en ru


Ὅσιος Τιμόθεος

Ἐπίσκοπος Εὐρίπου

ὁ ἀνεξίκακος ἡσυχαστὴς τῆς Βραυρῶνος

 

Ἡ μνήμη του τελεῖται στὶς 16 Αὐγούστου


Ag Timotheos panel001

 Ὁ Ἅγ. Τιμόθεος. Ἔργο Ρ. Κοψίδη, Ἱ.Μ. Πεντέλης (1971)

 

Ὁ ταπεινὸς στὸ φρόνημα καὶ μεγάλος στὴν ἀρετή, θεοπρόβλητος καὶ λαοφίλητος ἐπίσκοπος Εὐρίπου Τιμόθεος ἀποτελεῖ πρότυπο ἀγαθοῦ, ἀνεξίκακου καὶ συγχωρητικοῦ ἡσυχαστῆ. Καυχᾶται γιὰ τὰ σπάργανά του ὁ Κάλαμος τῆς Ἀττικῆς, γιὰ τὴν φιλόθεη ποιμαντορία του ἡ νῆσος τοῦ Εὐρίπου, γιὰ τὸν κτίτορά της ἡ Μονὴ τῆς Πεντέλης, γιὰ τὸν χαρισματικὸ ἡσυχαστή της ἡ Βραυρῶνα καὶ γιὰ τὸν καθαγιαστή της ἡ μικρὴ νῆσος τῆς Κέας. Πάνω ἀπ’ ὅλα ὅμως τὰ μέρη ποὺ εἶχαν τὴν εὐλογία τοῦ ὁσιακοῦ ἀπ’αὐτὰ περάσματος τοῦ ἁγίου Τιμοθέου καυχᾶται ἡ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία γιὰ τὸν ποιμένα της, τὸν «εἰς τύπον καὶ τόπον Χριστοῦ», τὸν προικισμένο μὲ τὰ προσόντα, τὰ ὁποῖα μᾶς ἀπαριθμεῖ ὁ θεῖος ἀπόστολος Παῦλος γιὰ τὸν ἀληθῆ ποιμένα, ποὺ ὀφείλει νὰ  εἶναι «ὅσιος, ἄκακος, ἀμίαντος, κεχωρισμένος ἀπὸ τῶν ἁμαρτωλῶν» (Ἑβρ. ζ΄ 26).

Ὁ ὅσιος Τιμόθεος σ’ ὅλη του τὴ ζωὴ ἀπευθυνόταν πρὸς τὸν φιλάνθρωπο Κύριο εἴτε ζητώντας τὴν ἀρωγή Του εἴτε δοξολογώντας Τον γιὰ τὶς εὐεργεσίες Του ἐφαρμόζοντας τὸ λόγιον: «Τῇ προσευχῇ προσκαρτερεῖτε» (Κολασ. δ΄ 2). Συμπονοῦσε κάθε ἕνα ποὺ εἶχε ἀνάγκη, ἔσπευδε νὰ ἔλθει ἀρωγὸς σὲ ὅλους τοὺς δοκιμαζομένους, μακροθυμοῦσε στὴν κακὴ συμπεριφορὰ τῶν ἄλλων, ἀνεχόταν τὶς ἀδυναμίες τους καὶ αὐτῶν ἀκόμη ποὺ φέρονταν ἐχθρικὰ ἀπέναντί του καὶ ὅλους τοὺς συγχωροῦσε ἀκολουθώντας τὸ παράδειγμα τοῦ Χριστοῦ μας, ὁ ὁποῖος χαρίσθηκε σὲ μᾶς καὶ μᾶς συγχώρησε τὶς ἀνομίες. Ἐφάρμοζε στὴν πράξη τὴν προτροπή: «Ἐνδύσασθε σπλάγχνα οἰκτιρμοῦ, χρηστότητα, ταπεινοφροσύνην, πραότητα, μακροθυμίαν, ἀνεχόμενοι ἀλλήλων καὶ χαριζόμενοι ἑαυτοῖς, ἐάν τις πρός τινα ἔχῃ μομφήν» (Κολασ. γ΄ 12-13).

