en ru

ΜΕΝΟΥΜΕ ΑΝΘΡΩΠΟΙ - ΓΙΝΟΜΑΣΤΕ ΑΝΘΡΩΠΟΙ[1]

Μητροπολίτου Μεσογαίας & Λαυρεωτικής Νικολάου

Πριν από ο,τιδήποτε άλλο, θα ήθελα να εκφράσω δημόσια και την έκπληξη για την τιμή, και την ευγνωμοσύνη μου για την ευμενή κρίση και ευνοϊκή ανα­γνώριση. Γνωρίζω πολύ καλά ότι σε όλη αυτήν την πράξη και απόφαση της ανά­δειξής μου σε επίτιμο διδάκτορα του Παντείου Πανεπι­στημίου υπάρχει μια υπερ­βολή. Ούτε αξίζω κάτι τέτοιο ούτε και ο χαρα­κτήρας της ζωής μου δικαιολογεί μια προσδοκία αναγνώ­ρισης αυτού του τύπου. Αυτό που τελικά το επέβαλε δεν είναι ασφαλώς η αξία μου, αλλά η ευγένεια και αγάπη σας. Ξεκινώ λοιπόν με αυτήν την δημόσια ομολογία και προχωρώ με την έκφραση της ειλικρινούς ευγνωμο­σύνης μου.

Είναι σημαντικό για μένα, 90 ακριβώς χρόνια από την ίδρυση εδώ της πρώτης Σχολής πολιτικών επιστημών στην Ελλάδα, 90 χρόνια από τον θάνατο του Αλέ­ξανδρου Πάντου, τον Ιούνιο του 1930, να τιμώμαι στον χώρο αυτόν των οραμάτων και των ελπίδων του, που σχεδόν για έναν αιώ­να παράγει γνώση και προάγει τη σοφία, και να πατώ στο βήμα αυτό που σφρα­γί­στηκε από τον λόγο χαρισματικών δασκάλων και φιλοξένησε διάσημους επιστήμονες, εξέ­χουσες προσωπι­κότητες, σπά­νιους ανθρώ­πους της πολιτικής, της φιλοσοφίας και του πνεύ­ματος.

Νομίζω πως όλα αυτά δεν είναι ούτε αναλήθειες ούτε και υπερβολές από μέρους μου. Θεωρώ υπερβολή την τιμή μου. Αυτό που εσείς κάνατε, όχι αυτό που εγώ λέω. Σας ευχαριστώ. Ιδιαίτερα εσάς, κα Πρύτανη, που σας γνωρίζω και έχουμε συνεργαστεί εδώ και περισσότερο από είκοσι χρόνια και που σας θεωρώ ακένωτη πηγή γνώσεων, σοφή δασκάλα και εμπνευστή μου στη βιοηθική γνώση και ισόρροπο σκέψη και όχι μόνον. Σας ευχαριστώ για την υπερβολή των καλών σας αισθημάτων απέναντί μου.

Μένουμε σπίτι! Μένουμε άνθρωποι!

Η σημερινή τελετή γίνεται κάτω από ειδικές συνθήκες λόγω της πανδη­μίας του κορωνοϊού, που κυριολεκτικά έχει αναστατώσει τον κόσμο, έχει ανα­ποδο­γυρίσει τις ισχυρές οικονομίες, έχει ανα­τρέψει την ισορροπία όλων των βασικών κοινωνικών δομών, έχει καταργήσει διαχρονικές σταθερές, έχει δώσει άλλη διά­σταση στις ανθρώ­πινες σχέσεις, έχει επηρεάσει την εκπαί­δευση, έχει προκαλέσει ιδιόμορφες ψυχολογικές κα­ταστάσεις φόβου, ανασφά­λειας και καχυποψίας, έχει ανα­δείξει την ψηφι­α­κή παντοδυναμία, επιπλέον δε έχει προξενήσει πλήθος ερωτη­­μάτων, συγ­κρού­σεις δικαιωμάτων και επίμο­νους προβληματισμούς στη φιλοσοφική σφαίρα.

Το σύνθημα που κυριάρχησε στην παγκόσμια προσπάθεια αναχαί­τισης της μετάδοσης της ασθένειας ήταν το «Μένουμε Σπίτι». Το ερώτημα όμως που ήρθε στην επιφάνεια έχει να κάνει με τις συνέπειες των εκτετα­μένων περι­οριστικών μέτρων. Τι μπορεί να σημαίνει το δεν βγαίνουμε από το σπίτι. Τι κερδίζουμε και τι χάνουμε. Τι είναι ο άνθρωπος, τι σημασία έχει η εικόνα και το πρόσω­πό του, που τώρα υποχρεωνόμαστε να καλύψουμε, πώς αξιολο­γούνται οι ανθρώπινες σχέσεις και η αμεσότητα της επικοινω­νίας τώρα που αυτά διαταράσσονται, ποιες οι συνέπειες ενός επιβεβλη­μένου ψηφιακού ελέγχου, ποιες οι αντοχές των δημοκρατικών θεσμών, πώς ιεραρχούνται οι αξίες και οι ανάγκες κ.ά.

Όλα αυτά σε μία εποχή κατά την οποία οι εξελίξεις της γενετικής, η δυνα­τότητα τεχνολόγησης των βιολογικών δομών, η σύζευξη τεχνητού και βιο­λογικού στο ανθρώπινο σώμα, οι τεχνολογίες ενίσχυσης του νευρικού και γενετικού κυττά­ρου, η ρομποτική, η εκπληκτική διεισδυτι­κό­τητα της πληρο­φορικής, η νανο­τεχνο­λογία, η τεχνη­τή νοημοσύνη, όλο και περισσό­τερο περι­θωριοποιούν τις ανθρωπι­στικές επιστήμες, προμηνύουν μια κα­θο­ριστική αλλοίωση της ανθρώπινης ταυτό­τητας και προδιαγράφουν τον νέο άνθρωπο, τον τεχνολογικό και ψηφιακό άνθρω­πο, τον μετα-άνθρωπο, ο οποίος φαίνεται να παίρνει τη σκυτάλη από τον homo sapiens και να υπόσχεται ανατροπή των πάντων, ακόμη και της ψυχο-νευρο­βιολογικής οντολογίας του.

Αξίζει να αναφερθεί η σχετικά πρόσφατη εκτίμηση του Προέδρου και Ιδρυτή του Παγκοσμίου Οικονομικού Φόρουμ Klaus Schwab, ότι «η Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση τελικά, θα αλλάξει όχι μόνο ότι κάνουμε, αλλά και το ποιοι είμαστε. Θα επηρεάσει την ταυτότητά μας και όλα τα ζητήματα που σχετί­ζονται με αυτήν: την αίσθη­ση της ιδιωτικότητας, την έννοια της ιδιοκτησίας, τα καταναλωτικά μας πρότυπα, τον χρόνο που αφιερώνουμε στην εργασία και την αναψυχή και το πώς αναπτύσσουμε τη σταδιοδρομία μας, καλλιεργούμε τις δεξιότητές μας, συναντούμε ανθρώπους, και καλλιεργούμε σχέσεις»[2].

Το ερώτημα λοιπόν που αναδύεται είναι το ποια είναι η αξία του ανθρώ­που, ποια η ταυτότητά του και αν τελικά θέλουμε να την αλλάξουμε ή προτι­μούμε να μείνουμε άνθρωποι ή και να γίνουμε όντως άνθρωποι. Μήπως τελι­κά το πρώτιστο ανθρώπινο δικαίωμα είναι η προστασία της ταυτότητάς του;

Ετυμολογία της λέξης άνθρωπος

Η ετυμολογία της λέξης άνθρωπος φαίνεται πως είναι αρκετά δύσκολη και αβέβαιη. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι προέρχεται από το άνω-θρώσκω, βλέπω ψηλά. Η ερμηνεία όμως αυτή, όσο και αν έχει ελκυστική σημασιο­λογία, φαίνεται πως είναι κάπως αυθαίρετη. Ίσως ορθότερη είναι η άποψη ότι προέρχεται από τη λέξη ἄνδρωπος (ἀνήρ + ὤψ (αυτός που έχει ανδρική όψη). Και αυτό όμως δείχνει να παρουσιάζει τα προβλήματά του.

Σημασία της λέξης άνθρωπος

Σε τελική ανάλυση, αυτό που έχει σημασία δεν είναι η ετυμολογική προ­έλευση της λέξης όσο η έννοια που αποδίδεται σε αυτήν.

Στην Αντιγόνη του Σοφοκλέους φέρεται ο Αίμονας να μιλάει στον Κρέ­οντα και να του λέγει:  «…θεοὶ φύουσιν ἀνθρώποις φρένας / πάντων ὅσ᾽ ἐστὶ κτη­μάτων ὑπέρτατον…»,  οι θεοί χαρίζουν στον άνθρωπο το νου, το πιο μεγά­λο απόκτημά του απ’ όλα όσα υπάρχουν[3].

Στον δε Κρατύλο του Πλάτωνα αναφέρεται: «...μόνον τῶν θηρίων ὀρθῶς ὁ ἄνθρωπος “ἄνθρωπος” ὠνομάσθη, ἀναθρῶν ἃ ὄπωπε», από τα θηρία μόνον ο άνθρωπος σωστά ονομάστηκε άνθρωπος, ο εξετάζων όσα έχει δει[4].

Είναι ενδιαφέρον ότι ο Πλάτωνας αλλού αναφέρει το εξής χαρακτη­ρι­στικό: «Οὐκ ἔστι τὸ τυχὸν ...ἀνθρώπου ἐπαγγελίαν πληρῶσαι... Τί γάρ ἐστιν ἄνθρωπος; ζῷον λογικόν. Εὐθὺς ἐν τῷ λογικῷ τίνων χωριζόμεθα; Τῶν θηρίων, τῶν προβάτων καὶ τῶν ὁμοίων. Ὅρα οὖν μήτι πως ὡς θηρίον ποιήσῃς· εἰ δὲ μή, ἀπώλεσας τὸν ἄνθρω­πον, οὐκ ἐπλήρωσας τὴν ἐπαγγελίαν»[5],πρόσε­χε να μην ενεργείς όπως τα ζώα, διαφορετικά έχεις χάσει τον άνθρωπο (την ταυτότητά σου), απέτυχες να κατά­ξιώσεις την αποστολή σου. Με άλλα λόγια ο νους και το λογικό, το εξεταστικόν και το αυτεξούσιον αποτελούν όχι μόνον κοσμή­ματα του ανθρώπου, αλλά ιδιώματά του, που μάλιστα τον διαφοροποιούν από τα ζώα. Το να μείνει κανείς ζώο είναι κατάντημα, το να γίνει άνθρωπος είναι τιμή[6]. Ο άνθρωπος είναι κάτι μεγά­λο που κερδίζεις ή χάνεις, κάτι που μπορεί να κατέχεις ή και να απωλέσεις. Άνθρωπος είναι κάτι που είσαι, αλλά κυρίως κάτι που γίνεσαι. Όπως λέγει και ο Μένανδρος, «ὡς χαρίεν ἐστ’ ἄνθρωπος ὅταν ἄνθρωπος ᾖ».

Αξίζει να σημει­ωθεί ότι η Ελληνική γλώσσα είναι η μόνη στην οποία ο άνθρω­πος χαρα­κτηρίζεται στη βάσει των νοητικών του ικα­νοτήτων, των πνευματικών του χαρακτηριστικών. Αντίθετα, όλες οι λατι­νογενείς διά­λεκτοι και γλώσσες τον χαρα­κτηρίζουν βάσει της υλικότητάς του, της χοϊκής υπο­στάσεώς του (homo, human, home, κ.λπ.). Αυτή η λεπτο­μέρεια καταδει­κνύει και την αξιακή προτε­ραιό­τητα που δίνει η ελληνική γλώσσα και φιλο­σοφία στον άνθρωπο. Άνθρωπος είναι κάτι που ξεπερνά τη βιολογικότητα.

Τι είναι ο άνθρωπος - Βιοηθικὴ

Επειδή οι βιολογικές επιστήμες αναφέρονται στη ζωική διάσταση του ανθρώπου, το ερώτημα που τίθεται είναι πόσο η απολυτοποίηση της ζωικό­τητας και μηχανικότητας του ανθρώπου αλλοιώνει την οντολογική ταυτότητά του. Πάνω σε αυτή τη βάση θα μπορούσαμε να πούμε ότι διαμορ­φώνεται και η ταυτό­τητα της ηθικής σήμερα και κατ’ επέκτασιν της βιοηθικής.

Μία πρώτη προσέγγιση θεωρεί τον άνθρωπο ως ανώτερο βιολογικό, εφή­μερο πλά­σμα, που η ιστορία του και η ύπαρξή του εξαντλούνται μέσα στον χρόνο και στην υλική κτίση. Ως «ζῷον λογικόν», όμως, κατά τον Πλάτωνα, οφείλει να αξιο­ποιήσει τη λογική ανωτερότητά του και να συμβάλει στην πρόοδο και εξέλιξη της γνώσης.

Σε μια άλλη προσέγγιση, η κοινωνία προβάλλεται ως μείζον αγαθό, στην ισορροπία και στην πρόοδο της οποίας ο κάθε πολίτης  οφείλει να συνεισφέρει. Ο άν­θρωπος θεωρείται ως πολίτης, ως πολιτικό ον, ως κοινωνικό κύτταρο. Κατά τον Αριστοτέλη, ο άνθρωπος «φύσει μέν ἐστιν ζῷον πολιτικόν»[7]είναι από τη φύση του κοινω­νικό ον. Στη θεώρηση αυτήν, η ηθική αξία του ανθρώ­που αναφέρεται στο πώς συμπερι­φέρεται, στο πώς στοχάζεται και στο πώς σχετίζεται. Γι’ αυτό και οι βασικές ­ηθικές αξίες είναι η ισότητα, η δικαιο­σύνη, η αξιοπρέπεια, η αλληλεγγύη, το «ὠφελέειν ἢ μὴ βλάπτειν» (Ιππο­κράτης).

Επιπλέον, πάλι κατά τον Αριστοτέλη, «πάντες ἄνθρωποι τοῦ εἰδέναι ὀρέ­γονται φύσει»[8]είναι στην φύση του ανθρώπου εγκατεστημένη η έφεση στη γνώση. Ο άνθρωπος μπορεί να ερευνά, να γνωρίζει, να βλέπει, να ορά· διεκ­δικεί τη γνώση, χωρίς να καταργεί το άγνωστο· ζει με τη δημιουργία, χωρίς να καταργεί το αδύνατο, είναι δημιουργικός. Στον κόσμο που ζούμε ποτέ δεν θα μάθει τα πάντα, ποτέ δεν θα κατακτήσει το τέλειο, ούτε το άπειρο, ούτε το αιώνιο. Αυτά υπάρχουν για να τα επιθυμεί, να τα διεκδικεί, να κατατείνει, να τα οραματίζεται, όχι για να τα κατορ­θώσει ή να τα καταργήσει. Η αξία του έγκειται πιο πολύ στην τάση παρά στην κατάκτηση του στόχου, στη δυναμική παρά στο τέλος. Πάνω σε αυτή την αλήθεια πατάει η φιλοσοφία, ο πολιτισμός, η επιστήμη, η τεχνολογία. Όχι το να φθάσεις στα όρια του κόσμου και να τα καταργήσεις, αλλά συνεχώς να τα κυνη­γάς και να αποδεχθείς την ύπαρξη των δικών σου ορίων, τα οποία προσπαθείς να μεταθέτεις. Ο άνθρωπος ζει κυρίως ορεγόμενος παρά γευόμενος την τελειότητα!

Σε μια τρίτη θεώρηση, κατά την οποία ο άνθρωπος έχει από μόνος του αξία, τότε παράγεται μία άλλη βιοηθική, όπου ηθικό είναι ό,τι οδηγεί στην δική του τελείωση, όχι απλά στην ισορροπία των κοινωνικών σχέσεων ή των δικαι­ωμάτων του μέσα στην κοινωνία, χωρίς βέβαια αυτό να είναι δευτε­ρεύουσας σημασίας. Κυρίως όμως στην καλλιέργεια των αρετών, στο πλησί­ασμα του τέλειου, του άπειρου, του αιώνιου.

Εδώ, η βάση βρίσκεται στο ότι ο άνθρωπος δεν είναι απλά «ζῷον λογικόν», ή «ζῷον πολιτικόν», αλλά είναι «ζῶον θεούμενον», «ἐπόπτης τῆς ὁρατῆς κτίσεως, μύστης τῆς νοουμένης... ἐπίγειος καὶ οὐράνιος, πρόσκαιρος καὶ ἀθά­νατος, ὁρατὸς καὶ νοούμενος...», κατά τον Ιωάννη Δαμασκηνό[9]Με άλλα λόγια, η αξία του αντλείται από τη δυναμική της σχέσης του με τον Θεό, από το ότι ο ορίζοντάς του επεκτεί­νεται προς το θεῖον, αφού είναι πλασμένος «κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ»[10]και ο χρόνος του προς την αιωνιότητα, αφού ο Θεός είναι αιώνιος. Ο Θεός είναι υπαρκτός, είναι «ὁ Ὢν»[11]είναι αληθινός και τέλος είναι μεθεκτός, κοινωνού­μενος. Αυτό σημαίνει ότι ο άνθρωπος έχει θεϊκά χαρακτηριστικά -κατ’ εἰκόνα Θεοῦ-, θεϊκή προοπτική, μπορεί δηλαδή να ομοιάσει με τον Θεό -καθ΄ ὁμοίωσιν Θεοῦ- και επιπλέον έχει τη δυνατότητα να κοινωνεί μετά του Θεούἵνα γένησθε κοινωνοὶ θείας φύσεως[12]-,  δηλαδή να περιχωρεί με τον Θεό, να προσλαμβάνει από τη δύναμη και την ενέργειά Του, υπερβαίνοντας στην ουσία τη φύση του, αλλά και τον θάνατο, τον χρόνο[13].

Συνεπώς, ηθικό είναι ό,τι ανοίγει αυτή την προοπτική και μη ηθικό ό,τι την αποκλείει. Η προστασία και στήριξη αυτής της αξίας του ανθρώπου αποτελεί τον πυρήνα της χριστιανικής βιοηθικής.

Η εξέλιξη της ζωής του ανθρώπου

Αυτού του τύπου η θεώρηση του ανθρώπου ως υπέρτατης αξίας παρή­γαγε ηθική, θρησκείες, φιλοσοφία, δίκαιο, πολιτισμό, πολύμορφη τέχνη και βοή­θησε τον κόσμο να συγκροτηθεί σε κοινωνίες. Αυτή οδήγησε και στην εξέλιξη της γνώσης και στην επιστήμη, βασιζόμενη στην αρχή ότι «πᾶσά τε ἐπιστήμη χωριζο­μένη δικαιοσύνης καὶ τῆς ἄλλης ἀρετῆς πανουργία, οὐ σοφία φαίνεται»[14].

Είναι αλήθεια ότι οι ίδιοι οι καρποί των ανθρώπινων επιτευγμάτων, όλα τα παραπάνω, συνέβαλαν ουσιαστικά στην καλλιέργεια του ανθρώ­που. Η εξέλιξη όμως της επιστήμης και κυρίως των εφαρμογών της, δηλαδή της τεχνολογίας, στις μέρες μας, καίρια επηρέασε την ανθρώπινη ταυτό­τητα και έχει προ­καλέσει σοβαρή ανησυχία και διάλογο γι’ αυτήν.

Στην αρχή ο άνθρωπος χρησιμοποιούσε τα δικά του χέρια και τα εργα­λεία, είχε άμεση συμμετοχή στην αξιοποίηση και λειτουργία των κατα­σκευ­ών του, η δε εξάρτησή του από τη φύση ήταν απόλυτα συμβατή με τη βιολο­γικότητά του. Μετά προχώρησε στην επινόηση των μηχανών. Αυτό περιό­ρισε την αμεσότητα στη συμμετο­χικότητά του στα έργα του και παράλληλα διαμόρ­φωσε γύρω του ένα περιβάλλον τεχνητό, δημιούργημα δικό του, μερικό υπο­κατάστατο της φύσης. Άρχισε να εγκλείεται στον κόσμο του. Αυτόν κυρίως να βλέπει. Περιορίσθηκε ο έξω από τον άνθρωπο ορί­ζοντας. Ενώ αυξήθηκε η γνώση και η δύναμή του, σμίκρυνε, κόντυνε, η όρασή του.

Ακολούθησαν οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές, οπότε πήραν ένα μέρος της σκέψης του, την υπολογιστική σκέψη, και τώρα με την ανάπτυξη της τεχνη­τής νοημοσύνης ένα μεγάλο μέρος της δουλειάς του, ίσως το πιο σημαντικό, μπο­ρούν πλέον να το κάνουν οι μηχανές και καλύ­τερα. Ο άνθρωπος λιγοστεύει ακόμη περισσότερο. Γίνεται πιο αποτελεσματικός, αλλά λιγότερο άνθρωπος.

Χωρίς αμφιβολία η εποχή μας έχει κάτι το συναρπαστικό επάνω της. Ανα­καλύψεις όπως η διπλή έλικα του DNA ή ο ανασυνδυα­σμός του, η χαρτο­γράφηση του ανθρώπινου γονιδιώ­ματος και η δυνατό­τητα της επεξεργα­σίας του, το editing του γονιδιώματος, η τεχνολό­γηση του βιολογικού μικρο­κόσμου και των μηχανι­σμών αναπα­ραγωγής, οι παρεμβάσεις στη νανο-κλίμακα, οι τεχνο­λογίες ενίσχυ­σης του ανθρώ­που στο γνωσιακό επίπεδο, η ρομποτική απο­κατάστασή του, η τεχνη­τή νοη­μοσύνη, η μεταπή­δηση από τη διαχείριση της πληροφορίας στην επι­νόηση της μηχανικής ευφυΐας, όλα αυτά νομο­τελειακά μας οδη­γούν στην ταλά­ντωση ανάμε­σα στον θαυμασμό για το ανθρώπινο πνεύμα και στον φόβο για της συνέπειες των ανθρώ­πινων τεχνο­λογιών. Ο άνθρωπος κινδυ­νεύει να κατα­σκευάσει αυτό το ομοίωμά του που θα τον αντικαταστήσει, που θα παγώσει τον πολιτισμό.

Από την άλλη πλευρά, τα επιτεύγματα της Αστροφυσικής είναι εξίσου ή και περισσό­τερο συγκλονιστικά, αλλά δεν προκαλούν φόβο. Αυτά προξενούν δέος. Και τούτο διότι το σύμπαν δεν τεχνολογείται. Ο άνθρωπος είναι μεγά­λος για να το μελετά, να το ανακαλύπτει και να το σπουδάζει, αλλά πολύ μικρός για να το αλλά­ξει, να προσπαθήσει να το διορθώσει, να το χαλάσει.

Η ακτινοβολία υποβάθρου, η ύπαρξη του σκοτεινού σύμπα­ντος, ύλης και ενέργειας που δεν φαίνονται, δεν εκπέμπουν, η ψηλάφηση των εσχα­τιών του, η ανακάλυψη των μελανών οπών, οι εντυπωσιακές ερμη­νείες φύσεως, προέλευσης και εξέλιξης του κόσμου, η ανίχνευση των βαρυτικών κυμά­των, η γνώση της φυσι­κής και των νόμων του, της ιστο­ρίας και εξέλι­ξής του, όλα αυτά επιτεύγματα της τελευταίας εκατοντα­ετίας, κυριολε­κτικά συναρπά­ζουν και μαζί με την καλπά­ζουσα φαντα­σία εκτινάσσουν την ανθρώπινη σκέψη σε περιοχές υπερβολικά δύσβατες.

Μαζί με το σύμπαν θαυμάζεις τον άνθρωπο, χωμένο κάπου στο που­θενά, που όμως σκέπτεται, που το παρατηρεί, που το σπουδά­ζει. Ως υλική ύπαρξη είναι τόσο μικρός συγκρινόμενος με το μεγαλειώδες σύμπαν. Κάτι μικρότερο από ένα γονίδιο, κάτι πιο ελάχιστο από ένα σωμάτιο, πιο λίγο από τη σκόνη. Ένα βιολογικό τίποτα, ένα υλικό μηδέν! Ένα όμως σκεπτόμενο σύμπαν ο ίδιος, ένα διαστελλό­μενο σύμπαν! Εδώ ο άνθρωπος κινδυνεύει να μην καταλάβει το μυστικό του, τον λόγο του, τη σχέση του μαζί του. Και ενώ μόνο καταλαβαίνει τους νόμους του, να αισθανθεί ότι το κατακτά. Ότι είναι πιο μεγάλος από το άπειρο. Ότι έχει βρει την «θεωρία των πάντων»! Κινδυνεύει να έχει ξεγελαστεί από την αλαζονεία του. Να έχει χάσει τον... άνθρωπο.

Τεχνητή νοημοσύνη

Εκεί που περισσότερο προκαλείται η ανθρώπινη ταυτότητα είναι στον τομέα της Τεχνητής Νοημοσύνης, η οποία στην ουσία είναι Υπολογιστική Ευφυΐα. Έτσι, κατασκευές, όπως το λεγόμενο Artificial Intelligence Robot Companion, ένα εξελιγ­μένο υποκατάστατο ανθρώπινης παρου­σίας, θα μπο­ρούσε να δημιουργήσει σχέση νοσηρής φύσεως, λάθος ερμηνεία του ανθρώ­που. Αλλά και γενικότερα σε κάθε μηχανικό εικονικό είδωλο του ανθρώπου, ακόμη και η σκέψη περιορίζεται στο επίπεδο της τεράστιας μνημο­νι­κής κατά­γραφής, η κριτική ικανότητα συρ­ρικνώνεται σε λήψη στατιστικών αποφά­σεων, η συνείδηση εκφυλίζεται σε αντί­ληψη, η επικοι­νωνία σε ανταλ­λαγή μηνυ­μάτων. Προ­φανώς ούτε στην ιδανική της μορφή μια τέτοια μηχα­νή δεν θα μπο­ρούσε να περιέχει έν­νοιες όπως ελευ­θερία, ηθική, αρε­τές, συναι­σθήματα, ελατ­τώ­ματα, πρωτότυπη δημιουργία, αισθητική, πολιτισμός. Άραγε πώς καταντάει ο άνθρωπος χωρίς αυτά;

Το χειρότερο από όλα είναι η μεγαλομανής φαντασία. Είναι η λαχτάρα για την δημιουργία υπερ-ευφυΐας[15]. Στην πραγματικότητα, η μεγαλύτερη σύγχυ­ση απ’ όλες βρίσκεται μεταξύ ευφυΐας και συνειδήσεως. Η ευφυΐα δεν είναι συνεί­δηση, ούτε καν νοημοσύνη. Στις τελευ­ταίες δεκα­ετίες υπήρξε τεράστια πρόοδος στην ευφυΐα των υπολογιστών και εντελώς μηδενική εξέλιξη στην συνείδησή τους. Ο κίνδυνος είναι τελικά να βρεθούμε σε έναν κόσμο όπου η ευφυΐα θα αξίζει περισσότερο από τη συνείδηση η σε έναν κόσμο με υπερ-ευφυΐα δίχως συνείδηση[16].

Πολύ δε πιθανόν, πολύ εύκολα η ΤΝ να δημιουργήσει ένα νέο πολιτικό και οικονομικό σύστημα που θα χάσει το κίνητρό του να επενδύει στους ανθρώ­πους, διότι αυτά που χρειάζεται θα τα κάνουν καλύ­τερα οι μηχανές. Ὁ άνθρω­πος θα έχει χάσει την πολιτική και οικονομική του αξία! Γενικά καθώς μειώ­νεται η αναγκαιότητα του ανθρώπου, υποβαθμίζεται η αξία του.

Η ανθρώπινη φύση κυριαρχείται από τρεις τάσεις: η μία είναι η ορμή προς την γνώση[17]· αυτή θεμελιώνει την επιστήμη-γνώση, την κατανόηση και ανα­κά­λυψη του κόσμου. Δεύτερη είναι η ανάγκη για δημιουργία· αυτή οδηγεί στην τεχνο­λογία, εφευρέσεις και τεχνολόγηση του κόσμου. Υπάρχει και μία τρίτη· είναι η υπαρ­ξιακή δίψα, η αναζήτηση του σκοπού, του προορισμού του ανθρώ­που, η αναζή­τηση του Θεού. Αν το τρίτο δεν υπάρχει ή νοσεί, τότε ο άνθρωπος γίνεται αλαζονικός και μυωπικός. Νοιώθει ότι με την επι­στήμη του γνωρίζει τα πάντα και με την τεχνολογία μπορεί τα πάντα. Νοιώθει παντο­γνώστης και παντοδύναμος. Κάπως θεός. Δεν έχει ανάγκη από άλλον θεό. Όλος ο μετα­φυσικός ορίζοντας καταρρέει σαν μαύρη τρύπα. Αυτός είναι ο μεγά­λος κίνδυ­νος. Να χάσει ο άνθρω­πος τη συνείδησή του, να έχει κατασκευάσει τεράστια μηχανική ευφυΐα και να στερείται της απαιτούμενης νοημοσύνης, να έχει προοπτική και δυνατότητα να μοιάσει τον Θεό μέσα από τα έργα του και να πνίγεται μέσα στο ψέμα της αυτοθεοποίησής του.

Μάσκες - Εμβόλια - Ψηφιακή Ιχνηλάτηση

Η παρούσα πανδημία του κορωνοϊού με τα σπάνια σε ιδιομορφία χαρα­κτηρι­στικά της, την ταχύτατη μεταδοτικότητα, την παντελή αδυναμία πρό­ληψης και αντιμετώπισης της, την απρόβλεπτη εξέλιξη της, τη θνη­τότητα και τη μαζικότητά της, επέβαλε πρωτόγνωρους όρους προστασίας των κοι­νωνιών, έκλεισε δισεκα­τομμύρια ανθρώπους ταυτόχρονα στα σπίτια τους, καθήλωσε τις συγκοινωνίες σε τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο, απεί­λησε τη συνοχή των κοινοτήτων, έφερε στο προσκήνιο τις μεγάλες εταιρείες πληρο­φορικής, οι οποίες μάλιστα εμφανίζονται ως οι σωτήρες της ανθρω­πότητας και ή μονοπω­λούν τις ελπίδες της ή υπο­ψιάζουν με την απειλητική παντοδυναμία τους.

Είναι αλήθεια ότι η χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας θα μπορούσε να ελέγξει καλύτερα τη διασπορά της ασθένειας (εμβόλια, ψηφιακή ιχνηλά­τηση), σίγουρα έχει λειτουργήσει ως υποκατάστατο της άμεσης επικοινωνίας (τηλε-διασκέψεις κ.λπ.) και χωρίς καμία αμφιβολία έχει, τουλάχιστον στη χώρα μας, φέρει καίριο πλήγμα στο ακαταμάχητο τέρας της γραφειοκρατίας.

Παρά ταύτα, όταν για να προστατευθεί το αγαθό της υγείας, να ελεγχθεί η μεταδοτικότητα της ασθένειας, να στηριχθούν τα εθνικά συστήματα υγείας, καταρρέουν οι εθνικές οικονομίες, απαγορεύεται η ελεύθερη μετα­κίνηση, η δια­σκέδαση, η θρησκευτική λατρεία, η κοινωνική συνάθροιση, αποδυναμώ­νεται η εργασία, υποβαθμίζεται η εκπαίδευση, μάλιστα σε παγκό­σμιο επίπε­δο, τότε ανα­πόφευκτα δημιουρ­γείται μία κοινωνική παθολογία, διαταράσ­σε­ται η ψυχολογική ισορροπία, και μετατοπίζεται το κέντρο βάρους της ανθρώ­πινης αξίας από το ψυχο-κοινωνικό και πνευματικό επίπεδο στο βιολογικό. Ήδη ο άνθρωπος από αυτό και μόνον αλλάζει, επιστρέφει στα πρώτα στάδια της υποτιθέμενης εξέλιξής του... Η βιολογικο­ποίηση και μηχανοποίησή του ροκανίζουν την ανθρώπινη ταυτότητά του.

Όταν στη συνέχεια έρθουν τα εμβόλια, η 5G τεχνολογία, η ψηφιακή ιχνηλάτηση, ο υποχρεωτικός έλεγχος, τα fake news, η παραπληροφόρηση, οι κυβερ­νο­­επιθέσεις, η απώλεια της ιδιωτικότητας και της ασφάλειας των δεδο­μένων, οι ανεξέλεγκτες κακές πρακτικές των χρηστών[18], και η υγεία πέσει στα χέρια της οικονομικής ολιγαρχίας, και των ψηφιακών μονοπωλίων των Zoom, Google, Amazon, Apple, Facebook, στα αθέατα κέντρα πού συγκεντρώ­νουν τεράστιες δυνάμεις ελέγχου, επιρροής, επιβολής κυρι­αρχίας, ή των ύπο­πτων συμμαχιών τους (Google-Apple), τότε το μεγάλο θύμα είναι η ανθρώ­πινη ελευ­θερία. Σε έναν άνθρωπο τόσο περιοριζόμενο και αυτοπροστα­τευό­μενο, τόσο παρακολουθούμενο και ελεγχόμενο, πόση άραγε από την αξία του έχει μείνει;

Είναι αξιοσημείωτο αυτό που, σχολιάζοντας το υποτιθέμενο ικανότερο σύστη­μα ιχνηλάτησης κρουσμάτων κορωνοϊού της Κίνας, πρόσφατα δήλωσε ο Βόλφ­γκανγκ Σόιμπλε: «Εάν το τίμημα για την αποτελεσματικότητα και την ικανότητα δράσης κατά του κορωνοϊού είναι οι θεμελιώδεις αξίες, η ανθρώ­πινη αξιοπρέπεια, η ελευθερία, δεν θέλω να το πληρώσω»[19]. Φορώντας ο άνθρωπος τη μάσκα της αυτοπροστασίας του χάνει το πρόσωπό. Χάνοντας την ελευθερία και το αυτε­ξούσιο χάνει τον άνθρωπο.

