Νεανική Πύλη
Ενοριακές Πλοηγήσεις
ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2019
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ΄ ΛΟΥΚΑ (Λκ. ιη΄, 35–43)
1 Δεκεμβρίου 2019
Ὁ Χριστός, ἀδελφοί μου, εἶναι τὸ φῶς τοῦ κόσμου, ὄχι μόνο ἐπειδὴ φωτίζει τὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ καὶ ἐπειδὴ χαρίζει καὶ τὸ αἰσθητὸ φῶς τῶν ὀφθαλμῶν. Αὐτὸ βεβαιώνεται ἀπὸ τὴν σημερινὴ Εὐαγγελικὴ περικοπή.
Ὁ τυφλὸς τῆς σημερινῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς ἦταν πονεμένος καὶ μᾶλλον περιφρονημένος ἄνθρωπος ἀπ’ τοὺς πολλούς. Περνοῦσε τὴν ἡμέρα του ὡς ταπεινὸς ζητιάνος στὴν ἄκρη τοῦ δρόμου, μὲ συντροφιὰ τὸ σκοτάδι καὶ τὴν ἐγκατάλειψη. Πίστευε ὅμως, ὅπως φαίνεται, ὅτι ὁ Χριστὸς μποροῦσε νὰ τὸν θεραπεύσει. Γι’ αὐτό, μόλις ἀντιλαμβάνεται ὅτι διέρχεται ἀπὸ τὸ σημεῖο τοῦ δρόμου στὸ ὁποῖο στεκόταν, ὑψώνει φωνὴ ἱκεσίας «Ἰησοῦ, υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με». Ὅμως ἀντὶ νὰ ἐνισχυθεῖ στὴν προσπάθειά του νὰ βρεῑ τὸ φῶς, δέχεται ἀπροσδόκητα τὴν ἐπίθεση ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ συνόδευαν τὸν Διδάσκαλο.
Σώπα, τοῦ ἔλεγαν, διότι μὲ τὶς φωνές σου κουράζεις τὸν Διδάσκαλο. «Ὁ δὲ πολλῷ μᾶλλον ἔκραζεν· Ἰησοῦ, υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με».
Εἶναι ἀλήθεια, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὅτι τόσους αἰῶνες μετά, στὴν προσπάθειά μας νὰ φτάσουμε κοντὰ στὸν Χριστό, συναντοῦμε κι ἐμεῖς ἐμπόδια ἀκόμη καὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ περιμένουμε νὰ μᾶς στηρίξουν.
Ἐμπόδια στὴν κατὰ Χριστὸν προσπάθεια καὶ ζωὴ μᾶς βάζει πρῶτος ὁ διάβολος, ὁ ὁποῖος εἶναι μισάνθρωπος καὶ ἀνθρωποκτόνος. Γνωρίζει πόσο ὠφελούμεθα, ὅταν συνδεόμαστε μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία Του, καὶ κάνει τὸ πᾶν, γιὰ νὰ μᾶς χωρίσει ἀπὸ τὴν ἀγάπη Του, νὰ μᾶς ὠθήσει στὴν ἁμαρτία, νὰ ψυχράνει τὸ ζῆλο μας, νὰ μαράνει τὸν ἐνθουσιασμό μας. Ὅπως ἀκριβῶς πέτυχε νὰ βγάλει τοὺς Πρωτοπλάστους ἀπ' τὸν Παράδεισο, ἔτσι ἐπιχειρεῖ νὰ βγάλει κι ἐμᾶς ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ νὰ μᾶς ὁδηγήσει στὴν ἀπώλεια, δηλαδὴ στὴν αἰώνια Κόλαση.
Ἐμπόδια στὴν κατὰ Χριστὸν ζωὴ συναντοῦμε καὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ κόσμου, οἱ ὁποῖοι εἴτε ἐν γνώσει τους εἴτε καὶ ἐν ἀγνοίᾳ γίνονται ὄργανα τοῦ σατανᾶ καὶ μᾶς ἐπιτιμοῦν νὰ σιωπήσουμε. Ὁ κόσμος τῆς ἁμαρτίας ἄλλοτε προσπαθεῖ σὰν μαγνήτης νὰ μᾶς ἑλκύσει κοντά του κι ἄλλοτε γίνεται ἀπειλητικός. Ἀρχίζει τὶς εἰρωνεῖες, τὰ πικρόλογα, τὶς προκλήσεις, τὰ κάθε εἴδους σκόπιμα τεχνάσματα καὶ τὶς πάσης φύσεως ἀπειλές.
Ἐμπόδια στὴν κατὰ Χριστὸν ζωὴ συναντοῦμε καὶ ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς μας, ὅταν δὲν ἔχουν «νοῦν Χριστοῦ». Πάλι στὴν ἐκκλησία θὰ πᾶς; Κι ἄλλο παιδὶ θὰ κάνεις; Δὲν σοῦ φτάνουν αὐτὰ ποὺ ἔχεις; Χρησιμοποιοῦν τέτοια δῆθεν λογικὰ ἐπιχειρήματα ἀναφερόμενοι σὲ πραγματικὲς δυσκολίες, γιὰ νὰ κουράσουν τὴν πίστη μας καὶ νὰ ἀποθαρρυνθοῦμε στοὺς στόχους μας. Ὑπάρχουν βέβαια περιπτώσεις, ποὺ οἱ ἴδιοι οἱ συγγενεῖς μας γίνονται οἱ μεγαλύτεροι ἐχθροί μας, ἐπαληθεύοντας τὸν λόγο τῆς Γραφῆς ὅτι «ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ».
