάλλει τὴν διάνοιά του, ἡ ὁποία παιδιόθεν ρέπει ἐπιμελῶς ἐπὶ τὰ πονηρά. Ὕστερα ἐκ τῆς διανοίας, τοῦ νοῦ, ἡ πονηρὴ ἐπιθυμία καὶ σκέψη κατέρχεται στὴν καρδιά, ἐκεῖ κυοφορεῖται, γίνονται διάφορες ἐπεξεργασίες, ὁπότε καὶ ὑλοποιεῖται καὶ τελικὰ ἐκτελεῖται καὶ θανατώνει τὸν ἄνθρωπο, ἀφοῦ τὰ «ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας», τὰ κέρδη καὶ τὰ ὀφέλη εἶναι θάνατος.

Ὅσο περισσότερο ὁ ἄνθρωπος ὑπηρετεῖ τὴν ἁμαρτία τόσο καὶ πιὸ πολὺ δένεται μὲ τὰ λουριά, τοὺς ἱμάντες τοῦ κακοῦ, μέχρι σημείου ὄχι μόνο νὰ ἀσθενήσει, ἀλλὰ καὶ νὰ καταντήσει ἀκίνητος καὶ ἄχρηστος στὴ ζωή, ὅπως συνέβη μὲ τὸν Παραλυτικὸ τῆς Καπερναούμ, ποὺ εἶχε τυλιχθῆ μὲ τὶς φασκιὲς τῆς ἁμαρτίας καὶ ἐσύρετο πρὸς τὸν θάνατο. Εὐτυχῶς ὅμως ποὺ συναντήθηκε μὲ τὸν ἐνσαρκωμένο Λόγο τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος τὸν ἐσπλαγχνίσθη καὶ τὸν ἐλευθέρωσε καὶ ἀνέστειλε τὴν πορεία του πρὸς τὸν θάνατο. «Θάρσει, τέκνον» τοῦ λέγει ὁ γλυκὺς Ἰησοῦς καὶ ἐκφράζεται ἔτσι τὸ μήνυμα τοῦ Μεσσία πρὸς ὅλους τοὺς πάσχοντες ἀπὸ διάφορες ἀσθένειες ἢ αἰχμάλωτους του σατανᾶ ὅτι καταλύεται τὸ κράτος καὶ ἡ ἰσχὺς τοῦ διαβόλου.

«Ἀφέωνταί σοι αἳ ἁμαρτίαι σου» ὁ ἰατρὸς τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων Ἰησοῦς ἀπευθύνει στὸν σωματικῶς ἀσθενῆ παραλυτικό. Καὶ ἀναδεικνύεται ἔτσι ἡ σχέσις ἁμαρτίας καὶ ἀσθενείας, ποὺ κατὰ τὴν διδασκαλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς εἶναι ἡ ἑξῆς: ἡ εἴσοδος τῆς ἁμαρτίας στὸν κόσμο διὰ τῆς παρακοῆς τοῦ Ἀδὰμ (τῆς ἁμαρτίας ἐννοουμένης ὡς ἐπαναστάσεως τοῦ δημιουργήματος κατὰ τοῦ Δημιουργοῦ) εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὴν ἀσθένεια, τὴν φθορὰ καὶ τὸν θάνατο. Ἡ ὕπαρξη λοιπὸν τῆς ἀσθενείας στὸν κόσμο ἀποτελεῖ σύμπτωμα τῆς ἁμαρτωλοῦ καταστάσεως, ὄχι βέβαια μὲ τὴν ἔννοια ὅτι κάθε ἀσθένεια τοῦ ἀνθρώπου ἀποτελεῖ συνέπεια συγκεκριμένου προσωπικοῦ ἁμαρτήματος, ἀλλὰ μὲ τὴν ἔννοια ὅτι γενικῶς ἡ ἀσθένεια φανερώνει τὴν φθορὰ τῆς ἀνθρωπότητος καὶ τὴν ὑποταγή της στὴ δύναμη τοῦ κακοῦ. Ὁ Μεσσίας ὅμως «ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου» καὶ καταλύων τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου, ἐκφράζει καὶ ἐκπροσωπεῖ τὴ νίκη τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τῶν σατανικῶν δυνάμεων ποὺ κρατοῦν δέσμιους τοὺς ἀνθρώπους, καὶ δηλώνει τὴν ἔναρξη τῆς νέας ἐποχῆς, ποὺ εἶναι ἐποχὴ χάριτος καὶ σωτηρίας.             

