en ru

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Η ΘΕΣΠΙΣΗ ΓΑΜΟΥ
ΜΕΤΑΞΥ ΑΤΟΜΩΝ ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ ΦΥΛΟΥ[1]

Μητροπολίτης Μεσογαίας & Λαυρεωτικῆς Νικόλαος




Θέλω πολὺ νὰ Σᾶς εὐχαριστήσω, Μακαριώτατε, γιὰ τὴν τιμὴ καὶ τὴν ἐμπιστοσύνη νὰ παρουσιάσω ἐνώπιον τῶν Σεβασμιω­τάτων Μη­τρο­πολιτῶν ἀδελφῶν, ποὺ συγκροτοῦν τὸ ἱερὸ σῶμα τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, μάλιστα μέσα στὴν ἰδιαιτέρως φορτισμένη ἀτμόσφαιρα τῶν ἡμε­ρῶν, κάποιες σκέψεις γύρω ἀπὸ τὸ πολυσυ­ζη­τημένο θέμα τῆς προαγγελ­θείσης ψήφισης τοῦ νόμου, ποὺ γιὰ πρώτη φορὰ θεσπίζει γάμο μεταξὺ ἀτόμων τοῦ ἰδίου φύλου στὴ χώρα μας. Νὰ ἔχω τὴν εὐχή Σας.

Θεωρῶ πὼς δὲν ὑπάρχουν πολλὰ περιθώρια νὰ πῶ πράγματα ποὺ μέχρι σήμερα δὲν ἀκούσθηκαν. Τὸ ὑπ’ ἀριθ,. 6315/286/18.12.2023 Ἐγκύκλιο Σημείωμα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου «Περὶ τῶν θέσεων τῆς Ἐκκλη­σίας τῆς Ἑλλάδος διὰ τὸν γάμον καὶ τὴν υἱοθεσίαν ὑπὸ ὁμοφύλων ζευγα­ριῶν», ἡ Ἀνακοίνωση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης, τοποθετήσεις πλειάδος ἀδελφῶν ἀρχιε­ρέων εἴτε μέσω Ἐγκυκλίων, δη­λώ­σεων καὶ δημοσιεύσεων εἴτε καὶ μέσω συνεντεύξεων, ὅπως καὶ παρεμβάσεις ἐγκρίτων νομικῶν, πιστεύω πὼς ἔχουν ἐξαντλήσει τὸ θέμα. Εἶναι γνωστὴ σὲ ὅλους ἡ θέση τῆς Ἐκκλησίας.

Παρὰ ταῦτα θὰ προσπαθήσω νὰ κάνω μία σύνοψη τῶν παρα­πάνω, μία ἐκτίμηση τῆς ὅλης καταστάσεως καὶ τοῦ σχετικοῦ προβλη­ματισμοῦ ἀπὸ βιοηθικῆς, ἐπιστημονικῆς, κοινωνικο-ψυχολογικῆς καὶ πολιτικῆς πλευρᾶς, χωρὶς νὰ ἐπαναλάβω γνωστὲς σὲ ὅλους μας θεο­λογικὲς ἀναλύσεις, ἀφή­νοντας δὲ γιὰ τὴ συζήτηση τὶς προτάσεις γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τῆς ὅλης καταστάσεως ἀπὸ πλευρᾶς τῆς Ἐκκλησίας μας.

Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Οἱ συζητήσεις περὶ τοῦ φύλου ὅλο καὶ περισσότερο ἐμφανίζονται στὴν καθημε­ρινό­τητα, μὲ ἕναν πρωτοφανῆ στὴν ἱστορία τοῦ ἀνθρώ­που τρόπο. Ὅροι καινοφανεῖς, ὅπως ἐπιλογὴ φύλου, ἐπαναπροσδιο­ρισμός, προσανα­το­λι­σμός, ρευστό­τητα καὶ ταυτότητα τοῦ φύλου, ἀλλὰ καὶ συναφῆ, ὅπως ἔμφυλες ταυτό­τητες, δια­φυλικότητα, διεμφυλικό­τητα, ὁμο­φοβικό­τητα, μὲ ἀνάλογα παρά­γωγά τους [2], παρουσιάζονται στὰ δημο­σιεύματα, στὶς συζητή­σεις, στὶς πολι­τικὲς ἀντιπαραθέσεις, καὶ ὄχι μόνον σὲ θεωρητικὸ ἐπίπεδο ἀλλὰ καὶ σὲ πρακτικό. Ὅλη αὐτὴ ἡ θεματολογία δὲν ἀφορᾶ κάποια μεμο­νωμένα ἄτομα ἢ ἐλάχιστες οἰκογένειες οὔτε βρίσκεται στὸ περιθώριο τῆς κοινω­νικῆς ζωῆς, ἀλλὰ ἐγείρει δικαιώματα, προξενεῖ κοινω­νικὲς διεκδι­κή­σεις καὶ πολι­τικὲς ἀντιπαραθέσεις, ἔχει γεννήσει κινήματα μὲ ὀπαδοὺς καὶ ἀντιπά­λους, ἐπηρεά­ζει βαθειὰ τὶς ἀνθρώ­πινες σχέσεις καὶ τὴ νομικὴ σκέψη, διαμορ­φώνει νέες ἠθικὲς ἀντι­λήψεις σὲ παγκόσμια κλίμακα, ἀλλάζει τὴν κοινω­νία καὶ ἐπηρεάζει καίρια τὴ σχέση τοῦ κόσμου μὲ τὴν Ἐκκλησία.

Ἔτσι, τὰ τελευταῖα μόλις χρόνια,  στὶς μεγάλες πόλεις τοῦ κόσμου, ὀργανώνονται πορεῖες καὶ ἐκδηλώσεις, ποὺ ὀνομάζονται καὶ «παρελάσεις ὑπερηφανείας», οἱ ὁποῖες μὲ πρόφαση τὴ διεκδίκηση ἀνα­γνώ­ρισης καὶ δικαι­ωμάτων, ποὺ ἤδη ἔχουν πετύχει σὲ μεγάλο βαθμό, στὴν οὐσία προβάλλουν προκλητικὰ ἀντιλήψεις, μάλιστα μὲ στήριξη ἐπιφανῶν ἐκπροσώπων τοῦ πολι­τικοῦ κόσμου, πρωθυπουργῶν, προ­έδρων κρατῶν, ἀκαδημαϊκῶν προσω­πικοτήτων, χρηματοδοτούμενες ἀπὸ μεγά­λους ὀργανισμοὺς ὅλου τοῦ φάσμα­τος. Ἡ ὑπόθεση ἔχει ξεφύ­γει ἀπὸ τὸ ἐπίπεδο τοῦ διαλόγου καὶ ἔχει λάβει πλέον τὴ μορφὴ ἐπίμο­νης καὶ ἐπιθετικῆς προσηλυτίζουσας ἰδεολογίας, συχνὰ μὲ σαφὲς ἀντι­θρησκευτικὸ καὶ ἀθεϊστικὸ χρῶμα, ἡ ὁποία ὅμως συμπα­ρα­σύρει σὲ ἀνεκτικὲς ἢ καὶ ὑποστηρικτικὲς αὐτῶν τῶν κινημάτων ἀπόψεις ἡγέτες τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου [3], ἐσχάτως δὲ προκαλεῖ σοβαρὸ προβλημα­τισμὸ καὶ μεταξὺ τῶν Ὀρθο­δόξων.

Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ ὅτι ὅλο καὶ συχνότερα πρόσωπα ποὺ αὐτο­προσδιορίζονται ὡς μέλη τῆς κοινότητας ΛΟΑΤΚΙ (LGBT) καταλαμβά­νουν θέσεις ὑψηλῆς εὐθύνης στὸν δημόσιο βίο, ὅπως βουλευτές, γερου­σιαστές, ὑπουρ­γοί, πρωθυπουργοί, πρόεδροι κρατῶν κ.λπ., πολλοὶ δὲ ἐξ αὐτῶν μὲ ἰδιαί­τερα ἀκτιβιστικὴ διάθεση [4]. Σύμφωνα μὲ πληροφορίες, ἡ Διακομματικὴ τῶν LGBT στὸ Εὐρωκοινοβούλιο ἀριθμεῖ 157 εὐρωβου­λευτὲς ἀπὸ τὰ 27 κράτη μέλη τῆς ΕΕ καὶ σχεδὸν ἀπ’ ὅλες τὶς πολιτικὲς ὁμάδες [5].

Τὰ παιδιά, ἀπὸ τὴν προσχολικὴ ἀκόμη ἡλικία, μέσα ἀπὸ ταινίες, κινού­μενα σχέδια, σχολικὰ ἐγχειρίδια, ἐκτίθενται σὲ ἐντυπώσεις ποὺ δικαιολο­γοῦν τὸ φαινόμενο, προβάλλοντάς το εἴτε ὡς κάτι φυσικὸ ἢ ὡς «σεβασμὸ καὶ  ἀνε­κτι­κότητα στὴ διαφορετικότητα» ἢ ὡς «δικαιωμα­τι­σμό», στὴν οὐσία προ­κα­λῶντας σύγχυση καὶ ἐθισμό, μὲ ἀνυπολό­γιστες ἐνδε­χομένως συνέπειες.

Ἐπιπλέον, ὁ γάμος μεταξὺ ἀτόμων τοῦ ἰδίου φύλου καὶ ἡ τεκνο­θεσία, ὅπως καὶ ἡ λεγόμενη «διόρθωση ἢ ἐπαναπροσδιορισμὸς» τοῦ φύλου ἢ ἡ ἐλεύ­θερη ἐπιλογὴ σεξουαλικοῦ προσανατολισμοῦ, μάλιστα καὶ ἀπὸ τὴν ἡλικία τῶν 15 ἐτῶν καὶ ἄνω, ἔχουν νομοθετηθεῖ σὲ πλεῖστες ὅσες χῶρες, τὴ στιγμὴ ποὺ οἱ «θεραπεῖες μεταστροφῆς» ποινικοποιοῦνται αὐστηρά.

Tὸ ὅλο θέμα ἔχει ἔντονα πολιτικοποιηθεῖ, καθὼς οἱ μὲν λεγό­μενες «χριστιανικὲς» χῶρες τῆς Εὐρώπης, ἡ Αὐστραλία καὶ ὁ Καναδᾶς, ἀπορρί­πτοντας τὴν πολιτισμικὴ παράδοσή τους, σταδιακὰ προωθοῦν νόμους, πολι­τικὲς καὶ ἀντιλήψεις στὴ βάση τῶν ἀνθρώπινων δικαιω­μάτων, μάλιστα καὶ μὲ μία ἠθικὴ ἐπικάλυψη συμπάθειας καὶ κατα­νόησης τῶν δῆθεν ἀσθενεστέ­ρων, εἰς δὲ τὶς Ἡνωμένες Πολιτεῖες τῆς Ἀμερικῆς τὰ δύο μεγάλα κόμματα βρίσκονται σὲ διαρκῆ ἀντιπαράθεση ἐπ’ αὐτοῦ.

Στὸν ἀντίποδα ὅλων αὐτῶν, χῶρες ὅπως ἡ Ρωσία, ἡ Οὐγγαρία, οἱ μου­σουλμανικὲς τῆς Ἀφρικῆς καὶ τῆς Μέσης Ἀνατολῆς ἀνθί­στανται μὲ σαφεῖς καὶ σκληρὲς ἀπαγορεύσεις τῶν νέων πρακτικῶν, θεω­ρού­μενες ἀπὸ τοὺς ἀντιθέτους ὡς σκοταδιστικὲς ποὺ προωθοῦν τὸν ρατσισμὸ καὶ τὸ μίσος.

Τὸ κίνημα τῶν ΛΟΑΤΚΙ, ἔχει ἐξελιχθεῖ σὲ ἰδεολόγημα μὲ φανα­τικοὺς ὑποστηρικτές, ἔχει λάβει διαστάσεις μόδας καὶ χύνεται πλέον ὡς ὁρμητικὸς χείμαρρος στὴ θάλασσα τῆς κοινωνικῆς ζωῆς συμπα­ρασύροντας τὰ πάντα.

Ἡ σύγχρονη προβληματικὴ περὶ φύλου συνδυάζεται μὲ ἕνα πανί­­σχυ­ρο lobbying, μιὰ προπαγανδιστικὴ μηχανὴ μονόπλευρης προ­βολῆς ἀπόψεων, ποὺ προσπαθοῦν νὰ κλονίσουν  τὴ σαφῆ διάκριση καὶ σεξουαλικὴ ταυτότητα τῶν φύλων καὶ νὰ ἐπιβάλουν μιὰ ἰδεολογία αὐθαίρετης ἀλλαγῆς, ἐπιλογῆς ἢ καὶ ἐπαναπροσδιορισμοῦ τοῦ φύλου, ἡ ὁποία ἐκμεταλλεύεται τὴν ἀδιαφο­ρία τῆς κοινωνίας, ὅπως παραστα­τικὰ περιγράφει μὲ τὸ παράδειγμα μὲ τὸ βατρα­χάκι καὶ τὸ θερμαι­νόμενο νερό τοῦ Olivier Clerk στὸ ἄρθρο του «Ἕνα ἀπέ­ραντο φρενο­κομεῖο»[6] ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ἀργολίδος κ. Νεκτά­ριος, καὶ βέβαια ἡ ἀξιοποίηση τῶν πολιτικῶν καὶ οἰκονομικῶν συμφε­ρόντων. Τὸ κίνημα τῶν LGBT ἀποτελεῖ ἴσως τὸ ἰσχυρότερο στὸν κόσμο lobby.

Ὅλο αὐτὸ ἐκφρά­ζεται μὲ τὴ μορφὴ παγκοσμίως διαδιδό­μενης μόδας καὶ τὴν ὁρμὴ πολιτικῆς προπαγάνδας, προ­ερχόμενης ἀπὸ ἀθέ­ατα κέντρα μὲ ἄγνω­στους σκοπούς, συνοδεύεται δὲ ἀφ’ ἑνὸς μὲν ἀπὸ κατευθυνόμενη ψευδο­­πληροφόρηση (παραποιημένες στατιστικές, ἀλ­λοι­ω­μένα δεδομένα, ἐπιστημονικὲς ἀξιολογήσεις, ὑπερτονισμὸς ἐξαι­­ρε­τικὰ ἀκραίων καὶ σπανίων περιπτώσεων ποὺ ἐκθέτουν τὴν παρα­δοσιακὴ οἰκογένεια καὶ μεγέθυνση  τῶν δῆθεν θετικῶν παρα­δειγμά­των ἀπὸ ὁμοφυλοφιλικὲς συμβιώσεις κ.ο.κ.), ἀφ’ ἑτέρου δὲ ἀπὸ ἀντί­στοιχο bullying μὲ εἰρωνεῖες, ἀπει­λές, ἐκφοβισμούς, ἀδίστακτους ἀπο­κλεισμούς.

Κάθε ἀντίλο­γος χαρα­κτηρίζεται ὁμοφοβικός [7], κάθε ἀντίθετη ἐπι­χειρη­ματο­λογία ὡς συνω­μοσιολο­γία. Ἔτσι, ἐνῶ φαίνεται πὼς ἑδρά­ζεται σὲ κοινω­νικὴ εὐαι­σθησία ἔναντι κάποιων ἀτόμων ποὺ παρουσιά­ζουν ὄντως πρόβλη­μα καὶ χρήζουν στήριξης ἢ στὴν προστασία τῶν δικαιω­μάτων κάποιας ἀνά­λογης μειονό­τητας, στὴν οὐσία συρρικνώνει τὴν ἐλευ­θερία τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἀποτελεῖ ἐπίθεση κατὰ τῆς ἀνθρώ­πινης φύσης μὲ χειρότερες συνέπειες ἀπὸ τὴν κλιματικὴ ἀλλαγή, καθὼς δὲν ἀλλοιώνει τὸ περιβάλλον τοῦ ἀνθρώ­­που, ἀλλὰ προσβάλλει τὴν ἴδια τὴν ὀντολογία του.  

Τέλος, τὸ 1973, ἡ Ἀμερικανικὴ Ψυχιατρικὴ Ἑταιρεία πῆρε τὴν ἀπόφαση να ἀφαιρέσει τὴν ὁμοφυλοφιλία ὡς ψυχικὴ διαταραχή. Ἀργότερα τὸ 1992, δημοσίευσε τὴν ἀκόλουθη δήλωση: μοφυλοφιλία αὐτὴ καθ’ ἑαυτὴν δὲν ὑπονομεύει τὴν κρίση, τ σταθερότητα, τν ξιο­πιστία ἢ τὶς γενικς κοινωνικς ἢ ἐπαγγελματικς κανότητες [8].

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

Αὐτὸ ποὺ φαίνεται μὲ ἰδιαίτερο τρόπο νὰ ἀπασχολεῖ τὴν ἐπι­καιρότητα στὴ χώρα μας καὶ ἀναδείχθηκε ἐσχάτως εἶναι τὸ θέμα τῆς μὲ νομοθετικὴ ρύθμιση θέσπισης γάμου μεταξὺ ἀτόμων τοῦ ἰδίου φύλου.

Οἱ τελευταῖες βουλευτικὲς ἐκλογὲς διεξήχθησαν στὶς 25 Ἰουνίου 2023. Στὶς 4 Ἰουλίου, λίγες μόλις μέρες μετά, ὁ ἐκλεγεὶς πρωθυπουργὸς σὲ συνέ­ντευξή του στο Bloomberg δήλωσε: «ὁ γάμος μεταξὺ ἀτόμων τοῦ ἰδίου φύλου θὰ γίνει κάποια στιγμὴ καὶ εἶναι μέρος τῆς στρατηγικῆς μας… ἡ ἑλληνικὴ κοι­νωνία εἶναι πολὺ πιὸ ἕτοιμη καὶ ὥριμη». Φάνηκε λοιπὸν πὼς ἦταν συγκα­λυμ­μένη προτε­ραιότητα τῆς Κυβέρνησης, ἡ ὁποία τώρα ἑτοιμάζεται νὰ προχω­ρήσει.

Ἀπὸ τὶς 27 χῶρες τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης οἱ 18 ἔχουν νομιμο­ποιήσει τὸν γάμο τῶν ἀτόμων ἰδίου φύλου. Αὐτὸ καὶ μόνο δικαιολογεῖ τὴν πίεση ποὺ ἀσκεῖται στὶς κυβερνήσεις καὶ στοὺς λαοὺς ἀπὸ τὶς περιρρέουσες ἀντιλήψεις. Δὲν χρειάζονται ὁδηγίες καὶ ἄλλες πιέσεις.

Τὸ γεγονὸς ὅμως ὅτι γειτονικές μας χῶρες ποὺ ἀνήκουν στὴν Εὐρω­παϊκὴ Ἕνωση, ὅπως ἡ Ἰταλία, ἡ Πολωνία, ἡ Βουλγαρία, ἡ Ρουμα­νία, ἡ Κύπρος κ.λπ. πρὸς τὸ παρὸν εἴτε δὲν ἔχουν προχωρήσει σὲ ἀνά­λογες νομοθετικὲς ρυθμίσεις ἢ καὶ ἀντιδροῦν, ὅπως οἱ Κυβερνήσεις τῆς Ἰταλίας καὶ τῆς Οὑγγαρίας [9], σημαίνει ὅτι δὲν ὑπάρχει λόγος γιὰ σπου­δή, ἐνῶ ὑπάρ­χουν περιθώρια ἀκόμη καὶ γιὰ ἄρνηση καὶ ἐνστάσεις.

Τὸ ἐρώτημα ποὺ αἱωρεῖται εἶναι γιατὶ ἡ Κυβέρνηση, ἢ μᾶλλον ὁ Πρω­θυπουργὸς καὶ τὸ περιβάλλον του, ἐπιμένουν τόσο, ἀγνοοῦν τὶς ἀντί­θετες φωνὲς ἀκόμη καὶ ἐντὸς τῶν κόλπων τῆς Κυβερνήσεως καὶ τῆς παρά­ταξής τους, πολὺ δὲ περισσότερο ἔχουν μεταμορφωθεῖ σὲ ἰδεολογικοὺς ἱερο­κήρυκες αὐτῆς τῆς νομοθετικῆς συμμόρφωσης, τὴ στιγμὴ μάλιστα ποὺ ἡ πολιτισμική, κοινωνικὴ καὶ θρησκευτικὴ παρά­δοση τῆς χώρας μας εἶναι ἐντελῶς ξένη καὶ ἀντίθετη μὲ τέτοιες πρακτικὲς καὶ ἀντιλήψεις;

ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΚΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ

Μέσα στὴν ἔντονη ἀτμόσφαιρα τῶν τελευταίων ἑβδομάδων φά­νη­κε ὅτι ἀμφισβητήθηκε τὸ δικαίωμα καὶ ἡ ὑποχρέωση τῆς Ἐκκλησίας νὰ ἐκφρά­σει τὶς ἐπιφυλάξεις της καὶ φυσικὰ νὰ ἀντιδράσει.

Πιστεύουμε, ὅτι ἡ Πολιτεία ποὺ σκοπὸ ἔχει τὴν προστασία τῆς ἀξιο­πρέ­πειας τῶν πολιτῶν, θὰ ἔπρεπε νὰ ἐπιζητεῖ τὴ βοήθεια τῆς Ἐκκλησίας, καὶ τὴ συμβουλὴ καὶ τὴ συμβολή της, ἰδίως ὅταν ὁ Πρω­θυπουργὸς ἐπικα­λεῖται τὴν ἐλευθερία τῆς συνειδήσεως γιὰ τοὺς βου­λευτὲς τῆς παρατάξεως του, δηλαδὴ τὴν ἐσωτερική τους αἴσθηση περὶ τῆς ἀνθρώπινης ἀξίας καὶ τιμῆς. Αὐτὸ εἶναι συνείδηση.

Ὅταν λοιπὸν ἡ Ἐκκλησία ὑποστηρίζει ὅτι τὸ νομοθέτημα καὶ ἡ ἐπιχει­ρούμενη παρέμβαση στὶς ἀρχὲς τοῦ οἰκογενειακοῦ δικαίου, ὅπως παρου­σιάζεται, πλήττει καίρια τὴν ἀνθρώπινη ἀξία καὶ τὴν οἰκογένεια, φυσικὰ καὶ πρέπει νὰ ὑψώσει τὴ φωνή της καὶ μάλιστα δυναμικὰ νὰ ἀσκήσει τὴν ἐπιρροή της. Ἐὰν σιωπήσει ἢ ἀδρανήσει, αὐτοκα­ταρ­γεῖται.

Ἡ οἰκογένεια εἶναι κύτταρο καλλιέργειας τῶν μελῶν της, συζύ­γων καὶ παιδιῶν. Ἀπαραίτητη προϋπόθεση λειτουργίας της εἶναι νὰ συντηρεῖ τὶς ἠθικὲς ἀρχὲς ποὺ ὁπωσδήποτε ἐναρμο­νίζονται μὲ τοὺς φυσικοὺς ὅρους. Κάθε παραβίαση καὶ ἀλλοίωση τῆς φυσιολογίας ἀντιβαίνει στὴν ἠθική. Κάθε ἀνατροπὴ τῆς ἠθικῆς ἀποδομεῖ τὴν ἀξία τοῦ ἀνθρώπου. Ὅταν ἡ ἀνθρώ­πινη ἀξία, γιὰ τὴν ὁποία ἀγωνί­ζεται ἡ Ἐκκλησία, κατακρημνίζεται, τότε καὶ ἡ ἀξιοπρέπεια, τὴν προ­στασία τῆς ὁποίας ἔχει ἡ Πολιτεία, καταρρακώνεται.

Ἐπιπλέον, ἡ Πολιτεία ζητεῖ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μεταξὺ ἄλλων νὰ στη­ρίξει τὴν οἰκογένεια. Καὶ ἡ Ἐκκλησία τὸ κάνει ἀπὸ αἰώνων, μάλι­στα μὲ μεγάλη χαρὰ καὶ φροντίδα, τόση ποὺ τὴν ἀναγνωρίζουν οἱ πάντες, πολύ πρὶν ἡ Κυβέρνηση σκεφθεῖ νὰ συστήσει Ὑπουργεῖο Οἰκογένειας, ἔχει δὲ ἀναβιβάσει τὸν γάμο, τὴ θεμελίωσή της, σὲ μυστήριο. Γιατὶ λοιπὸν τώρα ἀντιδροῦν στὴν κατάθεση τῆς μακρο­χρόνιας ἐμπειρίας της καὶ ἐπι­διώκουν τὴ φίμωση τοῦ λόγου της; Δὲν ὑποστηρίζουμε οὔτε νεκρὸ ἰδεολό­γημα οὔτε πολιτικὴ σκοπιμότητα. Οὔτε προστατεύουμε τὸν συντηρητισμό μας. Ἡ οἰκογένεια καὶ ὁ γάμος δὲν εἶναι «δικαιώματα» κάποιων, εἶναι θε­σμοί. Γι’ αὐτοὺς ἀγωνι­ζό­μαστε καὶ καταθέτουμε ὑπεύθυνα τὴν ἐκτίμηση καὶ τὴν ἐμπειρία μας. Δὲν μπορεῖ νὰ ἰσχυρίζονται μὲ ψυχρὴ καρδιὰ ὅτι «νομοθετοῦν γιὰ ὅλη τὴν κοινωνία. Ἡ ὀπτικὴ γωνία μίας Πολιτείας, εἶναι ἀναγκαστικὰ εὐρύ­τερη ἀπ' ὅ,τι εἶναι μίας θρησκείας» [10]. Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι μιὰ θρη­σκεία. Αὐτὸ κατάλαβαν τόσα χρόνια; Ὅσοι ἔτσι σκέπτονται εἶναι καὶ ἀπροσ­γείωτοι καὶ ἄδικοι. Γι’ αὐτὸ καὶ νομοθετοῦν καὶ αὐθαίρετα καὶ λάθος.

Ἂς προχωρήσουμε σὲ μερικὲς πρῶτες βασικὲς σκέψεις, ποὺ δὲν ἐξαν­τλοῦν μὲν τὸ θέμα, θεωρῶ ὅμως πὼς συμβάλλουν στὴν ὅλη προ­βλη­ματική.

ΒΙΟΛΟΓΙΚΟ ΥΠΟΒΑΘΡΟ ΤΟΥ ΦΥΛΟΥ

Ἀνατομικὰ χαρακτηριστικὰ

Τὶ εἶναι τελικὰ ἡ ταυτότητα τοῦ φύλου; Ὑπάρχει κάτι ἄλλο ἐκτὸς ἀπὸ τὸν ἄνδρα καὶ τὴ γυναῖκα; Εἶναι ἐπιλέξιμο τὸ φύλο; Ὑπάρχουν πολλὰ φύλα γιὰ τὸν ἴδιο ἄνθρωπο, βιολογικό, κοινωνικό, συναισθη­μα­τικό, μεταξύ τους ἀντικρουόμενα; Γεννιέται κανείς μὲ συγκεκριμένο σεξουαλικὸ προσανα­τολισμὸ ἢ αὐτὸς διαμορφώνεται στὴ συνέχεια ἀπὸ ποικίλους παράγοντες;  Πόσο φυσικὸ εἶναι τὸ μὴ φυσιολογικό;

Ἐξ ἀπόψεως βιολογικῆς ὑπάρχουν δύο φύλα, ὅπως καὶ στὰ ἀνώ­τερα θηλαστικά: τὸ ἀρσενικὸ καὶ τὸ θηλυκό. Ὅλα τὰ συστήματα ποὺ συνα­παρτί­ζουν τὸν ἀνθρώπινο ὀργανισμὸ ἔχουν στὴ βάση τους τὴν ἴδια ἀνατο­μική μορφολογία καὶ φυσιολογία καὶ στὰ δύο φύλα. Ὅλες οἱ λειτουρ­γίες, καρδια­κή, ἀναπνευ­στική, νεφρική, ἀκολουθοῦν τοὺς ἴδιους μηχανισμοὺς ἀνεξαρ­τήτως φύλου.

Ἐξαίρεση ἀπὸ αὐτὸν τὸν κανόνα ἀποτελεῖ τὸ ἀναπαραγωγικὸ σύστη­μα καὶ ὅ,τι σχετίζεται μὲ τὴν ἀναπαραγωγικὴ λειτουργία (γενε­τικὸ ὑπόβα­θρο, ὁρμόνες κ.λπ.). Τὰ ἀναπαραγωγικὰ ὄργανα τῆς γυναί­κας εἶναι ἐντελῶς διαφορετικὰ ἀπὸ αὐτὰ τοῦ ἄνδρα.