Ἐμπόδια στὴν κατὰ Χριστὸν ζωὴ συναντοῦμε καὶ ἀπὸ τοὺς οἰκείους τῆς πίστεως, ὅσο κι ἂν αὐτὸ ἀκούγεται παράξενα. Στὴν Εὐαγγελικὴ περικοπὴ «οἱ προάγοντες» δὲν ἦταν ἄπιστοι. Ἦταν πιστοὶ καὶ ἀκολουθοῦσαν μὲ καλὴ διάθεση τὸν Χριστό. Ἀλλὰ δυστυχῶς μεσολαβοῦν ἀνθρώπινες μικρότητες. Ζηλοτυπίες, ἀρχομανίες, κακίες κι ἀντὶ νὰ βοηθοῦμε νά μεταφέρεται ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ δοξάζεται μέσῳ τῶν ἄλλων, στοχεύουμε ἐναντίον τῶν ἐργατῶν τοῦ Εὐαγγελίου μὲ σκοπὸ νὰ σιωπήσουν.
Τέλος, ἐμπόδια στὴν κατὰ Χριστὸν ζωὴ συναντοῦμε καὶ ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας, ποὺ ἔχει ροπὴ καὶ κλίση πρὸς τὸ κακό. Ὑποκύπτουμε στὴ ραθυμία καὶ στὴ νωθρότητα. Ἐφησυχάζουμε στὸν νυσταγμὸ τῆς ψυχῆς. Μαγνητιζόμαστε ἀπὸ τὴν ἐξωστρέφεια, ἀπὸ τὶς μέριμνες τοῦ βίου καὶ ἀναλωνόμαστε στὶς σύγχρονες ἐπικοινωνίες, ποὺ δὲν μᾶς ἀφήνουν χρόνο γιὰ βαθύτερο καὶ οὐσιαστικὸ σύνδεσμο μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία Του.
Πολλὰ τὰ ἐμπόδια ποὺ ὑπάρχουν, λοιπόν, στὴν κατὰ Χριστὸν ζωή. Ἀλλὰ κι ἐμεῖς καλούμαστε νὰ τὰ ἀντιμετωπίζουμε καὶ νὰ τὰ ὑπερνικοῦμε.
Ὁ Χριστιανικὸς ἀγώνας, ποὺ διεξάγουμε, εἶναι εὐλογημένος ἀγώνας, γιατὶ ἔχει ὡς πεδίο μάχης τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου. Ἀγώνας δύσκολος, ἀλλὰ καὶ ποθητός. Ἀγώνας ἀπαιτεῑ νὰ παλαίψει ὁ ἄνθρωπος μὲ αὐτοθυσία, νὰ ἱδρώσει, νὰ ματώσει, νὰ δώσει τὰ πάντα γιὰ τὴ νίκη. Ἀλλ’ εἶναι ἀγώνας ποὺ ἐνισχύεται ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ στεφανώνεται κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως.
Στὸν ἀγώνα αὐτὸ μᾶς συνιστᾷ ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος νὰ χρησιμοποιοῦμε ὡς ὅπλο τὴν παντοδύναμη καὶ ἀποτελεσματικὴ προσευχὴ «’Ιησοῦ ὀνόματι μάστιζε πολεμίους». Μὲ τό μαςτίγιο τῆς προσευχῆς χτυποῦμε ἀλύπητα τοὺς δαίμονες. Ὅπως ὁ τυφλὸς φώναζε λέγοντας· «’Ιησοῦ, υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με», ἔτσι κι ἐμεῖς νὰ ἐπιμένουμε προσευχόμενοι· νὰ κτυποῦμε ἀκούραστα τὴν πόρτα τοῦ θείου ἐλέους.
Ἀδελφοί, τὰ λεγόμενα ἐμπόδια τῆς κατὰ Χριστὸν ζωῆς μποροῦμε νὰ τὰ δοῦμε ὡς σκαλοπάτια, ποὺ μᾶς ἀνεβάζουν μὲ κόπο, ἀλλὰ μᾶς ὁδηγοῦν ἐκεῖ ποὺ θέλουμε. Τὰ θεωρούμενα ἐμπόδια τῆς κατὰ Χριστὸν ζωῆς «καθ’ ὑπερβολὴν εἰς ὑπερβολὴν αἰώνιον βάρος δόξης κατεργάζονται» γιὰ τὸν καθένα μας. Διότι, ὅπως λέει ὁ Μέγας Βασίλειος, «πόνοι γεννῶσι δόξαν, κάματοι δὲ προξενοῦσι στεφάνους». Ὅσο περισσότερο, δηλαδή, κοπιάζει ὁ ἀγωνιστὴς τοῦ καλοῦ ἀγῶνος, τόσο μεγαλύτερο στεφάνι θὰ πάρει.
Γένοιτο.