Ἡ αὐθεντικὴ ὅμως φράση τοῦ Μεσσία πρὸς τὸν ἀσθενῆ περὶ ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν του νομίζεται ἀπὸ τοὺς παρισταμένους γραμματεῖς ὡς βλασφημία, γιατί αὐτοὶ μὴ δεχόμενοι τὴν μεσσιανικὴ ἰδιότητα καὶ ἐξουσία τοῦ Ἰησοῦ νομίζουν ὅτι οἰκειοποιεῖται κατὰ βλάσφημο τρόπο ἰδιώματα καὶ ἐξουσίες τοῦ Θεοῦ.

Ὁ Ἰησοῦς ἀντιλαμβανόμενος κατὰ ὑπερφυσικὸ ρόπο τοὺς διαλογισμούς τους, τοὺς ἐλέγχει γιὰ τὶς πονηρὲς σκέψεις ποὺ κάνουν καὶ τοὺς ἐρωτᾶ τί θεωροῦν εὐκολότερο ἔργο, τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν ἢ τὴν θεραπεία τῆς σωματικῆς ἀσθενείας. Ἀσφαλῶς οἱ ἄνθρωποι θεωροῦν πιὸ δύσκολο ἔργο τὴν θεραπεία καὶ εὐκολότερο τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν, ἀφοῦ τὸ πρῶτο γίνεται φανερὸ καὶ ψηλαφᾶται, ἐλέγχεται, διαπιστώνεται, ἐνῶ τὸ δεύτερο εἶναι δώρημα προσωπικὸ τοῦ οὐρανοῦ, εἶναι χάρις καὶ μυστήριο. Ὁ Ἰησοῦς ὅμως, ἀδελφοί μου, βλέπει ὡς μία ἑνότητα τὸ αἴτιο καὶ τὸ ἀποτέλεσμα. Γι᾿ αὐτὸ καὶ καταπολεμεῖ τὸ ὁρατὸ σύμπτωμα, τὴν ἀσθένεια, τὴν παραλυσία, ποὺ μπορεῖ νὰ ἐλεγχθεῖ ἀπὸ ὅλους, αἴρων συγχρόνως καὶ τὸ αἴτιο, δηλαδὴ τὴν ἁμαρτία, καὶ ὡς ἔχων ἐξουσία ἐπὶ τῆς γῆς «ἀφιέναι ἁμαρτίας» διατάσσει τὸν παράλυτο νὰ σηκώση τὴν «κλίνην» του καὶ νὰ μεταβῆ στὸ σπίτι του, στοὺς δικούς του.

Ὁ «Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου» δὲν εἶναι μόνον ὁ μέλλων νὰ ὑποστῆ τὸ πάθος Μεσσίας ἢ ὁ μέλλων νὰ ἐπανέλθη «μετὰ δόξης κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς», ἀλλὰ εἶναι καὶ ὁ θεμελιῶν τὴν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία μόνη ἔχει ἐξουσία νὰ συγχωρεῖ ἁμαρτίες, ἐξουσία ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸν Ἱδρυτή της, τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ὁ ὁποῖος εἶχε τέτοια «ἐξουσίαν ἐκ Θεοῦ».

Ἀδελφοί μου, γιὰ τὴν σωτηρία μας εἶναι ἀπαραίτητη ἡ μετάνοια καὶ ἡ πίστη. Ἡ μετάνοια εἶναι θυγατέρα πρωτότοκη τῆς πίστεως. Ἡ πίστη εἶναι ἀπαραίτητη καὶ γιὰ τὶς κοινωνικὲς προεκτάσεις ποὺ ἔχει, ἀφοῦ ὁ πιστὸς ἄνθρωπος ἀποτελεῖ ἀφορμή, πρόκληση σωτηρίας καὶ γιὰ ἄλλους. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι κατὰ τὴ διήγηση τῆς περικοπῆς μας ὁ Ἰησοῦς ἐπαινεῖ τὴν πίστη τῶν συνοδῶν τοῦ παραλυτικοῦ, πρὶν θεραπεύση τὸν ἀσθενῆ. Ἡ ἀληθινὴ πίστη εἶναι ἐφευρετική. Γι᾿ αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος τῆς πίστεως ἀνακαλύπτει τρόπους δράσεως, γιὰ νὰ ἐπιτύχη αὐτὸ ποὺ ἐπιδιώκει ὄχι μόνο γιὰ τὴ δική του ὠφέλεια ἀλλὰ καὶ τὴν ὠφέλεια τοῦ ἀδελφοῦ.

Ἃς προσευχηθοῦμε λοιπόν· «Πρόσθες ἡμῖν πίστιν Κύριε». Ἀμήν. 

Ἀρχιμ. Ν.Κ.