Επίλογος

Θα κλείσω την ομιλία μου με μία δήλωση του Οδυσσέα Ελύτη στις 19 Οκτωβρίου 1979, με αφορμή την αναγγελία για τη βράβευσή του με το Νόμπελ Λογοτεχνίας, ελαφρά όμως προσαρμόζοντάς την[20].

«Ήδη, σας το είπα. Είναι η βαρβαρότητα. Τη βλέπω να ‘ρχεται μεταμ­φιε­σμέ­νη, κάτω από άνομες συμμαχίες (Google-Apple) και προσυμ­φωνημένες υπο­δουλώ­σεις. Δεν θα πρόκειται για τους φούρνους του Χίτλερ ίσως, αλλά για μεθοδευ­μένη και οιονεί επιστημονική καθυπό­ταξη του ανθρώπου. Για τον πλήρη εξευ­τελισμό του. Για την ατίμωσή του. Οπότε αναρωτιέται κανείς: Για τι παλεύουμε νύχτα μέρα κλει­σμένοι στα σπίτια μας; Παλεύουμε για ένα τίποτα, που ωστόσο είναι το παν. Είναι η ελευθερία μας, που όλα δείχνουν ότι δεν θ’ αντέξει για πολύ. Είναι η ποιότητα, που γι’ αυτή δεν δίνει κανείς πεντά­ρα. Είναι η οντότητα του ανθρώπου, που βαίνει προς την ολική της έκλειψη. Είναι η ανεξαρτησία της σκέψης, που έχει καταντήσει ήδη ένα γράμμα νεκρό. Είναι η ενημέρωση και το φως που τείνουν να σβήσουν. Ότι αυτοί που κρατούν στα χέρια τους το μέλλον του ανθρώπου μας κοροϊδεύουν, είναι χαρακτηριστικό. Εκείνοι βλέπουν το τίποτα. Εμείς το παν. Πού βρίσκεται η αλήθεια, θα φανεί μια μέρα, όταν θα μπο­ρούμε να βλέπουμε μέσα από τον άνθρωπο τον Θεό και πίσω από τον θάνατο τη ζωή. Και αυτό θα σώσει την τιμή όλων μας -και της εποχής μας».

Όλα αυτά γιατί, όπως γράφει στη Μαρία Νεφέλη, «Για να πατάς στέρεα στη γη, πρέπει το ένα πόδι σου να είναι έξω από τη γη»[21]Και συμπληρώνουμε: Και το ένα μάτι σου να βλέπει έξω, πέρα από τη γη, πέρα από τη ζωική σου οντότητα και τη μηχανική σου λειτουργικότητα. Για να μπορείς να μείνεις άνθρωπος, πρέπει να μην είσαι μόνον… άνθρωπος!

Η σύγχρονη εξέλιξη σίγουρα αυξάνει την ικανότητα, πολλαπλασιάζει τις δυνάμεις, ενισχύει την ευφυΐα, επιμηκύνει την επιβίωση, αναβαθμίζει τους όρους της ζωής, περιορίζει όμως τη σοφία, αποδυνα­μώνει τη συνείδηση, συμπιέζει την ελευθερία, λιγοστεύει τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος βελτιώνεται βιολογικά, αλλά ξεθωριάζει και μικραίνει, χάνεται πνευματικά.

Ασφαλώς, η προ­τροπή του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου: «Μὴ μείνω­μεν, ἀδελφοί, ὅπερ ἐσμέν, ἀλλ’ ὅπερ ἦμεν γενώ­μεθα»[22] είναι επίκαιρη όσο ποτέ. Ίσως το μέλλον μας να είναι η ανακάλυψη της αρχικής ταυτότητάς μας, της αλήθειας μας. Όχι της ζωικής προέλευσής μας αλλά της θεϊκής καταγωγής μας. Ίσως πάλι, αν το αναγκαίο είναι να μείνουμε άνθρω­ποι, το μεγάλο να είναι να γίνουμε άνθρωποι. Ο αγώνας γι’ αυτό είναι η μεγαλύτερη πρόκληση της εποχής μας, η μεγαλύτερη ευκαιρία. Ίσως και η μεγαλύτερη ευλογία.

 


[1]Ομιλία κατά την τελετή ανακήρυξης σε Επίτιμο Διδάκτορα του Παντείου Πανεπιστημίου, 20.7.2020.

[2] Klaus Schwab: https://www.weforum.org/agenda/2016/0...

[3] Σοφοκλής, Αντιγόνη, στ.683. @greek-language.gr

[4] «σημαίνει τοῦτο τὸ ὄνομα ὁ “ἄνθρωπος” ὅτι τὰ μὲν ἄλλα θηρία ὧν ὁρᾷ οὐδὲν ἐπισκοπεῖ οὐδὲ ἀναλογίζεται οὐδὲ ἀναθρεῖ, ὁ δὲ ἄνθρωπος ἅμα ἑώρακεν—τοῦτο δ᾽ ἐστὶ [τὸ] “ὄπωπε”—καὶ ἀναθρεῖ καὶ λογίζεται τοῦτο ὃπωπεν. Ἐντεῦθεν δὴ μόνον τῶν θηρίων ὀρθῶς ὁ ἄνθρωπος “ἄνθρωπος” ὠνομάσθη, ἀναθρῶν ἃ ὄπωπε», αυτό το όνομα άνθρωπος σημαίνει ότι τα άλλα θηρία απ’ όσα βλέπουν τίποτε δεν ερευνούν ούτε συλλογίζονται ούτε παρατηρούν με προσοχή (ἀναθρεῖν), ο άνθρωπος όμως συγχρόνως βλέπει -και αυτό είναι το ὄπωπε- και παρατηρεί με προσοχή (ἀναθρεῖ) και συλλογίζεται εκείνο που έχει ιδεί (δηλ. ὄπωπε). Απ’ αυτό λοιπόν βγαίνει ότι από τα θηρία μόνον ο άνθρωπος σωστά ονομάστηκε ἄν¬θρωπος «ο εξετάζων όσα έχει ιδεί (ἀναθρῶν ἃ ὄπωπε)» (Πλάτων, Κρατύλος, 399. Μετάφραση (μεταγραμμένη σε μονοτονικό): Ηλίας Λάγιος. Κρατύλος-Ευθύδημος, Αθήνα: Δαίδαλος Ι. Ζαχαρόπουλος.

[5] Ἀρριανός - Ἐπίκτητος, Ἀρριανοῦ Τακτικά, 2,9,3., Λεξικόν Liddell-Scott Τόμος Α΄ (Α-Δ), ἐκδ. Σιδέρη, Ἀθῆναι 1997, σ. 227.

[6] Ψαλμ. μη΄ 13. «Ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκε παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσει τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς»

[7] Ἀριστοτέλη, Πολιτικά Γ, 1278.b9.

[8] Ἀριστοτέλη, Μεταφυσικά - Βιβλίο Α, 980a.21.

[9] «Ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον... ἐπόπτην τῆς ὁρατῆς κτίσεως, μύστην τῆς νοουμένης... ἐπίγειον καὶ οὐράνιον, πρόσκαιρον καὶ ἀθάνατον, ὁρατὸν καὶ νοούμενον... τῷ μεγέθει φιλοτιμούμενον, ζῷον ἐνταῦθα οἰκονομούμενον, τοὐτέστιν ἐν τῷ παρόντι βίῳ, καὶ ἀλλαχοῦ μεθιστάμενον, ἐν τῷ αἰῶνι τῷ μέλλοντι, καὶ πέρας τοῦ μυστηρίου τῇ πρὸς Θεὸν νεύσει θεούμενον...» (Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις Ὀρθοδόξου πίστεως, Περὶ ἀνθρώπου, Β΄ (12) 26, ΕΠΕ 1,212).

[10] Γεν. α΄ 26.

[11] Ἔξοδ. γ΄ 14.

[12] Β΄ Πέτρ. α΄ 4.

[13] Αυτό βέβαια όλο στηρίζεται στην ύπαρξη του Θεού. Όπως λέγει και ο Paul Claudel, «Λοιπόν Θεέ μου, δεν σου ζητώ τίποτε. Απλά, να υπάρχεις, αυτό μου αρκεί», (Paul Claudel, Αποφθέγματα, www.gnomikologikon.gr).

[14] Πλάτων, Μενέξενος, 246e-247b.

[15] Harris, John: Reading the Minds of Those Who Never Lived. Enhanced Beings: The Social and Ethical Challenges Posed by Super Intelligent AI and Reasonably Intelligent Humans, Cambridge Quarterly of Healthcare Ethics, October 2019, 28:4, pp. 585-591.

[16] Yuval Noah Harari: "Sapiens, A Brief History of Humankind", Harper, 2011, "Homo Deus: A Brief History of Tomorrow", Harvill Secker, 2015, και "21 Lessons for the 21st Century", Spiegel & Grau, J. Cape, 2018.

[17] Ἀριστοτέλης: «Πάντες ἄνθρωποι τοῦ εἰδέναι ὀρέγονται φύσει», Μεταφυσικά, Βιβλίο Α΄.

[18] Μαρθάρης, Γιάννης: ο 5G, οι εφαρμογές του και ένας αθέατος πόλεμος (3ο & 4ο Μέρος), https://cyprusnews.eu/giannis-martharis, 30.12.2019.

[19] https://www.in.gr/2020/06/13/world/soimple-ponaei-otan-parousiazoun-os-xitler/

[20] «Ήδη, σας το είπα. Είναι η βαρβαρότητα. Τη βλέπω να ‘ρχεται μεταμφιεσμένη, κάτω από άνομες συμμαχίες και προσυμφωνημένες υποδουλώσεις. Δεν θα πρόκειται για τους φούρνους του Χίτλερ ίσως, αλλά για μεθοδευμένη και οιονεί επιστημονική καθυπόταξη του ανθρώπου. Για τον πλήρη εξευτελισμό του. Για την ατίμωσή του. Οπότε αναρωτιέται κανείς: Για τι παλεύουμε νύχτα μέρα κλεισμένοι στα εργαστήριά μας; Παλεύουμε για ένα τίποτα, που ωστόσο είναι το παν. Είναι οι δημοκρατικοί θεσμοί, που όλα δείχνουν ότι δεν θ’ αντέξουν για πολύ. Είναι η ποιότητα, που γι’ αυτή δεν δίνει κανείς πεντάρα. Είναι η οντότητα του ατόμου, που βαίνει προς την ολική της έκλειψη. Είναι η ανεξαρτησία των μικρών λαών, που έχει καταντήσει ήδη ένα γράμμα νεκρό. Είναι η αμάθεια και το σκότος. Ότι οι λεγόμενοι «πρακτικοί άνθρωποι» -κατά πλειονότητα, οι σημερινοί αστοί- μας κοροϊδεύουν, είναι χαρακτηριστικό. Εκείνοι βλέπουν το τίποτα. Εμείς το πάν. Που βρίσκεται η αλήθεια, θα φανεί μια μέρα, όταν δεν θάμαστε πια εδώ. Θα είναι, όμως, εάν αξίζει, το έργο κάποιου απ’ όλους εμάς. Και αυτό θα σώσει την τιμή όλων μας -και της εποχής μας», Ελύτης, Οδυσσέας, δήλωση (19.10.1979).

[21] Ελύτης, Οδυσσέας, Από την ποιητική συλλογή «Μαρία Νεφέλη» (1978).

[22] Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος ΛΘ΄ Εἰς τὰ ἅγια Φῶτα, ΕΠΕ 5, σ. 72.

 

Διαβαστε το Δελτίο Τύπου



pdf


ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ εἰς Σεβ. Ἀγαθόνικο
Μητροπολίτου Μεσογαίας & Λαυρεωτικῆς Νικολάου

Μὲ αἰσθήματα βαθειᾶς ἀνθρώπινης λύπης γιὰ τὸν χωρισμὸ ἀλλὰ καὶ ἐσωτερικῆς παρηγορίας καὶ ἀναπαύσεως γιὰ τὴν αἰώνια προοπτική του, βρισκόμαστε αὐτὴ τὴ στιγμή, ποὺ τὴν περιμέναμε ἀλλὰ δὲν τὴν θέλαμε, ἐνώπιον τοῦ σεπτοῦ σκηνώματός τοῦ πολυσεβάστου σὲ ὅλους μας μακαριστοῦ πλέον γέροντος πρώτου Μητροπολίτου τῆς Μητροπόλεως Μεσογαίας & Λαυρεωτικῆς Ἀγαθονίκου.

Ἡ στιγμὴ αὐτή σηκώνει τὸ βάρος μιᾶς μακρᾶς ἐπίγειας πορείας, ἑνὸς περίπου αἰῶνος, ποὺ ἀπὸ τὴν παιδικὴ ἡλικία ἦταν προσανατολισμένη στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Σεβαστέ μας γέροντα, κάποιοι ἀπὸ μᾶς συντηροῦν ἀναμνήσεις ἀπὸ τὰ νεανικά σου χρόνια, κάποιοι σχετίστηκαν μαζί σου ὡς συγγενεῖς καὶ φίλοι, πολλοὶ σὲ ἔζησαν ὡς ἱερέα καὶ πατέρα τους καὶ σὲ θυμοῦνται μπροστὰ στὸ ἱερὸ Θυσιαστήριο, ὁ εὐλογημένος αὐτὸς τόπος τῶν Μεσογείων καὶ τῆς Λαυρεωτικῆς ἔζησε τὴν ζῶσα πνοή σου ὡς ἐπισκόπου γιὰ τριάντα ὁλόκληρα χρόνια. Πολλοὶ ἐμπιστεύθηκαν τὴ ζωή τους στὴν προσευχή σου, περισσότεροι στὴν ἅγια εὐχή σου, πλῆθος πιστῶν μετέλαβαν τὰ ἄχραντα μυστήρια ἀπὸ τὰ τιμημένα χέρια σου, χιλιάδες κόσμου ἀντίκρυσαν τὸ καθαρὸ βλέμμα σου, ἄκουσαν τὴν ἁγιασμένη φωνή σου, δέχθηκαν τὴν πατρικὴ εὐλογία σου. Περισσότεροι ἀπὸ 100 κληρικοί δέχθηκαν τὴ χάρι τῆς ἱερωσύνης ἀπὸ τὴ δική σου ἀρχιερατικὴ χάρι. 80 ναοὶ ἐγκαινιάστηκαν ἀπὸ σένα. Μιὰ ὁλόκληρη Ἐκκλησία ὀργανώθηκε ἀθόρυβα ἀπὸ τὸ διακριτικὸ πέρασμά σου. Κάποιοι, λιγότεροι, εὐλογηθήκαμε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ σὲ γνωρίσουμε τὰ τελευταῖα χρόνια τῆς ἐπώδυνης ἀλλὰ τόσο ἀξιοπρεποῦς πορείας σου.

Ὅλοι μας διατηροῦμε ὡς καταγραφὴ στὶς ἐντυπώσεις τῆς μνήμης καὶ στὰ βιώματα τῆς καρδιᾶς μας τὴ γλυκύτητα τοῦ προσώπου σου, τὴν εὐγένεια τῶν τρόπων σου, τὴν καθαρότητα τῆς πολιτείας σου, τὴν ἀγαθωσύνη τῆς ψυχῆς σου, τὴν ἐκκλησιαστικότητα τῆς ὅλης βιοτῆς σου.

Μποροῦσες νὰ ζεῖς μέσα στὸ πιὸ σκανδαλιστικὸ περιβάλλον μὲ ἐντελῶς ἄθικτη τὴν ἀκεραιότητα καὶ καθαρότητά σου. Ἐπετέλεσες τὴ διακονία σου μὲ ὅλη τὴν ψυχή σου, χωρὶς νὰ εἶσαι προσκολλημένος στὸ θρόνο σου. Ἐνῶ ἡ κάθε κίνησή σου εἶχε ἀρχοντιὰ καὶ μεγαλοπρέπεια, ἐπάνω σου δὲν ὑπῆρχε ἴχνος σκληρῆς ἔπαρσης ἢ κούφιας ματαιοδοξίας. Ἤξερες νὰ τιμᾶς τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἀρχή σου, νὰ ἀγαπᾶς τοὺς συγγενεῖς σου, νὰ ἀναγνωρίζεις ἐλεύθερα τὴν ἀξία τοῦ κάθε συνανθρώπου σου, νὰ σέβεσαι τὸν ἐαυτό σου. «Κατὰ τὸ ὄνομά σου οὕτω καὶ ἡ πολιτεία σου», καλὲ καὶ ἀγαθέ μας, Γέροντα.

Δὲν μποροῦμε νὰ ξεχάσουμε πῶς χαιρόσουν τὴν ἱερωσύνη σου, πῶς ἀπολάμβανες σὰν πρώτη τὴν κάθε λειτουργία σου, πῶς εὐτυχοῦσες μέσα στὴν ἀτμόσφαιρα τῆς τέλεσης τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ, πῶς συμπολιτευόσουν μὲ τοὺς ἁγίους Του. Πάντα ἀργὸς ὡς λειτουργὸς ἔδινες τὴν αἴσθηση τῆς ἀδιάλειπτης ὑπερουράνιας λατρείας. Ἐπίμονος, ὄρθιος, ἀκούραστος, ἄκαμπτος μέχρι τὰ βαθιὰ γεράματά σου, ἀρνιόσουν νὰ συμβιβασθεῖς μὲ τὴν ἰδέα μιᾶς ζωῆς χωρὶς δική σου συμμετοχὴ στὴ θεία ἱερουργία. Στάθηκες ὄρθιος μέχρι ποὺ σὲ πρόδωσαν οἱ φυσικὲς δυνάμεις σου καὶ αὐτὸ ἦταν ἀρκετὸ νὰ πληγώσει ἀφάνταστα τὴν εὐαίσθητη ψυχή σου.

«Ἐπἰ τῷ Κυρίῳ ἐπερρίφης ἐκ κοιλίας μητρός σου», γι’ αὐτὸ καὶ ἡ σχέση σου μὲ τὴν παράδοση, τὴν ἱερωσύνη καὶ τὴν Ἐκκλησία ἀπετέλεσαν τὴ μητρική σου διάλεκτο ζωῆς, τὸν κόσμο τῶν ὁραμάτων καὶ τῶν ἐνδιαφερόντων σου, τὴν κύρια ἀγάπη σου, τὴν ἀτμόσφαιρα καὶ τὴν ἀνάσα σου.

Ὅλοι γνωρίζουμε πὼς πόθος σου ἦταν νὰ φύγεις ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόσμο ἱερουργῶν. Δὲν σοῦ τὸ ἔδωσε ὁ Θεός. Σὲ ἀξίωσε ὅμως νὰ φύγεις «ὅλος ἱερωμένος Θεῷ», ὅπως οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, πλήρης ἡμερῶν, ὅπως ὁ Θεοδόχος Συμεών, νὰ ἀποτελεῖς ἱερωσύνης κανόνα, ὅπως ὁ ἀγαπημένος σου Ἅγιος Νικόλαος, μὲ ἀγαθότατη μνήμη, ὅπως ὁ ἅγιός σου Ἀγαθόνικος. Ἀξιώθηκες λίγο πρὶν ἀπὸ τὴν ἀνάπαυσή σου νὰ συνομιλήσεις μὲ τὴν ἁγία τῆς καρδίας σου, τὴν Ἁγία Θέκλα καὶ νὰ ἀποτυπώσεις στὴ χάρι τοῦ προσώπου σου καὶ στὴ συνείδηση τοῦ πιστοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ τιμημένη καὶ ἀκηλίδωτη τὴν ἱερωσύνη σου, ὅπως ὅλοι οἱ ἅγιοι κληρικοὶ πρότυπά σου.

Καὶ τώρα μπροστά σου ἡ ἄληκτη κατάσταση τῆς «γῆς τῶν πραέων», ἡ ἀνέσπερη δόξα τῶν ἁγίων, ἡ ἀκατάπαυστη δοξολογία τῶν ἀγγέλων, ἡ αἰώνια λειτουργία τοῦ ὑπερουρανίου θυσιαστηρίου, ἡ ἀδιάλειπτη θέα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Χωρὶς κανέναν δισταγμό, μπορεῖς πλέον νὰ ἀκολουθεῖς τὸν ρυθμὸ τῆς θείας ἱερουργίας, τοὺς χρόνους τῆς ἄχρονης μακαριότητος, τὴ διαύγεια καὶ καθαρότητα τῆς ἄληκτης βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τὴν ἐμπειρία τοῦ «καιροῦ» τῆς ἀτελεύτητης ζωῆς, «ἔνθα οὔκ ἐστι πόνος, οὐ λύπη, οὐ στεναγμός».

Βέβαιοι πὼς κι ἐσύ, μαζὶ μὲ τὸν εὐλογημένο χορὸ τῶν ἁγίων «εὗρες πηγὴν τῆς ζωῆς καὶ θύραν παραδείσου», πὼς ἤδη ζεῖς τὶς πρῶτες στιγμὲς τῆς καταπαύσεώς σου ἐν χώρᾳ ζώντων καὶ ὅτι αἰωνίως πλέον μετέχεις τῆς ἀκαταπαύστου ἐπουρανίου λειτουργίας, ὡς καταγεγραμμένος στὶς δέλτους τῆς σωτηρίας καὶ ἀνεξίτηλα ἐγκεχαραγμένος στὴν ἁγία μνήμη τοῦ Θεοῦ, εὐχόμεθα κι ἐμεῖς γιὰ τὴν ἀνάπαυσή σου καὶ ζητοῦμε ὡς περιλειπόμενοι τὴν πολύτιμη εύχή σου.

Αἰωνία σου ἡ μνήμη ἀξιομακάριστε, πάτερ καὶ Ποιμενάρχα μας, αἰωνία σου ἡ μνήμη, αἰωνία σου ἡ μνήμη!


pdf


sev1
Μητροπολίτης 
Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς & Κονίτσης Σεβαστιανὸς 


Μητροπολίτου Μεσογαίας & Λαυρεωτικῆς Νικολάου*


     20 ὁλόκληρα χρόνια ἀπὸ τὴν κοίμησή του. Περισσότερα ἀπὸ 90 ἀπὸ τὴ γέννησή του. Ἄπειρα καὶ αἰώνια τὰ χρόνια τῆς ζωῆς του. Μᾶς λείπει ἡ φωνὴ καὶ ἡ εἰκόνα του, τὸ πρότυπο καὶ ἡ ζωντάνια του, ὁ λόγος καὶ ἡ μαρτυρία του. Μᾶς παρηγορεῖ ἡ μνήμη του καὶ ὁ ἀπόηχος τῆς δράσεως καὶ τοῦ ἔργου του• οἱ συνεχεῖς ἐκπλήξεις τῆς αὐθεντικῆς παρουσίας του, ἡ ἀνάμνηση τῶν γεγονότων ποὺ καταδεικνύουν τὴ σοφία καὶ τὴ δύναμή του, ἡ ἀποτίμηση τῆς τεράστιας πνευματικῆς προσφορᾶς του. Ἕνας ἄνθρωπος ποὺ δὲν ξεχνιέται καὶ δὲν μπορεῖ νὰ τὸν ξεθωριάσει ὁ χρόνος ἢ νὰ τὸν σκεπάσουν οἱ νέες ἐμπειρίες. Ὅσο λειώνει τὸ σῶμα του τόσο δυναμώνει ἡ θύμησή του.

Γεννήθηκε σὲ ἕνα πεδινὸ χωριὸ τῆς Καρδίτσας ἀπὸ γονεῖς δασκάλους. Γεύθηκε τὸ σχολεῖο ἐκείνης τῆς ἐποχῆς. Μεγάλωσε μὲ σεβασμό, ἀρχές, ἰδανικά, παιδεία, ἐθνικὴ συνείδηση, φιλοπατρία, πίστη, ὄχι ξερὲς καὶ ἀνούσιες ἀνθρωπιστικὲς ἀξίες ποὺ ἐπιπεδοποιοῦν τὴν ἱστορία, καταβροχθίζουν λαούς, ἰσοπεδώνουν πολιτισμοὺς καὶ νεκρώνουν τὴν ἱερότητα τοῦ ἀνθρώπου. Ἄλλο σχολεῖο τότε, ἄλλο σήμερα! Μὲ χάρισμα τὴ φυσικὴ ζωντάνια καὶ τὴν αὐθεντικότητα, τὴν ἀθωότητα καὶ ὠριμότητα, αὐθόρμητος καὶ ἀρχοντικός, ὁλοκλήρωσε τὶς ἐγκύκλιες σπουδές του καὶ βρέθηκε στὴν Ἀθήνα.

Γεμᾶτος ὄρεξη γιὰ σπουδή καὶ προσφορά, γνωρίζει ἱεραποστολικοὺς κύκλους καὶ ἀνθρώπους, ἐμπνέεται, ὀργανώνει τὸν ἐσωτερικό του κόσμο, ἀντικρύζει τὸν ἑαυτό του, ἀνακαλύπτει τὴν κλήση του, ἀφιερώνεται στὸν Θεό, διακονεῖ ὡς νεωκόρος στὴν Καπνικαρέα, ἐντάσσεται στὴν ἀδελφότητα θεολόγων «Η ΖΩΗ», ὑποτάσσεται, σὰν ἄλλος σπόρος... σαπίζει, ἑτοιμάζει τὴν καρποφορία του. Δυό χρόνια μεγαλύτερος ἀπὸ τὸν ἅγιο Γέροντα Παΐσιο, προερχόμενον ἀπὸ τὸν τόπο ποὺ ὡς ἐπίσκοπος ἔμελλε μετὰ ἀπὸ χρόνια ὁ ἴδιος νὰ διακονήσει καὶ νὰ ἀναδείξει, τὴν Κόνιτσα, τὸν πρωτοσυναντάει στὸ Μεσολλόγι ὡς συστρατιώτης του στὶς διαβιβάσεις. Ἡ συνυπηρέτησή τους στὸν στρατὸ τῆς πατρίδος, προμηνύει τὴν μυστικὴ συνυπηρέτησή τους στὸ εὐζωνικὸ τάγμα τῆς Ἐκκλησίας.

Σὲ λίγα χρόνια, ἀφοῦ περιῆλθε ὡς ἱεροκήρυκας καὶ πραγματικὸς ἱεραπόστολος καὶ πνευματικὸς δάσκαλος διάφορες πόλεις, τὸν συναντοῦμε στὰ Γιάννενα νὰ κρατάει στὰ χέρια του ὁλόκληρο τὸν διψαμένο γιὰ λόγο καὶ παράδειγμα ἐκεῖ λαό. Ὁ λόγος του ἁπλός, πρακτικός, κατανοητός, ἐξαιρετικὰ ζεστός, καρδιακὸς καὶ διεισδυτικός. Ἡ χροιὰ τῆς φωνῆς του, ἡ χαρακτηριστικὴ προφορά του, ἡ μοναδικὴ ἐκφραστικότητα τοῦ προσώπου του, τὸ διαπεραστικὸ καὶ πεντακάθαρο βλέμμα του συνόδευαν τὸν λόγο του, ὑπογραμμίζοντας τὴν ἀληθινότητα τοῦ κομιζόμενου μηνύματός του. Ἔπειθε ὁ ἄνθρωπος ὄχι μόνον ὅτι ὅ,τι ἔλεγε τὸ πίστευε, ἀλλὰ κυρίως ὅτι αὐτὸ ποὺ ἔλεγε ἦταν ἀληθινό. Γι’ αὐτὸ καὶ ἀπὸ νωρὶς ἀγαπήθηκε. Χωρὶς νὰ προσπαθεῖ νὰ στρογγυλεύει τὸν λόγο του καὶ νὰ ἐπιτηδεύεται στὴ συμπεριφορά του, χωρὶς νὰ ἱκανοποιεῖ ἐγωισμοὺς καὶ μικρόνοιες, ζῶντας μὲ ἀνιδιοτέλεια καὶ εἰλικρίνεια, ἔστω καὶ ἂν ἀπὸ κάποιους κάποτε ἀμφισβητήθηκε, ἀναγνωρίσθηκε. Ἔλεγε ὁ π. Παΐσιος «τοῦ Σεβαστιανοῦ δὲν πρέπει οὔτε μπορεῖς νὰ τοῦ χαλάσεις χατίρι. Εἶναι τόσο καθαρός, ὅπως ὅταν τὸν γέννησε ἡ μάνα του».

Ὅλα αὐτὰ τὸν ἔκαναν νὰ ἀγαπηθεῖ ἀπὸ τὴ νεότητα καὶ νὰ περάσει ἀπὸ τὸ ἀπαιτητικό της φίλτρο μὲ ἰδιαίτερη ἐπιτυχία. Εἶναι γνωστὸ ὅτι ἔκανε ἀνώτερο κατηχητικὸ σὲ 300 μαθητὲς λυκείου ποὺ τοὺς εὕρισκε στὰ σχολεῖα, σὲ γειτονιές, ἀπὸ φίλους καὶ γνωστούς του. Αὐτὴ ἡ ἐπικοινωνία μὲ τὰ παιδιὰ οὐσιαστικὰ διαμόρφωσε τὴν προσωπικότητά του καὶ τὸν βοήθησε νὰ διατηρήσει τὸν νεανικὸ παλμὸ τῆς καρδιᾶς του μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του. Εἶχε ἐνθουσιασμό, ὁρμὴ καὶ πάθος γιὰ τὴ ζωὴ καὶ τὴν ἀλήθεια, ἐπινοητικότητα, ἀποφασιστικότητα, μεγαλύτερη ἀπὸ τὰ νέα παιδιὰ ποὺ τὸν ἀκολουθοῦσαν.

Σεβόταν τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱεραρχία καὶ νοοτροπία ὅσο ἴσως λίγοι, εἶχε ὅμως τέτοια σαφήνεια, δύναμη καὶ ἐλευθερία στὴν ἔκφρασή του, ὥστε μπόρεσε νὰ διατηρεῖ τὴ διαφορετικότητα τῆς πνευματικῆς φυσιογνωμίας του ἐντελῶς ἀνεπηρέαστος. Δὲν κατάφερε κανένας ἰδεολογικὸς ὁδοστρωτήρας νὰ τὸν πατήσει καὶ νὰ τοῦ παραμορφώσει τὴ μοναδικότητα τοῦ προσώπου του.

Ἐκεῖ στὰ Γιάννενα δέχθηκε τὸν μεγαλύτερο αἰφνιδιασμὸ τῆς ζωῆς του. Γιὰ πρώτη φορὰ ὑποχρεώθηκε νὰ κάνει αὐτὸ ποὺ δὲν ἤθελε, αὐτὸ ποὺ ποτὲ δὲν ἀποτέλεσε ἐπιδίωξη καὶ ὅραμά του. Ἐξελέγη Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καὶ Κονίτσης στὰ 45 χρόνια του. Ἔπρεπε νὰ ἀφήσει τὰ Γιάννενα καὶ νὰ ἐξορισθεῖ στὴ φθίνουσα πληθυσμιακὰ ἀλλὰ μαρτυρικὴ γῆ τῆς Κονίτσης. Ἀπὸ τὴν πόλη μὲ τὸ καινούργιο πανεπιστήμιο, στὰ χωριὰ μὲ τὰ δημοτικὰ ποὺ τὸ ἕνα ἔμελλε νὰ κλείνει μετὰ τὸ ἄλλο. Ἀπὸ τὰ παιδιὰ ποὺ τοῦ ἔδιναν ζωὴ στὸν γηρασμένο πληθυσμὸ ποὺ τὴν ἀποχαιρετοῦσε. Ἀπὸ ἕναν λαὸ ποὺ κυνηγοῦσε τὸ μέλλον σὲ ἕνα ποίμνιο ποὺ ἀγωνιζόταν νὰ μὴν ξεχάσει τὸ παρελθόν. Ἀπὸ ἕναν κόσμο ποὺ διψοῦσε τὸν Χριστὸ καὶ τὸν θησαυρὸ τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως αὐτὸς τοῦ τὸν προσέφερε σὲ ἕνα ταλαιπωρημένο καὶ ξεχασμένο κόσμο ποὺ δὲν ἤξερε νὰ ἐλπίζει καὶ δὲν μποροῦσε νὰ θέλει.

Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ἀντέδρασε σὲ αὐτὴ τὴν ἀπόφαση ὅσο έλάχιστοι. Ἴσως ἀπὸ ταπείνωση καὶ ἄρνηση τοῦ ἀξιώματος, ἴσως ἀπὸ ἀνάγκη νὰ συνεχίσει τὴν ἤδη μεσουρανοῦσα ἀποστολή του, ἴσως ἀπὸ ἀγάπη στοὺς ἀνθρώπους στοὺς ὁποίους προσφέρθηκε ὁλόκληρος, ἴσως ἀπὸ τὴν ὑποψία ὅτι πιθανὸν αὐτὴ ἡ ἐκλογὴ νὰ ἔκρυβε τὴν πονηρὴ σκοπιμότητα μιᾶς μεθοδευμένης ἐξορίας καὶ διαγραφῆς του ἀπὸ τὸ προσκήνιο τῆς ζώσης διακονίας. Πάντως ἀντέδρασε, εὐγενῶς ἀλλὰ σταθερὰ ἀρνήθηκε, παρακάλεσε γιὰ ἀνάκληση τῆς ἀποφάσεως, δὲν βιάστηκε νὰ συμβιβαστεῖ καὶ νὰ ὑποχωρήσει. Τοῦ ζητήθηκε ὑπακοὴ στὴν Ἐκκλησία καὶ ὑποχώρησε. Εὐτυχῶς ποὺ ἔκανε τὸ λάθος! Συνήθως τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ ἀντίθετο ἀπὸ τὸ δικό μας.

Σύντομα τὸν συναντοῦμε στὰ χωριὰ τῆς Κονίτσης. Παντοῦ καὶ ἀδιάκοπα νὰ περιτρέχει μονοπάτια, ἀπόμακρους οἰκισμούς, μικρὰ σχολεῖα, ἄδειες πλατεῖες, σκονισμένες ἐκκλησιές, νὰ συναντᾶ ἀνθρώπους, νὰ γεμίζει μὲ τὴν πληθωρικὴ παρουσία καὶ τὸν πλούσιο λόγο του, νὰ δίνει ξανὰ ἀγάπη, κίνηση, ζωή, χαρὰ καὶ ἐλπίδα• νὰ βρίσκει νέους, νὰ τοὺς ἐμπνέει, νὰ φτιάχνει τὸ σπίτι τους, οἰκοτροφεῖα, νὰ ὀργανώνει ἐκδηλώσεις, νὰ χειροτονεῖ ἐξαιρετικοῦ ἤθους ἱερεῖς, νὰ ξαναχτυποῦν οἱ καμπάνες. Αὐτοὶ ποὺ σπάνια ἔβλεπαν ἄνθρωπο καὶ περιοχὲς ποὺ δὲν εἶχαν παππὰ ἀντίκρυσαν γιὰ πρώτη φορὰ δεσπότη. Ὄχι δεσπότη περιφρουρημένο στὸ ψεύτικο καὶ κούφιο μεγαλεῖο του, ὄχι βουλιαγμένο στὴν ὑποτιθέμενη δόξα τοῦ νοσηροῦ ἐγωισμοῦ του, ὄχι ἐπισκέπτη ποὺ ἀγωνιζόταν νὰ ἐπιβεβαιώσει τὸ κῦρος του, ἀλλὰ πιστὸ κάτοικο τῆς περιοχῆς τους, πατέρα καὶ κοντινὸ ἀδελφό, ὁδηγὸ καὶ συμπαραστάτη στὴν καθημερινότητά τους. Ἔκρυβε περισσότερα ἀποθέματα ζωῆς μέσα του ἀπὸ ὅσα ὅλα τὰ μέλη τοῦ ποιμνίου του μαζί. Ἔδωσε ἀναπνοὲς ζωῆς ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμή. Ἔδωσε τὰ πάντα. Δὲν κράτησε γιὰ τὸν ἑαυτό του τίποτα.

Ὅμως δὲν πρόσεξε. Ὑπερέβαλε τὶς δυνάμεις του. Δὲν ἄντεξε τὸ σῶμα του, ὁ φυσικὸς ἑαυτός του. Τὸν λύγισε τὸ φιλότιμο καὶ ἡ εὐθύνη του. Γονάτισε. Ἔλειωσε. Γιὰ κάποια χρόνια ἀχρηστεύθηκε.

Τελικὰ ἡ ψυχή του ἔδωσε ζωή στὸ σῶμα καὶ ξαναγεννήθηκε ἐκ τῆς τέφρας τῆς δοκιμασίας του. Ἐπανέκαμψε. Ἕνας ἄλλος Σεβαστιανός, πιὸ δυνατὸς ἀπὸ τὸν προηγούμενο, πιὸ ὁρμητικὸς ἀπὸ τὸν παλιό, πολὺ πιὸ νέος ἀπ’ ὅ,τι στὴν ἄλλοτε νεανικὴ ἡλικία του. Στὸ μεταξὺ κατασκευάστηκε καὶ ἐγκαινιάστηκε ἀπὸ τὸν τότε Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος Ἱερώνυμο τὸν Α΄ ὁ Προσκυνηματικὸς ναὸς τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ στὴν Κόνιτσα. Δὲν εἶναι τόσο ὅτι ὅλα ἔγιναν πολὺ ὄμορφα καὶ γρήγορα, οὔτε ὅτι ἀποδείχθηκε ἡ δραστηριότητά του καὶ ἡ ἀνταπόκριση τῶν ἀρχῶν καὶ τοῦ κόσμου. Εἶναι ὅτι δημιουργήθηκε ἕνας ἐμβληματικὸς ναὸς γιὰ νὰ στεγάζει τὸ ἀναγεννητικὸ κήρυγμα τοῦ σύγχρονου Πατροκοσμᾶ καὶ νὰ δώσει ἐλπίδα στὸν ἀναστεναγμὸ τοῦ φυλακισμένου ποιμνίου, ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ βλέπει, γιατὶ τοῦ σφράγισαν τὰ μάτια• μόνο λίγο μποροῦσε νὰ ἀκούει, γιατὶ ἡ φωνὴ τοῦ Σεβαστιανοῦ ἦταν πολὺ δυνατὴ καὶ ἔφτανε μακριά• καὶ περισσότερο μποροῦσε νὰ φαντάζεται καὶ νὰ ὀνειρεύεται, γιατὶ ἡ ψυχὴ καὶ ἡ πίστη του ἦταν ἀκόμη ζωντανές.

Ὁ ἀγώνας του γιὰ τὰ δικαιώματα καὶ τὴν ἐλευθερία τῆς Βορείου Ἠπείρου μετέφεραν τὴν Κόνιτσα ἀπὸ τὴν ἀφάνεια στὴν ἐπικαιρότητα καὶ ἀπὸ τὴν περιφέρεια στὸ κέντρο τοῦ ἐνδιαφέροντος, συσπειρώνοντας ὅλον τὸν πνευματικὸ κόσμο τῆς πατρίδας μας γύρω ἀπὸ ἕνα θέμα εὐρείας ἐθνικῆς σημασίας, ἀναντίλεκτης ἀνθρωπιστικῆς σπουδαιότητος καὶ ἐμφανῶν πνευματικῶν προεκτάσεων.

Ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ ποὺ ἐξελέγη Μητροπολίτης, Ὑπέρτιμος καὶ Ἔξαρχος Βορείου Ἠπείρου, καθὼς ἡ ἄνοδός του στὸν Ἐπισκοπικὸ θρόνο τῆς Δρυϊνουπόλεως συνέπεσε μὲ τὴν συνταγματικὴ ἀπαγόρευση τῆς θρησκείας καὶ τῆς θείας λατρείας στὴν Ἀλβανία, καθιστώντας την τὴν μοναδικὴ χώρα στὸν κόσμο ποὺ νομικὰ θέσπισε κάθε ἀναφορὰ στὸν Θεὸ ποινικὸ ἀδίκημα, ὑποσχέθηκε ἄνευ ὅρων ἀγώνα ὑπὲρ τῶν δικαιωμάτων τῶν σκλαβωμένων Βορειοηπειρωτῶν ἀδελφῶν μας. Ἀφοῦ ὀργάνωσε τὴ Μητρόπολή του, ἀφοῦ ἰσχυροποίησε τὴν ἐκκλησιαστικὴ βάση του, ἀφοῦ οἰκοδόμησε τὸ σῶμα τῶν πιστῶν συνεργατῶν του, ἀνέδειξε τὸ Βορειοηπειρωτικὸ ζήτημα στὴν πολιτικὴ σκηνὴ καὶ τὸ ἔκανε σημαία καὶ λάβαρο τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα του. Ἡ Κόνιτσα τῆς ἀφάνειας ἔγινε γνωστὴ σὲ ὅλον τὸν κόσμο.

Ἔδεσε μὲ ἐπιτυχία τὴν φιλοπατρία μὲ τὴν πίστη καὶ ἔδωσε στὸ ἐθνικὸ θέμα χριστιανικὴ διάσταση. Τὸν πολέμησαν μὲ ὅπλα τὴ συκοφαντία, τὴν παραπλάνηση, τὶς ἀπειλὲς καὶ τοὺς ἐκφοβισμοὺς καὶ δὲν πτοήθηκε. Προσπάθησαν νὰ τὸν ξεγελάσουν, νὰ τὸν κολακεύσουν, νὰ τοῦ ὑποσχεθοῦν. Τὸν κατηγόρησαν ὡς ἀναρμόδιο. Δὲν τὰ κατάφεραν. Τὸν ἀποκάλεσαν ἐθνικιστή, φασίστα καὶ πατριδοκάπηλο σὲ μέρες ποὺ ἡ ἀντεθνικὴ προπαγάνδα ἀπέκτησε θεσμικὴ πολιτικὴ κατοχύρωση. Ὁ ἄνθρωπος τῆς γενικευμένης ἀναγνώρισης στὴν κοινωνία τῶν Ἰωαννίνων ἀπέκτησε ἐχθροὺς μέσα στὴν Κόνιτσα καὶ ἀνάμεσα στὰ κατευθυνόμενα ἀπὸ σκοπιμότητες καὶ συμβιβασμοὺς ὄργανα τῶν βορειοηπειρωτῶν τῆς ἐλεύθερης πατρίδας, οἱ ὁποῖοι προτιμοῦσαν νὰ ξεχάσουν τοὺς σκλαβωμένους συγγενεῖς τους παρὰ νὰ ἀκούσουν τὸν ἀναστεναγμό τους ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Σεβαστιανοῦ. Ὅμως «τόξον δυνατῶν ἠσθένησεν καὶ οἱ ἀσθενοῦντες περιεζώσαντο δύναμιν».

Ὁ ἤρεμος, πρᾶος καὶ ἁγνὸς ἡρωισμὸς καὶ ἡ τόλμη του ἐνέπνευσαν νέα παιδιὰ καὶ τὰ συσπείρωσαν κοντά του. Ἡ νεολαία του χωρὶς καμμία ἀμφιβολία ἢ ἀνόητη ὑπερβολὴ ἦταν ὅχι πολυάριθμη ἀλλὰ ἡ δυνατότερη νεολαία τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Γιατὶ δὲν στηριζόταν στὴν ὀργὴ τοῦ ἀδικημένου οὔτε στὴν ἀγανάκτηση καὶ τὸν ἐγωισμὸ τοῦ φανατισμένου ποὺ φιλοδοξει νὰ γίνει ἥρωας. Τὸ θεμέλιό της ἦταν καθαρὰ πνευματικό. Εἶχε πίστη στὸν Χριστό, ἀνιδιοτέλεια, πάθος γιὰ τὴν ἀλήθεια καὶ τὸ δίκαιο, ἀγάπη καὶ ἐνδιαφέρον γιὰ τὸν ξεχασμένο καὶ σκλαβωμένο. Ἡ ΣΦΕΒΑ δὲν κατέβηκε στὸν δρόμο γιὰ νὰ ἱκανοποιήσει κάποιες σκοπιμότητες ἢ νὰ προβάλει τὸ φιλόδοξο ὅραμα ἑνὸς φαντασμένου Ἱεράρχη, οὔτε ἀργότερα ὁ ΠΑΣΥΒΑ ὀργάνωσε συνέδρια γιὰ νὰ βροῦν ἀντικείμενο ἐνασχόλησης κάποιοι παροπλισμένοι ἐκπαιδευτικοί, στρατηγοὶ καὶ διπλωμάτες. Ὅλα γίνονταν γιὰ ἕναν ἱερὸ σκοπό• γιὰ νὰ ἀκουσθεῖ ἡ φιμωμένη φωνὴ τῶν βορειοηπειρωτῶν ἀδελφῶν μας καὶ νὰ ὁμολογηθεῖ στὸν ναρκωμένο κόσμο μας ἡ πίστη στὸν Χριστό. Ὁ Σεβαστιανὸς αὐτοανακηρύχθηκε πρέσβυς τῶν ἀδικημένων, ἐκπρόσωπος τῶν σκλαβωμένων, κραυγὴ τῶν προδωμένων, παρηγορία τῶν πονεμένων, ἀνύστακτος προστάτης τῶν διωκομένων καὶ μόνιμος πονοκέφαλος τῶν ἔνοχα συμβιβασμένων πολιτικῶν καὶ δῆθεν ἰσχυρῶν αὐτοῦ τοῦ κόσμου.

Πάντα πρᾶος καὶ δυναμικὸς μαζί. Ταπεινὸς καὶ σεμνὸς παρὰ τὴ δημόσια προβολή του, ἀκούραστος παρὰ τὴν ἀσθενικὴ φύση του, ἱεραποστολικὸς καὶ μοναχός ταυτόχρονα. Ἡ μυστικὴ κραυγὴ τῆς καρδιᾶς του πιὸ εὔλογη ἀπὸ τὸ χαρισματικὸ στόμα του. Ἕνας πονεμένος ἄρχοντας μὲ ἐκεῖνο τὸ ἔξυπνο χαμόγελο, ἄνθρωπος προσευχῆς καὶ ἀλάνθαστης σκέψης. Λεβέντης πραγματικός!

Μὲ τὰ ὑλικὰ εἶχε ἰδιάζουσα σχέση. Ἀνοιχτοχέρης, φιλόξενος, δοτικὸς στοὺς ἄλλους, ὁλοκληρωτικὰ αὐτοπροσφερόμενος. Καθόλου νοσηρὰ προστατευόμενος καὶ ἀσφαλιζόμενος. Ὁ ἴδιος ὀλιγαρκής, καὶ ὄχι μόνον. Φτωχὸς κατ’ ἐπιλογήν. Τὰ ροῦχα του πάντα στὸ ὅριο τῆς φθορᾶς. Ἀπὸ ἀρχιερατικά τὰ ἀναγκαῖα. Εἶχα τὴν εὐλογία, τὴν ἡμέρα τοῦ θανάτου του νὰ διανυκτερεύσω στὸ κελλί του. Κελλὶ ἀσκητῆ, οὔτε κἂν συνήθους μοναχοῦ. Μιὰ κουρελοῦ στὸ πάτωμα. Ἕνα κρεβάτι σιδερένιο νοσοκομειακό, παλαιοῦ τύπου μὲ σοῦστες, στρῶμα βαμβακερό, πατημένο, σκεπασμένο μὲ μιὰ ὑφαντὴ παλιὰ κουβέρτα. Μιὰ ξυλόσομπα κυλινδρικὴ μαντεμένια. Λίγα ράφια μὲ τὰ ἀπαραίτητα βιβλία, Καινὴ Διαθήκη, Προσευχητάρι, Ὡρολόγιο κ.λπ. Κανὰ δυὸ εἰκόνες ἁπλές. Ἕνας μικρὸς σταυρός. Ἀπέναντι στὸν τοῖχο κρεμασμένα δύο ζωστικά παλιά, τὸ ἕνα ἐμφανῶς ξεθωριασμένο, καὶ ἕνα παντελόνι, τὸ ὁποῖο ὅταν ἀργότερα τὸ κληρονόμησα διαπίστωσα ὅτι ἦταν λειωμένο καὶ μπαλωμένο. Εἶχε ἤδη ἀρχίσει νὰ σχίζεται. Ἕνα δωμάτιο γεμᾶτο ἀλήθεια, χωρὶς κανένα βάρος ματαιότητος. Αὐτὸς ποὺ τοῦ ἐμπιστεύονταν ὁ κόσμος τὰ χρήματα καὶ τὶς οἰκονομίες του, αὐτὸς ποὺ διαχειριζόταν ἑκατομμύρια δραχμές, αὐτὸς ποὺ τάιζε καὶ ἔντυνε χιλιάδες πεινασμένους, δὲν εἶχε οὔτε σκέψη νὰ κρατήσει κάτι γιὰ τὶς ὑποτιθέμενες ἀνάγκες του.

Στὶς μέρες του, ἡ Κόνιτσα εἶδε κόσμο ποὺ ποτὲ δὲν εἶχε φαντασθεῖ. Τὰ ξενοδοχεῖα της γέμιζαν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ Σεβαστιανοῦ, τὰ μαγαζιὰ λειτουργοῦσαν χάρις σ’ αὐτόν. Στὴν ἀξέχαστη κηδεία του περισσότεροι ἀπὸ 12.500 ἄνθρωποι ἀπὸ τὰ πέρατα τῆς Ἑλληνικῆς γῆς καὶ ὄχι μόνον, ἔτρεξαν νὰ ὁμολογήσουν τὴν ἀναγνώρισή τους στὸν ἥρωα καὶ πατέρα τους, στὸ πρότυπο καὶ παράδειγμά τους.

Πέρασαν εἴκοσι χρόνια ἀπὸ τὴν ἀναχώρησή του, καὶ ἡ ζωή του δὲν μπορεῖ νὰ διαγραφεῖ ἀπὸ τὴν ὀθόνη τῶν ἀναμνήσεών μας. Γεγονότα, περιστατικά, συζητήσεις, λόγια, ἐντυπώσεις ἔρχονται καὶ ἐπανέρχονται ἐνισχυμένα μέσα μας. Ρίχνοντας μιὰ ματιὰ στὴ σύγχρονη πραγματικότητα, ζῶντας μιὰ ὕπουλη πνευματικὴ ὑποδούλωση κάτω ἀπὸ ἐξαιρετικὰ ἀπειλητικὲς συνθῆκες γιὰ τὴν ὑπόσταση τοῦ ἔθνους μας, ψάχνοντας ἀπεγνωσμένα κι ἐμεῖς γιὰ τὴν παρηγοριὰ μιᾶς ἀνάλογης προφητικῆς παρουσίας στὶς μέρες μας, διαπιστώνουμε ὅτι οἱ μεγάλοι εἶναι σπάνιοι καὶ ἀδιάδοχοι, καὶ ὅτι τέτοιοι δὲν γεννιῶνται ἀπὸ μόνοι τους, ἀλλὰ ὁ Θεὸς τοὺς δίνει ὅποτε καὶ σὲ ὅποιους Ἐκεῖνος κρίνει. Ὡστόσο, ἐμεῖς πρὶν καταρρεύσουμε ἀπὸ ἀπογοήτευση γιὰ τὴ σημερινή μας παρακμή, κρατιόμαστε πάνω στὸν ἀντίλαλο τῆς δυνατῆς φωνῆς του στὸ Μαυρόπουλο καὶ στὴν κοιλάδα τοῦ Δρίνου ποταμοῦ κάθε Πάσχα: «Κουράγιο, ἀδελφοί μας Βορειοηπειρῶτες, μὴν ἀποκάμνετε! Δὲν εἶσθε μόνοι. Κοντά σας εἶναι ὁ Νικητὴς τοῦ Θανάτου, ὁ Ἀναστὰς Κύριος. Αὐτὸς πιστεύομεν ἀκραδάντως, σύντομα θὰ δώσει καὶ τὴν ἰδικήν σας ἀνάστασιν, τὴν ἀνάστασιν τῆς Βορείου Ἠπείρου. Καὶ ὅλοι μαζὶ ἐν ἀγαλλιάσει θὰ ψάλλουμε τὸν νικητήριο παιᾶνα: Χριστὸς Ἀνέστη καὶ ἡ Βόρειος Ἤπειρος Ἀνέστη!».

Κι ἐμεῖς, ὅσοι κρατᾶμε τὴν πίστη, τὴν ὁμολογία καὶ τὴν προσευχή μας, δὲν ἀποκάμνουμε, γιατὶ πιστεύουμε ὅτι ὁ Σεβαστιανὸς ζεῖ. Μόνο ποὺ ἐμεῖς ζῶντας στὰ ἑλληνοχώρια τῆς γήινης σκλαβιᾶς μας, μὲ σβησμένα τὰ φῶτα τῶν πνευματικῶν πόθων μας, σὰν ἄλλοι φοβισμένοι βορειοηπειρῶτες, ἀκοῦμε ἀπὸ τὸ Μαυρόπουλο τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, καθὼς αὐτὸς γιορτάζει τὸ αἰώνιο Πάσχα στὶς κορυφές της, στεντόρια τὴ φωνή του νὰ ἀντηχεῖ στὰ αὐτιά μας παρηλλαγμένη: «Κουράγιο περιλειπόμενοι, ἀδελφοί μου, ὅσοι κρατιέστε στὴν πίστη στὸ Χριστὸ καὶ στὴν ἀγάπη στὴν Ἑλλάδα, μὴν ἀποκάμετε μὲ ὅσα βλέπετε. Δὲν εἶσθε μόνοι. Κοντά σας εἶναι ὁ Νικητὴς τοῦ Θανάτου, ὁ Ἀναστὰς Κύριος. Σύντομα θὰ περάσει ὁ πνευματικὸς διωγμός καὶ ὅλοι μαζὶ ἐν ἀγαλλιάσει θὰ ψάλλουμε τὸν νικητήριο παιᾶνα: Χριστὸς Ἀνέστη καὶ ἡ Ἑλλάδα μας κι ὁ κόσμος μας Ἀνέστη!».


* Παρουσίαση στἠν Αἴθουσα Τελετῶν τοῦ ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη, 30.11.2014 καὶ στὴν Κόνιτσα, 14.12.2014
(20 ἐτῶν ἀπὸ τῆς κοιμήσεως τοῦ Μητροπολίτου Σεβαστιανοῦ).

pdf


Η ΜΑΓΕΙΑ ΤΩΝ ΦΩΤΟΝΙΩΝ*

Μητροπολίτου Μεσογαίας & Λαυρεωτικῆς Νικολάου


photons-s

Ζοῦμε σὲ ἕναν πανέμορφο κόσμο ποὺ τὸ μυστικό τῆς ζωῆς τὸ σηκώνουν μικροσκοπικὲς ὀντότητες ποὺ λέγονται γονίδια. Εἶναι δυσδιάκριτα, δὲν φαίνονται. Ὅμως αὐτὰ προσδιορίζουν τὴ ζωὴ καὶ τὰ ἰδιώματά της. Αὐτὰ χαρακτηρίζουν τὸ κάθε πρόσωπο, καθορίζουν τὴν ταυτότητα. Μὲ ἀκρίβεια καὶ λεπτομέρειες.

Κολυμπᾶμε μέσα σὲ ἕναν ὠκεανὸ ἄπειρων σωματιδίων, ποὺ ταυτοποιοῦνται μὲ ποικίλα καὶ παράξενα ὀνόματα: Quarks, γκλουόνια, μποζόνια, λεπτόνια, βαρυόνια, νετρίνα, φωτόνια καὶ πλῆθος ἄλλων. Καὶ ποὺ δὲν φαίνονται. Ὅμως αὐτὰ τὰ μικρὰ στηρίζουν τὸ μεγαλεῖο αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Αὐτὰ κρύβουν τὸ μυστήριό του. Ὅλα ἔχουν τὴν ἀποστολὴ καὶ τὴ σημασία τους. Ὅσο μικρὰ κι ἂν εἶναι. Κάποια εἶναι ὑπεύθυνα γιὰ τὴ μᾶζα. Λέγονται μποζόνια. Οὔτε καταλαβαίνουμε γιατί. Χωρὶς ὅμως αὐτὰ δὲν θὰ ψηλαφούσαμε τὸν κόσμο μας. Ἄλλα πάλι βοηθοῦν στὴ διάδοση τῶν δυνάμεων. Κάποια εἶναι γνωστὰ ὡς γκλουόνια. Κι αὐτὸ κακόηχο. Καὶ ἄλλα συγκροτοῦν τὸ φῶς. Αὐτὰ λέγονται φωτόνια. Πιὸ εὔηχο ὄνομα.

Μᾶζα, δυνάμεις, φῶς.

Εἶναι σημαντικὸ νὰ ἑρμηνεύεται ἡ μᾶζα ἢ νὰ δικαιολογεῖται ἡ διάδοση τῶν δυνάμεων. Ἡ ὕλη ψηλαφεῖται, οἱ δυνάμεις συντηροῦν τὴν κίνηση καὶ διατηροῦν τὶς ἰσορροπίες. Ἔτσι κατανοοῦμε τὴν ὕλη καὶ τὴ βαρύτητα.

Γιὰ κάποιον ὅμως λόγο, τὸ φωτόνιο ἔχει ἕνα μοναδικὸ μεγαλεῖο. Εἶναι πολὺ εὐγενές, δὲν ἔχει μᾶζα, ἀλλὰ ὅμως ὑπάρχει. Καὶ μάλιστα μπορεῖ νὰ γεννήσει μᾶζα. Κουβαλάει ἐνέργεια. Κυρίως ὅμως δείχνει καὶ φανερώνει. Χάρις στὰ φωτόνια ἀπολαμβάνουμε τὸ αἴσθημα τῆς ὅρασης. Ὁ κόσμος φαίνεται. Καὶ εἶναι τόσο ὄμορφος. Πλῆθος χρωμάτων, ἐντυπωσιακὲς συμμετρίες, ἐκπληκτικὲς ἀσυμμετρίες, ἀντιθέσεις, ἀνακλάσεις, ἁρμονία, βάθος, ἐναλλαγές. Χωρὶς τὰ φωτόνια δὲν θὰ ξέραμε τὶ θὰ πεῖ κάλλος, ὀμορφιά, αἰσθητική, ποικιλία, ὀπτικὴ ἁρμονία. Δὲν θὰ μπορούσαμε νὰ συγκρίνουμε. Σὰν αὐτὰ νὰ δίνουν ζωὴ στὴν ὕλη.

Τὰ φωτόνια ἐπιβεβαιώνουν τὴν ὕπαρξη τοῦ κόσμου, κυρίως ὅμως ἀποκαλύπτουν τὴν ὀμορφιά του. Ἀλλὰ γιὰ νὰ τὴν δεῖς, πρέπει νὰ τὰ ἀνακαλύψεις.

Σ’ αὐτὸ βοηθοῦν τὰ μάτια μας. Ὅταν αὐτὰ χάνουν τὴν ἀκρίβεια ἢ τὴν εὐαισθησία τους, τότε χρησιμοποιοῦμε διορθωτικοὺς φακούς. Γιὰ νὰ ἀντικρύσουμε τὰ μικρὰ ἀντικείμενα ποὺ δὲν διακρίνονται, ἔχουμε τὰ μικροσκόπια. Γιὰ τὰ μακρινὰ ποὺ ἐπίσης εἶναι ἀθέατα, κατασκευάσαμε τὰ τηλεσκόπια. Κι ἔτσι βλέπουμε καὶ αὐτὰ ποὺ ...δὲν φαίνονται. Εἶναι πολὺ ὄμορφος ὁ κόσμος μας. Καὶ περικλείει πολλὴ σοφία. Ἡ ὀμορφιὰ κρύβεται πίσω ἀπὸ αὐτὸ ποὺ αὐτὸς δείχνει. Καὶ ἡ σοφία μέσα σὲ αὐτὸ ποὺ κρύβει. Τὸ πρῶτο τὸ ἀπολαμβάνει τὸ μάτι. Τὸ δεύτερο μαγεύει τὴ σκέψη. Χωρὶς τὸ ἐρέθισμα τῆς θεατῆς ὀμορφιᾶς, ἡ σκέψη δὲν θὰ μποροῦσε νὰ κάνει τὰ διεισδυτικὰ ταξείδια της. Γι’ αὐτὸ εἶναι τόσο πολύτιμα τὰ φωτόνια.

Ἄλλοτε πάλι μὲ τὰ τηλεσκόπια φωτογραφίζουμε ἢ ἀνιχνεύουμε. Δὲν βλέπουμε. Δὲν εἶναι τὸ ἴδιο. Ἡ ἀνίχνευση προκαλεῖ τὸν ἐνθουσιασμὸ τῆς διαπίστωσης. Ἡ σκέψη τὴ μαγεία τῆς ἀνακάλυψης. Ἡ θέα ὅμως εἶναι αὐτὴ ποὺ γεννᾶ τὴ συγκίνηση τῆς ἀμεσότητας. Εἶναι ὑπέροχο πράγμα οἱ αἰσθήσεις μας. Καὶ κυρίως ἡ ὅραση.

Λέγει ὁ Ἐλύτης: Θεέ μου, πόσο μπλὲ ξοδεύεις γιὰ νὰ μὴ σὲ βλέπουμε! Κι ἐμεῖς συμπληρώνουμε: Θεέ μου, πόσα φωτόνια ἔφτιαξες γιὰ νὰ σὲ ὑποψιαζόμαστε!

«Εἶπεν ὁ Θεός: γενηθήτω φῶς∙ καὶ ἐγένετο φῶς». Μάλιστα «ἐν ἀρχῇ», τὸ πρῶτο πράγμα. Τελικά, τὸ σωμάτιο τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι τὸ μποζόνιο οὔτε λέγεται higgs∙ αὐτὸ δὲν θὰ πεῖ τίποτα. Τὸ σωμάτιο τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ φωτόνιο. Καὶ ἡ πύλη πρὸς τὸν κόσμο τὸ τηλεσκόπιο. Βάζεις τὸ μάτι σου στὸν φακὸ καὶ ξεχύνεσαι στὸ ἄπειρο. Ἐκεῖ ποὺ συναντᾶται ἡ ὀμορφιὰ μὲ τὴν ἀλήθεια. Τὸ μάτι βλέπει. Ἡ καρδιὰ χτυπάει. Ἡ σκέψη καλπάζει. Διαλέγεται μὲ τὰ φωτόνια.

Εἶναι ἐκπληκτικὴ ἡ θέα, ἡ ζωντανὴ εἰκόνα. Ἰδίως στὴν πατρίδα μας. Θάλασσες, νησάκια, οὐρανός. Κόλποι, παραλίες, λόφοι, ὅλα μαζί. Ἡ φυσική της ὀμορφιὰ σὲ ταξειδεύει. Σὲ κάνει νὰ θέλεις ἢ νὰ μείνεις γιὰ πάντα στὴ γῆ ἢ νὰ φύγεις. Θέλεις νὰ ζεῖς γιὰ πάντα. Καὶ ἂν αὐτὸ δὲν γίνεται στὴ γῆ, θέλεις νὰ πᾶς ἀλλοῦ. Ἡ ὀμορφιὰ ἐνδυμανώνει τὴν αἰωνιότητά σου. Βάζεις τὸ μάτι στὸ τηλεσκόπιο καὶ φεύγεις. Φεύγεις στὸ ἄπειρο. Χάνεσαι στὸν χῶρο. Ἐλευθερώνεσαι ἀπὸ τὸν χρόνο. Τί ὡραία ἡ αἴσθηση τοῦ σύμπαντος!

Ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ λίγο καὶ τὸ ἄπειρο σοῦ εἶναι πεπερασμένο. Καὶ ὁ χρόνος λίγος. Θέλεις νὰ φύγεις κι ἄλλο. Θέλεις ἀπὸ τὴν ὀμορφιὰ τῶν ὁρωμένων νὰ περάσεις στὴ ἐμπειρία τῶν ἀθεάτων. Καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ χρωστᾶς στὰ φωτόνια. Τὰ φωτόνια σοῦ δείχνουν τὴν ὀμορφιὰ τοῦ κτιστοῦ καὶ σὲ ὑποψιάζουν γιὰ τὴν ἀλήθεια τοῦ ἀκτίστου. Τὰ φωτόνια δείχνουν Αὐτὸν ποὺ δὲν φαίνεται. Δείχνουν τὸν Θεό.

Θέλω νὰ ἐκφράσω τὴ χαρά μου γιὰ τὴν εὐκαιρία τῆς ἀποψινῆς βραδιᾶς καὶ τὶς πολλὲς εὐχαριστίες μου στὸν κ. Τσίγκανο καὶ γιὰ τὴν πρόσκληση καὶ γιὰ τὴ δυνατότητα νὰ ἀνοίξω γιὰ λίγο μπροστά σας τὴν καρδιά μου. Εἶναι πολὺ ὡραῖο πράγμα ἡ ζωή σου νὰ φιλοξενεῖ καὶ αἴσθηση Ἀστροφυσικῆς καὶ ἐμπειρία ἱερωσύνης.

Καὶ εἶναι θαυμάσιο νὰ περνᾶς μιὰ ὄμορφη βραδιὰ στὴν Πεντέλη μὲ ἀνοιχτὸ τὸν θόλο κυνηγώντας φωτόνια. Ἴσως καλύτερο ἀπὸ τὸ νὰ ψάχνεις χρόνια ὁλόκληρα ἕνα μποζόνιο στὴ Γενεύη!

Σᾶς εὐχαριστῶ πολύ.


*Δυὸ λόγια στὴν ἐκδήλωση τοῦ Ἐθνικοῦ Ἀστεροσκοπείου Ἀθηνῶν, μὲ ἀφορμὴ τὴν πλήρη ἀποκατάσταση τοῦ ἱστορικοῦ τηλεσκοπίου Newall, Παλ. Πεντέλη, 21.9.2013.

