en ru

 

"Τὸ Ἅγιον Ὄρος πέραν ἀπὸ τὰ σκάνδαλα"

ὁμιλία Σεβασμιωτάτου στὸ σύλλογο "Οἱ φίλοι τοῦ Ἁγίου Ὄρους",  17.12.2009, Ἀρχαιολογικὴ Ἑταιρεία Ἀθηνῶν

 

Αἰσθάνομαι τὴν ἀνάγκη νὰ σᾶς εὐχαριστήσω πολὺ γιὰ τὴν πρόσκληση κ. Πρόεδρε. Ἤθελα πολὺ αὐτὸν τὸν καιρὸ νὰ ἀφήσω τὴν καρδιά μου νὰ μιλήσει γιὰ τὸ Ὄρος. Πόνεσα, ὅπως ὅλοι μας, βαθιὰ γιὰ τὰ ὅσα ἀκούστηκαν καὶ ἔγιναν πιστευτά.

Τὸ ἰδανικό μας δέχθηκε δημόσια χτυπήματα. Νοιώσαμε ἢ προδωμένοι ἢ κακοποιημένοι. Ἤθελα λίγο νὰ συμμαρτυρήσω∙ νὰ σταθῶ δίπλα στὸν κατηγορούμενο ὄχι γιὰ νὰ τὸν ὑπερασπιστῶ, ἀλλὰ γιὰ νὰ τὸν δῶ στὰ μάτια καὶ νὰ συμβάλω στὴ φανέρωση τῆς ἀλήθειας. Ὄχι τοῦ δικαίου οὔτε τοῦ πραγματικοῦ οὔτε τοῦ ἀντικειμενικοῦ. Αὐτὸ ἂς τὸ κάνουν ἄλλοι. Ἤθελα νὰ ἐκφράσω δημόσια τὴ λεπτὴ ἀλήθεια, ὅπως τὴν ἀκούει ἡ ψυχή μου, καθαρά, δίχως οὔτε ἐμπαθῆ καὶ στενόκαρδη κρι­τικὴ διάθεση οὔτε ὅμως καὶ ἄτολμες καὶ στενόμυαλες συγκαλύψεις. Ἤθελα νὰ τὸ κάνω τώρα. Τώρα ποὺ φαίνεται πὼς ἀπομυθοποιεῖται ἡ αἴγλη τοῦ Ὄρους, πὼς μολύνεται ἡ ἁγιότητά του, τώρα ποὺ χάνει τὴν ἀξιοπιστία του. Τώρα ποὺ λιγοστεύουν οἱ φίλοι του, μοῦ δίνετε τὴν εὐκαιρία νὰ μιλήσω στοὺς φίλους του. Σᾶς εὐχαριστῶ, ἀγαπητοί μου, φίλοι τοῦ Ἁγίου Ὄρους, φίλοι τῆς ἀλήθειας, φίλοι τῆς Ἐκκλησίας, φίλοι τοῦ Χριστοῦ.

Τὸ Ὄρος ἔχει κάτι τὸ μοναδικό. Ἡ διαπίστωση αὐτὴ δὲν εἶναι φτιαχτή, οὔτε προκλητή, οὔτε κάπως σχεδιασμένη καὶ ἐπιβεβλημένη. Εἶναι πάγκοινα ὁμολογούμενη. Μιλάει μὲ τὴ φύση του, μὲ τὰ κειμήλιά του, μὲ τὸ εἶδος τῶν ἀνθρώπων του, μὲ τὴν πίστη του, μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἰδιομορφία του, μὲ τὴν παράδοσή του, μὲ τὴ θεϊκότητά του, μὲ τὴν ἀνθρωπιά του. Μιλάει ὅσο καὶ ὅπως τίποτε ἄλλο. Μιλάει ἐντυπωσιάζοντας, μιλάει ἐμπνέοντας, μιλάει συγκινῶντας, μιλάει συγκλονίζοντας, μιλάει προκαλῶντας ἀλλαγὲς ζωῆς, μεταμόρφωση σκέψης, ἀπροσδόκητες ἀφιερώσεις. Μιλάει πάντοτε, πολύ, βαθιὰ καὶ σὲ ὅλους. Μιλάει ἀκόμη καὶ στὶς φάσεις τῆς φαινομένης παρακμῆς του. Μιλάει στοὺς προσκυνητές, στοὺς πιστούς, στοὺς ἁπλοϊκοὺς καὶ εὔκολους. Μιλάει καὶ στοὺς περιηγητές, στοὺς διανοουμένους, στοὺς ἀναζητητές. Μιλάει ὅμως καὶ στοὺς ἀρνητὲς τῆς πίστης, σὲ ἀλλόθρησκους, στοὺς πολέμιους τοῦ μοναχισμοῦ ὡς μορφῆς ζωῆς, στοὺς ἀδιάφορους, σὲ ὅλους. Δὲν μιλάει πάντοτε σὲ αὐτοὺς ποὺ ἢ τὸ ἀγνοοῦν ἢ καὶ ὅταν τὸ πλησιάζουν ἀρνοῦνται νὰ τὸ ἀντικρύσουν.

Γιὰ κάποιον λόγο κλέβει τὶς καρδιὲς ὡς τόπος καὶ μαγεύει ὡς ὅραμα ζωῆς. Μιᾶς ζωῆς ποὺ παρά τὴ σκληρότητά της ἀναδίδει τὸ ἄρωμα μιᾶς πρωτόγνωρης γλυκύτητος καὶ παρὰ τὴν ἀκρότητα ποὺ τὴ χαρα­κτηρίζει φέρει τὸ ἰδίωμα μιᾶς ἰσορροπίας «οὐκ ἐκ τοῦ κόσμου τούτου»[2]. Ὁ ἀπόλυτος χαρακτήρας της καὶ ἡ ἀνατρεπτικότητα τῶν ὅρων της ὁδηγοῦν διαρκῶς σὲ ἐκπλήξεις, ποὺ ἀφήνουν τὴν ὑποψία ὅτι τὸ Ὄρος κρύβει ἀλήθεια ποὺ ἀξίζει νὰ πιστεύσεις καὶ ποιότητα ποὺ ἀξίζει νὰ ἀπολαύσεις.

Κοσμικοὶ καὶ κληρικοὶ ἁμιλλῶνται σὲ μοναδικὲς περιγραφὲς τῆς ἄγριας φυσικῆς ὀμορφιᾶς τῆς χερσονήσου τοῦ Ἄθω ποὺ διετήρησε τὴν αὐθεντικότητά της λόγω ἀφ' ἑνὸς μὲν τῶν γεωμορφολογικῶν της χαρακτηριστικῶν, ἀφ΄ ἑτέρου δὲ τῆς μόνωσης, τὴν ὁποία τῆς χάρισε ὁ χαρακτήρας τῆς μοναχικῆς πολιτείας καὶ τῆς ἀπόλυτης διοικητικῆς ἀνεξαρτησίας ποὺ τῆς ἐξασφάλισε ἡ νομοθετικὴ προστασία.

 Χαρακτηριστικὰ ὁ Νικηφόρος Γρηγορᾶς (1360) περιγράφει τὶς ὀμορφιὲς τοῦ Ἄθω ὡς ἑξῆς: «πανταχόθεν ρεῖ ὥσπερ ἐκ θησαυρῶν τό τε εὔπνουν τῆς ὀσμῆς καὶ τὸ τοῦ ἄνθους εὔχρουν, δένδρεσί τε πολυπληθέσι κομᾷ καὶ λειμώνας ποικίλους πλουτεῖ καὶ τέρψεως πέπλος ἐντεῦθεν ὑφαίνεται ξένος καὶ συμμιγής, ἅμα δὲ καὶ θαλάσσῃ μακρᾷ στεφανοῦται πολλὴν ὡς ἐκ κύκλου κομιζούσῃ τὴν χάριν».

Ὁ αὐτοκράτορας Ἀλέξιος Α΄ ὁ Κομνηνὸς θεωρεῖ τὸ Ὄρος ὡς «τὸ πλέον βασιλικὸν καὶ ὄντως θεῖον μεταξὺ πάντων τῶν ὀρέων». Ὁ  Ἀνδρόνικος Β´ ὁ Παλαιολόγος τὸ ὀνομάζει «καταφύγιον πασῶν τῶν ἀρε­τῶν». Ὁ Ἰωάννης Καντακουζηνὸς τὸ ἀποκαλεῖ «θείαν πολιτείαν» καὶ «πόλιν οὐράνιον». Ὁ Νικηφόρος Γρηγορᾶς γράφει γιὰ τὸ Ἅγιον Ὄρος ὅτι «ἐξ ὑπαρχῆς ἡ φύσις τὸ ἡτοίμασεν καὶ τὸ διέθεσεν διὰ νὰ γίνει σπουδαστήριον, ἔνθα καλλιεργεῖται ἡ ἀρετή». Ὁ Πατριάρχης Νικόλαος ὁ Γ´ τὸ χαρακτηρίζει ὡς «Θεοῦ εὕρημα πρὸς κατοικίαν ἁγίων ἀνθρώπων». Ὁ πάπας τῆς ἁλώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τοὺς Φράγκους, Ἰννοκέντιος ὁ Γ´, ὀνομάζει τὸ Ὄρος «οἶκον τοῦ Θεοῦ καὶ πύλην τοῦ οὐρανοῦ»[3].

Ἀλλὰ καὶ ἀργότερα, ὁ Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος θεωρεῖ τὸ Ὄρος καὶ τὸ πνεῦμα του ὡς «ἐπισημότερον τόπον τοῦ μοναδικοῦ τάγματος καὶ βίου», ὅτι διασώζει «διὰ τῆς θείας χάριτος τὸ πλέον ἱερὸν παράδειγμα τῆς Ὀρθο­δόξου διαγωγῆς» καὶ ὅτι «εἶναι τὸ μόνον Ὀρθόδοξον μέρος, τὸ ὁποῖον διέμεινεν ἀνόθευτον καὶ ἀμίαντον» ἀπὸ τὴν ἐπιβουλὴν τῆς Δύσεως «ὡς ὀλιγώτερον καὶ ὅλως σχεδὸν ἀνεπίδεκτον τῆς πλάνης».

  Σύμφωνα μὲ τὸν π. Γεώργιο Μεταλληνό, ὁ Ρωμαίικος πολιτισμός μας ἀνθίσταται ἐν ὅσῳ ὑπάρχει ἀπόρθητο τὸ ὀχυρὸν τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ διασώζεται ὁ Ὀρθόδοξος τρόπος ὑπάρξεως[4].

