en ru

Κυριακὴ τῆς Σαμαρείτιδος 2021*

welcome img

Ἡ Ἐκκλησία μας τὴν τέταρτη Κυριακὴ μετὰ τὸ Πάσχα μᾶς διαβάζει μιὰ περικοπὴ πολὺ περιγραφική, πολὺ περιεκτική, πολὺ θεολογική ἀλλὰ ταυτόχρονα καὶ πολὺ ἀνθρώπινη. Στὴν παραβολὴ αὐτήν, ἐμφανίζεται ὁ Κύριος πορευόμενος μὲ τοὺς μαθητές Του στὴ Σαμάρεια, μάλιστα δίπλα σὲ μιὰ πηγή, στὸ φρέαρ τοῦ Ἰακώβ, ὅπου κάθεται νὰ ξεκουραστεῖ ἀπὸ τὴν ὁδοιπορία. Εἶναι μεσημέρι, οἱ μαθητὲς πηγαίνουν νὰ ἀγοράσουν τρόφιμα στὴν πόλη, μένει μόνος του καὶ ἐκεῖ ἔρχεται μιὰ γυναίκα, Σαμαρείτιδα, ἀλλοεθνής, δηλαδὴ μὴ Ἰσραηλίτισσα, γιὰ νὰ ἀντλήσει ἀπὸ τὸ πηγάδι νερό. Ὁ Κύριος βρίσκει τὴν εὐκαιρία καὶ ἀνοίγει μαζί της διάλογο. Τὸ ἐνδιαφέρον σὲ αὐτὴν τὴν περικοπή εἶναι ὅτι ὁ Χριστὸς διαβάζει μὲ ἀκρίβεια τὴν ψυχὴ αὐτῆς τῆς γυναίκας, τολμᾶ νὰ τῆς κάνει κάποιες ἀποκαλύψεις γιὰ τὴν προσωπική της ζωὴ καὶ μέσα ἀπὸ τὸν διάλογο μαζί της νὰ διατυπώσει βαθιὲς θεολογικὲς καὶ πνευματικὲς ἀλήθειες, τέτοιες ποὺ οὔτε ἡ ἴδια μποροῦσε νὰ καταλάβει οὔτε στοὺς μαθητές του εἶχε προηγουμένως κάνει οὔτε κι ἐμεῖς ποὺ μελετοῦμε τὸ Εὐαγγέλιο μποροῦμε εὔκολα νὰ κατανοήσουμε. 

Εἶναι προφανὲς ὅτι ἡ γυναίκα αὐτὴ δὲν εἶχε τὶς κατάλληλες προϋποθέσεις οὔτε εἶχε προηγηθεῖ ἀπὸ μέρους της κάποια προετοιμασία προκειμένου νὰ ζήσει αὐτὲς τὶς ἀποκαλύψεις καὶ νὰ ἐκτεθεῖ σὲ μιὰ τέτοια διδασκαλία. Ἡ ζωή της, ἡ ταυτότητά της, οἱ συνθῆκες δὲν φαίνεται νὰ συνηγοροῦσαν σὲ κάτι τέτοιο. Κατ᾿ ἀρχὰς δὲν ἀνεζήτησε αὐτὴ τὸν Κύριο οὔτε τὸν ἐγνώριζε οὔτε καὶ τοῦ ἔθεσε αὐτὴ τὰ πρῶτα ἐρωτήματα. Βρέθηκε κοντά Του, ἀλλὰ δὲν Τὸν πλησίασε αὐτή. Ὁ Κύριος τὴν πλησίασε. Αὐτὴ πῆγε στὸ πηγάδι γιὰ νὰ ἀντλήσει τὸ νερὸ ποὺ χρειαζόταν γιὰ τὶς ἀνάγκες της, ὅπως πιθανὸν θὰ ἔκανε εἴτε καθημερινὰ εἴτε σὲ τακτὰ χρονικὰ διαστήματα. Θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι ἡ συνάντηση ἦταν συγκυριακή, ἡ ἴδια δὲ μᾶλλον ἀνυποψίαστη. Γιὰ ἄλλον λόγο πῆγε στὴν πηγὴ καὶ ἄλλο τῆς προέκυψε.

Τὸ πρῶτο λοιπὸν χαρακτηριστικὸ αὐτῆς τῆς συναντήσεως εἶναι ὅτι ἡ Σαμαρείτιδα πλησιάζει τὸν Κύριο ἐντελῶς ἀνυποψίαστη καὶ ἐπισκέπτεται τὸ φρέαρ γιὰ καθαρὰ πρακτικοὺς λόγους ποὺ δὲν ἔχουν καμμία σχέση μὲ τὸν διάλογο ποὺ ἀκολούθησε. Ὁ τόπος ἦταν μὲν ἱερός, ἀφοῦ κατὰ τὴν παράδοση εἶχε δοθεῖ ἀπὸ τὸν Ἰακὼβ στὸν Ἰωσὴφ τὸν υἱό του, δὲν ἦταν ὅμως ἕνας τόπος λατρείας ἢ κηρύγματος καὶ διδασκαλίας.

Τὸ δεύτερο εἶναι ὅτι ὁ διάλογος γίνεται μεταξὺ τοῦ Κυρίου καὶ μιᾶς γυναίκας. Ἐκείνη τὴν ἐποχὴ ὁ ρόλος καὶ ἡ κοινωνικὴ ἀναγνώριση τῆς γυναίκας δὲν ἄφηναν περιθώρια σὲ ἕναν διδάσκαλο νὰ ἐμπιστεύεται τὴν ὑψηλὴ καὶ ἀποκαλυπτική του διδασκαλία σὲ μιὰ γυναίκα. Δὲν θεωρεῖτο σωστὸ νὰ ξοδέψει κανεὶς τὸν θησαυρό του καταθέτοντάς τον σὲ μιὰ μάλιστα ἄγνωστη γυναίκα. Γι᾿ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν λόγο, ὅταν ἐπέστρεψαν οἱ μαθητές, ἀπόρησαν πῶς ἦταν δυνατὸν ὁ διδάσκαλος νὰ κάθεται καὶ νὰ συνομιλεῖ μὲ μιὰ γυναίκα. Ἀλλὰ καὶ πουθενὰ ἀλλοῦ μέσα στὰ Εὐαγγέλια καὶ μέσα στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας τῶν πρώτων ἐτῶν δὲν ἐμφανίζεται κάτι τέτοιο. Ἔχουμε γυναῖκες μάρτυρες, ἔχουμε τὶς Μυροφόρες, ἔχουμε τὶς μαθήτριες, ἀλλὰ τὶς ἔχουμε ἁπλῶς νὰ ἀκοῦν ὄχι ὅμως καὶ νὰ διαλέγονται. Δεύτερη λοιπὸν ἀρνητικὴ συνθήκη μετὰ ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ Σαμαρείτιδα φαινόταν ἀνυποψίαστη καὶ ἀκατάλληλη ἦταν τὸ ὅτι ἦταν γυναίκα.

Ὑπάρχει καὶ ἕνα τρίτο στοιχεῖο ποὺ δὲν θὰ συνηγοροῦσε στὸν διάλογο ὅπως ἐξελίχθηκε. Τὸ ὅτι δὲν ἦταν μόνο γυναίκα, ἀλλὰ ἦταν καὶ Σαμαρείτιδα, σὰν νὰ λέγαμε μιᾶς περιφρονημένης φυλῆς καὶ κατηγορίας πρόσωπο. Οὔτε σὲ αὐτὸ θὰ περίμενε κανεὶς νὰ μποροῦσε ὁ Κύριος νὰ ἐμπιστευθεῖ, ὅπως προανέφερα, τὸν λόγο Του.

Τὸ πιὸ ἀρνητικὸ ὅμως στοιχεῖο γιὰ τὸν διάλογο αὐτὸν εἶναι ὅτι ἐπρόκειτο τελικῶς περὶ μιᾶς ἁμαρτωλῆς γυναίκας, μιᾶς μοιχαλίδας, ἡ ὁποία εἶχε πέντε ἄνδρες ποὺ τοὺς παράτησε καὶ ἀπὸ ὅ,τι φαίνεται ἀπὸ τὸν διάλογο καὶ ὁ ἄνδρας μὲ τὸν ὁποῖο συζοῦσε δὲν ἦταν ἄνδρας της κανονικός, νόμιμος, εὐλογημένος κατὰ κάποιον τρόπο.

Βλέπουμε λοιπὸν ὅτι ἔχουμε ἕνα πρόσωπο ποὺ οἱ προϋποθέσεις τῆς ζωῆς του εἶναι ἐντελῶς ἀντίθετες στὸ νὰ καταστεῖ μάρτυρας μοναδικῶν θεολογικῶν ἀποκαλύψεων. Δὲν ἦταν ἕνας Φαρισαῖος ἢ κάποιος γραμματεύς, δὲν ἦταν κάποιος μαθητής, δὲν ἦταν ἕνας μορφωμένος ἄνδρας, μελετητὴς τῶν Γραφῶν. Ἦταν μιὰ ἀνυποψίαστη γυναίκα, Σαμαρείτιδα, γνωστὴ στὸν τόπο τῆς διαμονῆς της γιὰ τὴν προκλητικὴ ἁμαρτωλότητά της, ἠθικὰ στιγματισμένη, ἀπροκάλυπτος παραβάτης τῶν Ἰουδαϊκῶν παραδόσεων καὶ βιβλικῶν ἐντολῶν.

Καὶ ὄχι μόνον αὐτό· ἀλλὰ ὅταν ὁ Κύριος τῆς ἀποκαλύπτει τὸν ἔκλυτο βίο της, ἡ γυναίκα αὐτὴ συμπεριφέρεται σὰν νὰ μὴν εἶναι ἕτοιμη νὰ μετανοήσει. Γι’ αὐτὸ καὶ ἀλλάζει τὴν συζήτηση καὶ τὴν μεταθέτει σὲ πιὸ πνευματικὰ θέματα. Θὰ περίμενε κανείς, μετὰ τὴ θαυμαστὴ ἀποκάλυψη τῆς ἁμαρτίας της, ἂν πραγματικὰ εἶχε μέσα της σπέρματα καλῆς προθέσεως καὶ διάθεση μετανοίας, ἀντὶ νὰ στρέψει τὴ συζήτηση ἀλλοῦ, νὰ ζητήσει ἀμέσως τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ θεραπεία τῆς ψυχῆς της ἀπὸ τὸν Κύριο. Δὲν τὸ κάνει ὅμως αὐτὸ ἡ Σαμαρείτιδα. Οὔτε ὁ Κύριος δείχνει νὰ ἐνοχλεῖται καὶ νὰ τὸ σχολιάζει.

Ἀντίθετα, ἡ Σαμαρείτιδα ἐπιμένει στὴν ἀδυναμία της νὰ ἀνοίξει τὴν ψυχὴ καὶ τὰ μάτια της καὶ νὰ ἀπελευθερωθεῖ ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας της. Πράγματι, ὅταν στὴν πρόοδο τῆς συνομιλίας ὁ Κύριος τῆς φανερώνει ὅτι Αὐτὸς εἶναι ὁ Χριστὸς καὶ ὁ Μεσσίας, ἐκείνη δὲν τὸ καταλαβαίνει καὶ συνεχίζει νὰ διατηρεῖ τὶς ἀμφιβολίες της. Αὐτὸ φαίνεται ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ὅταν πηγαίνει στοὺς συγχωριανούς της καὶ τοὺς ἀναγγέλλει τὸ συμβάν, τοὺς λέγει: «Ἐλᾶτε, συνάντησα ἕναν ἄνθρωπο», ἔτσι τὸν ἀπεκάλεσε, «ὁ ὁποῖος μοῦ εἶπε ὅλα ὅσα ἔχω κάνει στὴ ζωή μου· μήπως τυχὸν εἶναι ὁ Χριστός;»

Ἡ πρώτη λοιπὸν ματιὰ εἶναι μᾶλλον ἀρνητικὴ ἀλλὰ καὶ συμπαθὴς γι’ αὐτὴ τὴ γυναίκα. Εἶναι συμπαθὴς γιατὶ παρουσιάζει μιὰ ἀθωότητα. Φαίνεται ἀπὸ τὴν ἁπλότητα μὲ τὴν ὁποία συμμετέχει στὸν διάλογο μὲ τὸν Κύριο. Ἂν καὶ δὲν καταλαβαίνει τὶς ἀπαν­τήσεις ποὺ τῆς δίνει, οἱ ἐρωτήσεις της εἶναι ἁγνές, πνευματικές. Μὲ ἁπλότητα παιδική καὶ ἀφελότητα στὴν οὐσία συμμετέχει σὲ αὐτὸν τὸν διάλογο, τὸν ὁποῖο ἀνοίγει ὁ Κύριος. Εἶναι προφανὲς ὅτι πίσω ἀπὸ αὐτὴν τὴν ψυχὴ ποὺ παρουσιάζει τόσες ἀντίθετες προϋποθέσεις, ποὺ ἔχει τόσα ἀρνητικὰ στοιχεῖα καὶ ποὺ σίγουρα τὴν ἀκολουθεῖ ἕνας δημόσιος στιγματισμός, κρύβεται ἕνας θησαυρός. Ὁ Κύριος δὲν εἶδε μόνο τὴν ἁμαρτωλὴ ζωὴ καὶ τὰ ἀρνητικά της, ἀλλὰ διέκρινε καὶ τὴ βαθύτερη διάθεσή της, τὸν ἄγνωστο θησαυρὸ τῆς ψυχῆς της, τὴν κρυμμένη ἀξία της. Γι’ αὐτὸ καὶ ἀδιαφορῶντας γιὰ ὅλα τῆς ἐμπιστεύεται τὸν θησαυρὸ τῆς ἀλήθειας Του.

Ἕνα δεύτερο θετικὸ στοιχεῖο εἶναι ὁ αὐθορμητισμός της. Μόλις τῆς λέγει ὁ Κύριος ὅτι εἶναι ὁ Μεσσίας «ἀφῆκε τὴν ὑδρία αὐτῆς» (Ἰω. δ΄, 28), τὰ ἀφήνει ὅλα, τὴ στάμνα της καὶ τὸν σκοπὸ γιὰ τὸν ὁποῖο βρέθηκε στὸ πηγάδι. Αὐτὸ δείχνει ἕναν συγκινητικὸ αὐθορμητισμό. Δὲν πῆρε τίποτε μαζί της, ἀλλὰ ὅπως οἱ μαθητὲς μόλις συνήντησαν τὸν Κύριο «ἀφέντες ἅπαντα ἠκολούθησαν αὐτῷ» (Λουκ. ε΄ 11), αὐτὴ ἀφήνοντας τὰ πάντα τρέχει νὰ μοιραστεῖ τὴν ἐμπειρία της μὲ τοὺς συγχωριανούς της. Ἡ ψυχή της μᾶς θυμίζει λίγο τὸν Πέτρο. Καὶ αὐτὸς δὲν ὀρθολογιζόταν σὲ ἀντίστοιχες στιγμές, ἀλλὰ μὲ ἕναν ἔντονο ἐσωτερικὸ αὐθορμητισμὸ προχωροῦσε στὶς ἐπιταγὲς τῆς ψυχῆς του; Κάτι ἀνάλογο δὲν ἔκανε καὶ αὐτή;

Αὐτὴ ἡ στάση της εἶναι ἐνδεικτικὴ καὶ μιᾶς ἄλλης ὄμορφης πτυχῆς τῆς ψυχῆς της. Αὐτὸν τὸν θησαυρό, αὐτὸ ποὺ ἀνακάλυψε, δὲν κάθησε στενόκαρδα, ἐγωκεντρικὰ καὶ φίλαυτα νὰ τὸν κρατήσει μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό της, ἀλλὰ σὰν νὰ μὴν ἄντεξε οὔτε μιὰ στιγμή, ἀφήνει τὴν ὑδρία καὶ τρέχει νὰ πάει νὰ τὸν μοιραστεῖ μαζὶ μὲ τοὺς συγχωριανούς της, μὲ τοὺς φίλους της, μὲ τοὺς ἀνθρώπους μὲ τοὺς ὁποίους διέμενε. Πολὺ μεγάλο πράγμα αὐτό. Νὰ μὴν μπορεῖ κανεὶς νὰ πάει οὔτε στὸν παράδεισο μόνος του. Νὰ θέλει τὰ πάντα νὰ τὰ μοιράζεται. Εἶναι αὐτὸ ποὺ ἡ Ἐκκλησία μας ὀνομάζει κοινωνία, εἶναι ἡ δυνατότητα καὶ ἡ ἀνάγκη νὰ μετέχει ὁ ἕνας στὴ ζωὴ τοῦ ἄλλου. Νὰ μοιράζεται τὴ χαρά του, τὴ λύπη του, τὸ πρόβλημά του, νὰ μοιράζεται ἐνδεχομένως τὸν σκανδαλισμό του. Νὰ μοιρά­ζεται τὰ πάντα, τὸ φαγητὸ τὸ πνευματικὸ καὶ τὸ ὑλικό. Νὰ μοιράζεται τὴ σωτηρία του. Ἔζησε τὴν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν τὴν κράτησε γιὰ τὸν ἑαυτό της. Ἀλλὰ αὐτὴ ἡ ἐσωτερικὴ δύναμη ποὺ ἔνοιωσε μέσα της τὴν ὁδήγησε πραγματικὰ σὰν ἄλλος ἀπόστολος νὰ τρέξει στὸ χωριό της, μὲ τὸ γνωστὸ στὴ συνέχεια ἐπακόλουθο τῆς μεταστροφῆς ὅλου αὐτοῦ τοῦ κόσμου.