8 Δεκεμβρίου 2019
Μιὰ ξεκάθαρη καὶ σαφέστατη καταδίκη τῆς θρησκευτικῆς τυπολατρίας ἀποτελεῖ ἡ σημερινὴ Εὐαγγελικὴ περικοπή. Ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς μᾶς λέει ὅτι ὁ Χριστὸς θεραπεύει τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου καὶ αὐτὸ γίνεται ἀφορμὴ νὰ συγκρουστεῖ μὲ τὸν Ἰουδαϊσμὸ τῆς ἐποχῆς του, ποὺ εἶχε μετατρέψει τὶς ἐντολὲς τοῦ Δεκαλόγου καὶ τοῦ Νόμου σὲ ἕνα στεῖρο σύστημα ὑποχρεώσεων καὶ περιορισμῶν. Ὁ παραλογισμὸς τῆς ἀντίδρασης τοῦ θρησκευτικοῦ κατεστημένου τραγικός. Ὁ ἀρχισυνάγωγος ἀγανακτεῖ, ἐπειδὴ τὸ θαῦμα τοῦ Χριστοῦ καταργεῖ τὴν ἀργία τοῦ Σαββάτου, ἡ ὁποία προέρχεται ἀπὸ τὸν Θεό. Τὸ μήνυμα, ἑπομένως, τῆς σημερινῆς περικοπῆς μᾶς ἀγγίζει καὶ μᾶς ἀφορᾶ ὅλους, ἀφοῦ συχνά, ἴσως καὶ ἀσυναίσθητα, προτάσσουμε κάποιους θρησκευτικοὺς καὶ τελετου-ργικοὺς τύπους χωρὶς ἀντίκρισμα καρδιᾶς καὶ ζωῆς. Οἱ θεραπεῖες τοῦ Χριστοῦ τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου φανερώνουν τὸ πνεῦμα τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἐλευθερίας, ποὺ πρέπει νὰ ὑπάρχει πάντοτε στὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Ἄν και ἡ οὐσία ὑπερβαίνει τὸν τύπο, παρόλο αὐτὰ ὁ τύπος χρειάζεται στὸ βαθμὸ καὶ στὸ μέτρο ποὺ περιφρουρεῖ καὶ ἐκφράζει τὴν οὐσία.
Ἡ τυπολατρία, ὡς ροπὴ τοῦ ἀνθρώπου νὰ προσηλώνεται στοὺς τύπους καὶ νὰ ἀρνεῖται τὴν οὐσία τῶν πραγμάτων, τῶν γεγονότων καὶ τῶν καταστάσεων, ἀποτελεῖ τὴν παθολογία τῆς θρησκευτικῆς μας ζωῆς. Αὐτὴ ἡ ἀνθρώπινη τάση εἶναι μιὰ μορφὴ σκλαβιᾶς τοῦ πνεύματος, ποὺ βάζει, στὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, κανόνες πάνω ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο καὶ τὶς ἀνάγκες του. Βέβαια, δὲν μποροῦμε νὰ διανοηθοῦμε τὴν ὁμαλὴ ὀργάνωση καὶ λειτουργία τῆς κοινωνίας, ἀλλὰ καὶ τὴν δομὴ κάθε θρησκευτικῆς ζωῆς, χωρὶς τυπικὲς διατάξεις, θεσμοὺς καὶ νόμους. Ἐλευθερία δὲν σημαίνει ἀσύδοτη καὶ ἀνεύθυνη παραβίαση τοῦ τύπου, ἀλλὰ προτίμηση τῆς οὐσίας, ὅταν αὐτὴ ἀχρηστεύεται ἀπὸ τὸν τύπο. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸ κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου πρέπει νὰ εἶναι φτερὰ ποὺ μᾶς ἀνεβάζουν στὴν κατὰ Θεὸν ζωὴ καὶ ὄχι βαρίδια ποὺ μᾶς καταπιέζουν καὶ πνίγουν τὴν ἐλευθερία μας καὶ τὴν ψυχή μας. Πρέπει νά εἶναι σκαλοπάτια, γιὰ νὰ ἀνακαλύπτουμε τὴν οὐσία τῶν πραγμάτων, καὶ ὄχι ἐμπόδια ποὺ μᾶς παγιδεύουν καὶ μᾶς κλειδώνουν στὴν τυπικότητά τους. Γιὰ τὸν θρησκευόμενο ἄνθρωπο κάθε ἐποχῆς, ὁ ἐξωτερικὸς θρησκευτικὸς τύπος εἶναι ἀπαραίτητος ἀλλὰ καὶ κρίσιμος. Εἶναι ἡ λυδία λίθος ποὺ δοκιμάζει τὴν ἐσωτερική μας σχέση μὲ τὸν Θεό, τὸν ἑαυτό μας καὶ τοὺς ἄλλους. Σὲ αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ σημεῖο, ὅποιος δὲν θέλει νὰ προχωρήσει στὸν ἀπαιτητικὸ δρόμο τῆς θυσιαστικῆς ἀγάπης ποὺ κοστίζει πολλά, κλείνεται καὶ περιχαρακώνεται στὸν ἐξωτερικὸ τύπο ποὺ δὲν κοστίζει τίποτε. Νά, γιατὶ ἡ τυπολατρία εἶναι ἑλκυστική, ἔστω καὶ ἂν εἶναι ὀλέθρια, ἀφοῦ ἡ στείρα εὐσέβεια εἶναι τὸ ἡμίμετρο τῆς εὔκολης θρησκευτικότητας μας. Ὅποιος