 

Ag Timotheos panel002

Ὁ Ἅγ. Τιμόθεος στό σπήλαιο τοῦ Γαργηττοῦ. Ἔργο Γ. Καρποντίνη Ἱ.Μ. Πεντέλης (1978)

 

Ὁ ἀνεξίκακος, αὐστηρὸς στὸν ἑαυτό του καὶ ἐπιεικὴς στοὺς γύρω του ἱεράρχης, κατὰ τὴν ἀποστολικὴ προτροπή, «τὸ ἐπιεικὲς ὑμῶν γνωσθήτω πᾶσιν ἀνθρώποις» (Φιλιπ. δ΄ 5), γεννήθηκε στὸν Κάλαμο τῆς Ἀττικῆς τὸ ἔτος 1510. Χειροτονήθηκε γιὰ τὸν ἔνθεο ζῆλο του ἐπίσκοπος Ὠρεῶν τῆς Εὐβοίας καὶ ἀργότερα καταστάθηκε μητροπολίτης Εὐρίπου, ὅπου, σὰν τὸν λύχνο ποὺ τίθεται πάνω στὴ λυχνία, ἔλαμψε μὲ τὶς ἀρετές του ὄχι μόνο σὲ ὅλη τὴν θεόσωστη ἐπαρχία του, ἂλλὰ καὶ σὲ ὅλη τὴν ὀρθόδοξη ἑλληνικὴ ἐπικράτεια.

Ἡ παρρησία του, μὲ τὴν ὁποία ἔλεγξε τοὺς ἄπιστους Ἀγαρηνοὺς γιὰ τὴ μετατροπὴ τῶν χριστιανικῶν ναῶν τῆς ἐπαρχίας του σὲ τεμένη, κίνησε τὸ μίσος τῶν ἐχθρῶν τῆς πίστεως  καὶ γιὰ νὰ ἀποφύγει τὴν θηριώδη μανία τους κατέφυγε στὴν Ἀττική, ὅπου μετὰ ἀπὸ τὴν εὕρεση τῆς εἰκόνας τῆς Γλυκοφιλούσας Θεοτόκου στὸ ὄρος τῶν Ἀμώμων ἔκτισε τὴν περίδοξη Μονὴ τῆς Πεντέλης. Ὁ ἡσυχαστὴς ὅμως ἐπίσκοπος ζητοῦσε τὴν ἐρημία καὶ ὁ κόσμος ποὺ ἔτρεχε νὰ ἐπισκεφθεῖ τὴν ὁσιότητά του τὸν κούραζε. Ἔτσι, κατέφυγε πρῶτα στὴν ἐρημία τοῦ σπηλαίου τοῦ Γαργητοῦ καὶ ἀργότερα στὸ μικρὸ ἀπόμακρο σπήλαιο τῆς Σκήτης τοῦ ἁγίου Γεωργίου τῆς Βραυρῶνος. Ἐκεῖ σκληραγωγούμενος καὶ προσευχόμενος νύκτα καὶ ἡμέρα ἔφθασε σὲ μέτρα ἀρετῆς ὑψηλὰ καὶ ἀξιώθηκε καὶ θαυματουργικοῦ χαρίσματος. Ἐδῶ ἐπέτρεψε ὁ Θεὸς νὰ φανεῖ καὶ ἡ ἀνεξικακία του, ἡ ὁποία καὶ τοῦ σφράγισε τὴν ἐπίγεια ζωή του.