Σὲ αὐτὴν τὴν ψυχὴ ὁ Κύριος σταδιακὰ κατέθεσε τὸν θησαυρό Του. Στὴν ἀρχὴ μὲν τὴν ὑποψίασε μιλῶντας γιὰ τὸ ζῶν ὕδωρ ποὺ αὐτὴ δὲν καταλάβαινε. Αὐτὸ τὸ νερὸ τῆς ζωῆς τὸ ὁποῖο τὸ πίνεις καὶ δὲν διψᾶς. Ἀλλὰ ὄχι μόνον αὐτό· τὸ πίνεις καὶ μεταμορφώνεσαι καὶ γίνεσαι «εἰς πηγὴν ὕδατος ἁλλομένου» (στ. 14), γίνεσαι μία πηγὴ μέσα ἀπὸ τὴν ὁποία ἀναπηδάει αὐτὸ τὸ νερό, μεταμορφώνεσαι σὲ πηγὴ ζωῆς.

«Ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ ποταμοὶ ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ρεύσουσιν ὕδατος ζῶντος», (Ἰω. ζ΄, 38) λέγει ὁ Εὐαγγελιστὴς παρακάτω. Αὐτὸς ὁ ὁποῖος πιστεύει σὲ μένα, μέσα ἀπὸ τὰ σπλάγχνα του ἀναπηδοῦν, πηγάζουν, ρέουν ποταμοὶ ὕδατος ζῶντος· βγαίνει ἡ ἴδια ἡ ζωὴ μέσα ἀπὸ τὴν ὅλη του ὕπαρξη. Γνώρισμα τοῦ χριστι­ανοῦ εἶναι ὅτι εἶναι γεμάτος ζωὴ καὶ μεταγγίζει αὐτὴ τὴ ζωή. Ἀλλὰ αὐτὴ δὲν καταλάβαινε. Αὐτὴ μιλοῦσε γιὰ τὸ φρέαρ τοῦ Ἰακὼβ, μιλοῦσε γιὰ νερὸ ποὺ τὸ πίνεις καὶ ξεδιψᾶς, ὅπως γίνεται συνήθως μὲ τὸ φυσικὸ νερό. Δὲν μποροῦσε, παρὰ τὴ γλύκα καὶ τὸν ἐσωτερικὸ ξεδιψασμὸ ποὺ αἰσθανόταν, νὰ καταλάβει τὸ νόημα αὐτό. Ὁ Κύριος ὅμως έκτυλίγει μὲ ἐμπιστοσύνη τὴ διδασκαλία Του, γιὰ νὰ τῆς προκαλέσει τὴν ἀρχικὴ ὑποψία τοῦ μυστηρίου Του μέσα στὴν καρδιά της. Αὐτὸ ἦταν τὸ πρῶτο βῆμα τῆς προσφορᾶς τοῦ Κυρίου.

Τὸ δεύτερο· τῆς κάνει μιὰ ἀποκάλυψη ἐπίγεια, ποὺ ὅμως ἔχει ἄμεση σχέση μὲ τὴ δική της ζωή. Τῆς ἀποκαλύπτει τὴ ζωή της, χωρὶς φαινομενικὰ νὰ τὴν γνωρίζει. Στὴν οὐσία τὴ γνώριζε. Αὐτὸ τὸ δῶρο τοῦ νὰ γνωρίζει κανεὶς τὴ ζωὴ τοῦ ἄλλου εἶναι ἕνα δῶρο ποὺ καὶ στὶς ἡμέρες μας ὁ Θεὸς τὸ δίνει στὴν Ἐκκλησία. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι καθαροί, ἄνθρωποι παρθενικοὶ στὴν καρδιά τους, ἄνθρωποι φωτισμένοι ἀπὸ τὸν Θεό, πού, ὅταν τοὺς πλησιάζεις, νοιώθεις νὰ σὲ περνοῦν ἀπὸ μιὰ ἀξονικὴ τομογραφία. Κατανοοῦν τὶς λεπτομέρειες ὄχι μόνον τῆς ζωῆς σου ἀλλὰ καὶ τὶς λεπτομέρειες ἐνίοτε τῶν ἰδιωμάτων τοῦ προσώπου σου, ἁμαρτίες, ἀρετές, χαρίσματα, τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖον ὁ Θεὸς ἐνεργεῖ στὴ ζωή μας. Αὐτοὶ ἔχουν τὴν ἄλλη ὅραση. Ἴσως ἀρκετοὶ νὰ ἔχουμε συναντήσει τέτοιους ἀνθρώπους πού, ὅπως ὁ Χριστός, καὶ αὐτοὶ διαβάζουν τὴν ψυχὴ καὶ τὴ ζωή μας. Αὐτὸ ἀκριβῶς ἔκανε καὶ ὁ Κύριος στὴ Σαμαρείτιδα· τῆς ἀποκαλύπτει τὴν ἁμαρτία της. Ἀλλὰ δὲν μένει σὲ αὐτό. Φαίνεται πὼς ἡ γυναίκα δὲν τὸ καλοκατάλαβε. Ἔμεινε περισσότερο στὸν ἐντυπωσιασμό, στὸ παράξενο τοῦ πράγματος παρὰ στὴν οὐσία. Ἡ οὐσία ἦταν ὅτι ἦταν ἁμαρτωλή καὶ ὅτι ἔπρεπε νὰ μετανοήσει. Δὲν ἦταν ὅτι ὁ Κύριος ἐγνώριζε τὰ μύχια τῆς ψυχῆς καὶ τὶς λεπτομέρειες τῆς ζωῆς της.

Παρὰ ταῦτα, ὁ Κύριος προχωράει καὶ σὲ ἕνα τρίτο στάδιο. Τῆς ἀποκαλύπτει πλέον καὶ ἀλήθειες περὶ τοῦ Θεοῦ, ὅτι «πνεῦμα ὁ Θεὸς καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτῷ ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν» (Ἰω. δ΄, 24). Ὁ Θεὸς εἶναι πνεῦμα, δὲν ἔχει νὰ κάνει μὲ ὅλους αὐτοὺς τοὺς ἐπίγειους τσακωμούς, τὰ σχήματα καὶ τὶς μορφὲς ποὺ ἐμεῖς Τοῦ δίνουμε καὶ ποὺ Τὸν κάνουμε τόσο ἀνθρώπινο, τόσο ξεφτισμένο στὴν οὐσία. Τὸν μικραίνουμε τὸν Θεὸ καὶ διαπληκτιζόμαστε γιὰ τὸ ἂν θὰ Τὸν λατρεύουμε τελικά, ὅπως ἔλεγαν οἱ Ἑβραῖοι, στὰ Ἱεροσόλυμα ἢ στὸ ὄρος Γαριζὴν οἱ Σαμαρεῖτες. Εἶναι πολὺ διαφορετικὸς ὁ Θεός. Τῆς λέγει λοιπὸν ὅτι εἶναι πνεῦμα καὶ τελικὰ δὲν ἔχει σημασία τὸ ποῦ λατρεύεται ἀλλὰ τὸ πῶς λατρεύεται, τὸ ὁποῖο εἶναι «ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ». Φυσικὰ καὶ αὐτὸ δὲν τὸ κατάλαβε ἡ γυναίκα αὐτή.

Ἀφοῦ, λοιπόν, τῆς φανερώνει τὴ ζωή της, ἀφοῦ τῆς ἀποκαλύπτει μιὰ θεολογικὴ ἀλήθεια πολὺ σημαντικὴ πού, ἐνῶ αὐτὴ δὲν τὴν κατανοεῖ, Αὐτὸς τὴν εἰρηνεύει καὶ τὴν τακτοποιεῖ ἐσωτερικά, τῆς ἀποκαλύπτει καὶ τὴ θεότητά Του, τὸ πρόσωπό Του. Τῆς λέγει ὅτι ἐγὼ εἶμαι ὁ Χριστός, ἔτσι ἁπλᾶ καὶ μὲ σαφήνεια: «Ἐγὼ εἰμὶ» (στ. 26), μὲ δύο λέξεις, χωρὶς περισσότερα λόγια. Τῆς ἐμπιστεύεται τὸ μεῖζον. Τῆς δίνει μιὰ μαρτυρία περὶ τοῦ ἑαυτοῦ Του ποὺ δὲν τὴν εἶχε σὲ ἄλλους ἄμεσα διατυπώσει.

Εἶναι ἀλήθεια πὼς ὑπάρχουν συνάνθρωποί μας μὲ ἁμαρτωλὸ μὲν βίο, ποὺ ἴσως νὰ ἔχουν παρασυρθεῖ σὲ μεγάλες ἐκτροπὲς καὶ πτώσεις, ταυτόχρονα ὅμως, οἱ ἴδιοι ἄνθρωποι νὰ κρύβουν ἀρετές σὰν τὶς ἀρετὲς τῆς Σαμαρείτιδος, τὴν ἀθωότητα, τὸν αὐθορμητισμό, τὴ δίψα τῆς μἀθησης, τὴν ἀνάγκη νὰ μοιραστοῦν τὴν ἀγάπη, νὰ μοιραστοῦν τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ, νὰ μοιραστοῦν  τὴ ζωὴ καὶ τὴν ἀλήθεια Του. Συχνὰ κάτι τέτοιο τὸ ζοῦμε στὰ σπίτια μας, ἴσως σὲ συγγενικές μας οἰκογένειες, ἴσως σὲ φιλικές, παιδιὰ πολὺ καλὰ στὴ φύση τους, μὲ εὐαίσθητο ἐσωτερικὸ κόσμο, μὲ καλωσύνη, νὰ ἐκτρέπονται, νὰ πέφτουν στὰ ναρκωτικά, νὰ ἁμαρτάνουν, νὰ ἀκολασταίνουν, νὰ ἐκφυλίζονται πνευματικά, πραγματικὰ νὰ ξεφτίζουν. Καὶ διερωτόμαστε πῶς εἶναι δυνατὸν ἕνα τέτοιο παιδὶ νὰ ζεῖ ἔτσι, νὰ ὁδηγεῖται στὴν καταστροφή; Τὸ κριτήριο ὅμως τοῦ Θεοῦ εἶναι διαφορετικὸ ἀπὸ τὸ δικό μας, εἶναι κριτήριο ἐλέους καὶ οἰκτιρμῶν. Γι’ αὐτὸ πάντα ἐλπίζουμε.

Ἀντίθετα, γράφει ὁ Παῦλος στοὺς Κορινθίους: «ὁ δοκῶν ἑστάναι βλεπέτω μὴ πέσῃ» (Α΄ Κορ. ι΄ 12). Αὐτὸς ὁ ὁποῖος νομίζει ὅτι εἶναι σταθερός και ἔχει τὴν ἀσφάλεια τοῦ καλοῦ, ἂς προσέχει νὰ μὴν πέσει. Αὐτὸς ὁ ὁποῖος αἰσθάνεται πὼς ἔχει ἀρετές καὶ χαρίσματα ἂς ταπεινώνεται, γιατὶ συχνὰ ἄνθρωποι μὲ τέτοιες ἀρετὲς ἔχουν μεγάλες ἀδυναμίες καὶ πέφτουν, ἡ ἔπαρση τοὺς ὁδηγεῖ στὴν ἀπώλεια. Ἄνθρωποι ταπεινωμένοι ἀπὸ τὴν ἁμαρτία τους τελικὰ εὐαρεστοῦν στὸν Θεό, ἐνῶ ἄλλοι ξεγελασμένοι ἀπὸ τὴν αὐτάρκεια τῶν ἀρετῶν τους, ὑπερηφανεύονται καὶ χάνονται ἀπὸ τὸν ὁρίζοντα τοῦ Θεοῦ.

Αὐτὴ ἡ μεγάλη ἀλήθεια γεννᾶ σοφία καὶ ἐλπίδα. Τὴ σοφία τῆς ταπείνωσης καὶ τὴν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας. «Τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ὅπου θέλει πνεῖ» (Ἰω. γ΄ 8). Ὁ Θεὸς δὲν ἔχει περιορισμοὺς στὸ ποῦ φανερώνεται. Φανερώνεται στὸν Ληστὴ καὶ μάλιστα κατὰ τὴν ὥρα τῆς Σταύρωσής Του. Φανερώνεται στὴν πόρνη γυναίκα λίγο πρὶν ἀπὸ τὸ Πάθος Του. Φανερώνεται στοὺς μαθητές Του ποὺ Τὸν ἐγκατέλειψαν. Φανερώνεται στὸν Νικόδημο, τὸν φοβισμένο μαθητή. Φανερώνεται καὶ στὴ Σαμαρείτιδα. Καὶ ὄχι μόνο τῆς φανερώνεται, ἀλλὰ τὴν ἀξιώνει νὰ γίνει ἱεραπόστολος δικός Του, ὅπως ἔγιναν καὶ τὰ πρόσωπα ποὺ προανέφερα.

Τὶ ἐλπίδα δὲν γεννᾶ αὐτό! Ἐλπίδα γιὰ ὅλους. Πόσο συχνὰ δὲν χάνουμε αὐτὴ τὴν ἐλπίδα μας καὶ βαρυθυμοῦμε γιὰ τὰ παιδιά μας, γιὰ τὰ μέλη τῆς οἰκογένειας μας, γιὰ τοὺς φίλους καὶ τοὺς γνωστούς μας! Ἡ ἀπώλεια τῆς ἐλπίδας γιὰ τοὺς ἄλλους ἴσως νὰ εἶναι ἡ μεγάλη δική μας ἁμαρτία.

Στὸ μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως προσέρχονται παιδιά, γέροι, μικροί, μεγάλοι, κάθε ἡλικίας μὲ ἀπίστευτα πάθη, μὲ ἀδύνατον νὰ περιγραφοῦν ἐκτροπὲς στὴ ζωή τους, μὲ συνακόλουθα ἀδιέξοδα καὶ δράματα. Γιὰ ὅλους ὅμως ὑπάρχει ἐλπίδα. Τὰ ἐξομολογητήρια κρύβουν μεγάλη πίκρα καὶ πόνο γιὰ τὸ κατάντημα τοῦ ἀνθρώπου, γιὰ τὴν ἀπόδειξη τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας, ταυτόχρονα ὅμως σὰν ἄλλες μῆτρες γεννοῦν τὴ μεγάλη ἐλπίδα τῆς μεταστροφῆς τῶν ἀνθρώπων, σὰν ἄλλοι τἀφοι πιστοποιοῦν τὴν Ἀνάσταση. Τὰ ἐξομολογητήρια ἀποδεικνύουν τὴν χάρι καὶ τὴ δύναμη τῆς Ἀναστάσεως.

Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἀμέσως μετὰ τὸν διάλογο μὲ τὴ Σαμαρείτιδα, ὅταν εἶδε νὰ ἔρχονται ἀπὸ τὴν πόλη Συχὰρ οἱ συγχωριανοί της, εἶπε στοὺς ἀποστό­λους· σηκῶστε τὰ μάτια σας καὶ ρίξτε ἕνα βλέμμα ὅτι «λευκαὶ εἰσὶν αἱ χῶραι πρὸς θερισμὸν» (στ. 35), ὅτι τὰ χωράφια εἶναι ἕτοιμα γιὰ θερισμό. Θερίζοντες εἶναι οἱ μαθητές, εἴμαστε ἐμεῖς, εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἐλπίδα μας.