διαστρεβλώνει καὶ κακοποιεῖ τὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ μένει τελικά μὲ τὸ ἄδειο κέλυφός της. Ἀλλὰ ἡ ἐμμονὴ στοὺς θρησκευτικοὺς τύπους κρύβει κάτι ἀκόμη πιὸ ἀπειλητικό. Πρόκειται γιὰ μιὰ νέου εἴδους εἰδωλολατρία, ποὺ γίνεται πιὸ τρομακτική, ὅταν ἐμφανίζεται μέσα στὴν ἴδια τὴν Ἐκκλησία. Εἶναι ἡ ἀντικατάσταση τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴν φύλαξη τοῦ Σαββάτου, δηλαδὴ τοῦ κάθε ἐξωτερικοῦ τύπου. Αὐτὸ θὰ πρέπει νὰ μᾶς ἀπασχολεῖ ἰδιαίτερα, γιὰ νὰ προσέχουμε, κάθε φορά ποὺ μπαίνουμε στὸν πειρασμὸ νὰ μένουμε στὴν μορφὴ καὶ στὸν τύπο, ἀλλὰ νὰ χάνουμε τὸ πνεῦμα καὶ τὴν ἀγάπη. Σὲ ἄλλη περίπτωση ὁ Χριστὸς εἶχε πεῖ ὅτι «τὸ Σάββατο ἔγινε γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ ὄχι ὁ ἄνθρωπος γιὰ τὸ Σάββατο» (Μάρκ. 2,27)∙ καὶ δυστυχῶς σήμερα βλέπουμε τὸν θρίαμβο τοῦ «Σαββάτου» πάνω στὸν Υἱὸ τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτός ὁ θρίαμβος τῆς τυπολατρίας ἐκδηλώνεται συχνά μέ τόν φανατισμό καί τήν διάσπαση τῶν πιστῶν σὲ φατρίες, οἱ ὁποῖες καταδικάζουν ὅλους τοὺς ἄλλους ποὺ σκέπτονται διαφορετικὰ ἀπὸ αὐτούς. Συγκρούονται μεταξύ τους καὶ ἐξαντλοῦν τὸν ζῆλο τους στὴν ὀρθότητα τῶν τυπικῶν διατάξεων καὶ κανονισμῶν, στὴν βαρύτητα τῶν περιορισμῶν καὶ τῶν ἀπαγορεύ-σεων, στὴν αὐστηρότητα τοῦ ἀσκητισμοῦ καὶ τῶν κανόνων.
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἃς ἀναρωτηθοῦμε, ὁ τύπος τῆς εὐσέβειάς μας ἀνταποκρίνεται στὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ γιὰ ἀγάπη στὸν Θεὸ καὶ τὸν συνάνθρωπο; Ποῦ, ἄραγε, μέσα στὴν εὐσέβειά μας βρίσκεται ὁ ἄνθρωπος γιὰ τὸν ὁποῖο ἦρθε ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο; Ἄν, ἴσως, μέσα στοὺς τύπους τῆς εὐσέβειας μας ὑπάρχει ἡ ἀγάπη γιὰ τὸν Θεό, πῶς ἐκδηλώνεται ἡ ἀγάπη γιὰ τὸν ἄνθρωπο; Οἱ γιορτὲς ποὺ ἔρχονται εἶναι μιὰ εὐκαιρία νὰ τὸ ἀνακαλύψουμε καὶ νὰ τὸ ἐπιβεβαιώσουμε. Ἀμήν.
15 Δεκεμβρίου 2019
Ἡ παραβολὴ τοῦ Μεγάλου Δείπνου, ποὺ διαβάζεται σήμερα, Κυριακὴ τῶν ἁγίων Προπατόρων, εἰκονίζει καθαρὰ τὴν Ἐκκλησία, ποὺ ἐκφράζεται στὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Δηλαδὴ ἡ πρόσκληση γιὰ συμμετοχή τῶν ἀνθρώπων στὸ Μεγάλο Δεῖπνο, εἶναι πρόσκληση γιὰ νὰ δεχθοῦν νὰ γίνουν μέλη τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ κοινωνήσουν τὸ πανάγιο Σῶμα καί τὸ Τίμιο Αἷμα τοῦ Χριστοῦ.
Ἄς μελετήσουμε γιὰ λίγα λεπτὰ τὴν παραβολὴ ποὺ σήμερα ἀκούσαμε.
Κάποιος ἄνθρωπος προσκάλεσε σὲ δεῖπνο ὅσους φαίνονταν ὅτι εἶναι φίλοι του, γιὰ νὰ περάσουν λίγες ὧρες στὴ δική του χαρά. Καὶ οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ ὁ ἕνας μετὰ τὸν ἄλλον περιφρόνησαν τὴν πρόσκλησή του ὁ καθένας γιὰ τὸν δικό του λόγο. Ὁ ἕνας εἶχε ἀγοράσει ἕνα κομμάτι γῆς καὶ δὲν εἶχε τὸν καιρό. Ὁ ἄλλος εἶχε ἀγοράσει πέντε ζευγάρια βόδια καὶ εἶχε δουλειά. Κάποιος τρίτος μόλις εἶχε παντρευτεῖ καὶ δὲν εἶχε διάθεση νὰ ἀνταποκριθεῖ. Ἀφοῦ ὅμως ἀρνήθηκαν νὰ προσέλθουν ὁ οἰκοδεσπότης κάλεσε στό δεῖπνο τοὺς φτωχούς, τοὺς ἀσθενεῖς, τοὺς ἄστεγους, τοὺς κοινωνικὰ παραθεωρημένους.