Κάποια ἡμέρα ἄδικοι πειρατὲς ἐπέδραμαν στὴν περιοχὴ καὶ ἅρπαξαν τὸ παιδὶ μιᾶς πλούσιας Ὀθωμανίδας, ἡ ὁποία ὅριζε κτηματικὰ μεγάλο μέρος τῆς Βραυρῶνος. Ἐκείνη στὴν ἀπελπισία της κατέφυγε στὸν μεγάλο ἡσυχαστῆ, ὁ ὁποῖος μὲ τὴν προσευχή του κατόρθωσε νὰ ἐλευθερώσει τὸ παιδὶ ἀπὸ τὸ στόμα τῶν ἄγριων λύκων. Ἀπὸ εὐχαρίστηση τότε ἡ ἄπιστη Ἀγαρηνὴ δώρησε μεγάλη κτηματικὴ περιουσία στὸν ὅσιο Τιμόθεο. Ἡ κίνησή της ὅμως αὐτὴ προκάλεσε τὸν φθόνο τῶν ἄλλων γαιοκτημόνων τῆς περιοχῆς, οἱ ὁποῖοι φοβήθηκαν ὅτι ὁ ἀσκητὴς θὰ ἔπαιρνε καὶ τὰ κτήματά τους, γιὰ νὰ αὐξήσει τὴν περιουσία του. Δὲν γνώριζαν ὅτι ἐκεῖνος ἦταν οὐρανοπολίτης καὶ πιστὸς τηρητὴς τῶν λόγων τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «Οὐκ ἔχομεν ᾧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπεζητοῦμεν» (Ἑβρ. ιγ΄ 14). Ἔτσι, γιὰ νὰ τὸν ἀναγκάσουν νὰ φύγει ἀπὸ τὴν περιοχή τους καὶ νὰ τοὺς ἀφήσει καὶ τὴν ἔκταση ποὺ ποὺ δώρησε ἡ πλούσια εὐεργέτις του, ἔβαλαν φωτιὰ καὶ κατέκαυσαν τὴν μικρὴ βάρκα, μὲ τὴν ὁποία αὐτὸς ψάρευε.

 

Ag Timotheos panel003

Ἱερός Ναός Ἁγ. Γεωργίου Βραυρῶνος, ὅπου ἀσκήτεψε ὁ Ἅγ. Τιμόθεος

 

Ὁ συγχωρητικὸς ὅσιος Τιμόθεος πικράθηκε βέβαια, ἀλλὰ μακροθυμώντας ἀκολούθησε τὴν φιλοσοφία τοῦ ὁσίου Μαρτινιανοῦ καὶ σιγοψελλίζοντας «φεῦγε καὶ σῴζου» ἐγκατέλειψε τὸ ἀγαπημένο του σπήλαιο καὶ κατευθύνθηκε πρὸς τὴν παραλία. Ἐκεῖ ἔρριξε τὸ ἀσκητικό του ράσο στὸ νερό, ἔκανε τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ και χρησιμοποιώντας το γιὰ βάρκα ἔφυγε γιὰ τὸ νησὶ τῆς Κέας, ὅπου συνέχισε τὴν ἀδιάλειπτη ψυχοτρόφο ἄσκηση μέχρι τὸ εἰρηνικὸ καὶ ὁσιακό του τέλος, τὸ ἔτος 1590.   

Ὁ ἀνεξίκακος ἡσυχαστής, ὁ σπηλαιώτης ἀσκητὴς ἐπίσκοπος, ὁ μιμητὴς τῆς συγχωρητικότητος τοῦ Χριστοῦ μας καὶ τοῦ πρωτομάρτυρος Στεφάνου, δὲν ἀνταπέδωσε τὸν κακὸ διὰ τοῦ κακοῦ σ’ αὐτοὺς ποὺ τὸν φθόνησαν, ἀλλὰ διὰ τοῦ καλοῦ ἐφαρμόζοντας τὸ Παύλειο «Μὴ νικῷ ὑπὸ τοῦ κακοῦ, ἀλλὰ νίκα ἔν τῷ ἀγαθῷ τὸ κακόν» (Ῥωμ. ιβ΄ 21), τὸ ὁποῖο ἀγαθὸ στὴν περίπτωσή του ἦταν ἡ θερμὴ συγχωρητικὴ προσευχή του καὶ ἡ ἑκούσια φυγή του, ἀφοῦ ἐφάρμοζε αὐτὸ τὸ ὁποῖο ἕνας ἄλλος μεγάλος σύγχρονος ἡσυχαστὴς ἔλεγε ἐπιγραμματικά:  «Ὠφελοῦ ἢ ὠφέλει ἢ φεῦγε».