Ἂς μὴν ἀπογοητευόμαστε ποτέ. Ὅποια καὶ ἂν εἶναι ἡ ἁμαρτία, ὅποια καὶ ἂν εἶναι ἡ ἀρρώστια, ἀκόμη καὶ ἂν ὑπάρχει διαστροφή, δὲν χάθηκε ἡ ζωή. Δὲν ὑπάρχει πνευματικὴ ἀσθένεια μέσα στὴν Ἐκκλησία ποὺ νὰ μὴν θεραπεύεται οὔτε θάνατος ποὺ νὰ μὴν μπορεῖ νὰ τὸν διαδεχθεῖ ἡ ἀνάσταση· οὔτε ὁ Κύριος δυσκολεύεται νὰ δείξει καὶ τὴν ἀλήθεια καὶ τὸ θαῦμα Του, καὶ τὴ θεότητά Του καὶ τὸ πρόσωπό Του στὸν κάθε ἄνθρωπο, ἀκόμη καὶ στὸν μεγαλύτερο ἁμαρτωλό, ἀρκεῖ νὰ ὑπάρχουν ἀκόμη οἱ σπίθες αὐτοῦ τοῦ ἁγνοῦ πόθου καὶ τῆς ἐσωτερικῆς ἀθωό­τητος ποὺ εἶχε ἡ Σαμαρείτιδα.

Πηγὴ αὐτῆς τῆς ἐλπίδας εἶναι ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας, αὐτὸ τὸ γεγονὸς ποὺ σαράντα ἡμέρες γιορτάζουμε καὶ ποὺ ἡ Ἐκκλησία κάθε Κυριακὴ μᾶς ξαναθυμίζει καὶ σὲ ὅλη της τὴν πορεία ἐπαναλαμβάνει, ὅτι ὁ Χριστὸς Ἀνέστη. Καὶ ὁ Χριστὸς Ἀνέστη, ὄχι μόνο γιὰ νὰ μείνει ἀναστημένος Ἐκεῖνος, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἀναστήσει ὅλους μας. Νὰ μᾶς ἀναστήσει, ὄχι ὅταν θὰ πεθάνουμε βιολογικά, ἀλλὰ νὰ μᾶς ἀνασταίνει κάθε στιγμὴ ποὺ πεθαίνουμε ἁμαρτά­νοντας, ἀρνούμενοι τὴ θεότητά Του, ἀγνοοῦντες τὸ πρόσωπό Του.

Αὐτὴ τὴν ἐλπίδα τῆς Ἀναστάσεως ἂς τὴ διατηρήσουμε ἄσβεστη, ἀνέκ­λειπτη καὶ ἀνέσπερη, ὅπως τὸ φῶς ποὺ λάβαμε τὴ νύκτα τῆς Ἀναστάσεως, πάντα στὴν καρδιά μας καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


Κυριακὴ τῆς Σαμαρείτιδος 2021

*Απόσπασμα από το βιβλίο "Δεύτε λάβετε Φως" τοῦ Μητροπολίτου Μεσογαίας καῖ Λαυρεωτικῆς κ. Νικολάου, Ἐκδ. Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μεσογαίας & Λαυρεωτικῆς, Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μεσογαίας & Λαυρεωτικῆς, Σπάτα 2021


Mήνυμα M. Ἑβδομάδας 2021

welcome img

Ἡ πορεία μας μέσα στὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ καὶ ἰδίως μέσα στὴν Μεγάλη Ἑβδομάδα ἴσως φαντάζει κάπως δύσκολη καὶ λίγο δυσβάστακτη. Ζοῦμε μὲ αὐστηρὴ νηστεία καὶ πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς, ἴσως καὶ ὅλοι, νηστεύουμε ἀλάδωτα. Ἂν ὅμως νηστεία θεωρήσουμε μία στέρηση τὴν ὁποία δέχεται ἡ ψυχή μας καὶ ὄχι τὸ σῶμα μας, τότε δὲν νηστεύουμε αὐτὲς τὶς ἑπτὰ τελευταῖες μέρες. Γιατὶ ἡ Ἐκκλησία, ὄχι ἁπλῶς δὲν στερεῖ ἀπὸ τὴν ψυχή μας αὐτὰ ποὺ ποθεῖ καὶ λαχταρᾶ, ἀλλὰ μᾶς προσφέρει τὸ καλύτερο τραπέζι μὲ τὰ πλουσιότερα ἐδέσματα. Αὐτὴ τὴν ἑβδομάδα ὁ κάθε χριστιανὸς «καταλύει εἰς πάντα». Μᾶς τὰ δίνει ὁ Θεὸς ὅλα πλούσια μέσα στοὺς ναοὺς καὶ μέσα στὶς ὄμορφες καὶ λαμπρὲς αὐτὲς ἀκολουθίες, ποὺ ἔχουν ἐξωτερικὴ πένθιμη μορφή, στὴν οὐσία ὅμως ἔχουν χαρακτῆρα θεολογικῆς πανηγύρεως.

Συχνὰ καὶ ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς μᾶς φαίνεται κάπως δύσκολος. Νοιώθουμε τὴν ἀλήθεια Του λίγο πικρή, γιατὶ ἑστιάζουμε τὴν προσοχή μας στὶς ἐξωτερικὲς φαινομενικὲς δυσκολίες. Σήμερα ἔρχεται ἡ Ἐκκλησία καὶ μᾶς λέει «ὄχι!». Ἡ ἀλήθεια δὲν εἶναι πικρὴ οὔτε εἶναι ὅπως τὴν ἔχουμε μέσα στὸ μυαλό μας, κάπως στενή, σφικτή, κουραστική, κακόμοιρη. Ἐὰν στὸ νοῦ τοῦ καθενός μας ἡ ἀλήθεια συνδέεται μὲ ἀρνητικὰ αἰσθήματα, τότε δὲν τὴν κατέχουμε πραγματικά, διότι ἔχει μιὰ μοναδικὴ ὡραιότητα.

Εἶναι ἀδύνατον νὰ ὑπάρχει ἀλήθεια χωρὶς αἰσθητική καὶ χωρὶς ὀμορφιά. Εἶναι ἀδύνατον ὁ Θεὸς ποὺ λέγει τὴν ἀλήθεια, ποὺ εἶναι ὁ ἴδιος ἡ ἀλήθεια νὰ μὴν ἔχει μιὰ ὡραιότητα, τέτοια ποὺ νὰ ζεσταίνει κάθε πλησίασμά μας κοντά Του, τέτοια ποὺ νὰ δροσίζει κάθε ἐμπειρία τῆς θεϊκῆς παρουσίας Του στὴ ζωή μας.

Λέγει ἕνα ἀπὸ τὰ τροπάρια τῆς Μ. Ἑβδομάδος: «Ὁ Νυμφίος ὁ κάλλει ὡραῖος παρά πάντας ἀνθρώπους, ὁ συγκαλέσας ἡμᾶς πρός ἑστιάσιν πνευματικήν». Ὁ Nυμφίος, ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος ἔχει τὴ μεγαλύτερη ὀμορφιὰ ἀπὸ κάθε ἄνθρωπο, μᾶς προσκαλεῖ ὅλους στὸ τραπέζι αὐτὸ τὸ πνευματικό, σ’ αὐτὴν τὴ συνεστίαση, καὶ ὁ ἴδιος μᾶς ἐνδύει μὲ τὴ στολὴ τῆς δικῆς Του ὡραιότητος. Δὲν εἶναι ὁ ἴδιος μόνο ὡραῖος, ἀλλὰ μᾶς παίρνει ἕναν - ἕναν καὶ μᾶς μεταγγίζει ἀπὸ τὴ δικὴ Του ὀμορφιὰ καὶ ὡραιότητα. Ποιά εἶναι αὐτὴ ἡ ὀμορφιά; Ποιά εἶναι αὐτὴ ἡ ὡραιότητα; Ποιό εἶναι αὐτὸ τὸ κάλλος ποὺ ἔχει ὁ Νυμφίος, ὁ Χριστός, ὁ Θεός μας;

Τὸ πρῶτο κάλλος ποὺ ἔχει εἶναι τὸ ἠθικό. Διαβάζοντας τὴ ζωή Του μέσα ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή διακρίνουμε τὴ μοναδικῆς ὡραιότητος παρουσία Του. Ἡ ὀμορφιά Του ἔχει λεπτότητα καὶ μοναδικότητα, χαρακτηριστικὰ ποὺ ὑπάρχουν στὸ πρόσωπο Του μὲ μιὰ μορφὴ τέλειας ἰσορροπίας καὶ ἁρμονίας. Δὲν θὰ μποροῦσε νὰ φανταστεῖ ἀνθρώπινο μυαλὸ πιὸ καθαρή, πιὸ κρυστάλλινη ἠθικὰ ζωὴ ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ Ἰησοῦ. Αὐτὴν προβάλλει καὶ ὡς πρότυπο γιὰ ἐμᾶς ἡ Ἐκκλησία μέσα ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο.

Ἀλλὰ δὲν εἶναι μόνον αὐτό. Ὑπάρχει καὶ ἡ κοινωνικὴ ὀμορφιά, ποὺ πηγάζει ἀπὸ τὸν Χριστό, καθὼς ξεχύνεται στοὺς ἀνθρώπους ὡς ἔλεος, ὡς ἀγάπη, ὡς μοναδικὴ διδασκαλία, ὡς θαύματα, ὡς φροντίδα καὶ μέριμνα γιὰ τὴ ζωὴ ὅλων συλλογικὰ καὶ τοῦ καθενὸς ξεχωριστά. Εἶναι αὐτὸ τὸ ξεχείλισμα τοῦ δικοῦ Του κοινωνικοῦ χαρακτῆρος στὸν καθένα μας.

Ὑπάρχει καὶ ἕνα ἄλλο κάλλος, ἀκόμη μεγαλύτερο. Εἶναι τὸ θεϊκό, τὸ θεολογικὸ κάλλος, αὐτὸ τῆς Μεταμορφώσεως, αὐτὸ τῆς Ἀναστάσεως, τῆς ἀστραπῆς τῆς δόξης Του σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο.

Ὁ Χριστὸς εἶναι πρότυπο ἠθικοῦ κάλλους, εἶναι πρότυπο κοινωνικοῦ κάλλους, φροντίδας, ἀγάπης καὶ μέριμνας σὲ μᾶς, εἶναι πρότυπο θεϊκοῦ κάλλους, ἀλλὰ εἶναι καὶ πρότυπο μυστικοῦ κάλλους, τὸ ὁποῖο προβάλλεται κατ΄ ἐξοχὴν τὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα.

Τί παράδοξο! Τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ θὰ ἀκούσουμε νὰ ἐπανα­λαμβάνεται ἡ προφητεία τοῦ Ἡσαΐα γιὰ τὸν Χριστό: «οὐκ εἶχεν εἶδος οὐδὲ κάλλος· ἀλλὰ τὸ εἶδος αὐτοῦ ἄτιμον καὶ ἐκλεῖπον παρὰ πάντας τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων» (Ἡσ. νγ΄ 2). Ἔχασε τὸ εἶδος, τὴν ὀμορφιά Του, τὸ κάλλος Του ἀπὸ τὰ Πάθη, ἀπὸ τὸν Σταυρό, ἀπὸ τὴ δοκιμασία Του. Ἡ ἀτιμία αὐτὴ τὴν ὁποία ὑπέστη ἀποτελεῖ καταστροφὴ τῆς ὡραιότητός Του, μεγαλύτερη ἀπὸ αὐτὴν ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ ὑποστεῖ ὁ καθένας μας. Μέσα ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἀπώλεια τοῦ ἐξωτερικοῦ Του κάλλους, προβάλλεται σὲ ἀντιδιαστολὴ τὸ μυστικὸ κάλλος Του.

Οἱ ἀκολουθίες αὐτὲς ὀνομάζονται «ἀκολουθίες τοῦ Νυμφίου» καὶ Νυμφίος σημαίνει γαμπρός. Ὁ γαμπρὸς πρέπει νὰ εἶναι ἑλκυστικός, γιὰ νὰ προσελκύει τὴν νύμφη· καὶ νύμφη εἶναι ἡ κάθε ψυχή. Ἡ Ἐκκλησία ὡς Νυμφίο Τὸν παρουσιάζει μὲ τὸ ἀκάνθινο στεφάνι στὴ στιγμὴ τοῦ πάθους Του, γιατὶ τότε μᾶς προσκαλεῖ ὁ Κύριος, ἀποκαλύπτοντας αὐτὴ τὴ μυστικὴ ὡραιότητα τῆς ἄκρας ταπεινώσεώς Του σὲ ὅλους μας.

Ὑπάρχει ἀκόμη ἕνα· αὐτὸ τὸ κάλλος ποὺ δίνει ὁ Χριστὸς σὲ κάθε ψυχὴ ποὺ Τὸν ἀκολουθεῖ, τὸ πνευματικὸ κάλλος. Κάθε χριστιανὸς ἀποτελεῖ εἰκόνα ποὺ ἀντικατοπτρίζει τὴ μορφὴ τοῦ Χριστοῦ στὴ ζωή του, ποὺ ἔχει δηλαδὴ τὴ δυνατότητα νὰ γίνει θεόμορφος, νὰ δείξει καὶ αὐτὸς ἐξ ἀνακλάσεως τὸ ἠθικό, τὸ κοινωνικό, τὸ θεολογικό, τὸ μυστικὸ κάλλος τοῦ Κυρίου. Λέγει ὁ 44ος ψαλμός: «Ἄκουσον, θύγατερ, καὶ ἴδε, καὶ κλῖνον τὸ οὖς σου, καὶ ἐπιλάθου τοῦ λαοῦ σοῦ, καὶ τοῦ οἴκου τοῦ πατρός σου, καὶ ἐπιθυμήσει ὁ βασιλεὺς τοῦ κάλλους σου» (Ψαλμ. μδ΄ 11-12). «Ἄκουσε κάθε ψυχή, στῆσε αὐτὶ καὶ ξέχασε καθετὶ τὸ ὁποῖο ἀποτελεῖ μέριμνά σου, συνήθειά σου, προσκόλλησή σου, ξέχασε ἀκόμη καὶ τὸν οἶκο τοῦ πατέρα σου, τὸ παρελθόν σου δηλαδή, καὶ ἄκουσε μέσα σου τὸν ἐνδιάθετο λόγο σου, δηλαδὴ τὴ συνείδησή σου, καὶ τότε θὰ ἐνδυθεῖς ἐσὺ ὁ ἴδιος αὐτὸ τὸ θεϊκὸ κάλλος. Καὶ τότε ὁ βασιλέας Χριστὸς θὰ λαχταρήσει τὴ δική σου ὀμορφιὰ καὶ τὴ δική σου ὡραιότητα».

Αὐτὸς εἶναι σκοπὸς τῆς ζωῆς μας καὶ τῆς ἑβδομάδας ποὺ διανύουμε: νὰ στολίσουμε καὶ ἐμεῖς τὴν ψυχή μας κατὰ τὸ πρότυπο τῆς ὡραιότητος ποὺ ἔχει ὁ Χριστός.

Συνήθως οἱ χριστιανοὶ εἴμαστε λίγο στυφοί, στενοί, μᾶς λείπει ἡ ὀμορφιὰ τοῦ βιώματος, ἡ ὡραιότητα τῆς πνευματικῆς ζωῆς, τὸ θεϊκὸ κάλλος τῆς δικῆς μας ἐμπειρίας. Ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα μᾶς προσκαλεῖ ὅλους σὲ μιὰ ἄλλη κατεύθυνση· νὰ ἐνδυθοῦμε τὸ κάλλος τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ τὸ συνδυάσουμε μὲ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν πίστη μας στὴν ἀλήθεια. Ὅταν ἀποκτήσει ἡ ψυχή μας αὐτὴν τὴν εἰκόνα τῆς ὡραιότητος τοῦ Χριστοῦ, ὅταν ζήσει τὴν ἀναμόρφωση τοῦ ἀρχαίου κάλλους καὶ τῆς ὀμορφιᾶς γιὰ τὴν ὁποία πλάστηκε, τότε ὁ Θεὸς ἀναπαύεται στὴ ζωή μας. Τότε ὁ Θεὸς μᾶς ἐπιθυμεῖ ὅλους ὅσο κι ἐμεῖς Τὸν ἐπιθυμοῦμε. Ἐμεῖς Τὸν προσεγγίζουμε καὶ μᾶς γίνεται ἐπιθυμητὸς μέσα ἀπὸ τὸ Πάθος Του. Τοῦ γινόμαστε ὅμως οἱ ἴδιοι ἐπιθυμητοὶ μέσα ἀπὸ τὸ κάλλος καὶ τὴν ὡραιότητα τῆς ψυχῆς μας.