Συνεπῶς, αὐτὸ ποὺ διαφοροποιεῖ τὰ φύλα καὶ τὰ ταυτο­ποιεῖ εἶναι τὸ ἀναπαραγωγικό τους σύστημα. Μάλιστα, τὸ βασικό τους χαρακτηρι­στικὸ δὲν εἶναι μόνο ὅτι εἶναι διαφορετικὰ καὶ ἔτσι δια­κρίνονται τὸ ἕνα ἀπὸ τὸ ἄλλο, ἀλλὰ ὅτι τὰ φύλα εἶναι μόνο δύο, δὲν ὑπάρχει τρίτο, καὶ κυρίως ὅτι εἶναι συμπλη­ρωματικά, ποὺ σημαίνει ὅτι ἡ ἀνατομικὴ διαφοροποίηση ἐξυ­πη­ρετεῖ τὴ δυ­να­τότητα ὄχι ἐπαφῆς ἀλλὰ ἕνωσης τῶν σωμάτων. Δύο γυναι­κεῖα σώματα δὲν ὑπάρχει φυσιολογικὸς τρόπος νὰ ἑνωθοῦν μεταξύ τους, οὔτε δύο ἀνδρικά.

Ἐπίσης, ὅλα τὰ ὄργανα καὶ οἱ λειτουργίες εἶναι ἀπολύτως ἀναγκαῖα γιὰ τὴν ἐπιβίωση τοῦ ἀνθρώπινου ὀργανισμοῦ στὸν ὁποῖο ἀνήκουν -γι’ αὐτὸ ἐξάλλου καὶ ὀνομάζονται ζωτικά. Αὐτὸ δὲν συμ­βαίνει μὲ τὰ ἀναπα­ραγω­γικά. Αὐτὰ δὲν εἶναι ἀπαραίτητα οὔτε χρησι­μεύουν στὴν ἐπιβίωση τοῦ ὀργα­νισμοῦ, ἀλλὰ μπορεῖ κάποιος νὰ ζήσει ὑγιής, χωρὶς ποτὲ νὰ ἀξιο­ποιήσει τὴ λειτουργία τους. Μονα­δικὸ προορισμὸ ἔχουν νὰ συνερ­γασθοῦν μαζὶ ἀρσενικὸ καὶ θηλυκό, προκειμένου νὰ γεννηθεῖ μιὰ νέα ζωή ἀπὸ δύο ἀνθρώ­πους. Ἡ κάθε ζωή, ὁ κάθε ἄνθρωπος ἔτσι ἔρχεται στὴν ὕπαρξη, ἀπὸ τὴ σωματικὴ ἕνωση ἑνὸς ἄνδρα καὶ μιᾶς γυναίκας. Ἡ φυσιο­λογία δὲν γνωρίζει ἄλλον τρόπο.

Γενετικὰ χαρακτηριστικὰ

Ὅλα τὰ σωματικὰ κύτταρα (καρδιακά, ἠπατικά, νεφρικά κ.λπ.) δὲν διαφέρουν ἀπὸ φύλο σὲ φύλο, ἔχουν δὲ διπλοειδὲς γονιδίωμα, εἶναι συμ­πλη­ρωμένα, ὁλοκληρωμένα καὶ αὐτάρκη. Ἐξαίρεση ἀποτελοῦν τὰ γενε­τικὰ κύτταρα, τὸ ὠάριο τῆς γυναίκας καὶ τὸ σπερματοζωάριο τοῦ ἄνδρα, τὰ ὁποῖα εἶναι ἐπίσης διαφορετικὰ καὶ συμπληρωματικά, ἀλλὰ καὶ ἁπλο­ειδῆ, δηλαδὴ ἀπὸ μόνα τους ἀνεπαρκῆ νὰ ἐπιτελέσουν τὸν προορισμό τους. Καὶ αὐτὰ ἀπαιτοῦν ἕνωση. Δύο ὅμοια μεταξύ τους δὲν ἑνώνονται. Τὸ καθένα ψάχνει τὸ συμπληρωματικό του. Ἡ ἕνωση τῶν δύο δημιουργεῖ τὸ θαῦμα τῆς ζωῆς, ἕνας νέος ἄνθρωπος μὲ αἰώνια προοπτικὴ ἔρχεται στὸν κόσμο.

Ἐπίσης,

- Τὸ ὠάριο εἶναι τὸ μεγαλύτερο κύτταρο τοῦ ὀργανισμοῦ (περίπου 120-150μ, ὅταν ὠριμάσει) μὲ ἐντελῶς διαφορετικὴ μορφο­λογία ἀπὸ τὸ σπερ­ματοζωάριο (μικρὴ κεφαλὴ μὲ προεξέχουσα οὐρά).

- Τὰ ὠάρια εἶναι λίγα καὶ ἐνυπάρχουν στὸ γυναικεῖο σῶμα ἀπὸ τὴν ἐμβρυϊκὴ ἡλικία, τὰ σπερμα­τοζωάρια διαρκῶς γεννῶνται καὶ σὲ κάθε ἐκσπερμά­τωση ὁ ἀριθμός τους ἀνέρ­χεται σὲ 100-200 ἑκα­τομ­μύ­ρια.

- Ὁ ἄνδρας παράγει σπερματο­ζωάρια μέχρι προχω­ρη­μένη ἡλικία, ἐνῶ ἡ γυναῖκα ἔχει καταναλώσει τὰ ὠάριά της περίπου 35 χρό­νια μετά τὴν ἔναρξη τῆς ἀναπαραγωγικῆς της δράσης.

- Ὁ ἄνδρας καθορίζει τὸ φύλο τοῦ παιδιοῦ, ἡ γυναῖκα κυοφορεῖ, δίνει ζωή, τίκτει καὶ θηλάζει. Αὐτὴ μεγαλώνει τὸ παιδί. Ἡ ἐννεάμηνη κύηση, ὁ θηλασμός, δημιουργοῦν βαθειὰ ἐσωτερικὴ σχέση μὲ τὴ μητέρα.

- Ὁ ἄνδρας φτάνει σὲ ὀργα­σμὸ πολὺ εὔκολα καὶ σύντομα, ἐνῶ ἡ γυναῖκα θέλει πολλαπλάσιο χρόνο.

- Τὸ κάλλος, ἡ χάρη εἶναι χαρακτη­ριστικὰ τῆς γυναικείας φύ­σεως γιὰ νὰ ἑλκύει. Ἡ φορὰ ἕλξης εἶναι ἀπὸ τὸν ἄνδρα πρὸς τὴ γυναῖκα.

- Ἀντίστοιχα διαφορο­ποιημένα χαρα­κτη­ριστικὰ πα­ρου­σιάζουν καὶ οἱ ὁρμόνες τῶν δύο φύλων [11].

Ὅλα τὰ παραπάνω ἰδιώματα τῶν δύο φύλων ἔχουν τὸν λόγο τους καὶ φυσικὰ διαμορφώνουν ἀνάλογα καὶ τὴν προσωπικότητα καὶ γενι­κὰ τὴν ψυχολογία τῶν φύλων. Ἔτσι, γιὰ παρά­δειγμα, ὑπάρχει διαφορε­τικὴ σχέση μὲ τὸν χρόνο, ἔτσι ἐξη­γεῖται τὸ ὅτι ἡ γυναικεία φύση χαρα­κτηρίζεται ἀπὸ ὑπο­μονὴ καὶ ἀντοχή, ἐνῶ ἡ ἀνδρικὴ ἀπὸ ὁρμὴ καὶ δύνα­μη, λειτουργεῖ δὲ δια­φορετικὰ τὸ συναί­σθημα καὶ ἡ λογική. Οἱ γυναῖκες εἶναι πιὸ εὐαίσθητες καὶ εὐσυγκίνη­τες, πιὸ ἐπιρρεπεῖς σὲ ἀδυναμίες τοῦ συναισθήματος, ἀλλὰ καὶ πιὸ εὔκολες σὲ ἀρετές, ὅπως ἡ πίστη, τὸ φιλότιμο, ἡ ἀφοσίωση, ἡ διά­θεση προσ­φορᾶς καὶ θυσίας. Τὰ δύο φύλα ἔχουν καὶ ψυχολογία συμπλη­ρωματική.

Κατόπιν ὅλων αὐτῶν θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι ἡ ταυτότητα τοῦ φύλου ἔχει ἀναφαίρετη βιολογικὴ βάση καὶ στηρίζεται στὴ βιο­γενετική διαφορετικό­τητα καὶ κυρίως στὴ συμπληρωματικότητα τῶν δύο φύλων, ὑπακούει στὴ γενικὴ Ἀρχὴ τῆς Συμπληρωματικότητας (Complimentarity Principle), ἡ ὁποία συγκροτεῖ τὸν φυσικὸ κόσμο (ἄτομα, μόρια, ὕλη), καὶ σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία τὰ ἑτερώνυμα ἕλκονται καὶ τὰ ὁμώνυμα ἀπω­θοῦνται. Ἡ ταυτότητα τοῦ φύλου δὲν εἶναι ἐπιλέξιμη∙ εἶναι δεδομένη.

Ἐρωτικὴ ἕλξη, σεξουαλικὴ ἐπιθυμία

Γιὰ νὰ μπορέσει νὰ γίνει ἡ ἕνωση τῶν σωμάτων πρέπει νὰ προηγηθεῖ ἀμοιβαία ἕλξη τοῦ ψυχικοῦ κόσμου τῶν ἀνθρώπων, ὁ ἕνας νὰ ἐπιθυμήσει τὸν ἄλλον, νὰ κινηθεῖ πρὸς αὐτόν. Αὐτὴ ἡ κίνηση τοῦ ἑνὸς πρὸς τὸν ἄλλον εἶναι ἡ ἐρωτικὴ ἕλξη, ἡ ὁποία προκαλεῖ τὴ σεξου­αλικὴ ἐπιθυμία καὶ ἡ ὁποία προφα­νῶς καὶ ἐφόσον ὁ ἄνθρωπος εἶναι ψυχο­σωματικὸς θὰ πρέπει νὰ ἐναρμο­νίζεται μὲ τὴ βιολογικὴ ταυτό­τητα τοῦ καθενὸς ἀπὸ τοὺς δύο. Μία σχέση στὴν ὁποία ἡ ψυχὴ δὲν βρίσκεται σὲ ἁρμονία μὲ τὸ σῶμα, προξενεῖ ρήγμα στὴν προσωπι­κότητα, ἀσάφεια καὶ διχασμὸ ταυτότητας καὶ βέβαια εἶναι μὴ κατὰ φύσιν καὶ μὴ ἐπιθυμητή.

Στὸ σημεῖο αὐτὸ θὰ πρέπει νὰ σημειώσουμε ὅτι δὲν ὑπάρχουν σε­ξουαλικὰ ὄργα­να, ἀλλὰ μόνον ἀναπα­ραγωγικὰ ὄργανα καὶ σεξου­αλικὰ αἰσθη­τήρια, αἰσθητῆρες, σημεῖα διεγέρ­σεως, ὅπως δὲν ὑπάρχουν γευστικὰ ὄργανα ἀλλὰ πεπτικὰ ὄργανα καὶ γευστικὰ αἰσθη­τήρια. Ὅπως ὁ σκοπὸς δὲν εἶναι ἡ γεύση ἀλλὰ ἡ πέψη, ἔτσι καὶ ἡ σεξουαλικὴ ἕλξη δὲν μπορεῖ νὰ αὐτο­νομηθεῖ ἀπὸ τὴν ἀναπαραγωγικὴ προοπτικὴ τοῦ ὀργανισμοῦ. Ἡ σεξουα­λι­κὴ ἡδονὴ δὲν μπορεῖ νὰ ἀποτελεῖ αὐτο­σκοπό, δὲν εἶναι αὐτόνομη, συνυπάρ­χει μὲ τὴν εὐθύνη τῆς νέας ζωῆς καὶ μάλιστα στὸ προ­στατευτικὸ πλαίσιο μιᾶς οἰκογένειας. Τὰ παιδιὰ δὲν γεννιοῦνται καὶ ἐγκα­ταλείπονται στὴν τύχη τους, ἀλλὰ προστα­τεύονται μέσα στὸ περι­βάλλον τῆς οἰκογέ­νειας. Αὐτὸ ὁδηγεῖ στὸν θεσμὸ τοῦ γάμου. Γάμος δὲν εἶναι ἱκανοποίηση τῆς ἀνάγκης γιὰ συντρο­φικότητα, ἀλλὰ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ εὐθύνη, εἶναι «ἔννομος συζυγία καὶ ἡ ἐξ αὐτῆς παιδοποιΐα». Συνε­πῶς ἡ ἐρωτικὴ σχέση δὲν νο­εῖται ἐκτὸς τοῦ γάμου, ὁ δὲ γάμος εἶναι ὑπο­χρεω­τικὰ ἑτεροφυλικός.

Ἡ ταυτότητα τοῦ φύλου ὁρίζεται ἀπὸ βιολογικοὺς παράγοντες, τὴν ἀνατομία, τὴ φυσιο­λογία, τὸ γενετικὸ ἀποτύπωμα, τὶς ὁρμόνες, τοῦ ἀτόμου ὄχι ἀπὸ τὴ σεξουαλικὴ τάση ἢ προσανατολισμό. Δὲν ὁρίζεται ἀπὸ ὀρέξεις, ἀπὸ τὸ τὶ νομίζω γιὰ τὸν ἑαυτό μου ἢ ἀπὸ τὸ πῶς νοιώθω, ἀλλὰ ἀπὸ τὸ τί τελικὰ εἶμαι. Μπορεῖ νὰ νοιώθω ὑγιὴς ἢ πολὺ ἔξυπνος ἢ λογικὸς καὶ βέβαια νὰ μὴν εἶμαι. Ἡ ταυτότητα ὁρίζεται ἀπὸ ἀντι­κειμενικὰ κριτήρια. Οὔτε ἕνα φυσιολογικὸ ἄτομο μπορεῖ νὰ ἔχει πολλά φύλα, ἐνδε­χομένως ἀμοι­βαίως ἀντικρου­όμενα: βιο­λογικό, συναισθη­ματικό, κοινωνικό.

Τελικῶς, ὅπως γράφει καὶ ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυ­πά­κτου κ. Ἱερόθεος «ἡ πραγματικότητα εἶναι ὅτι ὑπάρχουν μόνο δύο φύλα ἀπὸ βιολογικῆς πλευρᾶς καὶ πολλοὶ «σεξουαλικοὶ προσανατο­λι­σμοί», ὅσα εἶναι καὶ τὰ πάθη τῶν ἀνθρώπων».

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΓΑΜΟΣ - ΑΓΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΦΥΛΟΥ

Ἡ χρήση τοῦ σώματος πρέπει νὰ ὁδηγεῖ στὸν ἁγιασμό, καθὼς ὁ ἄνθρωπος ἁγιάζεται ψυχοσωματικά. Λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Δοξά­σατε δὴ τὸν Θεὸν ἐν τῷ σώματι ὑμῶν καὶ ἐν τῷ πνεύματι ὑμῶν, ἅτινά ἐστι τοῦ Θεοῦ» [12], εἰς δὲ τὴν θεία λειτουργία προσευχόμαστε γιὰ τὸν ἁγιασμὸ τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων[13]. Μὲ ἄλλα λόγια, καθὼς ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλα­σμένος «κατ’ εἰκόνα Θεοῦ» καὶ ἔχει δεχθεῖ τὴν πνοὴ τοῦ Θεοῦ, ὅλος, σῶμα καὶ ψυχή, σῶμα καὶ πνεῦμα, εἶναι ἱερός, ἐπειδὴ δὲ «τὸ σῶμα ἡμῶν ναὸς τοῦ ἐν ἡμῖν ἁγίου Πνεύματος ἐστὶ» [14] καὶ «τὰ σώματα ὑμῶν μέλη Χριστοῦ ἐστιν» [15], ἡ κάθε ἕνωση τῶν σωμάτων πρέπει νὰ ἀντα­νακλᾶ αὐτὴν τὴν ἱερότητα.

Στὴν ἀντίληψη τῆς Ἐκκλησίας, αὐτὸ ποὺ λέγεται γιὰ τοὺς συζύ­γους ὅτι «ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν» [16] σημαίνει καὶ «εἰς ψυχὴν μίαν», ὄχι δύο ψυχὲς κολλημένες μεταξύ τους, ἀλλὰ μία ψυχὴ ἀνα­γεν­νημένη, ποὺ προ­έρχεται ἀπὸ δύο «ἀλλοιούμενες» πρὸς τὸ ἀγαθό∙ δύο ἄνθρωποι ἁγιαζό­μενοι, «σύμψυχοι, τὸ ἓν φρονοῦντες», «μιᾶ ψυχῇ συνα­θλοῦντες» [17]. Ἡ συζυγικὴ ἀγά­πη εἶναι ὅπως ἡ γονιμοποίηση, τὰ γενε­τικὰ κύτταρα ἑνώνονται χωρὶς νὰ μπο­ροῦν νὰ ξαναχωρισθοῦν, καὶ δημιουργοῦν κάτι ἐντελῶς νέο μὲ τὰ χαρα­κτη­ριστικὰ τῶν ἀρχικῶν. Αὐτὴ ἡ προοπτικὴ καθιστᾶ τὴν ἕνωση μυστήριο.

Ἡ φυσικὴ ἕλξη δόθηκε γιὰ νὰ ἑνώνει δύο ἀνθρώπους. Ὁ φυσικὸς νόμος ὑπάρχει γιὰ νὰ συγκροτεῖ, νὰ ἑνώνει, νὰ ἐναρμονίζει ψυχοσω­ματικὰ τὸν ἄνθρωπο. Ἡ ἐκτροπὴ ἐκ τῆς φυσικῆς ὁδοῦ, ἀντὶ νὰ ἑνώνει τοὺς δύο, διχάζει ἀμφοτέρους. Καὶ ἀντὶ νὰ γίνουν «οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν», ὁ καθένας διχάζεται στὰ δύο, ὄντας ὁ ἄνδρας μὲ ἀνδρικὰ βιολογικὰ ἰδιώματα καὶ θηλυ­κὴ ἐπιθυμία καὶ ἀντι­στοίχως ἡ γυναῖκα.

Γιὰ τὴν Ἐκκλησία, γάμος εἶναι ἡ συζυγία, ὄχι ἡ συντροφι­κότητα, εἶναι ἡ εὐθύνη, ὄχι ἡ ἀπόλαυση∙ εἶναι ἐγκρατὴς συνεύρεση, ὄχι ἐγωι­στικὴ συμπάθεια∙ εἶναι ζωὴ καὶ ἁγιασμός, εἶναι ἀδιά­ζευκτη ἕνωση, ἡ δὲ ἕνωση εἶναι θυσιαστικὴ τοῦ ἐγὼ κένωση, εἶναι ἀγάπη ποὺ «πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει», ἀγάπη ποὺ «οὐδέποτε ἐκπίπτει» [18] . Ὁ πρῶτος καὶ ἀπαραίτητος ὅρος γιὰ νὰ γίνει μία σχέση γάμος εἶναι ἡ δυνα­τότητα φυσιο­λογικῆς σωματικῆς ἕνωσης. Γιὰ νὰ γίνει καὶ μυστήριο πρέπει νὰ ὑπάρχει καὶ ἀγαπητικὴ ἐν Κυρίῳ κένωσις. Μόνον ἔτσι, ὁ γάμος εἶναι «μυ­στήριο μέγα εἰς Χριστὸν καὶ εἰς τὴν Ἐκκλη­σίαν» [19] , καὶ κατὰ τὸν Ἅγιο Γρη­γόριο τὸν Θεολόγο, «πατὴρ ἁγίων» [20], ἡ δὲ οἰκογένεια «κατ’ οἶκον ἐκκλησία»[21].

Σὲ ὅλα τὰ παραπάνω εἶναι ἐμφανὲς ὅτι γάμος σημαίνει ἕνωση ἄνδρα καὶ γυναίκας, ποὺ σαφῶς διακρίνονται μεταξύ τους κατὰ τὸ φύλο καὶ εἶναι ἀμφότεροι πλασμένοι «κατ’ εἰκόνα τῆς Τριαδικῆς θεό­τητος καὶ καθ’ ὁμοίωσιν»[22].

Ὡς ἐκ τούτου, οἱ ὅροι «οἰκογένεια» καὶ «γάμος» εἶναι μοναδικοί. Περιγράφουν κάτι ἐξόχως ἱερό, τὸ ὁποῖο μὲ κανέναν τρόπο δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ ἀλλοιωθεῖ καὶ νὰ προκληθεῖ σύγχυση περὶ τοῦ περιεχο­μένου του.

ΕΚΤΡΟΠΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ

Στὸν ἀντίποδα τοῦ ἁγιαστικοῦ στόχου ὑπάρχει ἡ ὑποδούλωση στὰ πάθη, ἡ ἀποϊεροποίηση τῆς σχέσης, ἡ ἐκτροπὴ τῆς σεξουαλικῆς ζωῆς καὶ ἀσέβεια στὴ φύση.

Χαρακτηριστικά, ὁ Παῦλος στὴν Πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολή [23],

(α) ἐνῶ ἀπαριθμεῖ δι’ ἁπλῆς ἀναφορᾶς ποικίλες ἐμπα­θεῖς κατά­­στά­σεις [24], ὅταν ἀναφέρεται σὲ αὐτοὺς ποὺ «ἐξεκαύ­θησαν ἐν τῇ ὀρέξει αὐτῶν εἰς ἀλλήλους, ἄρσενες ἐν ἄρσεσι τὴν ἀσχημο­σύνην κατεργα­ζό­μενοι» εἶναι ἀνα­λυτικός, ἡ δὲ γλῶσσα ποὺ χρησιμοποιεῖ εἶναι σκληρὴ καὶ ἀφοριστική.

(β) Κάνοντας σαφῆ ἀναφορὰ στὴν παρὰ φύσιν συνάφεια ἀτόμων τοῦ ἰδίου φύλου, τὴν χαρακτηρίζει μὲ βαρεῖς ὅρους, ὅπως «ἀσχη­μοσύνη» (α΄ 27), «ἀκαθαρσία» (α΄ 24) καὶ «ἀτιμία» (α΄ 26), δηλαδὴ ἀπώ­λεια τῆς δόξας καὶ τιμῆς τοῦ σώματος καὶ τοῦ ἴδιου τοῦ ἀνθρώπου [25].

(γ) Δὲν καταδικάζει μόνο τὴν πράξη ὡς ἁμαρτία, ἀλλὰ ἀναφέ­ρεται κυρίως στοὺς ἀνθρώπους ποὺ τὴν διαπράττουν, χωρὶς κανένα ἐλα­­φρυ­ντικό, λέγοντας «ὅτι ἀρσενο­κοῖται βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονο­μήσου­σιν»[26] καὶ ὅτι · «οἱ τὰ τοιαῦτα πράσ­σοντες ἄξιοι θανάτου εἰσί» (στ. 32).

(δ) Θεωρεῖ ὅτι «ἡ μετάλλαξις τῆς φυσικῆς χρήσεως εἰς τὴν παρὰ φύσιν» σχέση (α΄ 26) εἶναι συνέπεια «τῆς μετάλλαξης τῆς ἀληθείας τοῦ Θεοῦ ἐν τῷ ψεύδει» (α΄ 25) καὶ τῆς ἐκτροπῆς ἐκ τῆς πίστεως στὸν ἀλη­θινὸ Θεό, «οὐχ ὡς Θεὸν ἐδό­ξασαν» (α΄ 21), ὅπως καὶ σκοτισμένης καὶ ἀσύνετης καρ­διᾶς, «ἀλλ’ ἐσκοτίσθη ἡ ἀσύ­νετος αὐτῶν καρδία» (α΄ 21). Ἡ μὴ κατὰ φύσιν συνουσία ἀποτελεῖ ἠθικὴ ἔκπτωση καὶ εἶναι συνέπεια τῆς ἀπομάκρυνσης ἀπὸ τὸν Θεό, τῆς ἀπόρριψης τῆς ἀληθείας Του [27].

(ε) Ἡ σχέση μὲ τὸν ἀληθινὸ Θεὸ διαρρηγνύεται σὲ τέτοιο βαθμό,  ὥστε ὁ Θεὸς τοὺς ἐγκαταλείπει, τοὺς «παραδίδει» ὁ Ἴδιος «εἰς ἀκαθαρ­σίαν τοῦ ἀτιμάζεσθαι τὰ σώματα αὐτῶν ἐν αὐτοῖς», (α΄ 24), «εἰς πάθη ἀτιμίας» (α΄ 26) καὶ «εἰς ἀδόκιμον νοῦν ποιεῖν τὰ μὴ καθή­κοντα» (α΄ 28).  

(στ) Τέλος, ἡ κατὰ φύσιν συνάφεια, ὀνομάζεται «χρῆσις», ποὺ σημαί­νει ὅτι ἡ συνεύρεση σκοπὸ ἔχει τὴν ἀξιοποίηση τῆς φυσικῆς λει­τουργίας καὶ ὄχι τὴν ἱκανοποίηση τῆς ἡδονίζουσας ἐπιθυμίας. Ἡ ἡδονὴ ὑπηρε­τεῖ τὴν «χρῆσιν» καὶ ἐπισφραγίζει τὴν ἀγάπη. Ἀγαπῶ ὅμως δὲν σημαίνει συμπα­θῶ, ἀλλὰ προσφέρομαι, δίνω ὅ,τι ἔχω, τὸν ἑαυτό μου, δὲν κρατάω τίποτα γιὰ μένα, αὐτὸ εἶναι κένωση∙ καὶ λαμβάνω ὅ,τι μοῦ προσφέρεται ὡς ἀντίστοιχη κενωτικὴ ἀνταπόκριση, ὄχι ὡς ἀνταπό­δομα. Εἶναι σὰν νὰ ἀδειάζω ἀπὸ τὸ αἷμα μου καὶ νὰ γεμίζω μὲ τὸ αἷμα τοῦ ἄλλου.

Ἀνάλογα προσεγγίζει τὸ θέμα καὶ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, καθὼς ὑπο­μνηματίζει τὴν πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολὴ τοῦ Παύλου, θεω­ρῶντας τὴν παρὰ φύσιν σχέση ὡς τὴ μεγαλύτερη ἁμαρτία. Ἡ κατὰ φύσιν ἕνωση γεννᾶ  ζωὴ καὶ γιὰ τοὺς ἴδιους καὶ ἀπὸ τοὺς ἴδιους. Σχετικὴ μελέτη ἔχει γράψει ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μάνης κ. Χρυσό­στομος [28], στὴν ὁποία γιὰ ἐξοι­κονόμηση χρόνου παραπέμπω, χωρὶς νὰ σχολιάσω περαιτέρω τὸ θέμα.

Τελικά, αὐτὸ ποὺ ὀνομάζεται στὴ σύγχρονη κοινωνία δικαίωμα, ἀγά­πη, προσα­να­τολισμός, ταυτότητα, ὑπερηφάνεια, αὐτὸ τὸ ἴδιο χαρα­κτη­ρίζεται ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο ἀτιμία, ἀσχημοσύνη, ἀκαθαρσία, μὴ καθῆκον, ἀπὸ δὲ τὸν Χρυσόστομο μανία, ὕβρις, ἀλλόκοτη λύσσα [29]. Καὶ  ἐπειδὴ ἡ ἐκτροπὴ ἀπὸ τὴ φύση προσβάλλει τὸν πυρῆνα τῆς σχέσης τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό, δὲν μποροῦμε νὰ ἰσχυρισθοῦμε, ὅτι οἱ θέσεις αὐτὲς ἀντανακλοῦν τὶς ἠθικὲς ἀντιλήψεις τῆς τότε ἐποχῆς καὶ συνεπῶς θὰ μποροῦσαν νὰ παραθεωρηθοῦν.

Η ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

Ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος «κατ’ εἰκόνα τοῦ Τριδικοῦ Θεοῦ καὶ καθ’ ὁμοίωσιν». Αὐτὴ ἡ εἰκόνα ἔχει ἀλλοιωθεῖ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Σκοπὸς τῆς Ἐκκλησίας εἶναι «ἡ ἀνάστασις τῆς πρὶν πεσούσης εἰκόνος», δηλαδὴ ἡ ἀνάδειξη τῆς ἀνθρώπινης ἀξίας, τιμῆς καὶ δόξης. Ἀναφαίρετο στοι­χεῖο σὲ αὐτὴν τὴν πορεία εἶναι ἡ ἠθικὴ κάθαρση ποὺ κατορθώνεται μὲ τὴν καλλιέργεια τῶν ἀρετῶν, ἡ ὁποία ἀναπόφευκτα περνάει ἀπὸ τὸν σεβασμὸ στοὺς φυσικοὺς ὅρους, στὴ φυσιολογία.