Ἀπὸ τοὺς μοναχοὺς καὶ θαυμαστές του θεωρεῖται «ἀπροσμάχητος τῆς Ὀρθοδοξίας ἀκρόπολις», «μουσῶν καταφύγιον καὶ κιβωτὸς Ἱερῶν παραδόσεων», «κλῆρος ἴδιος τῆς Θεοτόκου» καὶ «Περιβόλι τῆς Παναγίας», «Ὄρος ἀνεπίβατον τῇ γυναικείᾳ φύσει».

Καὶ ἐνῶ ὅλα αὐτὰ προσπαθοῦν νὰ ἐκφράσουν κάτι μεγάλο, ὅλοι καταλαβαίνουμε ὅτι ταυτόχρονα ἀδυνατοῦν νὰ περιγράψουν τὴν ἀλήθεια τοῦ μυστικοῦ καὶ τοῦ μεγαλείου του. Τὸ Ὄρος περιγράφεται μόνον ἀρρήτως καὶ ἀφράστως καὶ ἀπολαμβάνεται μόνον ὑπερλόγως καὶ ἐν πνεύματι ἁγίῳ.

 

ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ

Τὸν τόπο αὐτὸν διάλεξαν οἱ πρῶτοι ἄγνωστοι ἀσκητὲς γιὰ νὰ ζήσουν μαζὶ καὶ νὰ ἱδρύσουν ἐντελῶς ἄτυπα μιὰ διαχρονικὴ ἀσκητικὴ κοινότητα. Ἐδῶ οἱ Βυζαντινοὶ αὐτοκράτορες τοῦ 10ου καὶ 11ου αἰῶνος κατέθεσαν τὴν ἐμπιστοσύνη τῆς μυστικῆς πίστης τους, ὅπως αὐτὴ ἐκφράστηκε μὲ εἰδικὰ προνόμια καὶ οἰκονομικὲς ἐπιχορηγήσεις. Ἐδῶ ἑστιάζεται ἡ ἐλπίδα καὶ ἀναπαύεται ἡ σκέψη τῶν Ὀρθοδόξων μέσα στοὺς αἰῶνες.

Στὰ πρόσφατα χρόνια, τὸ Ἅγιον Ὄρος γνώρισε τὴν ἀναγνώριση τοῦ συνόλου σχεδὸν τῆς Ἑλληνικῆς, τῆς χριστιανικῆς, τῆς εὐρωπαϊκῆς καὶ τῆς παγκόσμιας κοινότητας. Βιβλία σὲ πλεῖστες ὅσες γλῶσσες, δημοσιεύματα σὲ πνευματικοῦ, πολιτιστικοῦ, τουριστικοῦ καὶ γενικοῦ ἐνδιαφέροντος περιοδικὰ καὶ ἔντυπα φιλοξενήθηκαν στὶς σελίδες τους. Ἤδη τὸ παγκοσμίως γνωστὸ περιοδικὸ  National Geographic τοῦ τρέχοντος μηνὸς Δεκεμβρίου 2009 παρουσιάζει ἐνδιαφέρον ἀφιέρωμα γιὰ τοὺς Ἁγιορεῖτες μοναχοὺς καὶ τὴ ζωή τους[5]. Ἡ Εὐρωπαϊκὴ Ἕνωση ἀναγνωρίζοντας ἀπὸ τὴν πρώτη κιόλας στιγμὴ τὴν ἰδιαιτερότητα τοῦ μεγαλείου καὶ τῆς ἀξίας του πρόθυμα ἀνέλαβε τὴν οἰκοδομικὴ ἀποκατάστασή του καὶ σεβάστηκε τὴ θεσμικὴ ἰδιομορφία του. Πολιτικοὶ ξένων χωρῶν, ἴσως καὶ μὴ χριστιανικῶν, φιλόσοφοι καὶ ἱστορικοί, φυσιολάτρες καὶ φυσιοδίφες, ὁμολογοῦν τὴν ἑλκυστικότητα ποὺ ἀσκεῖ ἐπάνω τους, ἔστω καὶ ἂν στεροῦνται προϋποθέσεων βιώσεως τοῦ μυστηρίου του. Τὸ γεγονὸς ὅτι αὐτὴ τὴ στιγμὴ ὑπάρχει Σύλλογος «Φίλων τοῦ Ἁγίου Ὄρους» στὴν Εὐρώπη, τὰ περισσότερα μέλη τοῦ ὁποίου δὲν εἶναι κἂν Ὀρθόδοξοι καὶ γνωρίστηκαν μεταξύ τους μέσω ἐπιστολῶν καὶ δημοσιευμάτων σὲ μεγάλης κυκλοφορίας ἐφημερίδες τῆς Ἀγγλίας, καταδεικνύει ἀσφαλῶς τὴν οἰκουμενικὴ καὶ βαθειὰ ἐπιρροή του στὶς ψυχές, στὸν κόσμο, στὸν πολιτισμό.

Τὸ Ἅγιον Ὄρος δὲν ἀντλεῖ τὴν ἀξία του ἀπὸ τὰ κειμήλια καὶ τοὺς θησαυρούς του οὔτε ἀπὸ τὶς φυσικὲς ὀμορφιές του οὔτε ἀπὸ τὶς ἐντυπωσιακὲς ἰδιαιτερότητές του οὔτε ἀπὸ τὸ παράξενο τυπικὸ καὶ πρό­γραμμά του οὔτε ἀπὸ τὶς ἐντυπωσιακὲς κατασκευές του οὔτε ἀπὸ τὸ παρὸν καὶ τοὺς ἀνθρώπους του οὔτε καὶ ἀπὸ τὸ παρελθόν του. Τὴν ἀντλεῖ ἀπὸ τὴν χάρι τοῦ Θεοῦ ποὺ γιὰ κάποιον λόγο ἀναπαύεται στὸν τόπο καὶ τὸν τρόπο του καὶ τὴν ἐπιβεβαιώνει μὲ τὴ διαχρονικότητά του.

Τὸ ἀγάπησαν καὶ μανητίζονται οἱ πιὸ μοναχικὲς καὶ ἀσκητικὲς ψυχές. Κάτι βρίσκει ἡ ψυχὴ ποὺ διψάει γιὰ τὸ ἀπόλυτο ποὺ δὲν βρίσκεται πουθενὰ ἀλλοῦ. Ἀκόμη καὶ οἱ ἐρημῖτες σὲ αὐτὸν τὸν τόπο βρῆκαν τὰ σπήλαια καὶ τοὺς τόπους τῆς καταφυγῆς τους, ζῶντας τὴν ἁγιότητα ποὺ ἀπεργάζεται ἡ ἀγριότητα τῆς ἐρήμου κοντὰ σὲ ἀδελφοὺς κοινοβιάτες. Ἐδῶ ὑπάρχει ἡ «βαθεῖα ἔρημος» ποὺ δὲν εἶναι τόσο γεωγραφικὰ βαθειά. Αὐτὸν τὸν τόπο ἐπέλεξε ὁ ἅγιος Εὐθύμιος ὁ νέος, μετὰ τὴν ἄσκησή του στὸν Ὄλυμπο τῆς Βιθυνίας καὶ ἦλθε τὸ 859 «ἐπειδὴ εἶχε ἀκούσει γιὰ τὴν ἡσυχία του»[6]. Τὸ ἴδιο καὶ ὁ ἅγιος Πέτρος ὁ Ἀθωνίτης, ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ ἱδρυτὴς τῆς Λαύρας καὶ ἀργότερα ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς.

Ἕνας μυστικὸς λόγος μάζευε καὶ μαζεύει τὶς ἀσκητικὲς ψυχὲς στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Ἄθωνα. Κατὰ τὴν ὑπογραφὴ τοῦ Τράγου τὸ 976, ἀμέσως μετὰ τὴν ἵδρυση τῆς Λαύρας τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου, ὑπῆρχαν 46 γεροντάδες μικρῶν συνοδιῶν  (ὅσοι ὑπέγραψαν τὸν Τράγο) καὶ τριάντα χρόνια ἀργότερα, μὲ τὴν ἐπίδραση καὶ τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου, ὁ ἀριθμὸς ξεπέρασε τὶς τρεῖς χιλιάδες, προσελκύοντας μοναχοὺς ἐκτὸς ἀπὸ τὶς περιοχὲς τοῦ Βυζαντινοῦ κέντρου καὶ ἀπὸ τὶς χῶρες τῆς Ἀνατολικῆς Εὐρώπης, τὴν Ἀρμενία, ἀκόμη καὶ τὴν Ἰταλία. Τὸν περασμένο αἰῶνα, μὲ τὴ μεγάλη εἴσοδο τῶν Ρώσων, τὸ 1902 τὸ Ὄρος ἔφθασε νὰ φιλοξενεῖ 3.496 Ρώσους μοναχούς καὶ 3.276 Ἕλληνες[7]. Μόνο τὸ Ρωσικὸ μοναστήρι τοῦ Ἁγ. Παντελεήμονος εἶχε 1.858 μοναχούς, ἡ Σκήτη τοῦ Ἁγ. Ἀνδρέα εἶχε περίπου 800 μοναχοὺς καὶ ἡ Σκήτη τοῦ Προφήτη Ἠλία 400.

Ἄνθρωποι τῶν γραμμάτων, μελετητὲς τῆς ἐπιστήμης, τῆς φύσης, τῆς θεολογίας, τῆς ἱστορίας ἐδῶ προστρέχουν νὰ ἀκουμπήσουν τὴν ἀναζήτησή τους, γιατὶ ἐδῶ συναντοῦν τὴν ἡσυχία ὡς προϋπόθεση μελέτης νὰ συνεργάζεται μὲ τὸν πλοῦτο τῶν πηγῶν καὶ τὴν καθημερινὴ ζωὴ καὶ πρακτικὴ νὰ μεταφέρει τοὺς αἰῶνες στὸ σήμερα καὶ νὰ φανερώνει τὸν κρυμμένο θησαυρὸ τῆς ζωῆς στὴ σύγχρονη καθημερινότητα. Στὸ Ὄρος κατέθεσε ἡ ἱστορία τὴ βαρειὰ ἐμπιστοσύνη της καὶ ἡ φύση τὴ λεπτὴ εὔνοιά της.