Εἶναι εὐχὴ τῆς Ἐκκλησίας μας νὰ δώσει Θεὸς σὲ ὅλους μας ἡ ζωὴ μας νὰ μὴν εἶναι μόνο μιὰ ἀνηφόρα πνευματικοῦ ἀγῶνα, ἀλλὰ νὰ μπορέσει νὰ γίνει μιὰ ἀπόλαυση πνευματικῆς ζωῆς. Τότε μέσα ἀπὸ τὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα καὶ μέσα ἀπὸ τὸ Πάθος τοῦ Κυρίου θὰ μποροῦμε νὰ ζοῦμε αἰώνια τὴν εὐλογία καὶ τὴν ἀνταπόκριση τῆς Ἀναστάσεως Του.

ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ!


Μ. Ἑβδομάδα 2021

Mήνυμα Tριωδίου 2021

welcome img

Ἡ παραβολὴ τοῦ Ἀσώτου ποὺ τὴν διαβάζουμε τὴν δεύτερη Κυριακὴ τοῦ Τριωδίου κρύβει πλούσια μηνύματα καὶ νοήματα. Ἀρχίζει μὲ μιὰ ἀπαιτητικὴ κίνηση τοῦ μικροῦ υἱοῦ πρὸς τὸν πατέρα, ὁ ὁποῖος ζητάει τὸ «ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας», κομμάτι δηλαδὴ τῆς περιουσίας τὸ ὁποῖο δικαιοῦται, καὶ ὁ πατέρας ἀμέσως τοῦ τὸ ἐκχωρεῖ. Ἀκολουθεῖ μιὰ ἱστορία ὑποδοχῆς ἀπὸ τὸν πατέρα, πανηγυριοῦ καὶ χαρᾶς, ἡ ὁποία ὅμως στιγματίζεται ἀπὸ τὴν ἀρνητικὴ ἀντίδραση τοῦ μεγάλου υἱοῦ, τοῦ «καλοῦ παιδιοῦ». Θὰ μποροῦσε κανεὶς ἀπ᾿ αὐτὴν τὴν παραβολὴ νὰ δανειστεῖ κάτι γιὰ νὰ κατανοήσει τὴν ἀγάπη τοῦ πατέρα, κάτι ἴσως γιὰ νὰ συνειδητοποιήσει τὸ μεγαλεῖο τῆς ἐπιστροφῆς καὶ τῆς μετανοίας τοῦ υἱοῦ, κάτι γιὰ νὰ διακρίνει αὐτὴ τὴ σχέση Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου, κάτι γιὰ νὰ καταλάβει πῶς μπορεῖ μὲν νὰ εἶναι κανεὶς καλὸς καὶ σωστὸς ἀλλα παράλληλα ὅμως νὰ βρίσκεται στὸ κατάντημα τοῦ πρεσβύτερου υἱοῦ.

Ἂς μείνουμε στὸ πρῶτο, στὴ σχέση αὐτοῦ τοῦ πατέρα μὲ τὸ παιδί του, καὶ ἂς δοῦμε κάποια βασικὰ χαρακτηριστικὰ τόσο ἀναγκαῖα νὰ τὰ ἔχουμε κι ἐμεῖς, ἰδίως οἱ γονεῖς.

Τὸ πρῶτο στοιχεῖο ποὺ τόσο ἐντυπωσιακὰ φαίνεται εἶναι αὐτὴ ἡ ἐλευθερία τοῦ πατέρα. Τοῦ ζητάει τὸ παιδί του τὸ «ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας». Ἐπιβάλλον σημαίνει ὅτι ἦταν ὑποχρεωμένος νὰ τοῦ τὸ δώσει. Δὲν ἦταν ἐπιβάλλον. Ἂν ἤθελε τοῦ τὸ ἔδινε. Καὶ ὁ πατέρας χωρὶς νὰ πεῖ τίποτε -κανένας ἀπὸ μᾶς δὲν θὰ τὸ ἔκανε ἴσως- «διεῖλεν αὐτοῖς τὸν βίον». Ἀμέσως διήρεσε τὴν περιουσία καὶ τοῦ τὴν ἐξεχώρησε γνωρίζοντας τὶς ἐπιπτώσεις. Μιὰ κίνηση παράξενη. Δὲν τὸν βομβάρδισε μὲ συμβουλές, οὔτε πάλι τὸν πολιόρκησε μὲ περιορισμούς, ἀλλὰ τοῦ δημιούργησε ἕνα κλῖμα τέτοιο ποὺ δὲν ἀπηγόρευε τὴν πτώση στὴν ἐκτροπὴ καὶ τὴν ἁμαρτία. Ἀντιθέτως δημιουργοῦσε θαυμάσια καὶ ὅλες τὶς προϋποθέσεις τῆς ἐπιστροφῆς καὶ τῆς ὑποδοχῆς. Αὐτὸ εἶναι τὸ πρῶτο σημεῖο.

Τὸ δεύτερο εἶναι ἡ ὑπακοή• ἡ ὑποταγὴ τοῦ πατέρα πρὸς τὸ παιδί. Δὲν ἀπαίτησε ἀπὸ τὸ παιδί του νὰ ὑποταχθεῖ σ´ αὐτὸν, παρὰ μὲ τὴν κίνηση καὶ τὴν ἐνέργειά του αὐτὴν ὑπετάγη ἐκεῖνος στὸ παιδί.

Κι ἂς προχωρήσουμε στὸ τρίτο χαρακτηριστικό. Ὁ πατέρας ἀπὸ μακρυὰ κοίταζε, παρατηροῦσε μήπως ἐπιστρέψει ὁ υἱός του• πότε θὰ γυρίσει. Ἄρα εἶχε προσδοκία, εἶχε ἐλπίδα. Πόσες φορὲς ἐμεῖς ἔχουμε χάσει αὐτὴν τὴν ἐλπίδα, αὐτὴ τὴν προσδοκία. Καὶ εἶδε ἀπὸ μακρυὰ τὸ παιδί του τὴν ὥρα ποὺ ἐπέστρεφε καὶ «δραμών», ἔτρεξε ὁ ἴδιος νὰ τὸ συναντήσει. Δὲν σκέφτηκε: «Τὸ παλιόπαιδο, ἂς ἔλθει ἐδῶ πέρα νὰ ζητήσει συγγνώμη καὶ θὰ τὰ ποῦμε». Αὐτὴ εἶναι μιὰ συνήθης ρήση. Ἀντ᾿ αὐτοῦ ὁ πατέρας κάνει μιὰ νέα κίνηση. Ζώντας τόσο καιρὸ μυστικὰ τὸ δράμα καὶ τὸν πόνο του, ὑπερβαίνει τὸν ἑαυτό του καὶ τρέχει αὐτὸς στὸ παιδί του μ᾿ ἕναν ἐκστατικὸ τρόπο. Αὐτὸ σημαίνει ἐκστατικός, τὸ νὰ ξεπεράσει τὸν ἑαυτό του. Τὸ τρίτο λοιπὸν στοιχεῖο εἶναι αὐτὴ ἡ ἐκστατικότητα.

Καὶ «ἐπιπεσὼν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ κατεφίλησεν αὐτόν». Ἔπεσε στὸ λαιμό του, τὸν ἀγκάλιασε καὶ τὸν ἔπνιξε στὰ φιλιά, ὅπως θὰ λέγαμε στὴ σημερινὴ διάλεκτο, ποὺ σημαίνει ὅτι ὁ πατέρας αὐτὸς διατήρησε μέσα στὴν καρδιά του, πέρα ἀπὸ τὴ δοκιμασία τὴν ὁποία πέρασε, αἰσθήματα στοργικότητας καὶ τρυφερότητας, δηλαδὴ συγχωρητικότητα. Αὐτὸ εἶναι τὸ τέταρτο στοιχεῖο.

Ἂν προσέξει κανεὶς βλέπει ὅτι ἐνῶ γίνεται αὐτὴ ἡ ἐπιστροφή, ὁ πατέρας δὲν τοῦ λέει τίποτα, κάποιες συμβουλὲς νὰ τοῦ δώσει, κάποιες παρατηρήσεις καὶ ὑποδείξεις νὰ τοῦ κάνει. Ὅλοι εἴμαστε σίγουροι ἀπὸ τὸ σκηνικὸ αὐτῆς τῆς ἱστορίας ὅτι μὲ πολλὴ εὐκολία θὰ τὶς δεχόταν αὐτὸ τὸ παιδί. Καὶ δὲν τοῦ τὶς κάνει. Ἀλλὰ σὰν νὰ μὴν εἶχε συμβεῖ τίποτα, τὸν δέχτηκε στην ἀγκαλιά του. Τότε ὁ πατέρας ζήτησε νὰ τοῦ ἀλλάξουν τὰ ροῦχα καὶ ἀπὸ τὰ κουρέλια ποὺ φοροῦσε νὰ τοῦ δώσουν καινούργιο ἔνδυμα, νὰ τοῦ βάλουν δαχτυλίδι, νὰ τοῦ δώσουν παπούτσια ποὺ ἦταν ξυπόλυτος καὶ νὰ σφάξουν τὸ καλύτερο θρεφτάρι ποὺ εἶχαν γιὰ νὰ τοῦ προσφέρει δεῖπνο πανηγύρεως. Σὰν νὰ εἶχε φύγει αὐτὸ τὸ παιδὶ καὶ σὰν νὰ εἶχε πολλαπλασιάσει τὴν περιουσία καὶ νὰ τοῦ ὄφειλε ὁ πατέρας ἕνα βραβεῖο καὶ ἕναν ἔπαινο. Ἠταν ὑπερβατικὸς ὁ πατέρας, πληθωρικός στὰ αἰσθήματα. Πολὺ περισσότερα ἀπὸ ὅσα ὄφειλε ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς πρόσφερε στὸ παιδί του.

Ἐπιπλέον εἶχε ἀντοχὴ καὶ δύναμη νὰ ὑπομένει τὰ ἀναπάντεχα χτυπήματα. Τὸ πρῶτο χτύπημα ἦταν ἡ ἀπαίτηση τοῦ παιδιοῦ του νὰ πάρει τὴν περιουσία ποὺ βέβαια δὲν τοῦ ἀνῆκε καὶ σίγουρα νὰ τὴν κατασπαταλήσει. Τὸ δεύτερο, ὁ χωρισμὸς ἀπὸ τὸ ἀγαπημένο του παιδί, γιὰ τὸ ὁποῖο γνώριζε πολὺ καλὰ τὸ πῶς τελικὰ ζοῦσε. Μόλις τόλμησε νὰ νοιώσει λίγα σπέρματα χαρᾶς καὶ παρηγοριᾶς ἀπὸ τὴν ἐπιστροφὴ τοῦ παιδιοῦ του, ὁ μεγάλος γυιός του, τὸ «καλό» του παιδί, τοῦ φέρθηκε τόσο σκληρὰ καὶ τόσο ἀπάνθρωπα. Ἀντοχὴ καὶ δύναμη λοιπόν τὸ πέμπτο χαρακτηριστικό.

Ὁ πατέρας αὐτὸς γνώριζε πολὺ καλὰ πότε νὰ μιλάει καὶ πότε νὰ σιωπᾶ. Στὸ μικρό του τὸ παιδί, τὸ ἄσωτο, ποὺ ἀποστάτησε, οὔτε μιὰ κουβέντα δὲν λέει. Στὸ «καλό» του τὸ παιδί, ποὺ τελικὰ ἀποδείχτηκε σκληρόψυχο καὶ σκληρόκαρδο, φέρεται μὲ ἕναν τρόπο παρακλητικό. Ἦταν παρακλητικὸς ὁ πατέρας. Πήγαινε καὶ παρακαλοῦσε τὸν μεγάλο του γυιὸ νὰ ἔλθει κι αὐτὸς νὰ συμμετάσχει στὴν εὐφροσύνη καὶ στὴν πανήγυρη.

Τί φοβερὸς ὁ πατέρας τῆς παραβολῆς αὐτῆς! Εἶχε μοναδικὰ χαρίσματα: ἐλευθερία, ὑπακοή, ἀντοχή καὶ δύναμη, συγχωρητικότητα, ἐκστατικότητα καὶ ὑπερβατικότητα, παρακλητικότητα, καὶ πληθωρισμὸ αἰσθημάτων. Ἕνας πατέρας τόσο ἀνώτερος δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ ἔβγαζε δύο καρπούς, οἱ ὁποῖοι πραγματικὰ νὰ τοῦ πρόσφεραν ἱκανοποίηση καὶ ἀνάπαυση; Ἔχει δυὸ γυιοὺς ποὺ ὁ ἕνας μέσα ἀπὸ τὴν καλωσύνη του τὸν τυραννάει. Κι ὁ ἄλλος μέσα ἀπὸ τὴν πιστότητα καὶ τὴ συνέπειά του, μένοντας στὸ σπίτι, ἀποδεικνύεται σκληρὸς καὶ βασανιστικός, σφιχτὸς καὶ δύσκολος.

Τὸ ἕνα τὸ παιδί του, τὸ «κακό» κάνει τὴν ἁμαρτία, ἀλλὰ ζεῖ μὲ τὴν συναίσθηση ὅτι εἶναι παιδί του. Τὴ λέξη «πατέρας» τὴν ἀναφέρει 3-4 φορὲς σ᾿ αὐτὴν τὴν παραβολή. Ὁ γυιὸς ποὺ μένει στὸ σπίτι, τὸ «καλὸ» παιδί, δὲν τὸν ἀποκαλεῖ πατέρα, ἀλλά, ὅπως πολὺ ὡραία ἀναφέρει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, αἰσθάνεται μέσα στὴν ἀγκαλιά τῆς οἰκογένειας του σὰν ἕνας δοῦλος. Ὁ πρῶτος γυιὸς μόλις δεῖ τὴν πτώση του, καὶ τὸ κατάντημά του συναισθάνεται καὶ τὴν ἐνοχή του καὶ πολὺ ἁπλᾶ τὴν ὁμολογεῖ. Ὁ δεύτερος ἀρκεῖται μέσα σ᾿ αὐτὴν τὴν ἀρετὴ καὶ κακῶς ἐννοούμενη συμμόρφωσή του καὶ τὸ μόνο ποὺ ξέρει νὰ κάνει εἶναι νὰ διαμαρτύρεται καὶ νὰ ἐπιρρίπτει τὶς εὐθύνες στὸν πατέρα. Γι᾿ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν λόγο τὸν ἀδελφό του δὲν τὸν ὀνομάζει ἀδελφό, ἀλλὰ τὸν ὀνομάζει «παιδί σου» ὅταν ἀπευθύνεται στὸν πατέρα. Σὰν νὰ τοῦ ἔλεγε μ´ ἕναν τρόπο ἐλεγκτικὸ: «Αὐτὸς εἶναι ὁ καρπὸς ὁ δικός σου». Ἕνας ἄνθρωπος διαρκοῦς ἀρνητικότητας: «Ποτὲ δὲν μοῦ ἔδωσες ἕνα κατσίκι νὰ σφάξω γιὰ νὰ γλεντήσω κι ἐγώ μὲ τοὺς φίλους μου, ὁ ὁποῖος δούλεψα πραγματικὰ στὸ σπίτι σου σὰν ἕνας πιστὸς δοῦλος». «Ἰδοὺ τοσαῦτα ἔτη δουλεύω σοι καὶ οὐδέποτε ἐντολήν σου παρῆλθον, καὶ ἐμοὶ οὐδέποτε ἔδωκας ἔριφον ἵνα μετὰ τῶν φίλων μου εὐφρανθῶ».

Ὑπάρχουν πολλὲς γλῶσσες, διάλεκτοι καὶ τρόποι ἐπικοινωνίας. Ὅταν ἡ καρδιὰ πλατύνεται, τότε αὐτὴ ἡ ἐσωτερικὴ ἄνεση ἐκφράζεται στὴν περίπτωση τοῦ πατέρα ὡς ἐλευθερία καὶ στὴν περίπτωση τοῦ ἀσώτου υἱοῦ ὡς αἴσθηση καὶ βίωμα υἱοθεσίας. Ἀντιθέτως, στὸν πρεσβύτερο καὶ «καλὸ» υἱὸ ὑπάρχει αὐτὴ ἡ στενότητα τῆς καρδιᾶς καί, ἐνῶ ζεῖ μέσα στὸ πατρικὸ σπίτι, νοιώθει ὡς δοῦλος.