 Βίος, Ἀκολουθία καὶ Παρακλητικὸς Κανὼν Ἁγίου Τιμοθέου pdf

 

Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον
Ἀσκητὴν ἱεράρχην Εὐρίπου σώσαντα
εὐχαῖς αὐτοῦ διαθέρμοις ἐξ ἁρπαγῆς πειρατῶν
γαιοκτήμονος Βραυρῶνος παῖδα μέλψωμεν
ὡς Μεσογαίας ἀσκητὴν θεοείκελον λαμπρῶς,
Τιμόθεον, ἐκβοῶντες· ἐξ ἕρκους πλάνου ὀδόντων
τοὺς ὑμνηπόλους σου ἐξάρπασον.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ Ὑπερμάχῳ
Τὸν  εὐσυμπάθητον, μακρόθυμον, φιλεύσπλαγχνον,
ἐπιεικῆ καὶ ἀνεξίκακον τιμήσωμεν
ἱεράρχην τὸν ἀσκήσαντα ἐν Βραυρῶνι
ὡς δοχεῖον θείας χάριτος πολύτιμον
καὶ ταμεῖον ὁσιότητος ἀδάπανον
πόθῳ κράζοντες· Χαίροις, μάκαρ Τιμόθεε.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις, τοῦ Εὐρίπου σεπτὸς ποιμήν,
ὁ ἐν τῇ Βραυρῶνι  ἐνασκήσας θεοπρεπῶς
καὶ θαυματουργήσας ὡς Παρακλήτου σκεῦος
καὶ ἀρετῶν δοχεῖον, μάκαρ Τιμόθεε.


Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας



Ὁ ἅγιος Μιχαὴλ ὁ Χωνιάτης


Ἡ μνήμη του τιμᾶται στὶς 4 Ἰουλίου


Ag Mixahl panel002

Καλύβια. Ἅγιος Πέτρος στοὺς “ Ἐννέα Πύργους”. Ἡ προσωπογραφία τοῦ Ἁγίου Μιχαήλ  (1232)

 

Ἡ Ἀθήνα τοῦ φιλοσοφικοῦ στοχασμοῦ, τῆς παιδείας καὶ τῶν γραμμάτων, τὸ “κλεινὸν ἄστυ”, ὅπως τὴν ἐπονόμαζαν, ἦλθε ἐποχὴ ποὺ πέρασε σὲ πνευματικὸ μαρασμό, σὲ κοινωνικὴ ἐξαθλίωση. Κάθε ἀρχὴ ἔχει καὶ τὸ τέλος της, κάθε ἄνοιξη ἀκολουθεῖται ἀπὸ τὸ φθινόπωρο, κάθε ἄνοδος συνοδεύεται ἀπὸ πτώση, τὴν περίοδο τῶν παχειῶν ἀγελάδων ἀκολουθεῖ ἡ περίοδος τῶν ἰσχνῶν.

Ἔτσι καὶ στὴν Ἀθήνα ἦλθε ἐποχὴ ποὺ τὸ φῶς τοῦ Περικλέους,τοῦ Σωκράτους, τοῦ Πλάτωνος, τῶν Στωϊκῶν καὶ Ἐπικουρείων φιλοσόφων, τοῦ Ἀρείου Πάγου, τοῦ χριστιανοῦ φιλοσόφου Ἀριστείδου, τοῦ ἀπολογητοῦ Ἀθηναγόρου, τῆς πανεπιστημιακῆς μορφώσεως τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καὶ τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, ἔσβησε γιὰ νὰ ἀκολουθήσει ἡ ἀσέληνη νύκτα τοῦ πνευματικοῦ σκότους.