Ἐδῶ βρῆκε καὶ ἡ πίστη τὸ καταφύγιό της. Τὸ Ὄρος δὲν εἶναι μόνον ἡ χώρα τῶν μοναχῶν· εἶναι καὶ ὁ τόπος τῶν πιστῶν. Γι' αὐτὸ καὶ παράλληλα μὲ μοναστικὴ πολιτεία εἶναι καὶ προσκύνημα. Προσκύνημα ἐφάμιλλο τῶν Ἁγίων Τόπων. Ἐκεῖ ἡ χάρις ἔχει ἐναποτεθεῖ ἀπὸ τὸ ἀδιαμφισβήτητο προνόμιο τῶν βημάτων τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ καὶ τῶν φυσικῶν πειστηρίων τῶν ἁγιογραφικῶν περιγραφῶν. Ἐδῶ, ἡ χάρις ἐπιβεβαιώνεται ἀπὸ τὶς ἀποδείξεις τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ἀπὸ τὴν καθημερινότητα τῶν σημείων καὶ τὴ φυσικότητα τῶν θαυμάτων, ἀπὸ τὴ βοὴ τῶν μυστικῶν προσευχῶν, ἀπὸ τὴν οὐρανοποίηση τοῦ ἀνθρώπου μέσῳ τῆς θείας λατρείας, ἀπὸ τὸ στέγνωμα τῆς ἀνθρώπινης παχύτητος στὰ ἐργαστήρια τῶν ἀσκητικῶν ἐπιλογῶν, στὶς βιβλιοθῆκες τῶν ἐσωτερικῶν βιωμάτων, στὸ πανεπιστήμιο τοῦ ἁγιασμοῦ. Στὸ Ὄρος ἀκουμπάει ἡ καρδιὰ τοῦ πιστοῦ λαοῦ.

Ἀλλὰ καὶ οἱ γυναῖκες ποὺ γνωρίζουν ὅτι ποτὲ δὲν θὰ μποροῦσαν νὰ πατήσουν μὲ τὰ πόδια τους τὸ εὐλογημένο χῶμα τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἢ μὲ τὰ χέρια τους νὰ ψηλαφήσουν τὴν ἁγιασμένη ὕλη του, πράγμα ποὺ καὶ σέβονται καὶ χωρὶς ἀμφισβητήσεις ἔχουν ταπεινὰ ἀποδεχθεῖ, προσπαθοῦν ποικιλότροπα νὰ ἐκφράσουν τὸ μυστικὸ δέος τους γιὰ τὸ Ἅγιον Ὄρος. Μάλιστα, ἡ Alice-Mary Talbot, καταθέτοντας στοιχεῖα ἀπὸ τὴ βυζαντινὴ περίοδο, ἀναφέρει πῶς μέσῳ διαφόρων ἐμπορικῶν πράξεων μὲ ἁγιορεῖτες μοναχοὺς ἢ μὲ προσφορές, δωρεὲς καὶ αἰτήματα προσευχῶν, ὅπως καὶ σήμερα, οἱ γυναῖκες τοῦ Βυζαντίου προσπαθοῦσαν νὰ ἐκφράσουν «τὴ λαχτάρα τους νὰ συνδεθοῦν πνευματικὰ μὲ τὸ Ὄρος, τὸ ὁποῖο ποτὲ δὲν θὰ μποροῦσαν νὰ ἐπισκεφθοῦν».[8] Καὶ σήμερα ἡ ἀποστολὴ ἐδεσμάτων καὶ γλυκισμάτων στοὺς ἁγιορεῖτες μοναχοὺς ἀπὸ εὐλαβεῖς γυναῖκες, ἡ προθυμία διακονίας τους, ὅταν ἔρχονται στὸν κόσμο, ἡ προσπάθεια τηλεφωνικῆς ἐπικοινωνίας, ὅταν εἶναι ἐφικτή, ἡ ἀσυνήθης ἐπιθυμία νὰ δεχθοῦν μὲ εὐλάβεια τὴν εὐχὴ καὶ μὲ ἐμπιστοσύνη τὴ συμβουλή τους φανερώνουν τὸν ἰδιάζοντα ἀντίκτυπο ποὺ ἔχει ἡ ἁγιορείτικη φωνὴ στὴ μυστικὴ πίστη τῆς γυναικείας φύσης.

 

ΒΥΖΑΝΤΙΟ - ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ - ΣΛΑΒΟΙ

Ἡ ἀγάπη πρὸς τὸ Ὄρος ἔχει οἰκουμενικὸ χαρακτήρα. Μόλις τὸ γνώρισαν οἱ σλαβικοὶ λαοὶ θέλησαν νὰ εἰσχωρήσουν στὴ ζωή του. Ἀκόμη καὶ οἱ Ὀθωμανοὶ ἀργότερα ἔζησαν τὸ δέος του καὶ τὸ μεταχειρίστηκαν ἰδιό­μορφα.

Τὸ πολιτικὸ ἐνδιαφέρον τῶν Βυζαντινῶν αὐτοκρατόρων καὶ τῶν ἡγεμόνων τῆς Ρωσίας, Σερβίας, Βουλγαρίας καὶ Ρουμανίας ποὺ τελικὰ εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὴν ἵδρυση αὐτοτελῶν ἐθνικῶν μονῶν στὸ Ὄρος, ἀλλὰ καὶ οἱ σχετικὲς διαμάχες ποὺ προκλήθηκαν λόγῳ τῆς ἰδιάζουσας σημασίας του, ἔχουν ὡς βάση του τὴν ἰδιαίτερη εὐλάβεια μὲ τὴν ὁποία ὅλοι αὐτοὶ τὸ ἀντίκρυζαν ὡς χῶρο ἐξαιρετικὰ εὐλογημένο καὶ ἐπίζηλο.

Ὅπως ὁμολογεῖ καὶ ὁ μακαριστὸς Πατριάρχης Μόσχας καὶ Πασῶν τῶν Ρωσιῶν Ἀλέξιος Β΄, «σημαντικὴ θέση στὴν ἱστορία τῶν πνευματικῶν σχέσεων Ρωσίας καὶ Ἑλλάδας κατέχει τὸ Ἅγιον Ὄρος, ἕνας τόπος ξεχωριστῆς ἁγιότητας», στὸν ὁποῖο μπόρεσαν νὰ προοδεύοσυν κατὰ τὴ διάρκεια αἰώνων δίπλα-δίπλα Ἕλληνες καὶ Ρῶσοι μοναχοί[9].

Ἔτσι ἐντελῶς ἐνδεικτικά, στὶς ἀρχὲς τοῦ 15ου αἰῶνα, ἡ Μονὴ Ἁγίου Παύλου προσελκύει τὸ ἐνδιαφέρον τοῦ δεσπότου τῆς Θεσσαλονίκης Ἰωάννου Ζ΄ Παλαιολόγου (1406), τοῦ Σέρβου ἡγεμόνος Γκιοὺρ καὶ τοῦ ἀδελφοῦ του Λαζάρου (1416), τοῦ Ἰωάννου Η΄ Παλαιολόγου, τοῦ ἐπίσης Σέρβου ἡγεμόνος Βράνκοβιτς, ὁ ὁποῖος μάλιστα χρηματοδότησε τὸ πρῶτο σοβαρὸ οἰκοδομικὸ πρόγραμμα τῆς Μονῆς καὶ ἔκτισε νέο εὐρύτερο καθολικὸ στὸ ὄνομα τοῦ ἁγίου Γεωργίου. Κόρη τοῦ Βράνκοβιτς ἦταν ἡ Μάρα, σύζυγος τοῦ σουλτάνου Μουρὰτ Β' καὶ μητέρα τοῦ Μωάμεθ τοῦ Πορθητή. Αὐτὴ δώρισε στὴ Μονὴ 1000 δουκάτα καὶ δύο κτήματα, ἕνα στὶς Σέρρες καὶ ἕνα στὰ Νέα Ρόδα. Αὐτὴ ἐπίσης, ποὺ πάντα διατηροῦσε τὴν χριστιανική της πίστη μετέφερε αὐτοπροσώπως τὰ δῶρα τῶν μάγων ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου διεφυλάσσοντο, στὴ Μονὴ Ἁγίου Παύλου, προκειμένου νὰ διασωθοῦν. Ἐκεῖ τὰ ἐμπιστεύθηκε.

Ἡ Μονὴ Χιλανδαρίου ἀνέκαθεν ἀποτελοῦσε τὸ κόσμημα τοῦ Σερβικοῦ στέμματος καὶ βάση τοῦ πλούτου της ἦταν ἡ ἔγγειος ἰδιοκτησία. Στὸ τέλος τοῦ 14ου αἰώνα κατεῖχε περισσότερα ἀπὸ τριάντα μετόχια καὶ 360 χωριὰ πάνω στὰ ὁποῖα ἀσκοῦσε πλήρη διοικητικά, φορολογικὰ καὶ δικα­στικὰ δικαιώματα. Ἀργότερα ὁ ἀριθμὸς αὐτὸς ἔφτασε τὰ 600 χωριὰ καὶ 180.000 ἀμπελῶνες[10]. Στὴν πραγματικότητα, ἡ ἐλὶτ τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας, τῆς λογοτεχνίας καὶ θεολογίας εἶχε περάσει ἀπὸ τὸ Χιλανδάρι[11]. Αὐτὸ εἶχε ὡς συνέπεια νὰ δημιουργηθεῖ βαθειὰ διαχρονικὴ σχέση τῆς ἱστορίας, τοῦ λαοῦ καὶ τῆς παράδοσης τῆς Σερβίας μὲ τὸ Ὄρος.

Ἀλλὰ καὶ ὁ Πάπας Ἰννοκέντιος ὁ Γ΄, ὅταν ἀμέσως μετὰ τὴν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τοὺς Φράγκους πληροφορήθηκε τὰ ὅσα ὑπέστησαν οἱ ἁγιορεῖτες ἀπὸ τὸν λατῖνο ἐπίσκοπό του, ἐξέδωσε μία βούλα (17 Ἰανουαρίου 1213) ἐκφράζοντας τὴν ὑποστήριξή του στοὺς ἁγιορεῖτες καὶ τὸν τρόπο ζωῆς τους[12].

Ὁ ὑψηλὸς σεβασμὸς ποὺ ἀπελάμβαναν οἱ μοναχοὶ στὴ Βυζαντινὴ κοινωνία καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι τὰ Ἁγιορείτικα μοναστήρια ἀποτελοῦσαν ἀφ’ ἑνὸς μὲν κέντρα μοναδικῆς διανοητικῆς καὶ πνευματικῆς ὑπεροχῆς ἀφ΄ ἑτέρου δὲ ἀπὸ τοὺς πλουσιώτερους καὶ ἰσχυρότερους θεσμοὺς τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ καθιδρύματος τῆς αὐτοκρατορίας ἔγινε εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς ἀντι­ληπτὸ καὶ ἀπὸ τοὺς Ὀθωμανούς. Λέγεται μάλιστα ὅτι αἰσθάνονταν τρόμο μπροστὰ στὶς ὑπερφυσικὲς δυνάμεις τῶν μοναχῶν καὶ στὴν ἀποτελεσματικότητα τῶν προσευχῶν τους[13], μιὰ ποὺ ὁ Ἄθως ἦταν ἕνας τόπος, ὅπου οἱ πάντες ἐπικαλοῦνται συνεχῶς τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἀγάπη ἀδια­κρί­τως πρὸς ὅλους ἐνδημεῖ, ἀφοῦ βρίσκουν καταφύγιο, μαζὶ μὲ τoὺς προσκυνητὲς καὶ οἱ φτωχοὶ καὶ οἱ ἄστεγοι.