Ἐπίσης, ὁ ἄνθρωπος εἶναι ψυχοσωματικός, οἱ ψυχικὲς λειτουρ­γίες πρέπει ἀπαραιτήτως νὰ ἐναρμονίζονται μὲ τὴ φυσιολογία τοῦ σώματος. Κάθε παρέκκλιση ἀπὸ αὐτὸν τὸν κανόνα ἀποτελεῖ ἀσθένεια καὶ διαταραχὴ ποὺ πρέπει νὰ θεραπευθεῖ.  Γι’ αὐτὸ ὑπάρχει ἡ ἐπιστήμη καὶ ἡ γνώση. Ἐὰν δὲ εἶναι ἑκουσίως προκλητή, τότε ἀποτελεῖ ἁμαρτία καὶ διαστροφή. Γι’ αὐτὸ ὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία. Ἡ ρήξη τῆς ἁρμονικῆς σχέσης ψυχῆς καὶ σώματος, ὡς ἀποτέλεσμα ἐπιλεγμένης παρέμ­βασης ἀποσκοπεῖ στὴν ἀλλοίωση τῆς ἀνθρώπινης ὀντολογίας καὶ ἀποτελεῖ βεβήλωση τῆς ἴδιας τῆς ἀνθρώπινης φύσεως. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ ἡ Ἐκκλησία διὰ στόματος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου τὴν θεωρεῖ ἁμαρτία, ὅσο καὶ ἂν ὅλως ἀσύνετα τὴν ἀμνηστεύουν τὰ σημερινὰ ὑπουργικὰ στόματα. Ὅπως πολὺ εὔστοχα παρατηρεῖ ὁ Μακαριώ­τατος Ἀρχιεπί­σκοπος Ἀλβανίας Ἀνα­στά­σιος, «τὸ παρὰ φύσιν δὲν καθίστα­ται κατὰ φύσιν μὲ νομικὲς διατά­ξεις» καὶ συμπληρώνουμε ἐμεῖς∙ καὶ ἡ ἁμαρτία δὲν ἀμνη­στεύεται αὐθαιρέ­τως μὲ ἀνεύθυνες ὑπουργικὲς δηλώσεις.

ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΟΥ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟΥ ΝΟΜΟΥ

Τὸ φαινόμενο τῆς νομικῆς θεσμοθέτησης τοῦ γάμου μεταξὺ δύο ἀτό­μων τοῦ ἰδίου φύλου, δὲν ἔχει ρίζες στὴν ἱστορία, σὲ κανένα πολι­τισμὸ καὶ σὲ καμμία θρησκεία, πουθενὰ δὲν τὸ συναντοῦμε. Ποτὲ ἡ ὁμοφυλοφιλικὴ συμβίωση δὲν χαρακτηρίσθηκε ὡς οἰκογένεια. Οἱ κοινωνίες ὅμως λειτούρ­γη­σαν, προχώρησαν, ἀναπτύχθηκαν, ἐξελί­χθηκαν, δημιούργησαν πολιτι­σμό. Τὸ ἐπιχειρούμενο πείραμα, ἀντὶ νὰ λύσει προβλήματα, θὰ γεννήσει καὶ θὰ τὰ πολλαπλασιάσει.

(α)  Τυχὸν ψήφιση τοῦ νόμου θὰ δημιουργήσει σύγχυση μεταξὺ τοῦ τὶ εἶναι φυσικὸ καὶ τὶ ὄχι, τὶ ἠθικὸ καὶ τὶ ἁμαρτία, τὶ οἰκογένεια καὶ τὶ συμβιω­τικὴ ὁμάδα. Ἡ ἀλλοίωση τῶν κοινωνικῶν ἠθῶν, ὁ ἐθισμὸς στὸ ἑλκυστικὸ παράξενο καὶ ἀφύσικο, ἡ δημιουργία νέων στερεο­τύ­πων, ὁδηγοῦν σὲ μιὰ νέα δῆθεν ἠθικὴ ποὺ ἀντιβαίνει πλήρως στὴν ἠθικὴ τοῦ Εὐαγγελίου, τῆς ἱστο­ρίας, τῆς ἑλληνικῆς παράδοσής μας.

(β) Ἡ ὁμοφυλοφιλία ὡς ἰσότιμη νομικὰ πρὸς τὴν ἑτεροφυλία ἐμφα­νίζεται ὡς ἐναλλακτικὴ πρόταση ζωῆς στὰ νέα κυρίως ἄτομα. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἐπιπλέον δημιουργεῖ σύγχυση ἀνάμεσα στὸ τὶ εἶναι κάποιος/α, στὸ πῶς νοιώθει καὶ στὸ τὶ μπορεῖ νὰ γίνει. Ἐὰν ἡ ταυτότητα τοῦ ἀτόμου εἶναι ἐπι­λέξιμη, τότε μπορεῖ νὰ δοκιμάσει, νὰ πειραμα­τισθεῖ, μὲ πιθανότατα ἀθερά­πευτες συνέπειες. Ἡ ἀνθρώπινη ὀντο­λογία μεταλλάσσεται καταστρο­φικά, ἀποκτᾶ προοπτικὴ ὑπαρκτικοῦ θανάτου. Καὶ ὅλα αὐτὰ μὲ τὴν ἀπόλυτη εὐθύνη τῆς Κυβέρνησης.

(γ) Τὸ πρόβλημα γίνεται ἰδιαζόντως μεγάλο ὅταν μέσω τῆς ἐκπαί­δευσης καὶ τῆς σχετικῆς νομοθέτησης ἐπιβάλλεται στὰ παιδιὰ μιὰ ἀγωγὴ σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία παρουσιάζεται τὸ ἀφύσικο καὶ ὁπωσδήποτε μὴ ἐπιστημονικὰ τεκμηριωμένο καὶ ἐμπειρικὰ ἀποδε­δειγμένο ὡς φυσικὸ καὶ κυρίως ὡς προοδευτικό, σύγχρονο, ἀπελευ­θερωτικὸ καὶ φυσικὰ ὡς ἐπιλέ­ξιμο καὶ ἐπιθυμητό [30].

(δ) Ὅταν αὐτὸς ὁ τύπος ζωῆς καὶ οἰκογένειας προβάλλεται ὡς κάτι σύγχρονο, εὔκολα μπορεῖ νὰ γίνει μόδα καὶ ἀντὶ νὰ βοηθήσει κάποιους λίγους ποὺ βρίσκονται σὲ αὐτὴν τὴν κατάσταση, νὰ πολλα­πλα­σιάσει ἐπι­κίν­δυνα τὴν παρέκκλιση ἀπὸ τὴ φυσικὴ ὁδὸ καὶ ἐκτροπή. Ἡ λάθος εἰκόνα δημιουργεῖ ἀσθένεια, ἡ ὁποία μεταδίδεται ταχύτατα, δεδομένου ὅτι τὰ ἄτομα αὐτὰ ἔχουν τὴν τάση νὰ προβάλ­λουν τὸν τύπο τῆς ζωῆς τους ὡς πρότυπο δῆθεν ἀπελευθέρωσης, νὰ παρελαύνουν καμαρωτὰ καὶ μὲ ὑπερη­φάνεια καὶ ἔτσι νὰ δημι­ουργοῦν ἐθισμὸ καὶ ἐξοικείωση, μεταμορφώνοντας τὸ φαινόμενο σὲ κατάστα­ση, κάτω ἀπὸ τὰ χαμόγελα καὶ τὰ χειροκροτήματα τῶν ἀπερισκέπτως νομο­θετούντων.

(ε) Ὅπως πάλι ὑποστηρίζει ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλβανίας κ. Ἀναστάσιος, «ἡ διαιώνιση τῆς ἀνθρωπότητας ἔχει στηρι­χθεῖ στὴν ὕπαρξη δύο φύλων καὶ στὴν ἕνωσή τους. Ἀντίθετα, ἕνας τέτοιος νόμος προσβάλλει τὴ δημιουργία… Δὲν ἀποτελεῖ κοινωνικὴ πρόοδο ἀλλὰ σύγκρουση μὲ τὴ φυσικὴ τάξη, κατήφορο» (21.1.2024).

(στ) Ἡ πιθανότητα ἀφοῦ ψηφισθεῖ ὁ νόμος ὡς προτείνεται ἀργότερα νὰ συμπεριλάβει καὶ τὴν προσφυγὴ σὲ δυνατότητες ποὺ παρέχουν οἱ σύγχρο­νες ἀναπαραγωγικὲς τεχνικές, ὅπως ἡ χρήση παρέν­θετης μητρότητας, ὡς παρατηρεῖ ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπο­λίτης Δημητριάδος κ. Ἰγνάτιος, ὁδηγεῖ ἀναπόφευκτα σὲ «σκανδαλώδη ὑποτίμηση τῆς γυναίκας ὡς ἐργα­λείου τεκνο­ποιίας, στερημένης τοῦ μητρικοῦ της ρόλου καὶ τῆς συμμε­τοχῆς της σὲ μιὰ ὁλοκληρωμένη οἰκογένεια. Ἀφαιρεῖ δικαιώματα καὶ ὑποτιμᾶ τὴν ἀξία της».

(ζ) Ὁ γάμος δὲν εἶναι δικαίωμα. Εἶναι θεσμός. Τὸν προστατεύει τὸ Σύνταγμα ἐπειδὴ συντηρεῖ, ἀναπαράγει καὶ προάγει τὸ Ἔθνος. Ἀντίθετα, ἡ προπαγάνδα περὶ δικαιωμάτων καὶ ἰσότητος  τῶν ὁμοφυ­λοφίλων στὸν γάμο καὶ ἡ τυχὸν ψήφιση τοῦ νομοσχεδίου ὑπονο­μεύει τὸ Ἔθνος καὶ ὑπὸ τὴν ἔννοια αὐτὴν λειτουργεῖ ἀντεθνικά. Οἱ δημογραφικὲς συνέπειες ἑνὸς τέτοιου νόμου φαντάζουν τρομακτικές, ἰδίως μάλιστα σὲ μιὰ χρονικὴ συγκυρία σὰν τὴν παροῦσα, ὅπου τὸ δημογραφικὸ πρόβλημα ἀποτελεῖ τὸν μεγαλύτερο κίν­δυνο καὶ χαρα­κτηρίζεται ὡς ἐφιάλτης, μάλιστα καὶ ἀπὸ ἐπίσημα βουλευτικὰ χείλη, τοῦ πρ. ὑπουργοῦ κ. Τάκη Θεοδωρικάκου [31].

Τελικά, ἡ νομιμοποίηση τοῦ γάμου μεταξὺ ἀτόμων τοῦ ἰδίου φύλου, στὴν οὐσία καταστρέφει τὰ ὁμοφυλόφιλα ἄτομα, δημιουργεῖ σύγχυση στὰ φυσιολογικά, διχάζει τὴν κοινωνία, προσβάλλει τὴ φύση. Ἐπιπλέον, ὁ θεσμὸς τῆς οἰκογέ­νειας ἀπαξιώνεται, οἱ ἠθικὲς ἀξίες ἐκφυ­λίζονται, ὁ ἄνθρωπος εὐτελίζεται, ἡ δημογραφικὴ ἀπειλὴ κορυ­φώ­νεται, ἡ πίστη στὸν Θεὸ κλονίζεται, ἡ νέα γενιὰ αὐτοαμφισβητεῖται, ὁ πολιτισμὸς ὅπως τὸν γνωρί­ζουμε καταστρέφεται. Εἶναι δυνατὸν νὰ μὴν ἀντιδράσει ἡ Ἐκκλησία;

ΝΟΜΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ

Δὲν θὰ ἤθελα νὰ ἀσχοληθῶ στὴν παροῦσα ὁμιλία μὲ τὴ νομικὴ διάσταση τοῦ θέματος. Τὸ Ἐγκύκλιο Σημείωμα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, τὰ σχόλια καὶ οἱ εὔστοχες ἀναλυτικὲς παρεμβάσεις τῶν ἀδελφῶν Μητρο­πο­λιτῶν Λαρίσης, Πειραιῶς, Μάνης, καὶ Μεσσηνίας, ὅπως καὶ οἱ ἐπι­στημο­νικὲς δημο­σιεύσεις εἰδικῶν περὶ τὸ οἰκογενειακὸ καὶ ἀστικὸ δίκαιο νομικῶν, καθ. Ρόης Παντελίδου [32], καθ. Γεωργίου Γεωργιάδη [33], ἐναργῶς παρου­σιάζουν νομικὴ προσέγγιση ἀποδεκτὴ ἀπὸ τὴν Ἐκκλη­σία καὶ καταδεικνύουν μὲ σαφήνεια τὴ δυ­να­τότητα νομικῶν διεξόδων, προκειμένου νὰ ρυθμισθοῦν ζητήματα, χωρὶς τὴν κατ’ ἀνάγκην νομικὴ θεσμοθέτηση τοῦ γάμου μεταξὺ ἀτόμων τοῦ ἰδίου φύλου. 

Τὸ πρόβλημα δὲν εἶναι ἡ ἀδυναμία ἐξευρέσεως νομικῶν ρυθμί­σεων, ἀλλὰ ἡ ἀνυπαρξία πολιτικῆς βουλήσεως.

ΓΕΝΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ – ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ

Α. Σύμφωνα μὲ τὰ παραπάνω, ὑπάρχει μία βασικὴ ἀρχὴ ποὺ ἔχει τέσσε­ρα μέρη ἀδιαπραγμάτευτης ἰσχύος. Τὰ φύλα:

1.    Εἶναι μόνον δύο, δὲν ὑπάρχει κάτι ἄλλο διαφορετικὸ ἢ ἐνδιάμεσο, ὅπως ἐξυπονοεῖ ὁ ὅρος ΛΟΑΤΚΙ.

2.    Εἶναι μεταξύ τους διαφορετικά, ποὺ σημαίνει ὅτι ὑπάρχει σαφὴς διάκριση ἀνάμεσα στὰ δύο φύλα, ἡ ὁποία καὶ πρέπει μὲ κάθε τρόπο νὰ διατηρεῖται. Ἡ ἀσάφεια δημιουργεῖ σύγχυση καὶ ἡ σύγχυση κρίση ταυτότητας.

3.  Δὲν εἶναι μόνον διαφορετικά, ἀλλὰ εἶναι κυρίως συμπληρωματικά. Ἡ διαφορετικότητά τους δὲν ὑπάρχει ἁπλῶς γιὰ νὰ τὰ διακρίνει, ἀλλὰ ὄντας συμπληρωματικά, ὑπάρχει κυρίως γιὰ νὰ ὑπηρετεῖ τὴν ἕνωσή τους. Ἡ σωματικὴ ἕνωση ἔχει διπλὸ σκοπό∙ τὴν ἀναπαραγωγὴ τῆς ζωῆς καὶ τὴν ψυχοσωματικὴ ὁλοκλήρωση τοῦ ἀγαπητικοῦ συνδέσμου. Γιὰ τὸν λόγο αὐτόν, δὲν ἀποτελεῖ πράξη ἀλλὰ ἱερὴ σχέση, ἡ ὁποία προφανῶς καὶ πρέπει νὰ εἶναι ψυχοσωματικά ἄρτια καὶ κατὰ φύσιν.

4.    Ἡ ἀρχὴ τῆς ζωῆς καὶ συνεπῶς ἡ ἀνθρώπινη ὕπαρξη στηρίζεται στὴν ἑτεροφυλικότητα. Κάθε τι ποὺ ἀποδυναμώνει τὴ διάκριση τῶν φύλων εἶναι προσβολὴ τῆς ἱερότητας τῆς ζωῆς καὶ τοῦ ἀνθρώπου.

Β. Ἕνα ἐπιχείρημα ποὺ συχνὰ ἀκούγεται εἶναι ὅτι ἐφόσον μεταξὺ δύο ἀνθρώ­πων ὑπάρχει ἀγάπη, ἡ ἀγάπη αὐτὴ πρέπει νὰ ἐκφρασθεῖ καὶ συνεπῶς δικαιοῦνται νὰ συνάψουν σχέση γάμου, ἀκόμη καὶ δύο ἄτομα τοῦ ἰδίου φύλου, μιᾶς καὶ ὁ σκοπὸς τοῦ γάμου εἶναι ἡ διὰ τῆς ἀγάπης τελείωση. Εἶναι ὅμως ἡ ἐρωτικὴ ἕλξη ἐξ ὁρισμοῦ γνήσια ἀγάπη, μάλι­στα ἀνεξάρτητη τῶν φύλων;

Ἡ ἀγάπη ἔχει πολλὲς μορφές. Ἄλλη εἶναι ἡ ἀγάπη μεταξὺ ἀδελ­φῶν, ἄλλη μεταξὺ γνωστῶν καὶ φίλων, ἄλλη τῶν γονέων πρὸς τὰ τέκνα καὶ ἀντιστρόφως, ἄλλη ἡ ἀγάπη πρὸς ὅλους, ἀκόμη καὶ πρὸς τοὺς ἐχθρούς, ποὺ ἀναφέρει τὸ Εὐαγγέλιο. Ἡ φυσικὴ σχέση στὶς παρα­πάνω πε­ρι­­πτώσεις μπορεῖ νὰ περιλαμ­βάνει σωματικὲς ἐκδηλώσεις ἁπλῆς ἐπα­φῆς (ἐναγκα­λι­σμοὺς καὶ διακρι­τικοὺς ἀσπα­­σμούς), ἀλλὰ εἶναι ἐλεύθε­ρη ἀπὸ σεξου­αλικὲς ἐξάρσεις καὶ κινήσεις ἀμοιβαίας σωματικῆς ἑνώσεως. Δὲν ὁδηγεῖ σὲ γάμο. Στὴν Καινὴ Διαθήκη ἡ ἀγά­πη, ἐνῶ ἐκθειάζεται ὡς μείζων τῶν ἀρετῶν καὶ χρησι­μο­ποιεῖται ὡς ρῆμα ἢ οὐσιαστικὸ 315 φορές, σὲ καμμία τῶν περιπτώσεων δὲν συν­δέεται μὲ τὸ ἐρωτικὸ αἴσθημα, τὸ ὁποῖο ἀποκαλεῖται «ἐπιθυμία» [34].

Ἡ ἰδιομορφία τῆς ἐρωτι­κῆς ἕλξης εἶναι ὅτι ἀναπόφευκτα συνο­δεύεται ἀπὸ σεξουαλικὴ ἐπιθυ­μία, ἡ ὁποία βέβαια χαρακτηρίζεται ἀπὸ παρορμητι­σμὸ καὶ ἡδο­νικὸ αἴσθη­μα καὶ συνεπῶς τὸ ἐνδεχόμενο ἡ ἀγάπη νὰ νοθεύεται ἀπὸ ἀνελευθερία καὶ ἰδιοτέλεια εἶναι ὁρατό. Ὡς ἐκ τούτου ἡ σεξουαλικὴ ἱκανοποίηση δὲν μπορεῖ νὰ ἀπο­τελεῖ αὐτο­σκοπό.

Αὐτὸ ἀντισταθμίζεται, ὅταν ὁ σκοπὸς τῆς ἑνώσεως εἶναι νὰ δώσει ζωὴ σὲ ὅλες της τὶς μορφὲς καὶ ὅταν τὰ πάντα γίνονται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀληθινὴ ἀγάπη «…εἶναι ἡ ἐν Θεῷ κοινωνία τῶν ψυχῶν, ὅπως ἡ κοινωνία τῶν ἁγίων…» [35], εἶναι πάντοτε στὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, σε­βόμενη ἀσφαλῶς τὰ ἔργα Του, κορύφωση τῶν ὁποίων εἶναι ὁ ἄνθρω­πος, ὅπως ὅμως Αὐτὸς τὸν δη­μι­ούργησε. Ἡ ἀγάπη προϋποθέτει σεβα­σμὸ τῆς ἀνθρώπινης ὀντολο­γίας, ὅτι «ὁ Θεὸς ἐποί­ησεν τὸν ἄνθρωπον κατ’ εἰκόνα Θεοῦ, ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίη­σεν αὐτούς» [36]. Μέσα σὲ αὐτὸ τὸ πλαίσιο ἡ Ἐκκλησία κατανοεῖ τὸν γάμο καὶ τὸν ἀναβιβάζει σὲ μυστή­ριο. Ὁ γάμος πρέπει νὰ ἔχει τὴ δυνατότητα νὰ ἀναπα­ράγει τὴ ζωή.

Ἐὰν ἴσχυε ὅτι ἡ ἐρωτικὴ ἕλξη εἶναι ἡ κατ’ ἐξοχὴν ἔκ­φραση τῆς ἀγάπης καὶ ὡς ἐκ τούτου δικαιολογεῖ κάθε σχέση, τότε θὰ μπο­ροῦσε νὰ δικαιο­λο­γηθεῖ καὶ ἡ εὔκολη ἐναλλαγὴ συντρόφων καὶ ἔμμεσα ἡ μοιχεία, σίγουρα δὲ ἡ πολυγαμία. Ὁ ἔρωτας δὲν εἶναι πάντοτε γνήσια ἀγάπη.

Γ. Ἡ Κυβέρνηση ὑποστηρίζει ὅτι ἀποτελεῖ εὐθύνη της νὰ ἐπι­λύσει προβλήματα ποὺ ἀντιμετωπίζουν παιδιὰ τὰ ὁποῖα γεννιοῦ­νται ἐντὸς περι­βάλλοντος ὁμοφυλοφιλικῶν συμβιώσεων. Τὰ παιδιὰ ὅμως αὐτὰ εἶναι ἐλά­χιστα, προέκυψαν ἐκτὸς τῆς πατρίδος μας καὶ τὸ ὅλο πρόβλημα ἀφ’ ἑνὸς μὲν εἶναι εἰσαγόμενο, ἀφ’ ἑτέρου δὲ προκαλεῖ τεκτονικὲς ἀναστα­τώσεις στὴν κοινωνία μας, καθὼς ἔρχεται σὲ κάθετη ἀντίθεση μὲ τὸν πολιτισμό, τὴν κοινωνικὴ ἠθικὴ καὶ τὶς ἀρχές μας.

Δ. Τὸ πρόβλημα ἐμφανίζεται ἀρκετὰ δύσκολο, ὄχι ἐξ αἰτίας τῆς ἀντικειμενικὰ ὑφιστάμενης ἀνάγκης, ποὺ πρέπει κάπως νὰ ρυθμισθεῖ, ἀλλὰ λόγω τῆς ἔντονης φόρτισης ποὺ τὸ συνοδεύει. Ἡ Κυβέρνηση θέλει νὰ τὸ ἐπιβάλει μὲ κάθε τρόπο. Γι’ αὐτὸ καὶ μεθοδευμένα προ­βάλλει μία σχετικὴ ἰδεολογία ποὺ προφασίζεται καὶ ἠθικοὺς λόγους, ὅπως τὴν προάσπιση ἀτομι­κῶν δικαιωμάτων, τὰ ὁποῖα γίνονται διε­θνῶς ἀποδεκτά. Κάθε ἕνας ποὺ δὲν ἀποδέ­χεται τὴ μεθόδευση καὶ ἀντιδρᾶ στὴν ἐπιβολὴ τῶν μέτρων στιγματί­ζεται ὡς ἀντιδραστικός. Αὐτὸ ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα νὰ παρουσιάζεται ἡ Κυβέρνηση ὡς ἠθικὰ εὐαίσθητη καὶ ἡ Ἐκκλησία ὡς ἐθελοτυφλοῦσα ἔναντι τῶν δῆθεν πιεστικῶν προβλημάτων τῶν δύστυχων αὐτῶν παιδιῶν. 

Ε. Τελικά, ἀπευθυνόμαστε σὲ μία κοινωνία, κυρίως νέων, οἱ ὁποῖοι ἀντιδρῶντας ἔντονα στὰ παραδοσιακὰ στερεότυπα, τὰ ἔχουν ἀντικαταστή­σει μὲ ἄλλα στερεότυπα καὶ προκαταλήψεις ὑπὸ τὸ κά­λυμμα τῆς πολιτικῆς ὀρθότητας. Πρέπει νὰ καταλάβουμε ὅτι δὲν μᾶς καταλαβαίνουν.

Αὐτό, παρὰ τὸ ὅτι δυσκολεύει τὴν ἐπικοινωνία μας, δὲν μᾶς ἐμπο­δίζει, ἀλλὰ μᾶς ἐπιβάλλει νὰ μιλήσουμε μὲ σωστὸ τρόπο, μὲ λογικὴ ἐπιχειρη­μα­τολογία, τεκμηριωμένα, μὲ κατανόηση, μὲ εὐγένεια, μὲ ἔμπνευση, μὲ πληρό­τητα χριστιανικοῦ ἤθους καὶ φρονήματος, ἀλλὰ καὶ μὲ μαχη­τικό­τητα. Ὁ λόγος μας ὡς Ἐκκλησίας πρέπει νὰ εἶναι προ­φητικός, ἀνεξάρτητα ἀπὸ ἐὰν μᾶς ἀποδέχονται ἢ ὄχι. Οἱ προφῆτες δὲν εἰσακούσθηκαν, μᾶλλον ἐδιώχθη­σαν. Ὄμως ὅλοι ἐπιβεβαιώθηκαν.

ΣΤ. Πρόταση μας δὲν εἶναι νὰ ἐγκαταλειφθοῦν τὰ παιδιὰ στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ νὰ βρεθοῦν λύσεις ποὺ νὰ μὴν προσβάλλουν τὸν θεσμὸ τῆς οἰκογένειας καὶ τοῦ γάμου. Τὸ πρόβλημα δὲν εἶναι ὅτι δὲν ὑπάρχουν λύσεις καὶ δυνατότητα νομικῶν ρυθμίσεων πρὸς αὐτὴν τὴν κατεύθυνση, οὔτε καὶ ἡ ἔλλειψη ἐπιχειρημάτων ἀπὸ τὴν ἐκκλησια­στικὴ πλευρά. Τὸ πρόβλημα ἀνα­δεικνύεται καὶ μεγενθύνεται ἀπὸ τὴν ἔλλειψη πολιτικῆς βούλησης καὶ τὴν πληθώρα παραπλανητικων δικαι­ο­λογιῶν ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῆς Κυβέρ­νησης.

Γιὰ παράδειγμα ἡ Κυβέρνηση ἐπιμένει στὴ λεγόμενη τεκνοθεσία αὐτῶν τῶν παιδιῶν. Εἶναι ὅμως τόσα λίγα τὰ παιδιὰ ὁμοφυλόφιλων καὶ πολὺ λιγότερα αὐτὰ ποὺ ἐνδεχομένως θὰ ὀρφανέψουν. Ἡ ἄποψη ποὺ ἐξέφρασε ἡ Ἱερὰ Σύνοδος ὅτι τὰ παιδιὰ δὲν εἶναι «κατοικίδια ζῶα συντροφιᾶς» ἢ «ἀξεσουάρ» δὲν εἶναι ἀστεῖο λογοπαίγνιο. Σύμφωνα μὲ ἐπίσημα στοιχεῖα τοῦ Ὑπουργείου Ἐργασίας [37] τὸ 2021 ὑπῆρχαν 73 δια­θέσιμα παιδιὰ πρὸς υἱοθεσία καὶ ἐκκρεμοῦσαν 825 αἰτήσεις γιὰ υἱο­θεσία. Συνεπῶς δὲν ἔχουμε παιδιὰ γιὰ τὰ ὁποῖα δὲν ὑπάρ­χουν οἰκο­γένειες νὰ τὰ υἱοθετήσουν.  Δυστυ­χῶς, τὸ ἐπιχείρημα τῶν παιδιῶν τὰ ἐργαλειοποιεῖ καὶ ἐμποδίζει νὰ δια­κρίνουμε τὴν ἀλήθεια.

 Ἐκτὸς τούτου, ὅπως ἀναφέρει ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μεσ­σηνίας κ. Χρυσόστομος «Τὰ ἑτερόφυλα ζευγάρια γιὰ νὰ υἱοθετή­σουν παιδὶ περνοῦν ἀπὸ ψυχολογικὴ εξέταση. Αὐτὸ δὲν σημαίνει κάτι; Δὲν βλέπουν ὅτι ἐπιστημονικὰ δὲν μπορεῖ νὰ γίνει υἱοθεσία μεταξὺ ὁμόφυλων ζευγαριῶν; ἀφήνω τὸν κοινωνικὸ ἀντίκτυπο στὴν ἄκρη...».

Ζ. Τὸ πρόβλημα τῶν παιδιῶν ποὺ μεγαλώνουν σὲ τέτοιο περι­βάλλον εἶναι μεγαλύτερο ποὺ γεννήθηκαν ἀπὸ ὅταν καὶ ἂν ὀρφα­νεύσουν. Τοῦτο, διότι δὲν εἶναι ὅτι δὲν ἔχουν πατέρα ἢ μητέρα, ἀλλὰ ὅτι ἔχουν ἀντὶ γιὰ μητέρα πατέρα καὶ ἀντὶ γιὰ πατέρα μητέρα. Ἡ σύχ­γυση εἶναι προφανής. Ἡ μονο­γονεϊκὴ οἰκογένεια προκαλεῖ στέρηση ἀλλὰ ὄχι σύγχυση. Ἡ ὁμοφυλο­φιλικὴ προξενεῖ καὶ τὰ δύο.