Σ’ αὐτὴ τὴν ἐποχὴ ποὺ ἡ εὔσημη πρωτεύουσα τῶν γραμμάτων κατήντησε ἄσημη ἐπέλεξε ὁ Θεὸς νὰ ἀνατείλει στὴν Ἀθήνα τὸ φωτεινὸ ἄστρο τοῦ Ἐπισκόπου Μιχαὴλ τοῦ Χωνιάτου. Τοῦ ἱεράρχη, ποὺ ἔχοντας πρότυπο τὸν μεγάλο ἀρχιερέα, Χριστό, ἔγινε ὁ Ποιμὴν ὁ Καλὸς τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ γνωρίζει τὰ πρόβατα τῆς ποίμνης Του μὲ τὸ ὄνομά τους καὶ γνωρίζεται ἀπὸ αὐτὰ (Ἰω. ι΄14). Τοῦ ποιμένος ποὺ διακινδυνεύει καὶ τὴ ζωή του ἀκόμη, τὴν προσφέρει, τὴ θυσιάζει, γιὰ νὰ σώσει ἀπὸ κινδύνους καὶ σφαγὴ καὶ θάνατο τὰ πρόβατά του, ἀφοῦ “ὁ ποιμὴν ὁ καλὸς τὴν ψυχὴν αὐτοῦ τίθησιν ὑπὲρ τῶν προβάτων” (Ἰω. ι΄ 11).

 

Ag Mixahl panel001

Μολυβδόβουλλο τοῦ ἁγίου Μιχαήλ τοῦ Χωνιάτου (Θήβα, 13ος αἰώνας)

 

Σεμνύνονται οἱ Χῶνες τῆς Φρυγίας γιὰ τὴ γέννηση τοῦ Μιχαὴλ στὰ 1138 μ. Χ. Οἱ Χῶνες, ποὺ ἔχουν συνδέσει τὴν ἱστορία τους καὶ τὴν ὀνομασία τους μὲ τὸ μεγάλο θαῦμα ποὺ ἐπιτέλεσε σ’ αὐτὲς ὁ ἀρχιστράτηγος Μιχαήλ, ἀλλάζοντας τὸ ρεῦμα τοῦ ποταμοῦ, γιὰ νὰ σώσει τὸν ναό του. Σ’ αὐτὴ τὴν πόλη τοῦ Ταξιάρχη ὁ φερώνυμος τοῦ Μιχαὴλ εἶδε τὸ φῶς τοῦ ἥλιου καὶ μαθήτευσε κοντὰ στὸ Μητροπολίτη της Νικήτα, ὁ ὁποῖος γιὰ τὴν πίστη καὶ τὴν καθαρὴ βιοτή του ἀξιώθηκε καὶ προφητικοῦ χαρίσματος. Στὴ συνέχεια ὁλοκλήρωσε τὶς σπουδές του στὴν Κωνσταντινούπολη πλησίον τοῦ μετέπειτα Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης Εὐσταθίου. Ἔτσι ὁ Μιχαὴλ ἔγινε κάτοχος τῆς παιδείας τῆς ἐποχῆς του καὶ τὸν διέκρινε ἡ εὐρυμάθεια καὶ ἡ σοφία.

Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἡ θεία χάρις ἔφερε τὰ βήματά του στὸ Πατριαρχεῖο, στὸ ὁποῖο διακόνησε μὲ περισσὴ εὐλάβεια καὶ ταπείνωση. Αὐτό, γιὰ νὰ ἐπιβραβεύσει τοὺς κόπους του, τοῦ ἔκανε πρόταση νὰ ἀναλάβει τὴ Μητρόπολη τῶν Ἀθηνῶν, ὅταν αὐτὴ χήρεψε, γεγονὸς ποὺ συγκλόνισε τὸν ἄνθρωπο τῶν γραμμάτων Μιχαήλ, αὐτὸν ποὺ ὁραματιζόταν μιὰν Ἀθήνα ἔνδοξη στὸ διηνεκὲς, ἀνεξάντλητη πηγὴ γραμμάτων καὶ παιδείας.

Ὅταν ἔφθασε στὴν Ἀθήνα, ὁ Μιχαὴλ βρῆκε τὴν “κατείδωλον πόλιν” (Πράξ. ιζ΄ 16) τῶν δεισιδαιμόνων Ἀθηναίων, ὅπως τὴν χαρακτήρισε ἄλλοτε ὁ ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν Παῦλος, μιὰ πόλη ἄσημη, γηρασμένη, μὲ ἀνθρώπους πτωχούς, κατατρεγμένους,ἐμπεριστάτους, ποὺ μὲ δυσκολία ἀντιμετώπιζαν τὶς βιοτικὲς μέριμνες καὶ ζοῦσαν μὲ ἔντονο τὸ φόβο τῶν πειρατικῶν ἐπιδρομῶν.