Ὁμιλία pdf


Ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου

(Ὁμιλία τοῦ Μητροπολίτου Μεσογαίας καὶ Λαυρεωτικῆς κ.Νικολάου) 


05.02-estayrwmenos

   Ἡ Ἐκκλησία στὸ κέντρο τῶν ναῶν, στὸ κέντρο τῆς ζωῆς μας, στὸ κέντρο τῆς καρδιᾶς μας προβάλλει καὶ θέλει νὰ προβάλλει τὸν Χριστὸ ἐσταυρωμένο. Αὐτὲς τὶς μέρες προσφέρει ὅλους τοὺς χυμοὺς τῆς θεολογίας της καὶ τοῦ λειτουργικοῦ πλούτου της γιὰ νὰ μᾶς δείξει τὸ μεγαλεῖο καὶ τὴν θεολογικὴ ἀλήθεια ἡ ὁποία κρύβεται πίσω ἀπὸ τὸ πρόσωπο τοῦ ἐσταυρωμένου Θεοῦ.

   Συχνὰ ἔρχεται ἡ ἐρώτηση στὸν καθένα μας: ἄραγε τὸ πάθος τοῦ Κυρίου, ὁ σταυρός, τί εἶναι; Εἶναι οἱ κολαφισμοί, εἶναι τὰ ραπίσματα, εἶναι οἱ ἐμπαιγμοί, εἶναι ὁ ἀκάνθινος στέφανος, εἶναι ἡ χλαμύδα, εἶναι ὁ κάλαμος, εἶναι τὰ καρφιά; Ὄχι, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί. Αὐτὰ ὅλα καὶ ἄλλοι ἄνθρωποι ἴσως τὰ πέρασαν. Αὐτὰ ἀποτελοῦν τὸ ἐγκόσμιο πλαίσιο, τὴν εἰκόνα αὐτῆς τῆς ζωῆς. Δὲν εἶναι αὐτὸ τὸ πάθος τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ εἶναι τὸ πάθος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ.

   Ὁ ἀληθινὸς ὅμως σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ ἔχει τρία σκέλη. Τὸ πρῶτο εἶναι ὁ σταυρὸς τῆς προπατορικῆς ἁμαρτίας, τῆς ἁμαρτίας τοῦ Ἀδάμ, αὐτῆς τῆς ἁμαρτίας τὴν ὁποία ὅλοι μας τὴν νοιώθουμε ὡς ροπή, ὡς στροφή, ὡς εὐκολία πρὸς τὸ κακό. Ὁ Κύριος λοιπὸν δέχεται πάνω στὸν σταυρὸ αὐτὸ τὸ βάρος τῆς προπατορικῆς ἁμαρτίας καὶ τάσεως ποὺ ὅλοι μας ἔχουμε κληρονομήσει.

   Τὸ δεύτερο εἶναι ὁ τρόπος τῆς σωτηρίας μας. Αὐτὸς ὁ φοβερὸς τρόπος ποὺ περιγράφεται στὶς εὐαγγελικὲς περικοπές. Τί ἀσύλληπτο πρᾶγμα! Νὰ πρέπει ὁ Θεὸς ὁ ὁποῖος ἐνδύθηκε τὴν ἀνθρώπινη σάρκα, πολιτεύθηκε καὶ ἔζησε μαζί μας, αὐτὸς ὁ Θεὸς νὰ ραπισθεῖ, μὲ ποιό χέρι; Νὰ δεχθεῖ εἰρωνίες, μὲ ποιά γλῶσσα; Νὰ προδοθεῖ, ἀπὸ ποιὰ καρδιά; Νὰ ὑπομείνει ὅλες αὐτὲς τὶς ἀτιμώσεις, ἀπὸ ποιὰ παραγωγικὰ ἀνθρώπινα μυαλά; Ὁ ξεπεσμὸς τῆς ἀνθρώπινης φύσεως ποὺ ἀποκορυφώνεται μὲ τὸν τρόπο τῆς σταυρικῆς θυσίας καὶ τοῦ πάθους τοῦ Κυρίου ἀποτελεῖ τὴν δεύτερη οὐσιαστικὴ αἰτία τοῦ πάθους τοῦ Κυρίου, τὴν δεύτερη ἔκφραση τοῦ σταυροῦ Του.

   Ὑπάρχει καὶ μία τρίτη καὶ αὐτὴ κρύβεται πίσω ἀπὸ τὴν κραυγὴ ἐπὶ τοῦ σταυροῦ τοῦ Κυρίου «Θεέ μου, Θεέ μου ἱνατί μὲ ἐγκατέλιπες;» (Ματθ. κζ΄ 46). Ἀπίστευτος λόγος! Πῶς εἶναι δυνατὸν ὁ Χριστὸς ὡς Θεὸς νὰ ἀποκαλεῖ τὸν Θεὸ πατέρα «Θεέ μου, Θεέ μου»; Πῶς εἶναι δυνατόν νὰ μιλάει γιὰ ἐγκατάλειψη ὁ Θεὸς ἀπὸ τὸν Θεό; Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ βρίσκεται σὲ κατάσταση ἀνάγκης καὶ ἀγωνίας; Αὐτὸ εἶναι ἡ μεγαλύτερη δοκιμασία τῆς Τριαδικῆς θεότητος. Αὐτὴ εἶναι ἡ πρόκληση τῆς Τριαδικῆς θεότητος καὶ τῆς Τριαδικῆς ἑνότητος τῶν προσώπων.

   Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, τὸ γεγονὸς τῆς ἀνθρώπινης ἁμαρτίας τὸ ζοῦμε κι ἐμεῖς. Τὸ γεγονὸς τῆς προσωπικῆς ἁμαρτίας ἐπίσης τὸ ζοῦμε κι ἐμεῖς. Καὶ τὸ γεγονὸς ἐπίσης τῆς ἐγκαταλείψεως τοῦ Θεοῦ κι ἐμεῖς μποροῦμε καὶ εἶμαι σίγουρος πὼς καθημερινὰ τὸ διακρίνουμε στὴ ζωή μας. Οἱ μέρες αὐτὲς ἀποτελοῦν γιὰ τὸν καθένα μας μία ἀφορμὴ νὰ ξεπεράσουμε αὐτὲς τὶς ζυμωμένες μὲ τὴν ὕπαρξη καὶ τὴν βαθύτερη ὑπόστασή μας καταστάσεις. Καὶ αὐτὸ θὰ γίνει ἂν σηκώσουμε κι ἐμεῖς τὸν σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ. Ἂν μπορέσουμε, νὰ ζήσουμε κι ἐμεῖς αὐτὴν τὴν ἁγιότητα στὴν ὁποία μᾶς καλεῖ ἡ Ἐκκλησία. Δὲν εἶναι Ἐκκλησία τὰ ἔθιμα. Δὲν εἶναι Ἐκκλησία οἱ τύποι καὶ τὰ σύμβολα. Δὲν εἶναι Ἐκκλησία οἱ ἀναμνήσεις τῶν ἀγίων. Δὲν εἶναι Ἐκκλησία οἱ εἰκόνες τῶν ἁγίων στοὺς ναούς μας. Δὲν εἶναι Ἐκκλησία τὰ κτίρια τῶν ναῶν. Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἐξαγιασμένη ζωή μας. Εἶναι τὸ ξεπέρασμα τῆς ἁμαρτίας μέσα μας. Εἶναι ὁ ἀγώνας νὰ ζήσουμε κι ἐμεῖς τὴν χάρι τοῦ Θεοῦ ὅπως τὴν ἔχουν ζήσει 2000 χρόνια τώρα οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας.

  Αὐτὸ θὰ μᾶς ἀξιώσει ὄχι μόνον νὰ εἴμαστε συμμέτοχοι στὰ παθήματα τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ θὰ μᾶς ἀξιώσει τῆς μεγάλης χαρᾶς καὶ τῆς μεγάλης εὐλογίας νὰ εἴμαστε συμμέτοχοι καὶ στὴ δική Του ἀνάσταση, ἀρχῆς γενομένης -γιατί ὄχι;- ἀπὸ φέτος. Σᾶς εὔχομαι μὲ ὅλη μου τὴν καρδιά, μᾶς εὔχεται ἡ Ἐκκλησία σὲ ὅλους,
Καλὴ Ἀνάσταση!


Ὁμιλία pdf




«Ἔφθασε καιρὸς ἡ τῶν πνευματικῶν ἀγώνων ἀρχή…
…τὸ στάδιο τῶν ἀρετῶν ἠνέωκται»

Μητροπολίτου Μεσογαίας & Λαυρεωτικῆς Νικολάου


M.SarakosthἩ περίοδος τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ἀποτελεῖ τὴν περίοδο τῶν πνευματικῶν εὐκαιριῶν καὶ προσδοκιῶν ὅλης τῆς Ἐκκλησίας. Τὴν περιμένουμε ὅλο τὸν χρόνο καὶ ἡ Ἐκκλησία σιγά-σιγά μᾶς προετοιμάζει γι᾿ αὐτήν. Τρεῖς ἑβδομάδες τώρα, διαβάζουμε κάθε μέρα ἀνάλογα εὐαγγελικὰ ἀναγνώσματα, ψάλλουμε σχετικὰ τροπάρια, σταδιακὰ προχωροῦμε καὶ πρὸς τὴν νηστεία καὶ φτάνουμε σὲ αὐτὴν τὴν ἀκολουθία τοῦ ἑσπερινοῦ τῆς συγχωρήσεως ἡ ὁποία σημαδεύει καὶ τὴν ἔναρξη τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καὶ ἀλλάζει ὁ διάκοσμος τῶν ναῶν μας. Ἀλλάζει ὁ φωτισμός, ἀλλάζουν τὰ χρώματα, ἀλλάζουν τὰ ἐξωτερικά, γιὰ νὰ γίνει μιὰ σχετικὴ ἀλλαγὴ ποὺ θὰ βοηθήσει τὴν ψυχή μας ὄχι δημιουργώντας κατάσταση ψεύτικης θλίψης, ἀλλὰ δημιουργώντας τὶς προϋποθέσεις γιὰ μιὰ ἐσωτερικὴ συνοχή, γιὰ μιὰ στροφὴ πρὸς τὰ μέσα μας, γιὰ αὐτὸ ποὺ χρειαζόμαστε ὅλοι μας, διότι τὴν ἐντελῶς διαφορετικὴ πορεία συνήθως ἀκολουθοῦμε.

Ἡ ζωή μας εἶναι γεμάτη μὲ περισπασμούς. Εἴμαστε πολὺ εὔκολοι νὰ περιπολεύουμε περὶ τὰ καθημερινά, νὰ μεριμνοῦμε γιὰ τὰ δευτερεύοντα, νὰ γλυστράει τὸ μυαλό μας, νὰ εἶναι πολυπόρευτος ὁ νοῦς καὶ ὀλισθηρὰ -κατὰ τὴν γλώσσα τῶν πατέρων- ἡ διάνοιά μας.

Λέει ἕνα πολὺ ὡραῖο πατερικὸ ρητὸ ὅτι «νοῦς μὴ σκεδαννύμενος ἐπὶ τὰ ἔξω ἐπάνεισι πρὸς ἑαυτὸν καὶ δι᾿ ἑαυτοῦ πρὸς τὸν Θεόν». Ἕνας νοῦς, μιὰ καρδιά, ἕνας ἄνθρωπος ποὺ δὲν σκορπίζει πρὸς τὰ ἔξω ἐπιστρέφει στὸν ἑαυτό του καὶ διὰ τοῦ ἑαυτοῦ του πρὸς τὸν Θεό. Ὑπάρχει καὶ μιὰ ἄλλη φυσικὴ παρατήρηση, ποὺ λέει ὅτι τὰ φωτεινὰ χρώματα εἶναι τὰ χρώματα τὰ ὁποῖα ἀκτινοβολοῦν πολύ, ἐνῶ τὰ σκοτεινὰ εἶναι αὐτὰ ποὺ ἀπορροφοῦν τὴν ἀκτινοβολία. Κάτι τέτοιο ἴσως γίνεται καὶ τέτοιες μέρες ποὺ μὲ τὸν χαμηλὸ φωτισμό, μὲ τὴν ἁπαλὴ φωνή τῶν ψαλτῶν, μὲ τὰ ροῦχα τὰ σχετικῶν χρωμάτων τῶν ἱερέων καὶ τὰ χρώματα τὰ σχετικά τῆς Ἁγίας Τραπέζης ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς βοηθάει, ἀντὶ νὰ σκορπίσει τὸ μυαλό μας πρὸς τὰ ἔξω, νὰ μαζευτεῖ λίγο πρὸς τὰ μέσα, νὰ μπεῖ μέσα στὴν καρδιὰ τοῦ καθενός, νὰ ἐπιστρέψουμε δι᾿ ἑαυτοῦ πρὸ τὸν Θεὸ ὁ κάθε ἕνας μας.

Καὶ ἐρχόμαστε λοιπὸν ἔτσι στὴν Μεγάλη Σαρακοστή, σὲ αὐτὴ τὴν ὄμορφη περίοδο, μὲ αὐτὴν τὴν ἐσωτερικὴ δίψα, αὐτὰ τὰ ἀπροσδιόριστα πολλὲς φορὲς ὄνειρα, ποὺ ὅμως εἶναι τόσο βαθειά, γιατί ὑπόσχεται ὁ Θεὸς μεγάλα καὶ γιὰ αὐτὴν τὴν περίοδο ἀλλὰ καὶ γιὰ ὁλόκληρη τὴν ζωή μας.

Ἂς ποῦμε λοιπόν δυὸ λόγια παρμένα μέσα ἀπὸ τοὺς ὕμνους, μέσα ἀπὸ τὶς ἀφορμὲς ποὺ δίνει ἡ Ἐκκλησία, μέσα ἀπὸ τὸν πατερικὸ λόγο καὶ τὸ φρόνημα ποὺ σίγουρα θὰ ἦταν πολύτιμα στὸ ξεκίνημά μας σὲ αὐτὴν τὴν πορεία. Τί χαρακτηριστικὰ θὰ ἔπρεπε νὰ ἔχουμε ξεκινῶντας τὸν ἀγῶνα αὐτὸν τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Πολλὰ ὑπάρχουν, λίγα ἐμεῖς θὰ ποῦμε.

Τὸ πρῶτο θὰ τὸ πάρω ἀπὸ τὴν λέξη «συγχώρηση». Αὐτὸ πού μᾶς ζητάει ὁ Θεός, αὐτὸ πού μᾶς προτείνει ἡ Ἐκκλησία εἶναι νὰ βγοῦμε ἀπὸ τὸν χῶρο μας, τὸν χῶρο τοῦ ἐγωισμοῦ μας, τὸν χῶρο τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ μας, τὸν χῶρο πού μᾶς κάνει νὰ εἴμαστε ἔνοχα δικοί μας καὶ νὰ μποῦμε στὸν χῶρο τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖ ποὺ μποροῦμε νὰ συναντήσουμε τοὺς ἄλλους. Ἐκεῖ ποὺ δὲν ὑπάρχει τὸ δικό μου καὶ τὸ δικό σου. Ἐκεῖ ποὺ δὲν ἔχουμε διαφορές. Ἐκεῖ ποὺ τῶν ἄλλων τὰ ἐλαττώματα εἶναι ἀφορμὲς γιὰ τὴν δική μας ἀγάπη. Ἐκεῖ ποὺ οἱ ἁμαρτίες τῶν ἄλλων εἶναι δικές μας καὶ οἱ δικές μας ἀρετὲς ἀνήκουν καὶ στοὺς ἄλλους. Ἐκεῖ ποὺ οἱ εὐλογίες τοῦ Θεοῦ εἶναι ὅλων μας. Ἐκεῖ ποὺ οἱ ἄλλοι δὲν εἶναι ἄλλοι ἀλλὰ ἀποτελοῦν εἰκόνες τοῦ Θεοῦ, κομμάτια καὶ τοῦ δικοῦ μας ἑαυτοῦ. Ἐκεῖ ποὺ νοιώθουμε ὅλοι μαζὶ, καὶ ὅλοι καὶ μαζὶ, καὶ ἀλλήλων μέλη. Ἐκεῖ πλέον ποὺ δὲν ἔχουμε νὰ χωρίσουμε τίποτε, ἀλλὰ ἔχουμε τὸν κοινὸ στόχο πού μᾶς κάνει ὅλους νὰ ἀποτελοῦμε λατρευτικὴ σύναξη καὶ ἐκκλησία.

Τὸ πρῶτο λοιπὸν πράγμα εἶναι ἡ συγχώρηση. Εἶναι ἡ ἔκφραση τῆς ἀγάπης, ἡ αἴσθηση τῆς κοινωνίας, τὸ ὅτι εἴμαστε ὅλοι καὶ μαζὶ ὁμονοοῦντες καὶ ὁμοφρονοῦντες σὲ αὐτὴν τὴν πορεία, σὲ αὐτὴν τὴν ἐπιδίωξη, σὲ αὐτὸν τὸν ἀγῶνα, σὲ αὐτὴν τὴν προσδοκία τῶν εὐλογιῶν τοῦ Θεοῦ. Ἀφήνουμε τὸν δικό μας χῶρο καὶ μπαίνουμε στὸν χῶρο τοῦ Θεοῦ ὅπου χωροῦν ὅλοι καὶ ὅπου δέν μᾶς ξεχωρίζει τίποτε. Καὶ ἂς ἕχουμε τὰ στραβά μας, ἂς ἔχουμε τὰ ἐλαττώματά μας, ἂς ἔχουμε τὰ πάθη μας. Μπορεῖ νὰ τὰ ἔχουμε, μπορεῖ νὰ τὰ ἐκφράζουμε ἀλλὰ μποροῦμε ταυτόχρονα καὶ νὰ συγχωρούμεθα, νὰ μοιραζόμαστε τὸ γεγονός τῆς σωτηρίας καὶ τὴν προσδοκία τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ ὅλοι καὶ μαζί.

Τὸ δεύτερο πράγμα εἶναι ὅτι ὄχι μόνο νὰ μποῦμε στὸν χῶρο τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ νὰ μποῦμε στὸν χρόνο τοῦ Θεοῦ, σὲ αὐτὸν τὸν καιρό ὅπου ὁ Θεὸς πλέον κυριαρχεῖ. Ἐκεῖ ποὺ δὲν παίζουν ρόλο τὰ κοσμικὰ γεγονότα. Ἐκεῖ ποὺ καὶ ἡ δική μας προσωπικὴ ἱστορία ἔχει τὴν σημασία της, ἀλλὰ ἐκφυλίζεται -ἂν μποροῦμε νὰ ποῦμε- μπροστὰ στὸ πῶς ὁ Θεὸς ἐνεργεῖ.

Ὅταν ὁ ἰερὲας ἐτοιμάζεται νὰ λειτουργήσει λέει μιὰ εὐχὴ «καιρὸς τοῦ ποιῆσαι τῷ Κυρίῳ»• ἦρθε ὁ χρόνος, ὁ καιρός, ἡ ὥρα ποὺ μπορεῖ νὰ ἐνεργήσει ὁ Θεὸς πλέον στὴν ζωή μας. Ὁ Θεὸς πάντα ἐνεργεῖ στὴν ζωή μας. Ἐμεῖς καλούμεθα τέτοιες μέρες νὰ ἀφήσουμε ὅλους τοὺς περισπασμοὺς -ὅσους μποροῦμε- τὶς μέριμνες, τὰ ἐξωτερικὰ πράγματα, τὰ προγράμματα, τὴν ἐνασχόληση μὲ τὰ γεγονότα. Θὰ βρεθοῦμε σὲ μεγάλους πειρασμοὺς αὐτὲς τὶς μέρες, διότι ἡ πρόκληση τῶν κοσμικῶν γεγονότων θὰ εἶναι μεγάλη. Παρὰ ταῦτα, ἔχουμε τὴν εὐκαιρία νὰ δώσουμε σ΄ ὅλα αὐτὰ τὴν βαρύτητα ποὺ τοὺς ἁρμόζει, γιὰ νὰ προχωρήσουμε πιὸ πολὺ στὰ γεγονότα τοῦ Θεοῦ, στὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο Αὐτὸς ἐνεργεῖ στὴν ζωή μας, στὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο Αὐτὸς εἰσέρχεται στὴν ἱστορία, στὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο Αὐτὸς ἀσκεῖ τὴν Θεία Οἰκονομία.

Γιὰ νὰ γίνει αὐτό, χρειάζεται ἡ ψυχή μας λίγη ἡσυχία. Χρειάζεται λίγο νὰ φροντίσουμε τὶς ἐντάσεις καὶ νὰ τὶς περιορίσουμε. Νὰ ρυθμίσουμε τὸ πρόγραμμά μας ἔτσι ὥστε νὰ ἐκδηλώνεται στὰ ἀπολύτως ἀναγκαῖα αὐτοῦ τοῦ κόσμου καὶ νὰ ἀφήσει λίγη ἰκμάδα πνευματική, λίγες δυνάμεις γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ δοῦμε αὐτὰ ποὺ ἐνεργοῦνται, νὰ ἀκούσουμε τὴν φωνή τοῦ Θεοῦ, νὰ διαπιστώσουμε κι ἐμεῖς, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, τὸ γεγονός τῆς ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ, τῆς Θείας Οἰκονομίας στὴν ζωή μας.

Αὐτὸς εἶναι ὁ καιρός στὸν ὁποῖον ἀναφέρεται τὸ τρόπάριο «ἔφθασε καιρὸς ἡ τῶν πνευματικῶν ἀγώνων ἀρχή». Αὐτὸ τὸ τριήμερο θὰ ἀκοῦμε συνέχεια αὐτὴν τὴν λέξη, «καιρός». Δὲν θὰ ἀκοῦμε τὴν λέξη χρόνος, δὲν θὰ ἀκοῦμε τίποτε ἄλλο παρὰ τὴν λέξη «καιρός». Αὐτὸς ὁ καιρός εἶναι ἡ μεταμόρφωση τοῦ χρόνου σὲ κάτι πνευματικό, μέσα στὸ ὁποῖο μποροῦμε κι ἐμεῖς νὰ μποῦμε καὶ νὰ ἀπολαύσουμε τὸν Θεὸ καὶ νὰ ἀξιοποιήσουμε τὶς εὐκαιρίες ποὺ σὲ ὅλους μας δίνει.

Τὸ πρῶτο λοιπὸν εἶναι νὰ μποῦμε στὸν χῶρο τοῦ Θεοῦ, νὰ συγχωρηθοῦμε μὲ τὴν ἀγάπη. Τὸ δεὺτερο νὰ μποῦμε στὸν χρὸνο τοῦ Θεοῦ, νὰ συγχρονιστοῦμε μὲ τὸν Θεὸ μέσα ἀπὸ αὐτὴν τὴν δυνατότητα τῆς ἡσυχίας στὸ μέτρο ποὺ ὁ καθένας μας μπορεῖ νὰ τὴν ἀσκήσει.

Ὑπάρχει ἕνα τρίτο πράγμα γιὰ τὸ ὁποῖο μᾶς μιλάει πολὺ ἡ Ἐκκλησία. Μᾶς λέει ὅτι καλούμαστε νὰ ἀσχοληθοῦμε λίγο μὲ τὴν ἐργασία τῶν ἀρετῶν. Οἰ εὐαγγελικὲς περικοπὲς αὐτες τὶς μέρες μιλοῦν γιὰ τὴν ἐλεημοσύνη, γιὰ τὴν νηστεία, γιὰ τὴν προσευχή, γιὰ τὴν ἀνεκτικότητα, τὴ συγχωρητικότητα καὶ γιὰ τὴν μετάθεση τῆς καρδιᾶς καὶ τοῦ νοός μας στὸν οὐρανὸ καὶ στὰ πνευματικά. «Ὅπου ἐστὶν ὁ θησαυρὸς ἡμῶν ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ἡμῶν» (Ματθ. στ΄ 21), ὅπου ὑπάρχει δηλαδὴ ἡ τάση μας, ἡ ροπή μας, ἡ ἐπιλογή μας, ἐκεῖ εἶναι καὶ ἡ καρδιά μας. «Μὴ θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς...» (στ. 19), ὰλλὰ νὰ «θησαυρίζετε δὲ ὑμῖν θησαυροὺς ἐν οὐρανοῖς» (στ. 20) οἱ ὁποῖοι εἶναι ἄφθαρτοι, οἱ ὁποῖοι δὲν χάνονται, οἱ ὁποῖοι εἶναι θησαυροὶ ποὺ δίνει ὁ Θεός. Αὐτὸ σημαίνει νὰ μεταθέσουμε τὸ φρόνημα καὶ τὴν καρδιά μας σὲ κάτι οὐράνιο, σὲ κάτι πνευματικό, σὲ κάτι ποὺ δὲν φθείρεται, σὲ κάτι ποὺ εἶναι τόσο ἀληθινό.

Μᾶς προτείνει λοιπὸν ἡ Ἐκκλησία μιὰ ἁλυσίδα ἀρετῶν: τὴν κατὰ Θεὸν νηστεία ποὺ μπορεῖ καὶ νὰ μὴν εἶναι κατὰ Θεόν• τὴν κατὰ Θεὸν προσευχὴ ποὺ κι αὐτὴ μπορεῖ νὰ μὴν εἶναι κατὰ Θεὸν καὶ νὰ εἶναι ἀργολογία καὶ βατολογία καὶ ἐπίδειξη• τὴν κατὰ Θεὸν ἐλεημοσύνη, τὴν προσφορὰ ἐν τῷ κρυπτῷ, ὅπως λέει τὸ Εὐαγγέλιο. Μᾶς δίνει αὐτὴν τὴν δυνατότητα, διαβάζοντας σὲ ὅλη αὐτὴν τὴν περίοδο τὸ βιβλίο τῆς Κλίμακας τῶν ἀρετῶν τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου, νὰ ἐργαστεῖ ὁ καθένας μας κάποιες ἀρετὲς μαζὶ μὲ τὴν βοήθεια τοῦ πνευματικοῦ του, μαζὶ μὲ τὴν συμπαράσταση τῶν ἀδελφῶν του ἐντός τῆς Ἐκκλησίας.

Οἱ ἀρετὲς εἶναι τὰ παράθυρα μέσα ἀπὸ τὰ ὁποῖα πέφτουν οἱ ἀκτίνες τῆς θεϊκῆς παρουσίας. Ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἔχει ἀνοιχτὰ αὐτὰ τὰ παράθυρα, ποὺ ἀντὶ γιὰ ἀρετὲς κυριαρχεῖται ἀπὸ πάθη, δυσκολεύεται νὰ διαπιστώνει τὸν Θεὸ στὴν ζωή του. Ὁ Θεὸς τοῦ εἶναι ἀνύπαρκτος, τοῦ εἶναι δύσκολος, τοῦ εἶναι κάτι παράξενο, δέν τοῦ εἶναι εὔκολος.

Τὸ τρίτο λοιπὸν πράγμα εἶναι ἡ προθυμία στὴν ἐργασία τῶν ἀρετῶν, αὐτῶν τῶν ἀρετῶν ποὺ χρειάζεται στὴν παροῦσα κατάσταση ἡ δική μας ψυχή. Δὲν χρειάζεται νὰ συγκρινόμαστε μὲ τοὺς ἄλλους. Οἱ ἀρετὲς καὶ οἱ δικές τους καὶ οἱ δικές μας εἶναι κοινές, ὅπως καὶ τὰ πάθη καὶ οἱ ἀδυναμίες καὶ ἡ πτώση τους χρεώνουν κι ἐμᾶς. Γι᾿ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν λὸγο, αὐτό τὸ ὁποῖο ζητάει ὁ Θεὸς εἶναι ὁ κάθε ἕνας νὰ ἐπικεντρωθεῖ στὴν ἐργασία τῶν δικῶν του ἀρετῶν, αὐτῶν ποὺ θὰ τὸν ἀπελευθερώσουν, αὐτῶν ποὺ ἀποτελοῦν τὰ δικά του παράθυρα ἀπὸ τὰ ὁποῖα θὰ μποῦν οἱ ἀχτίδες τῆς θεϊκῆς παρουσίας.

Ὑπάρχει καὶ ἕνα τέταρτο. Εἶναι ἡ προσδοκία καὶ ἡ προετοιμασία γιὰ τοὺς πειρασμούς. Μιὰ ἀνάλογη περίοδος πρὸς τὴν δική μας περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ἦταν ἡ περίοδος ποὺ ὁ Κύριος βρέθηκε στὴν ἔρημο ἀμέσως μετὰ τὸ βάπτισμα. Λέει ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος «τότε ὁ Ἰησοῦς ἀνήχθη εἰς τὴν ἔρημον ὑπὸ τοῦ Πνεύματος πειρασθῆναι ὑπὸ τοῦ διαβόλου» (δ΄1). Τὸ Ἂγιο Πνεῦμα πῆρε τὸν Κύριο καὶ Τὸν ἀνέβασε ἀπὸ τὸν Ἰορδάνη ποὺ ἦταν χαμηλὰ στὴν ἔρημο, γιὰ νὰ πειρασθεῖ ἀπὸ τὸν διάβολο. Βρέθηκε ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς μέσα σὲ μιὰ ἀτμόσφαιρα πειρασμοῦ. Καὶ σχολιάζουν οἱ ἅγιοι πατέρες μας ὅτι αὐτὸ συμβαίνει κάθε φορὰ ὅπου ὑπάρχουν μεγάλες εὐλογίες• ὅπου ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἐκχύνεται ἐμφανῶς, παραχωρεῖ ὁ Θεὸς καὶ ὑπάρχει ἕνας πειρασμός, μὲ ὅλους μας. Τὸ ἴδιο συνέβη και στὸν Κύριο ὀλίγον πρὸ τοῦ πάθους, ὀλίγον πρὸ τῆς δόξης Του, στὸν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ.

Ἔτσι κι ἐμεῖς σὲ αὐτὴν τὴν περίοδο τῶν ὑψηλῶν στόχων, τῶν μεγάλων πόθων, τῶν σπανίων καὶ μοναδικῶν εὐλογιῶν δὲν θὰ ἦταν καθόλου παράξενο νὰ βρεθοῦμε μέσα σὲ πειρασμούς, ἀπροσδόκητους, ποὺ δὲν μπορούσαμε ἐκ τῶν προτέρων νὰ τοὺς φανταστοῦμε. Ὄχι πειρασμοὺς ποὺ τοὺς δημιουργεῖ ἡ δική μας ἐμπάθεια, ἀλλὰ πειρασμοὐς ποὺ εἶναι ἔξω ἀπὸ ἐμᾶς, γιὰ τοὺς ὁποίους ἡ λογική μας, ἡ αἴσθησή μας λέει πὼς δὲν φταῖμε, δὲν κάναμε κάτι ἐμεῖς. Ὑπάρχει πειρασμὸς καὶ ὑπάρχει προσωποποιημένο καὶ τὸ κακό. Αὐτὸ εἶναι ὁ διάβολος, ὁ ὀποῖος θὰ μᾶς βάλει τέτοιες παγίδες, ὅπως ἔβαλε καὶ στὸν Κύριο, γιὰ νὰ αὐξήσει ὅμως τὴν δόξα Του. Καὶ σχολιάζοντας οἱ πατέρες λένε ὅτι ἦρθε ὁ πειρασμὸς ἀμέσως μετὰ τὴν φανέρωση τῆς Ἁγίας Τριάδος στὸν Ἰορδάνη ποταμὸ κατὰ τὴν βάπτιση. ῞Ολο αυτὸ τὸ γεγονός, ὅπως περιγράφεται στοὺς συνοπτικοὺς εὐαγγελιστές, ἔχει τρία πράγματα νὰ μᾶς πεῖ, τρεῖς ἀλήθειες νὰ μᾶς ἀποκαλύψει.

Πρῶτον, ὅτι ὁ πειρασμὸς εἶναι πραγματικός• δεύτερον, ὅτι νικήθηκε ἀπὸ τὸν Χριστό• καὶ τρίτον, ὅτι ἡ νίκη κατὰ τοῦ πειρασμοῦ εἶναι, γιὰ νὰ μποροῦμε κι ἐμεῖς νὰ νικοῦμε στοὺς πειρασμούς. Ὅπως λέει στὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολὴ «οὐ γὰρ ἔχομεν ἀρχιερέα μὴ δυνάμενον συμπαθεῖσαι εἰς ταῖς ἀσθενείαις ἡμῶν» (Ἑβρ. δ΄ 15, ἀλλά, εἶναι «πεπειραμένος», ἔχει δεχθεῖ δηλαδὴ πειρασμὸν καθ᾿ ὅλα, σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα καὶ καθ᾿ ὁμοιότητα, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ἡμεῖς, χωρὶς ὅμως ἁμαρτίες. «Καὶ ἐνῶ γὰρ πέπονθε αὐτὸς πειρασθεὶς δύναται τοῖς πειραζομένοις βοηθῆσαι» (Ἑβρ. β΄ 18). Καὶ ἐπειδὴ ὁ ἴδιος δέχθηκε τὴν ἐνέργεια τοῦ διαβόλου καὶ τὴν ἀπέκρουσε καὶ τὸν ἐνίκησε, δύναται νὰ καταλάβει καὶ ἐμᾶς καὶ νὰ συμπαθήσει στὴν δική μας ἀσθένεια καὶ νὰ παράσχει ἀποτελεσματικὰ τὴν βοήθειά Του. Τί μεγάλη παρακαταθήκη αὐτὴ ἡ βοήθεια τοῦ Θεοῦ στὴν πάλη κατὰ τοῦ διαβόλου, ὄχι μόνο κατὰ τῶν παθῶν, ποὺ ὁ κάθε ἕνας μας ἔχει νὰ διεξαγάγει!