Ἡ πρόσκληση αὺτὴ γιὰ τὸ μεγάλο δεῖπνο, ποὺ εἶναι τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας ἀπευθύνεται καὶ στὸν καθένα ἀπὸ ἐμᾶς προσωπικὰ καὶ συνεχίζεται μέσα στὴ Θεία Λειτουργία, ποὺ εἶναι ἡ συγκεφαλαίωση ὅλη τῆς Θείας Οἰκονομίας. Σ’αὐτὴν πραγματοποιεῖται ἡ Ἐκκλησία ὡς Σῶμα Χριστοῦ καὶ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ συγχρόνως ἀποκαλύπτεται ἡ φύση καὶ ὁ χαρακτήρας τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας, ὡς μυστηρίου Θεανθρώπινης κοινωνίας.
Ἡ Λειτουργία εἶναι τὸ μυστήριο τῆς συνάξεως. Πρέπει ἀκλόνητα νὰ γνωρίζουμε καὶ νὰ θυμόμαστε ὅτι στὸ Ναὸ δὲν πηγαίνουμε γιὰ προσωπικὲς προσευχές, ἀλλὰ γιὰ νὰ συναχθοῦμε σὲ Ἐκκλησία. Καὶ ὅταν λέμε «πηγαίνω στὴν Ἐκκλησία», αὐτὸ σημαίνει πηγαίνω στὴ σύναξη τῶν πιστῶν, ὥστε μαζὶ μὲ αὐτοὺς νὰ συγκροτήσω τὴν Ἐκκλησία, νὰ ἐνεργοποιήσω αὐτὸ ποὺ ἔγινα τὴν ἡμέρα τῆς βαπτίσεώς μου, δηλαδὴ μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Πηγαίνω νὰ ὁμολογήσω ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἀνθρώπων, τὸ μυστήριο τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Δυστυχῶς, ἀκόμη καὶ σήμερα, φαίνεται ὅτι δὲν ἔχουμε ὅλοι ἀκόμη τὴ συνείδηση τῆς βαθύτερης καὶ οὐσιαστικῆς σημασίας τῆς Θείας Λειτουργίας καὶ τῶν Ἁγίων Μυστηρίων ἤ τὰ θεωροῦμε ὡς ἁπλὰ θρησκευτικὰ καθήκοντα, ὡς εὐκαιρίες ἀτομικῆς τελειώσεως καὶ σωτηρίας ἤ ὡς πράξεις ποὺ ἀφήνονται ἀποκλειστικὰ στὴν ἐπιθυμία ἑκάστου τὴν εὐσέβεια καὶ τὴν προετοιμασία. Πόσο θλιβερὸ εἶναι νὰ ἀρνούμεθα τὴν πρόσκληση τοῦ Θεοῦ ἐπειδὴ ἔχουμε ἀπορροφηθεῖ ἀπὸ τὰ ἐπίγεια. Ἤ περισσότερο ὅταν κοινωνοῦμε γιὰ νὰ ἐκπληρώσουμε μιὰ ὑποχρέωση ἤ γιὰ τὸ ἔθιμο ἤ ἀκόμη γιὰ τὸ καλὸ ! Ἄλλοι πάλι δὲν κοινωνοῦν ἐπειδὴ θεωροῦν τὸν ἑαυτό τους ἀνάξιο. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Κασσιανὸς γράφει « Δὲν πρέπει νὰ ἀποφεύγουμε τὴν Θεία Κοινωνία, ἐπειδὴ θεωροῦμε τὸν ἑαυτό μας ἁμαρτωλό. Ἀντίθετα πρέπει νὰ προσερχόμαστε πολὺ πιὸ συχνὰ γιὰ τὴν θεραπεία τῆς ψυχῆς καὶ τὴν καθαρότητα τοῦ Πνεύματος, ἀλλὰ μὲ τόση ταπείνωση καὶ πίστη ποὺ νὰ θεωροῦμε τὸν ἑαυτό μας ἀνάξιο. Καὶ τοῦτο διότι ἡ ἁγιότητα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἐκείνη ποὺ μᾶς κάνει ἀξίους νά κοινωνοῦμε τὰ δῶρα Του καὶ ὄχι ἡ δική μας».
Ἡ συνεχὴς Κοινωνία εἶναι τὸ ἰδεῶδες τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Δὲν πρόκειται γιὰ καμμιὰ ὑποχρέωση ἀλλὰ γιὰ πράξη ἀγάπης καὶ λατρείας πρὸς τὸν Θεό, ἀρκεῖ νὰ εἴμαστε ἀνέγκλητοι ἀπὸ τὸν πνευματικό μας.
Ἀδελφοί μου, ἄς μὴν ἀρνούμεθα τὴν αἰώνια πρόσκληση στὸ Δεῖπνο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, γιὰ νὰ μὴ στερηθοῦμε τὴ χαρὰ τῆς κοινωνίας μας μὲ τὸν Θεό. Ἀμήν.