Ἡ ἐπικοινωνία τοῦ πατέρα μὲ τὸν ἄσωτο υἱὸ δὲν ἔχει λόγια, δὲν χρειάζεται λόγια. Ὑπάρχει ἡ ἀγκαλιά, τὸ φίλημα• αὐτὸς εἶναι ὁ τρόπος καὶ ἡ διάλεκτος ἐπικοινωνίας. Καὶ ὁ καρπὸς εἶναι ἡ εὐφροσύνη, ἡ χαρὰ καὶ ἡ πανήγυρις. Ἐνῶ στὴν περίπτωση τοῦ πρεσβύτερου υἱοῦ ὑπάρχει ὁ διάλογος, χρειάζεται τὸ δίκαιο, εἶναι ἀνάγκη νὰ παρουσιαστοῦν τὰ ἐπιχειρήματα. Καὶ ἀντὶ εὐφροσύνης καὶ πανηγύρεως, ἔρχεται ἡ ἀπομάκρυνση, ἡ ἀπομόνωση καὶ ἡ ὀργή γιὰ τὴν ὁποία μᾶς μιλάει τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα.

Προχωροῦμε στὸ Τριώδιο. Γι᾿ αὐτὸν τὸν λόγο ἴσως ἡ Ἐκκλησία μας βάζει αὐτὴν τὴν παραβολὴ στὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ στὸ πρόγραμμα μας. Τὸ κάνει γιὰ νὰ μᾶς ἀφυπνίσει καὶ ἔτσι μὲ τὴν αἴσθηση ὅτι σὰν παιδιὰ τοῦ Θεοῦ καὶ σὰν δικοί Του ἄνθρωποι θὰ ἀγωνιστοῦμε κατὰ τὴν περίοδο τοῦ Τριωδίου, ἐν ἐλευθερίᾳ νὰ πορευθοῦμε πρὸς τὸ Πάσχα, καὶ νὰ ἀξιωθοῦμε τῆς χαρᾶς καὶ τῆς πανηγύρεως τῆς αἰωνίου Ἀναστάσεως καὶ τοῦ ἀνεσπέρου φωτός της. Ἀμήν.


Τριώδιο 2021

ΜΗΝΥΜΑ 

welcome img

Ὀρθόδοξη ζωὴ δὲν εἶναι αὐτὸ ποὺ ἔχουμε συνήθως στὸ μυαλό μας, μία ἁλυσσίδα δηλαδὴ ἀπὸ σωστοὺς τύπους ποὺ πρέπει νὰ κάνουμε ἢ κάποιες σωστὲς ἐνέργειες στὶς ὁποῖες πρέπει νὰ προβοῦμε. Εἶναι κάτι πολὺ βαθύτερο ποὺ ἔχει νὰ κάνει μὲ τὴ γνησιότητα καὶ τὴν αὐθεντικότητα τοῦ καθενός μας. Ἔχουμε πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς δυστυχῶς τὴν λανθασμένη συνήθεια νὰ κατασπαταλοῦμε τοὺς κόπους μας καὶ τὴν καλή μας διάθεση ἀπὸ ἕναν τέτοιου εἴδους κακὸ προσανατολισμὸ ποὺ ἔχουμε.

  Γιὰ νὰ καταλάβουμε τί εἶναι Ὀρθόδοξη ζωή, ἂς δοῦμε μερικὰ στοιχεῖα ποὺ δὲν ἀποτελοῦν χαρακτηριστικὰ τῆς Ὀρθόδοξης ζωῆς καὶ ὅμως φαίνονται νὰ εἶναι, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ πλανοῦν. Τὸ πρῶτο εἶναι ὁ ἠθικισμός, ὁ εὐσεβισμός, ἡ τυπολατρεία. Τὸ δεύτερο εἶναι ὁ συναισθηματισμός, αὐτὸς ὁ ψυχολογικὸς χριστιανισμὸς ποὺ πολλοὶ ἀπὸ μᾶς ἔχουμε, περισσότερο οἱ γυναῖκες. Τὸ τρίτο εἶναι ὁ νόθος φιλελευθερισμὸς ἢ ἀντίθετα ὁ ἀκραῖος συντηρητισμός.

  Ἂς ἀναφερθοῦμε πρῶτα στὸν ἠθικισμό. Θυμοῦμαι κάποτε ποὺ μία γυναίκα καβγάδιζε μὲ μία ἄλλη καὶ ἦρθε μετὰ νὰ μεταλάβει. Τῆς λέω: «ἐσὺ δὲν πρέπει νὰ μεταλάβεις!» καὶ μοῦ ἀπαντάει: «μά, εἶμαι καθαρή!». Αὐτὸ ἐκφράζει σίγουρα ἕνα λάθος φρόνημα μίας ψεύτικης καθαρότητος. Εἶναι αὐτὸ τὸ σύνδρομο τῶν καλῶν χριστιανῶν ποὺ τηροῦν πέντε - δέκα πράγματα, καὶ καλὰ κάνουν, ἀλλὰ ἀρκοῦνται σὲ αὐτά. Αὐτὸ εἶναι τὸ λάθος.

  Ἔρχονται πολλὲς φορὲς σὲ ἐμᾶς τοὺς ἱερεῖς ἄνθρωποι βουτηγ­μένοι στὴν ἁμαρτία καὶ παρ΄ ὅλη τὴν ἐκτροπή τους μποροῦν νὰ μετανοήσουν, μποροῦν νὰ δεχτοῦν τὴν χάρι, μποροῦν νὰ κατά­λάβουν κάποτε ποιὰ εἶναι ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Ἀπὸ τὴ ἄλλη, ἔρχονται χριστιανοὶ οἱ ὁποῖοι τηροῦν κάποιες βασικὲς ἐντολές, ἀλλὰ δὲν μποροῦν νὰ νοιώσουν τίποτε ἀπὸ πνευματικὴ κατάσταση. Καὶ σὲ αὐτὴν τὴν κατηγορία πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς ἀρκούμεθα. Τηροῦμε τὶς ἠθικὲς διατάξεις, τὶς ἐντολὲς τοῦ εὐαγγε­λίου, καὶ πολὺ καλὸ εἶναι αὐτό, ἀπεμπολώντας ὅμως μία μεγάλη ἀρετὴ ποὺ πρέπει νὰ ἔχουμε μέσα μας, τὴν αὐτομεμψία, τὴν αὐτοκατάκριση, τὸ νὰ κάνουμε ὅ,τι κάνουμε καὶ νὰ μὴν νοιώθουμε ἐπαρκεῖς. Στὴν θέση της βγαίνει μία ὑποκρισία, μία αὐτάρκεια ποὺ μᾶς ἐμποδίζει ἀπὸ τὸ νὰ κινηθοῦμε ἐσωτερικὰ καὶ νὰ δώσουμε αὐθεντικὴ ἔκφραση στὸ ὁ,τιδήποτε κάνουμε, σὲ ὅλα τὰ ἔργα μας.

  Στὴν χριστιανικὴ Ὀρθόδοξη ἀντίληψη τὸ ἔργο εἶναι ἀποτέ­λεσμα τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι καρπὸς τῶν δικῶν μᾶς προσπα­θειῶν. Οἱ δικές μας προσπάθειες καὶ ὁ ἀγώνας μας ἀποτελοῦν ἔκφραση τοῦ φιλότιμου καὶ τῆς εὐγνωμοσύνης μας στὶς εὐλογίες τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν ἔχουν σκοπὸ κάποιο ἐπίτευγμα, ὅπως τὸ νὰ γίνουμε σπουδαῖοι. Δυστυχῶς πολλὲς φορὲς γίνεται σκληρὴ ἡ ψυχή μας.

  Αὐτὲς εἶναι οἱ συνέπειες αὐτοῦ ποὺ καμμιὰ φορὰ νομίζουμε ὅτι εἶναι ἡ ὀρθοπραξία, δηλαδὴ τὸ νὰ τὰ κάνουμε σωστὰ καὶ νὰ νοιώθουμε σωστοί. Συνήθως πιὸ σωστοὶ μέσα τους εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἐξ ἀγνοίας δὲν μπόρεσαν νὰ εἶναι «σωστοὶ» ἔξω τους ἢ αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι δὲν ἔμειναν στὰ τυπικὰ σωστοὶ ἀλλὰ τὰ ξεπέρασαν.

  Τὸ δεύτερο πράγμα ποὺ δὲν ἀποτελεῖ ἔκφραση Ὀρθόδοξης ζωῆς εἶναι ὁ συναισθηματισμός. Συχνὰ δὲν στηριζόμαστε σὲ αὐτὸ ποὺ κάνουμε γιὰ τὸν Θεό, ἀλλὰ σὲ κάτι ποὺ νομίζουμε ὅτι εἶναι αὐθεντικὸ πνευματικά, σὲ αὐτὸ ποὺ αἰσθανόμαστε ποὺ δὲν εἶναι παρὰ ἕνα συναίσθημα. Οἱ γυναῖκες ποὺ ἔκλαιγαν καθὼς ὁ Κύριος ἔφερε τὸν Σταυρό, τὸ ἀκοῦμε τὴν Μεγάλη Πέμπτη, ἔκλαιγαν συναισθηματικά. Καὶ ὁ Κύριος τοὺς εἶπε «μὴ κλαίετε ἐπ΄ ἐμέ, πλὴν ἐφ΄ ἑαυτὰς κλαίετε». «Μὴν κλαῖτε γιὰ μένα, ἀλλὰ γιὰ τὸν ἑαυτό σας νὰ κλαῖτε». Καὶ δυστυχῶς γιὰ τὸν ἑαυτό μας δὲν μποροῦμε νὰ κλάψουμε. Ζοῦμε τὸν Χριστιανισμό, ζοῦμε τὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ μὲ ἕναν ἐπιφανειακό, ψυχολογικὸ τρόπο. Κάποια δάκρυα, κάποιες ἐξωτερικὲς χαρές, κάποιες συγκινήσεις, μεταλαμβάνουμε καὶ νομίζουμε ὅτι κάτι συμβαίνει καὶ δὲν ἔχουμε ἰδέα ἀπὸ τὸ τί πραγματικὰ συντελεῖται μέσα μας. Ἔχουμε ὑποκαταστήσει τὴν χάρι τοῦ Θεοῦ, μὲ τὴν ψυχολογία μας, τὸ συναίσθημά μας. Καὶ ὅταν ἔρχεται μετὰ μία δυσκολία, τότε χαλάει ὁ λογισμός μας καὶ ὅλη αὐτὴ ἡ εὐσεβὴς εὐλάβειά μας μετατρέπεται σὲ σκανδαλισμό, σὲ γογγυσμό, σὲ πικρίες καὶ σὲ παράπονα. Καὶ ἀπὸ αὐτὸ ἔχουμε μεγάλη πεῖρα ἐδῶ στὴν Ἐκκλησία… Χάνουμε τὸ πνευματικὸ νόημα καὶ ἀρκούμεθα σὲ μία συναισθηματικὴ ἱκανοποίηση. Νομίζουμε ὅτι Χριστιανισμὸς εἶναι αὐτὸ ποὺ αἰσθανόμαστε καὶ αὐτὸ ποὺ φανταζόμαστε πὼς αἰσθανό­μαστε. Ὄχι! Μόνον ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἀποτελεῖ τὴν Ὀρθόδοξη ἐμπειρία στὴν ζωή μας.

  Νὰ ἔρθω λίγο καὶ στὸν φιλελευθερισμὸ γιατί καὶ αὐτὸ ἀκού­γεται συχνὰ στὶς μέρες μας. Λέμε πολλὲς φορές, τὸ λέει καὶ ὁ ἱερὸς Αὐγουστῖνος, «ἀγάπα τὸν Θεὸ καὶ κάνε ὅ,τι θέλεις». Ἔτσι, ἀρχίζουμε ἐκ τοῦ ἀντιστρόφου νὰ ἀπορρίπτουμε τὶς διατάξεις, τοὺς κανόνες, τὶς συνήθειες, τὶς ἐντολὲς ποὺ κοσμοῦν καὶ περιφρουροῦν τὸ βίωμα τῆς Ἐκκλησίας. Πάλι ὑπάρχει ἐπιπολαιότητα καὶ μία κρυφὴ ραθυμία, ἡ ἀντίληψη ὅτι πρέπει νὰ κάνω μόνο ὅ,τι καταλαβαίνω ἢ ὅ,τι μοῦ ἔρχεται εὔκολο. Καὶ αὐτὸ πρέπει νὰ ὑποταχθεῖ στὸ βίωμα τῆς Ἐκκλησίας. Τὸ δικό μας βίωμα, ἡ δική μας ζωὴ πρέπει νὰ ὑποτάσσεται στὸ βίωμα τῆς Ἐκκλησίας.

  Ἡ ἁλυσίδα αὐτὴ τοῦ τί ἀκριβῶς εἶναι Ὀρθόδοξο ὡς πίστη, ὡς φρόνημα καὶ ὡς ζωὴ σκοπὸ ἔχει ὄχι ἀσφαλῶς νὰ ἐξαντλήσει τὸ θέμα ἀλλὰ νὰ δώσει μία γεύση καὶ μία καλὴ ὑποψία σὲ ὅλους μας. Γιατί μπορεῖ νὰ εἴμαστε σὲ ἕναν λάθος δρόμο, νὰ φορτίζουμε τὴν ψυχὴ μὲ λάθος πράγματα μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ νὰ εἴμαστε ἐμεῖς ὑπεύθυνοι ποὺ τῆς στεροῦμε κάτι πολὺ βαθύτερο, αὐτὸ γιὰ τὸ ὁποῖο σταυρώθηκε ὁ Χριστός, αὐτὸ γιὰ τὸ ὁποῖο ἀναστήθηκε, αὐτὸ ποὺ αἰῶνες τώρα μᾶς προσφέρει ἡ Ἐκκλησία μας.

    
Ἰανουάριος - Φεβρουάριος 2021

pdf

ΜΗΝΥΜΑ 

welcome img

Στὶς συναντήσεις Του μὲ τὸν κάθε ἄνθρωπο, ὁ Θεὸς ἐμφανίζεται πάντα μὲ καινούργια μορφή. Κάθε πρόσωπο καὶ κάθε ἐμφάνιση σημαδεύει κάτι πρωτοφανές, κάτι πρωτόγνωρο. Ὅπως κατὰ τὴν γονιμοποίηση ἑνὸς ὠαρίου ἀπὸ ἕνα σπερματοζωάριο μπορεῖ νὰ προκύψουν ἄπειρα διαφορετικὰ μεταξύ τους ζυγωτά, τὸ καθένα μὲ τὴν δική του πρωτόγνωρη γενετικὴ φυσιογνωμία, ὅπως οἱ ἄνθρωποι ὅσο κι ἂν μοιάζουμε δὲν ἔχουμε ἐπαναλαμβανόμενες μορφές, κατὰ ἀνάλογο τρόπο ὁ καθένας μας εἶναι προικισμένος μὲ τὴ δυνατότητα καὶ ἔχει τὴν εὐκαιρία νὰ δώσει μιὰ νέα ἔκφραση τοῦ θεϊκοῦ προσώπου σὲ αὐτὸν τὸν κόσμο.

   Ὁ Θεὸς λοιπὸν φαίνεται ἀπόμακρος ἐπειδὴ ἡ ἔκφρασή Του στὴν δική μας ζωὴ καὶ ψυχὴ εἶναι ἀκόμη ἄγνωστη, ἀδημιούργητη. Σὲ λίγο ὅμως θὰ εἶναι καινούργια, πρωτότυπη, ἀνεπανάληπτη. Τὸ πρόσωπό Του θὰ ἔχει δημιουργήσει μιὰ ἄγνωστη ὡς τώρα εἰκόνα Του, ἕνα μοναδικὸ καὶ ἀνεπανάληπτο ὁμοίωμά Του. Αὐτὸ σημαίνει συνάντηση μὲ τὸν Θεό. Ὁ Θεὸς ἀπὸ ἐρώτημα, φιλοσοφικὸ ζητούμενο καὶ ἀμφισβήτηση γίνεται πλέον ἐμπειρία. Ἀπὸ ἀπόμακρος καὶ δύσκολος γίνεται οἰκεῖος καὶ εὔκολος. Γίνεται «ὁ ἐν ἡμῖν».

   Συνάντηση μὲ τὸν Θεὸ σημαίνει νὰ γεύεσαι τὸν τότε ἀπηγορευμένο ἀλλὰ τώρα εὐλογημένο καρπό. Δὲν ἦταν κακὸ νὰ γνωρίζουν οἱ πρωτόπλαστοι τὸν Θεό, ἀλλὰ δὲν ἦταν τῆς ὥρας. Τώρα εἶναι ἡ ὥρα τοῦ ἄλλοτε ἀπηγορευμένου καρποῦ. Τώρα εἶναι κακὸ νὰ μὴν γευθεῖς τὸν καρπό. Τώρα εἶναι ἡ ὥρα τῆς θεογνωσίας.