Μπαίνουμε λοιπὸν στὸν χῶρο τοῦ Θεοῦ καὶ συγχωρούμεθα. Μπαίνουμε στὸν χρόνο τοῦ Θεοῦ καὶ ἡσυχάζουμε. Ἐργαζόμαστε τὶς ἀρετὲς μὲ προθυμία καὶ φιλότιμο καὶ ἑτοιμαζόμαστε γιὰ τοὺς πειρασμοὺς καὶ προσευχόμεθα καὶ ζοῦμε τὰ σημεῖα τῆς θεϊκῆς βοηθείας.

Θὰ κλείσω καὶ μὲ ἄλλα δυὸ στοιχεῖα. Αὐτὰ βγαίνουν ἀπὸ τὰ εὐαγγελικὰ ἀναγνώσματα αὐτῶν τῶν ἡμερῶν. Τὸ ἕνα εἶναι ὅτι ἡ ἐργασία τῶν ἀρετῶν τῆς ἐλεημοσύνης καὶ τῆς προσευχῆς πρέπει νὰ γίνεται «ἐν τῷ κρυπτῷ». Εἶναι ὁ ἐν τῷ κρυπτῷ ἀγώνας, ὁ ἀγώνας ποὺ γίνεται μέσα στὴν καρδιά, ὄχι μὲ τυμπανο-κρουσίες ἐξωτερικές, ὄχι μὲ ἐπίδειξη ψεύτικων ἀρετῶν. Αὐτὸ ἔκανε ὁ Φαρισαῖος. Ὁ ἀγώνας τῶν ἀρετῶν λοιπόν δὲν εἶναι αὐτὸς ποὺ θυμίζει τὸν Φαρισαῖο, οὔτε τὸ καλὸ παιδί τῆς Κυριακῆς τοῦ Ἀσώτου, ἀλλὰ εἶναι ὁ ἀγώνας ποὺ γίνεται μέσα στὴν καρδιά τοῦ Τελώνη, ἡ μεταβολὴ ποὺ διενεργεῖται μέσα στὴν καρδιά τοῦ Ἀσώτου, αὐτὴ ποὺ μπορεῖ νὰ γίνει στὴν καρδιὰ τοῦ καθενός μας. Ὁ φανερὸς ἀγώνας, αὐτὸς ποὺ ἔχει ἐπίδειξη, εἰκόνα, ἐξωτερικὴ παράσταση εἶναι ἕνας ἀγώνας ποὺ γίνεται γιὰ τοὺς ἀνθρώπους, εἶναι μιὰ τροφοδοσία τοῦ ἐγωισμοῦ μας. Ὁ ἐν τῷ κρυπτῷ ἀγώνας εἶναι ὁ ἀγώνας γιὰ τὸν Θεό. Εἶναι ὁ ἀγώνας ποὺ γίνεται μυστικῶς, μέσα στὴν καρδιά μας, μὲ ταπείνωση, εἶναι ὁ ἀγώνας ποὺ γίνεται γιὰ τὸν μὴ φαινόμενο ἀλλὰ ὑπάρχοντα Θεό.

Τὸ πέμπτο λοιπὸν στοιχεῖο πού μᾶς καλεῖ στὸ ξεκίνημα αὐτῆς τῆς πορείας ἡ Ἐκκλησία νὰ κάνουμε εἶναι νὰ ἀγωνισθοῦμε ἐν τῷ κρυπτῷ καὶ νὰ ἀνακαλύψουμε τὸν κρυπτό τῆς καρδίας ἄνθρωπο ὁ κάθε ἕνας μας μέσα του.

Καὶ θὰ ὁλοκληρώσω μὲ ἕνα τελευταῖο. Ἔλεγε τὸ Εὐαγγέλιο ὅτι ὅταν νηστεύεις μὴν κάθεσαι καὶ θλίβεσαι καὶ ἔχεις ἐξωτερικὴ εἰκόνα ταλαίπωρου ἀνθρώπου, ἀλλὰ «ἄλειψαί σου τὴν κεφαλὴ καὶ τὸ πρόσωπό σου νίψαι» (Ματθ. στ΄ 17), δεῖξε χαρά, βγάλε ἐξωτερικὴ εὐφροσύνη, χαμόγελο, ἂν μποροῦμε νὰ τὸ ποῦμε. «Τόν τῆς νηστείας καιρόν» ἔλεγε τὸ τροπάριο «φαιδρῶς ἀπαρξώμεθα». Τὸν ἀγῶνα τῆς νηστείας νὰ τὸν ἀρχίσουμε μὲ χαρά, «ἀνέτειλε τὸ ἔαρ τῆς νηστείας καὶ ἐξήνθισε τὸ ἄνθος τῆς μετανοίας». Ξεσπάει ἔτσι μὲ ἐνθουσιασμὸ ὁ διψασμένος γιὰ τὸν ἀγῶνα τῆς νηστείας ὑμνωδὸς καὶ μεταφέρει τα αἰσθήματα τὰ ἅγια στὶς καρδιὲς ὅλων μας. Ἀνέτειλε ἡ ἄνοιξη τῆς νηστείας, ὄχι ἡ θλίψη ἀλλὰ ἡ χαρὰ καὶ ἐξήνθισε τὸ λουλούδι τῆς μετανοίας.

Ἔρχονται οἱ εὐκαιρίες αὐτὲς ποὺ φαιδρῶς καὶ ἐμεῖς τὸν ἀγῶνα αὐτὸν τὸν πνευματικὸ θὰ ἀρχίσουμε. Ἀκόμη καὶ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ μέσα στὴν Ἐκκλησία ἀπεργάζεται χαρά, εὐφροσύνη καὶ ἀγαλλίαση, ὅπως τὸ λένε οἱ εὐχὲς καὶ οἱ ὕμνοι τῆς Ἐκκλησία μας. Δὲν ὑπάρχει τίποτε ποὺ νὰ μπορεῖ νὰ καταστρέψει τὴν χαρά μας. Πολλοὶ ἔχουμε τὴν ἐντύπωση ὅτι Μεγάλη Σαρακοστὴ σημαίνει περίοδος τεχνητῶν, μηχανικῶν, ἐξωτερικῶν, ψεύτικων, ἀπατηλῶν θλίψεων. Ὄχι. Μεγάλη Σαρακοστὴ εἶναι ἡ περίοδος τῆς χαρᾶς, ὅπου ἀρχίζει κανεὶς νὰ ἀνακαλύπτει τὶς ὑποψίες της, ὂχι βέβαια στὰ καρναβάλια, οὔτε στὶς ψεύτικες σχέσεις, οὔτε στὶς κοσμικὲς ἐπιτυχίες καὶ χαρὲς, ἀλλὰ νὰ τὶς ἀνακαλύπτει μέσα στὴν καρδιά του μὲ τὴν φανέρωση τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸν τὸν ἀγῶνα λοιπὸν καλούμεθα νὰ τὸν ἀρχίσουμε μὲ χαρὰ καὶ ἐνθουσιασμό.

Βλέπετε ὅλη αὐτὴ ἡ ἁλυσίδα τῶν ἕξι στοιχείων ποὺ ἀποτελοῦν βασικὲς προϋποθέσεις τῆς πορείας μας στὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ τί ὡραία λουλούδια δὲν ἀφήνουν στὴν ψυχή μας νὰ ἀνθίσουν• τὴν ἀγάπη, τὴν ἡσυχία, τὴν προθυμία καὶ τὸ φιλότιμo. Δίνουν τὴν ἐλπίδα στὸν Θεό, τὴν ἀνακάλυψη καὶ τὴν ἀποκάλυψη του ἐν κρυπτῷ ἀνθρώπου, τὴν ταπείνωση, δηλαδή, καὶ τέλος αὐτὴν τὴν χαρὰ καὶ τὸν ἐνθουσιασμό. Ἡ πρώτη λέξη εἶναι ἡ λέξη ἀγάπη, τὸ τελευταῖο ποὺ εἴπαμε εἶναι ἡ χαρὰ καὶ ἡ ἀγαλλίαση. Θὰ διαλέξω τὴν λέξη ἀγαλλίαση, γιὰ νὰ πῶ ὅτι καὶ ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ἀγαλλίαση κρύβουν κάτι πολὺ κοινό. Ἄνοιξα κάποτε ἕνα λεξικὸ νὰ δῶ ἀπὸ ποὺ προέρχεται αὐτὴ ἡ σπάνια λέξη ποὺ λέγεται ἀγάπη. Δὲν θέλω νὰ κάνουμε φιλολογικὸ μάθημα, ἀλλὰ βγαίνει ἀπὸ τὸ ἄγαν ποιῶ ἢ ἀπὸ τὸ ἄγαν πάομαι τὸ ὁποῖο σημαίνει πολλὰ κάνω καὶ πολλὰ λαμβάνω. Αὐτό τὸ ἄγαν, αὐτὴ ἡ ὑπερβολὴ εἶναι ποὺ δείχνει τὴν σχέση μας μεταξύ μας. Ἀλλὰ καὶ τὸ ἀγάλλομαι θὰ πεῖ ὅτι κάτι ὑπερβολικό, ἄγαν ζῶ μέσα στὴν ψυχή μου.

Ἂς ξεκινήσουμε λοιπὸν τὴν Μεγάλη Σαρακοστὴ μὲ αὐτὰ τὰ ὑπέρμετρα ἐσωτερικὰ αἰσθήματα, αὐτὴν τὴν ἐσωτερικὴ ὑπερβολὴ καὶ στὴν ἀγάπη μας καὶ στὸν πόθο μας καὶ στὸ φιλότιμό μας καὶ στὴν προσδοκία τῆς ἐπισκέψεως τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ μπορέσουμε, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὅλοι μαζὶ στὸ τέλος αὐτῆς τῆς περιόδου νὰ ἀπολαύσουμε ὑπερβολικὰ καὶ τὰ δῶρα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, τὰ ὁποῖα δὲν φυλάσσονται γιὰ τοὺς ἀγγέλους, ἀλλὰ προσφέρονται μέσα ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία στὸν κάθε πιστὸ καὶ συνεπῶς στὸν κάθε ἕναν ἀπὸ ἐμᾶς.

Εὔχομαι σὲ ὅλους νὰ δώσει ὁ Θεὸς καλὴ καὶ εὐλογημένη καὶ παραγωγικὴ καὶ καρποφόρα καὶ χαρούμενη καὶ μὲ πλούσια συγκομιδὴ Μεγάλη πραγματικὰ Τεσσαρακοστή! Ἀμήν!

 Ὁμιλία pdf


KΑΡΔΙΟΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΜΕ ΠΟΛΛΗ ΚΑΙ ΚΑΛΗ ...ΚΑΡΔIA*
Σχόλιο στὴν προσωπικότητα τοῦ Αὐξέντιου Καλαγκοῦ


Μητροπολίτου Μεσογαίας & Λαυρεωτικῆς Νικολάου


   Εὐχαριστῶ πολὺ τὸν κ. Ἀναστασιάδη γιὰ τὴν σκέψη καὶ πρόσκληση ὄχι μόνο νὰ παρευρεθῶ σὲ αὐτὴ τὴν ἐκδήλωση, ἀλλὰ καὶ νὰ ἐκφρασθῶ δημόσια. Ἀλλὰ τί θὰ μποροῦσα νὰ πῶ; Πῶς νὰ μιλήσω γιὰ κάποιον ποὺ δὲν ἔχω γνωρίσει; Πῶς νὰ ἀνοίξω τὴν καρδιά μου γιὰ κάποιον τὸν ὁποῖο ποτέ μου δὲν ἔχω δεῖ ἢ ἀκούσει; Πῶς νὰ ἀναλύσω δημόσια τὸ ἔργο του, ὅταν κάτι ἀνάλογο ποὺ ποτέ μου δὲν ἔχω πράξει; Ἴσως τὸ συνετότερο θὰ ἦταν νὰ ἀρνηθῶ τὴν τιμή.

   Τελικά, ὑπέκυψα στὴν πρόκληση, ἀντὶ νὰ ὑποταχθῶ στὴ σκέψη μου, νὰ ὑπακούσω στὴ φωνὴ τῆς καρδιᾶς μου. Στὴν οὐσία νὰ πῶ κάτι ποὺ πιστεύω πὼς ἐκφράζει μιὰν ἀλήθεια, ποὺ ἐπειδὴ σπανίζει, ἡ ἀξία της εἶναι ἀπροσμέτρητη.

   Θὰ ξεκινήσω μὲ τὴ λέξη καρδιὰ καὶ τὴ βαθειὰ συναισθηματικὴ καὶ πνευματικὴ ἔννοιά της, ἀφοῦ μάλιστα στὴν δική της ἀπαίτηση ὑποχώρησα. Ἡ πιὸ δυνατὴ ἔκφραση μιᾶς μάνας γιὰ τὸ παιδί της εἶναι «τί κάνεις, καρδιά μου;» Καὶ μόνον αὐτὴ ἡ χρήση τῆς λέξης ποὺ ἀποτυπώνει τὰ βαθύτερα καὶ ἐντονότερα αἰσθήματα μιᾶς τόσο ἱερῆς σχέσης μᾶς ὑποχρεώνει κατὰ τὴ ἀποψινὴ βραδιὰ νὰ ἀναλύσουμε τὴ σημασία της καὶ νὰ προσδιορίσουμε τὸ νόημά της καὶ τὸν λόγο γιὰ τὸν ὁποῖο ἐπιβλήθηκε στὸ λεξιλόγιό μας. Τὸ ἴδιο φαίνεται καὶ σὲ ἐκφράσεις, ὅπως: «ὅ,τι θέλει ἡ καρδιά σου», ἢ «αὐτὸς ἔχει καρδιὰ περιβόλι», ἢ «μίλα μὲ τὸ χέρι στὴν καρδιά», ἢ «μοῦ ράγισες ἢ μοῦ ἔκλεψες τὴν καρδιά» κ.ἄ.

   Ἀλλὰ καὶ στὴν ἐκκλησιαστικὴ γλῶσσα προκειμένου νὰ ἐκφράσουμε βαθύτερες καταστάσεις μιλοῦμε γιὰ «καρδιακὴ προσευχή», ὁ Ἀπόστολος Πέτρος προτρέπει «νὰ ἁγιάσουμε τὸν Θεὸν ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν» (Α' Πέτρ. γ' 15), ὁ δὲ Ἀπόστολος Ἰωάννης λέγει ὅτι «Μείζων ἐστὶν ὁ Θεὸς τῆς καρδίας ἡμῶν» (Α' Ἰω. γ', 20).

   Γιατὶ τελικὰ δανειζόμαστε αὐτὴ τὴ λέξη ὡς τὴν καταλληλότερη, προκειμένου νὰ περιγράψουμε τὰ βαθύτερα αἰσθήματά μας ἢ τὶς μυστικότερες σχέσεις μας;


Ἡ σωματικὴ καρδιὰ

   Ἂς ξεκινήσουμε ἀπὸ τὸ βιολογικὸ ὄργανο τῆς καρδιᾶς. Κάθε ὄργανο ἔχει τὴν ἀποστολή του, τὴ σημασία του, τὴν ἀναγκαιότητά του, τὴ σοφία του, τὸ μυστικὸ τῆς ἀνατομίας του, τὴν κρυμμένη ἰδιοφυΐα του. Οἱ πνεύμονες ὀξυγονώνουν τὸ αἷμα, οἱ νεφροὶ καὶ τὸ ἦπαρ τὸ φιλτράρουν καὶ τὸ καθαρίζουν, τὸ ἔντερο συλλέγει τὶς θρεπτικὲς οὐσίες κ.ο.κ. Ὅλα ὀνομάζονται ζωτικὰ ὄργανα, γιατὶ εἶναι ἀπαραίτητα γιὰ τὴν ἐπιβίωση τοῦ ὀργανισμοῦ. Ἂν μία ἀπὸ τὶς λειτουργίες ποὺ αὐτὰ ἐπιτελοῦν καταρρεύσει, τότε ὁ ὀργανισμὸς ἀδυνατεῖ νὰ συντηρηθεῖ στὴ ζωή. Ἡ σοφία τοῦ ἀνθρώπινου ὀργανισμοῦ ἔγκειται στὸν συνδυασμό, στὸν συντονισμό καὶ στὴ συμπληρωματικότητα τῶν λειτουργιῶν.

   Παρὰ ταῦτα, ὁ ἐγκέφαλος καὶ ἡ καρδιὰ φαίνεται πὼς κρύβουν κάτι τὸ μοναδικὸ καὶ μεγαλειῶδες. Στοὺς νεφροὺς καὶ στὸ ἦπαρ ἡ διεργασία ποὺ ἐπιτελεῖται εἶναι βιοχημικὴ, στὸν ἐγκέφαλο βιοηλεκτρικὴ καὶ στὴν καρδιὰ βιοδυναμική. Αὐτὸ ὅμως δὲν κάνει τὴ διαφορά. Ἂς στρέψουμε γιὰ λίγο τὴν προσοχή μας σὲ κάποιες πολὺ ὄμορφες λεπτομέρειες, παίρνοντας βέβαια καὶ ἕνα ρίσκο μήπως κάνουμε λάθος.

   (α) Ἡ φυσιολογία τοῦ ἐγκεφάλου εἶναι ἐξαιρετικὰ πολύπλοκη καὶ δυσνόητη, ἐντυπωσιάζει μὲ τὴν πολυπλοκότητά της. Ἡ φυσιολογία τῆς καρδιᾶς εἶναι ἰδιοφυὴς ἀλλὰ ἁπλῆ καὶ κατανοητή, ξεκουράζει μὲ τὴν ἁπλότητά της. Ἐπιπλέον, δείχνει αὐτὴ νὰ εἶναι τὸ ὄργανο ποὺ κουράζεται περισσότερο γιὰ νὰ ζήσει κανείς.
Τὸν ἐγκέφαλο τὸν θαυμάζεις, τὴν καρδιά σου τὴ νοιώθεις.

   (β) Εἶναι τὸ μόνο ὄργανο ποὺ ἡ παρουσία καὶ λειτουργία του ἐπιβεβαιώνεται ἄμεσα μὲ τὶς αἰσθήσεις, ἀφοῦ ἡ λειτουργία της διαπιστώνεται μὲ τὴν ψηλάφηση τοῦ καρδιακοῦ παλμοῦ στὶς ἀρτηρίες καὶ ἀφοῦ μόνο αὐτὴ ἀπὸ ὅλα τὰ ὄργανα ἀκούγεται ρυθμικὰ καὶ ἀκατάπαυστα. Αὐτὸ δημιουργεῖ ἰδιάζουσα καὶ ἄμεση σχέση μαζί της.

   (γ) Μιὰ ἀρρυθμία τῆς καρδιᾶς τὴν αἰσθάνεσαι τὴν ἴδια στιγμή. Μιὰ ἀνακοπὴ στὴ λειτουργία της σοῦ δίνει τὴν αἴσθηση τοῦ ἄμεσα καὶ ἀνεξέλεγκτα ἐπερχόμενου θανάτου. Ἕνας κωλικὸς τοῦ νεφροῦ ἢ τοῦ ἐντέρου σὲ κάνει νὰ νοιώθεις ὅτι πονᾶς ἀνυπόφορα. Μιὰ σουβλιὰ ὅμως στὴν καρδιά, νομίζεις πὼς πεθαίνεις, πὼς τελειώνεις ψυχοσωματικά. Νοιώθεις τὴν ἀπόλυτη ἀναγκαιότητά της. Δὲν τὴν καταλαβαίνεις, δὲν τὴν αἰσθάνεσαι∙ τὴν νοιώθεις.

   (δ) Ἡ καρδιὰ εἶναι κεντρικὸ ὄργανο, ὁ ρόλος της εἶναι αὐτὸς μιᾶς μηχανικῆς ἀντλίας, ἀλλὰ ὄχι μόνον. Ἡ ἐνέργειά της δικτυώνεται σὲ ὅλο τὸ σῶμα μέσω τῶν ἀγγείων. Ἀγκαλιάζει, ὅπως ἐξάλλου καὶ τὸ νευρικὸ σύστημα, κάθε σημεῖο τοῦ σώματος. Ἡ θέση της ὅμως εἶναι τόσο κεντρικὴ στὸ σῶμα! Νοιώθει κανεὶς πὼς κατέχει τὸ κέντρο τῆς βιολογικῆς του ὕπαρξης.

   Ἴσως κάποιοι τέτοιοι λόγοι, ἡ ἰδιάζουσα αἴσθησή της, ἡ ἀπόλυτη ἀμεσότητἀ της, ἡ μοναδικὴ ἀναγκαιότητά της, ἡ ὑπομονητικὴ καὶ κοπιώδης μηχανικὴ λειτουργία της, ἡ κεντρικὴ θέση της, νὰ τὴν καθιστοῦν τὸ πιὸ ἀγαπητὸ ὄργανο καὶ νὰ δικαιολογοῦν τὴν ὑπερβολὴ νὰ τὴν ζοῦμε καὶ ὡς τὴν ἕδρα τοῦ βαθύτερου ἀνθρώπου.


Καρδιοχειρουργική ἐνηλίκων

   Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ χειρουργικὴ τῆς καρδιᾶς παρουσιάζει μιὰ ἰδιαιτερότητα συναισθηματικὴ καὶ γιὰ τὸν ἀσθενῆ ποὺ τὴν φαντάζεται χωρὶς νὰ ξέρει καὶ γιὰ τὸν εἰδικὸ ποὺ τὴν ἐπιτελεῖ. Ὅταν ἡ καρδιὰ κάτι παθαίνει, εἴτε κάποια βαλβίδα της παρουσιάζει βλάβη εἴτε κάποια ἀπὸ τὰ στεφανιαῖα ἀγγεῖα ἔχουν ἀποφραχθεῖ, πρέπει νὰ χειρουργηθεῖ. Γιὰ νὰ γίνει αὐτό, πρέπει νὰ παρακαμφθεῖ καὶ ἡ λειτουργία της νὰ ὑποκατασταθεῖ. Εἶναι τὸ μόνο ὄργανο ποὺ δὲν χειρουργεῖται ἐν λειτουργίᾳ. Ἀπὸ αὐτὴν παίρνουν αἷμα ὅλα τὰ ὄργανα. Ἀκόμη καὶ οἱ πνεύμονες, ποὺ συνυπάρχουν λειτουργικὰ μὲ τὴν καρδιά, ἀπὸ αὐτὴν ἐξαρτῶνται. Περιμένουμε νὰ λειτουργήσει ἄμεσα. Αὐτὸ εἶναι ποὺ βασικὰ διαφοροποιεῖ τὴ χειρουργικὴ τῆς καρδιᾶς ἀπὸ αὐτὴν τῶν ὑπολοίπων ὀργάνων.


Καρδιοχειρουργική παίδων

   Ἂς προχωρήσουμε στὴ χειρουργικὴ τῆς παιδικῆς καρδιᾶς, πιὸ συγκεκριμένα τῆς βρεφικῆς. Τί διαφέρει αὐτὴ ἀπὸ τῶν ἐνηλίκων;

   Τὸ πρῶτο εἶναι ὅτι ἡ Παιδοκαρδιοχειρουργικὴ εἶναι κατὰ βάσιν ἀναπλαστική. Δὲν διορθώνει ἀνατομικὲς ἢ λειτουργικὲς βλάβες ἀντικαθιστῶντας (ἀντικατάσταση βαλβίδων, by-pass), ἀλλὰ ἀναπλάθοντας τὴν παθολογικὴ ἀνατομία (τετραλογία Fαllot ἢ μετάθεση μεγάλων ἀγγείων ἢ στενώσεις, ἀτρησίες, ἐπικοινωνίες κ.λπ.). Εἶναι ἄλλο πράγμα ἐπεμβαίνεις σὲ κάτι ὑγιὲς ποὺ χάλασε μὲ τὸν καιρὸ καὶ ἄλλο σὲ κάτι ποὺ ἐξ ἀρχῆς ἦταν παθολογικό. Εἶναι ἄλλο πράγμα διορθώνεις κάποιον γιὰ νὰ συνεχίσει γιὰ λίγα ἀκόμη χρόνια τὸ ταξείδι τῆς ζωῆς καὶ ἄλλο βοηθᾶς καθοριστικὰ ἕνα ἀνήμπορο παιδὶ νὰ τὸ ἀρχίσει.

   Καὶ ὅλα αὐτὰ ἐπιτελοῦνται σὲ μιὰ καρδούλα, στὰ βρέφη, μικρὴ σὰν ἕνα καρύδι καὶ ἀνοίγοντας ἕνα σῶμα παιδικὸ καὶ τρυφερό. Ὑπάρχει μεγάλη διαφορὰ ἀνάμεσα στὸ κλαδεύω ἕνα δένδρο καὶ στὸ σκαλίζω ἕνα ξύλο, στὸ κάνω τομές σὲ κάτι σκληρὸ καὶ κουρασμένο ἀπ’ ὅ,τι σὲ κάτι φρέσκο, τρυφερὸ καὶ νέο, ἀλλὰ ἄκαιρα ἀρρωστημένο.

   Eἶναι μοναδικὸ νὰ χειρουργεῖς ἔχοντας μπροστά σου ἕνα παιδάκι ἀνήμπορο νὰ ἐκφρασθεῖ, νὰ ἀμυνθεῖ ἤ νὰ προτείνει ἐκ τῶν προτέρων∙ μιὰ ταπεινὴ ὕπαρξη στὸ ξεκίνημά της, ἐντελῶς ἀδιαμόρφωτη ἀλλὰ ἐξαιρετικὰ ἀθώα, ἀνίκανη νὰ συνεργασθεῖ, ποὺ ὅμως δὲν ἀντιδρᾶ ἀλλὰ παραδίδεται. Δὲν συνεργάζεται ἐπειδὴ συμφωνεῖ, ἀλλὰ ἐπειδὴ σοῦ ἐμπιστεύεται.

   Καὶ κάτι ἀκόμη∙ ἔξω ἀπὸ τὸ χειρουργεῖο ἔχεις κάποιους γονεῖς ποὺ ἡ φόρτισή τους βρίσκεται σὲ ἀνυπολόγιστο μέτρο καὶ ἡ ἐξάρτησή τους ἀπὸ τὸ ἀποτέλεσμα τῆς ἐπέμβασης εἶναι ἀπρόβλεπτη στὶς ἐκφράσεις καὶ τὶς μορφές της.


Καρδιοχειρουργικὴ μὲ ...καρδιὰ

   Αὐτὰ ὅλα δὲν γίνονται μὲ ἐπιδεξιότητα οὔτε μὲ τὰ χέρια. Οὔτε πάλι μόνο μὲ τὸ μυαλὸ καὶ τὶς γνώσεις. Ὁ καρδιοχειρουργὸς παίδων χειρουργεῖ τὴν καρδιὰ μὲ ...καρδιά.

    Φέρνω στὸ μυαλό μου τὸν Dr. Aldo Kastanẽda στὸ Children’s Hospital τῆς Βοστώνης, περισσότερο ἀπὸ εἴκοσι πέντε χρόνια πίσω. Ἕνας ἐξαιρετικὸς καρδιοχειρουργὸς ἀπὸ τὴ Γουατεμάλα. Ἕνας λεπτὸς ἄνθρωπος καὶ στὴν ψυχὴ καὶ στὸ σῶμα. Δὲν ἦταν συνηθισμένος νὰ χάνει παιδάκια. Κάθε περιστατικὸ εἶχε τὴ μοναδικότητά του. Τὸ κάθε παιδάκι δὲν ἦταν μιὰ ἐνδιαφέρουσα περίπτωση, ἐνδεχομένως καὶ γιὰ πρωτότυπη δημοσίευση. Ἦταν ἕνα μοναδικὸ πρόσωπο.

   Θυμοῦμαι μιὰ φορὰ ποὺ ὕστερα ἀπὸ ἕξι ἐπεμβάσεις τελικὰ ἕνα κοριτσάκι ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα δὲν τὰ εἶχε καταφέρει. Κατέβαινα ἀπὸ τὸν ὄγδοο ὄροφο μὲ τὶς σκάλες. Τὸν πέτυχα στὸ κλιμακοστάσιο, στὸ ἐπίπεδο τῶν χειρουργείων. Ἦταν ἀκουμπημένος μὲ τὸ χέρι σὲ ἕνα παράθυρο. Σκεπτικός, μόνος, ἀμίλητος καὶ ἀπαρηγόρητος.

- Τὴν χάσαμε τὴ Μιχαλίτσα, μοῦ εἶπε.

- Δὲν χάσατε τὴν ἀξιοπρέπειά σας, τοῦ ἀπάντησα. Τόσο παλέψατε. Ὅλοι μαζί.

- Ἂς χάναμε τὴν ἀξιοπρέπειά μας, καὶ ἂς ζοῦσε αὐτὸ τὸ μικρὸ κοριτσάκι. Ἤθελα πολύ νὰ ζήσει, ἀποκρίθηκε συνταραγμένος.

   Ἡ Μιχαλίτσα ἔχασε τὴ μάχη, σκέφθηκα. Ἡ καρδιακὴ ...καρδιοχειρουργική ὅμως τελικὰ τὴν κέρδισε. Γιατί ὅ,τι ἔκανε ὁ Dr. Kastanẽda τὸ ἔκανε μὲ πολλὴ καὶ ἁγνὴ ἀγάπη. Τὸ ἔκανε μὲ πολλὴ καὶ καλὴ καρδιά.


Καρδιοχειρουργικὴ μὲ ...πλεόνασμα καρδιᾶς

   Σήμερα τιμοῦμε τὸν Αὐξέντιο Καλαγκό. Αὐτὸς δὲν κάνει μὲ τὸν καλύτερο τρόπο τὸ καθῆκον του. Ἔχοντας μέσα του γονίδια Κωνσταντινουπολίτικης ἀρχοντιᾶς, προχωρεῖ πολὺ πέραν ἀπὸ αὐτό. Αὐτὸ ποὺ μᾶς συγκινεῖ εἶναι ὅτι ἔχει ταυτίσει τὸ ὄνομά του μὲ τὴν ὑπέρβαση τῶν ὁρίων. Αὐτὸ ποὺ αὐτὸς κάνει δὲν ἔχει ἁπλὰ ποιότητα, ἱκανότητα, εὐγένεια, τρόπο, καρδιά. Τὸ ἔργο του ἔχει ἐπινοητικότητα στὴν ἐπιλογή του, ἀκαταπόνητη πρωτοβουλία καὶ ἀκρότητα στὶς ἀποφάσεις του, ὑπερβολὴ καὶ περίσσευμα στὰ αἰσθήματά του.

   Θεραπεύει τὶς στενώσεις μὲ εὐρύτητα γνώσης, τὰ ἀνατομικὰ ἐλλείμματα μὲ περίσσευμα ἀγάπης καὶ τὶς ὑποπλασίες, μὲ τὴ δική του ὑπερπλασιακὴ καρδιά καὶ δὲν φυλακίζεται σὲ ἔννοιες ὅπως: ἀμοιβή, κόπος, ὑποχρέωση, καθῆκον, τόπος ἐργασίας καὶ εὐθύνης, χρονικὰ περιθώρια, ὅρια ἀντοχῆς, προσωπικὴ ζωή, ἀλλὰ ζεῖ κάθε στιγμὴ σκορπισμένος σὲ ὅλον τὸν κόσμο, ἀγκαλιασμένος μὲ χιλιάδες παιδάκια καὶ τὶς οἰκογένειές τους, ἀνεξάρτητα ἀπὸ φυλή, χρῶμα, γλῶσσα καὶ θρησκεία, ἔξω ἀπὸ συμβατικὲς λογικὲς καὶ συνήθειες, ἔξω ἀπὸ κοινὰ ἀποδεκτοὺς καὶ ἀπόλυτα κατανοητοὺς περιορισμούς, ἐλεύθερος ἀπὸ τὸ βαρυτικὸ πεδίο τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ του. Σκέφτεται ὅλους ἐκτὸς ἀπὸ τὸν ἑαυτό του. Εἶναι παγκόσμιος, εἶναι ὑπερβατικός, εἶναι ὁ πιὸ ὑγιὴς γιατρός, γιατὶ πάσχει ἀπὸ ...συγγενῆ μεγαλοκαρδία.

   Λέγει ἕνας σοφὸς ἐρημίτης, ὁ Φιλόθεος Σιναΐτης: ὅπου ὑπάρχει «προσευχῆς καὶ ἀγάπης πυκνότης, ἔστιν ἄρα ἐκεῖ ὁ τόπος τοῦ Θεοῦ, ἤτοι καρδιακὸς οὐρανός». Λέγει καὶ ἕνας ἄλλος μεγάλος ἀσκητὴς τῆς Αἰγύπτου, ὁ ἀββὰς Παμβώ: «εἰ ἔχεις καρδίαν, δύνασαι σωθῆναι». Λέμε κι ἐμεῖς: ἐφόσον, γιατρέ μας, ἔχεις τέτοια καρδιά, μποροῦμε κι ἐμεῖς νὰ ἐλπίζουμε. Γιατὶ στὰ χέρια σου διακρίνεται ἡ σοφία τῆς ἀγάπης σου, στὸ πρόσωπό σου ἀντικατοπτρίζεται ἡ λάμψη τοῦ καρδιακοῦ σου οὐρανοῦ καὶ στὴν καρδιά σου κατοικεῖ ὁ ἴδιος ὁ Θεός.