Παρὰ ταῦτα, τὸ θέμα δὲν εἶναι τόσο ἡ τεκνοθεσία, ἀφοῦ πρὸς τὸ παρὸν ἀφορᾶ ἐλάχιστα παιδιά. Αὐτὰ δὲ ποὺ ἐνδεχομένως θὰ χάσουν τὴ φυσικὴ ἢ τὴ νόμιμη μητέρα τους καὶ πρέπει κάποιος νὰ τὰ ἀναδεχθεῖ εἶναι ἐλάχιστα.

Τὸ θέμα εἶναι κυρίως ὁ γάμος. Αὐτὸς θὰ αὐξήσει καὶ τὶς παρὰ φύσιν αὐτὲς σχέσεις, θὰ αὐξήσει τὰ ἄτομα ποὺ ἐμφανίζονται μὲ σύγχυση ταυτό­τητος φύλου καὶ θὰ αὐξήσει τὸν ἀριθμὸ τῶν δύστυχων αὐτῶν παιδιῶν ποὺ γεννιοῦνται κάτω ἀπὸ τέτοιες ἀφύσικες συνθῆκες. Μεγαλύτερο ἀπὸ τὸ πρό­βλημα τῆς ὀρφάνιας, ὅτι τὸ παιδὶ θὰ χάσει τὸν βιολογικό του γονέα, εἶναι ὅτι μεγαλώνει ἀφύσικα μὲ δυὸ γονεῖς τοῦ ἴδιου φύλου. Πρέπει πάσῃ θυσίᾳ νὰ προληφοῦν οἱ γεννήσεις τέτοιων παιδιῶν. Καὶ ἀντὶ αὐτὸ νὰ ἐπιδιώξει ὁ νόμος, ἐπιτυγχάνει τὸ ἀντίθετο.

Η. Τελικά, ὑπάρχει τὸ ἑξῆς παράδοξο. Αὐτὸ ποὺ μέχρι τώρα γνω­ρίζαμε ἀπὸ τὴν Κοινότητα ΛΟΑΤΚΙ ἦταν ἡ ἀπέχθεια πρὸς τὴν οἰκο­γένεια, τὸν γάμο, τὰ παιδιά, τοὺς θεσμούς, τὴν Ἐκκκλησία. Καὶ τώρα ζητοῦν τὴν προστασία τοῦ Κράτους γι’ αὐτὰ ποὺ ἡ ἰδεολογία καὶ ἡ πρακτική τους πολεμοῦσε. Δὲν τὰ ζητοῦν ἐπειδὴ ἄλλαξαν γνώμη, ἀλλὰ γιὰ νὰ τὰ παρα­μορφώσουν κατὰ τὸ δοκοῦν.  Καὶ ἡ Κυβέρνηση συναινεῖ καὶ ἐξαγγέλλει… τὸ θαῦμα! Ἡ κραυγὴ ἀπορίας τοῦ Ἀπο­στόλου Παύλου γιὰ τὴ συμπεριφορὰ τῶν Γαλατῶν, ἐκράζεται καὶ ἀπὸ ἐμᾶς γιὰ τὴν ἀνεξήγητη ἐπιμονὴ καὶ στάση τῆς Κυβέρνησης: «Ὦ ἀνόητοι  Γαλάται, τίς ὑμᾶς ἐβάσκανε τῇ ἀληθείᾳ μὴ πείθε­σθαι» [38]!

Θ. Ὁ Πρωθυπουργὸς ὁμολόγησε δημόσια ὅτι ἡ ψήφιση τοῦ νομο­σχεδίου ἐπαφίεται στὴ συνείδηση τῶν βουλευτῶν καὶ γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν δὲν θέτει θέμα κομματικῆς πειθαρχίας. Θέμα συνείδησης ὅμως, σημαίνει ὅτι εἶναι ἀξιακὸ καὶ ἰδεολογικό. Στὴν πράξη αὐτὸ ποὺ βλέ­πουμε προκλη­τικῶς νὰ προτάσσεται τῆς ἠθικῆς συνείδησης εἶναι ἡ πολιτικὴ συνείδηση, δηλαδὴ ἡ ἀνάγκη διατήρησης τῆς ἑνότητας τῆς παράταξης. Ἂν εἶναι δυνατόν!

Γιὰ τὴν Ἐκκλησία τὸ θέμα δὲν εἶναι ἡ προστασία τῆς δικῆς της τυπικῆς παράδοσης (ἔτσι ἔμαθε νὰ λέει καὶ νὰ κάνει), ἀλλὰ τῆς βαθειᾶς συνείδησης τῆς πίστεως. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν οὔτε πιέσεις ἄνωθεν ἀσκοῦνται στοὺς Μητροπολίτες, οὔτε ἐκκλη­σιαστικὴ πειθαρ­χία χρειάζεται, οὔτε διαρροὲς ὑπάρχουν, οὔτε ἡ ὁμοφωνία  κινδυνεύει, οὔτε βέβαια ὀργανωμένα «φροντι­στήρια» γίνονται. Μακάρι τὰ μέλη τῆς Κυβέρνησης νὰ εἶχαν λίγη ἀπὸ τὴν ἐλευθερία συνεί­­δησης τῶν μελῶν τῆς Ἱεραρχίας μας! Πόσο διαφορετικὸ θὰ ἦταν τὸ ἀποτέλεσμα! Πόση διαφορετικὴ ἡ κοινωνία! 

Τὸ ὅλο θέμα εἶναι θέμα κοινῆς λογικῆς καὶ προσωπικῆς καὶ κοινω­νικῆς ἠθικῆς. Ἐξ αὐτοῦ πηγάζει καὶ ἡ ποιμαντική μας εὐθύνη καὶ ἡ εὐθύνη τοῦ λόγου. Ἡ Ἐκλησία ἀσφαλῶς καὶ δὲν νομοθετεῖ. Οὔτε καὶ θὰ ἤθελε. Ἔχει τοὺς νόμους της καὶ εἶναι διαχρονικοί, αἰώνιοι καὶ θεόσδοτοι. Δὲν νομοθετεῖ, καὶ γι’ αὐτὸ δὲν φέρει εὐθύνη. Φέρει ὅμως βαρύτατη εὐθύνη μόνον ἐὰν σιωπήσει. Καὶ δὲν πρέπει νὰ τὸ κάνει. Πρέπει νὰ φωνάξει καὶ δυνατά.

Ι. Ὅπως ὑπαινίχθην προηγουμένως, ἡ στάση τῆς Ἐκκλησίας παρου­σιάζεται ὡς ἀφιλάνθρωπη καὶ ἀνάλγητη ἔναντι τῶν δῆθεν πιεστι­κῶν προ­βλη­μάτων τῶν δύστυχων αὐτῶν ὁμάδων καὶ ὡς ἐντελῶς ἀσυνεπὴς ἔναντι τῆς εὐαγγελικῆς διδασκαλίας της περὶ ἀγάπης.

Παίρνω ἕνα ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν κατακλεῖδα τῆς ὑπέροχης, ἐμπερι­στατωμένης, συστηματικῆς καὶ περιεκτικῆς παρέμβασης τοῦ Σεβα­σμιω­τάτου Μητροπολίτου Γουμενίσσης κ. Δημητρίου, ποὺ βιωμα­τικὰ ἐκφράζει τὸ πῶς ζεῖ ἡ Ἐκκλησία τὴν πρόκληση τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν ἁμαρτάνοντα καὶ τοῦ μίσους ἔναντι τῆς ἁμαρτίας, τὸ ὁποῖο καὶ παραθέτω:

«Ἡ Ἐκκλησία ΑΠΟΔΕΧΕΤΑΙ τοὺς μετανοιωμένους γιὰ κάθε πάθος, γιὰ κάθε πτώση. ΔΕΝ στιγματίζει. ΔΕΝ στοχοποιεῖ. ΔΕΝ καταδικάζει. ΟΜΩΣ, ΔΕΝ συμβιβάζεται μὲ τὴν παθολογία. Υἱοθετεῖ τὸν ἄνθρωπο στὴν προοπτικὴ τῆς μετάνοιας, τῆς ὀντολογικῆς φυσικότητας καὶ κυρίως τῆς σωτηρίας. ΔΕΝ υἱοθετεῖ τὰ πάθη τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ συμβιβασμὸς θὰ ἦταν σὰν ὁ γιατρὸς νὰ ὀνοματίσει τὸν καρκίνο ὅτι εἶναι φυσιολογικὴ κατάσταση ὑγείας… Ὁ Θεὸς ἔσωσε τὴν πόρνη, τὸν ληστή, τὸν τελώνη, τὸν ἄσωτο υἱό, σὰν ἀνθρώπους, ὄχι σὰν παθιασμένους ἀνθρώπους… ΔΕΝ γίνεται λοιπὸν ἡ Ἐκκλησία ―ὡς σῶμα Χριστοῦ― νὰ ἐνεργεῖ διαφορετικά. ΔΕΝ εἶναι χῶρος πανδημίας τῶν παθῶν».

ΣΧΟΛΙΟ ΣΤΟΥΣ ΧΕΙΡΙΣΜΟΥΣ  ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ

Α. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἡ πίεση ποὺ ἀσκεῖται μὲ τὴν πανδημία τῆς ἔμφυλης ἰδεολογίας εἶναι τεράστια σὲ παγκόσμιο ἐπίπεδο. Μὲ ὅλη αὐτὴ τὴν προπα­γανδιστικὴ  διάχυση τῆς σχετικῆς πληροφορίας οὔτε νὰ ξεχωρίσει ἡ ἀλήθεια ἀπὸ τὸ ψέμμα εἶναι ἐφικτό, οὔτε νὰ σκεφθεῖ κανεὶς καὶ νὰ κρίνει ἐλεύθερα εἶναι δυνατό, οὔτε καὶ οἱ κυβερνήσεις νὰ ἀξιολογήσουν καὶ νὰ ἀπο­φασίσουν ἀνεπηρέαστες εἶναι εὔκολο. Ἡ πίεση τῆς περιρρέουσας ἀτμό­σφαιρας εἶναι ἀσφυκτική, τόσο ποὺ προκειμένου νὰ προχωρήσουν οἱ κυβερνήσεις σὲ κάποιες νομο­θετικὲς ρυθμίσεις καὶ προσαρμογὲς δὲν χρειά­ζονται ὁδηγίες ἀπὸ τὴν Εὐρω­παϊκὴ Ἕνωση. Ἡ πίεση τῶν συνθηκῶν ἀρκεῖ.

  Συνεπῶς, δὲν εἶναι εὔκολο ὑπὸ τὶς παροῦσες συνθῆκες ἡ Κυβέρ­νηση νὰ ταυτίσει τὶς ἐπιλογές της μὲ τὶς ἀρχὲς τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι ὅμως ἐπιβε­βλημένο νὰ σεβαστεῖ τὴν ἰδιοπροσωπία τοῦ λαοῦ μας, τὴν ἱστορία, τὶς παραδόσεις, τὸν πολιτισμό μας, τὴν Ἐκκλησία. Δὲν τὸ κάνει. Ἐδῶ εἶναι τὸ πρόβλημα. Οἱ κυβερνήσεις ποὺ ἔχει ἀνάγκη ὁ τόπος δὲν εἶναι γιὰ τὰ εὔκολα, εἶναι γιὰ τὰ δύσκολα, ἀλλὰ ἀληθινὰ καὶ συνετά.

Β. Τὸ ἐρώτημα ποὺ αἱωρεῖται ἀναπάντητο εἶναι τελικά, ποιός ὁ λόγος αὐτῆς τῆς ἀπόφασης; Ποιά ἡ ἀνάγκη; πόσους ἀφορᾶ ἄμεσα;  Πόσες τελικὰ εἶναι αὐτὲς οἱ περιπτώσεις ποὺ χρήζουν νομοθετικὴ θεραπεία; Γιατί τόση σπουδή;

Θὰ μποροῦσαν ἐνδεχομένως οἱ κυβερνητικοὶ νὰ προχωρήσουν ἀνεχό­μενοι τὴν κατά­σταση, συρόμενοι σὲ λύσεις ποὺ κάπως τοὺς ἐπι­βάλλονται ἢ καὶ νὰ περιμένουν. Ἀντίθετα, αὐτοὶ διακηρύσσουν τὴν πολιτική τους μὲ ἐνθου­σιασμό. Βιάζονται. Ἔχουν στρατηγικὸ σχεδια­σμό καὶ καυχῶνται.

Γ. Τὸ πρόβλημα λοιπὸν δὲν εἶναι ὅτι ψηφίζουν τὸ νομοσχέδιο, ἀλλὰ ὅτι τὸ ὑποστηρίζουν καὶ τὸ προβάλλουν ὡς πρόοδο. Εἶναι ὅτι, ἐνῶ ἀντι­λαμβά­νονται ὅτι ἡ συνείδηση τῶν βουλευτῶν τους, τὴν ὁποία ἐπικαλοῦνται, εἶναι ἀντίθετη, προχωροῦν μὲ κάθε μέσο βιάζοντάς της. Εἶναι ὅτι οἱ δύο-τρεῖς μὴ θεσμικοὶ σύμβουλοι τοῦ πρωθυπουργοῦ ἐπι­βάλλουν τὶς ἐπιλογές τους στὴν πλειοψηφία τῶν ἐκλεγμένων ἀπὸ τὸν λαὸ βουλευτῶν τῆς Κυβέρνησης. Εἶναι ὅτι ἡ Κυβέρνηση μᾶς λέει τὶ εἶναι καὶ τὶ δὲν εἶναι ἁμαρτία, καταργῶντας στὴν οὐσία τὴν Ἐκκλησία, ἐνῶ στὰ λόγια διακηρύσσει ὅτι τὴ σέβεται. Αὐτὸ ποὺ ἡ Ἐκκκλησία ὡς ἁρμόδια μπορεῖ νὰ πεῖ εἶναι ὅτι μεγαλύτερη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία αὐτῶν ποὺ ἔχουν τὸ πρόβλημα εἶναι ἡ ἁμαρτία αὐτῶν ποὺ τὸ δημιουργοῦν νομοθετῶντάς το καὶ τὸ πολλαπλασιάζουν. Κάτι παραπάνω γνωρίζει γιὰ τὸ τὶ εἶναι ἁμαρτία ὁ Ἀπό­στολος Παῦλος ἀπὸ τὸν Κυβερνητικὸ Ἐκπρόσωπο!

Δ. Στὸ σημεῖο αὐτὸ θὰ ἤθελα νὰ ἀναφερθῶ σὲ αὐτὸ ποὺ πρόσφατα δήλωσε ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Λαρίσης κ. Ἱερώ­νυμος ὅτι «ὅποιος ἀψηφᾶ τὶς παρακαταθῆκες τῆς Ἐκκλησίας κάνει κακὸ στὴν κοινωνία». Αὐτὸ γιατὶ ἡ Ἐκκλησία, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τῆς θείας χάριτος, ἔχει καὶ τὴν μακροχρόνια ἐμπειρία τῆς ζωῆς, μάλι­στα, ἂς μοῦ ἐπιτραπεῖ νὰ πῶ, πολὺ μεγαλύτερη ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τῆς κάθε Κυβέρνησης, ποὺ ἐνῶ εἶναι προσω­ρινή καυ­χᾶται ὅτι ἡ ὀπτική της εἶναι ἀναγκαστικὰ εὐρύτερη. Εἶναι ἁπλό. Κάνουν λάθος. Εἶναι ἀνα­γκαστικὰ ἀσύγκριτα στενότερη, μυωπική. Γιατί, ἐνῶ νομοθετοῦν, ἀγνοοῦν τὸν ἄνθρωπο. Δείχνουν νὰ μὴν τὸν σέβονται.

Ε. Ἀντιθετα, ἡ διαχρονικὴ ἀποστολὴ τῆς Ἐκκλησίας ἦταν, εἶναι καὶ θὰ εἶναι νὰ ἀναδεικνύει καὶ νὰ προστατεύει τὴν ἀξία τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία βασίζεται στὴν ἠθικὴ καὶ αὐτὴ στοὺς φυσικοὺς ὅρους. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι Πανεπιστήμιο ἀνθρωπολογίας. Ἕνα ξεφύλλισμα τοῦ Εὐαγγελίου, μιὰ ματιὰ στὴ Φιλοκαλία, λίγες σελίδες ἀπὸ τὰ συναξάρια, ἀρκοῦν νὰ τὸ ἀντι­ληφθεῖ κανείς. Ἡ πολιτεία ἔχει εὐθύνη κυρίως νὰ προστατεύσει τὴν ἀξιο­πρέπεια τοῦ ἀνθρώπου. Ὅταν καταρρέει ἡ ἀξία καταργεῖται καὶ ἡ ἀξιο­πρέπεια. Καὶ τότε ἀποτυγχάνει ἡ Κυβερνητικὴ πολιτικὴ καὶ τὴν πληρώνει ἡ κοινωνία.

ΚΑΤΑΛΗΚΤΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ

Α. Σὲ τελικὴ ἀνάλυση τὸ θέμα εἶναι ψυχοκοινωνικὸ καὶ τὸ ὅλο πρόβλημα ξεκινάει ἀπὸ τὸ ὅτι ἀποξενώνεται ἡ σεξουα­λικότητα ἀπὸ τὴν βιολογικὴ ταυτότητα καὶ ἀπὸ τὸ ὅτι ταυτίζεται ἡ ἀγάπη μὲ τὴν σεξουαλικὴ ἕλξη. Ἡ ἐπικρατοῦσα τάση εἶναι νὰ ὑποταχθεῖ ἀκόμη καὶ ἡ φυσιολογία στὴν «πολι­τικὴ ὀρθότητα», τὸ τὶ εἶναι ἕνας ἄνθρωπος στὸ πῶς θὰ ἤθελε νὰ εἶναι ἢ στὸ πῶς θέλουμε νὰ τὸν καταντήσουμε. Τὴν ἀρχὴ τῆς συμ­πληρωματικό­τητας τὴν ἀντι­κατέ­στησε τὸ δόγμα τῆς συμπεριλη­πτικότητας καὶ τὴν ἀξία τῆς ἐλευ­θερίας ὁ νόμος τοῦ δικαιωματισμοῦ.

Β. Ἀντὶ ἡ σύγχρονη κοινωνικὴ ἀντίληψη νὰ προσπαθεῖ νὰ δικαιο­λογήσει τὰ πάντα καὶ ἔνοχα νὰ ὑποστηρίζει τὸ φαινόμενο αὐτῆς τῆς ψυχο­σωματι­κῆς δυσαρμονίας ἢ νομικὰ νὰ δώσει διέξοδο σὲ κάθε ἀφύ­σικη, ἀλόγιστη καὶ νοσηρὴ ἐπιθυμία ἢ καὶ νὰ ἀναπτύξει ἀντί­στοιχες τεχνολογίες, θὰ ἔπρεπε φιλάνθρωπα νὰ τὸ ἀναγνωρίσει ὡς πρόβλημα καὶ νὰ ἀγωνιστεῖ μὲ ὅλα τὰ μέσα ποὺ διαθέτει, πνευ­μα­τικά, ψυχο­λογικά, νὰ τὸ θερα­πεύσει, ὥστε ὅσοι ἐπιθυμοῦν νὰ μποροῦν νὰ βοη­θηθοῦν. Ὅταν ἡ ψυχὴ δὲν ἐναρμο­νίζεται μὲ τὸ σῶμα, τότε ἡ ψυχιατρικὴ ἀντί, ἀποκλείοντας τὴν παρέκκλιση ἀπὸ τὴ φυσικὴ ὁδὸ ὡς ψυχικὴ δια­ταραχή, νὰ καταθέσει τὰ ὅπλα, θὰ ἔπρεπε νὰ τὰ ἀξιο­ποιήσει. Καὶ ἀντὶ νὰ ποινικοποιηθοῦν οἱ «θερα­­πεῖες μεταστρο­φῆς», θὰ ἔπρεπε νὰ ἀνα­πτυ­χθοῦν θεραπεῖες ἐπιστρο­φῆς σὲ αὐτὸ ποὺ ὁ κάθε ἄνθρω­πος στὴ φύση του εἶναι, ἀλλὰ δυστυχῶς κάποιοι δυσκολεύονται νὰ βιώσουν.

Γ. Ἀπὸ τότε ποὺ ἡ ψυχιατρικὴ διέγραψε τὴν ὁμοφυλοφιλία ἀπὸ τὴ λίστα τῶν ψυχικῶν διαταραχῶν, παραιτήθηκε ἀπὸ τὴ σχετικὴ ἔρευ­να καὶ ἔμειναν τὰ δύστυχα αὐτὰ ἄτομα ἀβοήθητα μὲ μοναδικὴ συντρο­φιὰ τὴν ἐλπίδα σὲ μιὰ βολικὴ νομοθεσία καὶ τὴ διεκδίκηση δικαιω­μάτων μὲ παρε­λάσεις αὐτοεξευ­τελισμοῦ καὶ ντροπῆς.

Τὸ μεγαλύτερο λάθος μας ὡς Ἐκκλησίας θὰ ἦταν νὰ δεχθοῦμε ὅτι ἡ ὁμοφυλοφιλικὴ πράξη, ἐκτὸς ἀπὸ ψυχικὴ διαταραχή, δὲν εἶναι καὶ ἁμαρτία. Τὰ πρόσωπα αὐτά, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἐλπίδα τῆς ψυχιατρικῆς θεραπείας, θὰ εἶχαν χάσει ὁριστικὰ καὶ τὴ σωτήρια διάθεση μετανοίας καὶ τὴν ἀναζήτηση τῆς παρηγορίας τοῦ θείου ἐλέους γιὰ τὶς δικές τους ἐκτροπές. Ἡ ὁμοφυ­λο­φιλία εἶναι μία ἀσθένεια ποὺ τὴ γέννησε ἡ διάχυτη κοινωνικὴ ἁμαρτία καὶ μπορεῖ ἀσφαλῶς νὰ τὴ θεραπεύσει ἡ Ἐκκλησία. Μαζὶ μὲ ὅλες τίς μεγάλες δικές μας ἁμαρτίες, μπορεῖ νὰ ἀγκαλιάσει θεραπευτικὰ καὶ αὐτήν.

Δ. Τελικά, ἡ ἐξίσωση τοῦ γάμου μεταξὺ ἀτόμων τοῦ ἰδίου φύλου μὲ τὸν ἱερὸ θεσμὸ τοῦ γάμου, ὅπως τὸν γνωρίζει ἡ ἀνθρώπινη φύση καὶ τὸν ἀναγνωρίζει ἡ Ἐκκλησία, θὰ μονιμοποιήσει τὴν παρὰ φύσιν ἐκτροπή, θὰ συμβάλει στὴν μετάδοση καὶ τὸν πολλαπλασιασμό της μὲ  καταστροφικὲς συνέπειες γιὰ τὴν ἀνθρώ­πινη ζωὴ καὶ τὴν κοινω­νία. Καὶ τὴν αἰτία της δὲν θὰ πρέπει νὰ τὴν ψάξουμε σὲ νευρο­φυσιολογικὰ αἴτια.

Ἡ κρίση εἶναι πνευματική. Καὶ δυστυχῶς πολὺ βαθειά. 

Ἡ εὐθύνη μας ὡς Ἐκκλησίας νὰ καταδείξουμε τὸ πρόβλημα καὶ νὰ ἀντιδράσουμε εἶναι μεγάλη. Ἡ ἀντίδρασή μας πρέπει νὰ εἶναι δυναμική. Ἁπλᾶ πρέπει νὰ εἴμαστε καὶ προσεκτικοί. Ὁ λόγος μας πρέπει νὰ συνδυάζει τὴν προφητικὴ δύναμη τῆς αἰώνιας καὶ σώζου­σας ἀλήθειας μὲ τὴ διακρι­τικὴ κατανόηση τῆς πραγματικότητας καὶ τῶν ἀδυναμιῶν τῆς ἀνθρώπινης φύσεως.



[1] Ὁμιλία στὴν Ἔκτακτη Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, 23 Ἰανουαρίου 2024.

[2] Ἐπίσης: κοινωνικό φύλο, binary, genderqueer, androgynous, gender nonconforming, τρανς «μετάβαση», πανσέξουαλ, πολυσέξουαλ, coming out, «ἑτεροκανονικότητα», τρανσοφοβία κ.ἄ.

[3] Μόλις πρόσφατα, στὶς 18.12.2023, ὁ Πάπας Φραγκίσκος ἔδωσε τὴ συγκατάθεσή του στὸ νὰ μποροῦν οἱ καθολικοὶ ἱερεῖς νὰ εὐλογοῦν ὁμόφυλα ζευγάρια, δίνοντας εὐλογία «ὑπὲρ τῆς ὑγείας, τῆς ἀλληλοβοηθείας, τῆς συμπαράστασης καὶ τῆς ψυχικῆς γαλήνης», χωρὶς ὅμως νὰ ἐπιτρέπεται νὰ τελοῦν θρησκευτικὲς τελετές, τέτοιες ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ δημιουργήσουν σύγχυση μὲ τὴν τελετὴ τοῦ γάμου, https://www.cnn.gr/kosmos/.

      Pope says Roman Catholic priests can bless same-sex couples, https://www.bbc.com/news

[4] Δὲν ὑπάρχει καμμία ἐκ τῶν 50 πολιτειῶν τῶν ΗΠΑ στὴν ὁποία νὰ μὴν ἔχουν τὰ τελευταῖα χρόνια ἐκλεγεῖ σὲ κάποια πολιτικὴ θέση ἀνοιχτὰ δηλωμένοι ὁμοφυλόφιλοι, εἰς δὲ τὶς 48 ἐκ τῶν 50 ἔχουν ἐκλεγεῖ ἀπὸ τὴν κοινότητα LGBT εἴτε γερουσιαστὲς εἴτε μέλη τοῦ κοινοβουλίου εἴτε καὶ τὰ δύο, ἐνῶ σὲ τρεῖς ἀπὸ τὶς δέκα μεγαλύτερες σὲ πληθυσμὸ πόλεις τῶν ΗΠΑ (Chicago, San Diego, Houston) ἔχουν ἐκλεγεῖ καὶ δήμαρχοι (Βλ. List of first openly LGBT politicians in the United States (en.m.wikipedia.org).
   Στὴν Εὐρώπη ὑπάρχουν καὶ σὲ ἀνώτερο ἐπίπεδο, πρόεδροι, πρωθυπουργοί κ.λπ., ὅπως ὁ πρωθυπουργὸς τοῦ Λουξεμβούργου καὶ μόλις πρόσφατα (31.5.2023) ὁ πρόεδρος τῆς Λετονίας καὶ ὁ πρωθυπουργὸς τῆς Γαλλίας (9.1.2024). Στὴ Σερβία καθυστεροῦσαν οἱ ἐνταξιακὲς διαπραγματεύσεις, ἐπειδὴ ἡ Κυβέρ­νηση ἀπαγόρευσε τὴν «παρέλαση ὑπερη­φανείας» στὸ Βελιγράδι (Βλ. Δήλωση τοῦ πρώην ἐπικεφαλῆς τῆς ἀντιπροσωπείας τῆς ΕΕ στὴ Σερβία Vensan Dežer, Antivirus, https://avmag.gr/ 8.9.2013). Μόλις ἐπετρά­πει τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 2014 ξεκίνησαν, τὸ δὲ ἐντυπωσιακὸ εἶναι ὅτι τὸ 2017 διορίσθηκε πρωθυ­πουργὸς γνωστὴ λεσβία ἀκτιβίστρια (ἡ Ana Brnabic), ἡ ὁποία μάλιστα ἀπέκτησε καὶ τέκνο τὸν Φεβρουάριο τοῦ 2019!
        Γιὰ τὰ ἐν Ἑλλάδι συμβαίνοντα παρέλκει κάθε σχολιασμός.

[5]
Ἐπὶ συνόλου 705 μελῶν τοῦ Εὐρωκοινοβουλίου, 17.1.2024, https://www.bvoltaire.fr

[6] Μητροπολίτου Ἀργολίδος Νεκταρίου, Ένα ἀπέ­ραντο φρενοκομεῖο, 18.1.2024, https://www.argolidaportal.gr

[7] Ὁ ὅρος καθαρὰ ἑλληνικός (μο- (ἴδιος) καὶ φοβία), πρωτοεισήχθη ἀπὸ τὴν ἀγγλικὴ γλῶσσα (homophobia) τὸ 1969 ἀπὸ τὸν George Weinberg καὶ ἔγινε γνωστὸς μὲ τὸ βιβλίο του Society and the Healthy Homosexual (1971).