   Αὐτὴ ἡ ἔντονη ἐπιθυμία τοῦ καινούργιου ποὺ ἀγνοεῖται, τοῦ ἄγνωστου ποὺ ὅμως ἐλπίζεται, τοῦ μεγάλου ποὺ κρύβεται, τοῦ ρίσκου ποὺ ἀποφασίζεται δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ ἡ φυσικὴ δύναμη ποὺ ὁ Θεὸς ἔχει βάλει μέσα μας γιὰ νὰ Τὸν συναντοῦμε, νὰ γευόμαστε τὸ θεϊκὸ Του ποὺ μετέχεται.

   Εἶναι καμπύλος ὁ χῶρος Του, ὅπως τὸ σύμπαν. Ὄχι εὐθὺς καὶ ἐπίπεδος. Ὄχι σκληρὸς καὶ ἄκαμπτος. Δὲν εἶναι γραμμικὴ ἐξίσωση μὲ μία λύση, ἀλλὰ ἀπειροδιάστατος χῶρος ποὺ γεννᾶ καὶ ἀξιοποιεῖ τὴν ἐλευθερία σου. Χῶρος ὅπου τὸ καλὸ παύει νὰ εἶναι καλὸ ὅταν ὑπάρχει τὸ καλύτερο. Ἀτμόσφαιρα μέσα στὴν ὁποία ἡ ἐλάσσων ἐλευθερία τῶν ἐπιλογῶν καταρρέει. Ἐδῶ ἐλευθερία εἶναι διαρκῶς νὰ δημιουργεῖς τὸ καλύτερο μέσα σὲ ἀτμόσφαιρα πολὺ καλοῦ.

   Ὁ Θεὸς εἶναι σὰν μαύρη τρύπα. Δὲν βλέπεται· διαπιστώνεται. Ἔχει τόσο ἰσχυρὸ βαρυτικὸ πεδίο ποὺ τοὺς πάντας προσελκύει χωρὶς ὅμως νὰ φαίνεται. Αὐτὸ ποὺ ἀναδίδει δὲν εἶναι ἡ ταυτότητά Του, ἡ οὐσία Του, ἀλλὰ ἡ δυνατότητά μας νὰ Τὸν διαπιστώνουμε γιὰ νὰ Τὸν πιστεύουμε. Εἶναι εὐγενὴς ὁ Θεός. Κρύβεται· γι᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ Τὸν ψάξουμε. Ἡ ἀγάπη Του ὑποτάσσεται στὸ αὐτεξούσιό μας· γι᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ Τὸν διεκδικήσουμε. Εἶναι πολὺ πολὺς καὶ πολὺ ἄλλος· γι᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ Τὸν τολμήσουμε.

    
Ὁκτώβριος 2020


pdf

ΜΗΝΥΜΑ 
Ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν
welcome img

Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἡ ἐποχὴ μας ἀδικεῖ μιὰ μεγάλη εὐλογία ποὺ ἔχει δώσει ὁ Θεός: τὴν εὐλογία τῶν ἐντολῶν. Θεωρεῖ ὅτι ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν ἀποτελεῖ μιὰ μηχανική, ἐπιφανειακὴ ἠθικὴ καὶ ὅτι ὁ λόγος περὶ τηρήσεως τῶν ἐντολῶν εἶναι μία ἠθικολογία ποὺ προάγει τὸν εὐσεβισμό. Δὲν εἶναι ὅμως ἔτσι τὰ πράγματα. Ἂν προσέξουμε, θὰ δοῦμε ὅτι καὶ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἡ πατερικὴ γραμματολογία καὶ ἡ ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας εἶναι γεμάτα ἀπὸ προτροπὲς γιὰ τήρηση τῶν ἐντολῶν καὶ προσδιορίζουν τὴν ἁγιότητα -μεταξὺ ἄλλων- καὶ ὡς ἔκφραση τῆς τηρήσεως τῶν ἐντολῶν• «ἐὰν ἀγαπᾶτε με, τὰς ἐντολὰς τὰς ἐμᾶς τηρήσατε», λέει ὁ ἴδιος ὁ Κύριος. Ἡ προσπάθεια τηρήσεως τῶν ἐντολῶν μᾶς μεταφέρει ἀπὸ τὴν ἀμφιβολία καὶ τοὺς ἐπικίνδυνους ἀκροβατισμοὺς τῶν «βιωμάτων», στὴν πραγματικότητα τῶν ἀδυναμιῶν μας.

Διαβάζουμε συχνὰ ἕνα βιβλίο, κάνουμε μιὰ ὡραία συζήτηση, μιλᾶμε γιὰ τὸν πλατυσμὸ τῆς καρδιᾶς, γιὰ τὶς ἀναρριχήσεις τοῦ νοός, γιὰ τὶς πνευματικὲς ἀναβάσεις, καὶ μετὰ ἀπὸ λίγο μᾶς διακόπτει ὁ ἄντρας ἢ ἡ γυναίκα μας στὸ σπίτι καὶ ἀντιδροῦμε μὲ ἔνταση καὶ ἐκνευρισμό. Τί ἔννοια ἔχουν τότε ὅλες αὐτὲς οἱ συζητήσεις; Κρατᾶμε τὸ κομποσχοίνι στὸ χέρι, τηροῦμε ἴσως τὶς νηστεῖες, ἐπειδὴ ἔτσι μάθαμε, ἀλλὰ δὲν μποροῦμε νὰ τηρήσουμε τὶς ἐντολὲς τῆς ἀγάπης, τῆς ὑπομονῆς, τῆς ἀμοιβαίας ἀνοχῆς, τῆς συγχωρητικότητας. Καὶ παρατηρεῖται τὸ ἑξῆς φαινόμενο: Ἐνῶ ἐμφανιζόμαστε μὲ μιὰ μοναχικοῦ χαρακτήρα παραδοσιακότητα, εἴμαστε πολὺ σκληρόκαρδοι ἄνθρωποι. Αὐτὸ ποὺ μαλακώνει τὴν ψυχὴ σὰν σφυρὶ ποὺ τὴ χτυπάει, εἶναι οἲ ἐντολὲς καὶ ὁ ἀγώνας τους.

Οἲ ἐντολὲς ὑπάρχουν γιὰ δύο λόγους: Πρῶτον, γιὰ νὰ μᾶς ταπεινώνουν καί, δεύτερον, γιὰ νὰ μᾶς δείχνουν τὴν πορεία μας.

Πόσο ἀγώνα ἔχει μία ἐντολή! Πόση προσπάθεια! Εἶναι πιὸ εὔκολο νὰ διαβάσουμε ἕνα κομμάτι ἀπὸ τὴ Φιλοκαλία ἢ τὰ Ἀσκητικά του Ἀββᾶ Ἰσαάκ, νὰ νομίσουμε ὅτι τὸ καταλάβαμε καὶ νὰ αἰσθανθοῦμε ὅτι φτάσαμε σὲ μιὰ δῆθεν «πνευματικὴ κατάσταση», ἀπὸ τὸ νὰ προσπαθήσουμε νὰ μὴν ποῦμε ἕνα ψέμα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ἀποκαλοῦμε συμβατικὰ ψέματα, ἢ ἀπὸ τὸ νὰ δεχθοῦμε τὸ παιδί μας ὅπως εἶναι, ἢ νὰ ἀνεχθοῦμε τοὺς γονεῖς μας, ἢ ἀμοιβαία ὁ ἕνας τὸν ἄλλο. Βλέπουμε λοιπόν, ὅτι ὅταν προσπαθοῦμε νὰ τηρήσουμε τὶς ἐντολὲς δυσκολευόμαστε πολύ. Κι ἔτσι, ταπεινωνόμαστε ἐπώπιόν τους.

Οἱ ἐντολὲς ὅμως, πέρα ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι μᾶς ταπεινώνουν, λειτουργοῦν καὶ ὡς ὁδοδεῖκτες στὴν πορεία μας. Βλέπει κανεὶς πολλὲς φορὲς στοὺς ὀρεινοὺς δρόμους νὰ ὑπάρχουν στὰ δεξιὰ καὶ ἀριστερὰ τῆς ἀσφάλτου, πάσσαλοι μὲ φθορίζουσα ὕλη πάνω τους, ὥστε νὰ δείχνουν τὸν δρόμο, ὅταν αὐτὸς καλύπτεται ἀπὸ τὰ χιόνια. Τὸ ἴδιο κάνουν κι οἱ ἐντολές• μᾶς δείχνουν ποῦ πορευόμαστε. Γι’ αὐτὸ εἶναι πολὺ σημαντικὸ νὰ ἀναζητήσει κανείς, μὲ τὴ συμπαράσταση τοῦ πνευματικοῦ του, νὰ προσδιορίσει τὶς ἐντολὲς γιὰ τὶς ὁποῖες πρέπει νὰ ἀγωνιστεῖ στὴ ζωή του. Μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο μαθητεύει συνεχῶς στὸ συγκεκριμένο ἀγώνα του. Δὲν δικαιολογεῖ εὔκολα τὸν ἑαυτὸ τοῦ ὅταν δὲν τὰ καταφέρνει, δὲν ἀδιαφορεῖ. Στέκεται μὲ τιμιότητα ἀπέναντι στὴν ἀλήθεια. Δὲν ψεύδεται, οὔτε ξεγελᾶ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ κοιτάζει ποιὲς ἀπὸ αὐτὲς τὶς ἐντολὲς θὰ ἐφαρμόσει καὶ σὲ ποιό βαθμό. Ἔτσι, διακρίνει τὸ δρόμο καὶ τὴν πορεία του, καὶ στὴ συνέχεια ζητάει μὲ τὴν προσευχὴ του τὴν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν εὐλογία Του• ὥστε, ἂν κάποια ἀπὸ τὶς ἐντολὲς μπορεῖ νὰ μεταμορφωθεῖ σὲ ἐμπειρία προσωπική, αὐτὸ νὰ γίνει μόνο μὲ τὴ χάρι τοῦ Θεοῦ. Στὴν πνευματικὴ ζωή, οἱ ἀρετὲς δὲν ἀποτελοῦν κατάκτηση ἢ ἐπίτευγμα, ἀλλὰ δῶρο Θεοῦ καὶ καρπὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Σὲ μᾶς ἀνήκει ἡ συναίνεση καὶ ἡ ἐμπιστοσύνη στὴ χάρι Του.

    
Σεπτέμβριος 2020


pdf

ΜΗΝΥΜΑ 

welcome img

Μέσα ἀπὸ τὴν ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ ὁποία δανείζεται ἐκφράσεις καὶ βασίζεται σὲ γεγονότα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, προεικονίζεται καὶ προτυπώνεται τὸ μυστήριο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Μεταξὺ ἄλλων, οἱ ὑμνογράφοι τὶς ἀποδίδουν τέσσερα μοναδικὰ χαρακτηριστικά. Τὴν ἀποκαλοῦν κατοικητήριον τοῦ Θεοῦ, σκηνὴν ἐπουράνιον, ἔμψυχον ναόν τοῦ Θεοῦ καὶ πύλην του οὐρανοῦ.

Κατοικητήριο τοῦ Θεοῦ σημαίνει ὅτι τὸ πρόσωπό της φανερώνει τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ ἡ ἴδια τὸν φιλοξένησε στὴ μήτρα της καὶ ὁ Κύριος τὴν ἁγίασε. Ὑπάρχει γιὰ νὰ δείχνει τὶς συνεταγμένες τοῦ Θεοῦ, τὸν τόπο Του, τὴν παρουσία Του, καὶ ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὴ φωτισμένη ὑπόδειξή της στὴν Κανὰ τῆς Γαλιλαίας «ὅ,τι ἂν λέγῃ ὑμῖν ποιήσατε» (Ἰω. β΄ 5), ὑπάρχει γιὰ νὰ μᾶς προτρέπει στὴν ὑπακοὴ τοῦ Υἱοῦ της. Ὅποιος τὴν βλέπει, βλέπει τὸν Θεό.

Ἀποκαλεῖται ὅμως καὶ σκηνὴ τοῦ Θεοῦ, ποὺ σημαίνει ὄχι ἁπλῶς τόπος διαμονῆς ἢ φανέρωσης τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τόπος ἀναπαύσεώς Του. Τόπος ποὺ πραγματικὰ εὐαρέστησε στὸν Θεό, ἱκανοποίησε τὴν προαιώνια βουλή Του καὶ ἐξέφρασε τὴν ἄπειρη ἀγάπη Του καὶ τὸ αἰώνιο θέλημά Του.

Χαρακτηρίζεται ἐπίσης καὶ ναὸς τοῦ Θεοῦ, ποὺ σημαίνει ὅτι διὰ τῆς Θεοτόκου ὁ Θεὸς ἀποκαλύπτει τὸ μυστήριο, τὰ σημεῖα καὶ τὰ θαύματά Του, αὐτὰ ποὺ ξεπερνοῦν τὴ λογική μας, αὐτὰ ποὺ καταργοῦν τὴν παχύτητα καὶ τὴ μικρότητά μας, αὐτὰ ποὺ φανερώνουν τὴν ἄλλη λογικὴ καὶ ἀποκαλύπτουν τὴν ἄλλη ζωή, καταδεικνύουν ἕναν ἄλλον κόσμο ἀπὸ τὸν κόσμο τῆς πτώσεως, ἕναν ἀληθινὸ κόσμο πέραν ἀπὸ τὸν πραγματικὸ κόσμο, ἕναν κόσμο στὸν ὁποῖο καλεῖται ὁ καθένας μας νὰ μπεῖ μέσα καὶ νὰ ζήσει. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι στὸ πρόσωπό της ἐμπιστεύεται ὁ Θεός τὰ μυστικά του, καὶ αὐτὴ τὰ μοιράζεται μὲ τοὺς ἀνθρώπους.

Ἡ Παναγία λοιπόν δείχνει τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ, ἐκφράζει τὸ θέλημά Του καὶ ἀποκαλύπτει τὸ μυστήριό Του. Αὐτὰ ὅλα δὲν ἀποτελοῦν ὅμως προνόμια ἢ ἔστω δῶρα πρὸς αὐτήν, τὰ ὁποῖα αὐτὴ τὰ κρατάει γιὰ τὸν ἑαυτό της, ἀλλὰ χαρίσματα ποὺ τὰ μοιράζεται μὲ τὴν Ἐκκλησία, δηλαδὴ μὲ τὸν κόσμο ὅλον, ποὺ τῆς δόθηκαν γιὰ νὰ τὰ δίνει. Συνεπῶς κάθε ἕνας ποὺ μπορεῖ νὰ ἀποκαταστήσει μιὰ πνευματικὴ σχέση καὶ ἐπικοινωνία μὲ τὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου δὲν γνωρίζει μόνον τὴν Παναγία, ἀλλὰ κυρίως εἰσέρχεται στὸν γνόφο τῆς παρουσίας, τοῦ θελήματος καὶ τοῦ μυστηρίου τῆς Τριαδικῆς θεότητος.

Τέλος, ἡ Παναγία εἶναι καὶ πύλη. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι εἶναι πέρασμα πρὸς τὸν οὐρανό. Ὁ πόθος τοῦ κάθε πιστοῦ εἶναι νὰ γίνει οὐράνιος ἄνθρωπος, «ἡμῶν τὸ πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει» (Φιλιπ. γ΄ 20), «τὰ ἄνω ζητοῦμεν, τὰ ἄνω φρονοῦμεν» (Κολ. γ΄ 1,2). Ἡ πύλη διὰ τῆς ὁποίας κανεὶς εἰσέρχεται σὲ αὐτὴν τὴν οὐράνια κατάσταση, στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, εἶναι τὸ πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Ὅπως γιὰ νὰ εἰσέλθουμε σὲ ἕναν χῶρο χρειάζεται ὁπωσδήποτε μία πόρτα, ἔτσι καὶ στὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ δὲν εἰσερχόμεθα ἀπὸ τὸν τοῖχο τῆς λογικῆς, οὔτε ἀπὸ τὴν παγίδα τοῦ ἐμπαθοῦς βίου ἀλλὰ ἀπὸ τὴν κεντρικὴ εἴσοδο τοῦ Θεομητορικοῦ προσώπου. Τὸ ἠθικὸ πρότυπό της, ἡ προσφυγὴ στὴ μητρικὴ προστασία της, οἱ πρεσβεῖες της, ἡ χάρις της, ἡ μυστικὴ σχέση μαζί της διευκολύνουν τὴν ψυχὴ νὰ εἰσέλθει στὸν χῶρο τοῦ Θεοῦ.