*Τιμητικὴ ἐκδήλωση γιὰ τὸν καρδιοχειρουργό Αὐξέντιο Καλαγκό, Θεσσαλονίκη, Μέγαρο Μουσικῆς, Σάββατο 2.2.2013

Ὁμιλία  Μητροπολίτου pdf                                                 Δείτε ἐπίσης τὸ ἀφιέρωμα στὸν Αὐξέντιο Καλαγκό


Θεὸς τὸ τεχθέν, ἡ δὲ μήτηρ Παρθένος!
Τί γὰρ μεῖζον ἄλλο καινὸν εἶδεν ἡ κτίσις;


Μητροπολίτου Μεσογαίας & Λαυρεωτικῆς Νικολάου

ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

     Σὲ ὅλες σχεδὸν τὶς προφητεῖες, στὰ πολλὰ ἀποστολικὰ ἀναγνώσματα ποὺ διαβάζονται στὶς Ὧρες τῶν Χριστουγέννων καὶ στὸν Ἑσπερινό, διακρίνουμε δύο κεντρικὲς θεολογικὲς ἀλήθειες, δύο ἀλήθειες ποὺ συνδέονται ἡ μία μὲ τὸ γεγονὸς καὶ ἡ δεύτερη μὲ τὸν τρόπο τοῦ μυστηρίου. Ἡ πρώτη κρύβεται πίσω ἀπὸ τὴν εἰκόνα τοῦ βρέφους καὶ ἡ δεύτερη ἐπιβεβαιώνεται ἀπὸ τὰ χαρακτηριστικὰ τῆς Θεοτόκου. Ἂς τὶς δοῦμε προσεκτικά.

    Ἡ μία εἶναι ὅτι ὁ Θεὸς γίνεται ἄνθρωπος. Δηλαδὴ αὐτὸ τὸ βρέφος ποὺ ἀντικρύζουμε ταπεινωμένο, περιφρονημένο, σ᾿ αὐτὴν τὴν ἐξευτελιστική, κενωτική, θὰ λέγαμε, κατάσταση, μέσα στὸ σπήλαιο, μέσα στὴ φάτνη, μέσα στὸ κρύο, μὲ συντροφιὰ τὰ ἄλογα ζῶα, αὐτὸ τὸ βρέφος, εἶναι ὁ τέλειος Θεός. Δὲν εἶναι ἕνας ἁπλὸς ἄνθρωπος, δὲν εἶναι κάποιος προφήτης, δὲν εἶναι ἕνας ἀπεσταλμένος τοῦ Θεοῦ, δὲν εἶναι κάποιος σχεδὸν Θεός, δὲν εἶναι ἕνας Θεός• εἶναι ὁ Θεός. Αὐτὸ λέγουν τὰ τροπάρια. Αὐτὸ ὑπογραμμίζουν τὰ ἀναγνώσματα. Αὐτὸ εἶναι τὸ δόγμα τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ εἶναι ἡ πρώτη ἀλήθεια. Αὐτὴν τιμοῦμε κατὰ τὴν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων.

     Ὑπάρχει ὅμως καὶ μία δεύτερη μεγάλη δογματικὴ ἀλήθεια• ἡ ἀλήθεια ὅτι ἡ κόρη αὐτὴ ποὺ ἐμφανίζεται στὴν εἰκονογραφία, στὴν ὑμνογραφία, στὰ εὐαγγελικὰ ἀναγνώσματα, εἶναι παρθένος. Δηλαδὴ ὁ Κύριος γεννᾶται, ὁ Θεὸς ἔρχεται σ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο μέσα ἀπὸ παρθενικὴ μήτρα. Δὲν ἔρχεται διὰ τῆς φυσιολογικῆς ὁδοῦ, ὅπως ὁ κάθε ἄνθρωπος, δὲν συλλαμβάνεται «ἐκ σπέρματος ἀνδρός», ἀλλὰ ἔρχεται μ᾿ ἕναν «ξένον» τρόπο• ἀσπόρως καὶ παρθενικῶς.

     Ὅσο κι ἂν ἡ ὀρθολογισμένη σκληροκαρδία τῆς ἐποχῆς μας σκανδαλίζεται ἀπὸ αὐτὸ τὸ γεγονός, ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ὁ Κύριος «ἐτέχθη ἐκ Παρθένου Μητρός». Γιὰ ποιόν ὅμως λόγο νὰ γεννηθεῖ ἐκ παρθένου; Τὴν ἴδια ἀπορία ποὺ ἴσως ταπεινῶς κι ἐμεῖς ἔχουμε, τὴν ἴδια ἀπορία διατυπώνει καὶ ἡ Ἐκκλησία. Γι᾿ αὐτὸ συχνὰ στοὺς ὕμνους τονίζεται αὐτὸς ὁ θαυμασμός, αὐτὴ ἡ ἔκπληξη. «Ὁ ἀχώρητος παντὶ πῶς ἐχωρήθη ἐν γαστρί;», «Μυστήριον ξένον ὁρῶ καὶ παράδοξον» κ.ο.κ. Οἱ ὕμνοι παλεύουν μὲ τὴν ἰδέα τῆς παρθενικῆς γεννήσεως. Ἡ Ἐκκλησία, ἐνῶ ἀπορεῖ μὲ τὸ μυστήριο, δὲν τὸ ἀμφισβητεῖ. Πιστεύει μόνον σ᾿ αὐτό. Αὐτὴ ἡ πίστη της γεννᾶ καὶ σαφεῖς ἀπαντήσεις, τόσο ἰσχυρές, ποὺ θὰ μᾶς ἔλεγε ὅτι δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ γεννηθεῖ ὁ Κύριος ἀπὸ μὴ παρθενικὴ μήτρα. Δὲν ὑπῆρχε ἄλλος τρόπος. Ἂς δοῦμε ὁρισμένους λόγους ποὺ ἐπιβεβαιώνουν αὐτὴν τὴν θεολογικὴ ἀλήθεια.

    Ὁ πρῶτος εἶναι ὁ μυστηριακὸς λόγος. Ἔπρεπε ὁ Θεὸς νὰ ἔλθει ὄχι μὲ τοὺς νόμους τῆς φύσεως, ἀλλὰ μὲ ὑπερφυσικοὺς τρόπους. «Νενίκηνται τῆς φύσεως οἱ ὅροι». Σίγουρα θὰ μποροῦσε νὰ ἐρχόταν ὁ Θεὸς χωρὶς νὰ δημιουργήσει τὴν θεϊκὴ ὑποψία. Ἐρχόμενος ὅμως μέσα ἀπὸ τὴν παρθενικὴ μήτρα, ἐρχόταν μ᾿ ἕναν τρόπο ποὺ σήμαινε ὅτι τὸ πρῶτο στοιχεῖο ποὺ ἔκανε εἶναι νὰ καταργεῖ ἐντελῶς τοὺς νόμους τῆς φύσεως. Ἀνακαινίζει τὰ πάντα. Γεννᾶ ἐλπίδες σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα. Δὲν ἦλθε μὲ φυσικὸ τρόπο. Συνεπῶς δημιουργεῖ τὴν θεολογικὴ ὑποψία ὅτι κάτι γίνεται. Παρὰ ταῦτα, ὁ ἴδιος ὁ Ἰωσὴφ δὲν ἀντιλαμβάνεται τὸ γεγονός, ὅπως βεβαιώνει τὸ Εὐαγγέλιο (Ματθ. α' 19). «Κατεπλάγη Ἰωσὴφ τὸ ὑπὲρ φύσιν θεωρῶν», ἐπαναλαμβάνει ὁ ὑμνογράφος. Ἡ ἴδια ἡ Παναγία δὲν τὸ ὑποψιάστηκε τὴν στιγμὴ τοῦ εὐαγγελισμοῦ (Λουκ. α' 34). Καὶ μόνον ὅταν ὑπετάγη στὴν προτροπὴ τοῦ ἀγγέλου, τότε ἄρχισε νὰ καταλαβαίνει περίπου τὸ τί θὰ τῆς συμβεῖ.

   Δεύτερη αἰτία εἶναι ἡ ἀνάγκη τῆς καθαρότητος. Ἔπρεπε ὁ Θεὸς νὰ ἔλθει μ᾿ ἕναν πεντακάθαρο, τὸν καθαρότερο τρόπο. Ὄχι μ᾿ ἕναν τρόπο ὁ ὁποῖος εἶναι πτωτικός, ὅπως ὁ φυσικός. Ὁ τρόπος τῆς συλλήψεως καὶ τῆς γεννήσεως τοῦ καθενός μας εἰσήχθησαν στὴν ἀνθρώπινη φύση μετὰ τὴν πτώση. Αὐτὸ φαίνεται ἀπὸ τὸ ὅ,τι ἡ μὲν σύλληψη εἶναι ἐνήδονη, δηλαδὴ ἡδονικῶς κανεὶς συλλαμβάνεται, ἡ δὲ γέννηση ἐπώδυνη, δηλαδὴ μὲ πόνους κανεὶς γεννᾶται. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ καὶ στὴν γέννηση τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ καὶ στὴν γέννηση τῆς Θεοτόκου ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ ἔδωσε ἰδιάζοντα, μὴ ἡδονικὸ χαρακτήρα. Ἔτσι ἡ Παναγία γεννήθηκε ἀπὸ γέρους, στείρους γονεῖς, ὥστε ἡ γέννησή της νὰ μὴν εἶναι ἀποτέλεσμα ἐπιθυμίας, διαθέσεως πρὸς ἡδονὴ καὶ εὐχαρίστηση, ἀλλὰ νὰ εἶναι ἀποτέλεσμα πόθου πρὸς παιδοποιΐα καὶ μόνον. Ἂν αὐτὸ συνέβη μὲ τὴν Παναγία, πολὺ περισσότερο ἔπρεπε νὰ συμβεῖ γιὰ τὸν Χριστό. Σκοπὸς λοιπὸν τῆς παρθε-νικῆς συλλήψεως καὶ γεννήσεως τοῦ Κυρίου εἶναι ἡ καθαρότητα μὲ τὴν ὁποία ἔπρεπε νὰ ἔλθει ὁ πεντακάθαρος Θεὸς σ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο.

   Ἡ ἐκ παρθένου γέννηση ὅμως παραπέμπει καὶ στὴ δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου. Λέγουν οἱ Πατέρες ὅτι, ὅπως ὁ Ἀδὰμ πλάσθηκε ἀπὸ τὴν παρθενικὴ γῆ, δίχως σπέρμα ἀνδρός, κατὰ μείζονα λόγο ὁ Νέος Ἀδάμ, ὁ ἐναθρωπήσας Κύριος, δὲν ἦταν δυνατὸν παρὰ νὰ προέλθει ἀπὸ παρθενικὴ γέννηση. Καὶ «ὥσπερ ὁ Ἀδὰμ ἄνευ γυναικός γυναῖκα ἤνεγκεν, οὕτω καὶ σήμερον ἡ παρθένος ἄνευ ἀνδρὸς ἄνδρα ἔτεκεν». Διαφορετικὰ πῶς θὰ ἦταν δυνατόν, ἂν ὁ Κύριος ἦταν ὑποκείμενος στοὺς νόμους τῆς φύσεως περισσότερο ἀπὸ ὅσο ὁ Ἀδάμ, νὰ μᾶς ἀπαλλάξει ἀπὸ τὴν παίδευση καὶ τὴν σκλαβιὰ τῆς ἁμαρτίας, στὴν ὁποία ὁ ἀρχέγονος πατέρας μας μᾶς ὑποδούλωσε;

     Θὰ ἀναφέρω καὶ ἕναν ἄλλο θεολογικὸ λόγο. Ἂν ἐδέχετο ὁ Κύριος νὰ γεννηθεῖ ἐκ σπέρματος ἀνδρός, δηλαδὴ ἀνθρώπου, θὰ εἶχε ὑποτάξει τὴν θεϊκή Του φύση στὴν ἀνθρώπινη φύση. Δὲν συνέβη ὅμως αὐτό. Ὁ Κύριος ἦλθε γιὰ νὰ δώσει νέα ζωὴ ὄχι γιὰ νὰ πάρει ζωή, νὰ μολυνθεῖ ἀπὸ τὶς συνέπειες τῆς παλαιᾶς ζωῆς. Δὲν ἦταν δυνατὸν ὁ ἴδιος νὰ εἶναι ἀποτέλεσμα σπέρματος ἀνθρωπίνου, νὰ κληρονομήσει χαρακτηριστικὰ κάποιου ἐπίγειου πατέρα. Δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ ὑπάρχει κυριαρχία ἀνθρώπινη στὴν ἔλευσή Του. Ἔπρεπε νὰ ὑπάρχει κυριαρχία θεϊκὴ στὸν ἐρχομό Του, γιατί αὐτὸς θὰ ἀπεργάζετο τὴν ἀναγέννηση τῶν ἀνθρώπων. Ὁ ἐρχομός Του προκάλεσε τὴν πνευματικὴ γονιμοποίηση, τὴν ἀναγέννηση τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, τὴν ἀναγέννηση τοῦ προσώπου τοῦ καθενός μας.

     Θὰ κλείσω καὶ μ᾿ ἕναν ἄλλον μυστικὸ λόγο, ποὺ δὲν φαίνεται μὲ πρώτη ματιὰ καὶ λίγο ὑπαινίχθην προηγουμένως. Ἡ Γέννηση τοῦ Κυρίου ἔρχεται νὰ σημάνει καὶ νὰ καθορίσει τοὺς τρόπους τῆς δικῆς μας πνευματικῆς γεννήσεως. Ὁ καθένας μας πρέπει νὰ πάρει τὸν Θεὸ μέσα του καὶ νὰ Τὸν γεννήσει ξανά. Αὐτὸ σημαίνει ἀναγέννηση. Καὶ δὲν γεννοῦμε τὸν Θεό, ἀλλὰ μᾶς γεννᾶται ὁ Θεὸς μέσα μας. Στὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς πρὸ τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως ἔλεγε παντοῦ «Ἀβραὰμ ἐγέννησε τὸν Ἰσαάκ, Ἰσαὰκ ἐγέννησε...», (Ματθ. α' 2) ὁ ἕνας ἐγέννησε, ὁ ἄλλος ἐγέννησε καὶ καταλήγει ὁ εὐαγγελιστὴς «Ἰακὼβ ἐγέννησε τὸν Ἰωσὴφ τὸν ἄνδρα Μαρίας ἐξ ἧς ἐγεννήθη Ίησοῦς ὁ λεγόμενος Χριστός» (στ. 16). Τὸν Κύριο δὲν τὸν γέννησε κανείς, ἀλλὰ ὁ Κύριος γεννήθηκε ἀπὸ τὴν Παναγία. Καὶ ἐνῶ ὅλους τοὺς γεννοῦσαν ἄνδρες, Αὐτὸς ἐγεννήθη ἐκ τῆς Παρθένου. Εἶναι ὁ Μόνος ποὺ ἦταν ἀδύνατον νὰ γεννηθεῖ ἀπὸ ἄνδρα. Γι᾿ αὐτὸ γεννήθηκε ὄχι ἀπὸ γυναῖκα ἀλλὰ ἀπὸ παρθένο «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου». Ἔτσι ὁ καθένας μας γιὰ νὰ ἐπιτρέψει τὸν Θεὸ νὰ γεννηθεῖ μέσα του πρέπει νὰ τὸ κάνει αὐτὸ μὲ τρόπο παρθενικὸ καὶ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ.

     Ὑπάρχουν τρεῖς προϋποθέσεις γιὰ νὰ ζήσουμε ἐσωτερικὰ Χριστούγεννα καὶ νὰ προκύψει ἀπὸ τὴ μήτρα τῆς ὑπάρξεώς μας ὁ Θεὸς στὴ ζωή μας. Εἶναι οἱ προϋποθέσεις ποὺ ἐκπηγάζουν ἀπὸ τὰ μητρικὰ ἰδιώματα τῆς Θεοτόκου: τὴν παρθενία, τὸ ἄσπορον καὶ τὸ ἀειπάρθενον. Τὸ πρῶτο εἶναι τὸ ἄσπιλον, ἡ καθαρότητα• αὐτὸ σημαίνει παρθενία. Τὸ δεύτερο εἶναι τὸ ἄσπορον τῆς Παρθένου, τὸ ὅτι δὲν δέχθηκε σπέρμα ἀνδρός• αὐτὸ σημαίνει λιτότητα καὶ ἁπλότητα. Καὶ τὸ τρίτο, τὸ ἀειπάρθενον τῆς Θεοτόκου, ὅτι ἡ Παναγία γέννησε παρθενικῶς καὶ παρέμεινε παρθένος. Ἡ κοιλιά της, ἡ μήτρα της δηλαδή, ἦταν γιὰ μιὰ χρήση, τὴν θεϊκὴ χρήση τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου.

     Καὶ ἡ δική μας ἀκριβῶς μήτρα τῆς ζωῆς καὶ τῆς ὑπάρξεως δὲν εἶναι δυνατόν, δὲν ἀντέχεται αὐτό, νὰ γεννήσει τὸν Θεὸ μὲ πτωτικούς τρόπους, ἀλλὰ πρέπει νὰ Τὸν γεννήσει, νὰ τοῦ ἐπιτρέψει νὰ γεννηθεῖ ἀπὸ μέσα της μὲ πνευματικοὺς τρόπους. Γι᾿ αὐτὸ χρειάζεται τὸ πρῶτο πρᾶγμα, παρθενικὴ καθαρότητα. Ἂν δὲν ὑπάρχει αὐτό, ἔκτρωμα θὰ βγάλουμε. Θεὸς δὲν θὰ προκύψει στὴ ζωή μας.

     Τὸ δεύτερο, εἶναι ἡ λιτότητα καὶ ἡ ἁπλότητα. Δὲν πρέπει νὰ Τὸν ἀναμεί-ξουμε τὸν Θεὸ μὲ τὸ σπέρμα τοῦ παχὺ ἑαυτοῦ μας: μὲ τὴ λογική μας, μὲ τὸν ὀρθολογισμό μας, μὲ τὰ συναισθήματά μας, μὲ τὴ μιζέρια μας, μὲ τὴν τραχύτητα της φύσης μας. Πρέπει νὰ βγεῖ ἀπὸ μέσα μας, ὄχι ἀνθρώπινος Θεός, κατασκεύ-ασμα δικό μας, ἀλλὰ Θεὸς δῶρο καὶ χάρις νὰ ἐνανθρωπήσει στὴ καρδιά μας• Θεὸς ποὺ νὰ εἶναι Θεός. Γιατί ἐμεῖς συχνὰ ἐθελοθρησκοῦμε, μὲ δικούς μας ἄρρωστους τρόπους συλλαμβάνουμε τὸν Θεὸ μέσα μας: μὲ θελήματα, μὲ πάθη, μὲ ὀρθολο-γισμό, μὲ ἔντονα συναισθήματα, μὲ προκαταλήψεις, μὲ φυσικούς, νοσηρούς, πτωτικοὺς τρόπους. Ἀντὶ νὰ πιστεύουμε στὴ θέωση τοῦ ἀνθρώπου, προκρίνουμε μέσα μας ὄχι τὸν ἐνανθρωπήσαντα Θεό, ἀλλὰ ἕναν ἐξανθρωπισμένο δικό μας θεό.

     Καὶ τὸ τρίτο ποὺ πρέπει νὰ χαρακτηρίζει τὴν ζωή μας εἶναι τὸ ἀειπάρθενο. Ὅπως ἦταν ἡ Παναγία. Ἡ γέννηση τοῦ Θεοῦ ἀπὸ μέσα μας νὰ μὴ νοθευτεῖ, νὰ μὴν γεννάει «ἀλλότρια» ἡ ψυχή μας. Νὰ μὴν δημιουργεῖ γεννήσεις, ἀλλὰ νὰ φιλοξενεῖ τὴν μία γέννηση τῆς χάριτος.

     Ὅλα αὐτὰ δὲν ἀποτελοῦν ὑπερβολές. Εἶναι στοιχεῖα θεολογικὰ ποὺ ὑπαγο-ρεύουν τὸν τρόπο τῆς μυστικῆς πνευματικῆς ζωῆς γιὰ τὸν καθένα μας. Ὅταν ἀρχίζει ἡ νοθεία τοῦ φρονήματος μέσα μας, τότε βγαίνει ὁ Θεὸς ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Ὅταν εἰσάγουμε καὶ τὴν ἁμαρτία στὸ σπίτι, ὅταν ἐπιτρέπουμε καὶ τὰ πάθη στὴ ζωή μας, τότε ὁ Θεὸς ποὺ νομίζουμε ὅτι γεννήσαμε δὲν εἶναι Θεός, εἶναι προέκταση τῶν δικῶν μας παθῶν.

     Ἡ παρθενικὴ γέννηση τοῦ Κυρίου εἶναι καὶ προφητεία καὶ πρόρρησις τῶν προφητῶν. Ἀποτελεῖ δογματικὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ἀποτελεῖ ὅμως καὶ ἀνάγκη τῆς φυσικῆς πνευματικῆς ζωῆς τοῦ καθενός μας. Ἀποτελεῖ πρότυπο πνευματικῆς ζωῆς. Μ᾿ αὐτὴν τὴν καθαρότητα, μ᾿ αὐτὴν τὴν λιτότητα, καὶ μ᾿ αὐτὴν τὴν μονιμότητα καὶ σταθερότητα καλεῖται ὁ καθένας μας ν᾿ ἀποτελέσει μιὰ μήτρα πνευματικὴ ἀπὸ τὴν ὁποία θὰ βγεῖ ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, θὰ μαρτυρηθεῖ σ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο ἀφοῦ προηγουμένως θὰ ἔχει προκύψει ὡς χάρις καὶ εὐλογία καὶ στὴ δική μας τὴ ζωή.



pdf


ΕΙΣ ΤΑ ΕΙΣΟΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ*

Μητροπολίτου Μεσογαίας & Λαυρεωτικῆς Νικολάου



       Ἡ ἑορτὴ τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου εἶναι καὶ μεγάλη καὶ ὡραία γιορτή. Καὶ εἶναι μεγάλη γιορτή, διότι προεικονίζει τὸ γεγονὸς τῆς ἐλεύσεως τοῦ Κυρίου καὶ ὑπογραμμίζει τὴν ἐλπίδα τῆς ἐκ Θεοῦ σωτηρίας. Καὶ εἶναι ὡραία γιορτή, διότι πολὺ διακριτικὰ κρύβει τὸ μεγαλεῖο καὶ τὴν ὀμορφιά της. Εἶναι μιὰ γιορτὴ ποὺ δὲν ἐμφανίζεται ὡς γεγονὸς μέσα στὴν Ἁγία Γραφή, ἀλλὰ ἡ Ἐκκλησία μας ἀντλεῖ τὶς πληροφορίες της γι΄αὐτὴν ἀπὸ τὰ λεγόμενα ἀπόκρυφα εὐαγγέλια. Εἶναι μιὰ ἀπὸ τὶς λίγες ἐξαιρέσεις ποὺ κάνει. Παρουσιάζεται ἡ Θεοτόκος νὰ προσφέρεται, νὰ ἀφιερώνεται, στὸν ναὸ σὲ ἡλικία τριῶν ἐτῶν.

       Τί θὰ εἶχε νὰ πεῖ ἕνα τέτοιο γεγονὸς καὶ γιατί νὰ εἶναι τόσο σημαντικὸ στὴν ἀντίληψη τῶν Πατέρων, οἱ ὁποῖοι τὸ καταθέτουν μέσα ἀπὸ τὴ δική τους γραφίδα καὶ τὸν δικό τους λόγο ὡς τροφὴ στοὺς πιστοὺς καὶ τὴν Ἐκκλησία; Εἶναι μιὰ ἁπλὴ ἱστορία ἢ μήπως ἕνα θεολογικὸ γεγονὸς ποὺ ἔχει καὶ κάποια ἰδιαίτερη σημασία γιὰ τὸν κάθε ἕνα μας;

       Στὰ λίγα λεπτὰ ποὺ θὰ ἀφιερώσουμε σκέφτηκα πὼς θὰ ἔπρεπε ὁπωσδήποτε, τώρα στὴν ἀρχὴ τοῦ Σαρανταημέρου, στὸ ξεκίνημα τῆς Σαρακοστῆς τῶν Χριστουγέννων, νὰ μείνουμε γιὰ λίγο στὸ μυστικὸ αὐτῆς τῆς θαυμάσιας ἑορτῆς. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἔχει δυὸ ὑπέροχους ἀποκαλυπτικοὺς θεομητορικοὺς λόγους στὰ Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου. Τὴν ἀγαποῦσε πολὺ τὴν Παναγία. Ἀλλὰ καὶ ἡ Ἐκκλησία τὸν θησαυρὸ καὶ τὴν περιουσία τῆς Θεοτόκου δὲν τὰ ἔχει μόνο γιὰ νὰ τὴν ἐπικαλούμαστε μηχανικά, ἀλλὰ τὰ ἔχει τοποθετημένα στὴν καρδιά τῆς θεολογίας της, δηλαδὴ στὴν καρδιά τοῦ μυστηρίου τῆς ἀληθείας της, τὸ ὁποῖο καὶ προσφέρει γιὰ οἰκοδομὴ ὅλων μας.

       Ἔτσι τονίζει ἰδιαίτερα τὸ γεγονὸς τῆς ἐκ παρθένου γεννήσεως τοῦ Κυρίου• ὅτι ὁ Κύριος δηλαδὴ δὲν ἦρθε σὲ αὐτὸν τὸν κὸσμο μὲ τὸν φυσιολογικὸ τρόπο, ὅπως συμβαίνει μὲ ὅλους τοῦς ἀνθρώπους, ἀλλὰ τὸ μυστήριο τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως συνέβη μὲ θαυματουργικὸ ὑπερφυσικὸ τρόπο. Ὁ Κύριος γεννήθηκε «ἀσπόρως», ἀπὸ παρθενικὴ μήτρα.

       Ἡ ὑπογράμμιση τῆς παρθενικότητος τῆς Θεοτόκου καὶ συνεπῶς τῆς διὰ τῆς Παρθένου εἰσόδου τοῦ Κυρίου στὴν ἱστορία καὶ ἔχει δυὸ βασικὰ στοιχεῖα.
       
       Τὸ ἕνα εἶναι ὅτι ἔπρεπε μὲ θαῦμα νὰ ἔρθει ὁ Κύριος, μὲ ὑπερφυσικὸ δηλαδὴ τρόπο -καὶ νομίζω αὐτὸ λίγο τὸ καταλαβαίνουμε ὅλοι μας- καὶ τὸ δεύτερο εἶναι ὅτι ἔπρεπε νὰ ἔρθει μὲ πεντακάθαρο τρόπο, δηλαδὴ μὲ τρόπο ποὺ δὲν ἀφήνει ὑποψία μολυσμοῦ ἐξ ἀδυναμίας ἢ ἁμαρτίας ἢ ἐμπαθοῦς κινήσεως. Ἡ προαιώνιος βουλὴ τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Κυρίου ἐκ παρθένου αὐτὰ τὰ δυὸ κρύβει: τὸν ὑπὲρ φύσιν χαρακτήρα της καὶ τὸ καθαρό, τὸ ἀμόλυντο στοιχεῖο της. Καὶ τὰ δυὸ αὐτὰ συναντῶνται στὸ πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία δὲν τὸ συζητᾶ. Εἶναι μυστήριο• δὲν τὸ διαπραγματεύεται. Τὸ δέχεται, τὸ ὁμολογεῖ, φρίττει ἐνώπιόν του καὶ τὸ μαρτυρεῖ.

       Στὴν σημερινὴ ἐποχὴ μὲ ὅλον αὐτὸν τὸν ὀρθολογισμό, ὁ ὁποῖος ὅλα τὰ ἀμφισβητεῖ, ἡ Ἐκκλησία μὲ μεγάλη σταθερότητα, λιτότητα καὶ σαφήνεια προσφέρει αὐτὸ τὸ γεγονός σὲ ὅλους μας, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὡς ἀλήθεια, τὴν ὁποία καλούμαστε νὰ δεχθοῦμε στὴν ψυχή μας μετὰ πίστεως καὶ νὰ τὴν μεταμορφώσουμε σὲ ζωή. Λέγει ἡ γνωστὴ προσευχὴ πρὸς τὴν Παναγία: «ἄσπιλε, ἀμόλυντε, ἄφθορε, ἄχραντε, ἁγνή, παρθένε, θεόνυμφε, Δέσποινα». Ὅλες αὐτὲς οἱ λέξεις τὸ ἴδιο πράγμα ὑπογραμμίζουν, τὴν καθαρότητα. Ἄσπιλος εἶναι αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει σπίλο, δὲν ἔχει λεκέ. Ἀμόλυντος, αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει μολυνθεῖ. Ἄφθορος, αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει φθορά. Ἄχραντος, αὐτὸς ποὺ δὲν τὸν ἔχει ἀκουμπήσει μολυσμός. «Ἄσπιλε, ἀμόλυντε, ἄφθορε, ἄχραντε, ἁγνή, παρθένε». Μιὰ ἁλυσσίδα συνωνύμων λέξεων ποὺ ἡ μία δίπλα στὴν ἄλλη στὴν οὐσία προσπαθοῦν νὰ περιγράψουν μετ’ ἐπιτάσεως τὴν ἀπόσταση τοῦ Κυρίου ἀπὸ κάθε ἴχνος ἁμαρτίας. Χαίρεται ἡ Ἐκκλησία, καὶ οἱ ὑμνογράφοι καὶ οἱ θεολόγοι καὶ οἱ Πατέρες νὰ ἔρχονται καὶ νὰ ἐπανέρχονται καὶ νὰ περιστρέφονται γύρω ἀπὸ αὐτὸ τὸ γεγονός τῆς παρθενικῆς καθαρότητος.

       Ἂν ἡ ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τονίζει τὴν ὑπακοὴ τῆς Θεοτόκου στὸ θεῖο θέλημα καὶ τὴν ταπείνωσή της, ἡ ἑορτὴ τῶν Εἰσοδίων εἶναι ἀφιερωμένη στὴν καθαρότητα τῆς Θεοτόκου καὶ προκαλεῖ τὸν κάθε ἕναν μας σὲ μιὰ καθαρότητα βίου. Ἔλεγε τὸ κοντάκιο ποὺ ψάλαμε «ὁ καθαρώτατος ναὸς τοῦ Σωτῆρος, ἡ πολυτίμητος παστὰς καὶ παρθένος». Τί θὰ πεῖ «πολυτίμητος παστὰς καὶ παρθένος»; «Πολυτίμητος» σημαίνει ὁ ἀκριβός, ὁ δαπανηρός, αὐτὸς ποὺ ἔχει μεγάλη τιμή καὶ ἀξία. Ἡ λέξη «παστάς» πάλι τὴν καθαρότητα ὑπογραμμίζει. «Παστάς» εἶναι ὁ νυμφώνας, τὸ νυφικὸ δωμάτιο, τὸ ὁποῖο ἦταν πεντακάθαρο μὲ τὰ πάντα καινούργια καὶ ἀχρησιμοποίητα. Ἔτσι πεντακάθαρη παρουσιάζεται στὴν διάλεκτο τῶν ὑμνογράφων καὶ τῆς Ἐκκλησίας μας ἡ Παναγία. «Τὸ ἱερὸν θησαύρισμα τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ», ὁ ἱερὸς θησαυρὸς ποὺ ἀποκαλύπτει τὴν δόξα του Θεοῦ. Δὲν χωρεῖ λοιπὸν ἀμφιβολία ὅτι ἡ ἑορτὴ τῶν Εἰσοδίων τιμᾶ καὶ ἀποκαλύπτει τὴν καθαρότητα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.

       Τί ἀκριβῶς ὅμως εἶναι αὐτὴ ἡ πολυδιάστατη καθαρότητα τῆς Θεοτόκου;

       Τὸ πρῶτο στοιχεῖο ποὺ ἔχει ἡ Παναγία εἶναι ἡ καθαρότητα στὴν προέλευση. Καὶ ἡ δική της γέννηση ἦταν ἡ κατὰ τὸ δυνατὸν πιὸ καθαρὴ ποὺ μποροῦσε νὰ γίνει. Αὐτὸ κρύβεται πίσω ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ γονεῖς της ἦταν στεῖροι καὶ «ἀμφότεροι προβεβηκότες ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτῶν» (Λουκ. α΄ 7), δηλαδὴ δὲν εἶχαν μπορέσει νὰ κάνουν παιδὶ καὶ εἶχαν γεράσει οἱ ἄνθρωποι. Ἡ γέννηση λοιπὸν τῆς Θεοτόκου ἐπισυμβαίνει καὶ αὐτὴ καθ’ ὑπέρβασιν τῶν ἐλπίδων ποὺ δίνουν οἱ φυσικοὶ νόμοι, διότι δὲν εἶναι οὔτε σύνηθες οὔτε φυσικὸ δυὸ γέροντες νὰ ἀποκτήσουν παιδί. Ἡ γέννησή της ὅμως ἀπὸ ἡλικιωμένους γονεῖς σημαίνει ὅτι δὲν ἀποτελεῖ ἀποτέλεσμα λογικῆς προσδοκίας ἢ ἐπιθυμίας πρὸς ἡδονή, ἀλλὰ καρπὸ πίστεως καὶ ἱερῆς ἐπιθυμίας πρὸς τεκνογονία. Αὐτὸ ὑποκρύπτει τὸ ὅτι οἱ γονεῖς της, ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα ἦταν στεῖροι καὶ γέροντες ὅταν τὴν γέννησαν. Ἡ γέννηση τῆς Θεοτόκου εἶναι ἡ κατὰ τὸ δυνατὸν καθαροτέρα καὶ κατὰ Θεὸν ἱεροτέρα.