[8] https://el.wikipedia.org, https://www.psychology.gr/sexualikotita

[9] Οἱ εὐρωπαϊκὲς χῶρες ποὺ ἐπιτρέπεται εἶναι οἱ ἑξῆς: Ὁλλανδία (2001), Βέλγιο (2003), Ἱσπανία (2005), Σουηδία (2009), Νορβηγία (2009), Φινλανδία (2010), Πορτογαλία (2010), Δανία (2012), Γαλλία (2013), Ἰρλανδία (2015), Λουξεμβοῦργο (2015), Γερμανία (2017), Μάλτα (2017), Αὐστρία (2019), Ἡνωμένο Βασίλειο (2014/2020), Σλοβενία (2022), Ἑλβετία (2022), Ἐσθονία (2023)

Οἱ χῶρες στὸ κόσμο ποὺ ἐπιτρέπουν τὸν γάμο ὁμόφυλων ζευγαριῶν:

Καναδάς (2005), Νότια Ἀφρική (2006), Ἀργεντινή (2010), Ἰσλανδία (2010), Βραζιλία (2013), Οὐρουγουάη (2013), Νέα Ζηλανδία (2013), Ἡνωμένες Πολιτεῖες (2015), Κολομβία (2016), Αὐστραλία (2017), Ταϊβάν (2019), Ἐκουαδόρ (2019), Κόστα Ρίκα (2020), Χιλή (2022), Μεξικό (2022), Κούβα (2022), Ἀνδόρα (2023)

[10] Συνέντευξη κ. Ἄδωνι Γεωργιάδη στὸν Σκάι, Σα 20.1.2024.

[11] https://www.hometest.gr

[12] Αὐτ. στ. 19-20.

[13] «ἁγίασον ἡμῶν τὰς ψυχὰς καὶ τὰ σώματα» (Θ. Λειτουργία Χρυσοστόμου, Εὐχὴ Τρισαγίου ὕμνου).

[14] Α΄ Κορ. στ΄ 19.

[15] Αὐτ. στ. 15.

[16] Ἐφεσ. ε΄ 31.

[17] Φιλιπ. β΄ 2, α΄ 27.

[18] Α΄ Κορ. ιγ΄ 7, 8.

[19] Ἐφες. ε΄ 32

[20] Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, Ἔπη θεολογικὰ-ἠθικὰ Γ΄, Προς παρθένους παραινετικός, ΒΕΠΕΣ 61,101.

[21] Ρωμ. ιστ΄ 4.

[22] «Γεν. α΄ 26

[23] Ρωμ. α΄ 20-32

[24] «πεπληρωμένους, ἀδικίᾳ, πορνείᾳ, πονηρίᾳ, πλε­ονεξίᾳ, κακίᾳ, μεστοὺς φθόνου, φόνου, ἔριδος, δόλου, κακοηθείας, ψιθυριστάς, καταλάλους, θεοστυγεῖς, ὑβριστάς, ὑπερηφάνους, ἀλαζό­νας, ἐφευρέτας κακῶν, γονεῦσιν ἀπειθεῖς, ἀσυνέτους, ἀσυνθέτους, ἀστόργους, ἀσπόν­δους, ἀνελεήμονας» (Αὐτ. στ. 29,30).

[25] «ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς», Ψαλμ. ΜΗ΄ 13.

[26] Α΄ Κορ. στ΄ 9.

[27] Κατάλληλος ἡ παρανομία τῇ δυσσεβείᾳ. Ὥσπερ γὰρ μετήλλαξαν τὴν ἀλήθειαν τοῦ Θεοῦ ἐν τῷ ψεύδει, οὕτω τὴν ἔννομον τῆς ἐπιθυμίας ἀπόλαυσιν μετέβαλον εἰς παρά­νομον (Θεοδώρητος, PG 83).

[28] Μάνης Χρυσόστομος: Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος περὶ τῆς ὁμοφυλοφιλίας (Συμβολὴ στὴν ἐπι­καιρότητα τοῦ θέματος), 2024.

[29] Πάντα μὲν οὖν ἄτιμα τὰ πάθη μάλιστα δὲ ἡ κατὰ τῶν ἀρρένων μανία· καὶ γὰρ πάσχει ἐν τοῖς ἁμαρτήμασιν ἡ ψυχὴ μᾶλλον καὶ καταισχύνεται ἢ τὸ σῶμα ἐν τοῖς νοσήμασι… Πρὸς τὴν ἀλλόκοτον ταύτην λύσσαν ἐξώκειλαν… Ὅθεν καὶ συγγνώμης ἁπάσης εἰσὶν ἐκτὸς καὶ εἰς αὐτὴν τὴν φύσιν ὑβρίσαντες».

   (Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Ὁμιλία Ε΄, Ρωμ. 1, 18-25, ΕΠΕ 16Β, 406, σσ. 406-408)

[30] Βλ. Madoc Cairns, Scandinavian bishops speak out on sexuality and gender, 28 March 2023, THE TABLET, https://www.thetablet.co.uk/news

    When a “view of human nature that abstracts from the embodied integrity of personhood, as if physical gender were accidental” is put forward, however, “we must dissent”. Further to this, “we protest when such a view is imposed on children as if it were not a daring hypothesis but a proven truth”. 

[31] Τάκης Θεοδωρικᾶκος: Δὲν ἔχουμε κανένα μέλλον ὡς χώρα χωρὶς τὴν ἀντιμετώπιση τοῦ δημογραφικοῦ, Ὁμιλία στὴν Ὁλομέλεια τῆς Βουλῆς, 15.12.2023.

[32] Παντελίδου, Ρόη, Ο γάμος ως ένωση δύο προσώπων διαφορετικού φύλου, ΤΟ ΒΗΜΑ, Σα 15.1.2024

[33] Γεωργιάδης Γεώργιος, Περί «ισότητας στο οικογενειακό δίκαιο», Ποιο είναι λοιπόν το όριο στις επιθυμίες των πολιτών; Εάν υιοθετήσουμε το μοντέλο νομοθέτησης που προτείνεται, δεν υπάρχει όριο, Νομική Βιβλιοθήκη, 16.1.2024, https://daily.nb.org/arthrografia/peri-isotitas-sto-oikogeneiako-dikaio

[34] «Πᾶς ὁ βλέπων γυναῖκα εἰς τὸ ἐπθυμῆσαι αὐτὴν ἤδη ἐμοίχευσεν αὐτήν…», Ματθ. ε΄ 28.

[35] Ὁσία Γαβριηλία (Παπαγιάννη),  ἐπιστολὴ πρὸς τὸν Ἑβραῖο συγγραφέα Yehuda Hanegbi, Ἡ   Ἀσκητικὴ τῆς ἀγάπης, σ. 414.

[36] Γεν. α΄ 27.

[37] https://ypergasias.gov.gr/proti-dimosiefsi-dedomenon-gia-tis-yiothesies-kai-tis-anadoches-stin-ellada-1o-trimino-2021/

[38] Γαλ. γ΄ 1.


pdf

Η Ένωση Δημάρχων Αττικής
σε ειδική τελετή
αποφάσισε να βραβεύσει τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη μας
τη Δευτέρα 11.12.2023 στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών


Η Ένωση Δημάρχων Αττικής σε ειδική τελετή αποφάσισε να βραβεύσει τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη μας Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ. Νικόλαο για το έργο και την προσφορά του. Η εκδήλωση θα λάβει χώρα κατά το συνημμένο πρόγραμμα και είναι ανοιχτή.

Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί τη Δευτέρα 11 Δεκεμβρίου 2023 στις 6:30 μ.μ. (ώρα προσέλευσης 6 μ.μ.) στην αίθουσα «Ν. Σκαλκώτας» του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών. 


vraveysh mmln 11 12 2023

vraveyshMMLN enwsh dhmarxwn 11 12 2023




AΝΑΚΟΙΝΩΣΗ

Τὰ Γραφεῖα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως θὰ παραμείνουν κλειστὰ

ἀπὸ 14 - 29 Αὐγούστου ἐ.ἔ.

Θὰ ἐπαναλειτουργήσουν ἀπὸ τὴν Τετάρτη 30 Αὐγούστου 2023.


Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως

 


«Ἀνελήφθης ἐν δόξῃ»

ΝΕΟ βιβλίο του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου 
Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ. Νικολάου



Φοβερὸς θὰ πρέπει νὰ ἦταν ὁ χωρισμός! Τοῦ εἶχαν δώσει τὰ πάντα. Εἶχαν πάρει πολὺ περισσότερα ἀπὸ ὅσα μποροῦσαν νὰ φαντασθοῦν. Εἶχαν τὴν αἴσθηση τῆς θεότητός Του ζωντανὴ στὴ ζωή τους, συγκλονιστικὴ γιὰ τὴν ὕπαρξή τους. Παθὼν καὶ ἀναστημένος. Ἄνθρωπος καὶ Θεός, Θεάνθρωπος. Ἀλλὰ τοὺς ἔφευγε. Πῶς νὰ παρηγορηθοῦν; Πῶς νὰ τὸ ἀντιμετωπίσουν;… 

analipsi

Γιὰ φανταστεῖτε σκηνή. Δὲν εἶναι παράξενη; Δὲν εἶναι ἀσυνήθιστη; Δὲν εἶναι προκλητικὴ γιὰ τὴν αἴσθηση τῶν ἀποστόλων; Φεύγει ὁ Κύριος ἀπὸ τὴ γῆ καὶ αἴρεται πρὸς τὸν οὐρανό.

Ἑνα ἀπάνθισμα λόγων γιὰ τὴ μεγάλη ἑορτὴ τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου, τὸ τελευταῖο γεγονὸς τῆς ἐπίγειας πορείας τοῦ Χριστοῦ, μὲ τὸ ὁποῖο ὁλοκληρώνεται τὸ ἔργο τῆς θείας οἰκονομίας. Μία προσφορὰ τροφῆς πρὸς θεολογικὴ ἐμβάθυνση καὶ ἀφορμὴ γιὰ πνευματικὴ καλλιέργεια καὶ ἐνίσχυση τῆς πίστεως.

ap.pavlos analipsi
g  


Πανήγυρις της Αγίας Αικατερίνης
στο θεοβάδιστο όρος Σινά


Μέσα σε ιδιαίτερα κατανυκτικό κλίμα και με την δέουσα βυζαντινή μεγαλοπρέπεια εορτάστηκε η μνήμη της Μεγαλομάρτυρος Αγίας Αικατερίνης στην Ιερά Μονή του Θεοβαδίστου Όρους Σινά.

17

Η Ιερά Μονή της Αγίας Αικατερίνης πανηγυρίζει στις 8 Δεκεμβρίου σύμφωνα με το Παλαιό Ημερολόγιο.

Η Ιερά Μονή Αγίας Αικατερίνης Όρους Σινά (Ιερά Αυτόνομος Βασιλική Μονή Αγίας Αικατερίνης του Αγίου και Θεοβαδίστου Όρους Σινά όπως αποκαλείται επίσημα), είναι κτισμένη στις παρυφές του όρους Σινά, στην ομώνυμη χερσόνησο.

Η Μονή αποτελεί Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO. Σύμφωνα με μαρτυρίες, θεωρείται η παλαιότερη χριστιανική μονή στον κόσμο.

Ιστορικά, η παλαιότερη μαρτυρία για ύπαρξη μοναστικής ζωής στην περιοχή είναι του 381-384 μ.Χ. Επί βυζαντινού αυτοκράτορα Ιουστινιανού, ανάμεσα στο 527 και 565, ανεγέρθηκε η μονή στο σημείο που βρίσκονταν η «φλεγόμενη βάτος» του Μωυσή.

18

Το μέρος θεωρείται ιερό για χριστιανούς, μουσουλμάνους και Εβραίους.


 

01


Mε την δέουσα βυζαντινή μεγαλοπρέπεια και μοναστηριακή τάξη, εορτάστηκε η ιερά μνήμη της Μεγαλομάρτυρος  Αγίας Αικατερίνης της Πανσόφου στην πανηγυρίζουσα φερώνυμη Ιερά Μονή  του Θεοβάδιστου Όρους Σινά την Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου 2022 (25 Νοεμβρίου 2022 με το παλαιό εορτολόγιο).

Την παραμονή της εορτής στον Μέγα Πανηγυρικό Εσπερινό χοροστάτησε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ. Νικόλαος και συγχοροστάτησαν ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναζαρέτ κ. Κυριακός και ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Ιόππης κ. Δαμασκηνός.

Την κυριώνυμο ημέρα της εορτής, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ. Νικόλαος χοροστάστησε στον Όρθρο και στη συνέχεια τέλεσε τη Θεία Λειτουργία, συμπαραστατούμενος από πλειάδα ιερέων και διακόνων.

Την εορτή τίμησε με την παρουσία του ο πρώην Aρχηγός ΓΕΣ και Υφυπουργός Εθνικής Αμύνης κ. Αλκιβιάδης Στεφανής, ενώ παρέστησαν επίσης περίπου 300 προσκυνητές.

16

 

20

 

21

 

22

Δείτε όλο το φωτογραφικό υλικό. 

 

 


* Πηγή άρθρων και φωτογραφικού υλικού www.orthodoxianewsagency.gr (άρθρο 1, άρθρο 2


ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΜΝΗΜΗΣ

ΓΙΑ ΤΑ 100 ΧΡΟΝΙΑ από τη ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ

ΜΑΪΟΣ 2022




Το Γραφείο Νεότητας 
της Ιεράς Μητροπόλεως Μεσογαίας και Λαυρεωτικής
τιμά τις Αλησμόνητες Πατρίδες και τον Ελληνισμό της Μικρασίας

με Εκδήλωση Μνήμης & Τιμής 

«ΜΙΚΡΑΣΙΑ, ανατολικά της καρδιάς»


Ι. Ναός Αναλήψεως Κυρίου Ραφήνας

Κυριακή 22 Μαΐου 2022


 

100 xroniaMIKRASIA prosk 22 5 2022 
 

 100 xroniaMIKRASIA afissa 22 5 2022


 


O I. Ναός Αγίων Θεοδώρων Αναβύσσου

σας προσκαλεί στη
ΜΟΥΣΙΚΟΧΟΡΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ 

Μνήμης των100 χρόνων

από την Καταστροφή της Μικράς Ασίας

Κυριακή 29 Μαΐου 2022
 

ag.theod ana ekd 100xronia pros 29 5 2022 
 

ag.theod ana ekd 100xronia afi 29 5 2022
 

ag.theod ana ekd 100xronia pro 29 5 2022

 
 
 


«Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ  ἄφθαρτη κληρονομιὰ ποὺ μᾶς χαρίζει»

(
Ἀρχιμ. Ἱγνατίου Καρακάση
Ἱεροκήρυκα της Ι. Μητροπόλεως Μεσογαίας & Λαυρεωτικής)

Σεβασμιώτατε, διανύσαμε μὲ τὶς εὐχές Σας τὶς δύο πρῶτες ἑβδομάδες τῆς ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς· τῆς πνευματικότατης αὐτῆς περιόδου, κατὰ τὴν ὁποία ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία κατανύσσει τὴν ψυχή μας καὶ μᾶς ὠθεῖ σέ μετάνοια. Μᾶς καλεῖ νὰ ἐξετάσουμε τὸν ἑαυτό μας, τὸν ἐσωτερικό μας κόσμο, νά μετανοήσουμε γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας καὶ νὰ ζητήσουμε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ἀναλογιζόμενοι τὰ πάθη μας νὰ πορευθοῦμε πρὸς τὸ θεῖο Πάθος καὶ κατὰ τὸ δυνατὸν καθαροὶ νὰ ἑορτάσουμε τὴ λαμπροφόρο Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Σημαντικὰ συμβάλλει σὲ αὐτὸ καὶ ὁ πλοῦτος τῶν ἱερῶν Ἀκολουθιῶν τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, μὲ τὰ διδακτικότατα ἱερὰ Ἀναγνώσματα καὶ τὴν ὑπέροχη ὑμνολογία.

Ἀπὸ τοὺς πιὸ κατανυκτικοὺς ὕμνους τῆς περιόδου αὐτῆς εἶναι τὰ δύο Προκείμενα, ποὺ ἐναλλάσσονται ἀνὰ Κυριακὴ στοὺς Κατανυκτικοὺς Ἑσπερινούς. Τὸ ἕνα ἀπὸ τὰ δύο αὐτὰ Προκείμενα ἀποτελεῖ στίχο ἀπὸ τὸν 60ο ψαλμὸ τοῦ προφητάνακτος Δαβίδ: «Ἔδωκας κληρονομίαν τοῖς φοβουμένοις τὸ ὄνομά σου, Κύριε»[1]. Ἔδωσες, δηλαδή, τὴν κληρονομιὰ τῆς ἁγίας γῆς σὲ αὐτοὺς ποὺ φοβοῦνται τὸ ὄνομά Σου, Κύριε. Ὄντας ἐξόριστος ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ ὁ Δαβίδ, τότε ποὺ ἐπαναστάτησε ὁ γιός του Ἀβεσσαλώμ, ἐκφράζει τὴ βαθειὰ ἱκεσία του πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὴ βεβαιότητα ὅτι ὁ Παντοκράτωρ Κύριος θὰ εἰσακούσει τὴν δέησή του καὶ θὰ τοῦ χαρίσει τὴ δυνατότητα νὰ ἐπιστρέψει στὰ ἱερὰ σκηνώματα τοῦ Θεοῦ. Ἔδωσες τὴν ἀτίμητη αὐτὴ κληρονομιὰ σὲ αὐτοὺς ποὺ Σὲ φοβοῦνται· σὲ αὐτοὺς ποὺ διακατέχονται ἀπὸ τὸν ἅγιο καὶ ἱερὸ φόβο Σου, Κύριε, ὁμολογεῖ ὁ ἐξόριστος βασιλιάς.

Ἂς δοῦμε, λοιπόν, τί εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, στὸν ὁποῖο ἀναφέρεται ὁ Δαβίδ, ποιὰ ὀφέλη χαρίζει στὸν ἄνθρωπο ποὺ τὸν καλλιεργεῖ καὶ πῶς θὰ τὸν ἀποκτήσουμε. Αὐτὰ τὰ τρία σημεῖα θὰ μᾶς ἀπασχολήσουν στὴ συνέχεια.

Τί εἶναι, λοιπόν, ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ; Ἕναν θαυμάσιο ὁρισμό του μᾶς δίνει ὁ ἅγιος Νεκτάριος: «Φόβος Κυρίου εἶναι ὁ βαθύτατος σεβασμὸς τοῦ πλάσματος πρὸς τὸν Πλάστη του· ἡ βαθύτατη εὐλάβεια καὶ ἀφοσίωση τοῦ πιστοῦ Χριστιανοῦ πρὸς τὸν Κύριο καὶ Θεό του. Φόβος Κυρίου εἶναι τὸ ἱερὸ καὶ ἅγιο συναίσθημα, τὸ ὁποῖο πλημμυρίζει τὴν καρδιὰ τοῦ πιστοῦ Χριστιανοῦ, ποὺ ζεῖ μέσα στὴ Χάρι τοῦ Θεοῦ» [2], σημειώνει ὁ θαυματουργὸς ἐπίσκοπος Πενταπόλεως.

Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔχει φόβο Θεοῦ ζεῖ μέσα στὴ ζωογόνο ἀτμόσφαιρα τῆς παρουσίας Του. Ἂς μὴν Τὸν βλέπουν τὰ μάτια του. Ἂς μὴν Τὸν ἀκοῦνε τὰ αὐτιά του. Ἂς μὴν Τὸν αἰσθάνονται οἱ αἰσθήσεις του. Ἂς εἶναι δύσκολο νὰ Τὸν προσεγγίσει ἀκόμη καὶ μὲ τὴ σκέψη του. Γιὰ τὸν θεοφοβούμενο ἄνθρωπο ὁ Θεὸς ὄχι μόνο ὑπάρχει καὶ ζεῖ καὶ δρᾶ καὶ κυβερνᾶ τὸ σύμπαν, ἀλλὰ εἶναι καὶ παρών. Περιβάλλει τὰ πάντα μὲ τὴ θεία Του παρουσία. Γι᾿ αὐτὸ κι ὁ Χριστιανὸς Τὸν βλέπει μὲ τὴν πίστη του, Τὸν αἰσθάνεται στὸν ἀγώνα του, Τὸν ψηλαφεῖ στὴν προσευχή του. Βιώνει αὐτὸ ποὺ εἶχε περιγράψει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στοὺς Ἀθηναίους: «Ἐν αὐτῷ ζῶμεν καὶ κινούμεθα καὶ ἐσμέν»[3].

Αὐτὸς ὁ θεῖος φόβος, ἡ βαθειὰ αἴσθηση τῆς διαρκοῦς παρουσίας τοῦ Θεοῦ διακατεῖχε τοὺς Δικαίους καὶ τοὺς Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ὅταν κάποτε ὁ Μωυσῆς ἔβοσκε τὰ πρόβατα τοῦ πεθεροῦ του Ἰοθὸρ ἀντίκρυσε ἕνα παράδοξο θέαμα: μιὰ βάτο ἀπὸ τὴν ὁποία ἔβγαιναν φλόγες, χωρὶς νὰ κατακαίγεται. Συγκλονίστηκε ὁ μεγάλος Προφήτης καὶ πλησίασε γιὰ νὰ δεῖ καλύτερα. Ἄκουσε τότε τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ: «Μωυσῆ, Μωυσῆ, μὴ ἐγγίσῃς ὧδε· λῦσαι τὸ ὑπόδημα ἐκ τῶν ποδῶν σου· ὁ γὰρ τόπος ἐν ᾧ σὺ ἕστηκας, γῆ ἁγία ἐστί». Μὴν πλησιάσεις ἐδῶ, Μωυσῆ. Λῦσε καὶ βγάλε τὰ ὑποδήματά σου. Στάσου μὲ φόβο καί σεβασμό, διότι ὁ τόπος στὸν ὁποῖο βρίσκεσαι εἶναι ἅγιος καὶ καθαρός. Ὁ Μωυσῆς τότε «ἀπέστρεψε τὸ πρόσωπον αὐτοῦ· εὐλαβεῖτο γὰρ κατεμβλέψαι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ»[4]. Ἔστρεψε ἀλλοῦ τὸ πρόσωπό του. Ἔριξε κάτω τὸ κεφάλι του ἀπὸ ἱερὸ δέος καὶ εὐλάβεια, διότι φοβόταν νὰ κοιτάξει κατ᾿ εὐθεῖαν πρὸς τὸν Θεό, ποὺ τοῦ μιλοῦσε ἀπὸ τὴ βάτο.

Ἀντίστοιχη συστολὴ ἔνιωσε κι ὁ προφήτης Δανιὴλ ὅταν τοῦ ἐμφανίσθηκε μὲ ἐντυπωσιακὸ τρόπο Ἄγγελος Κυρίου. «Εἶχε μεγαλοπρεπὲς ἔνδυμα καὶ ζώνη χρυσή. Τὸ σῶμα του ἦταν σὰν πολύτιμος λίθος καὶ τὸ πρόσωπό του εἶχε τὴ λάμψη τῆς ἀστραπῆς. Τὰ μάτια του ἦταν ἀστραφτερὰ σὰν πολύτιμες λαμπάδες καὶ οἱ βραχίονες καὶ τὰ σκέλη του εἶχαν τὴν ὄψη λαμπεροῦ ἀκτινοβόλου χαλκοῦ. Ὁ ἦχος τῆς φωνῆς του ἦταν σὰν τὸ βουητὸ ποὺ κάνει μεγάλο πλῆθος λαοῦ», περιγράφει ὁ Προφήτης. «Καὶ ἤκουσα τὴν φωνὴν τῶν λόγων αὐτοῦ καὶ ἐν τῷ ἀκοῦσαι με αὐτοῦ ἤμην κατανενυγμένος, καὶ τὸ πρόσωπόν μου ἐπὶ τὴν γῆν»[5]. Ἄκουσα τὴν φωνὴ τῶν λόγων του καὶ κυριεύθηκα ἀπὸ βαθύτατη συγκίνηση, ἀπὸ θάμβος καὶ ἱερὸ φόβο καὶ χωρὶς νὰ μπορῶ νὰ ἀντικρύζω τὴν φοβερὴ ἐκείνη θεωρία, ἔπεσα μπρούμυτα, μὲ τὸ πρόσωπό μου στὴ γῆ. Θὰ μπορούσαμε συνοψίζοντας νὰ ποῦμε ὅτι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ διαρκὴς αἴσθηση τῆς παρουσίας Του ἐνώπιόν μας.

Καὶ ποιὰ εἶναι τὰ ὀφέλη του; Τί χαρίζει στὸν πιστὸ ποὺ τὸν καλλιεργεῖ; Ὁ θεῖος αὐτὸς φόβος δὲν πιέζει τὸν ἄνθρωπο. Δὲν εἶναι συναίσθημα τρόμου, ἢ πανικοῦ, οὔτε ὁ φόβος τῆς τιμωρίας, ποὺ νιώθει ἕνας δοῦλος μπροστὰ στὸν αὐστηρὸ ἀφέντη του. Ἀντίθετα, «φόβος Κυρίου τέρψει καρδίαν καὶ δώσει εὐφροσύνην καὶ χαρὰν καὶ μακροημέρευσιν»[6]. Ἔχει μέσα του χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση, ὅπως ἀναφέρεται στὴν Παλαιὰ Διαθήκη. Χαρίζει δὲ εἰρήνη στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ πιστὸς νιώθει παρόντα καὶ ὑπερασπιστή του τὸν παντοδύναμο Θεό, στὸν Ὁποῖο ἐμπιστεύεται τὴ ζωὴ καὶ τὴν ὕπαρξή του καὶ παραμένει εἰρηνικὸς καὶ ἥσυχος. Δὲν φοβᾶται τὶς θλίψεις, ἀκόμη κι ἂν ἀναστατώνονται τὰ πάντα γύρω του. Οὔτε φοβᾶται τὸν δόλο τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι παρὼν ὁ Θεός, τί νὰ τοῦ κάνουν οἱ ἄνθρωποι; Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος σημειώνει ὅτι ὅπως ἡ πανύψηλη βελανιδιὰ στηρίζεται ἀτράνταχτη στὶς βαθειὲς ρίζες της καὶ δὲν φοβᾶται κανένα ἄνεμο, ἔτσι κι αὐτὸς ποὺ ἔχει ριζωθεῖ στὸν φόβο τοῦ Θεοῦ δὲν φοβᾶται τίποτε. Δὲν τὸν σαλεύσουν οἱ ἄνεμοι τοῦ παρόντος κόσμου[7].

Ὁ ἅγιος αὐτὸς φόβος ἐνεργεῖ καὶ ὡς ἕνα σωτήριο χαλινάρι, ποὺ συγκρατεῖ τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ σέβεται καὶ ἀγαπᾶ τὸν Θεὸ δὲν ἀντέχει οὔτε νὰ σκεφθεῖ, οὔτε νὰ πράξει κάτι ἄσχημο καὶ πονηρὸ ἐνώπιον τῶν ἁγίων ὀφθαλμῶν Του. Αὐτὸς ὁ σωτήριος φόβος ἔκανε τὸν πάγκαλο Ἰωσὴφ νὰ φύγει μακρυὰ ἀπὸ τὴν ἀνήθικη σύζυγο τοῦ Πετεφρῆ, ποὺ θέλησε νὰ τὸν παραπλανήσει. Σκέφθηκε τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ. «Πῶς ποιήσω τὸ ρῆμα τὸ πονηρὸν τοῦτο καὶ ἁμαρτήσομαι ἐναντίον τοῦ Θεοῦ;»[8]. Εἶναι ὁ Θεὸς ἐνώπιόν μου. Μὲ βλέπει, μὲ ἀκούει. Πῶς εἶναι λοιπὸν δυνατὸν νὰ διαπράξω κάτι ἁμαρτωλὸ καὶ ἔνοχο μπροστὰ στὰ μάτια του;

Καὶ δὲν συγκρατεῖ μόνο τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἐπιπλέον τὸν προάγει στὴν ἀρετή. Ὅταν βρισκόμαστε στὸν ἱερὸ Ναό, σὲ μιὰ κατανυκτικὴ Ἀκολουθία μὲ τὸ λιβάνι νὰ μοσχοβολᾶ, τὶς λαμπάδες καὶ τὰ κανδήλια νὰ φωτίζουν τὰ πρόσωπα τῶν Ἁγίων, τὶς σεμνὲς ψαλμωδίες νὰ εὐφραίνουν τὴν ἀκοή μας, τοὺς προσευχόμενους πιστοὺς γύρω μας, νιώθουμε τότε ἔντονη τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ. Σηκώνοντας τὸ βλέμμα μας καὶ ἀτενίζοντας τὸ σοβαρὸ πρόσωπο τοῦ Παντοκράτορος πάνω στὸν θόλο τοῦ Ναοῦ ρῖγος διαπερνᾶ τὴν ὕπαρξή μας· ἱερὸ δέος ποὺ κατανύσσει τὴν ψυχὴ καὶ μᾶς ὠθεῖ σὲ ἅγιες ἀποφάσεις. Ὁ λογισμός μας ἐξαγνίζεται καὶ ἡ καρδιά μας ξεκολλᾶ ἀπὸ τὰ φθαρτὰ καὶ μάταια γιὰ νὰ ὑψωθεῖ στὰ ἄφθαρτα καὶ οὐράνια. Γι᾿ αὐτὸ κι ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος τονίζει: «Οὗ φόβος, ἐντολῶν τήρησις. Οὗ δὲ ἐντολῶν τήρησις, σαρκὸς κάθαρσις. Οὗ δὲ κάθαρσις, ἔλλαμψις»[9]. Ὅπου ὑπάρχει ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, ἀκολουθεῖ ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν Του. Καὶ ὅπου τηροῦνται οἱ ἐντολές, ἔρχεται ὡς ἀποτέλεσμα ἡ κάθαρση τῶν παθῶν. Καὶ ὅπου γίνεται κάθαρση, χαρίζεται στὸν ἄνθρωπο ἡ ἔλλαμψη τοῦ θείου φωτισμοῦ.