Ἡ συγκέντρωση τόσων τιμίων λειψάνων, οἱ μεγάλες συλλογὲς χειρογράφων καὶ ἐντύπων κωδίκων, ὁ ἀσύλληπτος ἀριθμὸς ἀμυθήτου ἀξίας κειμηλίων, τὸ πέρασμα πλήθους ἁγίων μοναχῶν μὲ μεγέθη ἱστορικῆς σημασίας καὶ αἰώνιας ἀξίας δείχνουν τὴν κεντρικὴ θέση ποὺ κατέχει τὸ Ἅγιον Ὄρος στὸν ὀργανισμὸ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς καὶ πίστεως. Τὸ Ὄρος ἔχει κατακτήσει τὴν ἐμπιστοσύνη τῆς οἰκουμενικῆς Ἐκκλησίας.

 

ΣΚΑΝΔΑΛΑ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ

Ἄς τολμήσουμε ὅμως νὰ ξεφύγουμε γιὰ λίγο ἀπὸ τὴν τιμὴ καὶ δόξα του καὶ ἂς ρίξουμε μιὰ ματιὰ στὶς ἱστορικὲς κηλίδες του.

Παρὰ τὴ μεγάλη καὶ σπάνια πνευματική του αἴγλη, ἡ πορεία του δὲν ἦταν ἀδιατάρακτη. Ἡ ἱστορία του παρουσιάζει ἐναλλασσόμενες φάσεις ἀκμῆς καὶ παρακμῆς, ὄχι πάντοτε ἄσχετες ἀπὸ τὰ πολιτικῶς δρώμενα στὸν Βυζαντινὸ κόσμο. Ἂς μὴν ξεχνοῦμε ὅτι ὁ αὐτοκράτορας ποὺ στήριξε τὸν Ἅγιο Ἀθανάσιο στὴν ἵδρυση τῆς Λαύρας, ὁ Νικηφόρος Φωκᾶς, δολοφονήθηκε ἀπὸ αὐτὸν ποὺ ὑπέγραψε τὸν Τράγο, τὸ πρῶτο καταστατικό του, τὸν Ἰωάννη Τσιμισκῆ. Ἡ σχέση τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου μὲ τὸν Τσιμισκῆ εἶναι τὸ πρῶτο σκάνδαλο.

Ἀλλὰ καὶ τὴν πνευματικὴ ἄνθιση τῆς Κωνσταντινουπόλεως τοῦ ἑνδέκατου αἰῶνα, ἀποτέλεσμα τῆς εἰρήνης καὶ σταθερότητος τῆς περιόδου ἐκείνης, ποὺ ὁδήγησε στὴ μεγάλη στήριξη τῶν μονῶν τοῦ Ὄρους ἀπὸ τοὺς αὐτοκράτορες, τὴν οἰκονομική τους εὐημερία καὶ τὴ μεγάλη αὔξηση τοῦ ἀριθμοῦ τῶν μοναχῶν, ἀκολούθησε μία περίοδος κρίσης καὶ σκανδάλων.

Νὰ πῶς περιγράφει τὴν κατάσταση ὁ Graham Speak: «Οἱ κανόνες περιφρονοῦνταν ἀπὸ πολλὲς ἀπόψεις: ἀνήλικα ἀγόρια βρέθηκαν νὰ ζοῦν στὸ Ὄρος· ἡ Λαύρα τῶν Καρυῶν εἶχε μετατραπεῖ σὲ μεγάλο παζάρι ὅπου προσφέρονταν πρὸς πώληση ἀκόμη καὶ εὐνοῦχοι· τὰ μεγαλύτερα μοναστήρια οἰκειοποιοῦνταν ἀγροτεμάχια ἀπὸ τὶς κοινὲς γαῖες γιὰ δική τους χρήση καὶ μερικὰ εἶχαν διαφορὲς μὲ τοὺς γείτονές τους· ἦταν διαδεδομένη ἡ χρήση παράνομων πλοιαρίων καὶ ζώων καὶ ὑπῆρχαν φῆμες πὼς οἱ ἡγούμενοι συνωμοτοῦσαν ἐνάντια στὸν Πρῶτο»[14].

Ἡ κατάσταση αὐτὴ εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὴν ἔκδοση τοῦ Τυπικοῦ τοῦ Κωνσταντίνου Θ΄ τοῦ Μονομάχου. Σύμφωνα μὲ αὐτό, διατυπώθηκαν διατάξεις ἐλέγχου τῶν ἀγοροπωλησιῶν καὶ ἐν γένει ἐμπορικῶν συναλλαγῶν, τῆς χρήσης ζώων καὶ πλοιαρίων, τῆς παρουσίας ἀγενείων νέων κ.λπ.

Προβλήματα δημιουργήθηκαν καὶ τὸν δωδέκατο αἰῶνα ὅταν περίπου 300 Βλάχοι εἰσέδυσαν στὸ Ὄρος φέρνοντας μαζὶ μὲ τὰ κοπάδια τους καὶ τὶς συζύγους καὶ τὶς κόρες τους, μὲ ἀνδρικὴ ἀμφίεση, πρᾶγμα ποὺ δὲν ἄργησε νὰ ὁδηγήσει σὲ ἔκτροπα, γιὰ τὰ ὁποῖα γράφει ὁ P. Meyer: «εἶναι ἀτιμωτικὸ νὰ ἀναφέρει κανεὶς ἢ νὰ ἀκούει αὐτὰ ποὺ συνέβησαν ἀνάμεσα σὲ αὐτὲς καὶ μερικοὺς μοναχούς»[15]. Ἡ ὑπόθεση αὐτὴ ἐπηρέασε δυσμενῶς τὴ μαρτυρία καὶ ζωὴ τοῦ Ὄρους κατὰ τὸν 12ο αἰῶνα καὶ στιγμάτισε τὴν εἰκόνα του. Περιγράφοντας τὴ θλιβερή εἰκόνα τῶν ἐτῶν ποὺ ἀκολούθησαν τὸν θάνατο τοῦ Ἀλεξίου Α΄ Κομνηνοῦ, ἀναφέρει ἡ Rosemary Morris κάτι ποὺ ἀξίζει νὰ ἀκούσουμε κι ἐμεῖς πολὺ προσεκτικὰ σήμερα:

«Ὅσοι ἀσκοῦσαν τὴ μοναχικὴ ζωὴ γίνονταν ὅλο καὶ περισσότερο ἀντικείμενο κριτικῆς καὶ μομφῶν, μὲ τὴν προσωπικότητά τους νὰ πνίγεται σὲ μιὰ νέα ἐποχὴ ξεπεσμοῦ καὶ συμβιβασμοῦ. Ὑπῆρχαν φυσικὰ ἅγιοι ἄνδρες, ἀλλὰ ἡ συνεχιζόμενη δημοφιλία τους σὲ πολλὰ μέρη βρίσκονταν ἀντιμέτωπη μὲ τὴν ὁμόφωνη κριτικὴ ἀπὸ τοὺς διανοουμένους τῆς αὐτοκρατορικῆς αὐλῆς καὶ τὴν ἐν τῷ κόσμῳ ἐκκλησία. Ἐκεῖ ὅπου ἡ θαυματουργία, τὸ προορατικὸ καὶ θεραπευτικὸ χάρισμα ἀποτελοῦσαν προηγουμένως ἀντικείμενο θαυμασμοῦ, τώρα ὑπῆρχε φοβερὸς σκεπτικισμὸς καὶ φόβος παραπλάνησης καὶ ἐκμετάλλευσης. Οἱ ἅγιοι μοναχοὶ θεωροῦνταν πλέον ὡς μορφὲς τοῦ παρελθόντος· τὸ παρὸν ἦταν ἕνας κόσμος στὸν ὁποῖο ἡ μορφὴ τοῦ μοναχοῦ εἶχε γιὰ πολλοὺς χάσει μεγάλο μέρος τῆς πνευματικῆς ἀκτινοβολίας της.[16]

Ἀργότερα, κατὰ τὰ μέσα τοῦ 16ου αἰώνα, τὰ θέσμια τοῦ Ὄρους γνώρισαν νέα παρακμή. Ἡ ἐπικράτηση τοῦ ἰδιόρρυθμου συστήματος ζωῆς ὁδήγησε σταδιακὰ σὲ ἐξαχρείωση, τέτοια ὥστε οἱ μοναχοὶ ἐπεδίδοντο σὲ ἐμπορικὲς δραστηριότητες ἔξω ἀπὸ τὸ Ὄρος, τὰ μοναστήρια γέμισαν ἀπὸ ἀγένειους νεαρούς, οἱ ἀγροὶ ἀπὸ ἀγελάδες, τὰ μετόχια ἀπὸ καλογριὲς καὶ γενικότερα δημιουργήθηκε ἕνα κλῖμα ξένο πρὸς τὰ ἁγιορείτικα ἤθη ποὺ προκάλεσε τὶς διαμαρτυρίες τῶν πατριαρχῶν καὶ σοφῶν ἁγιορειτῶν καὶ τὸν σκανδαλισμὸ τοῦ λαοῦ.

Ἡ ἐκτροπὴ γίνεται ἐμφανὴς στὸ Τυπικὸ τοῦ 1574 τὸ ὁποῖο ἐπικυρώθηκε ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἱερεμία τὸν Β΄. Σύμφωνα μὲ τὸ Τυπικὸ αὐτό, οἱ μοναχοὶ ἔπρεπε νὰ τηροῦν τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ -προφανῶς αὐτὸ δὲν ἦταν αὐτονόητο-, νὰ ζοῦν μὲ εἰρήνη καὶ ἁρμονία, διατάχθηκε ἡ ἐκδίωξη τῶν κατοικιδίων ζώων, ἀπαγορευόταν αὐστηρὰ ἡ εἴσοδος στοὺς ἀνήλικους νέους, ἡ διαμονὴ γυναικῶν μοναχῶν σὲ ἁγιορείτικα ἐξαρτήματα ἐκτὸς Ἁγίου Ὄρους, ἡ ἀπόσταξη καὶ κατανάλωση τῆς «πηγῆς κάθε κα­κοῦ», τοῦ ρακιοῦ, ἀπαγορευόταν ἐπίσης καὶ ὑπῆρχαν αὐστηρὲς συστάσεις γιὰ ἀποφυγὴ τῆς πλαστογράφησης οἰκονομικῆς φύσεως ἐγγράφων, τοῦ κουτσομπολιοῦ, γιὰ ἄμεση παύση τῆς καλλιέργειας σιταριοῦ καὶ κριθαριοῦ πρὸς πώληση καὶ τοῦ ἐμπορίου καρυδιῶν, ὅπως καὶ γιὰ τὴν ἀποφυγὴ ἐμπορικῆς ἐκμετάλλευσης τῆς ραπτικῆς καὶ τῶν ἄλλων ἐργοχείρων[17].