       Δὲν ἔχει ὅμως μόνο τὴν καθαρότητα στὴν προέλευσή της. Ἔχει τὴν καθαρότητα στὸν λόγο της. Ἂν ἀνοίξει κανεὶς τὰ εὐαγγέλια, δὲν θὰ δεῖ φλυαρίες ἀπὸ τὸ στόμα τῆς Παναγίας, δὲν θὰ συναντήσει διαλέξεις καὶ διδασκαλίες. Ἡ διδασκαλία ἀνήκει μόνο στὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου καὶ ἡ ὁμολογία στὰ χείλη τῶν ἀποστόλων. Αὐτὰ βρίσκουμε στὰ εὐαγγέλια• καὶ ἀπὸ τὴν Παναγία δυὸ τρεῖς μόνο φορὲς νὰ ἀνοίγει τὸ στόμα της. Ἡ μιὰ συνδέεται μὲ τὴν συνάντησή της μὲ τὴν Ἐλισάβετ ποὺ στὴν οὐσία εἶναι μιὰ ἀποκάλυψη τοῦ μυστηρίου τοῦ Θεοῦ. Ἡ δεύτερη εἶναι ἡ συνάντησή της μὲ τὸν Κύριο στὸν ναό, ὅταν ἦταν δωδεκαετὴς καὶ χάθηκε, καὶ ἐκεῖ ἐκφράζει τὴν ἀνησυχία της. Στὴν οὐσία προκαλεῖ τὸν δωδεκαετῆ τότε Κύριο νὰ τῆς ἀποκαλύψει ὁ Ἴδιος γιὰ πρώτη φορὰ τὴ θεότητά Του, ὑπαινισσόμενος ὅτι ὁ ἀληθινὸς πατέρας Του δὲν εἶναι ὁ κοινωνικός, ὁ Ἰωσήφ, ἀλλὰ ὁ ἐν οὐρανοῖς Πατήρ∙ καὶ μὴ ἀποφεύγοντας νὰ ἀναφερθεῖ στὴ μητέρα Του, ὅτι εἶναι «ἀμήτωρ ἐκ Πατρός» κατὰ τὴν θεότητα. Συνεπῶς, ὁ λόγος της προκαλεῖ τὴν πρώτη ὁμολογία τοῦ Κυρίου περὶ τῆς Θεοτητός Του. Ὑπάρχει καὶ μία Tρίτη περίπτωση ποὺ ἡ Παναγία σπάει τὴ σιωπή της. Εἶναι τὸ γεγονὸς τοῦ θαύματος στὴν Κανᾶ τῆς Γαλιλαίας. Λέει στὸν Υἱό της «οἶνον οὐκ ἔχουσι» (Ἰω. β΄ 3), δὲν ἔχουν κρασί, τέλειωσε τὸ κρασί∙ καὶ στοὺς διακονητές: «ὅ,τι ἂν λέγῃ ὑμῖν ποιήσατε» (στ. 5) καὶ ἀμέσως ὁ Κύριος ἐπιτελεῖ τὸ θαῦμα τῆς μεταβολῆς τοῦ ὕδατος σὲ οἶνο, σὲ κρασί. Πάλι ὁ λόγος της προκαλεῖ τὸ θαῦμα καὶ ὑποδεικνύει τὴν ὑπακοὴ στὸν Υἱὸ καὶ Θεό της. Τρεῖς καὶ μόνο φορές. Τρεῖς φορὲς ποὺ ὅλες ὁδηγοῦν σὲ μεγάλες ἀποκαλύψεις. Λόγος ἀργὸς ἢ συμβατικὸς δὲν ἐξέρχεται ἀπὸ τὸ στόμα της.

       Ἂς προχωρήσουμε ἕνα βῆμα παραπέρα• ἡ Παναγία δὲν δέχθηκε τὸν μολυσμό τῆς θύραθεν κοσμικῆς γνώσεως. Ἐμεῖς ἂν τὸ παιδί μας πάει στὰ πανεπιστήμια, ἂν ἔχει πάρει μερικὰ διπλώματα, καμαρώνουμε καὶ φουσκώνουμε ἀπὸ κοσμικὴ ἔπαρση. Λέει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὅτι ἡ Παναγία μὲ τὸ νὰ πάει τριῶν ἐτῶν στὸν ναὸ μεταμόρφωσε τὸν ναὸ σὲ σχολεῖο της, σὲ δικό της ἐκπαιδευτήριο. Δὲν δέχθηκε τὸν μολυσμό τῆς ἐγκόσμιας, φυσικῆς, παχυλῆς γνώσεως. Νὰ τὸ πῶ ἁπλά• δὲν ἔμαθε νὰ λύνει ἐξισώσεις, δὲν ἐκτέθηκε στὴν μὴ ἀναγκαία γνώση αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Ἀπέκτησε ὅμως τὴν γνώση τοῦ Θεοῦ μέσα στὸν ναό. Ἀνετράφη καὶ μεγάλωσε μὲ αὐτὴν τὴν ἀδολότητα καὶ ἀθωότητα. Αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι εἶναι κακὸ νὰ μαθαίνουμε γράμματα, ἀλλὰ αὐτὴ ἡ μόρφωση ἐνέχει τὴν παχύτητα τῶν φθειρομένων καὶ παρερχομένων. Αὐτὸ ποὺ συνέβη στὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου εἶναι ὅτι ἡ γνώση της, ὁ κόσμος της ὅλος, ἦταν ἀποκλειστικὰ τὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ ποὺ τὸ διδάχθηκε μέσα στὸν ναό.

       Ἡ Παναγία, λοιπόν, δὲν δέχθηκε τὸν μολυσμό τῶν ἄχρηστων γνώσεων ποὺ ἐμεῖς κατ’ ἀνάγκην ἀποκτοῦμε, ἀλλὰ διακρίνεται γιὰ τὴν πλήρη καθαρότητα τῆς διανοίας καὶ τῆς σκέψεως.

       Αὐτὴ ἡ καθαρὀτητα συνδέεται καὶ μὲ τὴν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς. Δὲν εἶχε καρδιὰ λερωμένη ἀπὸ ἐπιθυμίες, ἀπὸ ἀπαιτήσεις, ἀπὸ ἐσωτερικές, ψυχολογικὲς ἀνάγκες. Πῶς φαίνεται αὐτό; Στὸ γεγονὸς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ. Ἐνῶ τῆς προτείνει ὁ ἄγγελος τὸ μυστήριο τῆς ἐξ αὐτῆς παρθενικῆς γεννήσεως τοῦ Κυρίου καὶ αὐτὴ ἀρχικῶς συστέλλεται μετ’ ἐκπλήξεως καὶ φόβου, τελικὰ ὑποτάσσεται ταπεινὰ στὴν ἐπιμονή του λέγοντας: «ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου• γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμά σου» (Λουκ. α΄ 38). Δὲν καταλαβαίνω γιατί σὲ ἐμένα καὶ δι᾿ ἐμοῦ τὸ μυστήριο, ἀλλὰ ἀφοῦ τὸ λές, κάτι παραπάνω ξέρεις ἀπὸ ἐμένα, ἂς γίνει σύμφωνα μὲ τὸν λόγο σου. Αὐτὸ δὲν λέγεται εὔκολα ἀπὸ καρδιὲς ποὺ ἔχουν ὀρθολογισμό. Αὐτὸ δὲν λέγεται εὔκολα ἀπὸ καρδιὲς ποὺ εἶναι μολυσμένες ἀπὸ φιλοδοξίες, ἀπὸ προσωπικὲς ἐπιθυμίες ἀπὸ ἄκρατα θελήματα. Ἡ Παναγία εἶναι ἐλεύθερη ἀπὸ αὐτά∙ μᾶς τὸ πιστοποιεῖ μὲ τὸν λόγο της καὶ τὴν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς της.

       Θὰ ἦταν παράλειψη ἂν δὲν ὑπογραμμίζαμε καὶ τὴν καθαρότητα τοῦ σώματος, δηλαδὴ τὴν ἁγνότητα γιὰ τὴν ὁποία ὁμιλεῖ ἡ Ἐκκλησία καὶ ἡ ὁποία τελικῶς ἀπετέλεσε τὴ βασικὴ καὶ ἀπαραίτητη προϋπόθεση, προκειμένου νὰ μπορέσει ἀπὸ τὸ δικό της σῶμα νὰ δώσει τὴν ἀνθρώπινη ὑπόσταση στὸν Κύριο.

       Θὰ κλείσω καὶ μὲ μιὰ ἕκτη μορφὴ καθαρότητος, τὴν ὁποία δὲν εἶναι εὔκολο νὰ καταλάβουμε, πρέπει ὅμως νὰ τὴν ἀναφέρουμε. Ἡ Παναγία ὀνομάζεται «ἀειπάρθενος» ποὺ σημαίνει ὅτι τὴν παρθενικότητά της δὲν τὴν ἔχασε μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρὸνου, ἀλλὰ παρέμεινε καὶ «μετὰ τόκον παρθένος». Τὸ σῶμα της χρησιμοποιήθηκε μόνον γιὰ νὰ γεννηθεῖ ἐξ αὐτῆς ὁ Κύριος∙ κανένας ἄλλος! Αὐτὸ θὰ πεῖ ἀειπάρθενος∙ διὰ βίου παρθένος. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι εἶχε καὶ τὴν καθαρότητα τοῦ χρόνου. Δὲν εἶχε τοὺς λεκέδες ποὺ ἀφήνει ὁ χρόνος πάνω στὴν πορεία ἑνὸς ἀνθρώπου. Πολλὲς φορὲς ζοῦμε μιὰ ἐμπειρία, ἔχουμε μιὰ ἔξαρση, ἡ καρδιά μας λειτουργεῖ σὲ κάποια χαρὰ πνευματικὴ καὶ μετὰ ἀπὸ λίγο ἔρχονται τὰ γεγονότα, διαδέχονται οἱ καταστάσεις ἡ μία τὴν ἄλλη καὶ οἱ λεκέδες τοῦ χρόνου ἀποτυπώνονται πάνω στὴν ζωή μας σὰν σφραγίδες ἀνεξίτηλες.

       Τί καθαρότητα λοιπὸν γενικευμένη δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ συναντήσει στὸ πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου! Γι᾿ αὐτὸ καὶ τὴν ἀξιώνει ὁ Κύριος νὰ ἔχει ἄλλα τέσσερα χαρακτηριστικά. Ἔχει τέσσερα ὀνόματα ποὺ τὰ ἀκούσαμε στὴν ἀκολουθία αὐτῶν τῶν ἡμερῶν. Εἶναι πρῶτον ἡ πύλη του οὐρανοῦ• δεύτερον κατοικητήριο τοῦ Θεοῦ• τρίτον σκηνὴ ἐπουράνιος καὶ τέταρτον ναός τοῦ Θεοῦ.

       Τί σημαίνουν ὅλα αὐτά; Πρῶτον ὅτι εἶναι πύλη, εἴσοδος, μέσα ἀπὸ τὴν ὁποία εἰσέρχεται κανεὶς στὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ. Διαφορετικὰ δὲν μποροῦμε νὰ εἰσέλθουμε στὴν οὐράνια κατάσταση. Σὲ ἕναν χῶρο δὲν μπαίνεις ἀπὸ τὸν τοῖχο. Χρειάζεται νὰ μπεῖς ἀπὸ μιὰ πόρτα. Καὶ τὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ σὰν κυρία εἴσοδό του ἔχει τὸ μυστήριο τῆς Θεοτόκου. Ὁ ὀρθολογισμός, ἡ κατανόηση, ἡ ἐμπαθὴς ζωή, ἡ οἴηση εἶναι ψηλὰ τείχη ποὺ παρεμποδίζουν τὴν μετοχὴ στὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ. Ἡ πίστη, ἡ ταπείνωση, ἡ ὑποταγὴ στὸ θεῖο θέλημα, ἡ κατὰ Θεὸν ἄσκηση, οἱ πρεσβεῖες τῶν ἁγίων, ἀποτελοῦν μικρὲς εἰσόδους σὲ αὐτό. Ἡ κεντρικὴ πύλη τοῦ μυστηρίου τοῦ Θεοῦ ὀνομάζεται Ὑπεραγία Θεοτόκος.

       Δεύτερον• ἡ Παναγία ἔγινε κατοικητήριο τοῦ Θεοῦ, χώρα τοῦ Ἀχωρήτου, χῶρος ποὺ ἀποκαλύπτει ὁ Θεός τὰ μυστικά του, χῶρος ὁ ὁποῖος γνωρίζει τὸν Θεὸ στοὺς ἀνθρώπους. Κάθε πιστὸς ποὺ ἀποκαθιστᾶ μιὰ πνευματικὴ σχέση καὶ ἐπικοινωνία μὲ τὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου δὲν γνωρίζει μόνον τὴν Θεοτόκο∙ κυρίως γνωρίζει τὸν Κύριο.

       Καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ εἶναι καὶ σκηνή τοῦ Θεοῦ, τόπος ἀναπαύσεως τοῦ Θεοῦ. Ὄχι τόπος διαμονῆς τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἀναπαύσεώς Του, τόπος ὅπου ὁ Θεὸς πραγματικὰ εὐηρεστήθη, τόπος ὅπου ὁ Θεὸς ἐκφράζει τέλεια τὴν προαιώνια βούλησή Του, ὅπου θεωρεῖ πὼς ὑπάρχει ἡ ἐπιθυμητὴ κοινωνία μαζί Του, ὅπου «ἁγιάζεται τὸ ὄνομά Του, ἐγκαθίσταται ἡ βασιλέια Του, ἐπιτελεῖται τὸ θέλημά Του». Αὐτὴ εἶναι ἡ Παναγία.

       Τέλος, εἶναι καὶ ναός τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ὁ τόπος ποὺ φανερώνει τὰ θαύματα τοῦ Θεοῦ, αὐτὰ ποὺ ξεπερνοῦν τὴν λογική μας, αὐτὰ ποὺ καταργοῦν τὴν παχύτητα καὶ τὴ μικρότητά μας, αὐτὰ ποὺ ἐξαφανίζουν τὴ λογική μας καὶ φανερώνουν τὴν ἄλλη λογικὴ καὶ ἀποκαλύπτουν τὴν ἄλλη ζωή, καταδεικνύουν ἕναν ἄλλον κόσμο, τὸν πραγματικὸ κόσμο, τὸν κόσμο στὸν ὁποῖον καλεῖται ὁ καθένας μας νὰ μπεῖ μέσα καὶ νὰ ζήσει. Ἔτσι εἶναι τὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου. Εἶναι πεντακάθαρο, εἶναι πύλη στὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ, εἶναι κατοικητήριο, εἶναι σκηνὴ τοῦ Θεοῦ, εἶναι ὁδὸς γιὰ νὰ ζήσουμε ὡς Ἐκκλησία τὴ δόξα Του, εἶναι ὁ ναός Του.

       Ἡ Ἐκκλησία μας τὴν χαίρεται αὐτὴν τὴν γιορτή. Τὴν πανηγυρίζει καὶ θέλει σὲ αὐτὴν τὴν χαρά, σὲ αὐτό τὸ πανηγύρι νὰ συμμετέχει ὁ καθένας μας, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί. Αὐτὸ εἶναι τὸ πρῶτο μήνυμα ποὺ μποροῦμε νὰ πάρουμε ἀπὸ ὅσα εἴπαμε• τὸ νὰ χαροῦμε γιὰ αὐτὸν τὸν θησαυρὸ ποὺ ἀνήκει στὴν ἀνθρώπινη φύση, διότι ἡ Παναγία εἶναι ἄνθρωπος σὰν ἐμᾶς.

       Τὸ δεύτερο εἶναι νὰ κάνουμε χρήση αὐτοῦ τοῦ θησαυροῦ. Ὄχι ἁπλῶς νὰ χαιρόμαστε καὶ νὰ πανηγυρίζουμε, νὰ ἀνάβουμε κεριὰ καὶ λαμπάδες καὶ ἀνταλλάσσουμε εὐχὲς καὶ «χρόνια πολλά» μεταξύ μας, ἀλλὰ νὰ κάνουμε χρήση αὐτῆς τῆς δυνατότητος πού μᾶς δίνει ὁ Θεός. Πρέπει νὰ γνωρίσουμε τὴν Παναγία. Κάτι νὰ διαβάσουμε, κάτι νὰ καταλάβουμε. Νὰ τὴν ἐπικαλεστοῦμε, νὰ ζητήσουμε τὶς πρεσβεῖες της. Εἶναι δυνατὴ ἡ προσευχή της. «Πολλὰ ἰσχύει δέησις μητρὸς πρὸς εὐμένεια Δεσπότου», λέγει ἡ Ἐκκλησία. Ἔχει μεγάλη δύναμη ἡ προσευχή τῆς μητέρας, γιὰ νὰ ἐξευμενίσει ἀπέναντί μας τὸν Δεσπότη, τὸν Κύριο καὶ Θεό μας. Ἂς μὴν ἀφήσουμε αὐτὸν τὸν θησαυρό, αὐτὴ τὴν δυνατότητα.

       Καὶ ἕνα τρίτο• νὰ ἐμπνευστοῦμε ἀπὸ τὸ παράδειγμά της. Δὲν θὰ γίνει τίποτα ἀπὸ ὅλα αὐτὰ πραγματικότητα, ἂν ἡ καθαρότητα ἡ δική της δὲν ἀποτελέσει πρότυπο γιὰ τὴν δική μας καθαρότητα. Καὶ ἡ δική μας ζωὴ πρέπει νὰ ἔχει τὴν καθαρότητα τῆς προελεύσεως. Αὐτὸ εἶναι τὸ βάπτισμα, αὐτὸ ποὺ τὸ ἔχουμε πάρει ὅλοι καὶ πρέπει νὰ τὸ ἐνεργοποιήσουμε.

       Πρέπει νὰ ἔχει τὴν καθαρότητα τοῦ λόγου. Ἡ εἰλικρίνεια, γιὰ νὰ τὸ πῶ πρακτικά, στὴν καθημερινή μας σχέση εἶναι ἡ καθαρότητα τοῦ λόγου. Ἕνα στόμα ποὺ βρίζει, ποὺ καταρᾶται, ποὺ δημιουργεῖ ἔχθρες, ποὺ πληγώνει τοὺς συνανθρώπους του, ποὺ ψεύδεται, ἕνα τέτοιο στόμα δὲν εἶναι καθαρὸ στόμα.

       Καθαρότητα τῆς σκέψης• πόσες φορὲς οἱ μολυσμοί τῶν λογισμῶν μας δὲν διαταράσσουν τὴν εἰρήνη τῆς καρδιᾶς μας, δὲν μολύνουν τὴν εἰρήνη τῶν σχέσεών μας, δὲν ἀναστατώνουν τὴν εἰρήνη τῆς πίστεώς μας, δὲν καταστρέφουν τὴν εἰρήνη τῆς μετὰ τοῦ Θεοῦ κοινωνίας μας ἀποστερῶντας τὶς καρδιές μας ἀπὸ τὶς ἀνάσες τῆς θεϊκῆς παρουσίας!

       Τὴν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς καὶ τῶν αἰσθημάτων. Δὲν ἀγαπιόμαστε, δὲν μποροῦμε νὰ συγχωρεθοῦμε, ἀδυνατοῦμε νὰ συνυπάρχουμε, δυσκολευόμαστε νὰ ἀνεχθοῦμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε αὐτὸν τὸν θησαυρό τοῦ νὰ εἴμαστε μαζί, γιὰ νὰ τρεφόμαστε ὁ ἕνας ἀπὸ τὸν ἄλλον, γιὰ νὰ μοιραζόμαστε τὰ δῶρα Του, γιὰ νὰ ἐξαγιαζόμαστε, γιὰ νὰ βλέπουμε στὸ πρόσωπο καὶ στὴ ζωή τοῦ ἄλλου ὁ καθένας μας τὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ, τὴν ἐπιβεβαίωση τῆς ἀγάπης καὶ τῆς παρουσίας Του.

       Νὰ ποῦμε καὶ δυὸ λόγια γιὰ τὴν καθαρότητα τοῦ σώματος. Μιὰ ἀρρώστια ποὺ ὑπάρχει στὴν ἐποχή μας εἶναι οἱ μολυσμοὶ τῆς σαρκός. Ἔφτασε πλέον τὸ πράγμα στὸ ἀπροχώρητο. Ποιοί ἀπὸ ἐμᾶς διατηροῦν τὸ σῶμα τους κρυστάλλινο, καθαρὸ σὰν τὶς ἀκτῖνες τοῦ ἡλίου, ὅπως λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ δέχεται καὶ τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ; Ἂν δὲν ζήσαμε ὣς τώρα ἔτσι, ἂς ζήσουμε ἀπὸ αὐτὴν τὴν στιγμὴ καὶ μετά, γιατί μόνον ἔτσι, ἂν εἶναι παρθενικὴ ἡ ὅλη μας ζωὴ καὶ ὑπόσταση, ἂν λάμπει ἀπὸ καθαρότητα ἢ τουλάχιστον ἂν ἔχει τὸν ἀγῶνα τῆς καθάρσεως, θὰ μπορέσει καὶ νὰ φωτιστεῖ καὶ νὰ μεταμορφωθεῖ σὲ ναό• νὰ γίνει σκηνή τοῦ Θεοῦ• νὰ γίνει κατοικητήριό Του• νὰ γίνει ὁ χῶρος τῆς δικῆς Του ἀναπαύσεως• νὰ γίνει φάτνη στὴν ὁποία θὰ γεννηθεῖ. Νὰ μπορέσει ἡ ζωὴ τοῦ καθενός μας νὰ κάνει τὸ γεγονός τῆς γεννήσεως τοῦ Κυρίου πραγματικότητα μέσα της.

       Πράγματι, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, μὲ τὶς πρεσβεῖες τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου μπορεῖ ὁ κάθε ἕνας μας νὰ ἀνοίξει τὴν πόρτα τῆς ψυχῆς του, νὰ κάνει τὴν ἀρχὴ τῆς μεταμορφώσεώς του, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ ζήσει τὶς μέρες πού μᾶς ἔρχονται κάτι ἀπὸ τὰ Χριστούγεννα, λίγο ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ στὴν γῆ, κάτι ἀπό τὴν παρουσία τοῦ Κυρίου στὴν δική του τὴν ψυχή.

       Εὔχομαι νὰ δώσει ὁ Θεὸς μὲ τὸ παράδειγμα τοῦ μυστηρίου τῆς καθαρότητος τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, μέσα ἀπὸ τὴν δική της πύλη νὰ εἰσοδεύσουμε ὁ καθένας μας στὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ μπορέσουμε ὕστερα ἀπὸ ἕναν μήνα, τὴν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων, ὅλοι μας ἀνεξαιρέτως νὰ τὸν συναντήσουμε «μεθ᾿ ἡμῶν», ἀνάμεσά μας, μαζί μας, μέσα στὴν καρδιά μας καὶ νὰ Τὸν κρατήσουμε διαρκῶς ὡς θησαυρὸ στὴν πορεία μας σὲ αὐτὴ τὴν ζωή, ἕως ὅτου ὄχι «δι᾿ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι, ἀλλὰ πρόσωπον πρὸς πρόσωπον» (Α΄ Κορ. 12) θὰ Τὸν ἀντικρύσουμε στὴν Βασιλεία Του. Ἀμήν.


* Ἀπομαγνητοφωνημένο κήρυγμα ποὺ ἐκφωνήθηκε στὸ Ἱ. Μετόχιον τῆς Ἀναλήψεως στὸν Βύρωνα στὶς 23 Νοεμβρίου 2003.

 

pdf



ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ
ΚΑΙ ΠΕΡΙΓΕΝΝΗΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ*

Μητροπολίτου Μεσογαίας & Λαυρεωτικῆς Νικολάου



Θὰ ἤθελα νὰ ξεκινήσω τὴν ὁμιλία μου ἐκφράζοντας τὴ μεγά­λη μου χαρὰ γιὰ τὴ μοναδικὴ αὐτὴν εὐκαιρία νὰ βρεθῶ σὲ πολὺ συγγενικό μου χῶρο, ποὺ ὅμως ἔχω μόνον μία φορὰ ἐπισκεφθεῖ, νὰ ἐπικοινωνήσω μὲ πολὺ οἰκείους ἀνθρώπους, ποὺ ὅμως δὲν γνωρίζω, γιὰ νὰ ἀσχοληθοῦμε μὲ ἕνα πολὺ δικό μας θέμα ποὺ ὅμως, ἐνῶ πολὺ συζητεῖται, στὴν οὐσία δὲν ἀξιο­λογεῖται σωστά.
Σᾶς εὐχαριστῶ λοιπὸν πολὺ γιὰ τὴν πρόσκληση, δίνοντάς σας ὅμως ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τὴ διαβεβαίωση ὅτι τὸ θέμα μοῦ φαίνεται πολὺ μεγάλο γιὰ νὰ τὸ δια­πραγματευτῶ σφαιρικά, μάλιστα σὲ τόσο περιορισμένο χρόνο, καὶ χωρὶς νὰ θέλω νὰ σᾶς ἀπογοητεύσω, θὰ ἀποφύγω καθαρὰ τεχνικὲς σκέ­ψεις, ἀπαντήσεις σὲ ἐρωτήματα καὶ προτάσεις. Ἁπλᾶ θὰ περιοριστῶ στὴν κατάθεση μιᾶς μόνο δικῆς μου συνιστώσας σκέψης καὶ προβληματισμοῦ.

Α. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ
Ἡ ἐποχή μας, μεταξὺ τῶν ἄλλων, ἔχει τρία μοναδικὰ χαρακτηρι­στικά· δημι­­ουρ­γεῖ ἐκπληκτικὰ ἐπιτεύγματα, προξενεῖ ἀσύλληπτα καὶ ἀνυ­πέρ­βλητα προ­βλή­ματα καὶ εἶναι ἐξαιρετικὰ πα­ρεμ­­βατικὴ στὶς ἐφαρμογές της.
Ἡ διείσδυση στὴ γνώση εἶναι ἐντυπωσιακή. Ἡ κατανόηση τῶν φυσι­κῶν μηχανισμῶν τοῦ ἀρχέγονου κόσμου καὶ ἡ πειραματικὴ ἐπιβεβαίωσή τους, ἡ θε­ω­ρητικὴ καὶ παρατηρησιακὴ προσέγγιση τῶν κοσμικῶν ἐσχατιῶν μας, ἡ ψη­λά­φηση τοῦ πιὸ ἐνδότερου μυστικοῦ τῆς ὕλης μας, ἡ ἀνάγνωση τῶν γονι­διω­ματι­κῶν λεπτομερειῶν καὶ ὁ προσδιορισμὸς τῶν ἀποτυπω­μά­των τῆς φυσικῆς ἐξέ­λιξής μας, ἡ ἀνακάλυψη τοῦ ἀλφάβητου τῆς πρωτεϊ­νικῆς διαλέκτου τῆς ζωῆς καὶ ἡ ἀνίχνευση τοῦ μυστικοῦ τῆς κυτταρικῆς φθορᾶς, ἡ ἀνάπτυξη τῶν νευρο­επι­­στημῶν ἀποτελοῦν λίγες μόνον ἀπὸ τὶς ἀνακαλύψεις ποὺ ἔχουν οὐσιαστικὰ ἐπαναπροσδιορίσει τὴ θέση τοῦ ἀν­θρώπου στὸ γνωστικὸ καὶ φιλοσοφικὸ στε­ρέωμα. Ἔννοιες ὅπως λογική, αὐτεξούσιο, ψυχή, ζωή, κοινω­νικὲς σχέσεις ἀπο­κτοῦν καινούργια σημα­σία καὶ προοπτική.
Ἀλλὰ καὶ ἡ σύγχρονη ἀνθρώπινη παρεμβατικότητα δὲν ἔχει προ­η­γού­μενο. Ἤδη μηχανικὲς συσκευὲς ἐμφυτεύονται στὸ ἀνθρώπινο σῶμα καὶ ἐπι­τελοῦν φυσιολογικὲς λειτουργίες· ἡ ὕλη τεχνολογεῖται στὸ ἐπίπεδο τῆς νανο­κλίμακας, ὅπου ἐκδηλώνεται μὲ ἄγνωστες ὣς τώρα ἰδιότητες· ἡ ζωὴ ἐπίσης τεχνολογεῖται στὸ ἐπίπεδο τῶν γονι­δίων, ὅπου ἐμφανίζει πρωτό­γνωρη δυναμικὴ καὶ ἐντυπωσιακὴ συμπεριφορά· τὸ ἴδιο καὶ ἡ φύση στὸ ἐπίπεδο τῶν κλιμα­το­λο­γικῶν ρυθμίσεων. Τὸ νευρικὸ κύτταρο φαίνεται ἀπόρθητο, ἀλλὰ ὅλο καὶ πλη­θαί­νουν οἱ παρεμβάσεις στὸν ἐγκέ­φαλο μὲ μικρο­συσκευὲς ἢ φάρμακα ποὺ μπο­ροῦν νὰ ἐπηρεάσουν ἢ καὶ νὰ προσ­διορίσουν τὴ συμπεριφορά. Ὅροι ὅπως μικρο­χειρουργικὴ ἢ κυβερνο­χειρουρ­γικὴ ἢ ψυχοχει­ρουργικὴ ἢ βιονικὴ φυσιο­λο­γία ἢ βιοπληροφορικὴ πιστοποιοῦν τὴ σύζευξη τοῦ μηχανικοῦ μὲ τὸ βιο­λο­γικό, καὶ καταδεικνύουν τὸ εὖρος καὶ τὸ μέγεθος τῆς ἀνθρώπινης παρεμ­βατικό­τητας.
Ὅλη αὐτὴ ἡ γνώση διευρύνει ὁρίζοντες, δίνει μεγάλες ἐλπίδες, ἀνοί­γει προοπτικές, ἀνακουφίζει ἀπὸ δυσκολίες, συχνὰ ὅμως παίρνει δια­στά­σεις τυραν­νίας, ἡ δὲ παρεμ­βατικότητα ἀναπόφευκτης ἀπειλῆς ἢ ἀνυπέρ­βλητων διλημ­μά­των. Ἔτσι γιὰ παράδειγμα ἡ τεχνολόγηση τοῦ γενετικοῦ ἢ νευρικοῦ κυττά­ρου ἢ ἡ ἄνευ ὅρων ἐπέμβαση στὴν ψυχικὴ σφαῖρα ἀπο­τελοῦν παρεμβατικὸ μέγε­θος ποὺ φοβίζει. Γι' αὐτὸ καὶ ἡ διεθνὴς νομοθεσία τὰ ἀπαγορεύει.
Ἀπὸ ὅλο τὸ φάσμα τῶν νέων τεχνολογικῶν ἐφαρμογῶν δὲν ἦταν δυνα­τὸν νὰ ἐξαιρεθεῖ ὁ χῶρος τῆς ἀναπαραγωγῆς, μὲ συνέπειες πολὺ μεγάλες σὲ θεσμούς, ἀντιλήψεις καὶ προτεινόμενες λύσεις.
Ἡ τεχνολογικὴ παρέμβαση στὴ διαδικασία τῆς σύλληψης, εἴτε μὲ τὴν ἔννοια τῆς ἀποφυγῆς εἴτε μὲ αὐτὴν τῆς ὑποβοήθησης, σὲ σχέση μὲ τὴ δυνα­τό­τη­τα τοῦ προεμφυτευτικοῦ ἐλέγχου, τῆς ἐπιλογῆς τοῦ φύλου, τῆς ἑτερό­λογης ἢ καὶ μεταθανάτιας γονιμοποίησης, τῆς παρένθετης μητρό­τητας, τοῦ προ­­γεννη­τικοῦ ἐλέγχου, τῆς διακοπῆς τῆς κύησης σὲ πρόωρο ἢ καὶ προχω­ρημένο στάδιο δημι­ουργεῖ ἰσχυρότατες ἐσωτερικὲς ροπὲς στὸ ἀξιακὸ περι­εχό­μενο τοῦ ἀνθρώ­που καὶ ἐξ ἴσου μεγάλες τάσεις στὴ συνε­κτικὴ δυναμικὴ τῶν κοι­νωνικῶν σχέ­σεων.
Ἂς δοῦμε τὸ θέμα πιὸ ἀναλυτικά.


Β. Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ
Μὲ τὸν ὅρο οἰκογενειακὸς προγραμματισμὸς ἐννοοῦμε μία γενικότερη πο­λιτικὴ ποὺ σκοπὸ ἔχει τὴν σεξουαλικὴ ἐκπαίδευση, τὴν πρό­ληψη καὶ δια­­χεί­ριση τῶν σεξουαλικὰ μεταδιδόμενων μολύνσεων, τὴν διαχείριση τῆς στει­ρό­­τη­τας καὶ κυρίως τὴν ἐνημέρωση τῶν ζευγαριῶν πάνω σὲ θέματα ἀνα­παρα­γω­γι­κῆς ἀγωγῆς, ὥστε νὰ ἀποφεύ­γονται οἱ λεγόμενες ἀνεπιθύμητες ἐγκυ­μο­σύνες, δηλαδὴ νὰ ἀποκτοῦν τὸν ἐπι­θυ­μητὸ ἀριθμὸ παιδιῶν στὸν ἐπιθυμητὸ χρόνο.
Ἐνῶ κανεὶς δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἀμφισβητήσει τὴν ἀπόλυτη ἀνάγκη κάθε ἐγκυμοσύνη νὰ εἶναι ἐπιθυμητή, διότι εἶναι φοβερὸ νὰ ἔρχεται στὸν κόσμο ἕνας ἄνθρωπος ἀνεπιθύμητος εἴτε ἀπὸ τοὺς γονεῖς του εἴτε ἀπὸ τὴν κοινωνία, ταυ­τόχρονα θὰ ἔπρεπε νὰ ὁμολογήσουμε ὅτι ὁ ὅρος ἐπιθυμητὴ ὡς προσ­διοριστικὸ τῆς ἐγκυμοσύνης θέλει τὴν ἀνάλυσή του. Μὲ ἄλλα λόγια, ἄλλο πράγμα εἶναι τὸ νὰ μὴν εἶναι ἐπιθυμητὴ μία ἐγκυμοσύνη γιατὶ συνδέεται μὲ διεγνωσμένο παθο­λογικὸ ἔμβρυο ποὺ προϊδεάζει γιὰ μία τυραννικὴ ἐπιβίωση, ἄλλο εἶναι ὅταν στα­τιστικὰ μία ἐγκυμοσύνη ἐγκρύπτει τὸ ἐνδεχόμενο ἐνδη­μούσης σὲ κοινωνικὲς ὁμάδες γενετικῆς νόσου, ἄλλο εἶναι ἡ ἀνεπιθύμητη ἐγκυμοσύνη ποὺ σχετίζεται μὲ τυχαία ἀνεύθυνη συνεύρεση, ἄλλο αὐτὴ ποὺ συνδέεται μὲ φιλοσοφία ἀποξέ­νωσης τοῦ γάμου ἀπὸ τὴν τεκνογονία καὶ θεώ­ρησής του ἁπλὰ ὡς νομιμο­ποι­ημένης κοινωνικῆς συμβίωσης, ἄλλο εἶναι ὅταν ἡ ἐγκυμοσύνη εἶναι μὴ ἐπιθυ­μητὴ ὡς ἀντιμετώπιση τυχὸν ὑπερπληθυσμιακῆς ἀπειλῆς συγκεκριμένων χωρῶν ἢ τοπικῶν κοινωνιῶν καὶ ἄλλο ὅταν ἐκφράζει καθαρὰ ρατσιστικὲς ἀντιλήψεις.
Συνεπῶς τὸ πρόβλημα ποὺ ἀναδύεται ἀπὸ τὸν ὅρο ἐπιθυμητὴ εἶναι ἀρκε­τὰ σύνθετο, σὲ τελικὴ δὲ ἀνάλυση οἱ ἔννοιες τοῦ ἐπιθυμητοῦ καὶ τοῦ ἀγαπητοῦ συγχέονται. Μὲ ἄλλα λόγια, ἡ κυριαρχοῦσα ἀντίληψη εἶναι ὅτι μόνον ἂν ἕνα παιδὶ εἶναι ἐπιθυ­μητὸ εἶναι δυνατὸν νὰ εἶναι καὶ ἀγαπητό. Ἀντί­θετα, θὰ μπο­ροῦσε κάθε παιδὶ νὰ εἶναι ἀγαπητὸ καὶ ἔτσι νὰ γίνει ἐπιθυμητό, ἀκόμη καὶ τὸ προβληματικό.
Ἕνα ἄλλο πρόβλημα εἶναι ὅτι συχνὰ ὁ ἔλεγχος τῶν γεννήσεων γίνεται σὲ ὕστερο στάδιο, δηλαδὴ ἐξυπονοεῖ διακοπὴ τῆς κυήσεως. Ἔτσι στὴ χώρα μας, γιὰ κάθε τοκετὸ ἀντιστοιχοῦν περισσότερες ἀπὸ τρεῖς ἐκτρώσεις, ποσοστὸ ἰδιαί­τερα ἀνησυχητικό, ἂν ληφθεῖ ὑπ’ ὄψη ὅτι, πέραν τῶν ἠθικῶν διλημμάτων ποὺ ἀνα­φέρονται στὴν καταστροφὴ μιᾶς ἀνθρώπινης ζωῆς ποὺ παλεύει νὰ ἐπιβιώ­σει, οἱ ἐπιπλοκὲς ποὺ μπορεῖ μία ἔκτρωση νὰ προκαλέσει εἶναι πολλὲς καὶ μεγά­λες καὶ σὲ ψυχικὸ καὶ σὲ σωματικὸ ἐπίπεδο.
Ἔτσι, σὲ ψυχικὸ μόνον ἐπίπεδο, λόγῳ συμπιέσεως τῶν συναισθημάτων, μπορεῖ νὰ ἐμφανιστοῦν προβλήματα μειωμένης σεξουαλικῆς ἱκανοποίησης ἢ καὶ ἀπο­στρο­φῆς πρὸς τὴν ἐρωτικὴ συνεύρεση ἢ καὶ στοὺς ἄνδρες γενικότερα, μὲ ἀποτέλεσμα τὴν ἀποδυνάμωση τῆς ταυτότητας τοῦ φύλου, τὴ διαταραχὴ τῶν σχέσεων τοῦ ζευγαριοῦ, τὴν κατάθλιψη, τὴν αὔξηση τοῦ καπνί­σματος ἢ τῆς κατανάλωσης οἰνοπνεύματος κ.ἄ.
Παρὰ ταῦτα, ἀπὸ ἠθικῆς πλευρᾶς, στὴν ἀντιμετώπιση τῶν ἀναφυομένων προ­βλημά­των, συχνὰ οἱ κίνδυνοι μιᾶς ἐγκυμο­σύ­νης γιὰ τὴ μητέ­ρα ἢ τὸ παιδὶ ἢ οἱ φόβοι ποὺ αὐτὴ ἐγκυμονεῖ ὑπερτονίζονται καὶ ἡ πρόταση τῆς διακοπῆς της παρουσιάζεται παραπλανητικά, ἀφοῦ δικαι­ολογεῖται ὡς ἀγάπη, ἔλεος καὶ κατα­νόηση, τὰ ὁποῖα ὅμως λαμβάνουν ὑπόψη κυρίως τὸ θέλημα τῶν γονέων.
Γενικά, θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι τὰ ἐργαλεῖα ποὺ χρησιμοποιοῦνται στὸν οἰκογενειακὸ προγραμματισμὸ εἶναι οἱ στατιστικές, οἱ πιθανολογικὲς ἐκτι­μήσεις καὶ ἡ ἐνημέρωση, ποὺ γίνονται μέσῳ τῶν κέντρων οἰκογενειακοῦ προ­γραμ­ματισμοῦ ποὺ προσφέρουν τὶς συμβουλευ­τικὲς ὑπηρεσίες τους δωρεὰν καὶ σὲ ἐπίπεδο προσωπικὸ καὶ αὐστηρὰ ἐμπι­στευ­τικό. Οἱ λύσεις ὅμως ποὺ προτεί­νονται βασίζονται στὶς ἀντισυλληπτικὲς τεχνικές, στὶς τεχνικὲς ὑποβοήθησης τῆς ἀναπαρα­γωγῆς, στὸν προεμφυτευτικὸ καὶ στὸν προγεννητικὸ ἔλεγχο, ἐνίοτε δὲ καὶ στὶς μεθόδους διακοπῆς τῆς κυήσεως. Ὅλα αὐτὰ θὰ μπορούσαμε νὰ τὰ συμπερι­λάβουμε κάτω ἀπὸ τὸν ὅρο περιγεννητικὴ τεχνολογία.


Γ. ΗΘΙΚΟΣ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΣ

1) Ἀλλοίωση τῆς ἀξίας τοῦ ἀνθρώπου
Ἡ πρώτη ἠθική, μὲ τὴν εὐρύτερη ἔννοια τοῦ ὅρου, συνέπεια τῶν ἐφαρ­μογῶν τοῦ οἰκογενειακοῦ προγραμματισμοῦ ἀπορρέει ἀπὸ τὴ λέξη προ­γραμ­ματισμός. Ἤδη ἡ σύγχρονη περιγεννητικὴ τεχνολογία χρησιμοποιεῖ ὅρους ὅπως προεμφυτευτικὸς ἢ προγεννητικὸς ἔλεγχος, ἐπιλογὴ φύλου, διορ­θωτικὲς παρεμ­βάσεις, ἀντι­συλληπτικὲς προφυλάξεις, κ.λπ. Μὲ ἄλλα λόγια γινόμαστε ὅλο καὶ περισσότερο ρυθμιστικοὶ τῶν ὅρων τῆς ζωῆς μας. Προγραμ­μα­τίζουμε, ἐλέγ­χου­με, ἐπιλέ­γουμε, προφυλασσόμαστε στὴν οὐσία ἀπὸ τὴ φύση καὶ τοὺς μυ­στικοὺς νόμους της. Σὰν νὰ τὴν ἀντι­μετωπίζουμε ὡς ἀντίπαλο καὶ ὄχι ὡς σύμμαχο, ἀφοῦ δὲν περιοριζόμαστε νὰ διορθώσουμε τὴν παθολογία της, ἀλλὰ τελικά καταρ­γοῦμε καὶ τοὺς ἐσωτερικοὺς λόγους της. Δὲν προγραμματίζουμε τὴν οἰκο­γένεια γιὰ νὰ προλάβουμε βιολογικὲς ἀτέλειες ἀλλὰ κυρίως γιὰ νὰ ἐπιβάλουμε κοινωνικές μας προτιμήσεις. Ἡ τεχνολογία ἔχει ἐπιβληθεῖ στὶς ἐπιλογὲς καὶ στοὺς νόμους τῆς φύσης. Τὸ ἴδιο καὶ ἡ ἀνθρώπινη θέληση.
Αὐτό, ἐνῶ αὐξάνει τὸν ἄνθρωπο ὡς δύναμη, τὸν μειώνει ὡς ἀξία. Ὁ ἄν­θρωπος μπορεῖ νὰ καταφέρνει πολλά, ἀλλὰ ἀξίζει λιγότερο. Μπορεῖ νὰ μὴν εἶναι ἐπιθυμητὸς στὴν προσπάθεια ὑποστασιοποίησής του, ἡ δὲ ἀξία του νὰ ὑπο­βαθμίζεται ὅταν ἡ βιολογική του ποιότητα δὲν ἱκανοποιεῖ συγκεκριμένες αὐθαί­ρετες προδιαγραφές. Δὲν ἔρχεται στὸν κόσμο ὡς μυστήριο, δὲν προκύπτει ὁπωσδήποτε τὴ στιγμὴ τῆς ἔκρηξης τῆς ψυχο­­σωματικῆς ἀγάπης τῶν γονέων του. Ἡ ἀναπαραγωγικὴ λειτουργία ἔχει ἀποδεσμευτεῖ ἀπὸ τὴν ἔκφραση τῆς ἀγα­πητικῆς σχέσης. Ἡ ἀνθρώπινη ἀρχὴ ὁρᾶται, ὁρίζεται, προγραμματίζεται, προσ­διορίζεται. Ἡ συνέχειά της ἐλέγχεται, ἐπιλεκτικὰ διακό­πτεται, συζητεῖται. Τὰ κριτήρια τῆς ἠθικῆς ἐλα­στι­­κοποιοῦνται, οἱ ἀναστολὲς ἐλα­χι­στοποιοῦνται. Ὁ ἄνθρωπος ὑποβαθμίζεται σὲ βιολογικὴ μο­νά­δα ποὺ ἱκανοποιεῖ καταστάσεις, βολεύει ἐπιθυμίες, ζεῖ λίγα χρόνια καὶ ζυγίζει περισσότερα κιλά.
Ἐπὶ πλέον ὑποκρύπτει ἢ καὶ ὑποθάλπει μιὰ ἀλαζονικὴ στάση ποὺ εὔκολα μᾶς ὠθεῖ ἀπὸ τὴ θεραπευτικὴ προσπάθεια σὲ μία τάση ἱκανο­ποί­ησης τῶν ἀλόγι­στων ἐπιθυμιῶν μας μὲ τὸ ὅποιο τίμημα. Εἶναι ἐνδιαφέρον ὅτι σὲ σχετικὰ πρόσφατη δημοσκόπηση μεταξὺ ζευγαριῶν στὶς ΗΠΑ, ἕνα ποσοστὸ 11% δήλωσε ὅτι, ἂν ὑπῆρχε τρόπος νὰ διαγνωστεῖ ἡ προδιάθεση γιὰ παχυσαρκία στὰ ἔμ­βρυα, σὲ περίπτωση θετικὴ θὰ διέκοπταν τὴν κύηση.
Ἡ in vitro ὕπαρξη ἑκατομμυρίων πλέον ἐμβρύων ποὺ περιμένουν μέσα σὲ καταψύκτες τὴν ἐξέλιξη ἢ καταστροφή τους ὡς ἀποτέλεσμα ἀποφάσεων τρί­των, ποὺ συχνὰ ἀμφισβητεῖται μὲ ἐπιστημονικοφανῆ ἐπιχειρήματα ἡ ἀνθρώ­πινη ταυτότητά τους, ποὺ αὐτὴ ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὶς κατὰ τόπους νομοθεσίες, ποὺ μποροῦν σὲ κάποιες χῶρες νὰ θεωροῦνται ἄνθρωποι καὶ σὲ ἄλλες ὄχι, ποὺ μποροῦν νὰ ξεχνοῦνται εὔκολα, νὰ γίνονται ἀποτέλεσμα πειραματισμοῦ ἢ καὶ νὰ καταστρέφονται ὡς ἱστοὶ καὶ ὄχι ὡς ἀνθρώπινες ὀντότητες πάλι φέρνει τὴν ἀξία τοῦ ἀνθρώπου ἀντιμέτωπη μὲ τὶς σύγχρονες πρακτικὲς καὶ λογικές.

2) Ὁ Θεσμός οἰκογένειας
Ἐκτὸς τούτου, μὲ τὴν ἐπιβολὴ τοῦ οἰκογενειακοῦ προγραμματισμοῦ στὸν Δυτικὸ κόσμο ἐπιβλήθηκε τὸ μοντέλο τῆς οἰκογένειας τοῦ ἑνὸς ἢ τῶν δύο παι­διῶν, μὲ ἄμεσες συνέπειες τὸν γηρασμὸ τῶν κοινωνιῶν, τὴν ἀποδυνάμωση τῆς οἰκο­γε­νειακῆς συνοχῆς, τὴν ἀλλοίωση βασικῶν κοινωνικοψυχολογικῶν ἐκ­φρά­σεων κυρίως τῆς παιδικῆς ἡλικίας, τὴ διαταραχὴ τῶν διαπολιτισμικῶν ἰσορ­ρο­πιῶν, τὴν ἀλλαγὴ τῶν ἠθῶν, τὴν ἀναστάτωση τῶν δημογραφικῶν ἀναλογιῶν μὲ ὅ,τι αὐτὰ συνεπάγονται. Οἱ κοινωνικὲς προτιμήσεις, συμπιέζουν ἀφόρητα τὸν ἀριθμὸ τῶν παιδιῶν ποὺ προτιμοῦν οἱ φυσικοὶ νόμοι.
Ἤδη τὸ παιδὶ ὑπερπροστατεύεται, τοῦ παρέχονται ἄφθονα τὰ ὑλικὰ ἀγα­θὰ καὶ ὅ,τι χρειάζεται γιὰ νὰ δημιουργήσει ἐγωιστικὴ ὑπερτροφία. Ἀπομονωμένο πλέον, δὲν ἀναπτύσσει φυσιολογικὴ κοινωνικότητα ἀφοῦ ζεῖ χωρὶς ἀδέλφια, μὲ γονεῖς ποὺ ἀπουσιάζουν στὴν ἐργασία, μὲ παποῦδες ποὺ ζοῦν παρκαρισμένοι σὲ γηροκο­μεῖα, χωρὶς στοργή, χωρὶς αἴσθηση χρόνου. Ἡ ἔννοια τῆς οἰκογενειακῆς κοινω­νίας ἔχει ἀντικατασταθεῖ ἀπὸ τὴν ψυχρὴ λογικὴ ποὺ προϋπολογίζει τὸ ὕψος τοῦ μισθοῦ, τὸν χρόνο τῆς ψυχαγωγίας, τὴν ἰσχὺ τῶν συζυγικῶν δεσμῶν καὶ ἀνά­λογα ἀπο­φασίζει γιὰ τὸν ἀριθμὸ τῶν παιδιῶν, τὸν χρόνο τῆς γεννήσεως, σύντο­μα καὶ τὸ εἶδος τῶν χαρακτηριστικῶν.
Κάποτε στὸ ἐρώτημα πόσα παιδιὰ ἔχεις, ἡ ἀπάντηση ἦταν «πέντε ἢ ἕξι τοῦ Θεοῦ» καὶ στὴν οἰκογένεια χωροῦσε καὶ τὸ παιδὶ ποὺ θὰ εἶχε κάποια ἀσθέ­νεια ἢ κάποιο παθολογικὸ σύνδρομο. Αὐτὸ ὑπογράμμιζε τὴν ἀξία ὁλό­κληρης τῆς οἰκογένειας. Σήμερα μιλᾶμε γιὰ τὸ παιδὶ ἢ τὸν γυιὸ καὶ τὴν κόρη σὲ ἑνικὸ ἀριθμό. Καὶ ἂν ὑπάρχει κάποιο παιδάκι μὲ πρόβλημα στὴν ὑγεία ἢ στὴ νοητικὴ λειτουργία του, τότε αὐτὸ θεωρεῖται λάθος λιγότερο τῆς φύσης ποὺ τὸ ἔκανε, καὶ περισσότερο δικό μας ποὺ δὲν τὸ προλάβαμε. Ἂν πάλι αὐτὸ μποροῦσε ἔγκαιρα ...θεραπευτικὰ (;) νὰ τοῦ στερηθεῖ ἡ προοπτικὴ τῆς ζωῆς καὶ κάποιοι ἀρνήθηκαν νὰ συμμορφωθοῦν, τότε σύμφωνα μὲ τὴ γνωμοδότηση τῆς Ἐθνικῆς Ἐπιτροπῆς Βιο­ηθικῆς ἡ ἀπόφασή τους αὐτὴ «ἐλέγχεται ...ἠθικά».
Ἡ ἐπιθυμία τοῦ ἐλεγχόμενου οἰκογενειακοῦ προγραμματισμοῦ σὲ συν­δυασμὸ μὲ τὶς δυνατότητες ποὺ προσφέρει ἡ σύγχρονη περιγεννητικὴ τεχνο­λογία ἔχει καίρια ἀλλοιώσει τὴν ταυτότητα τῆς οἰκογένειας.
Ἔτσι, ἡ ἀποδέσμευση τῆς γονιμοποίησης ἀπὸ τὸ μητρικὸ σῶμα δίνει πλέον τὴ δυνατότητα ἀπόκτησης τέκνων σὲ μονίμως συμβιοῦντες συντρό­φους ἐνδεχομένως καὶ τοῦ ἰδίου φύλου, σὲ ἄτομα ποὺ δὲν ἔχουν συντρό­φους, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ παραβιάζονται βασικὰ ἰδιώματα τῆς διαχρονικῆς περὶ οἰκο­γένειας ἀντίληψης καὶ οἱ κοινωνίες νὰ βρίσκονται ἀντιμέτωπες μὲ σωρεία ἀναπάντητων ἐρωτημάτων.
Ἡ νομιμοποίηση τῆς παρένθετης μητρότητας καὶ τῆς ἑτερόλογης γονιμο­ποίησης παρεμβάλλει στὸ ἄβατο τῆς σχέσης τῶν δύο συζύγων τὴν εἴσοδο τρί­των προσώπων, σὲ τέτοιο μάλιστα βαθμὸ ὥστε νὰ διαταράσσεται ἡ ἰσοτιμία τῶν γονέων ἀπέναντι στὸ παιδὶ καὶ νὰ προκαλοῦνται ἐπικίνδυνες ἐνδοοικογε­νειακὲς ροπές, ἀφοῦ ὁ δανεισμὸς σπέρματος καθιστᾶ τὸν πατέρα λιγότερο πατέ­ρα ἀπὸ ὅσο μητέρα εἶναι ἡ καὶ γενετικὰ συγγενής μὲ τὸ παιδὶ μητέρα.
Συνοπτικά, θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι:
Τὸ νέο νομικὸ καθεστὼς ποὺ δημιουργήθηκε στὴ χώρα μας μετὰ τὶς άλλαγὲς τοῦ Ἀστικοῦ μας Κώδικα τὸ 2002, μὲ τὸ νὰ παρέχεται ἡ δυνατότητα ἀπό­κτησης τέκνων καὶ σὲ ἄτομα ποὺ δὲν βρίσκονται σὲ κοινωνία γάμου, δηλα­δὴ σὲ ζεύγη ποὺ συζοῦν, σὲ ἄγαμες μητέρες ἢ σὲ γυναῖκες ποὺ ὁ σύντροφός τους ἔχει πεθάνει, ἐκχωρεῖται τὸ βασικὸ δικαίωμα τῆς τεκνο­ποιίας -ποὺ ὡς τώρα ἀνῆκε ἀποκλειστικὰ στὸν γάμο- καὶ σὲ ἄλλες μορφὲς ἐξώ­γαμης συμ­βιώσεως ἢ ζωῆς μὲ ἀποτέλεσμα στὴν οὐσία νὰ προσ­βάλ­λεται ὁ θεσμὸς τῆς οἰκο­γένειας καὶ ἡ μοναδικὴ ἀξία τοῦ γάμου καὶ νὰ παραβιάζεται ἡ συντα­γμα­τικὴ ἐπι­ταγὴ ποὺ ἐπι­βάλλει στὴν πολιτεία τὴν προστασία τοῦ γάμου καὶ τῆς οἰκο­­γένειας (Ἄρθρο 21 παρ. 1), ποὺ τελικὰ ἐξισώνονται μὲ τὶς ἄνευ δε­σμεύσεων μὴ νόμιμες συμ­βιώσεις.
Γενικά, θεσμοθετεῖται μιὰ ἠθικὴ καὶ μία λογικὴ ποὺ καίρια πλήτ­τει τὸν γάμο καὶ τὴν οἰκογένεια «τόσο ὡς προσωπικὲς σχέσεις ὅσο καὶ ὡς κοινω­νικοὺς θεσμούς, ἑδραιωμένους βαθιὰ στὴν κοινωνικὴ συνείδηση καὶ προστα­τευό­με­νους συνταγματικά», ταυτόχρονα δέ, ἐνῶ «τὸ σύγχρονο Οἰκογενειακὸ Δίκαιο βλέπει ὅλα τὰ ζητή­­ματα ἀπὸ τὴ σκοπιὰ τοῦ συμφέροντος τοῦ ἀνηλίκου (ΑΚ. 1511), τοῦ παι­­διοῦ», στὴν προτεινόμενη νομικὴ ἀντίληψη, ὁ σκοπὸς τῆς ἀνα­πα­­ραγωγῆς δὲν φαί­νε­ται νὰ εἶναι τὸ συμφέρον τοῦ ἴδιου τοῦ παιδιοῦ, ὅσο ἡ ἐπιθυμία τῶν κοινω­νικο­συναι­σθη­ματι­κῶν γονέων νὰ ἀποκτήσουν τέκνο.
Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ λόγος ποὺ κάποιοι ἔγκριτοι νομικοὶ θεωροῦν ὅτι μὲ τὴν ψήφιση τοῦ νέου αὐτοῦ νόμου στὴν οὐσία «ὀπισθοδρομοῦμε ὡς πρὸς τὴν σπουδαία αὐτὴ κατά­κτηση τοῦ Οἰκογενειακοῦ Δικαίου».

3) Κοινωνικὲς καὶ Δημογραφικὲς συνέπειες
Ἐκτὸς ἀπὸ τὶς παραπάνω συνέπειες, ὁ οἰκογενειακὸς προγραμματισμὸς ἔχει καὶ τεράστιες συνέπειες κοινωνικὲς καὶ δημογραφικές.
Ἔτσι γιὰ παράδειγμα, ἐνῶ ἡ φυσικὴ ἀναλογία ἀνδρῶν πρὸς γυναῖκες στὴ γέννηση (natural human sex ratio at birth) σὲ παγκόσμιο ἐπίπεδο εἶναι 1.07 (στὴν Ἑλλάδα 1.06, γενικὰ ποικίλλει ἀπὸ 1.03 μέχρι 1.08), ἡ προνοητικὴ αὐτὴ σταθερὰ μὲ τὶς ἐπιλεκτικὲς σύγχρονες μεθόδους σὲ ποικίλες χῶρες τείνει νὰ ἀλλοιωθεῖ μὲ ἀπρόβλεπτες κοινωνικὲς συνέπειες. Ὁ λόγος αὐτός, ἐξαιτίας τῆς μεγαλύτερης διάρκειας ζωῆς τῶν γυναικῶν, γιὰ τὶς ἡλικίες ἀνω τῶν 65 ἐτῶν περιορίζεται στὸ μέχρι καὶ 0,70 στὴ Γερμανία ἢ 0,72 στὶς ΗΠΑ.
Κοινωνιολόγοι προβλέπουν ὅτι περίπου 24 ἑκατομμύρια ἄνδρες θὰ ἀδυ­νατοῦν νὰ βροῦν σύζυγο τὸ 2020 στὴν Κίνα, καθώς ἡ παραδοσιακὴ προτί­μηση γιὰ τὰ ἀγόρια, ἡ ἀνεπαρκὴς κοινωνικὴ ἀσφάλιση (οἱ ἡλικιωμένοι ἀγρότες μπο­ροῦν νὰ στηριχθοῦν μόνο στὰ παιδιά τους) καὶ ἡ ἐθνικὴ πολιτικὴ οἰκογε­νειακοῦ προγραμματισμοῦ ἔχουν ἀλλοιώσει τὴν ἀναλογία τῶν δύο φύλων στὴ χώρα.
Ὅπως ἀναφέρεται σὲ ἔκθεση ποὺ δημοσιεύεται στὰ κινεζικὰ μέσα ἐνημέ­ρωσης, ἡ ἀναλογία ἀγοριῶν-κοριτσιῶν στὶς γεννήσεις ζωντανῶν βρεφῶν τὸ 2005 εἶχε ἀνέλθει σε 1,19, ἀπὸ 1,16 ποὺ ἦταν τὸ 2000.
Ὅσον ἀφορᾶ στὴν Ἑλλάδα, σύμφωνα μὲ στατιστικές:
α) ἡ φυσικὴ αὔξηση τοῦ πληθυσμοῦ (γεννήσεις μεῖον θάνατοι) ἀπὸ 963.249 τὴ δεκαετία τοῦ ’50 συρρικνώθηκε σὲ 20.536 τὴ δεκαετία τοῦ ’90.
β) Κατὰ τὴν τελευταία πεντηκονταετία τοῦ περασμένου αἰῶνα (1951-2000) ἡ συνολικὴ αὔξηση τοῦ πληθυσμοῦ στὴν Ἑλλάδα ὀφείλετο κατὰ 82% στὴ φυσικὴ αὔξηση τοῦ πληθυσμοῦ καὶ κατὰ 18% στὰ μεταναστευτικὰ ρεύ­ματα.
Ἀπὸ τὸ 2001 μέχρι τὸ 2007, μόλις τὸ 3,5% τῆς συνολικῆς αὔξησης ὀφεί­λεται στὴ φυσικὴ αὔξηση καὶ τὸ 96.5% στὴν καθαρὴ εἰσροὴ πληθυσμοῦ (σχε­δὸν στὸ σύνολό του μεταναστευτικοῦ)
γ) Ἐνῶ ἡ Ἑλλάδα τὸ 1961 εἶχε τὸν χαμηλότερο δείκτη γήρανσης (σχέση τῆς ὁμάδας ἡλικιῶν 65 ἐτῶν καὶ ἄνω πρὸς τὴν ὁμάδα ἡλικιῶν 0-14 ἐτῶν) μετὰ τὴ Φινλανδία στὴν Εὐρώπη, 0,27, τὸ 2007 εἶχε τὸν ὑψηλότερο ἀπὸ ὅλες τὶς Εὐρωπαϊκὲς χῶρες (3,81).
δ) Ἐκτιμᾶται ὅτι τὸ 2061, ἐπὶ συνόλου 11.000.000 κατοίκων στὴ χώρα μας, τὰ 3.500.000, ἤτοι τὸ 32%, θὰ εἶναι ἀλλοδαποί.
Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὡς Ἔθνος γηράσκουμε ταχύτατα καὶ ἐπικίνδυνα καὶ ἀλλοιώνεται ἡ Ἐθνική μας ὁμοιογένεια τὸ ἴδιο ταχύτατα καὶ ἐπικίνδυνα.


Δ. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΟ ΣΧΟΛΙΟ
Θὰ τελειώσω μὲ ἕνα σχόλιο. Εἶδα στὸ πρόγραμμα τοῦ Συνεδρίου ἕνα τεράστιο φάσμα ἐξαιρετικὰ ἐνδιαφέρουσας θεματολογίας. Εἶναι ὅμως ἀνάγκη ὅλος αὐτὸς ὁ πλοῦτος γνώσεων καὶ ἐφαρμογῶν νὰ ἐνσωματωθεῖ στὸν δημιουρ­γικὸ προβληματισμό μας γιὰ τὸ μέλλον. Ἂν στόχος μας εἶναι νὰ βολέψουμε τὸ παρόν μας μυωπικά, τότε ἂς ἀρκεστοῦμε σὲ αὐτὰ ποὺ ξέρουμε καὶ κάνουμε. Ἂν ὅμως ἡ ἱερότητα τῆς ἀνθρώπινης ἀξίας, ὁ σεβασμὸς στὸν δοκιμασμένο θεσμὸ τῆς οἰκογένειας, ἡ πίστη στὴ δύναμη τῆς ἱστορικῆς φυλετικῆς ὁμοιογένειας καὶ ἐθνικῆς μας συνείδησης ἀποτελοῦν ἀκόμη στόχους καὶ ἀξιοποίησης καὶ ἐπι­βίωσης, ἡ ἀπουσία ἢ ἀποδυνάμωση τῶν ὁποίων προσβάλλει τὴν ὑπαρκτική μας διεκδίκηση, τότε καλὸ εἶναι, μαζὶ μὲ τὰ καθαρὰ ἐπιστημονικὰ συμπεράσματα αὐτοῦ τοῦ Συνεδρίου, νὰ παρουσιαστοῦν καὶ κοινωνιολογικὲς μελέτες μὲ τολμη­ρὸ πνευ­­ματικὸ περιεχόμενο καὶ σαφεῖς πολιτικὲς προτάσεις.
Εἶναι πολὺ λεπτὰ τὰ ὅρια ἀνάμεσα στὴ θεραπεία καὶ τὴν ἀλόγιστη ἐπι­θυμία γιὰ νὰ τὰ προσδιορίσουμε. Εἶναι πολὺ λεπτὴ καὶ μεγαλύτερη ἀπὸ τὴ βιο­λογικὴ ἡ μυστικὴ ἀξία τοῦ ἀνθρώπου γιὰ νὰ τὴν ἀγνοήσουμε. Εἶναι τεράστιο τὸ βάρος τοῦ ἱστο­ρικοῦ καὶ ἐθνικοῦ πολιτισμοῦ μας γιὰ νὰ ἀδιαφο­ρή­σουμε. Εἶναι πολὺ μεγά­λη ἡ ἐσωτερικὴ δυναμικὴ τῆς οἰκογένειας ὅπως κυοφο­ρεῖται ἀπὸ φυ­σι­κοὺς κοι­νω­νικοὺς μηχανισμοὺς γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ τὴν προγραμματίσουμε.
Αὐτὸ ποὺ πρέπει νὰ προγραμματίσουμε δὲν εἶναι ἡ ποσοτικὴ ἔκφραση τῆς οἰκογένειας, οὔτε ἡ προβολή της στο ἐφήμερο βιολογικό ἐπίπεδο, ἀλλὰ ἡ ἐπιστροφὴ στὴν πνευματικὴ ποιοτική της ἀναζωογόνηση, στὴ φυσι­ο­λογική της ὀμορφιά, στὸν ἀξιολογικό της πλοῦτο.