Ὁ φοβούμενος τὸν Κύριο βλέπει, ἐπίσης, χειροπιαστὲς τὶς εὐλογίες τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή του. Γίνεται ἡ ζωή του ἕνας πάντερπνος παράδεισος εὐλογίας, ὅπως σημειώνει ὁ Σοφός Σειράχ: «Φόβος Κυρίου ὡς παράδεισος εὐλογίας»[10]. Ὁ Θεὸς εὐλογεῖ τὴν οἰκογένειά του, τὴ γυναῖκα του, τὰ παιδιά του. Καρποφοροῦν σὰν τὴν κληματαριὰ καὶ τὰ ἐλαιόδενδρα, ποὺ εἶναι ἀειθαλῆ καὶ πλούσια σὲ καρποφορία.

Κι ὄχι μόνο γίνεται παράδεισος ἡ ζωή του. Τὸ σημαντικότερο εἶναι ὅτι ὁ θεοφοβούμενος ἄνθρωπος ἀξιώνεται νὰ ἀπολαύσει τὸν Παράδεισο στὴν πληρότητά του, καθὼς κληρονομεῖ τὰ ἄφθαρτα καὶ αἰώνια ἀγαθὰ τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. «Ἔδωκας κληρονομίαν τοῖς φοβουμένοις τὸ ὄνομά σου, Κύριε», ψάλλουν, ὅπως εἴπαμε, οἱ ἱεροψάλτες στοὺς κατανυκτικοὺς Ἑσπερινούς μας. Ποιὰ εἶναι ἡ ἀτίμητη αὐτὴ κληρονομιά; Εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ· ὁ Παράδεισος· ὁ ἴδιος ὁ Χριστός· ἡ ἕνωσή μας μαζί Του.

Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, λοιπόν, ὁδηγεῖ τελικὰ τὸν ἄνθρωπο στὸν αἰώνιο προορισμό του. Ὁ σοφὸς βασιλιὰς Σολομὼν στὸν βιβλίο του «Ἐκκλησιαστής» ἐμβαθύνει στὸ νόημα καὶ τὸν σκοπὸ τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου. Κι ἀφοῦ διαπιστώνει τὴν ματαιότητα τῶν ἐγκοσμίων καταλήγει στὸ τελικὸ συμπέρασμά του: «Τέλος λόγου, τὸ πᾶν ἄκουε· τὸν Θεὸν φοβοῦ καὶ τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ φύλασσε, ὅτι τοῦτο πᾶς ὁ ἄνθρωπος»[11]. Τὸ τελικὸ συμπέρασμα τῆς ὅλης διδασκαλίας τοῦ βιβλίου αὐτοῦ ἄκουσε ποιὸ εἶναι: νὰ φοβᾶσαι τὸν Θεὸ καὶ νὰ τηρεῖς τὶς ἐντολές Του. Διότι ἡ διπλὴ αὐτὴ ἐντολὴ εἶναι ὅλος ὁ σκοπὸς καὶ ὁ προορισμὸς τοῦ ἀνθρώπου πάνω στὴ γῆ. Νὰ στέκεσαι μὲ φόβο ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Μὲ φόβο ἁγνὸ καὶ ἅγιο, μὲ ἀπέραντο σεβασμὸ μπροστὰ στή μεγαλειότητα τοῦ Θεοῦ, μὲ βαθιὰ εὐλάβεια στὴν ἁγιότητά Του, μὲ δέος γιὰ τὴν ἀπειροδύναμη ἐξουσία καὶ τὴ δίκαιη κρίση Του, μὲ αἰσθήματα λατρείας καὶ δοξολογίας ποὺ ἁρμόζουν στὴν ἀνυπέρβλητη καὶ ἀπερίγραπτη ἁγιότητά Του. Ὅπως στέκονται τὰ ὑπάκουα παιδιὰ μπροστὰ σὲ στοργικὸ καὶ γεμάτο κατανόηση καὶ ἀγάπη πατέρα. Νὰ τηρεῖς δὲ καὶ τὸ θεῖο θέλημά Του. Αὐτὸς εἶναι ὁ προορισμός σου στὴ ζωὴ αὐτή. Τότε κερδίζεις πολὺ ἀνώτερα ἀγαθὰ ἀπὸ τὰ ἐπίγεια πλούτη καὶ τὰ πρόσκαιρα ἀξιώματα. Τότε κληρονομεῖς τὸν Παράδεισο· κερδίζεις τὸ πᾶν. Συνεπῶς, εἶναι ἀπαραίτητος στὸν πνευματικό μας ἀγώνα ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ.

Πῶς, λοιπόν, θὰ τὸν ἀποκτήσουμε; Εἴπαμε ὅτι ὁ θεῖος φόβος κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ συμπεριφέρεται μὲ εὐλάβεια καί σεβασμό. Ἰσχύει ὅμως καὶ τὸ ἀντίστροφο. Δηλαδή, ἡ εὐλαβὴς συμπεριφορὰ καὶ ἡ σεμνότητα καλλιεργοῦν στὴν ψυχή μας τὸν θεῖο φόβο. Διαβάζουμε στὸν βίο τοῦ ἁγίου Παϊσίου ὅτι συμπεριφερόταν μὲ εὐλάβεια ἀκόμη καὶ στὰ μικρὰ καὶ ἀσήμαντα. «Διακρινόταν ἡ εὐλάβειά του ἀπὸ τὸν τρόπο ποὺ προσευχόταν, ἀπὸ τὸ πῶς προσκυνοῦσε τὶς εἰκόνες, πῶς ἔπαιρνε ἀντίδωρο καὶ ἁγιασμό, πῶς κοινωνοῦσε, πῶς κρατοῦσε τὴν εἰκόνα στὴ λιτανεία, πῶς ἔψαλλε καὶ φιλοκαλοῦσε τὸν μικρὸ ναὸ τῆς Καλύβης του. Πρόσεχε καὶ τὶς λεπτομέρειες. Αὐτὰ δὲν ἦταν σχολαστικότητα, οὔτε τυπολατρεία. Ἦταν μιὰ στάση πρὸς τὸν Θεό, τὴν ὁποία δὲν προβλέπει κανένα ἐκκλησιαστικὸ τυπικό, ἀλλὰ ἡ προσωπική του διάθεση. Αἰσθανόταν ἱερό, ὄχι μόνο τὸ Ἐκκλησάκι του, ἀλλὰ ὁλόκληρο τὸν χῶρο τῆς Καλύβης» [12].

Αὐτὸς ὁ ἅγιος φόβος πρέπει νὰ μᾶς διακατέχει ἰδιαιτέρως ὅταν βρισκόμαστε στὸν ἱερὸ χῶρο τοῦ Ναοῦ. Ρώτησε κάποτε ὁ ἅγιος Ἀμφιλόχιος τῆς Πάτμου τὴν μοναχὴ ποὺ διακονοῦσε ὡς ἐκκλησιάρχισσα στὸ καθολικὸ τῆς Μονῆς: «Μοναχή μου, ὅταν εἰσέρχεσαι στὸ ἅγιο Βῆμα, πόσες φορὲς βάζεις μετάνοια;». «Μιά, Γέροντα». «Τρεῖς φορές, γιὰ νὰ μὴ χάσης τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ»[13], τῆς ἀποκρίθηκε ὁ Ἅγιος. Ὑπάρχει, συνεπῶς ὁ κίνδυνος νὰ συνηθίσουμε τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ ἢ τὴν παρουσία μας στὰ ἅγια σκηνώματά Του καὶ νὰ χάσουμε τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ, ἰδιαιτέρως ὅσοι εἰσερχόμαστε στὸ ἱερὸ Βῆμα. «Εἰσελεύσομαι εἰς τὸν οἶκόν σου, προσκυνήσω πρὸς ναὸν ἅγιόν σου ἐν φόβῳ σου»[14], ἂς λέμε μαζὶ μὲ τὸν ἱερὸ Ψαλμωδό. Θὰ εἰσέλθω στὸν οἶκο σου καὶ θὰ Σὲ προσκυνήσω γεμᾶτος εὐλάβεια καί σεβασμὸ στὸν ἅγιο Ναό Σου, Κύριε.

Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ καλλιεργεῖται στὸν ἄνθρωπο, ἐπιπλέον, ὅταν αὐτὸς συναναστρέφεται μὲ εὐλαβεῖς ἀνθρώπους. Διαβάζουμε στὸ Γεροντικὸ ὅτι ρώτησε κάποιος τὸν ἀββᾶ Παΐσιο τὸν Μέγα: «Τί νὰ κάνω γιὰ νὰ διορθώσω τὴν ψυχή μου, ποὺ εἶναι ἀναίσθητη καὶ δὲν φοβεῖται τὸν Θεό;». Καὶ ἀποκρίθηκε ὁ μεγάλος ἀσκητής: «Ἄπελθε, κολλήθητι ἀνθρώπῳ φοβουμένῳ τὸν Θεόν, καὶ ἐν τῷ ἐγγίζειν ἐκείνῳ, μανθάνεις καὶ σὺ ἐξ αὐτοῦ φοβεῖσθαι τὸν Θεόν»[15]. Δηλαδή, βρὲς κάποιον θεοφοβούμενο ἄνθρωπο καὶ πλησίασέ τον. Διατήρησε κάποια ἐπικοινωνία μαζί του καὶ τὸ παράδειγμά του θὰ ἐμπνεύσει κι ἐσένα νὰ φοβᾶσαι τὸν Θεό. Ἀλήθεια, ἂν κάποιος παρατηροῦσε ἕναν Ἅγιο, γιὰ παράδειγμα τὸν σύγχρονό μας ἅγιο Παΐσιο, πῶς προσερχόταν νά μεταλάβει, μὲ τί συστολὴ καὶ δέος, θὰ μποροῦσε μήπως νὰ παραμείνει ἀναίσθητος μπροστὰ στὴν εἰκόνα αὐτή;

Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, τέλος, ἐμπνέεται στὴν ψυχή μας καὶ μὲ τὴ σκέψη ὅτι βρισκόμαστε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Πῶς θὰ στεκόμασταν ἐὰν Τὸν βλέπαμε μὲ τὰ μάτια μας; Ἔτσι νὰ στεκόμαστε ἀνὰ πᾶσα στιγμή. Ὅπως αἰσθάνεται κανεὶς μιὰ συστολὴ μπροστὰ σὲ κάποιο σεβάσμιο πρόσωπο, ἔτσι αἰσθάνεται κι ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔχει φόβο Θεοῦ, ὅπου κι ἂν βρεθεῖ, διότι παντοῦ νιώθει τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ. Βιώνει αὐτὸ ποὺ γράφει ὁ ἱερὸς Ψαλμωδός: «Προωρώμην τὸν Κύριον ἐνώπιόν μου διαπαντός»[16]. Βλέπω, δηλαδή, τὸν Κύριο πάντοτε μπροστά μου. Συναισθάνομαι τὴν ἀδιάλειπτη παρουσία Του.

Δυστυχῶς ὅμως στὶς μέρες μας σπάνια συναντοῦμε τὰ γνωρίσματα αὐτὰ γύρω μας. Ζοῦμε σὲ ἐποχὴ ποὺ ἔχει χαθεῖ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Ὁ Θεὸς ἐκδιώκεται ἀπὸ τὶς ἀνθρώπινες κοινωνίες μας. Ἀθέτησε ὁ ἄνθρωπος τὸν νόμο Του, περιφρόνησε τὶς θεῖες ἐντολές Του. Ἡ Ἐκκλησία μας σήμερα χλευάζεται δημόσια. Ἀκούγονται ὕβρεις γιὰ τὰ ἱερὰ Πρόσωπα τοῦ Κυρίου καὶ τῆς Παναγίας μας, ἀκόμη κι ἀπὸ ἐπίσημα στόματα. Στὶς μέρες μας ὁ ἄνθρωπος ὄχι μόνο ἔχει παραδοθεῖ στὴν ἁμαρτία, ἀλλὰ ἐπιπλέον ἔφθασε στὸ σημεῖο νὰ καυχιέται μὲ ἀλαζονεία γι᾿ αὐτήν. Ζεῖ σὰν νὰ μὴν ὑπάρχει ὁ Θεός, προσκολλημένος στὴ γῆ καὶ στὶς ἐφήμερες ἀπολαύσεις της καὶ περιφρονώντας πλήρως τὸν οὐράνιο προορισμὸ τῆς ἀθάνατης ψυχῆς του καὶ τὸν αἰώνιο Νόμο τοῦ Θεοῦ. Χάθηκε στὴν ἐποχή μας ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ κι ὁ ἀθεόφοβος ἄνθρωπος εὔκολα ξεφεύγει καὶ καταπατᾶ τὴ συνείδησή του. Παύει πλέον νὰ συμπεριφέρεται σὰν ἄνθρωπος.

Τότε, ὅμως, ἕνας ἄλλος φόβος κυριεύει τὴν ψυχή του· ἕνας τρόμος, ἕνας πανικός. Νιώθει διαρκὴ ἀπειλή, διότι ἔχασε τὴν ἐπικοινωνία του μὲ τὸν Θεό. Πόσο εὔστοχα τὸ περιγράφει αὐτὸ ἕνας μεγάλος διδάσκαλος τῆς πνευματικῆς ζωῆς καὶ βαθὺς ἀνατόμος τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος: «Ὁ δοῦλος Κυρίου γενόμενος τὸν οἰκεῖον Δεσπότην καὶ μόνον φοβηθήσεται· ὁ δὲ τοῦτον οὔπω φοβούμενος, τὴν ἑαυτοῦ σκιὰν πολλάκις πεφόβηται»[17]. Ἐκεῖνος, δηλαδή, ποὺ ἀνήκει στὸν Κύριο μόνο τὸν Θεὸ φοβᾶται, νὰ μὴν παραβεῖ τὸ θέλημά Του. Ἐκεῖνος, ἀντίθετα, ποὺ δὲν ἔχει φόβο Θεοῦ, φοβᾶται ἀκόμη καὶ τὴ σκιά του. Καὶ βλέπουμε τὸν λόγο αὐτὸ τοῦ ἱεροῦ Πατρὸς νὰ ἐπιβεβαιώνεται στὶς μέρες μας, μὲ τὴ διαρκὴ ἀνασφάλεια, τὸν τρόμο καὶ τὸν πανικό, ποὺ νιώθει ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος ἔχει ἀπολέσει τὴν ἐπικοινωνία του μὲ τὸν Θεό· μὲ τὸ ἀδιαπέραστο σκοτάδι ποὺ τὸν καταπνίγει.

Ἄς μετανοήσουμε, λοιπόν. Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ εἶναι περίοδος συντριβῆς καί μετάνοιας. Ἂς ἐπιστρέψουμε στὸν μακρόθυμο Πατέρα μας. Καὶ τότε τὸ δικό του ἀνέσπερο Φῶς θὰ ἀνατείλει μέσα μας, θὰ διώξει τὸ σκοτάδι καὶ θὰ ἀπομακρύνει κάθε ἄλλο φόβο ἀπὸ τὴ ζωή μας. Ὁ μόνος φόβος μας τότε θὰ εἶναι νὰ μὴ λυπήσουμε τὸν ἀγαθό μας Δεσπότη. Ἱερὸ δέος, ἅγιος σεβασμὸς θὰ ὁρίζει τὴ ζωὴ καὶ τὰ ἔργα μας καὶ αὐτὸς ὁ ἅγιος φόβος θὰ μᾶς ὁδηγήσει τελικὰ καὶ στὸν αἰώνιο προορισμό μας, στὴν Οὐράνια Βασιλεία τοῦ Κυρίου μας. Εἴθε μὲ τὶς εὐχές Σας, Σεβασμιώτατε, νὰ μᾶς ἀξιώσει ὁ Κύριος αὐτῆς τῆς ἄφθαρτης κληρονομιᾶς. Ἀμήν.


[1] Ψαλμ. ξ΄ 6.

[2] Ὁ Σωτήρ, ἀρ. 2244, σελ. 246.

[3] Πράξ. ιζ΄ 28.

[4] Ἔξ. γ΄ 5-6.

[5] Δαν. ι΄ 9.

[6] Σ. Σειρ. α΄ 12.

[7] ΕΠΕ 13, σελ. 732.

[8] Γεν. λθ΄ 9.

[9] PG 36, 344.

[10] Σ. Σειρ. μ΄ 27.

[11] Ἐκκλ. ιβ΄ 13.

[12] Ἱερομ. Ἰσαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, σελ. 441-442.

[13] Γρηγορίου Μοναχοῦ Κουβαρίτου, Πνευματικὴ Συμπόρευσις, σελ. 142.

[14] Ψαλμ. ε΄ 8

[15] PG 65, 337.

[16] Ψαλμ. ιε΄ 8.

[17] Κλῖμαξ, Λόγος Κ΄, 10.



pdf

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ
ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

 Δ/νσις : Ἰωάννου Γενναδίου 14 – 115 21, Ἀθῆναι
Τηλ. 210-72.72.204, Fax 210-72.72.210, e-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Πρωτ.  1410                                                                                 
Ἀριθ.    Ἀθήνησι τῇ 15ῃ Μαρτίου 2022
Διεκπ.  445    
ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 3057 
Πρός
τό Χριστεπώνυμο Πλήρωμα
τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος

Θέμα: «Περί τοῦ πολέμου στήν Οὐκρανία»

Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά, 

Ἡ Δι­αρ­κής Ἱ­ερά Σύ­νο­δος τῆς Ἐκ­κλη­σίας τῆς Ἑλ­λά­δος μέ αἴ­σθημα εὐ­θύ­νης ἐ­νώ­πιον τοῦ Θεοῦ καί τῆς ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῆς κοι­νό­τη­τος, κατά τήν συ­νε­δρί­αση Αὐ­τῆς τῆς 14ης Μαρ­τίου 2022, ἀ­σχο­λή­θηκε ἐ­πι­στα­μέ­νως καί μέ τό ζή­τημα τῶν τρα­γι­κῶν γε­γο­νό­των τοῦ πο­λέ­μου στήν Οὐ­κρα­νία.

Ἡ Ἱ­ερά Σύ­νο­δος, ἀ­φοῦ ἐ­νη­με­ρώ­θηκε ἀπό τόν Μα­κα­ρι­ώ­τατο Ἀρ­χι­ε­πί­σκοπο Ἀ­θη­νῶν καί πά­σης Ἑλ­λά­δος κ. Ἱ­ε­ρώ­νυμο τόσο γιά τίς ἐ­πι­στο­λές, τίς ὁ­ποῖες ἀ­πέ­στειλε πρός τόν Μα­κα­ρι­ώ­τατο Μη­τρο­πο­λίτη Κι­έ­βου καί πά­σης Οὐ­κρα­νίας κ. Ἐ­πι­φά­νιο καί τόν Μα­κα­ρι­ώ­τατο Πα­τρι­άρχη Μό­σχας καί πά­σης Ρω­σίας    κ. Κύ­ριλλο, ὅσο καί γιά τήν δι­α­βού­λευση πού εἶχε μέ τό ἁρ­μό­διο Ὑ­πουρ­γεῖο Με­τα­να­στευ­τι­κῆς Πο­λι­τι­κῆς, ὡς πρός τήν πα­ροχή βο­η­θείας πρός τούς ἐκ τοῦ πο­λέ­μου πρό­σφυ­γες, ἀ­πο­φά­σισε νά ἀ­πευ­θυν­θεῖ καί πάλι πρός τόν Ἱ­ερό Κλῆρο καί τόν εὐ­σεβῆ Ὀρ­θό­δοξο Λαό, ἐκ­φρά­ζον­τας τήν θλίψη καί τήν ἀ­γω­νία Της γιά τόν κα­τα­στρε­πτικό πό­λεμο πού δι­ε­ξά­γε­ται ἐναντίον τῆς Οὐ­κρα­νίας.

Ἡ Ἱ­ερά Σύ­νο­δος αἰ­σθά­νε­ται ἔν­τονο τό χρέος νά κα­τα­δι­κά­σει τήν βί­αιη εἰ­σβολή τῶν ρωσικῶν στρατευμάτων καί τόν πό­λεμο στήν Οὐ­κρα­νία καί νά ὑ­ψώ­σει φωνή δι­α­μαρ­τυ­ρίας γιά ὅλα τά, ὡς μή ὤ­φειλε, θύ­ματα τοῦ πο­λέ­μου καί ὅ­λους τούς δι­ω­κο­μέ­νους. Θρη­νεῖ γιά ὅ­σους θα­να­τώ­θη­σαν, ἀλλά καί γιά ὅ­σους ἀ­κόμη δο­κι­μά­ζον­ται καί δι­ώ­κον­ται. 

Ὁ πό­λε­μος δέν εἶ­ναι κάτι και­νούρ­γιο στήν ἀν­θρώ­πινη ἱστο­ρία, ὅ­μως τοῦτο δέν τόν κα­θι­στᾶ, ὡς γε­γο­νός, λι­γό­τερο ἀπο­τρό­παιο. Ὁ Κύ­ριός μας Ἰ­η­σοῦς Χρι­στός ἀρ­νεῖ­ται καί κα­τα­δι­κά­ζει τήν βία σέ ὅ­λες τίς μορ­φές της. Μά­λι­στα, ποτέ δέν χρη­σι­μο­ποί­ησε βία ἐ­ναν­τίον τῶν ἀν­θρω­πί­νων προ­σώ­πων, ἀ­κόμη κι ὅ­ταν ὁ Ἴ­διος τήν ὑ­πέ­στη παν­τοι­ο­τρό­πως.

Ἐξ ἐ­πό­ψεως Ὀρ­θο­δό­ξου, κα­νένα γε­γο­νός, κα­μία πρό­κληση, κα­μία ἐ­πι­δί­ωξη καί κα­μία πρό­φαση δέν δύ­να­ται νά δι­και­ο­λο­γή­σει τήν θη­ρι­ω­δία τοῦ πο­λέ­μου, ἡ φύση τοῦ ὁ­ποίου προ­ϋ­πο­θέ­τει τήν ἐ­πι­βολή τῆς βου­λή­σεως τοῦ ἰ­σχυ­ροῦ στόν ἀ­νί­σχυρο. Τοι­ου­το­τρό­πως, πα­ρά­γε­ται τό λε­γό­μενο «δί­καιο» τοῦ ἰσχυ­ροῦ, τό ὁ­ποῖο, βε­βαίως, δέν ἔ­χει κα­μία σχέση μέ τήν ἔν­νοια τῆς δι­και­ο­σύ­νης, τῆς ἀ­γά­πης καί τῆς ἐ­λευ­θε­ρίας, πού εὐ­αγ­γε­λί­ζε­ται ὁ Χρι­στός.

Ὁ πό­λε­μος ὄχι μόνο δέν λύ­νει τά προ­βλή­ματα, ἀλλά ἐνερ­γεῖ πολ­λα­πλα­σι­α­στι­κῶς, ἀ­να­πα­ρά­γον­τας καί ἀ­να­τρο­φο­δο­τών­τας τόν κύ­κλο τῆς βίας, τοῦ μί­σους, τοῦ πό­νου, τοῦ ξε­ρι­ζω­μοῦ, τῆς προ­σφυ­γιᾶς, τῆς πεί­νας καί τῆς ἀ­πώ­λειας τῆς ἴ­διας τῆς ἀν­θρώ­πι­νης ζωῆς, πού ὡς Χρι­στι­α­νοί ὀ­φεί­λουμε νά σε­βό­μα­στε, νά προ­στα­τεύ­ουμε καί νά τι­μοῦμε.

Τίς ἡ­μέ­ρες αὐ­τές, ἡ Οὐ­κρα­νία βι­ώ­νει τόν πα­ρα­λο­γι­σμό καί τήν σκλη­ρό­τητα τοῦ πο­λέ­μου. Ἄ­μα­χοι βομ­βαρ­δί­ζον­ται, μέ θύ­ματα ἀ­κόμη καί παι­διά, κα­τα­στρέ­φον­ται Ἱ­ε­ροί Ναοί καί Ἱ­ε­ρές Μο­νές, ζω­τι­κές ὑ­πο­δο­μές καί μνη­μεῖα μα­κραί­ω­νης πο­λι­τι­σμι­κῆς ση­μα­σίας, στρα­τιές προ­σφύ­γων ἀ­να­ζη­τοῦν ἀ­πελ­πι­σμένα δι­ό­δους δι­α­φυ­γῆς. Ἐ­πι­πλέον, ἐλ­λο­χεύει ὁ κίν­δυ­νος μιᾶς πυ­ρη­νι­κῆς κα­τα­στρο­φῆς, ἐνῶ τί­ποτε δέν ἀ­πο­κλείει ὁ πό­λε­μος νά λά­βει παγ­κό­σμιες δι­α­στά­σεις.

Ἡ εὐ­θύνη πάν­των ἡ­μῶν τῶν Ὀρ­θο­δό­ξων Χρι­στι­α­νῶν ἔναντι αὐ­τῶν τῶν ὀ­λε­θρίων κα­τα­στά­σεων συ­νε­πά­γε­ται ἔμ­πονη προ­σευχή καί ἔν­τονη δράση δι­ότι καί ὁ Ἱ­δρυ­τής τῆς Ἐκ­κλη­σίας μας, προ­σευ­χό­με­νος γιά τήν σω­τη­ρία μας, ἀ­νέ­λαβε, ἐν­τός τῆς ἱ­στο­ρίας, ρόλο ἐ­νεργό, ὁ ὁ­ποῖος Τόν ὁ­δή­γησε μέ­χρι τόν Σταυρό καί τόν θά­νατο, μέ σκοπό νά εὐ­αγ­γε­λι­σθεῖ τήν εἰ­ρήνη καί νά ἑ­νώ­σει τά πρίν δι­ε­στῶτα, δη­λαδή τόν ἄν­θρωπο μέ τόν Πλα­στουργό καί Θεό του.

Ὀ­φεί­λουμε, λοι­πόν, πρός δό­ξαν Θεοῦ νά πλη­ρο­φο­ρή­σουμε τήν δι­α­κο­νία μας. Ἡ Ἐκ­κλη­σία τῆς Ἑλ­λά­δος, σχε­τικά μέ τήν πα­ροχή ἀν­θρω­πι­στι­κῆς βο­η­θείας πρός τούς πρό­σφυ­γες, ἔχει ἤδη θέ­σει στήν δι­ά­θεση τῆς Πο­λι­τείας, σέ ἀ­γα­στή συ­νερ­γα­σία μέ τό ἁρ­μό­διο Ὑ­πουρ­γεῖο Με­τα­να­στευ­τι­κῆς Πο­λι­τι­κῆς, δο­μές τῆς Ἱ­ε­ρᾶς Ἀρ­χι­ε­πι­σκο­πῆς Ἀ­θη­νῶν καί Ἱ­ε­ρῶν Μη­τρο­πό­λεων, κα­θώς καί ξε­νῶ­νες τῆς Ἀ­στι­κῆς Μή Κερ­δο­σκο­πι­κῆς Ἑται­ρείας «Συ­νύ­παρ­ξις» καί τοῦ Φι­λαν­θρω­πι­κοῦ Ὀρ­γα­νι­σμοῦ «Α­ΠΟ­ΣΤΟΛΗ», γιά τήν φι­λο­ξε­νία Οὐ­κρα­νῶν προ­σφύ­γων, ἰδίως παι­διῶν καί ἀ­συ­νό­δευ­των ἀ­νη­λί­κων. Ἐ­πι­προ­σθέ­τως, πολ­λές Ἱ­ε­ρές Μη­τρο­πό­λεις, σέ συ­νερ­γα­σία μέ φι­λαν­θρω­πι­κές ὀρ­γα­νώ­σεις καί φο­ρεῖς, προ­βαί­νουν σέ συγ­κέν­τρωση ἀν­θρω­πι­στι­κοῦ ὑ­λι­κοῦ, τό ὁ­ποῖο μέ φρον­τίδα τῶν προ­α­να­φερ­θέν­των φο­ρέων θά προ­ω­θη­θεῖ πρός τούς πλη­γέν­τες ἐκ τοῦ πο­λέ­μου. 