22 Δεκεμβρίου 2019
Μόνο τρεῖς ἡμέρες ὑπολείπονται, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἀπὸ τὴν μεγάλη ἡμέρα τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἡ κοσμοχαρμόσυνη ἑορτὴ γιὰ τὴν ὁποία προετοιμαζόμαστε ἐπὶ σαράντα ἡμέρες, τόσο μὲ τὴν καθιερωμένη νηστεία, ὅσο καὶ μὲ τὴ θεία λατρεία τῆς Ἐκκλησίας μας, τὴν γεμάτη ἀπὸ ἐπίκαιρους ὕμνους καὶ βοηθητικὰ πρὸς τὸν σκοπό τους ἀναγνώσματα.
Μόνο τρεῖς ἡμέρες ὑπολείπονται, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἀπὸ τὴν μεγάλη ἡμέρα τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἡ κοσμοχαρμόσυνη ἑορτὴ γιὰ τὴν ὁποία προετοιμαζόμαστε ἐπὶ σαράντα ἡμέρες, τόσο μὲ τὴν καθιερωμένη νηστεία, ὅσο καὶ μὲ τὴ θεία λατρεία τῆς Ἐκκλησίας μας, τὴν γεμάτη ἀπὸ ἐπίκαιρους ὕμνους καὶ βοηθητικὰ πρὸς τὸν σκοπό τους ἀναγνώσματα.
«Βίβλος γενέσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, υἱοῦ Δαβίδ, υἱοῦ Ἀβραάμ».
Ὁ γενεαλογικὸς κατάλογος ποὺ ἀκούσαμε, φανερώνει καὶ ἐπιβεβαιώνει, ὅτι αὐτὸς ποὺ γεννήθηκε στὴ Βηθλεὲμ ἀπὸ τὴν Παναγία Παρθένο, εἶναι πράγματι ὁ Σωτῆρας καὶ Λυτρωτὴς τοῦ κόσμου.
Εἶναι ἀξιοσημείωτη ἡ ἀναφορὰ στὸ πῶς ἔγινε ἡ ἐκπλήρωση τῆς ἐπαγγελίας τοῦ Θεοῦ, ὅπως μᾶς τὴν διηγεῖται ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος στὸ δεύτερο μέρος τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου.
Τὸ ἐλπιδοφόρο καὶ χαρούμενο μήνυμα τῆς συλλήψεως τοῦ Θεανθρώπου ἀνήγγειλε ὁ Ἀρχάγγελος στὴν Ἀειπάρθενο Κόρη τῆς Ναζαρέτ. Ἐκείνη γίνεται Μητέρα τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ἰωσήφ, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὸ γένος τοῦ Δαβίδ, δὲν ἐγνώριζε τὸ πέρα ἀπὸ κάθε νοῦ μυστήριο τῆς Θείας Σαρκώσεως. Ἀρραβωνιασμένος μὲ τὴν Παρθένο Μαρία, ἔμεινε ἔκπληκτος ὅταν ἀντελήφθη τὴν κυοφορία Της. Μάλιστα σκέφθηκε νὰ τὴν ἀπομακρύνει κρυφά.
Ἦταν ὅμως οἰκονομία Θεοῦ νὰ μνηστευθεῖ ἡ Παρθένος Μαρία τὸν Ἰωσήφ, γιὰ νὰ προστατευθεῖ ἀπὸ τὶς ὑπόνοιες τῶν ἀνθρώπων καὶ νὰ μείνει δίπλα Της ὡς φύλακας ἄγγελος, προστάτης καὶ βοηθὸς στὴ γέννα, καὶ ἀργότερα στοὺς κινδύνους, στὶς κακουχίες, στοὺς διωγμοὺς καὶ στὶς θλίψεις. Τὸν χρησιμοποίησε ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ στὴ διακονία τῆς φανέρωσης τοῦ θελήματός Του. Τὸν διάλεξε ὡς ἐνάρετο, σώφρωνα καὶ δίκαιο. Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς ἐφάνη στὸν ὕπνο του ἄγγελος Κυρίου: «Ἰωσήφ, ἀπόγονε τοῦ Δαβίδ, μὴ φοβηθεῖς νὰ παραλάβεις Μαριὰμ τὴν μνηστή σου, γιατὶ τὸ παιδὶ ποὺ κρατάει μέσα της εἶναι ὑπερφυσικὴ καὶ θαυμαστὴ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ Παρθένος Μαρία θὰ γεννήση υἱόν καὶ σύ, ὁ ὁποῖος θεωρεῖσαι καὶ ἀναγνωρίζεσαι στὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων σὰν πατέρας καὶ προστάτης, θὰ τὸν ὀνομάσεις Ἰησοῦν, ποὺ σημαίνει Σωτῆρας. Θὰ πάρει τὸ ὄνομα αὐτό, γιατὶ εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ θὰ σώσει ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες τὸν λαὸν τοῦ Θεοῦ». Καὶ νά, λάμπει πάλι ἡ ἀρετὴ τοῦ Ἰωσήφ καὶ ἀκτινοβολεῖ ἡ ἁγιότητά του, ἡ πίστη καὶ ἡ ὑπακοή του, ἀφοῦ «...ἐποίησεν ὡς προσέταξεν αὐτῷ ὁ ἄγγελος Κυρίου…..». Παραλαμβάνει τὴν Μαριάμ. Καί ὅταν ἦλθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου καὶ ἐγέννησε τὸ Θεῖο Βρέφος, τοῦ ἔδωσε τὸ ὄνομα Ἰησοῦς, ποὺ φανερώνει τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ στὸν κόσμο καὶ εἶναι ἡ σωτηρία καί ἡ λύτρωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν ἁμαρτία καὶ τὸν αἰώνιο θάνατο. Ἦρθε στὴ γῆ, ἔγινε ὅμοιος μὲ ἐμᾶς, χωρὶς ἁμαρτία, γιὰ νὰ μᾶς χαρίσει τὴν υἱοθεσία καὶ νὰ μᾶς ἀποκαταστήσει στὴν αἰώνια βασιλεία.
Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ἀναφερόμενος στὸ γεγονὸς τῆς Θείας Σαρκώσεως, γράφει: «Ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο, ἵνα τόν ἄνθρωπον δεκτικὸν θεότητος ποιήση, ἐπτώχευσεν, ἵνα ἡμεῖς τῇ Ἐκείνου πτωχείᾳ πλουτήσωμεν. Δούλου μορφὴν ἔλαβεν, ἵνα ἡμεῖς τὴν ἐλευθερίαν ἀπολάβωμεν. Κατῆλθεν, ἵνα ἡμεῖς ὑψωθῶμεν.»
Ἀδελφοί μου, σέ λίγο θά ἑορτάσουμε πάλι τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ. Ἄς ἑορτάσουμε κατὰ τρόπο θεϊκὸ καὶ ὑπερκόσμιο, ὄχι κοσμικό, ὅπως προτρέπει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Ἐφέτος ἄς μὴ περιορίσουμε τὸν ἑορτασμὸ στοὺς τύπους, μὲ τὴ συνείδηση ὅτι αὐτὴ ἡ γιορτὴ ἕνωσε τὸν οὐρανὸ μὲ τὴ γῆ καὶ μπορεῖ νὰ διώξει τὴν κατάρα καὶ νὰ γεννήσει ἀνάμεσά μας τὸν Ἐμμανουὴλ, δηλαδὴ τὴν εὐλογία καὶ τὴ λύτρωση ποὺ ἔχουμε ἀνάγκη ὅσο ποτέ. Ἀμήν.
29 Δεκεμβρίου 2019
Ὅλα ὅσα ἀφοροῦν τὸν Δεσπότη Χριστὸ εἶναι θαυμαστὰ καὶ παράδοξα καὶ καταδεικνύουν τὴν οὐσιαστική Του κυριότητα. Μόνο μὲ τὸν λόγο καὶ τὴ θέλησή Tου δημιούργησε τὰ πάντα ἐκ τοῦ μὴ ὄντος, τὸν οὐρανὸ καὶ τὴ γῆ καὶ ὅλα ὅσα περιέχονται στὴ συμπαντικὴ πραγματικότητα. Ἀπὸ τοὺς φωτόμορφους ἀγγέλους, τὸν ἐντυπωσιακὸ ὑλικὸ κόσμο τῶν πλανητῶν καὶ τῶν ἀστέρων, τὰ πλήθη τῶν πετεινῶν, τὰ ἐφήμερα καὶ ταπεινὰ ἄνθη, τὰ ἐνάλια καὶ τὰ χερσαῖα πλάσματα, μέχρι τήν κορωνίδα ὅλων, τὸν κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσιν Αὐτοῦ ἄνθρωπο. Τὰ πάντα λαμβάνουν τὸ εἶναι τους καὶ διακρατοῦνται στὴν ὕπαρξη, χάρη στὴ δύναμη καὶ σοφία τοῦ Κτίστη. Ὅλα τοῦτα δὲν κάνουν τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὸ νὰ διαλαλοῦν τὴν κυριότητα καὶ τὸ μεγαλεῖο του Θεοῦ.