Ἀλλὰ καὶ ἀργότερα, στὰ χρόνια τοῦ Ἰωακείμ τοῦ Γ΄ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, στὰ τέλη τοῦ 19ου αἰῶνος, βλέπουμε ὁ ἴδιος ὁ Πατριάρχης νὰ ὁμολογεῖ ὅτι τὸ Ἅγιον Ὄρος ἀπειλεῖται ἀπὸ τὴν κατάπτωση μερικῶν Ἑλλήνων μοναχῶν, ἀπὸ τὴν ἰδιοτέλεια καὶ φιλοχρηματία τους καὶ ἀπὸ τὴν ἰσχυρὴ πεποίθηση καὶ ἐπίμονη διεκδίκηση τῶν φιλοδοξων δικαιωμάτων τους[18]. Αὐτό, σὲ μία περίοδο, ὅπου καὶ οἱ ἀπροκάλυπτες πολιτικές παρεμβάσεις τῶν Ρώσων κυριαρχοῦσαν ἀπόλυτα στὴ ζωή του, ἀποδυναμώνοντας τὴν πνευματικὴ ἰκμάδα του, ἰσοπεδώνοντας τὸ κῦρος καὶ τὴν αἴγλη του καὶ ἀλλοιώνοντας τὴ μοναχικὴ ταυτότητά του, Ρῶσοι δὲ κελλιῶτες μοναχοὶ ἐπεδίδοντο «εἰς πλεῖστας ὅσας ἀξιοκατακρίτους καὶ ἀσυνειδήτους πράξεις», ὅπως ἀναφέρεται σὲ σχετικὴ ἔκθεση τοῦ Πατριάρχου Ἰωακείμ[19]. Μάλιστα τὴν περίοδο ἐκείνη, προκλήθηκε μεγάλο ζήτημα ἀπὸ ἀνίερη ἐκμετάλλευση προσκυνητῶν ἀπὸ Ρώσους μοναχούς, μὲ σκανδαλώδεις ἐνοικιάσεις δωματίων στὰ Ἱεροσόλυμα, ἐπίσημες κατηγορίες γιὰ λωποδυσία κ.ἄ.

Σκάνδαλα καὶ ἐκτροπὲς πάντα καὶ παντοῦ ὑπῆρχαν καὶ θὰ ὑπάρχουν γιὰ νὰ ἐπιβεβαιώνουν μὲ τὴν παρουσία τους πόσο ἐγχάρακτη εἶναι ἡ ἁμαρτία καὶ ἡ πτώση στὴν ἀνθρώπινη φύση καὶ ὑπόσταση, μὲ τὴ δὲ ἀνεπάρκειά τους νὰ ἐμποδίσουν τὴν ἁγιαστικὴ χάρι τοῦ Θεοῦ, πόσο ἐνεργὰ μπορεῖ αὐτὴ νὰ ἐκφράζεται στὸν ἄνθρωπο καὶ πόσο συγγενὴς καὶ οἰκεία μὲ τὴ θεϊκὴ φύση μπορεῖ νὰ γίνει τελικὰ ἡ ἀνθρώπινη.

Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, ἡ ἀναγνώριση, ὁ θαυμασμός, τὸ κῦρος, ὁ πλοῦτος, οἱ παροχές, οἱ δωρεές, ἡ προνομιακὴ μεταχείριση τῶν μονῶν ἀσφαλῶς καὶ ἀποτελοῦν ὁμολογία τοῦ ἔργου, τῆς οὐσιαστικῆς ἀποστολῆς καὶ τοῦ περιεχομένου τῆς ζωῆς τους. Μὲ τὸν τρόπο αὐτόν, οἱ κοινωνίες ἐκφράζουν τὴ βαθύτερη ἀνάγκη τους γιὰ αὐθεντικότητα καὶ ἀλήθεια, γιὰ στέρεο στήριγμα καὶ ἀξιόπιστη ἐλπίδα· ἐκφράζουν τὴν ἐμπιστοσύνη τους, τὴν εὐγένεια τῆς ἀγάπης τους. Μὲ τὸν τρόπο ὅμως αὐτὸν καὶ συχνὰ καταστρέφουν τὸν θησαυρό τους. Ἡ γνησιότητα τῆς θεϊκῆς παρουσίας στὸ φρόνημά τῆς Ἐκκλησίας ἀσφαλίζεται κυρίως μέσα στὴ μακαριότητα τῆς πτωχείας, μέσα στὴν «εὐσέβεια μετ’ αὐταρκείας», μέσα στὴν εὐλογία τῆς περιφρόνησης, τοῦ διωγμοῦ, τῆς ἐγκατάλειψης, τῆς συκοφαντίας, τῆς ἐπιλογῆς τῆς θέσης τοῦ τελευταίου. Αὐτοὶ ποὺ μακαρίζονται ἀπὸ τὰ χείλη τοῦ Κυρίου καὶ προβάλλονται ἀπὸ τὰ πρότυπα τῆς ἁγιωσύνης εἶναι οἱ ἑκουσίως πτωχεύοντες, οἱ ἀδίκως διωκόμενοι, οἱ ὡς μωρὰ τοῦ κόσμου καὶ ἀσθενῆ περιφρονούμενοι. Ἀντίθετα, ὁ λόγος τοῦ Κυρίου ἐπιτιμᾶ τὸν ἔπαινο: «οὐαὶ ὅταν καλῶς εἴπωσιν ὑμᾶς πάντες οἱ ἄνθρωποι· κατὰ τὰ αὐτὰ γὰρ ἐποίουν τοῖς ψευδοπροφήταις οἱ πατέρες αὐτῶν»[20].

Ὁ μεγάλος ἐχθρὸς τοῦ Ὄρους εἶναι ὁ ἔπαινος τοῦ μεγαλείου του.

 

ΤΟ ΟΡΟΣ ΜΕΣΑ ΣΤΑ ΣΗΜΕΡΙΝΑ ΣΚΑΝΔΑΛΑ

Καὶ στὶς μέρες μας, ἐδῶ καὶ δεκαπέντε μῆνες, συγκλονίζεται ἡ πατρίδα μας ἀπὸ ἔντονο σκανδαλισμὸ ποὺ προκλήθηκε ἀπὸ συναλλαγὲς τῆς Μονῆς Βατοπαιδίου μὲ τὸ Δημόσιο. Ἐξ αἰτίας αὐτῶν τῶν σκανδάλων, ἀμφισβητήθηκε ἡ ἰσχὺς τῶν ἱστορικῶν προνομίων καὶ ἰδιοκτησιακῶν τίτλων τοῦ Ὄρους, ἐπανῆλθε ἡ δυσοσμία τῆς δημόσιας καὶ γενικευμένης διαστροφῆς τῶν θεσμῶν, ἔχασαν τὶς θέσεις τους κορυφαῖοι ὑπουργοὶ καὶ συμπαρέσυραν σὲ ἐλεύθερη πτώση μία καθ’ ὅλα σταθερὴ κυβερνητικὴ πορεία, ἄλλαξε ἀπρόβλεπτα τὸ πολιτικὸ σκηνικὸ στὸν τόπο μας∙ ἀπαξιώθηκε κάθε ἔννοια ἱεροῦ καὶ ὁσίου, κυριάρχησε ἡ καχυποψία καὶ ἡ ἀπελπισία, σχόλια καὶ συζητήσεις συνετάραξαν ὁλόκληρο τὸν Ὀρθόδοξο κόσμο, ὀνόματα μοναχῶν καὶ ἱερῶν μονῶν πλειοδότησαν σὲ καυστικὰ ἄρθρα, σὲ σκληρὲς εἰρωνεῖες, σὲ ἄνευ προηγουμένου σαρκαστικὰ δημοσιεύματα, σὲ γελοιογραφίες, σὲ καρναβαλικὲς παρελάσεις, ταυτίστηκαν μὲ τὶς ὑπόγειες μεθοδεύσεις, ἡ δὲ λέξη Βατοπαίδι ἔγινε συνώνυμη μὲ τὴ διαφθορὰ καὶ τὴ διαπλοκή. Ἡ Ἐκκλησία παρουσιάστηκε ὡς κρυσφύγετο τῆς ἀνομίας καὶ ἡ ἁγιότητα ὡς ἡ μεγαλύτερη ἀπάτη.

Λογικά, ἡ ζημιὰ ποὺ προκάλεσε ἡ ὑπόθεση Βατοπαιδίου καὶ στὴν Ἐκκλησία καὶ στὸ Ἔθνος καὶ στὸν κοινωνικὸ βίο, ἔχει λάβει διαστάσεις γενικευμένης θεσμικῆς καταστροφῆς. Ὁ τραυματισμὸς τοῦ δέους μας πρὸς τὸ Ὄρος ἔχει συμπτώματα καὶ συνέπειες ἀπροσμέτρητου μεγέθους, καθὼς ἄφησε πίσω του τὴν πικρὴ γεύση μιᾶς ἀπροσδόκητης πνευματικῆς προδοσίας. Κανεὶς δὲν φαντάστηκε πὼς ἡ δόξα καὶ τιμὴ μποροῦσε νὰ ὑποκρύπτει αἰσχύνη καὶ ντροπή. Φάνηκε νὰ γκρεμίζεται καὶ τὸ τελευταῖο ὀχυρὸ τῶν ἀξιῶν καὶ τοῦ ἤθους. Ἔτσι τουλάχιστον φάνηκε!