Ταὐ­το­χρό­νως, ἡ Ἐκ­κλη­σία μας ἀ­νέ­λαβε τήν πρω­το­βου­λία καί σέ ἐκ­κλη­σι­α­στικό ἐ­πί­πεδο νά ἀ­πευ­θύ­νει ἔκ­κληση πρός τούς ἁρ­μο­δί­ους ἐκ­κλη­σι­α­στι­κούς ἡ­γέ­τες μέ σκοπό τήν οὐ­σι­α­στική πα­ρέμ­βασή τους πρός τούς κο­σμι­κούς ἄρ­χον­τες τῆς δι­και­ο­δο­σίας τους γιά τόν τερ­μα­τι­σμό τοῦ πο­λέ­μου.

Τέ­κνα ἐν Κυ­ρίῳ ἀ­γα­πητά,

Ἡ Ἐκ­κλη­σία τῆς Ἑλ­λά­δος, ὅ­πως ἔ­πραξε καί στό πα­ρελ­θόν κατά τόν πό­λεμο καί τήν βί­αιη εἰ­σβολή στήν Σερ­βία, τό Κοσ­συ­φο­πέ­διο καί τήν χει­μα­ζο­μένη καί αἱ­μάσ­σουσα ἐπί πε­ντη­κον­τα­ε­τία ὅλη Κύ­προ μας, το­νί­ζει ἐκ νέου ὅτι καί στήν πε­ρί­πτωση τῆς εἰ­σβο­λῆς στήν Οὐ­κρα­νία ὁ πό­λε­μος δέν ἐ­πι­λύει ὁποι­εσ­δή­ποτε ἀν­θρώ­πι­νες δι­α­φο­ρές, ὅσο ση­μαν­τι­κές κι ἄν εἶ­ναι, σέ κοι­νω­νικό, ἐ­θνικό ἤ παγ­κό­σμιο ἐ­πί­πεδο.

Δυ­στυ­χῶς, μέσα ἀπό αὐ­τές τίς τρα­γι­κές κα­τα­στά­σεις φα­νε­ρώ­νε­ται καί ἡ ἀ­πο­τυ­χία μας ὡς ἀν­θρώ­πων καί εἰ­δι­κό­τερα ὡς Χρι­στι­α­νῶν, ἀ­κόμη καί ὡς ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῶν ἡ­γε­τῶν, νά ζοῦμε μέσα στήν εἰ­ρήνη πού μᾶς κλη­ρο­δό­τησε ὁ Χρι­στός: «Εἰ­ρή­νην ἀφί­ημι ὑ­μῖν, εἰ­ρή­νην τήν ἐ­μήν δί­δωμι ὑ­μῖν» (Ἰω. 14,27).

Γι’ αὐτό καί προ­τρέ­πουμε πα­τρι­κῶς τό εὐ­σε­βές πλή­ρωμα τῆς Ἐκ­κλη­σίας, τόσο τούς ἐκ τοῦ ἱ­ε­ροῦ Κα­τα­λό­γου, ὅσο καί τούς εὐ­λα­βεῖς πι­στούς, σέ ἐγ­κάρ­δια προ­σευχή πρός τόν Ἄρ­χοντα τῆς Εἰ­ρή­νης, τόν Κύ­ριο Ἰ­η­σοῦ Χρι­στό, μέ σκοπό νά φω­τί­σει τίς δι­ά­νοιες τῶν ἐ­χόν­των τήν κο­σμική ἐ­ξου­σία καί λαμ­βα­νόν­των ἀ­πο­φά­σεις, γιά τήν κατάπαυση κάθε πε­ραι­τέρω πο­λε­μι­κῆς ἐ­πι­βου­λῆς, τήν δι­ά­σωση τῶν ἀν­θρώ­πων καί τήν ἐ­πι­κρά­τηση παγ­κό­σμιας εἰ­ρή­νης.

Ἄς μᾶς κα­θο­δη­γή­σει ὅ­λους ἡ ἀ­γάπη τοῦ Θεοῦ, ἰ­δι­αι­τέ­ρως ὅ­σους εὑ­ρί­σκον­ται στήν δεινή δο­κι­μα­σία τοῦ πο­λέ­μου, ὥ­στε νά δι­έλ­θουμε τό ὑ­πό­λοιπο στά­διο τῆς Ἁ­γίας καί Με­γά­λης Τεσ­σα­ρα­κο­στῆς ἐν εἰ­ρήνῃ, με­τα­νοίᾳ καί φι­λαλ­λη­λίᾳ καί νά ἀ­ξι­ω­θοῦμε τῆς με­το­χῆς στό σω­τή­ριο γε­γο­νός τῆς Ἀ­να­στά­σεως τοῦ Χρι­στοῦ μας ἀ­κέ­ραιοι καί εἰ­ρη­νι­κοί.

Μετά πατρικῶν εὐχῶν καί ἀγάπης,

     † Ὁ Ἀ­θη­νῶν  Ι Ε Ρ Ω Ν Υ Μ Ο Σ, Πρό­ε­δρος
          † Ὁ Σά­μου καί Ἰ­κα­ρίας Εὐ­σέ­βιος
          † Ὁ Φλω­ρί­νης, Πρε­σπῶν καί Ἐ­ορ­δαίας Θε­ό­κλη­τος
          † Ὁ Κασ­σαν­δρείας Νι­κό­δη­μος
          † Ὁ Σερ­ρῶν καί Νι­γρί­της Θε­ο­λό­γος
          † Ὁ Σι­δη­ρο­κά­στρου Μα­κά­ριος
          † Ὁ Ἐ­δέσ­σης, Πέλ­λης καί Ἀλ­μω­πίας Ἰ­ωήλ
          † Ὁ Ἀρ­γο­λί­δος Νε­κτά­ριος
          † Ὁ Θεσ­σα­λι­ώ­τι­δος καί Φα­να­ρι­ο­φερ­σά­λων Τι­μό­θεος
          † Ὁ Με­γά­ρων καί Σα­λα­μῖ­νος Κων­σταν­τῖ­νος
          † Ὁ Κε­φαλ­λη­νίας Δη­μή­τριος
          † Ὁ Τρίκ­κης, Γαρ­δι­κίου καί Πύ­λης Χρυ­σό­στο­μος
          † Ὁ Καρ­πε­νη­σίου Γε­ώρ­γιος
          Ὁ Ἀρ­χι­γραμ­μα­τεύς
          † Ὁ Ὠ­ρεῶν Φι­λό­θεος

 


pdf
 


«Αύτη η πίστις των Αποστόλων, Αύτη η πίστις των Πατέρων,
 Αύτη η πίστις των Ορθοδόξων»

(
Ἀρχιμ. Μιχαὴλ Λιούμη
Πρωτοσυγκέλλου Ι. Μητροπόλεως Μεσογαίας & Λαυρεωτικής)

«Εκάθισεν Αδάμ απέναντι του Παραδείσου και την ιδίαν γύμνωσιν θρηνών ωδύρετο. Οίμοι τον απάτη πονηρά πεισθέντα και κλαπέντα και δόξης μακρυνθέντα….»

Το τροπάριο αυτό ψάλαμε, Σεβασμιώτατε πάτερ και Δέσποτα, στον Εσπερινό της παρελθούσης Κυριακής της Τυρινής, κατά την οποία, όπως έταξαν οι Άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας, «ανάμνησιν εποιήσαμεν της από του Παραδείσου της τρυφής εξορίας του Πρωτοπλάστου Αδάμ».

Με αυτήν την εικόνα του θρηνούντος Αδάμ άνοιξε και διανύθηκε η προπαρασκευαστική της Μεγάλης Τεσσαρακοστής εβδομάδα, η εβδομάδα της Τυρινής, και αυτή η εικόνα θα παραμείνει στο νου μας καθ’ όλη τη διάρκειά της, μέχρι και τη λαμπροφόρο Κυριακή της Αναστάσεως του Κυρίου μας, προς την οποία θα πορευθούμε με την ελπίδα και της δικής μας συναναστάσεως.

Adam kai Eua H ptwsh 07Θρηνεί ο Αδάμ, και μαζί του ο κάθε πιστός, διότι, ενώ πλάσθηκε «κατ’ εικόνα Θεού», και κατ’ εικόνα της απαθείας Του και της αθανασίας Του, αλλά κυρίως κατ’ εικόνα της ελευθερίας Του, ενώ ο Θεός τον κατέστησε κτίσμα δυναμικό, ώστε να υψωθεί κάποτε στο «καθ’ ομοίωσιν», εκείνος «απάτη πονηρά επείσθη», όπως αναφέρει το τροπάριο. Η εμπιστοσύνη που του ζητήθηκε κατά τη Δημιουργία, δεν κατευθύνθηκε προς τον Πλάστη του, αλλά προς τον πονηρό, για να γευθεί έτσι ο Αδάμ τον καρπό της ψευδούς θεώσεως, ενός ευκολότερου και συντομότερου, αλλά βεβιασμένου και ψευδούς καθ’ ομοίωσιν.

Συνέπεια αυτού ήταν ο άνθρωπος, αντί να παραμείνει, ως επλάσθη, απαθής, να καταλήξει πλάσμα αιχμάλωτο της αμαρτίας, αντί για αθάνατος να γίνει θνητός, αντί για ελεύθερος να γίνει δούλος, να αποκτήσει δηλαδή όλες αυτές τις αντίθετες και αρνητικές ιδιότητες, που εμποδίζουν την κοινωνία του με τον Θεό, που τον εμποδίζουν να είναι πραγματικά άνθρωπος. Να υφίσταται τον θάνατο, τη φθορά και την ροπή προς τα πάθη, τα οποία έκτοτε είναι συνδεδεμένα με την ανθρώπινη φύση.

Παρ’ όλα αυτά, η  πνοή που του ενεφύσησε ο Θεός κατά τη Δημιουργία ήταν, και είναι, πιο ισχυρή και η αμαρτία δεν αλλοίωσε τη φύση του ανθρώπου, κάνοντας το θάνατο βασικό συστατικό της. Διότι ακόμα και στην κατάσταση του θανάτου ο άνθρωπος διατηρεί το «κατ’ εικόνα» του Θεού, πού είναι αποτυπωμένο στη φύση του, όσο αλλοιωμένη και κηλιδωμένη και αν είναι αυτή από την απιστία και την παρακοή. Ο θάνατος ως απόφαση του Θεού, δεν έλαβε την έννοια της τιμωρίας, αλλά περισσότερο έγινε έκφραση του θείου ελέους, που περιορίζει την επέκταση της αμαρτίας και την εμποδίζει να διαιωνισθεί.

 Κατ’ αυτόν τον τρόπο, δίνεται η ευκαιρία στον θνητό πλέον άνθρωπο να κάνει βήματα προς την ελευθερία και την αθανασία. Από την ατομικότητα, που ο ίδιος επέλεξε με την παρακοή, από την θλιβερή μοναξιά των κλειστών πυλών του Παραδείσου, να περάσει στην ανασύνθεσή του ως πρόσωπο, να ανοίξει τη συνείδησή του προς την οδό της καθάρσεως και της μετανοίας, την μοναδική που μπορεί να τον φέρει και πάλι σε κοινωνία με τον Θεό.

Έτσι, λοιπόν, η ανθρώπινη ψυχή, αναγνωρίζει τον εαυτόν της στο πρόσωπο του προπάτορος Αδάμ και παίρνει τη θέση του μπροστά στις κλειστές πύλες του Παραδείσου και θρηνεί για την απώλεια του πρωτόπλαστου κάλλους. Ενώπιον των πυλών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, ο άνθρωπος συνειδητοποιεί τις αμαρτίες του, αισθάνεται έντονα την παράβαση των προπατόρων του και ελεύθερα αναλαμβάνει την ευθύνη ολόκληρης της αμαρτωλής ανθρωπότητος. Διότι ακόμα και η ανάληψη μιάς ευθύνης απαιτεί ελευθερία, αυτήν που ο πρωτόπλαστος τόσο εύκολα παρέδωσε στον Διάβολο, όπως αργότερα, στη σχετική διήγηση του Βιβλίου της Γενέσεως, ο Ησαύ παρέδωσε τόσο επιπόλαια τα πρωτοτόκια στον Ιακώβ έναντι ευτελούς αμοιβής. Ελέγχει τον εαυτόν του ο άνθρωπος και, με όση ελευθερία του έχει απομείνει, εξετάζει τους λόγους της παραβάσεως.

Ο Πλάστης και Δημιουργός του για την έρευνα και κατανόηση των λαθών του και για τη σωτηρία του, τον εφοδίασε με τον εξ αποκαλύψεως Νόμο Του και έτσι στο βιβλίο της Γενέσεως ο άνθρωπος της παρακοής διαβάζει: «ο όφις ηπάτησέ με και έφαγον» και συμφώνως η Εκκλησία μας ψάλλει: «απάτη πονηρά πεισθέντα».

Η αιτία της πτώσεως είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης και πίστης στο Θεό, την οποία τόσο απερίσκεπτα ο Αδάμ παρέδωσε στο Διάβολο. Αυτήν πίστη αναζητεί έκτοτε ο άνθρωπος και αυτή είναι το πρόβλημα της υπάρξεώς του, που, εάν το λύσει, θα μπορέσει να κάνει ένα πρώτο βήμα από την πολύπλοκη ατομικότητα, μέσα στην οποία είναι χαμένος, στην απλή προσωπικότητα, από την υπόστασή του στη φύση του.

Το θέμα της πίστεως, ως απαίτηση του ίδιου του Θεού για τη σωτηρία του λαού Του, διατρέχει ολόκληρη την Παλαιά Διαθήκη. Ο Απόστολος των Εθνών Παύλος στην προς Εβραίους Επιστολή του, γραμμένη κατ’ εξοχήν για τον έλεγχο της πίστεως των ομοεθνών του και για την μεταστροφή τους προς τον Χριστό, τον οποίο οι ίδιοι είχαν σταυρώσει, παραθέτει πολύ ζωντανά ολόκληρο κατάλογο βιβλικών προσώπων, τα οποία έλαβαν υποσχέσεις από το Θεό και ενεργούσαν με βάση την πίστη τους και την εμπιστοσύνη τους σε Αυτόν. Και πριν αναφερθεί σ΄ αυτούς δίνει πρώτα τον ορισμό της πίστεως:

«Έστι δε πίστις ελπιζομένων υπόστασις, πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων». Δηλαδή, η πίστις είναι ύπαρξη αυτών που ελπίζουμε, τα οποία τώρα μεν δεν υπάρχουν, αλλά η πίστη τα κάνει χειροπιαστά στην ψυχή μας, σαν να υπήρχαν από τώρα.

abrahamΜε αυτήν την πίστη ο Άβελ πρόσφερε θυσία στο Θεό καλύτερη από τον Κάϊν. Ένεκα της πίστεώς του ο Ενώχ μετετέθη ζωντανός από τη γη στον ουρανό. Λόγω της πίστεώς του ο Νώε ειδοποιήθηκε για τον Κατακλυσμό. Με αυτήν την πίστη ο Αβραάμ υπήκουσε και έφυγε από την πατρίδα του, για να κερδίσει τη νέα που του υπεσχέθη ο Θεός, και απέκτησε παιδί με την γηραιά Σάρρα, το οποίο δεν αρνήθηκε αργότερα να προσφέρει θυσία στο Θεό, με την πίστη ότι Αυτός θα το αναστήσει. Με την πίστη στα μέλλοντα έδωσε ο Ισαάκ ευχές και ευλογίες στον Ιακώβ και τον Ησαύ. Με πίστη ο Ιακώβ και στη συνέχεια ο Ιωσήφ, πριν πεθάνουν, ευλόγησαν τα παιδιά τους. Με την ίδια και μεγαλύτερη πίστη ξεκίνησε ο Μωυσής να βγάλει το λαό του από τη δουλεία και, αφού παραλάβει και του παραδώσει το νόμο του Θεού, να τον φέρει στην υπεσχημένη γη, για να κατορθώσει εκεί ο λαός του Θεού όλα τα μεγάλα έργα που κατόρθωσε και να φανεί ισχυρός και νικητής έναντι των εχθρών του.

Οι Πατριάρχες, λοιπόν, είχαν τη βεβαιότητα για την πραγματοποίηση της υποσχέσεως του Θεού προς τον Αβραάμ και τους απογόνους του, ότι θα κληρονομήσουν τη Γη της Επαγγελίας και έτσι έζησαν τη ζωή τους, «ξένοι και παρεπίδημοι επί της γης», φθάνοντας, ή μάλλον κατακτώντας, με την πίστη τους τις επαγγελίες του Θεού, όσες απ’ αυτές πρόλαβαν να ζήσουν. Ήταν ουσιαστικά ένας τρόπος ζωής, ένα βίωμα πίστεως. Το ίδιο πρέπει να πούμε και για όλους τους Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, που με πίστη παρέλαβαν και μετέφεραν τον προφητικό λόγο, δια του οποίου ο Θεός καθοδηγούσε το λαό Του και τον μετέστρεφε στην πίστη του, όταν χρειαζόταν.

Αλλά λίγο πριν ο Παύλος αρχίσει την παράθεση των διά της πίστεως δικαιωθέντων βιβλικών αυτών προσώπων, στο τέλος του 10ου κεφαλαίου της προς Εβραίους επιστολής του, αναφέρεται σε μια απάντηση που είχε δώσει ο Θεός σε ένα διάλογό του με τον Προφήτη Αββακούμ: «ο δε δίκαιος εκ πίστεώς μου ζήσεται», δηλαδή, ο δίκαιος άνθρωπος θα ζήσει χάρη στην εμπιστοσύνη του στο Θεό.

Αυτή η φράση, θα μπορούσε να θεωρηθεί ως η κεντρική ιδέα, αλλά και η κινητήριος δύναμη ολόκληρης της Βίβλου. Η πίστη και η εμπιστοσύνη στο Θεό ώθησε και έφερε προς Αυτόν όλα αυτά τα πρόσωπα και γι’ αυτό ακριβώς το λόγο τα αναφέρει ο Παύλος, για να μετακινήσει τους δύσπιστους και σκληροτράχηλους ομοεθνείς του από την Παλαιά προς την Καινή Διαθήκη.

Αυτός είναι ο τελικός σκοπός , το τέρμα του λαού της Διαθήκης του Θεού. Να οδηγηθεί σε μια νέα ζωή και να κατέχει τις αλήθειες εκείνες, για τις οποίες είχε μιλήσει ο Θεός, μόνο με τη μορφή υποσχέσεως και επαγγελίας και να βιώνει μια άρρηκτη συνέχεια με τους πιστούς άνδρες και τις πιστές γυναίκες της Παλαιάς Διαθήκης. Ό,τι υποσχέθηκε ο Θεός στους Πατριάρχες της Παλαιάς Διαθήκης, το έχει επαναλάβει στο νέο λαό του, στο λαό της Καινής Διαθήκης.

Αν επανέλθουμε στην εικόνα που δώσαμε παραπάνω, του ανθρώπου που θρηνεί μπροστά στις κλειστές πύλες του Παραδείσου και ψάχνει τη χαμένη εμπιστοσύνη του στο Θεό, μπορούμε να πούμε, ότι είναι ακριβώς εκείνη η στιγμή που έχει ανάγκη το Νόμο του Θεού για να αρχίσει το ταξίδι της επιστροφής του σ’ Αυτόν. Έρχονται οι Δίκαιοι και οι Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης να του μεταφέρουν την αποκάλυψη του Θεού και να τον προετοιμάσουν να δεχθεί την υπέρτατη αλήθεια, την ενσάρκωση του Λόγου Του και την κοινωνία των ανθρώπων μαζί Του. Ο νόμος έγινε παιδαγωγός εις Χριστόν, όπως μας λέει ο Απόστολος Παύλος στην προς Γαλάτας επιστολή του, και οδήγησε τον άνθρωπο, αν μπορούμε να το πούμε έτσι, διά της πίστεως στην πίστη.

Η πίστη, όμως, αυτή των προσώπων της Παλαιάς Διαθήκης δεν είναι απροϋπόθετη. Πρέπει να αγωνισθούν για να την αποκτήσουν και ο Θεός τους δοκιμάζει συνεχώς σε αυτήν. Ο άνθρωπος που πλάσθηκε με την πίστη ως φυσική ιδιότητά του, ως κύριο συστατικό της φύσεώς του, αλλά τόσο επιπόλαια την απέρριψε, χρειάζεται δοκιμασία για να την επανακτήσει, για να επανέλθει ουσιαστικά στην φυσική του κατάσταση.

Έτσι, η Παλαιά Διαθήκη αποκτά έναν ασκητικό χαρακτήρα, διότι προετοίμασε τον άνθρωπο να φθάσει στη θεωρία του σεσαρκωμένου Λόγου. Σ’ αυτήν την ασκητική και παιδαγωγό πίστη επιμένει και ο Απόστολος Παύλος σε όλες τις επιστολές του, συνδέοντας τις δύο Διαθήκες, για να δείξει, ότι με τη σάρκωση του Λόγου η δικαιοσύνη του Θεού, η μαρτυρούμενη στο Νόμο από τους Προφήτες,  φανερώθηκε «διά πίστεως Ιησού Χριστού εις πάντας τους πιστεύοντας».

Άπιστος και παρήκοος ο Αδάμ, οδηγείται στην πτώση και την έξοδο από τον Παράδεισο, αλλά όχι και στην έξοδο από το προαιώνιο σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του. Στη μεγάλη θεομητορική εορτή του Ευαγγελισμού που πλησιάζει, θα ακούσουμε στους ιερούς ναούς: «ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου».

Άπιστος και παρήκοος ο Αδάμ, πιστή και υπήκοος η Παρθένος Μαριάμ. Θα γίνει Θεοτόκος, μητέρα του Θεού Λόγου,  που ο Ίδιος θα μας διδάξει  την πίστη, και αυτός ο Ίδιος θα ερωτά περί του εαυτού Του: «τίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι είναι», για να λαμβάνει ως απάντηση την ομολογία πίστεως των Μαθητών Του: «τον Χριστόν του Θεού».

Ο αποκαλυπτόμενος λόγος της Παλαιάς Διαθήκης, γίνεται ένσαρκος Λόγος στην Καινή Διαθήκη, και ο άνθρωπος Τον βλέπει, Τον αγγίζει, Τον ακούει. Και για ποιό πράγμα του μιλάει ο Χριστός; Πάλι για την πίστη. Εκεί τον ωθεί, στη φυσική του κατάσταση. Δεν υπάρχει ζωή χωρίς πίστη. «Εγώ ειμί η οδός και η αλήθεια και η ζωή» (Ιω. Ιδ΄, 6). Από την πρώτη στιγμή της κλήσεως των Μαθητών μέχρι και τις εμφανίσεις του Κυρίου μετά την Ανάστασή Του και μέχρι την απιστία, και τελικώς την ομολογία, του Θωμά, ο λόγος του Κυρίου είναι περί πίστεως, και μάλιστα περί νέας πίστεως, αποκεκαλυμμένης στο πρόσωπό Του, που οδηγεί εσχατολογικά στη σωτηρία και τη βασιλεία των ουρανών.

Οι μαθητές του Χριστού, μπορεί να ήσαν απλοί αλιείς και να μην είχαν σπουδάσει στις ιερατικές και θεολογικές σχολές των Ιεροσολύμων, ήσαν όμως ενήμεροι για τα πνευματικά ρεύματα και τα προβλήματα της εποχής τους. Συναντούν τον Χριστό και στο πρόσωπό του αναγνωρίζουν το Μεσσία που περιμένουν. Καλούνται από τον Ίδιο σε μια συνάντηση και προσωπική γνωριμία μαζί Του, σε μια άμεση γνώση μέσα από την εμπειρία. Καλούνται στην μετ’ εμπειρίας πίστη. Είναι μια πρόσκληση  σε μια σχέση και κοινωνία με τον Ιησού, η οποία μας μεταφέρει στην εκλογή των Προφητών και των Πατριαρχών της Παλαιάς Διαθήκης, μόνο που εδώ δεν έχουμε ανάθεση αποστολών με θεϊκά παραγγέλματα, αλλά απ’ ευθείας διδασκαλία και κήρυγμα ζωής αιωνίου.

Και οι Μαθητές, κατόπιν μιας ενσυνείδητης και ελεύθερης επιλογής πίστεως, εγκαταλείπουν τα πάντα και τον ακολουθούν σε μια μαθητεία, που συγχρόνως είναι και αποστολή. Γίνονται δια της πίστεως μαθητές και Απόστολοι. Αντιλαμβάνονται εξ αρχής την αληθινή ταυτότητα του προσώπου του Χριστού και τον ακολουθούν αφήνοντας πίσω νοοτροπίες, συνήθειες και παγιωμένες θρησκευτικές αντιλήψεις, πράγμα που δεν τόλμησαν οι Ιουδαίοι ή που πίστεψαν επιφανειακά, με μια ιδιοτελή πίστη λόγω των θαυμάτων Του, αλλά τελικά τον απέρριψαν και τον εσταύρωσαν.

Είναι χαρακτηριστικός ο διάλογος μεταξύ Φιλίππου και Ναθαναήλ, που ακούσαμε στο σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα της Κυριακής της Ορθοδοξίας από το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο. Ο Φίλιππος καλεί το φίλο του Ναθαναήλ να γνωρίσει «αυτόν για τον οποίο έγραψε ο Μωϋσής και οι Προφήτες στο Νόμο, τον Ιησού, τον υιό του Ιωσήφ από την Ναζαρέτ». Και ο Ναθαναήλ μέσα στην απλότητά του τού απαντά: «γίνεται να προέρχεται κάτι καλό από τη Ναζαρέτ», μια άσημη δηλαδή αγροτική πόλη; Αυτή η απλοϊκή αμφιβολία τονίζει ακόμα περισσότερο την πίστη του και την ελεύθερη επιλογή του να αφήσει στη συνέχεια τα πάντα και να ακολουθήσει το Φίλιππο σε συνάντηση με τον Ιησού Χριστό, τον οποίο αυθόρμητα θα ομολογήσει Υιό του Θεού και βασιλέα του Ισραήλ.

Ο διάλογος του Ναθαναήλ, τόσο με το Φίλιππο όσο και με τον Ιησού, αποκαλύπτει την πίστη ως πορεία που έχει αρχή και τέλος τον Χριστό, ο οποίος είναι αυτός που μας προσκαλεί. Αυτός είναι που κατά συγκατάβαση μας βρίσκει πρώτος και μας αποκαλύπτεται όταν τον ζητούμε και τον ακολουθούμε με πλήρη ελευθερία. Αυτή η πίστη, ως ελεύθερη επιλογή, διατρέχει ολόκληρο το Ευαγγέλιο, ως απαίτηση του Ιησού εκ μέρους των Μαθητών Του, αλλά και του λαού που τον ακολουθεί και δέχεται τη διδαχή και τα θαύματά του. Είναι η πίστη του διαρκώς αποκαλυπτόμενου σε μας Χριστού, είναι η πίστη των Προφητών και των Αποστόλων, η πίστη που συνιστά ταυτόχρονα προσωπική γνώση αλλά και αποκαλυπτική εμπειρία, συνάντηση με το πρόσωπο του Σωτήρος Χριστού εντός της Εκκλησίας Του.

«Επί δε τω ρήματί σου χαλάσω το δίκτυο» ομολογεί ο Σίμων στην προτροπή του Ιησού να ξαναρίξουν τα δίχτυα οι αλιείς Μαθητές Του, δείχνοντας την απόλυτη εμπιστοσύνη του σ’ Αυτόν. «Προφήτης μέγας εγήγερται εν ημίν» αναφωνεί ο λαός μετά την ανάσταση του υιού της χήρας της Ναΐν. «Θάρσει θύγατερ, η πίστις σου σέσωκέ σε», λέγει στη θεραπευμένη αιμορροούσα, και, «μη φοβού, μόνο πίστευε και σωθήσεται», λέει στον Ιάειρο για τη νεκρή ήδη κόρη του. «Αναστάς πορεύου, η πίστις σου σέσωκέ σε», λέει στο θεραπευμένο λεπρό. «Σήμερον σωτηρία τω οίκω τούτω εγένετο», λέει ο Κύριος μετά την ολοκληρωτική μεταστροφή του Ζακχαίου.

Σε όλα αυτά τα θαύματα του Κυρίου, αλλά και σε πολλά άλλα, η πίστη ως ελεύθερη επιλογή, είναι απαραίτητη προϋπόθεση θεραπείας, άρα και σωτηρίας. Ο Κύριος σπλαχνίζεται το λαό και τελεί πολλά θαύματα προς ανακούφισή του, αλλά ζητεί πάντα πίστη, και, όταν αντιλαμβάνεται ότι αυτή είναι ελλιπής ή απουσιάζει εντελώς, ταλανίζει το λαό, ακόμα και τους Μαθητές Του. «Ω γενεά άπιστος και διεστραμμένη, έως πότε έσομαι μεθ’ ημών», αναφωνεί, όταν μαθαίνει ότι οι Μαθητές, οι ήδη εντρυφήσαντες στην πίστη, δεν μπορούν να βγάλουν το δαιμόνιο από το δαιμονιζόμενο. «Ολιγόπιστε εις τι εδίστασας», λέει στον καταποντιζόμενο στη λίμνη Πέτρο.