Αὐτὴ ἡ σχέση μὲ τὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου ἐκφράζεται πληθωρικὰ μέσα ἀπὸ τὶς τόσο δημοφιλεῖς στοὺς Ὀρθοδόξους ἀκολουθίες τῶν δύο Παρακλητικῶν Κανόνων καὶ τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου. Οἱ δύο πρῶτες ὑπογραμμίζουν τὴ μετοχὴ τῆς Θεοτόκου στὶς καθημερινὲς ἀνάγκες τῆς ζωῆς, ἐνῶ ἡ ἄλλη ἀποτελεῖ δοξολογικὴ προσευχή ποὺ μᾶς βοηθεῖ νὰ γίνουμε κοινωνοὶ τῆς αἰώνιας δόξας της. Οἱ Παρακλήσεις τὴν φέρνουν κοντά μας, ἐνῶ οἱ Χαιρετισμοὶ μᾶς ἀνεβάζουν κοντά της.

Στοὺς Παρακλητικοὺς Κανόνες ἐκφράζεται ἡ ἀμεσότητα τῆς σχέσης τῶν πιστῶν μὲ τὴν Θεοτόκο καὶ ἡ βαθειά της κατανόηση τῆς ἀνθρώπινης φύσης, ἡ ἀνάγκη τῆς προστασίας της σὲ περιστάσεις κινδύνων, θλίψεων, ἀσθενειῶν, ἀναγκῶν καὶ συμφορῶν. Ἡ παράδοση καὶ ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας ἐπιβεβαιώνει τὴ δύναμη τῶν προσευχῶν καὶ τῶν πρεσβειῶν της, καθόσον «πολλά ἰσχύει δέησις Μητρὸς πρὸς εὐμένειαν Δεσπότου». Οἱ πρεσβεῖες της στηρίζουν τὸν ἀγῶνα τῆς σωτηρίας μας ὅσο ἴσως τίποτε ἄλλο, γι' αὐτὸ καὶ στὶς λειτουργίες μας αὐτὲς ἐπικαλούμαστε, ψάλλοντας: «ταῖς πρεσβεῖες τῆς Θεοτόκου, Σῶτερ, σῶσον ἡμᾶς».

Μὲ τὴν άκολουθία τῶν Χαιρετισμῶν, ὁμολογοῦμε τὸ μυστήριο τῆς ἐκ παρθένου γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ὅμως οὔτε νὰ τὸ κατανοήσουμε μποροῦμε οὔτε νὰ τὸ περιγράψουμε οὔτε νὰ τὸ ἐξηγήσουμε• «Ἰλιγγιᾶ δὲ νοῦς ἅπας σοῦ τὸν τόκον νοεῖν». Αὐτὸ ὅμως, ἀντὶ νὰ σκανδαλίζει τὴ σκέψη, ταπεινώνει τὴν καρδιὰ καὶ γεννᾶ θαυμασμὸ καὶ εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Κύριο γιὰ τὴ σοφία, τὴν ἀγάπη Του καὶ τὴν ἄκρα συγκατάβασή Του. Μὲ ἄλλα λόγια, ζῶντας κανεὶς τὸ μυστήριο τῆς Ὑπεραγίας Παρθένου, ὁμολογεῖ τὸ μυστήριο Τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Εὔχομαι νὰ δώσει ὁ Θεὸς ἡ Παναγία νὰ ἀποτελέσει καὶ τὴν δική μας μητέρα στὴν καθημερινή μας ζωή, τὸν ἀρωγὸ τῆς σωτηρίας μας, τὴν παραμυθία, τὸν συμπαραστάτη καὶ ταυτόχρονα τὸ πρόσωπο αὐτὸ ποὺ θὰ μᾶς ἀποκαλύπτει διαρκῶς τὴν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ.

    
Aὐγουστος 2020


pdf

ΜΗΝΥΜΑ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ 

«Λήψεσθε δύναμιν ἐπελθόντος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» (Πράξ. 1, 8)


welcome img

Ὅπως μᾶς διδάσκουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀλλὰ καὶ ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία μᾶς κατευθύνει, σκοπός τῆς ζωῆς τοῦ κάθε χριστιανοῦ εἶναι ἡ ἀπόκτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς γιορτάζουμε τὴν ἔκχυση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὴν Ἐκκλησία, σ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο καὶ στὴν δική μας τὴν καρδιά, ὥστε νὰ εἶναι δυνατὴ ἡ κοινωνία μας μαζί Του καὶ νὰ ἐνεργεῖ ἡ χάρις Του στὴ ζωή μας. Ἔτσι, θὰ μπορέσουμε νὰ γίνουμε πραγματικὰ ἁγιοπνευματικοὶ ἄνθρωποι, ἄνθρωποι δηλαδὴ ποὺ θὰ κινοῦνται ἀπὸ τὴν χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ θὰ ἐπιβεβαιώνουν τὴν παρουσία Του σ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο.

   Πῶς ὅμως πιστοποιεῖται ἡ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὴ ζωὴ ἑνὸς πιστοῦ;

Τὸ πρῶτο στοιχεῖο ποὺ φανερώνει τὴν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὴ ζωή μας εἶναι ἡ αἴσθηση τῆς δυνάμεως. Ὁ τελευταῖος λόγος τοῦ Κυρίου, ἡ τελευταία Του ὑπόσχεση στοὺς ἁγίους Ἀποστόλους, ἦταν: «λήψεσθε δύναμιν ἐπελθόντος τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἐφ’ ὑμᾶς» (Πρ. α΄ 8). Ἕνας χριστιανὸς ποὺ εἶναι ἀδύναμος, γεμᾶτος ἀμφιβολίες καὶ ἀσάφεια, ποὺ εἶναι ἀσταθής, αὐτὸς στερεῖται τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἀντίθετα, αὐτὸς ποὺ μέσα σὲ φοβερὲς δοκιμασίες πορεύεται σὰν νὰ μὴν συμβαίνει τίποτα, ἐνῶ ὅσοι τὸν ἀντικρύζουν κλονίζονται καὶ μόνο στὴ θέα τῶν δοκιμασιῶν του, αὐτὸς δημιουργεῖ τὴν ὑποψία τῆς παρουσίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὴ ζωή του καὶ τῆς ἐγκαταστάσεώς Του στὴν ψυχή του. Ἔρχεται τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ τοὺς ἀδύνατους ἀποστόλους, τοὺς φοβισμένους καὶ δειλούς, τοὺς δίνει αὐτὴ τὴ δύναμη, μεταμορφώνονται οἱ ἴδιοι σὲ λέοντες πνευματικοὶ καὶ ἀλλάζουν ὅλον τὸν κόσμο. Πρῶτο στοιχεῖο εἶναι ἡ δύναμις.

Τὸ δεύτερο εἶναι ἡ καθαρότητα, «καὶ καθάρισον ἡμᾶς ἀπὸ πάσης κηλῖδος», προσευχόμαστε στὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἕνας καθαρὸς χριστιανὸς μόλις ἀνοίγει τὸ στόμα του, εὐωδιάζει ὁ λόγος του. Εἶναι εἰλικρινής, εἶναι σαφής. Ἔχει κριτήριο ἐσωτερικὸ διαυγέστατο. Ἔχει μιὰ ἰσορροπία διακρίσεως. Ἔχει μιὰ πεντακάθαρη καὶ κρυστάλλινη ζωή, χωρὶς νὰ τὴν ἐπιδεικνύει, ἐλεύθερη ὅμως ἀπὸ κηλῖδες ἁμαρτίας καὶ ἐμπαθῶν κινήσεων. Ἀπὸ τὴ ζωή του ἀναδύεται ἕνα πνευματικὸ ἄρωμα. Αὐτὴ ἡ καθαρότητα ἀποτελεῖ μιὰ ἐπιβεβαίωση τῆς παρουσίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὴ ζωή τοῦ ἀνθρώπου. Δὲν ἀντέχει ψέμα, δὲν ἀντέχει ἀσάφεια, δὲν ἀντέχει ἀμφιβολία. Ὑπάρχει μέσα του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Εἶναι πνευματικὸς ἄνθρωπος.

Τρίτο ἰδίωμα εἶναι «ἡ ὑπερέχουσα πάντα νοῦν εἰρήνη» (Φιλ. δ΄ 7). Βλέπουμε τὸν ἁγιοπνευνατικὸ ἄνθρωπο νὰ ζεῖ μὲ ἕναν τρόπο ποὺ δὲν μποροῦμε νὰ τὸν ἐξηγήσουμε. Θὰ ἦταν δικαιολογημένος νὰ ἦταν ἀναστατωμένος καὶ δὲν εἶναι. Θὰ ἦταν δικαιολογημένος νὰ εἶχε ἀγωνίες καὶ δὲν ἔχει. Θὰ ἦταν δικαιολογημένος νὰ βρίσκεται σὲ μιὰ κατάσταση πλήρους ἀποσυντονισμοῦ καὶ ταραχῆς, καὶ ἀντ᾿ αὐτοῦ τὸ πρόσωπό του ἀναδίδει τὸ ἄρωμα μιᾶς ὑπερκόσμιας εἰρήνης. Σίγουρα ὅλοι ἔχουμε κάποια ἐμπειρία τέτοιων συνανθρώπων, ἐνδεχομένως κάποιοι ἀπὸ ἐμᾶς νὰ ζοῦμε μία ἀνάλογη κατάσταση. Νὰ βομβαρδιζόμαστε ἀπὸ πειρασμοὺς καὶ ἡ καρδιά μας νὰ διατηρεῖ τὴν ἀτμόσφαιρα τῆς εἰρήνης της. Νὰ βρισκόμαστε ἐνώπιον τῆς δοκιμασίας ἑνὸς θανάτου καὶ νὰ παραμένει ἀδιατάρακτο τὸ στερέωμα τῆς ψυχῆς μας. Νὰ δεχόμαστε προσβολὲς ἢ συκοφαντικὲς ἐπιθέσεις καὶ ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ νὰ φρουρεῖ τὴν ψυχή μας. Αὐτὸ εἶναι ἀπόδειξη τῆς παρουσίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Τὸ πρῶτο λοιπόν ποὺ ἀνέφερα εἶναι ἡ δύναμις, τὸ δεύτερο ἡ καθαρότητα, τὸ τρίτο ἡ εἰρηνευμένη κατάσταση.

Ἕνα τέταρτο εἶναι ἡ μεταμορφωτικὴ ἐνέργεια. «Αὔτη ἡ ἀλλοίωσις τῆς δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου» (Ψαλμ. 76, 11), λέγει ὁ Δαβίδ. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἀλλοιώνει, μεταμορφώνει, φτιάχνει ἄλλον ἄνθρωπο ἀπὸ αὐτὸν ποὺ ξέραμε. Καὶ δὲν τὸν φτιάχνει μόνο ἀπὸ τὴν μιὰ στιγμὴ στὴν ἄλλη –γίνεται καὶ αὐτό-, ἀλλὰ κυρίως προκαλεῖ ἀλλοιώσεις πνευματικὲς καὶ μεταφέρει σὲ νέες καταστάσεις καθ’ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς ζωῆς. Ἔχουμε ἀνθρώπους ποὺ κάθε μέρα κάτι καινούργιο ξεδιπλώνουν ἀπὸ τὴν χάρι τοῦ Θεοῦ ποὺ ἐνοικεῖ στὴν ψυχή τους. Αὐτὸ δὲν εἶναι καρπὸς μόνο τοῦ ἀγῶνα του. Ὁ ἀγώνας εἶναι μία φιλότιμη ἀνταπόκριση στὴν εὐλογία τῆς ἐπισκέψεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα στὴν ψυχὴ καὶ συντηρεῖ αὐτὸς ὁ ἀγώνας τὴν χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Πέμπτο στοιχεῖο ἡ παγκαρπία. Ὅταν ἀναφέρεται ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὸν καρπὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ξεδιπλώνει μιὰ λίστα ὁλόκληρη ἀπὸ δωρεὲς: «ὁ δὲ καρπὸς τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πραότης, ἐγκράτεια» (Γαλ. ε΄ 22, 23). Σὰν νὰ μὴν χορταίνει ὁ ἀπόστολος, σὰν νὰ μὴν χορταίνει τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἐκφράζεται στὴν Ἁγία Γραφή, νὰ περιγράφει τοὺς καρποὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὴ ζωὴ τοῦ κάθε πιστοῦ. Συνοδεύεται λοιπὸν ἀπὸ ἕναν πλοῦτο πνευματικῶν καρπῶν, μιὰ συγκομιδὴ χαρισμάτων καὶ δωρεῶν. Ὁ πνευματικὸς ἄνθρωπος παρουσιάζει τὸ σύνολο τῶν ἀρετῶν στὴ ζωή του.

Ἕκτο στοιχεῖο ἡ κοινωνία.«Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μετὰ πάντων ὑμῶν• ἀμήν», λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος (Β΄ Κορ. ιγ΄ 13). Ὅταν ἦλθε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα στοὺς ἀποστόλους καὶ διὰ τῶν ἀποστόλων μεταφέρθηκε στὸ πλῆθος ποὺ ἦταν συνηγμένο δημιουργήθηκε μιὰ αἴσθηση σχέσεως πνευματικῆς καὶ κοινωνίας. Ἕνας ἄνθρωπος ποὺ φαίνεται ἐξωτερικά εὐλαβής ἀλλὰ δὲν μπορεῖ νὰ ἔχει σχέση κοινωνίας, ἀδελφικότητος, αἴσθηση ὅτι εἶναι κομμάτι ἀναπόσπαστο τῆς Ἐκκλησίας, αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος πάσχει ὅσον ἀφορᾶ τὴν ἐνέργεια τοῦ Ἁγἰου Πνεύματος στὴν ψυχή του. Ὅταν ἔλθει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μέσα στὴν ψυχή μας, γεννᾶ Ἐκκλησία• δὲν φτιάχνει μεμονωμένους ἁγίους, ἀλλὰ ἑνωμένους ἀνθρώπους τῆς χάριτός Του.

Ἂς ὁλοκληρώσουμε μέ ἕνα ἕβδομο στοιχεῖο• τὸ Ἅγιο Πνεῦμα «ὑπερεντυγχάνει ὑπὲρ ἡμῶν στεναγμοῖς ἀλαλήτοις» (Ρωμ. η΄ 26). Ἔχει μυστικὴ λειτουργία, ὄχι ἐπίδειξη, δὲν διακρίνεται ἀπὸ τὴ βαρβαρότητα τῆς ἀπόδειξης ἢ τῆς πομπώδους παρουσίας Του, ἀλλὰ «ἐνοικεῖ και ἐμπεριπατεῖ» μέσα στὴν ψυχή μυστικῶς, μὲ εὐγένεια καὶ λεπτότητα. Τὸ αἰσθάνεται κανεὶς καὶ διστάζει νὰ τὸ ὁμολογήσει ἀκόμη καὶ στὸν ἑαυτό του. Ἐνεργεῖ μέσα του, «ὑπερεντυγχάνει», καὶ τὸ μόνο ποὺ μπορεῖ νὰ βγάλει, δὲν εἶναι λόγος, ἀλλὰ ἕνας ἀναστεναγμός, μιὰ ἐσωτερικὴ μυστικὴ αἴσθηση, ἡ ταπεινὴ δοξολογία τῆς θεϊκῆς παρουσίας.

Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ὑπάρχει πάντοτε στὴν Ἐκκλησία καὶ περιμένει τὴν κάθε ψυχή. Εἶναι κρῖμα νὰ ἔχει κατεβεῖ ὁ Χριστός, νὰ ἔχει ἀναστηθεῖ, νὰ ἔχει ἀναληφθεῖ, νὰ ἔχει στείλει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα στὴν Ἐκκλησία Του κι ἐμεῖς νὰ εἴμαστε ξένοι πρὸς Αὐτό. Ἡ Ἐκκλησία μας συνεχῶς ἐπαναλαμβάνει τὸ προσκλητήριό της. Τὸ ἐπαναλαμβάνει καὶ σὲ μᾶς.

Νὰ δώσει ὁ Θεὸς νὰ ξεπεράσουμε λίγο τὴν στενότητά μας καὶ νὰ ζήσουμε τὴν δύναμη, τὴν καθαρότητα, τὴν εἰρήνη, τὴν θεϊκὴ ἀλλοίωση, τοὺς καρπούς, τὴν κοινωνία, τὴν μυστική παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἀμήν.