Ἡ διαχείριση τῆς πληροφόρησης ἐπέβαλε μιὰ κατευθυνόμενη λογικὴ ποὺ μεγένθυνε καὶ ἀναπαρήγαγε τὸ σκάνδαλο, ταυτόχρονα δὲ ἀπαγόρευε τὴν ἐλεύθερη σκέψη καὶ τὴ δικαιοκρισία. Στὴν οὐσία προκαταλήφθηκε ἡ ἀπόφαση τῆς δικαιοσύνης, φανερώθηκε ἡ ἀτολμία καὶ ἡ ἔλλειψη κυβερνητικῆς καὶ πολιτικῆς εὐφυΐας, ἀντικαταστάθηκε ἡ τιμὴ τοῦ ἁγιορείτη μὲ τὴν καχυποψία καὶ τὸν ἐμπαιγμό. Ἡ Ἐκκλησία ξαναμπῆκε στὸ στόχαστρο τῆς σκληρῆς κριτικῆς καὶ ξιφούλκησε ἡ ἀμφισβήτηση τῆς καθαρῆς πίστης καὶ ζωῆς μὲ πρωτοφανῆ κοινωνικὴ ἀποδοχή.

Ἡ ἐλάχιστη πλέον ἐναπομείνασα περιουσία της χαρακτηρίζεται δημόσια ὡς «ἀμύθητη» γιὰ νὰ ἐξάπτει τὴ φαντασία τῶν καχύποπτων. Τὰ δεσμευμένα εὐάριθμα ἀκίνητά της βαπτίζονται «φιλέτα», γιὰ νὰ ἐρεθίζονται οἱ δύσπιστοι. Ἤδη κατασκευάστηκε μιὰ λογική, ὅπου οἱ Μητροπολίτες, γιὰ νὰ μποροῦν νὰ μιλοῦν, θὰ πρέπει νὰ φοροῦν μόνον σχισμένα ράσα καὶ μπαλωμένα παπούτσια, νὰ τρέφονται μόνο μὲ κονσέρβες καὶ περισσεύματα, νὰ κυκλοφοροῦν μόνο μὲ αὐτοκίνητα γιὰ ἀπόσυρση, νὰ διαμένουν μόνο σὲ ἐρείπια, νὰ καταργήσουν τὰ παγκάρια καὶ τοὺς ἐράνους, ἀλλὰ νὰ δίνουν παντοῦ καὶ πάντοτε καὶ σὲ ὅλους. Μόλις προχθὲς κατηγορήθηκε ὁ ἡγούμενος τοῦ Βατοπαιδίου καὶ ἀναγκάστηκε νὰ δώσει δημόσιες ἐξηγήσεις, γιατί, λένε, χρησιμοποίησε ἕξι φορὲς τὴ λέμβο τοῦ Λιμενικοῦ (!)[21] Ὅλα αὐτὰ ἀναπαράγονται ἀπὸ τὸ «σκάνδαλο τοῦ Βατοπαιδίου». Ὁ ἀποδέκτης τῆς ἀδικίας ταυτίζεται μὲ τὸν αἴτιο τῆς σκανδαλολογίας.

Βροντερὰ ὅμως ἐρωτήματα ἐπιμένουν νὰ ἀνακυκλώνονται ἀναπά­ντητα: Πῶς μπορεῖ μιὰ ἁγιορείτικη Μονὴ νὰ ἐμπλέκεται σὲ ἀπίστευτου ὕψους οἰκονομικὲς συναλλαγές; Γιατὶ οἱ γνωριμίες καὶ οἱ διασυνδέσεις της νὰ ὁδηγοῦν σὲ συμφωνίες ἄγνωστες στὴν ἱερὰ Κοινότητα, οἱ δὲ καρποὶ τῶν συναλλαγῶν της νὰ ἀποκρύπτονται ἀπὸ τοὺς φορεῖς τῶν ἄμεσα ἐνδιαφερομέ­νων τοπικῶν κοινωνιῶν; Πῶς μποροῦν νὰ συνδυαστοῦν οἱ πλεονεκτικὲς τάσεις τῶν μοναχῶν μὲ τὸ εὐαγγελικὸ κήρυγμα περὶ αὐταρκείας καὶ φιλοπτωχίας; Γιατί, μάλιστα σὲ μιὰ περίοδο παγκόσμιας οἰκονομικῆς στενότητος, νὰ εὐνοεῖται σκανδαλωδῶς μιὰ ἑστία αὐταπάρνησης καὶ περιφρόνησης τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν; Πῶς εἶναι δυνατὸν μοναχοὶ ποὺ ὁμολογοῦν ὡς κύριο ἔργο τὴν προσευχὴ καὶ στηρίζονται στὴν ἄνευ ὅρων ἀποταγὴ τῶν ἐγκοσμίων, νὰ δικαιολογοῦν τὶς οἰκονομικὲς ἐπιδιώξεις τους, προφασιζόμενοι προγραμματισμοὺς μεγάλων ἔργων κοινωνικῆς πρόνοιας καὶ σχεδιασμοὺς πολυμέριμνων πρωτοβουλιῶν καὶ δράσεων; Γιατὶ ἐνῶ ἐπιμένουν στὸ ἄβατο τοῦ Ὄρους γιὰ τοὺς ἄλλους δὲν ἐπιλέγουν τὸ ἄβατο τοῦ κόσμου γιὰ τοὺς ἴδιους;

Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά, μπροστά μας ὀρθώνεται ἕνα μοναστήρι μὲ ἀσύλληπτη ἱστορικὴ αἴγλη, μὲ πρωτοποριακὴ καὶ σὲ ἐλάχιστο χρόνο ἀριθ­μητικὴ καὶ πνευματικὴ ἀναγέννηση, μὲ ὑποδειγματικὴ πρωτειὰ στὰ ἔργα ἀναστηλώσεώς του, μὲ πανθομολογούμενο, ἐντυπωσιακό, ἄμεσο καὶ ὁρατὸ διὰ γυμνοῦ ὀφθαλμοῦ νοικοκύρεμα σὲ ὅλες τὶς πτυχὲς τῆς ζωῆς του, μὲ σπάνια καὶ σὲ μεγάλους ἀριθμοὺς φιλοξενία, μὲ παγκόσμιο κῦρος καὶ ἀναγνώριση, μὲ γνωστὸ τοῖς πᾶσι βαρὺ καὶ γιὰ μοναχικὰ δεδομένα λατρευτικὸ καὶ πνευματικὸ πρόγραμμα, μὲ ἐμφανῶς ἁπλῆ, ταπεινὴ καὶ φτωχὴ ζωὴ τῶν ἴδιων τῶν μοναχῶν του, μὲ ψηλαφητὴ χάρι ἄσχετη ἀπὸ τὶς διοικητικὲς ἐπιλογὲς τῶν λίγων ὑπευθύνων του. Τὸ βλέπεις καὶ σοῦ προκαλεῖ θαυμασμό. Τὸ σκέπτεσαι καὶ σὲ συγκινεῖ ἡ χάρις του. Ἡ μαρ­τυρία του ἀποκλείεται νὰ μὴν εἶναι αὐθεντική.

Ρίχνεις μιὰ ματιὰ στὴν εἰκόνα τῶν γεγονότων καὶ τῶν ἐξελίξεων καὶ ἀπορεῖς. Θὰ μποροῦσε κάλλιστα αὐτὸ ποὺ σήμερα ἑρμηνεύεται ὡς ἔνοχη συμπαιγνία νὰ ἀποτελοῦσε συνεργασία ἀξιοποίησης τῶν περιουσιακῶν στοιχείων του μὲ μοναδικὸ σκοπὸ τὴν κτιριακὴ ἀποκατάστασή του, μάλιστα μὲ τέτοιον τρόπο ποὺ καθόλου δὲν θὰ τραυμάτιζε τὴν πτωχεία καὶ τὴν ἀμεριμνία τῶν μοναχῶν του. Τὸ ἐπιχείρημα τῆς σπατάλης τῶν ἐθνικῶν πόρων αὐτοκαταργεῖται, ὅταν αὐτοὶ ἐπενδύονται σὲ ἔργα πολιτισμικῶν ὑποδομῶν. Ὅπως ἕνα καλὸ μουσεῖο ἀποτελεῖ ἐπένδυση τῆς κοινωνίας καὶ τοῦ πολιτισμοῦ καὶ ὄχι τῶν ὑπαλλήλων του, ἔτσι καὶ ἡ ἀποκατάσταση τοῦ μοναδικοῦ μοναστηριακοῦ μνημείου ποὺ ὀνομάζεται Βατοπαίδι θὰ μποροῦσε νὰ ἀποτελεῖ πολιτισμικὴ καὶ πνευματικὴ ἐπένδυση μιᾶς προοδευτικῆς χώρας στὸ πλαίσιο μακροχρόνιων τολμηρῶν πολιτι­κῶν καὶ ὄχι μικρονοϊκὴ ἀξιοποίηση ἑνὸς μοναστηριοῦ, ποὺ θυσιάζει τὴν ἀσκητικὴ ζωὴ τῶν μοναχῶν στὸν βωμὸ τῆς καλοπέρασης, τῆς καλοζωΐας, τῆς μικροφιλοδοξίας καὶ τῆς κοσμικῆς ματαιοδοξίας εἴτε ἀσεβεῖ βάναυσα στὸ ἱερὸ σῶμα τῆς μοναχικῆς παραδόσεως, ζωῆς καὶ διδασκαλίας.

Ὅποιος ἐπισκέφθηκε τὸ Βατοπαίδι τὸ 1990 δὲν ἤθελε νὰ τὸ ξαναεπισκεφθεῖ. Τὸ γνωστὸ μεγαλεῖο τῆς ἱστορίας του ἦταν θαμμένο κάτω ἀπὸ τὶς σκόνες καὶ τὶς ἀράχνες τοῦ τότε ἀποκρουστικοῦ παρόντος του. Μέσα σὲ λίγα χρόνια ἡ ἀνακάλυψη τῶν ἀμυθήτου ἀξίας θησαυρῶν του, ἡ καλαίσθητη καὶ κατ’ ἐπανάληψιν βραβευμένη ἀποκατάσταση τῶν παρεκκλησίων, τῆς τράπεζας καὶ τῶν πτερύγων του, ἡ παραδειγματικὴ ἀξιοποίηση τῶν κειμηλίων καὶ τῶν ὑποδομῶν του, ἡ κατασκευὴ τοῦ σκευοφυλακίου, ἡ ὀργάνωση τῆς σπάνιας βιβλιοθήκης του, ἡ ἐντυπωσιακὴ σὲ ρυθμοὺς ἐπάνδρωσή του καὶ πάνω ἀπ’ ὅλα ἡ ἀνάσταση τῆς ζωῆς καὶ δόξας του εἶναι ἀδύνατον νὰ ἔγιναν ἀπὸ ὄργανα διαπλοκῆς, ἀπὸ σκοτεινὲς φυσιογνωμίες ξένες πρὸς τὰ βιώματα τῆς πίστεως καὶ οἰκεῖες πρὸς τὴ διαφθορὰ καὶ τὴν διαστροφή. Ἡ δόξα καὶ ἡ πρόοδος τῆς Μονῆς συνδυάστηκε μὲ τὴ λιτότητα, τὴν ταπείνωση καὶ τὴ μοναχικότητα τῶν πατέρων της. Ὅσο καὶ ἂν αὐτὸ φαίνεται ἀπίστευτο, εἶναι ἀληθές. Τὸ Βατοπαίδι τῆς τελευταίας εἰκοσαετίας ἀποτελεῖ ἕνα ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα θαύματα τῆς ἐποχῆς μας, ποὺ πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ πιστωθεῖ σὲ αὐτοὺς ποὺ σήμερα σέρνονται στὰ δικαστήρια.

Ὁ συνδυασμὸς αὐτῶν τῶν φοβερῶν ποὺ ἀκούγονται μὲ αὐτὰ τὰ θαυμαστὰ ποὺ βλέπουμε ἀποτελεῖ ἄγνωστο μυστήριο ποὺ ὑπερβαίνει τὶς δικές μας ἱκανότητες καὶ δυνατότητες. Τὴ δικαιοσύνη δὲν θὰ τὴν ἀποδώσουν τὰ δικαστήρια οὔτε οἱ ἐξεταστικὲς ἐπιτροπὲς ἀλλὰ ἡ ἱστορία καὶ ὁ ἀπαράβατος νόμος τοῦ Θεοῦ. Ἴσως τὸ Βατοπαίδι νὰ φιλοξένησε ἄκαιρα τὴν ὑπερβολικὴ καὶ ἄδικη γιὰ τὴν ἀλήθεια εὔνοια καὶ τιμὴ τὰ προγενέστερα χρόνια. Ἴσως τώρα νὰ χρειάζεται νὰ ὑποδεχθεῖ τὴν ἐπίσης ὑπερβολικὴ καὶ ἄδικη γιὰ τὴν ἀλήθεια κρίση καὶ κριτική. Γιὰ τὴν ἀντιμετώπισή τους τότε χρειαζόταν ἡ εὔκολη ταπείνωση, τώρα ἡ δύσκολη, ἡ ἁγιορείτικη.

Πάντως ἡ ἐθνικὴ ζημιὰ ποὺ προκλήθηκε ἀπὸ τὴν κατάρρευση τοῦ κύρους τοῦ Ἁγίου Ὄρους ὡς συμβόλου ἀναφορᾶς καὶ ἐλπίδας στὶς ψυχὲς τῶν Ἑλλήνων καὶ ἀπὸ τὴν αἴσθηση τῆς συντριβῆς καὶ τῶν τελευταίων μεγάλων ἀξιῶν εἶναι πολὺ μεγαλύτερη ἀπὸ τὶς ὅποιες συνέπειες τῆς προκληθείσης ἀστάθειας, τοῦ τραυματισμοῦ τῆς πολιτικῆς ἀξιοπρέπειας καὶ τοῦ κλονισμοῦ τῆς θεσμικῆς ἀξιοπιστίας, πολὺ μεγαλύτερη καὶ ἀπὸ τὴ ζημιὰ ποὺ ὑπέστη τὸ ἴδιο τὸ Βατοπαίδι.

 

ΤΟ ΟΡΟΣ ΠΕΡΑΝ ΑΠΟ ΤΑ ΣΚΑΝΔΑΛΑ

Θὰ μποροῦσε γιὰ ὅλα αὐτὰ τὰ σκάνδαλα νὰ φταῖνε κάποιοι μονα­χοί. Ὁ ζῆλος τους νὰ τοὺς ὁδήγησε σὲ ἐκτροπὲς ἀπὸ τὸ ἁγιορείτικο φρόνημα, ὑπερβολικὲς διεκδικήσεις καὶ ἐσφαλμένες ἐπιλογές. Ἡ μεγάλη ἀγά­πη στὸν εὐλογημένο τόπο τῆς μετανοίας τους νὰ τοὺς παρέσυρε σὲ ὑπερβολικὴ προστασία τῶν δικαιωμάτων τῆς Μονῆς τους. Ἡ ὁρμὴ τῆς ἀποκαταστάσεως τῶν ὑποδομῶν σὲ συνδυασμὸ μὲ τὶς προβαλλόμενες ὡς μονα­δικὲς εὐκαιρίες νὰ ζάλισε τὴ σκέψη τους καὶ νὰ ἀστόχησαν στὴν ἀξιολόγηση τῶν καταστάσεων. Ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ ποὺ βοήθησαν, πολιτικοὶ ἢ πρόσωπα τοῦ κρατικοῦ μηχανισμοῦ, πολὺ πιθανὸν νὰ παραπλανήθηκαν ἀπὸ τὴν ἀγάπη τους καὶ νὰ ὑπερέβαλαν στὴ διευκόλυνση τῆς Μονῆς.

Ἐνῶ ὅμως εἶναι προφανὴς ἡ εὔνοια πρὸς τὴν Μονή, δύσκολα θὰ βρεῖ κανεὶς προσωπικὰ ὠφέλη στοὺς συντελεστὲς τοῦ παράξενου αὐτοῦ «σκανδάλου». Οἱ μοναχοὶ παρέμειναν τυλιγμένοι στὸ ἴδιο μαῦρο ράσο, ἐγκατεστημένοι στὸ ἴδιο λιτὸ κελλί τους, ἀκολουθῶντας τὸν ἴδιο μονότονο καθημερινὸ κανόνα τους, τηρῶντας ἀπαρέγκλιτα τὶς αὐστηρὲς νηστεῖες τους, ἀγρυπνῶντας μὲ τὸν ἴδιο τρόπο κατὰ τὶς ἀτέλειωτες νύχτες τους. Καὶ οἱ πολιτικοὶ οὔτε ψήφους κέρδισαν ἀπὸ τὸ μοναστήρι οὔτε τὸ περιεχόμενο τοῦ βαλαντίου τους κατάφεραν μὲ κάποιο τρόπο νὰ πολλαπλασιάσουν. Ὁ καλὸς λογισμὸς λέει ὅτι πιθανότατα ὅλοι θέλησαν νὰ βοηθήσουν. Μᾶλλον ἄκομψα. Ὁ μόνος κερδισμένος θὰ ἦταν ἡ Μονή. Ὄχι οἱ ἐκπρόσωποί της.

Ἀφοῦ δὲν κατάφεραν νὰ λειτουργήσουν στὴν κατὰ πάντα ἀσφαλῆ, καλογερική, σοφὴ καὶ προληπτικὴ λογικὴ τῆς μοναχικῆς αὐτάρκειας καὶ ὀλιγάρκειας, θὰ μποροῦσε οἱ εὐθυνόμενοι μοναχοὶ μὲ ἁγιορείτικη ἀρχοντιὰ τώρα νὰ ἀντιληφθοῦν τὰ τυχὸν σφάλματά τους καὶ ταπεινά, ἀντὶ νὰ τὰ ἀποκαταστήσουν, νὰ τὰ ὁμολογήσουν. Καὶ αὐτὸ εὐλογημένο εἶναι. Θὰ μποροῦσε πάλι, ἂν ἔχουν συκοφαντηθεῖ, νὰ σηκώσουν ἀξιοπρεπῶς, σταυρικῶς καὶ ἐν ταπεινώσει τὸ τεράστιο συκοφαντικὸ βάρος αὐτῆς τῆς ὑποθέσεως καὶ ἀντὶ νὰ περιποιηθοῦν τὴν κοσμικὴ εἰκόνα τους νὰ ἀρκεστοῦν στὸ βλέμμα τοῦ Θεοῦ καὶ μόνον. Αὐτὸ θὰ ἦταν πολὺ ἅγιο. Αὐτὸ θὰ ἀκύρωνε κάθε συνέπεια τοῦ προσωρινοῦ σκανδαλισμοῦ.

Θὰ μποροῦσε ὅμως καὶ νὰ εἶναι τὰ πάντα ἀληθινὰ σ’ αὐτὴ τὴν ὑπόθεση. Δὲν θὰ ἦταν ἡ πρώτη φορὰ οὔτε καὶ ἡ τελευταία. Ἡ Ἐκκλησία στὴν ἱστορία της ἔχει γνωρίσει τὴ συναύξηση τοῦ σίτου της μὲ τὰ ζιζάνια τῶν σκανδάλων. Ἡ ἀλήθεια της αὐτοαμύνεται καὶ δὲν κινδυνεύει ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη ἀδυναμία ἢ καὶ διαστροφή. Ὅπως οἱ ἀρετὲς τῶν πιστῶν δὲν προσθέτουν στὴν ἀξία της οὔτε καὶ τὰ σκάνδαλα τῶν ἐκπροσώπων της ὑποβαθμίζουν τὴν οὐσία της. Ἁπλά, τραυματίζουν τὴν εἰκόνα της καὶ νοθεύουν τὴ μαρτυρία της.

 Ἡ ἀξία τοῦ Ὄρους δὲν βασίζεται στὴ μεγάλη περιουσία του, οὔτε προσμετρᾶται μὲ τὸ πλῆθος τῶν κειμηλίων του, οὔτε κρύβεται μέσα στὴν πανέμορφη φυσικὴ παρακαταθήκη του, οὔτε ἐπιβεβαιώνεται ἀπὸ τὸ κῦρος καὶ τὴν ἀναγνώρισή του, οὔτε διασφαλίζεται μὲ τὰ εἰδικὰ προνόμιά του, οὔτε κατοχυρώνεται ἀπὸ τὴ σταθερὴ ἱστορικότητά του. Ἡ ἀξία τοῦ Ὄρους βρίσκεται πέραν καὶ ἀπὸ τὴν πνευματικότητά του, πέραν καὶ ἀπὸ τὶς ἀρετὲς ἢ τὰ χαρίσματα τῶν μοναχῶν του. Γι’ αὐτὸ εἶναι καὶ παραμένει ἀνεπηρέαστο ἀπὸ τὰ σκάνδαλά του.

Περιουσία του εἶναι ἡ ἡρωικὴ ἀκρότητα τῶν ποικίλων κλήσεων τῶν μοναχῶν του, ὅπως αὐτὴ ἐκφράζεται τὴν ἡμέρα καὶ στιγμὴ τῆς κουρᾶς τους. Ἐκείνη τὴ στιγμὴ ἡ ἀνάλαφρη ψυχή ζυγίζει περισσότερο ἀπὸ τὰ βαρύγδουπα θέλγετρα τοῦ κόσμου· τὰ μὴ ὁρώμενα γίνονται πιὸ πιστευτὰ ἀπὸ τὴν ἑλκυστικὴ πολυχρωμία τῶν αἰσθήσεων· ἔννοιες ὅπως πλοῦτος, δόξα, ἡδονή, καταρρέουν συγκρινόμενες μὲ τὴν ἑκούσια πτωχεία, τὴ συνειδητὴ ταπείνωση, τὴν ἐπιδιωκόμενη ἄσκηση· τὰ νεκρὰ λείψανα τῶν ἁγίων ἀναδίδουν περισσότερη ζωὴ ἀπὸ τὰ ζωντανὰ σώματα τῶν πολιτῶν αὐτοῦ τοῦ κόσμου· ἡ ἐπιθυμία τοῦ θεϊκοῦ κόσμου καθιστᾶ τὰ πάντα «σκύβαλα», τὴ ματαιότητα ἀντιληπτή, τὴν ἐφημερότητα κατανοητή, τὴν καλο­ζωΐα  ἀναξιόπιστη, τὸν πόνο εὐεργέτη, τὴ συκοφαντία σωτηρία, τὴν «μωρία» καὶ τὸ «σκάνδαλο» τοῦ σταυροῦ «Θεοῦ δύναμιν καὶ Θεοῦ σοφίαν»[22]∙ ἐκείνη τὴ στιγμὴ καταρρέουν τὰ ἀνθρώπινα δικαιώματα καὶ τὴ θέση τους καταλαμβάνουν τὰ «γλυκύτερα ὑπὲρ μέλι καὶ κηρίον»[23] δικαιώματα τοῦ Θεοῦ καὶ «ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ ποὺ μένει εἰς τὸν αἰῶνα»[24].

Κειμήλιά του, εἶναι οἰ ἀσκητικοὶ ἀγῶνες τῶν συνεπῶς πρὸς τὶς ὑποσχέσεις τους ἀγωνιζομένων μοναχῶν του∙ θησαυροί του ἡ πληθὺς τῶν θαυμάτων καὶ σημείων του· χειρόγραφά του οἱ ἀποτυπώσεις τῶν χαρισμάτων καὶ ἐμπειριῶν τῶν ἁγίων του∙ περιβαλλοντικὴ ὀμορφιά του ὁ πλοῦτος τῆς λατρείας του∙ εὐωδία του τὸ ἄρωμα τῶν προσευχῶν∙ πηγὲς του τὰ δακρύρροα μάτια τῶν πατέρων του∙ καταστατικὸς χάρτης του ἡ συσσωρευμένη ἐμπειρία καὶ χάρις του ποὺ δίνει τὸ κριτήριο τῆς δόξας του καὶ τοὺς ὅρους τῆς αὐτοκριτικῆς του∙ κάτοικοί του οἱ τετελειωμένοι γνωστοὶ καὶ ἄγνωστοι ἅγιοί του, οἱ ταπεινοὶ καὶ ἐνδεχομένως κεκρυμμένοι ἐνασκούμενοι πατέρες του, μέσα στοὺς ὁποίους «τὸ πνεῦμα ὑπερεντυγχάνει στεναγμοῖς ἀλαλήτοις»[25], αὐτοὶ ποὺ δὲν ζοῦν στὸν εἰκοστὸ πρῶτο αἰῶνα, ἀλλὰ τῶν ὁποίων «τὸ πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει»[26].

Πρὸ ἐτῶν, τὸ 2003, ἐπισκέφθηκε τὸ Ἅγιον Ὄρος, ὁ τότε πρόεδρος τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Κοινοβουλίου Pat Cox. Ἀφοῦ ξεναγήθηκε καὶ ἐνημερώθηκε ἀπὸ ὁμιλητικοὺς λόγιους μοναχούς γιὰ τὴν ἱστορία, τὴ ζωή, τοὺς θησαυρούς, τὴν πολιτικὴ παρουσία του, τὸ μεγαλεῖο του, εὐχαρίστησε καὶ εἶπε: «Πέραν ἀπὸ τὶς περιγραφές σας, ἐγὼ τὸ ἀληθινὸ Ὄρος τὸ ἀντικρύζω στὴν ἀντανάκλαση τῶν ματιῶν, στὸ βλέμμα, αὐτοῦ τοῦ μοναχοῦ». Καὶ ἔδειξε τὸν Πρωτεπιστάτη τῆς χρονιᾶς ἐκείνης, ὁ ὁποῖος, χωρὶς νὰ ἀνοίξει τὸ δικό του στόμα, μὲ τὴν ταπεινή σιωπή του, ἄνοιξε τὴν καρδιὰ τοῦ Εὐρωπαίου προέδρου.

Τὴν Κυριακὴ τοῦ Θωμᾶ τοῦ ἔτους 2008, ἐπισκέφτηκε incognito μία ἀπὸ τὶς ἁγιορείτικες μονές, γιὰ τρεῖς μέρες, ὁ τότε πρόεδρος τῆς Ἑλβετίας Pascal Couchepin. Σὲ κάθε ἀκολουθία πήγαινε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ καὶ στεκόταν ὄρθιος. Οἱ πατέρες εὐγενικὰ τοῦ πρότειναν, ἀφοῦ οὔτε στὴν Ὀρθόδοξη λειτουργικὴ παράδοση ἦταν ἐκτεθειμένος οὔτε καὶ τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ γλῶσσα γνώριζε, νὰ νοιώσει ἄνετα νὰ καθυστερεῖ. Τότε τοὺς ἀπάντησε: «Μπορεῖ νὰ μὴν καταλαβαίνω τὴ γλῶσσα τῶν νοημάτων, αἰσθάνομαι ὅμως γιὰ πρώτη φορὰ ὅτι ἐδῶ ὅλοι ἀληθινὰ προσεύχονται καὶ ὁ Θεός εἶναι παρὼν καὶ τοὺς ἀκούει. Δὲν ἦλθα γιὰ νὰ κάνω μετάφραση οὔτε κάτι νὰ καταλάβει τὸ μυαλό μου∙ ἦλθα γιὰ νὰ βρεθῶ μπροστὰ στὸν Θεό, μαζὶ μὲ ἀνθρώπους ποὺ καὶ αὐτοὶ τὸ ἴδιο κάνουν. Εἶναι τὸ μόνο μέρος στὸν κόσμο ποὺ αὐτὸ εἶδα νὰ συμβαίνει».

Τὸ Ἅγιον Ὄρος εἶναι αὐτὸ ποὺ ἀντανακλᾶται στὰ μάτια τῶν μοναχῶν ποὺ πολὺ σεμνὰ τὰ ἀνοίγουν, στὸν διακριτικὸ λόγο αὐτῶν ποὺ γνωρίζουν νὰ σιωποῦν, στὴν ἀδιάψευστη ἀπόδειξη τῆς ἀτμόσφαιρας ποὺ δημιουργοῦν αὐτοὶ ποὺ ξέρουν νὰ προσεύχονται, στὰ ἀνεξίτηλα ἴχνη ποὺ ἀφήνει στὴν ψυχὴ ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ.

Αὐτὸ τὸ Ὄρος δὲν σκανδαλίζει. Αὐτὸ μόνον ἐμπνέει καὶ πείθει.

 

[1] Ὁμιλία στὴν Αἴθουσα τῆς Ἀρχαιολογικῆς Ἑταιρείας Ἀθηνῶν, ὀργανωθεῖσα ἀπὸ τὸν Σύλλογο «Οἱ Φίλοι
τοῦ Ἁγίου Ὄρους» τὴν 17η Δεκεμβρίου 2009.


[2] Ἰω. η΄ 23, ιη΄ 36.


[3] http://www.agiooros.net


[4] Διάλεξη στὴν Αἴθουσα τῆς Ἀρχαιολογικῆς Ἑταιρείας Ἀθηνῶν, ὀργανωθεῖσα ἀπὸ τὸν Σύλλογο «Οἱ
Φίλοι τοῦ Ἁγίου Ὄρους» τὴν 12η Μαΐου 1987.


[5] Draper, Robert: Called to the Holy Mountain, The Monks of Mount Athos, NATIONAL GEOGRAPHIC, Dec
2009.


[6] Papachryssanthou, D.: La Vie de Saint Euthyme le Jeune et la métropole de Thessalonique, Revue des
Etudes Byzantines, 32 (1974), σσ. 225-45.


[7] Σμυρνάκη, Γ.: Τὸ ἅγιον Ὄρος, σσ. 705-707.
 

[8] Alice-Mary Talbot, στὸ A. Bryer & M. Cunningham (ἐπιμ.), Mount Athos and Byzantine Monasticism
(Aldershot, 1996) σ. 77.


[9] Συνέντευξη στὸν Θ. Αὐγερινό, ΚΥΠΕ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 15.01.2007.


[10] Σπήκ, Γκράχαμ: ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ: Ἀνανέωση στὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας, ΙΝΔΙΚΤΟΣ, Ἀθήνα 2005, σ. 158.


[11] Bogdanovic, D., Djuric, V.J., Medakovic, D.Q Chilandar on the Holy Mountain, σσ. 40-42.


[12] Σπήκ, Γκράχαμ: ὅπ. παρ. σ. 137.

 
[13] Dölger, F.:  Mönschsland Athos, Münhen, 1943, σ. 19.


[14] Σπήκ, Γκράχαμ: ὅπ. παρ., σ. 122.


[15] Meyer, P.: Die Haupturkunden für die Geschichte der Athoskloster, Λειψία 1994.


[16] Morris, R.: Monks and Laymen in Byzantium, 843-1118, Cambridge, 1995, σ. 294-295.


[17] Meyer, P., ὅπ. παρ. σ. 215-218, Σπήκ, Γκράχαμ: ὅπ. παρ., σ. 215-216.

 
[18] Ἀπόρρητη ἐπιστολὴ Ἰωακείμ Γ΄ πρὸς Ἀνδρέα Κουντουριώτη, ἀρ. Πρωτ. 2442/19.10.1883, ἐν Καρδαρᾶ,
Χρήστου: Ἰωακείμ Γ΄ Χαρ. Τρικούπη, ἡ ἀντιπαράθεση, ἐκδ. ΤΡΟΧΑΛΙΑ, Ἀθήνα, 1998, σ. 233.


[19] Μητρ. Μύρων Χρυσοστόμου (Καλαϊτζῆ): Γεγονότα ἐπὶ τῆς ἐποχῆς τῶν δύο Πατριαρχιῶν Ἰωακεὶμ τοῦ Γ΄,
ἐκδ. Μητροπόλεως Μύρων, 2005, σσ. 46-47.


[20] Λουκ. στ΄ 26.


[21] www.romfea.gr (15.12.2009), www.inews.gr (16.12.2009)

 
[22] Α΄ Κορ. Α΄ 24.

 
[23] Ψαλμ. ιη΄18.

 
[24] Β΄ Κορ. θ΄ 9.


[25] Ρωμ. η΄ 28.

 
[26] Φιλ. γ΄ 20.