Τὸ πλέον θαυμαστὸ ὅμως, τὸ ἄγνωστο καὶ κεκρυμμένο μυστήριο μυστηρίων, εἶναι ἡ Ἐνανθρώπηση τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ. Αὐτὴ εἶναι παράδοξη, διότι συντελεῖται μὲ τέτοιο τρόπο ποὺ οἱ νόμοι τῆς φύσεως νικῶνται. Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ συλλαμβάνεται στὴν ἄσπιλη καὶ παρθενικὴ γαστέρα τῆς Παναγίας, τὴν ὁποία τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καθιστᾶ ναὸ τοῦ Ὑψίστου Θεοῦ. Ἡ ταπεινὴ κόρη Μαριὰμ γίνεται μητέρα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ἡ παρθενία της διατηρεῖται καὶ ἡ ἀφθαρσία της δὲν βλάπτεται. Ἡ ἀλόχευτος γαστήρ της τίκτει, χωρὶς φυσιολογικὸ στοὺς ἀνθρώπους τρόπο. Ὁ Θεὸς ταπεινώνεται, κενώνοντας τὸν ἑαυτό του καὶ οἰκονομώντας τὸ μυστήριο τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων. Ἡ Ἐνανθρώπηση εἶναι ἡ γέννηση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ἐκ παρθένου καὶ ἡ ἐπιδημία του ἐπὶ τῆς γῆς. Ὁ ὑπερφυὴς τόκος, ὁ ὁποῖος παραμένει ἀνερμήνευτο μυστήριο, δὲν ἐλάττωσε τὴ θεότητα τοῦ Χριστοῦ οὔτε καὶ ἀλλοίωσε τὴν ἄκτιστό του φύση, οὔτε μείωσε τὴ θεϊκή του δύναμη, οὔτε χώρισε τὸν Υἱὸ ἀπὸ τὴν ὑπόλοιπη Τριάδα. Ἀντ’ αὐτοῦ ὅμως ἡ γέννηση σχημάτισε σὲ κτιστὴ μορφὴ τὸν κτίστη τῶν ἁπάντων καὶ ἡ σάρκωση εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα ὁ κόσμος νὰ χωρέσει τὸν ἀχώρητο. Ὁ ἄναρχος ἄρχεται, χωρὶς ἡ Τριάδα νὰ ὑποστεῖ ἀλλοίωση. Ὁ Υἱὸς ἑνώνεται ἀσύγχυτα μὲ τὴν ἀνθρώπινη σάρκα καὶ παραμένοντας Υἱὸς τοῦ Θεοῦ γίνεται καὶ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Ἐνανθρωπήσας Θεὸς γίνεται κατὰ πάντα ὅμοιος μὲ ἐμᾶς, πλὴν τῆς ἁμαρτίας, γιὰ νὰ λύσει τὴν κατάρα καὶ νὰ μᾶς ἐλευθερώσει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ τὸν θάνατο. Ὁ σαρκωθεὶς Θεὸς νέκρωσε τὸν θάνατο διὰ τοῦ τάφου του καὶ προσέφερε στὴν ἀνθρώπινη φύση δόξα μέσα ἀπὸ τὴν δική του ἀτίμωση.
Ὁ Δεσπότης Χριστὸς ἀποτελεῖ τὸν δεύτερο Ἀδάμ, διότι καὶ ὁ πρῶτος Ἀδὰμ ἦταν τύπος, κατὰ σάρκα, τοῦ Χριστοῦ. Ὁ δοῦλος, δηλαδὴ ὁ Ἀδάμ, ἦταν ἀρχὴ τῆς ἀνθρώπινης φύσης, ὁ Δεσπότης ἀρχὴ τῆς ἀτελεύτητης ζωῆς. Τὸν Ἀδὰμ πλαστούργησαν τά χέρια τοῦ Θεοῦ, ὁ Υἱὸς σαρκώθηκε μὲ τὸν τρόπο ποὺ μόνο αὐτὸς γνωρίζει. Ὁ Ἀδὰμ ἔγινε κατ’ εἰκόνα Θεοῦ, ἐνῶ ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ ἄκτιστη εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἀδὰμ ἐμψυχώθηκε διὰ τοῦ θείου ἐμφυσήματος, ὁ Δεσπότης ἐμφανίστηκε ὑπὸ μορφὴ δούλου. Ὁ Ἀδὰμ εἶχε ὡς ἐνδιαίτημα τὸν παράδεισο καὶ ὁ Δεσπότης ὡς θρόνο τὸν οὐρανό. Ὁ Ἀδὰμ ἦταν ἡ κορωνίδα τῆς κτίσεως, ὅμως ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Ἀδὰμ πῆρε καὶ ἔφαγε ἀπὸ τὸν ἀπαγορευμένο καρπὸ καὶ εἰσήγαγε στὸν κόσμο τὸν θάνατο. Ὁ Δεσπότης Χριστὸς ἅπλωσε τὰ χέρια του στὸν Σταυρὸ καὶ λύτρωσε τὸν κόσμο. Ὁ Ἀδὰμ παρακούοντας τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ ἐκπίπτει τῆς δόξας τοῦ παραδείσου, παρασύροντας στὴ φθορὰ ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Ὁ Ἐνανθρωπήσας Υἱός, ὑπακούοντας στὸν Πατέρα γίνεται τὸ ἀρχέτυπο καὶ ἡ νέα μήτρα τῆς ἀνθρωπότητας γιὰ τὴν καινὴ ζωὴ καὶ τὴν ἐπαναγωγὴ τῶν πάντων στὴν ἀρχική τους δόξα.
Ὁ Δεσπότης Χριστὸς ἐξ οὐρανῶν ἐπεδήμησε στὴ γῆ καὶ σαρκωθεὶς ἐξ ἀπειράνδρου κόρης προσέφερε στὸν κόσμο τὴ σωτηρία. Αὐτὸ τό γεγονὸς εἶναι ἀφορμὴ πανηγύρεως. Αὐτὸ ἀποτελεῖ τὸν κόσμο τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὸ φαιδρύνει τὴ ζωή μας. Αὐτὸ μεταβάλλει τὸ λυπηρὸ τῆς ἔμπονης πραγματικότητάς μας. Αὐτὸ φανερώνει τὴν ἀνατολὴ τῆς ὄντως ζωῆς μας. Αὐτὸ εἶναι αἴτιο πνευματικῆς χαρᾶς. Τέτοιες ὀφείλουν νὰ εἶναι οἱ χριστιανικὲς πανηγύρεις μας, θεῖες καὶ παράδοξες. Ἔτσι γίνονται ἀναζητήσιμες πηγὲς καὶ θησαυροὶ σωτηρίας.