    
Πεντηκοστή 2020 


ΜΗΝΥΜΑ ΑΝΑΛΗΨΕΩΣ 2020


welcome img

Τὸ μήνυμα τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῆς Ἀναλήψεως βασίζεται στὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Κύριος δὲν ἔφυγε ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόσμο γυμνὸς καὶ ἀπαλλαγμένος ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη φύση, ἀλλὰ ἀνελήφθη στοὺς οὐρανούς φέροντας σὰν πολύτιμο λάφυρο καὶ σὰν βαρύτιμο ἔνδυμα αὐτὴν τὴν φύση τὴν ὁποία φέρουμε κι ἐμεῖς, καὶ τὴν ὁποία προσέφερε στὸν Θεὸ καὶ Πατέρα• τὴν ἐθέωσε. Ἑπομένως, ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς ἔχει φύση ἡ ὁποία εἶναι κατὰ χάριν θεωμένη.

Αὐτὸ σημαίνει ὅτι σκοπός μας δὲν εἶναι νὰ γίνουμε καλοὶ ἄνθρωποι, νὰ ἔχουμε στὸ τέλος τῆς πορείας μας μιὰ λαμπρὴ ἐξόδιο ἀκολουθία, ἡ ὁποία δὲν θὰ θυμίζει τίποτα ἀπὸ αἰωνιότητα καὶ δὲν θὰ ἔχει κανένα θεϊκὸ χαρακτηριστικὸ μέσα της. Ἀλλὰ σκοπός μας εἶναι νὰ ξεφύγουμε ἀπὸ τὰ ἀνθρώπινα, νὰ μπολιάσουμε τὴν μὲν ψυχή μας μὲ θεϊκότητα, τὴ δὲ ζωή μας μὲ αἰωνιότητα, νὰ μπορέσει νὰ γίνει κάτι πέραν ἀπὸ αὐτὰ ποὺ βλέπουμε, κάτι πιὸ ὑψηλὸ ἀπὸ αὐτὰ ποὺ αἰσθανόμαστε, κάτι πιὸ μεγάλο ἀπὸ αὐτὰ ποὺ καταλαβαίνουμε. Ὅλο αὐτὸ ἐγκρύπτεται μέσα στὴν ἴδια τὴ φύση μας, σὰν σπόρος ἀληθινὸς ποὺ προσδοκᾶ τὴ γονιμοποίησή του, τὴν αὔξηση καὶ τελικὰ τὴν καρποφορία του. Ὅλοι μας καλούμεθα νὰ ἀναστήσουμε μέσα μας αὐτὸν τὸν σπόρο καὶ νὰ τὸν μετατρέψουμε σὲ ζωή καὶ ἐμπειρία.

Τὸ ἐρώτημα βέβαια εἶναι πῶς νὰ γίνει αὐτό; Γιατί νὰ μᾶς φαντάζει τόσο δύσκολο, τόσο ἀπόμακρο, ἐνδεχομένως τόσο ἀφηρημένο, τὴ στιγμὴ ποὺ τὸ ζεῖ ἡ Ἐκκλησία μας ἐδῶ καὶ αἰῶνες; Ἡ ἀπάντηση βρίσκεται στὴν πολὺ σύντομη εὐαγγελικὴ περικοπὴ ποὺ ἀναφέρεται στὸ γεγονὸς τῆς Ἀναλήψεως.

Λέγει ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς: «ἐξήγαγεν δὲ αὐτοὺς ἔξω ἕως Βηθανίαν» (Λουκ. κδ΄ 50). Τοὺς πῆρε τοὺς μαθητὲς ὁ Κύριος καὶ τοὺς ἔβγαλε ἔξω ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα, σχεδὸν κοντὰ στὴ Βηθανία, καὶ ὅπως λέει καὶ στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, (Πράξ. α΄ 12), «ἀπὸ ὄρους τοῦ καλουμένου τοῦ Ἐλαιῶνος», τὸ ὄρος αὐτὸ τὸ ὁποῖο βρίσκεται κατέναντι τῆς Ἱερουσαλήμ.  Τρία χαρακτηριστικὰ εἶχε ἡ τοποθεσία αὐτὴ στὴν ὁποία συνέβη τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναλήψεως:  Πρῶτον, ὅτι ἦταν ἔξω ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλήμ• δεύτερον, ἦταν πάνω στὴν κορυφὴ τοῦ ὄρους τοῦ ἐλαιῶνος• καὶ τρίτον, κατέναντι, ἀκριβῶς ἀντίκρυ τῆς Ἱερουσαλήμ.

Ἆραγε ὅλα αὐτὰ εἶναι ἁπλῶς συμπτωματικές, χωροταξικὲς περιγραφές ἢ μήπως ἔχουν καὶ κάποια ἄλλη σημασία; Ὅποιος θέλει νὰ ζήσει τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναλήψεως μυστικὰ ὡς γεγονὸς καθαρὰ πνευματικό, προσωπικὰ ἐμπειρικό, θεολογικό, πνευματικό, καλεῖται καὶ αὐτὸς μαζὶ μὲ τοὺς ἀποστόλους νὰ βγεῖ ἔξω ἀπὸ κάποιον χῶρο του, νὰ ἀνέβει πάνω σὲ κάποιον τόπο, σ᾿ ἕνα δικό του Ὄρος Ἐλαιῶν καὶ νὰ βλέπει ἀπέναντι κάποια Ἱερουσαλήμ.

Καλούμεθα νὰ βγοῦμε κι ἐμεῖς ἔξω στὴν ἡσυχία, μακριὰ ἀπὸ τὴν ἐφημερότητα, μακρυὰ ἀπὸ τὴν καθημερινότητα, τὴν ἐπιγειότητα, τὴν ὑλικότητα, τὴν φθαρτότητα, ὅλα αὐτὰ ποὺ διαρκῶς φθείρονται, καταστρέφονται, ἐξαφανίζονται καὶ πεθαίνουν καὶ δὲν μποροῦμε νὰ τὰ ἀρνηθοῦμε. Νὰ φύγουμε ἀπὸ τὴν τύρβη τῶν μεριμνῶν, τῶν πολλῶν φροντίδων, τοῦ κολλημένου στὰ γήινα φρονήματος, καὶ νὰ πᾶμε σὲ μιὰ ἀκρούλα.  Σὲ τέτοιες ἥσυχες γωνιές ἐπιτελοῦνται τὰ μεγάλα γεγονότα.

Τὸ δεύτερο στοιχεῖο εἶναι ὅτι τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναλήψεως συνέβη ἐπὶ «τοῦ ὅρους τοῦ καλουμένου ‘Eλαιῶνος». Τὰ τροπάρια τῆς ἑορτῆς μᾶς προτρέπουν νὰ ἀνέβουμε κι ἐμεῖς καὶ μὲ τὴν καρδιὰ καὶ μὲ τὸ νοῦ μας κάπου ψηλά, καὶ μὲ καθαρότητα ζωῆς, καθαρότητα διαθέσεως, καθαρότητα εἰλικρίνειας καὶ ἁγνότητα προθέσεων νὰ ἀνεβάσουμε λίγο τὴν ψυχή μας πιὸ ψηλὰ ἀπὸ αὐτὰ ποὺ τῆς δημιουργοῦν τὴν αἴσθηση τῆς παχύτητος καὶ βαρύτητος καὶ τὴν κατεβάζουν πρὸς τὰ χαμηλὰ καὶ τὰ μικρά. Καὶ διὰ τῆς πίστεως, διὰ τῶν ἀνωτέρων φρονημάτων, διὰ τῆς ἀνωτέρας σκέψεως, νὰ ἀνεβάσουμε τὸν νοῦ μας λίγο πρὸς τὰ πάνω γιὰ νὰ ξεκολλήσει ἀπὸ τὰ βαρίδια ποὺ τὸν κρατοῦν προσκολλημένο στὰ ἐπίγεια.

Τρίτο χαρακτηριστκὸ εἶναι τὸ γεγονός ὅτι οἱ μαθητές κάθησαν ἀπέναντι ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλήμ, τὴν πόλη ἡ ὁποία φιλοξένησε τὸν Κύριο, δέχθηκε τὴ διδασκαλία Του, εἶχε ἐμπειρία τῶν θαυμάτων Του• τὴν πόλη ἡ ὁποία ὑποδέχθηκε τὶς ἐπαγγελίες Του, τὶς ὑποσχέσεις Του• τὴν πόλη ποὺ τόλμησε νὰ ἀντικρύσει τὸ πάθος καὶ τὴ σταύρωσή Του καὶ τέλος νὰ ζήσει τὸ μεγάλο γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως Του.

Καθὼς οἱ ἀπόστολοι ἀντίκρυζαν τὴν Ἱερουσαλήμ, ζοῦσαν ἀκριβῶς αὐτὴν τὴν ἐμπειρία τοῦ Κυρίου, τὴν ἐμπειρία τῆς ἐλπίδος, τὴν ἐμπειρία τοῦ ἁγίου παραδείγματος Του, τὴν ἐμπειρία τῆς προσδοκίας τῆς εὐλογίας Του, αὐτὴν ποὺ τελικὰ τοὺς χάρισε μὲ τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναλήψεως.  Καὶ ὅλοι ἐμεῖς καλούμεθα λίγο νὰ βγοῦμε ἀπὸ τὴν ἐπιγειότητά μας, νὰ ἀπομακρυνθοῦμε ἀπὸ τὴν μικρότητά μας, νὰ ἀνέβουμε μὲ τὴν πίστη μας καὶ τὴν καθαρότητά μας σ᾿ αὐτὸ τὸ ὄρος τὸ πνευματικό καὶ νὰ μελετήσουμε λίγο νοσταλγικὰ τὴν ἐμπειρία τῆς ζωῆς τοῦ Κυρίου.

Οἰ ἀπόστολοι, ἂν καὶ ὑπῆρχε φαινομενικὸς χωρισμός ἀπὸ τὸν Κύριο, αὐτοὶ εἶχαν ἐμπειρία συναντήσεως μαζί Του. Ἐνῶ ὑπῆρχε στέρηση, αὐτοὶ μπόρεσαν νὰ νοιώσουν τὸ πλήρωμα τῆς χαρᾶς, ὅπως περιγράφει τὸ Εὐαγγέλιο. Ἐνῶ ὑπῆρχε ἀπουσία τοῦ Κυρίου καὶ ἀναχώρησή Του, αὐτοὶ ζοῦσαν τὴν παρουσία καὶ τὴν ἔλευσή Του στὴ δική τους καρδιά.

Εὔχομαι νὰ δώσει ὁ Θεὸς νὰ ζἠσουμε ὅλοι μας, ὅπως οἱ ἀπόστολοι, τὴν ἐμπειρία τοῦ γεγονότος τῆς Ἀναλήψεως, μιὰ ἐμπειρία αἰσθήσεως τῶν θεϊκῶν ἰδιωμάτων ποὺ ὁ καθένας μας ἔχει μέσα στὴ δική του φύση κατὰ χάριν καὶ νὰ μπορέσουμε ἔτσι νὰ ἀξιωθοῦμε νὰ συναντήσουμε τὸν Κύριο ἐν δόξῃ στοὺς οὐρανοὺς μὲ τὸ λάφυρο τῆς δικῆς μας ἀνθρώπινης φύσεως δοξασμένης καὶ θεωμένης, καὶ νὰ ζήσουμε αἰωνίως στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ στὴν ἄνω Ἱερουσαλήμ, ἀπὸ τώρα καὶ πάντοτε καὶ εἰς τοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.


Ἀνάληψη 2020 
 


ΜΗΝΥΜΑ
Μεγ. Τεσσαρακοστῆς 2020

«Ἰδοὺ καιρὸς εὐπρόσδεκτος, ἰδοὺ καιρὸς μετανοίας»


welcome img

Ἡ Ἐκκλησία μας βλέπει τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, σὰν μία περίοδο στὴν ὁποία ἐλευθέρως καὶ αὐτοβούλως ὁ καθένας μας θὰ ἐπιτρέψει στὸν Θεό, θὰ ζητήσει ἀπὸ τὸν Θεό, θὰ ἀπαιτήσει πνευματικὰ ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ μπεῖ στὴ ζωή του καὶ θὰ τοῦ κάνει χῶρο. Εἶναι ἡ περίοδος ποὺ δημιουργοῦμε τόπο γιὰ τὸν Θεὸ στὴν καρδιὰ καὶ τὴ ζωή μας. Εἶναι ὁ δικός μας χρόνος, ὁ καιρὸς τῆς δικῆς μας ἀποφάσεως. Καὶ αὐτὸ δὲν θὰ γίνει ἐπειδὴ ὁ Θεὸς τὸ θέλει. Ὁ Θεὸς ἀσφαλῶς τὸ ἐπιθυμεῖ. Θὰ γίνει ἐπειδὴ ἐμεῖς συγκατατιθέμεθα σ᾿ αὐτό. Τότε αὐτὴ ἡ περίοδος θὰ εἶναι πραγματικὰ μία περίοδος ἁγιαστική, μία περίοδος ἀγωνιστική, μία περίοδος προσδοκίας τῆς ἐλεύσεως καὶ τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ.

  Τὰ ἔργα μας πρέπει νὰ εἶναι φωτεινά, ἔργα ἁγιαστικά, ἔργα ποὺ νὰ ἀντέχουν στὸ φῶς τῆς ἡμέρας.  Καὶ σὰν ἕνα ἄλλο ἔνδυμα αὐτὰ τὰ ἔργα νὰ φορέσουμε, γιὰ νὰ δώσουμε ἕνα καλὸ σχῆμα, μία νέα μορφὴ στὴ ζωή μας. Αὐτὸς εἶναι ὁ ἁγιαστικὸς χαρακτήρας τοῦ καιροῦ μας. Ἀλλὰ ὑπάρχει καὶ ὁ ἀγωνιστικὸς καὶ σ᾿ αὐτὸν μᾶς προτρέπει ἡ Ἐκκλησία. Νὰ κάνουμε πλέον τὸν καιρὸ αὐτόν, καιρὸ ἀγῶνος• ὄχι μόνο νὰ προσδοκοῦμε κάτι, ἀλλὰ κι ἐμεῖς νὰ συνεισφέρουμε ὅ,τι μποροῦμε.

  «Ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός» (Ρωμ. ιγ΄ 12), ἡ ζωή τοῦ φωτὸς εἶναι ζωὴ ἀγῶνος καὶ χρειάζεται ὅπλα πνευματικὰ γιὰ νὰ τὴν διεξέλθουμε μὲ ἐπιτυχία.

  Ἂς προσπαθήσουμε νὰ δώσουμε αὐτὴν τὴν ἁγιαστικὴ διάσταση, τὴν ἐσχατολογικὴ τῆς προσδοκίας τοῦ Θεοῦ, ὥστε ὁ καθένας μας ἔτσι νὰ ζήσει τὴν περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς.  Κι ἔτσι νὰ τὴν κάνει «εὐπρόσδεκτο καιρό» γιὰ νὰ ἔλθει ὁ Θεὸς μέσα στὴ ζωή του.

  Τί κρῖμα νὰ περνᾶνε αὐτὲς οἱ εὐκαιρίες κι ἐμεῖς νὰ μὴν καταλαβαίνουμε τίποτε!  Ἄκαρπα νὰ περνοῦν οἱ μέρες.  Στὰ ἴδια πάθη νὰ κυλιόμεθα, τὶς ἴδιες ἀδυναμίες νὰ ἐπαναλαμβάνουμε, οἱ ἴδιες ἁμαρτίες νὰ κυριαρχοῦν στὴ ζωή μας.  Ἀλλὰ τί εὐλογία κάθε Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ νὰ ἔχει αὐτὸ τὸν χαρακτήρα τῆς προσδοκίας τοῦ Θεοῦ!  Νὰ ἔλθει ὁ Κύριος κοντά μας.

  «Ἔρχομαι ταχύ»,  (Ἀποκ. κβ΄ 20) ὁ Κύριος ὑπόσχεται στὴν Ἀποκάλυψη καὶ ἡ ἀπάντηση τῆς Ἐκκλησίας εἶναι «Ἀμήν, ναὶ ἔρχου, Κύριε Ἰησοῦ».

  Μακάρια αὐτὴ ἡ στιγμή! Ἔτσι θὰ μπορέσουμε νὰ κάνουμε τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ καιρὸ θεϊκῆς δράσεως καὶ τὴ ζωή μας ζωὴ θεϊκῆς προσδοκίας. Ἀμήν.

  

Μ.Τεσσαρακοστὴ 2020