Ἡ Ἀθήνα ποὺ ὀνειρευόταν παρέμενε μόνο στὴ φαντασία του. Δὲν πτοήθηκε, ὅμως, οὔτε ἀπογοητεύτηκε. Ἀνασκουμπώθηκε καὶ “περιζωσάμενος τὴν ὀσφὺν” (Ἐφεσ. στ΄ 14) ἄρχισε νὰ ἐργάζεται γιὰ τὴν ἀνακούφιση τῆς λογικῆς του ἀγέλης. Δὲν ἔδωσε ὕπνο στοὺς ὀφθαλμούς του, ἀνάπαυση στοὺς κροτάφους του καὶ νυσταγμὸ στὰ βλέφαρά του μιμούμενος τὸν ἱερὸ ψαλμωδό (Ψαλμ. 131, 4). Ἀγάπησε τὴν Ἀθήνα καὶ ἀγαπήθηκε ἀπὸ αὐτήν. Ὁ ἄλλοτε πάγκαλος Παρθενώνας ποὺ στέγαζε τὴν ἐκκλησιὰ τῆς Παναγίας τῆς Ἀθηνιώτισσας τράβηξε τὴν προσοχή του. Μὲ τὰ φτωχικὰ μέσα ποὺ διέθετε τὴν ἀνακαίνισε καὶ τὴν ἐξωράϊσε. Ὁ λόγος του πάντοτε μὲ χάρη “ἅλατι ἠρτυμένος” (Κολασ. δ΄ 6) νοστίμευε τὴ ζωὴ τῶν πολιτῶν τοῦ ἄστεως καὶ τῶν χωρικῶν τῆς Ἀττικῆς, τοὺς ὁποίους τακτικὰ ἐπισκεπτόταν, γιὰ νὰ τοὺς τονώσει τὴν πίστη καὶ τὸ ὀρθόδοξο φρόνημα.

Στενὸ σύνδεσμο δὲν εἶχε μόνο μὲ αὐτοὺς ἀλλά, ὡς ἐραστὴς τῆς ἡσυχίας καὶ τῆς νήψεως, καὶ μὲ τοὺς ἀσκητὲς τῆς ἐπαρχίας του,ὅπως αὐτοὺς τοῦ σπηλαίου καὶ ὅλου τοῦ Πανείου ὄρους, ποὺ βρίσκεται πάνω ἀπὸ τὴν Κερατέα, καὶ τὸ ὁποῖο ἀποκαλοῦσε Χωρήβ, δηλαδὴ θεοβάδιστο ὡς τὸ Σιναῖο, γιὰ τὸ πλῆθος τῶν ἀσκουμένων σ’ αὐτό. Ἡ κατάληψη ὅμως τῶν Ἀθηνῶν ἀπὸ τοὺς Βουργουνδίους εἰσβολεῖς στὰ 1204 μ. Χ. καὶ ἡ ἀπαγόρευση ἀπ’ αὐτοὺς ἐξασκήσεως τῶν πνευματικῶν καὶ ποιμαντικῶν του καθηκόντων ἀνάγκασε τὸν Μιχαὴλ σὲ ἑκουσία ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὸ θρόνο του καὶ τὸ ποίμνιό του καὶ ἐξορία του στὴ Θεσσαλονίκη, στὴν Εὔβοια καὶ στὴν Κέα, ὅπου παρέμεινε γιὰ δέκα χρόνια ἐργαζόμενος, ἰδίως μὲ τὴν ἀλληλογραφία του, γιὰ τὴ χειμαζόμενη ἀγέλη του.

 

Ag Mixahl panel003Καλύβια Κουβαρᾶ Ἅγιος Πέτρος (12ος αἰώνας).