Στην τελευταία αυτή περίπτωση, ο Πέτρος εμφανίζεται ως πρότυπο πιστού και ταυτόχρονα ολιγόπιστου ανθρώπου. Το αίτημά του να περπατήσει πάνω στο νερό, βασίζεται στην ακλόνητη πίστη του ότι ο Ιησούς μπορεί να κάνει το αδύνατο δυνατό. Τελικά όμως, την πιο κρίσιμη στιγμή, χάνει αυτήν την πίστη, όπως συμβαίνει πολλές φορές σε όλους. Ενώ διακηρύσσουμε την ειλικρινή πίστη μας, κάτι αποπροσανατολίζει τη σκέψη μας και χάνουμε το στόχο μας και καταποντιζόμαστε όπως ο Πέτρος.

Η διατήρηση της πίστης χρειάζεται προσπάθεια και αγώνα. Στην παραβολή του σπορέως, ο σπόρος-λόγος του Θεού που πέφτει στο δρόμο ή στο πετρώδες έδαφος ή ανάμεσα στα αγκάθια, δεν είναι δυνατόν να βλαστήσει. Αλλά και εάν βλαστήσει οι ρίζες του δεν είναι βαθιές. Αν ο άνθρωπος δεν παλαίψει ενάντια στη σκληρή του καρδιά και  στη λογική του, η πίστη που γεννήθηκε μέσα του από το λόγο του Θεού, γρήγορα θα ξεριζωθεί. «Ει Μωυσέως και των προφητών ουκ ακούουσιν, ουδέ εάν τις εκ νεκρών αναστή πεισθήσονται», λέει ο Πατριάρχης Αβραάμ στην παραβολή του Πλουσίου και του Λαζάρου.

lazar 0Το αίτημα του πλουσίου της διηγήσεως προς τον Αβραάμ, να στείλει το φτωχό Λάζαρο να ενημερώσει τους συγγενείς του για τα δεινά της κολάσεως, στηρίζεται στην ανθρώπινη λογική των αποδείξεων. Η απάντηση, από την άλλη μεριά, του Αβραάμ, υπογραμμίζει τη δυναμική του θείου λόγου των Γραφών. Οι λογικές αποδείξεις, τα θαύματα και οι περιγραφές των αυτοπτών μαρτύρων, δεν βοηθούν τον άνθρωπο στην απόκτηση σταθερής πίστεως. «Μέγα χάσμα εστήρικται» μεταξύ πίστεως και λογικής.

Την επομένη Κυριακή, δευτέρα των Νηστειών, θα αναγνώσουμε από το Ευαγγέλιο του Μάρκου την περικοπή που αναφέρεται στη θεραπεία του παραλυτικού, και θα γίνει και πάλι λόγος περί πίστεως. Εκεί θα δούμε, ότι τον ασθενή σώζει όχι η δική του πίστη, αλλά η πίστη των άλλων, των φίλων του, που τον μεταφέρουν ενώπιον του Ιησού. «Ιδών ο Ιησούς την πίστιν αυτών» αναφέρει το Ευαγγέλιο. Και εκεί βλέπουμε την κοινωνική διάσταση της πίστεως που σώζει τον πλησίον. Ενθυμούμεθα δε και την περίπτωση των Σοδόμων και της Γομόρρας, που καταστράφηκαν από την έλλειψη πίστεως ακόμα και σε μια μικρή ομάδα ανθρώπων, όπως γνωρίζουμε από το διάλογο του Αβραάμ με το Θεό.

Αλλά εάν πάμε και στην τέταρτη Κυριακή των Νηστειών θα ακούσουμε, πάλι από το Ευαγγέλιο του Μάρκου, τον πατέρα  του δαιμονιζομένου νέου να κράζει προς τον Ιησού: «πιστεύω Κύριε, βοήθει μοι τη απιστία». Πιστεύω Κύριε αλλά βοήθησέ με, γιατί η πίστη μου δεν είναι δυνατή, όσο χρειάζεται. Καταλαβαίνει ο άνθρωπος, ότι η πίστη του δεν είναι τόσο μεγάλη, ώστε να συναντήσει το μεγαλείο του θαύματος. Αυτήν την έλλειψη επαρκούς πίστεως προς κατανόηση της διδασκαλίας και εκτέλεση της αποστολής τους αισθάνονται και οι Απόστολοι, όταν, στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, λέγουν στον Κύριο «πρόσθες ημίν πίστιν».

Χάνεται η πίστη ακόμα και για τους Αποστόλους, που συναναστρέφονται καθημερινά την πηγή της, τον Κύριο δηλαδή. Ο φόβος κάνει τον Πέτρο να αρνηθεί τον ίδιο τον Κύριο τρεις φορές προ του Πάθους, αλλά ευτυχώς μετανοεί. Η ομολογία του Ληστή τον εισάγει αμέσως στον Παράδεισο. Ο Ιούδας, όμως, αυτοκτονεί. Δεν μετανοεί για το λάθος της προδοσίας, απλώς μεταμελείται. Χαμένος μέσα στον εγωισμό του, μέσα στις ιδεολογικές αγκυλώσεις του, δεν βρίσκει χώρο εντός του για την πίστη, δεν την βλέπει, την προσπερνά, και αυτό τον οδηγεί στην απελπισία και την αυτοχειρία.

Ο Θωμάς, όμως, με τη σειρά του θα μας δώσει ένα άλλο μάθημα πίστεως, της πίστεως ως εμπιστοσύνης, και θα μας επιβεβαιώσει, ότι το πρόβλημα της πίστεως, είναι πρόβλημα σχέσεως του ανθρώπου με το Θεό, που μπορεί να κυμαίνεται από την απόλυτη απιστία μέχρι τη βαθιά πίστη. Η λογικοφανής απιστία του Θωμά, είναι κατάσταση από την οποία περνά ο καθένας  που έχει υπαρξιακούς προβληματισμούς. Αλλά και η βαθιά πίστη του Θωμά, στο τέλος της συγκεκριμένης ευαγγελικής περικοπής από το Κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο, αποτελεί την ιδανική κατάληξη της πνευματικής πορείας του κάθε ανθρώπου.

Ο Θωμάς δεν υστερεί από τους άλλους μαθητές σε εμπιστοσύνη προς τον Ιησού. Δεν είναι όμως παρών κατά την εμφάνισή του μετά την Ανάσταση. Και έτσι υπερισχύουν μέσα του οι κατ’ άνθρωπον προβληματισμοί. Θέλει αποδείξεις για να πεισθεί για την Ανάσταση. Ο Ιησούς συγκαταβαίνει και τον βοηθεί να πιστέψει με μια ακόμα εμφάνισή Του, αλλά γνωρίζει ότι, μπορεί ο μαθητής να μην έχει ακόμα τελεία πίστη, δεν έχει χάσει όμως την εμπιστοσύνη του προς Αυτόν. ‘Έτσι, βλέπουμε μια πορεία από την ατελή προς στην τελεία πίστη, με αποδείξεις μεν, αλλά χωρίς απώλεια εμπιστοσύνης. Υπάρχει όμως και η συντομότερη οδός, η πλέον επιθυμητέα και κατορθωτέα, αυτή που περιγράφει ο Ιησούς απευθυνόμενος στο Θωμά: «ότι εώρακάς με πεπίστευκας, μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες».

Οι πιστεύοντες μαθητές, γίνονται τύποι όλων των πιστευόντων ανθρώπων, όποια οδό και αν ακολουθεί η πορεία τους προς την πίστη, η οποία πορεία δημιουργεί μέγα χάσμα μεταξύ αυτών και των απίστων, μεταξύ πίστεως και λογικής, μεταξύ της ανθρώπινης λογικής των αποδείξεων και της δυναμικής του θείου λόγου των Γραφών. Αυτή είναι η πίστη που καλούμεθα να έχουμε και εμείς σήμερα ως μέλη της Εκκλησίας. Μπορεί να μην έχουμε όλοι τη δυνατότητα να δούμε κάποιο θαύμα, αλλά έχουμε όλοι τη δυνατότητα να πιστέψουμε στο Χριστό, βασιζόμενοι στη μαρτυρία των Αποστόλων, των Πατέρων και των Μαρτύρων της Εκκλησίας. Θα είναι μαρτυρία Χριστού αυθεντική, εμπειρική και όχι θεωρητική. Θα είναι γνώση Χριστού βιωματική και όχι απλώς διανοητική.

Ο απόγονος του θρηνούντος Αδάμ, ο συνθρηνών άνθρωπος, μετά το Πάθος, την Ανάσταση, την Ανάληψη και την Πεντηκοστή ζεί ήδη μέσα στην εποχή της χάριτος, ζει μέσα στην Εκκλησία του Χριστού και στα Μυστήριά της. Την περίμενε αιώνες, αλλά τώρα την έχει μπροστά του και εντός του. Κατανοεί εντός της Εκκλησίας την επί αιώνες έλλειψη της πίστεως ως πραγματικής ζωής, τον οποία τώρα έχει μπροστά του ως δώρο Θεού. Αποκτά μια δυναμική σχέση μαζί της, κατανοεί ότι αυτή είναι η σωτηρία του, η μόνη οδός για την επιστροφή στο χαμένο Παράδεισο.

Η σχέση με το Θεό αποκαθίσταται. Ο άνθρωπος αρπάζεται στην κυριολεξία από την πίστη και δι’ αυτής βλέπει το Θεό και τους συνανθρώπους του. Πίστη και αγάπη, όπως τη δίδαξε ο Χριστός και τη μετέφεραν οι Απόστολοι. Ενότητα και συνοχή μέσα στη μία Εκκλησία, την οποία συγκροτεί και συγκρατεί το Άγιο Πνεύμα, από το οποίο πηγάζουν και όλες οι αρετές, όπως μας λέγει Παύλος. Η Εκκλησία της πίστεως αναδεικνύει Πατέρες, Ποιμένες, Ομολογητές και Μάρτυρες, που ποτίζουν με το πνεύμα, αλλά και με το αίμα τους το δέντρο της Εκκλησίας. Δίνουν με το βίο τους, με τη σταθερότητα της πίστεως και με τη διδασκαλία τους παράδειγμα ζωής. Βιώνουν το Ευαγγέλιο ασκούμενοι στις αρετές.

Η ζωή του Χριστού επαναλαμβάνεται σε κάθε Άγιο. Η ζωή τους είναι ζωντανή Δογματική. Επιβεβαιώνουν οι Άγιοι τη δογματική αλήθεια της Εκκλησίας, από την οποία πηγάζει η χάρις. Επιβεβαιώνουν το ζητούμενο από τον εξωθέντα Αδάμ, το ότι δηλαδή η ελευθερία μάς δόθηκε κατά τη Δημιουργία, όχι για να απομακρυνθούμε από το Θεό, αλλά για να σταθούμε καταφατικά απέναντι στο νόμο Του. Κρατούνται οι Άγιοι γερά από την πίστη, αμετακίνητοι. Αν μετακινηθούν, γνωρίζουν ότι δεν έχουν άλλη ευκαιρία σωτηρίας. Ο Αδάμ δεν θα σηκωθεί από το θρήνο του. Αυτό δίδαξε με τη ζωή του ο ίδιος ο Χριστός.

 Αποτελεί πεποίθηση του Ορθοδόξου Χριστιανού, ότι η απαρασάλευτη τήρηση και φύλαξη των παραδεδομένων, οδηγεί στην αληθινή ζωή και τη σωτηρία. Αυτή η πεποίθηση έγινε ισχυρότερη, όταν από τα πρώτα ήδη χρόνια της Εκκλησίας εμφανίσθηκαν οι αιρέσεις. Πηγή τους και πάλι ο άνθρωπος και η αντίστασή του προς την αλήθεια, ο εγωισμός του, η αυτάρκεια, η έπαρση, η μη μεταμορφούμενη από τη χάρη διάνοια, και τελικώς η επανάληψη του προπατορικού αμαρτήματος. Η αίρεση γίνεται πρώτα ο εσωτερικός εχθρός του ανθρώπου, ο εχθρός της πίστεώς του.

Αιώνες πάλεψε η Εκκλησία για να αντιμετωπίσει τις αιρέσεις, να διαφυλάξει την ορθή πίστη ως μοναδικό μέσο σωτηρίας. Τη διατύπωσε σε επτά Οικουμενικές Συνόδους, τις οποίες εορτάζουμε σε διάφορες ημερομηνίες μέσα στο λειτουργικό έτος. Την εβδόμη και τελευταία εορτάσαμε σήμερα Κυριακή της Ορθοδοξίας. Τοποθετήθηκε αυτή η εορτή στην Α’ Κυριακή των Νηστειών, διότι τέτοιαν ημέρα έγινε η δεύτερη και οριστική αναστήλωση των αγίων εικόνων. Η επίσημη αυτή εορτή είναι η σημαντικότερη από τις δογματικές μνείες του λειτουργικού έτους. Τοποθετήθηκε εκεί, στις πύλες, στην είσοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, ως σταθμός στην προετοιμασία του ανθρώπου για το Πάσχα.

Θέτει στον άνθρωπο τη σφραγίδα της ορθής πίστεως, ήδη από αρχή της αγιαστικής πορείας του προς το Πάσχα. Κατά τους Πατέρες, η ομολογία της πίστεως αγιάζει τη γλώσσα και καθαρίζει το νου. Η ορθή πίστη συνδέεται με την ταπείνωση, με την ταπεινοφροσύνη και με κάθε αρετή. Δεν μπορεί κανείς να αρχίζει την πνευματική ζωή, κατά τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, χωρίς πρώτα να έχει στερεωθεί στην ορθή πίστη, ήδη από την αρχή. Ο θρίαμβος της Εκκλησίας επί των αιρέσεων, είναι απελευθέρωση, είναι πνευματική ανανέωση. Η ομολογία της ορθής πίστεως καθαρίζει το εσωτερικό του ανθρώπου από το πάθος του εγωισμού. Τον ταπεινώνει και τον συστέλλει ενώπιον του Μυστηρίου της Εκκλησίας. Ο άνθρωπος, καταφάσκων την αλήθεια, περνάει από το Μυστήριο της απορρίψεως των Πρωτοπλάστων από το Θεό, στο Μυστήριο της Εκκλησίας και σε αυτό της σωτηρίας του.

Αν δεχθούμε, ότι κάθε Μεγάλη Τεσσαρακοστή αποτελεί ένα νέο ξεκίνημα ζωής για τον πιστό, τότε αυτή η πίστη παίρνει κάθε χρόνο μια νέα αρχή και καλύπτει ολόκληρη τη ζωή του ανθρώπου, χαρακτηρίζει κάθε του κίνηση, κάθε του ενέργεια. Η ζωντανή και βιούμενη πίστη, γίνεται το αδιαμφισβήτητο θεμέλιο της χριστιανικής ζωής. Η βίωση της πίστεως στον Τριαδικό Θεό, όπως τη βίωσαν και την έζησαν οι Άγιοί μας, μας κρατεί μέσα στο Μυστήριο της Εκκλησίας, πραγματώνεται μέσα στο Μυστήριο της Εκκλησίας. Η πίστη στερεώνει του νου του ανθρώπου, συγκρατεί την ψυχοσωματική του ενότητα, απομακρύνει τους λογισμούς που τον διαιρούν και εξασφαλίζει και την ψυχική του υγεία. Οι Πατέρες μάς δίδαξαν ότι η επίγνωση της αληθείας του Θεού, γεννιέται από την πίστη και όχι από τους λογισμούς μας. Η Ορθόδοξη Εκκλησία, μάς κρατά μέσα στην πίστη, χωρίς να θίγει τη λογική μας. Η ορθόδοξη θεολογική σκέψη κρατεί τον άνθρωπο σε ισορροπία και προβάλλει την ορθόδοξη πίστη όχι ως πνευματική ηγεμονία του ανθρώπου και της Εκκλησίας, που οδηγεί ουσιαστικά πίσω στο προπατορικό αμάρτημα, αλλά ως οδό σωτηρίας και μόνο.

Νωρίτερα μνημονεύσαμε το θαύμα του Παραλυτικού της Καπερναούμ, ως σημαίνον την κοινωνική διάσταση της πίστεως, αφού ο Κύριος θεράπευσε τον ασθενή λογιζόμενος την πίστη των φίλων του που τον είχαν μεταφέρει ενώπιόν Του. Ευθύς εξ αρχής ο Κύριος μάς διδάσκει ότι η πίστη, δεν είναι υπόθεση ατομική. Ο ίδιος ο Κύριος της πίστεώς μας είπε επίσης στην Αρχιερατική Προσευχή Του για τους μαθητές Του: «υπέρ αυτών εγώ αγιάζω εμαυτόν» (Ιω.17,19). Το κήρυγμα των Αποστόλων και η παράδοση των Πατέρων απευθύνονται σε κοινωνία πιστών, σε Εκκλησία. Η πίστη, όπως ακριβώς και η σωτηρία και η είσοδος στη βασιλεία των ουρανών, δεν είναι υπόθεση ατομική και εγωιστική, αλλά πραγματικότητα και γεγονός της όλης Εκκλησίας, των απογόνων του Αδάμ, του ίδιου του λαού του Θεού.

Μόνον εφ’ όσον παραμένει κάποιος ζωντανό μέλος της Εκκλησίας κερδίζει τη σωτηρία. Στις μέρες μας η πίστη συνηθίζεται να θεωρείται ατομική υπόθεση, ατομικό δικαίωμα. Εκεί την οδήγησε ο ορθολογισμός. Όμως, όπως ο άνθρωπος ενώπιον του Θεού δεν είναι άτομο, αλλά πρόσωπο, έτσι και η πίστη δεν είναι ατομική αλλά προσωπική. Είναι έκφραση πίστεως της Εκκλησίας προσώπων. Η προσωπική πίστη, μόνο μέσα στην Εκκλησία μπορεί να διασφαλισθεί ακέραιη και αλώβητη από κάθε αλλοίωση και αιρετική παρέκκλιση και να είναι πραγματική πνευματική εμπειρία. Η πίστη μας, η πίστη των Ορθοδόξων, είναι ενεργητική και δυναμική και τείνει στη σωτηρία όλου του κόσμου. Είναι συνισταμένη της δογματικής και χαρισματικής πίστεως, του προσωπικού βιώματος και της εμπειρίας της εκκλησιαστικής κοινότητας.

αχραντονΕίναι αυτή η πίστη που εκφράζεται μέσα στο Σύμβολο της Πίστεως, το οποίο απαγγέλλουμε μέσα στη Θεία Λατρεία, και μάλιστα μέσα στη Θεία Λειτουργία. Είναι η πίστη που έχει παραδοθεί σε εμάς και έχει κατοχυρωθεί με πολλούς αγώνες και μαρτυρία αίματος. Όταν απαγγέλλουμε το Σύμβολο της Πίστεως, συμμετέχουμε και διακηρύσσουμε σε συνέχεια αιώνων αυτή τη δογματική και χαρισματική πίστη που οδηγεί στη σωτηρία.

Αυτό το νόημα έχει και η ανάγνωση του Συνοδικού της Ορθοδοξίας ενώπιον και με τη συμμετοχή του λαού του Θεού, όπως κάναμε σήμερα το πρωί, αφού πρώτα, με τις άγιες εικόνες ανά χείρας κυκλώσαμε το ναό, και ουσιαστικά οριοθετήσαμε την Εκκλησία ως κατ’ εξοχήν χώρο του Μυστηρίου της σωτηρίας μας. Η ανάγνωση του Συνοδικού ενώπιον του πληρώματος της Εκκλησίας, σημαίνει ακριβώς αυτό, ότι αποτελεί το έσχατο κριτήριο της παραδεδομένης Αλήθειας και της εγκυρότητας των Συνόδων. Μέσα από αυτό κηρύσσεται η συνείδηση της Εκκλησίας, η οποία περιέχει τις οράσεις των Προφητών, το κήρυγμα και την πίστη των Αποστόλων, την διδασκαλία και την Παράδοση των Πατέρων.

Αυτή είναι η πίστη μας,  αυτή είναι η σωτηρία μας, αυτή είναι η αλήθεια της ζωής μας, για την οποία δυστυχώς στην εποχή μας, αλλά και σε όλες ιστορικά τις εποχές, αδιαφορούμε και καταλήγουμε ως νέοι Πιλάτοι να διερωτώμεθα αδιάφορα «τι εστίν αλήθεια», ενώ ενώπιόν μας έχουμε τον Κύριό μας να μας διαβεβαιώνει: «εις τούτο ελήλυθα εις τον κόσμον, ίνα μαρτυρήσω τη αληθεία, πας ο ων εκ της αληθείας ακούει μου της φωνής» (Ιω.18,37-38).

Αυτή τη φωνή και αυτή την αλήθεια του Κυρίου ευχηθείτε, Σεβασμιώτατε πάτερ και Δέσποτα, να ακούσουμε όλοι κατά τη διάρκεια και της εφετινής Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Να την ακούσουμε μέσα από  τη θεία λατρεία, μέσα από την αγία εικονογραφία, μέσα από την κατανυκτική ψαλμωδία και τα βιβλικά αναγνώσματα της Εκκλησίας μας. Νηστεύοντες, εξομολογούμενοι και μετανοούντες, ώστε με πίστη να ψάλλουμε:

«Την άχραντον εικόνα σου προσκυνούμεν Αγαθέ»

Και αυτήν προσκυνούντες να δεόμεθα πιστώς:

«Η απαράλλακτος Εικών του Πατρός, πρεσβείαις των αγίων σου Ομολογητών, ελέησον ημάς».

Και εγειρόμενοι, τελικώς, από τον Αδαμιαίο θρήνο, και ιστάμενοι πλήρεις ελπίδος και βεβαιότητος σωτηρίας, να αναφωνούμε:

«Αύτη η πίστις των Αποστόλων, αύτη η πίστις των Πατέρων, αύτη η πίστις των Ορθοδόξων».

«Αύτη η πίστις την Οικουμένην εστήριξεν», στηρίξαι δε αυτήν και φωτίσαι και σώσαι εις αιώνας αιώνων. Αμήν!


pdf


Εκδημία Πρωτοψάλτου Αθανασίου Βουρλή
(17.2.2022)



Η εξόδιος ακολουθία του Καθηγητού και Πρωτοψάλτου Αθανασίου Βουρλή θα τελεστεί αύριο Σάββατο 19 Φεβρουαρίου και ώρα 11 π.μ. στον Ιερό Ναό Παντοβασιλίσσης Ραφήνας, προεξάρχοντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ. Νικολάου.

Στους ουράνιους χορούς μετέβη χθες (17/2/2022) ο διακεκριμένος καλλίφωνος Πρωτοψάλτης, Καθηγητής Πανεπιστημίου και Δάσκαλος της Ψαλτικής, Αθανάσιος Βουρλής. Ο αείμνηστος διακρίθηκε για τη σεμνότητα και το άριστο ήθος τους αλλά και την αγάπη του για τη θεολογική επιστήμη και ιδιαίτερα τη λειτουργική μας μουσική τα οποία υπηρέτησε με ζήλο και αυταπάρνηση, έργω και λόγω. Η προσφορά του στη θεία του Δαμασκηνού Τέχνη πολυειδής και πολύτροπος με μουσικολογικά έργα, μελοποιήσεις λειτουργικών και ιερών ακολουθιών, εκδόσεις κασετών και ψηφιακών δίσκων με εκκλησιαστικούς ύμνους. 

vourlis2

Γεννήθηκε στο χωριό Φίλια Καλαβρύτων το 1944 και πήρε τα πρώτα μαθήματα Βυζ. Μουσικής στην Ι. Μονή Μεγάλου Σπηλαίου Καλαβρύτων όπου ηγούμενος ήταν ο θείος του Ευγένιος Βουρλής. Δάσκαλο του στην Ι. Μονή στη Μουσική είχε τον καλλίφωνο Πρωτοψάλτη Αιγίου και εξαίρετο δάσκαλο και μουσικό Ανδρέα Λέτσο. Με την προτροπή του θείου του γράφτηκε και φοίτησε στην Εκκλ. Σχολή Κορίνθου όπου διδάχτηκε Βυζ. Μουσική από τους ονομαστούς μουσικοδιδάσκαλους Δημ. Παναγιωτόπουλο – Κούρο (1958-1963) και Δημ. Μπονάτσο (1963-1965). Συγχρόνως ήταν και μέλος της Χορωδίας της Σχολής.

vourlis3

Μετά την αποφοίτηση του μετέβη στην Αθήνα και γράφτηκε στο «Ωδείο Αθηνών» (1965) όπου είχε καθηγητή τον Ιωαν. Μαργαζιώτη. Μετά από ένα χρόνο μετέβη στη Θεσ/κη όπου φοίτησε, παράλληλα με τις Πανεπιστημιακές του σπουδές στη Θεολογική Σχολή, στο «Μακεδονικό Ωδείο» όπου είχε καθηγητή τον Χαρ. Ταλλιαδώρο και έλαβε πτυχίο Βυζ. Μουσικής με «Άριστα». Στη συνέχεια έλαβε και Δίπλωμα Μουσικοδιδάσκαλου επίσης με «Άριστα» (1971).

Η ψαλτική του σταδιοδρομία άρχισε από τον Ι. Ναό Μεταμορφώσεως Π. Κοκκινιάς όπου έψαλλε ως Λαμπαδάριος. Στη συνέχεια έψαλε στον Αγ. Χαράλαμπο Π. Άρεως, στον Άγιο Ελευθέριο Θεσ/κης, για να συνεχίσει ως Πρωτοψάλτης στον Ι. Ναό Ευαγγελίστριας Τήνου και τον Ι. Ναό των Παμ. Ταξιαρχών Τήνου για την περίοδο 1975 – 76 και ακολούθως στους Άγιους Πάντες Καλλιθέας (1976 – 79).

Το 1980 ανέλαβε καθήκοντα Πρωτοψάλτη και Χοράρχη στον Ι. Ναό Αγίας Μαρίνας Άνω Ιλισίων. Από το 2004 έψαλλε στον Ιερό προσκυνηματικό Ναό της Αναστάσεως Χριστού στα Σπάτα Αττικής. Το 1974 έλαβε Δίπλωμα Μουσικοδιδάσκαλου και από το Ωδείο Πειραιώς. Έχει διδάξει Βυζ. Μουσική στην Εκκλ. Σχολή Τήνου, στη Σχολή Βυζ. Μουσικής του Ιερού Ιδρύματος καθώς και στις μοναχές της Ιεράς Μονής Κεχροβουνίου όπου έλαβε και τιμητικό Δίπλωμα. Δίδαξε επίσης στη Σχολή του Συλλόγου Φίλων Βυζ. Μουσικής Αθηνών (1978-80), σε πολλές Ιερές Μονές, καθώς και σε πολλές ενοριακές Σχολές Β.Μ. Μέχρι τώρα δίδασκε στην ενοριακή Σχολή Αγίου Τρύφωνος Παλλήνης.

vourlis4

Άριστος επιστήμων, πτυχιούχος Θεολογίας και Φιλολογίας και Καθηγητής στο Παν/μιο Αθηνών, έχει μετεκπαιδευτεί στη Γερμανία, όπου παρακολούθησε και Σεμινάρια Μουσικολογίας ενώ συγχρόνως έψαλε και ως Πρωτοψάλτης στον Ι. Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου στην Κολωνία. Έχει δημοσιεύσει πλείστα άρθρα και μελέτες σε εφημερίδες και περιοδικά και υπήρξε τακτικός συνεργάτης των «Ιεροψαλτικών Νέων». Έχει κυκλοφορήσει κασέτα με Βυζ. Εκκλ. ύμνους, έχει συνθέσει πολλά μαθήματα, εκ των οποίων πολλά παραμένουν ανέκδοτα και έχει πλούσια συλλογή δημοτικών τραγουδιών της ιδιαίτερης πατρίδας του.

Έχει εκδώσει τα παρακάτω βιβλία: «Ακολουθία του αγίου ενδόξου Μάρτυρος Πορφυρίου» (1995), «Λειτουργικά κατ’ ήχον» (1998), «Αλληλουιάρια Κυριακών Ευαγγελίων εις τους οκτώ ήχους» (2003), «Μελοποιημένη Ακολουθία του αγίου ιερομάρτυρος Σεραφείμ, Αρχιεπισκόπου Φαναρίου και Νεοχωρίου του θαυματουργού» (2003), «Μελοποιημένη Ακολουθία Εγκαινίων Ιερού Ναού» (2008). Έχει εκδώσει ακόμη πολλά βιβλία Θεολογίας.

Ας είναι αιωνία και άληστος η μνήμη του!

 


Πηγή: www.pemptousia.gr