 

Σπάνια βρίσκει κανεὶς τέτοιους ποιμένες, ἀφοῦ ἔστω καὶ ἀπὸ μακριὰ πότιζε τὸ ποίμνιό του μὲ τὸ σωτήριο “ὕδωρ τὸ ἐκ πέτρας” (Ἠσ. μη΄ 21), μιᾶς καὶ ἔφυγε ἀπὸ κοντά του ὄχι ὅπως ὁ μισθωτὸς ποιμένας, ὁ ὁποῖος στοὺς κινδύνους ἐγκαταλείπει τὰ πρόβατα,γιατὶ “οὐ μέλλει αὐτῷ περὶ τῶν προβάτων” (Ἰω. ι΄ 13), ἀλλὰ γιὰ νὰ μπορεῖ ἀπὸ μακριὰ ἐλεύθερος καὶ ἀνενόχλητος νὰ τὸ νουθετεῖ καὶ νὰ τὸ κατευθύνει πρὸς τοὺς λειμῶνες τῆς σωτηρίας.

Πρὸς τὸ τέλος τῆς ζωῆς του ὁ πολὺς Μιχαήλ, ὁ ἱεράρχης τῆς προσευχῆς καὶ τῆς ἔμπρακτης ἀγάπης, ὁ ὁποῖος εἶχε τὴν πράξη“εἰς θεωρίας ἐπίβασιν”, ἀπεσύρθη στὴ μονὴ τοῦ Τιμίου Προδρόμου Μουντινίτζης παρὰ τὶς Θερμοπύλες, ὅπου καὶ εἰρηνικὰ παρέδωσε τὸ πνεῦμά του στὰ χέρια τοῦ “Θεοῦ τοῦ ζῶντος” (Ἑβρ. ι΄ 31) τὸ 1222 μ. Χ., ἀφήνοντας πίσω του πλούσιο συγγραφικὸ ἔργο καὶ φήμη ὁσίου, λογίου, πράου καὶ ταπεινοῦ ἱεράρχου.

 Ἀκολουθία Ἁγίου Μιχαὴλ pdf

 

 

Ἀπολυτίκιον.Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον
Ἀρετῇ διαπρέψας καὶ ἁγιότητι, ποιμαντικῇ ἐπιστήμῃ καὶ
ἀκραιφνεῖ βιοτῇ Ἀθηναίων στυλοβάτης ἐχρημάτισας,
ὦ Χωνιᾶτα Μιχαήλ, ἱεράρχα κραταιὲ καὶ ἄριστε ποιμενάρχα·
διὸ καὶ εἴληφας χάριν ὑπὲρ ἡμῶν πρεσβεύειν πάντοτε.


Ἕτερον ὅμοιον
Ἀθηνῶν ἱεράρχην τὸν λογιώτατον καὶ συμπαθῆ
ὡς ἀγώνων συμμεριστὴν τοῦ λαοῦ καὶ αὐτοῦ τῆς ἀγωνίας
ὕμνοις μέλψωμεν νῦν, Χωνιάτην Μιχαήλ, τῆς σοφίας ποταμὸν
καὶ κρήνην εὐρυμαθείας, αὐτοῦ λιτὰς τὰς ἀόκνους πρὸς τὸν
Σωτῆρα ἐκδεχόμενοι.


Κοντάκιον.
Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ Ὑπερμάχῳ
Τὸν ἱεράρχην Ἀθηνῶν λαμπρῶς ὑμνήσωμεν τὸν λογιώ-
τατον, φιλάνθρωπον, διδάσκαλον, κουφιστὴν τῶν ἐν
ἀνάγκαις καὶ ἀσκουμένων ἐν σπηλαίοις ζηλωτήν, ὡς βά-
θρον πίστεως, Μιχαὴλ τὸν Χωνιάτην, ὕμνοις πρέπουσι πί-
στει ψάλλοντες· Χαίροις, πάτερ θειότατε.

Μεγαλυνάριον
Τῆς θεοσοφίας καθηγητὴν,
Χωνιάτην θεῖον, ὑπερένδοξον Μιχαήλ,
τὸν τῆς Μεσογαίας φρουρόν καὶ πολιοῦχον
ὡς σύναυλον ἀγγέλων ἐγκωμιάσωμεν.

 


Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας