en ru


ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ὈΚΤΩΒΡΙΟΥ

30ὴ Ὀκτωβρίου 2011
Κυριακὴ Ε΄Λουκᾶ
(Λουκ. ιστ΄ 19-31)




Ὁ πλούσιος καὶ ὁ πτωχὸς


Δύο ἀνθρώπους μᾶς παρουσιάζει ἡ σημερινὴ παραβολή, δύο ἀντίθετους κόσμους· τὸν πλούσιο, ποὺ μὲ πολυτελέστατα βασιλικὰ ἐνδύματα καὶ καθημερινὲς διασκεδάσεις ξοδεύει τὰ πλούτη του σὲ φαγοπότια καὶ ἀπολαύσεις καὶ τὸν Λάζαρο, γνωστὸ γιὰ τὴν μεγάλη του φτώχεια καὶ τὴν ὑποδειγματική του ὑπομονή. Δὲν εἶχε σπίτι νὰ μείνει, ἀλλὰ πεταμένος στὴν ἐξώπορτα τοῦ πλουσίου, ἄρρωστος καὶ γεμᾶτος πληγές, μάζευε τὰ ψίχουλα ποὺ ἔπεφταν ἀπὸ τὸ τραπέζι, γιὰ νὰ χορτάσει κάπως τὴν πεῖνα του. Ἦταν τόσο ἀσθενικός, ὥστε δὲν μποροῦσε νὰ διώξει τοὺς σκύλους ποὺ ἔπεφταν ἐπάνω του καὶ ἔγλειφαν τὶς πληγὲς στὸ μισόγυμνο κοκκαλιάρικο σῶμα του.

Ὥσπου ἦρθε ἡ ὥρα καὶ ἔκλεισε τὰ μάτια του ὁ φτωχὸς Λάζαρος. Καὶ τότε ἄγγελοι φωτεινοὶ πῆραν τὴν ψυχή του καὶ τὴν μετέφεραν στὴ ἀγκαλιὰ τοῦ Ἀβραάμ, στὸν Παράδεισο. Ἀλλὰ καὶ ὁ πλούσιος κάποια μέρα πέθανε καὶ τάφηκε μεγαλοπρεπῶς. Στὸν Ἅδη ὅμως ποὺ πῆγε ἡ ψυχή του, τὰ πράγματα ἦταν πολὺ διαφορετικά. Oἱ ὅροι τώρα εἶχαν ἀντιστραφεῖ. Ὁ φτωχὸς Λάζαρος ἦταν μέσα στὸ φῶς καὶ τὴν χαρὰ τοῦ Παραδείσου, ἐνῶ ὁ πλούσιος μέσα στὸ καμίνι τῆς κολάσεως.

- Πάτερ Ἀβραάμ, φωνάζει ἀπεγνωσμένα τώρα ὁ πλούσιος, λυπήσου με καὶ στεῖλε τὸν Λάζαρο νὰ βουτήξει τὴν ἄκρη τοῦ δακτύλου του στὸ νερὸ καὶ νὰ δροσίσει τὴν γλῶσσα μου. Ὑποφέρω μέσα στὴ φλόγα τοῦ Ἅδη.

- Ὅταν ζοῦσες στὴ γῆ, τοῦ ἀπαντᾷ ὁ Ἀβραάμ, ἀπόλαυσες τὰ πλούτη σου, ὅμως ὁ Λάζαρος πέρασε τὴ ζωή του μέσα στὶς θλίψεις. Ἐδῶ στὸν Παράδεισο τώρα αὐτὸς παρηγορεῖται γι’ αὐτὰ ποὺ ὑπέφερε, ἐνῷ ἐσὺ βασανίζεσαι. Τώρα, καὶ νὰ θέλεις, εἶναι ἀδύνατο νὰ ἐπικοινωνήσεις μαζί του, διότι μεταξύ μας ὑπάρχει μεγάλο χάσμα, ἄβυσσος· κανεὶς ἀπὸ ἐμᾶς ἐδῶ δὲν μπορεῖ νὰ ἔλθει σὲ σᾶς, οὔτε ἀπὸ σᾶς νὰ ἔλθει στὸν Παράδεισο. «Μεταξὺ ἡμῶν καὶ ὑμῶν χάσμα μέγα ἐστήρικται».

Ἂς δοῦμε λοιπὸν γιατί τὸ χάσμα αὐτὸ εἶναι ἀγεφύρωτο καὶ πῶς μπορεῖ κανεὶς νὰ τὸ ἀποφύγει.

Γιατὶ τὸ χάσμα αὐτὸ νὰ εἶναι ἀγεφύρωτο; Πῶς εἶναι δυνατὸν ὁ Θεὸς ποὺ εἶναι ἀγάπη νὰ ἀφήνει τοὺς κολασμένους αἰωνίως μακριά Του στὸν τόπο τῆς βασάνου; Δὲν μπορεῖ ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης νὰ πάρει κοντά Του στὸν Παράδεισο τοὺς κολασμένους;

Οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μᾶς ἐξηγοῦν τὸ μεγάλο αὐτὸ καὶ δύσκολο θέμα. Μᾶς λένε πὼς τὸ χάσμα αὐτὸ τὸ ἀδιαπέραστο δὲν τὸ ἐδημιούργησε ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης, ἀλλὰ τὸ δημιουργεῖ ὁ κάθε ἄνθρωπος μόνος του. Διότι ἡ ἐμμονὴ κάθε ἄνθρώπου στὴν ἁμαρτία δημιουργεῖ στὴν ψυχή του ἕξη καὶ ὑποδούλωση, ποὺ ἐξελίσσεται μέχρι πωρώσεως καὶ σκληρύνσεως πλήρους. Τὸ χάσμα δημιουργεῖται πρῶτα στὴν ψυχή μας κι ἀκολούθως ἐκδηλώνεται στὸν τρόπο ποὺ ζοῦμε.

Ὅταν ὁ ἄνθρωπος σ’αὐτὴν τὴν ζωὴ ἐγκαταλείψει τὸν Θεὸ καὶ τὸν νόμο του, τότε γι’ αὐτὸν ὅλα ἐπιτρέπονται. Ἀδιαφορεῖ γιὰ τὴν ψυχή του, τοὺς γύρω του, τὸ αἰώνιο μέλλον του. Μεθᾶ μέσα στὶς μάταιες ἀπολαύσεις. Ἡ ζωή του γίνεται ἔτσι μιὰ διαρκὴς ἀχόρταγη ἀκόλαστη δίψα γιὰ ὅ,τι ἁμαρτωλό. Μαυρίζει ἡ ψυχή του, ἀγριεύει καὶ σκοτεινιάζει τὸ βλέμμα του. Καὶ ὅσο περισσότερο βυθίζεται μέσα στὶς ἀνέσεις καὶ ἡδονές, τόσο περισσότερο τὸ χάσμα βαθαίνει. Διότι τὴν πορεία μας πρὸς τὴν αἰώνια ζωὴ ἢ τὴν αἰώνια κόλαση τὴν χαράσσουμε ἀπὸ αὐτὴ τὴν ζωὴ ἀνάλογα μὲ τὶς ἐπιλογές μας. Κάθε ἡμέρα ποὺ περνᾶ μᾶς φέρνει πιὸ κοντὰ πρὸς τὸν αἰώνιο τόπο τῆς χαρᾶς ἢ τῆς δυστυχίας μας. Ὥσπου κάποια μέρα, συγκλονιστικὴ γιὰ ὅλους μας, ἀποχαιρετοῦμε τὸν μάταιο αὐτὸ κόσμο καὶ ἀντικρύζουμε τὶς συνέπειες τῶν ἐπιλογῶν μας.

Ἀλλὰ τότε εἶναι πλέον ἀργά. Ἡ κατάσταση αὐτὴ παγιώνεται μὲ τὸν θάνατο καὶ δὲν μπορεῖ πλέον ὁ ἄνθρωπος κατόπιν στὴν ἄλλη ζωὴ νὰ τὴν ἀλλάξει. Διότι, ὅπως μᾶς λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, ἡ διάθεση καὶ προθυμία γιὰ μετάνοια στὸν Ἅδη ἀπρακτεῖ. Καὶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς λέγει ὅτι ἡ μετάνοια στὸν Ἅδη δὲν εἶναι δυνατή, ἐφόσον ἡ ψυχὴ τῶν ἀμετανοήτων δὲν μπορεῖ πλέον νὰ τραπεῖ, νὰ ἀλλάξει δηλαδή. Ἡ κόλαση εἶναι ὁ δεύτερος θάνατος, ὁ αἰώνιος, ὁ ὁριστικός, ποὺ δὲν ἐπανορθώνεται. Γι’ αὐτό, ὅταν πεθάνουν οἱ ἄνθρωποι ἀμετανόητοι μέσα στὶς ἁμαρτίες τους, δὲν μποροῦν πλέον νὰ ἐξέλθουν ἀπὸ τὸν τόπο τῆς βασάνου καὶ νὰ διέλθουν ἀπὸ τὸ μεγάλο χάσμα. Ἡ κατάσταση τῶν ἀμετανοήτων ἁμαρτωλῶν εἶναι πλέον παγιωμένη καὶ ἀμετάβλητη. Εἶναι πλέον ἀργὰ γιὰ ὁποιαδήποτε ἀλλαγὴ τῆς καταστάσεώς τους ἢ γιὰ ὁποιαδήποτε ἀνακούφισή τους. Ὅπως μᾶς λέγει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, καὶ οἱ μεγαλύτεροι ἅγιοι τοῦ οὐρανοῦ δὲν μποροῦν νὰ ἐπισκεφθοῦν τοὺς καταδίκους τῆς κολάσεως, γιὰ νὰ ἀνακουφίσουν τοὺς ἀνθρώπους μὲ τοὺς ὁποίους εἶχαν κάποια φιλία ἢ ἀναστροφὴ στὴν ἐπίγεια ζωή τους. Εἶναι πλέον ἀδύνατον.

Πῶς λοιπὸν ἐμεῖς μποροῦμε νὰ γλυτώσουμε ἀπὸ τὸν φοβερὸ αὐτὸ χάσμα τῆς ἄλλης ζωῆς;

Ἀντὶ νὰ κλάψουμε αὔριο γιὰ μιὰ κατάσταση ἀφόρητη καὶ ζοφερή, ἂς κάνουμε αὐτὸ ποὺ μποροῦμε σήμερα, μᾶς συμβουλεύει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος λέγοντας: «Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς γλυτώσει τὴν ἡμέρα ἐκείνη ἀπὸ τὸ χάσμα αὐτό, ἐὰν ἀπὸ αὐτὴ τὴ ζωὴ δὲν προσέξουμε, ἐὰν δὲν ἐκμεταλλευθοῦμε τὰ πνευματικὰ ἐφόδια αὐτῆς τῆς ζωῆς». Καὶ συνεχίζει: «Πρόλαβε μὲ τὴν μετάνοια καὶ τὴν ἐπιστροφὴ τὴν ἔξοδο τῆς ψυχῆς σου, μήπως ἔλθει ξαφνικὰ ὁ θάνατος καὶ δὲν θὰ ἔχει πλέον ἰσχὺ ἡ θεραπεία τῆς μετανοίας». Στὸν Ἅδη μετάνοια δὲν ὑπάρχει.

Ὅμως σ’αὐτὴ τὴ ζωὴ μποροῦμε νὰ ἐργασθοῦμε τὸ ἀγαθὸ γιὰ νὰ ἀποφύγουμε τὸ φοβερὸ καμίνι της κολάσεως. Ἔχουμε τόσες εὐκαιρίες· ὄχι μόνον τὸν Μωσέα καὶ τοὺς προφῆτες, ἀλλὰ ἔχουμε τὸν ἴδιο τὸν Κύριο βοηθὸ καὶ συμπαραστάτη μας. Ἔχουμε τὸν ἀλάνθαστο λόγο Του νὰ μᾶς καθοδηγεῖ καθημερινὰ καὶ νὰ μᾶς ὁδηγεῖ σὲ μία σταθερὴ πορεία καὶ σὲ ἔργα μετανοίας, ἀγάπης, φιλανθρωπίας, ἀρετῆς. Ἔχουμε τὰ ἱερὰ μυστήρια· τὸ μυστήριο τῆς ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως, τὸ ὁποῖο λευκαίνει τὸ χιτῶνα τῆς ψυχῆς μας καὶ μᾶς προετοιμάζει γιὰ τὴν αἰώνια εὐτυχία μας. Ἔχουμε τὸν πνευματικό μας Πατέρα νὰ μᾶς καθοδηγεῖ σὲ ζωὴ ἀρετῆς καὶ χάριτος. Ἔχουμε τὸ ὑπερφυὲς μυστήριο τῆς Θείας Κοινωνίας, τὸ ὁποῖο μᾶς δίδεται «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καὶ εἰς ζωὴν αἰώνιον». Ἔχουμε τὰ πάντα. Αὐτὸ ὅμως ποὺ χρειάζεται εἶναι ἡ δική μας διάθεση καὶ προθυμία γιὰ νέα ζωή, ζωὴ μετανοημένη, ἀναγεννημένη, ζωὴ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ.



Ἀδελφοί, τὸ μόνο βέβαιο γεγονὸς τῆς ζωῆς μας εἶναι ὁ θάνατός μας. Ὅλοι κάποτε θὰ πεθάνουμε. Δὲν ξέρουμε τὸ πότε καὶ τὸ πῶς. Αὐτὸ ὅμως ποὺ ξέρουμε σίγουρα εἶναι τὸ ὅτι θὰ πρέπει νὰ προετοιμαζόμαστε γιὰ τὴν ὥρα αὐτὴ τῆς ἀναχωρήσεώς μας πρὸς τὸν οὐρανό. Γι’ αὐτὸ ὅσο ἔχουμε καιρό, ἂς προετοιμασθοῦμε, ἂς ἀγωνισθοῦμε, γιὰ νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὴν αἰώνια κόλαση καὶ νὰ ἀξιωθοῦμε νὰ βρεθοῦμε στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Ἀβραάμ, στὴν οὐράνια βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἀμήν.

π. Χ.Μ.





ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ὈΚΤΩΒΡΙΟΥ

23η Ὀκτωβρίου 2011
Κυριακὴ ΣΤ΄Λουκᾶ
(Λουκ. η΄ 26-39)





Ἡ θεραπεία τοῦ δαιμονισμένου τῶν Γαδαρηνῶν


Τὴν τραγικὴ πραγματικότητα τῆς ἐπιρροῆς τοῦ Σατανᾶ στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ καὶ τὴ δυνατότητα ἀπελευθέρωσης ἀπὸ τὸ κακὸ, ποὺ παρέχει πάντα ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή μας, ἀποκαλύπτει ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ.

Ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς ἀναφερόμενος στὸ γεγονὸς τῆς μετάβασης τοῦ Κυρίου στὴ χώρα τῶν Γαδαρηνῶν καὶ τῆς συνάντησεώς Του μὲ ἄνδρα «ὃς εἶχε δαιμόνια ἐκ χρόνων ἱκανῶν», διαπιστώνει τὸ διαβρωτικὸ καὶ καταστρεπτικὸ ρόλο τῶν δαιμονικῶν δυνάμεων στὸ ἀνθρώπινο γένος μέσα στοὺς αἰῶνες, ἀλλὰ παράλληλα φανερώνει τὴν καταλυτικὴ ἐξουσία ποὺ ἔχει ὁ Χριστὸς κατὰ τοῦ διαβόλου.

Εἶναι ἀνάγκη νὰ ὑπογραμμίσουμε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τὴν ἀλήθεια ὅτι ἡ Ἐκκλησία, ὅταν κάνει λόγο στὸ σύγχρονο κόσμο γιὰ τὸν δαίμονα καὶ τὶς δυνάμεις του, δὲν σημαίνει ὅτι παραπέμπει τὸν ὀρθολογιστὴ ἄνθρωπο νὰ ψάξει νὰ τὸν βρεῖ στὶς τερατόμορφες παραστάσεις ἄλλων ἐποχῶν, γιὰ νὰ τὸν ἐκφοβίσει. Ἀλλὰ ἀπευθύνεται μὲ σκοπὸ νὰ τὸν βοηθήσει νὰ ἀνιχνεύσει μέσα ἀπὸ τὰ γεγονὸτα τῆς ζωῆς του τὴν κρυπτόμενη παρουσία καὶ ἐπέμβασή του, τονίζοντας παράλληλα τὴν παρήγορη ἀλήθεια ὅτι ὁ Κύριος ἦρθε «ἵνα καταργήσῃ τὸν τὸ κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου, τοῦτ’ ἔστι τὸν διάβολον».

Εἶναι ἀδιαμφισβήτητη πραγματικότητα πὼς ζοῦμε σὲ μιὰ ἐποχή, κατὰ τὴν ὁποία ὁ ἄνθρωπος κομπάζει γιὰ τὸ ἐπίπεδο τοῦ πολιτισμοῦ του, γιὰ τὴν πολύπλευρη ἐπιστημοσύνη του, γιὰ τὰ ἐπιτεύγματα τῆς τεχνολογίας του, γιὰ τὰ κατοχυρωμένα δικαιώματά του, καὶ ὁπωσδήποτε γιὰ τὴν ἀσύδοτη ἐλευθερία του καὶ τὴν ἀσύλληπτη δυνατότητά του σὲ κάθε τομέα τῆς ζωῆς. Στὸν κόσμο αὐτὸ ὁ λόγος τῆς Ἐκκλησίας σήμερα περὶ δαιμονίων ξενίζει, προκαλεῖ, ἀμφισβητεῖται, παραπέμπει στὸ σκοταδιστικὸ παρελθόν, ἀφοῦ ὅ,τι μᾶς βασανίζει, ἡ χωρὶς βάθος γνώση μας τὸ περιορίζει στὴν ψυχικὴ ἀνισορροπία.

Ἀπὸ τὴν ἄλλη, τὰ σκληρὰ περιστατικὰ τοῦ καθημερινοῦ ἀβίωτου πλέον βίου μας, δηλαδὴ ἡ ἀπουσία τῆς ἀνθρωπιᾶς, ἡ ἔλλειψη τῆς ἀγάπης, ἡ ἀποκαθήλωση τῶν ἰδεωδῶν, τὸ ἀναποδογύρισμα τῶν ἀξιῶν, τὸ γκρέμισμα τῶν θεσμῶν, ἡ ἀποτυχία τῶν πολιτικοκοινωνικῶν μας συστημάτων, ἡ διάλυση τῆς οἰκογένειας, ἡ ἐπίμονη ἄρνηση τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ κυριαρχία τῆς ἁμαρτίας μᾶς βοηθοῦν νὰ ἐντοπίσουμε τὴ διαβρωτικὴ παρέμβαση τοῦ προαιώνιου ἐχθροῦ τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῆς ζωῆς, δηλαδὴ τοῦ διαβόλου.

Εἶναι χαρακτηριστικὴ ἡ ἀναφορὰ τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς στὸ ἀλλοιωμένο ἀνθρώπινο πρόσωπο τοῦ δαιμονισμένου. Στὴ δύστυχη αὐτὴ ὕπαρξη, κύρια χαρακτηριστικὰ συμπεριφορᾶς ἔγιναν ἡ διάθεση γυμνότητας, ἡ ἔλλειψη μέτρου, ἡ ἀπροθυμία κοινωνικότητας, ὁ πόθος παραμονῆς σὲ σκοτεινοὺς καὶ δυσώδεις τόπους, ἡ ἀφηνιασμένη δύναμη στὰ χέρια, ὥστε νὰ σπάζει ἀκόμη καὶ ἁλυσίδες, ἡ θορυβώδης ἐμφάνιση, ἡ μανιώδης ἐπίθεση καὶ τέλος, ἀκόμη χαρακτηριστικότερος, ὁ φόβος τοῦ δαίμονα νὰ ἀντικρύσει τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ.

Σήμερα, ἐξακολουθοῦν καὶ ὑφίστανται στὴν πολιτισμένη κοινωνία μας τέτοια χαρακτηριστικὰ μὲ κυριότερες ἐκδηλώσεις τὶς συμπεριφορὲς ἀναρχικῶν, τρομοκρατῶν, ληστῶν, ἀπατεώνων, τὴν ἀπειλὴ τῶν πάσης φύσεως βιαστῶν, ἐμπόρων ναρκωτικῶν καὶ γενικὰ τὸ φόβο τῶν ἀνθρώπων νὰ ἑνώσουν τὶς δυνάμεις τους σὲ κοινωνία προσώπων. Χαρακτηρίζεται δὲ αὐτὴ ἡ κοινωνία ἀπὸ τὴν ὑπαρξιακὴ μοναξιὰ τῶν μελῶν της, ἀπὸ τὴν γενικευμένη ἐπικράτηση τοῦ κακοῦ, ἀπὸ τὴν αὔξηση τῆς ἐγκληματικότητας καὶ ἀπὸ τὴν ἐπιμονή τῶν ἀνυποψίαστων «προοδευτικῶν» ποὺ ἀποκλείουν ἐπιστημονικῶς τὴν ὕπαρξη καὶ τὴν μεθοδεία τοῦ διαβόλου.

Ἡ Θεολογία τῆς Ἐκκλησίας μας, θεμελιωμένη στὴν ἁγιογραφικὴ μαρτυρία καὶ στὴν Πατερική σοφία, δίνει πειστικὲς ἐρμηνεῖες γιὰ ὅσα συμβαίνουν, γνωρίζοντάς μας πὼς τὰ δαιμόνια εἶναι προσωπικὲς ὑπάρξεις τοῦ πνευματικοῦ κόσμου μὲ συνείδηση καὶ ἐλευθερία. Μᾶς διδάσκει ἐπίσης ὅτι τὸ κακὸ προϋ-ποθέτει ὑπευθυνότητα, ἐπειδὴ δὲν εἶναι αὐθύπαρκτο, δὲν εἶναι δηλαδὴ ἀφηρημένη πραγματικότητα, ἀλλὰ καρπός ἐλεύθερης πράξης καὶ ἀποτέλεσμα συνειδητοῦ σκοποῦ.

Πολυσήμαντη ἀκόμη εἶναι ἡ ἀλήθεια τῆς πίστεώς μας ὅτι τὸν δαίμονα τὸν δημιούργησε ἡ φιλαυτία του, ὁ ἐγωισμός του καὶ ἡ ἄρνηση ἀποδοχῆς τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Γι’αὐτὸ καὶ σκοπός του ἔκτοτε ἔγινε ἡ κυριαρχία του ἐπὶ τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἔργο του ἡ διάσπαση τῆς κοινωνίας του μὲ τὸν Θεὸ καὶ τὸν συνάνθρωπο.

Τὸ Εὐαγγέλιο τῆς Ἐκκλησίας μας ἀναφέρεται σὲ πολλὲς περιπτώσεις, κατὰ τὶς ὁποῖες ὁ διάβολος ἐπιδιώκει τὴν προσωρινὴ ἢ καὶ τὴν αἰώνια ἐξόντωση τοῦ πλάσματος τοῦ Θεοῦ. Ἀνέλαβε, ἐπίσης, τόν ρόλο τοῦ ὑποβολέα τοῦ κακοῦ στὴν ἐλεύθερη συνείδηση καὶ διάθεση τοῦ ἀνθρώπου, μισῶντας τὴν ἁρμονία, τὴν ὀμορφιὰ καὶ τὴν τάξη τοῦ φυσικοῦ κόσμου. Ὅμως οἱ ἐνέργειές του, οἱ σκοποί του καὶ οἱ δυνάμεις του καταλύονται ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν ἁγίων Του.

Τὸ ἔργο αὐτὸ τοῦ Χριστοῦ κατὰ τῶν δαιμονικῶν δυνάμεων συνεχίζει στὸν κόσμο ἡ Ἐκκλησία, ὡς τὸ παρατεινόμενο στὴν ἱστορία ἀναστημένο σῶμα Του. Μέσα στὸ πνευματικὸ αὐτὸ ἐργαστήριο ὁ Θεὸς ἐπιστρατεύει τοὺς ἁγίους Του, οἱ ὁποῖοι διεξάγουν ἀόρατο πόλεμο κατὰ τοῦ διαβόλου, ποὺ μεταχειρίζεται ἀνθρώπους καὶ φυσικὰ φαινόμενα, γιὰ νὰ καταστρέψει τὰ δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ. Χαρακτηριστικὴ εἶναι ἡ ἐπιβεβαίωση τοῦ ὀνόματος «λεγεών», δηλαδὴ τῆς ὕπαρξης χιλιάδων δαιμόνων μέσα στὸν δαιμονισμένο.

Ὁ πιστὸς ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ διασώσει καὶ νὰ διαφυλάξει τὴν ὕπαρξή του, ὅταν συνειδητὰ καὶ ἐλέυθερα ἐντάξει τὸν ἑαυτό του στὴν κοινωνία τῶν ἁγίων· στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, δηλαδὴ στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἔνταξη αὐτὴ ἀποτελεῖ ὑπέρβαση τῆς μοναξιᾶς καὶ ἄρνηση τῆς ἁμαρτίας. Ὁ Χριστὸς τότε ἀποθεραπεύει καὶ ἀποκαθιστᾶ τὸν ταλαιπωρημένο ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος δὲν κινδυνεύει πιά, ἐπειδὴ μετέχει στὴν ἑνότητα τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, ὅπου καταλύονται, δηλαδὴ καταργοῦνται, οἱ διασπαστικὲς δυνάμεις τοῦ κράτους τοῦ διαβόλου.

Ἀδελφοί μου,

τὴν αἴσθηση καὶ τὴν ἀξία τῆς μετοχῆς σ’ αὐτὴν τὴν μυστηριακὴ ἑνότητα ποὺ μᾶς διασώζει, μποροῦμε νὰ τὴν κατανοήσουμε περισσότερο μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς πρωτοχριστιανικῆς, ξεχωριστῆς σὲ τυπικὸ Θείας Λειτουργίας τοῦ ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου, ἡ ὁποῖα τελεῖται σὲ πολλοὺς Ἱεροὺς Ναούς, μὲ ἀφορμὴ τὴ μνήμη του σήμερα. Τὸ ἱερὸ αὐτὸ πρόσωπο τῆς πρώτης Ἐκκλησίας στὴν καθολική του ἐπιστολὴ ὑπογραμμίζει τὴν ἀλήθεια ὅτι ἡ αὐθεντικὴ πίστη στὸν Χριστό ἐκδηλώνεται μὲ ἔργα ἀγάπης. Ὑπαινίσσεται ὅμως καὶ κάτι ποὺ συνήθως ξεχνᾶμε, ὅτι μόνον ἐν Χριστῷ ξαναβρίσκουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ τὸν συνάνθρωπό μας ἀκυρώνοντας ὅσα μᾶς χωρίζουν καὶ μᾶς διαιροῦν. Ἔτσι ὑπερνικοῦμε τὴ διάσπαση καὶ βιώνουμε τὴν ἑνότητα καὶ τὴ σωτηρία.

π. Ι.Κ.





ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ὈΚΤΩΒΡΙΟΥ

16η Ὀκτωβρίου 2011
Κυριακὴ Δ΄Λουκᾶ
(Λουκ. Η΄ 5-15)





Ἡ παραβολὴ τοῦ Σπορέως

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί,

Βρισκόμαστε στὴν ἐποχὴ τοῦ φθινοπώρου, ὅπου γίνεται ἡ σπορὰ πολλῶν καὶ διαφόρων σπόρων μὲ τὴν ἐλπίδα τῆς καρποφορίας. Οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας ὅρισαν νὰ διαβάζεται σήμερα ἡ θαυμάσια καὶ παραστατικὴ παραβολὴ τοῦ Σπορέως.

Ὁ Κύριός μας χρησιμοποίησε τὴν ὡραιότατη αὐτὴ παραβολή, γιὰ νὰ διδάξει τὴν ἀξία τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Ὅταν οἱ μαθητὲς τὸν ἐρώτησαν ποιὸ εἶναι τὸ νόημα τῆς παραβολῆς, ἀπάντησε ὅτι ὁ σπόρος εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ.

Πρῶτος καὶ ἀνυπέρβλητος σπορέας εἶναι ὁ Χριστός, ἀλλὰ καὶ ὅσοι διδάσκουν μὲ τὸν προφορικὸ ἢ γραπτὸ λόγο τὸ θέλημά Του.

Χωράφι εἶναι οἱ ψυχὲς τῶν ἀκροατῶν τοῦ θείου κηρύγματος, ποὺ καρποφορεῖ ἀνάλογα μὲ τὴν καλή τους προαίρεση.

Ὁ πνευματικὸς σπόρος τοῦ θείου λόγου εἶναι ἐξαιρετικὸς σὲ ποιότητα καὶ ἀνώτερος ἀπὸ κάθε ἄλλον. Πολλοὺς αἰῶνες πρὶν ὁ προφήτης Δαβὶδ εἶχε πεῖ μὲ θαυμασμό: «Πόσο εἶναι γλυκὰ τὰ λόγια σου, Κύριε! Εἶναι πιὸ γλυκὰ ἀπ’ ὅ,τι εἶναι τὸ μέλι στὸ στόμα μου» (ψαλμ.118.103). Καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος εἶχε διακηρύξει ὅτι «ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ζωντανὸς καὶ δραστικός. Εἶναι ὀξύτερος ἀπὸ κάθε δίκοπο μαχαίρι ποὺ φθάνει στὰ βάθη τοῦ ψυχικοῦ καὶ τοῦ σωματικοῦ κόσμου τοῦ ἀνθρώπου» (Ἑβρ. 4.12). «Εἶναι λυχνάρι ποὺ φωτίζει τὰ βήματά μου καὶ φῶς ποὺ διαλύει τὰ σκοτάδια στοὺς δρόμους τῆς ζωῆς» (ψαλμ 118.105), σύμφωνα πάλι μὲ τὸν Δαβίδ.

Ὅπως ὁ Χριστὸς εἶναι αἰώνιος καὶ ἀξεπέραστος, ἔτσι καὶ ὁ λόγος Του “ζῆ καὶ οὐκ ἐσβέσθη’’ τονίζει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ὑποστατικός, δηλαδὴ δημιουργικός, διότι ὅπως λέει ἡ Γραφὴ «μὲ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ οἱ οὐρανοὶ ἐστερεώθησαν» (ψαλμ 32.6).

Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ «σπείρεται» στὸν ἐσωτερικὸ κόσμο τοῦ ἀνθρώπου μὲ πολλοὺς τρόπους: μὲ τὴν μελέτη, μὲ τὴν προσωπικὴ ἀκρόαση, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ ζωντανὸ παράδειγμα τῶν χριστιανῶν ποὺ τὸν ἐφαρμόζουν στὴν καθημερινὴ ζωή τους.

Ὁ Κύριός μας μετὰ τὴν Ἀνάστασή Του παρήγγειλε στοὺς μαθητές Του: «Πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα κηρύξατε τὸ εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει» (Μάρκ.16.15). Τοὺς ἀνέθεσε τὸ ἔργο τῆς πνευματικῆς σπορᾶς ποὺ εἶναι ἀπαραίτητη, γιὰ νὰ γνωρίσουν οἱ ἄνθρωποι τὴν ἀλήθεια. Ὁ φλογερὸς ἀπόστολος Παῦλος διερωτᾶται : «πῶς θὰ σωθοῦν οἱ ἄνθρωποι ἐὰν δὲν πιστέψουν στὸν Σωτῆρα καὶ Λυτρωτή; Ἀλλὰ πῶς θὰ πιστέψουν ἐὰν δὲν πληροφορηθοῦν γιὰ Ἐκεῖνον; Καὶ ἀκόμη, πῶς θὰ πληροφορηθοῦν, ἐὰν δὲν τοὺς μιλήσει καὶ διδάξει κάποιος;»(Ρωμ. 10.14).

Χωρὶς τὴν πνευματικὴ σπορὰ δὲν μποροῦμε νὰ ἔχουμε τοὺς καρποὺς τῆς πνευματικῆς ἀναγέννησης τοῦ ἀνθρώπου. Τὸ ἔργο αὐτὸ εἶναι δύσκολο καὶ πρέπει νὰ γίνεται μὲ κατάλληλη προετοιμασία ἀπὸ τὸν ἐργάτη τοῦ Εὐαγγελίου. Μὲ μελέτη καὶ προσευχή, διότι ὅπως εἶναι γραμμένο: «προτοῦ μιλήσεις στοὺς ἀνθρώπους γιὰ τὸν Θεό, νὰ μιλήσεις, δηλαδὴ νὰ προσευχηθεῖς, στὸν Θεὸ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ σὲ ἀκοῦν». Ἔτσι ὁ λόγος τοῦ κηρύγματος ἀποκτᾶ τὸ «χρῖσμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» καὶ ἀναμοχλεύει τὶς καρδιὲς τῶν ἀκροατῶν.

Ἀλλὰ καὶ οἱ ἀκροατὲς τοῦ κηρύγματος νὰ μὴν εἶναι παγεροὶ καὶ ἀδιάφοροι ἀλλὰ προσεκτικοὶ καὶ ἔνθερμοι. Πόσο ὠφέλιμο θὰ εἶναι νὰ παρακαλοῦν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα νὰ φωτίσει καὶ νὰ ἐνισχύσει τὸν κήρυκα τοῦ λόγου!

Σήμερα, δόξα τῷ Θεῷ, ὁ λόγος Του μεταδίδεται μὲ πολλοὺς τρόπους στὴν ὀρθόδοξη πατρίδα μας. Ἐμπνευσμένοι ἱεροκήρυκες, βιβλία καὶ περιοδικά, ραδιοφωνικοὶ σταθμοὶ καὶ ἐκπομπὲς τηλεόρασης πασχίζουν νὰ «θρέψουν» πνευματικὰ τὸν λαό μας. Ἄλλωστε, σύμφωνα μὲ τὴν Ἁγία Γραφή, ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ ζήσει μόνον μὲ τὸ ψωμί· «οὐκ ἐπ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος» (Ματθ.4.4). Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος γράφει ὅτι «ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄρτος μὲ τὸν ὁποῖον τρέφονται ὅσοι πεινοῦν γιὰ τον Θεό.»

Κατὰ τὴ σημερινὴ Κυριακὴ ἐξ ἄλλου ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἔχει ὁρίσει νὰ γίνεται ἡ ἔναρξη τῶν Κατηχητικῶν Σχολείων. Μέσα στὸν κατακλυσμὸ τῶν ποικίλων ρευμάτων καὶ αἱρέσεων ποὺ μεταδίδονται χωρὶς συστολὴ ἀπὸ ὅλα τὰ μέσα ἐνημέρωσης, περισσότερο βλάπτονται οἱ νέοι. Ἂς ἀγκαλιάσουμε ὅλη αὐτὴ τὴν προσπάθεια τῆς Ἐκκλησίας. Ἂς προτρέψουμε τὰ παιδιά μας νὰ πλησιάσουν τὸν Χριστὸ ποὺ εἶναι γνήσιος φίλος καὶ προστάτης τῆς νεότητος. Ἕνας θεολόγος ἔλεγε πὼς «κάθε καλὸς χριστιανὸς εἶναι καὶ ἕνας γνήσιος ἱεραπόστολος».

Σήμερα κυκλοφοροῦν πολλὰ μεταλλαγμένα τρόφιμα, τὰ λεγόμενα «ὑβρίδια». Ἐὰν αὐτὰ τὰ ἀποφεύγουμε, διότι ἀποτελοῦν ὕβρη γιὰ τὸ φυσικὸ περιβάλλον, ἂς προφυλάξουμε τὴ χρυσὴ νεότητα καὶ ἀπὸ τὰ πνευματικὰ «ὑβρίδια» ποὺ δηλητηριάζουν τὴν ψυχή τους.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί!

Ἕνας εὐλαβὴς μοναχὸς ἐπισκέφθηκε κάποιον γέροντα καὶ σοφὸ ἐρημίτη· «Γέροντα», τοῦ εἶπε· «Εὐλόγησον καὶ εἰπέ μοι λόγον ἵνα ζήσω». Δὲν τοῦ εἶπε πές μου λόγον ἀγαθὸν γιὰ νὰ μάθω.

Τὸ κήρυγμα δὲν τὸ ἀκοῦμε μόνον γιὰ νὰ μάθουμε, ἀλλὰ κυρίως γιὰ νὰ βιώσουμε πραγματικὰ μὲ ὅλο τὸ εἶναι μας, ὀντολογικὰ ὅπως λέγεται, τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, τὸν οὐράνιο σπόρο.

Ἂς παρακαλοῦμε τὸν Φιλάνθρωπο Δεσπότη Χριστὸ νὰ μᾶς δίνει τὸ φῶς τῆς θεογνωσίας Του, γιὰ νὰ ἀνοίγουν τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μας, ὥστε νὰ κατανοοῦμε καὶ νὰ ἐφαρμόζουμε τὸ Εὐαγγέλιο. Ἀμήν.

π. Π.Κ.





ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ

27η Νοεμβρίου 2011
Κυριακὴ ΙΓ΄Λουκᾶ
(Λουκ. ιη´, 18-27)




Ὁ κίνδυνος τοῦ πλοῦτου

«Κάποιος ἄρχοντας ρώτησε τὸν Κύριο: «Ἀγαθὲ διδάσκαλε, τί νὰ κάνω γιὰ νὰ κληρονομήσω τὴν αἰώνια ζωή;». Ὁ Ἰησοῦς τοῦ ἀπάντησε: «Γιατί μὲ ἀποκαλεῖς ἀγαθό»; Κανένας δὲν εἶναι ἀγαθὸς παρὰ μόνο ἕνας, ὁ Θεός. Ξέρεις τὶς ἐντολές: μὴ μοιχεύσεις, μὴ σκοτώσεις, μὴν κλέψεις, μὴ ψευδομαρτυρήσεις, τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου». Κι ἐκεῖνος τοῦ εἶπε: «Ὅλα αὐτὰ τὰ τηρῶ ἀπὸ τὰ νιᾶτα μου». Ὅταν τ' ἄκουσε ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε: «Ἕνα ἀκόμη σοῦ λείπει: πούλησε ὅλα ὅσα ἔχεις καὶ δῶσε τὰ χρήματα στοὺς φτωχούς, κι ἔτσι θὰ ἔχεις θησαυρὸ κοντὰ στὸν Θεό, κι ἔλα νὰ μὲ ἀκολουθήσεις». Μόλις ἐκεῖνος τ’ ἄκουσε αὐτά, πολὺ στενοχωρήθηκε, γιατὶ ἦταν πάμπλουτος. Ὅταν ὁ Ἰησοῦς τὸν εἶδε τόσο στενοχωρημένο, εἶπε:

«Πόσο δύσκολα θὰ μποῦν στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ αὐτοὶ ποὺ ἔχουν τὰ χρήματα! Εὐκολότερο εἶναι νὰ περάσει μία καμήλα μέσα ἀπὸ βελονότρυπα παρὰ νὰ μπεῖ πλούσιος στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ». Ὅσοι Τὸν ἄκουσαν εἶπαν: « Τότε ποιὸς μπορεῖ νὰ σωθεῖ;» Κι Ἐκεῖνος τοὺς ἀπάντησε: « Αὐτὰ ποὺ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους εἶναι ἀδύνατα, γιὰ τὸ Θεὸ εἶναι δυνατά».

«Ἔτι ἕν σοι λείπει», μπορεῖ νὰ πεῖ ὁ Κύριος καὶ σὲ πολλοὺς ἀπὸ μᾶς. Ἔρχεσαι τακτικὰ στὴν Ἐκκλησία, τὸ βλέπω. Νηστεύεις, προσεύχεσαι, ἀγωνίζεσαι νὰ τηρήσεις τὸν νόμο μου. Ἔχεις διαμορφώσει μία συνείδηση ὅτι εἶσαι ἄνθρωπος τῆς Ἐκκλησίας. Ἴσως ἔχεις καὶ ἱεραποστολικὴ δράση. Ἴσως χάνεις καὶ χρόνο καὶ χρῆμα, ἴσως προβαίνεις καὶ σὲ θυσίες, γιὰ νὰ ἐξυπηρετήσεις προσπάθειες ποὺ χαρακτηρίζονται χριστιανικές. Ἴσως νομίζεις ὅτι εἶσαι τέλειος.

Καὶ ὅμως μπορεῖ νὰ σοῦ λείπουν πολλὰ ἄλλα πράγματα ποὺ δὲν ἔχεις προσέξει καὶ ποὺ εἶναι ἀπαραίτητα γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς σου. Ἴσως νὰ σοῦ λείπει «ἕνα» μόνον, βασικὸ ὅμως γιὰ τὴν διαμόρφωση καὶ τὴν ἔκφραση μιᾶς χριστιανικῆς προσωπικότητας καὶ ἑπομένως ἀπαραίτητη προϋπόθεση, γιὰ νὰ εἰσέλθεις στὴ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ἂν λείπει αὐτὸ τὸ «ἕνα», μένει μία πύλη ἀνοιχτή, ἀπὸ τὴν ὁποία μπορεῖ νὰ μπεῖ στὴν ψυχή σου ὁ διάβολος καὶ νὰ καταστήσει ἄχρηστες ὅλες τὶς ἄλλες προσπάθειές σου καὶ ἑπομένως νὰ ματαιώσει τὴ σωτηρία σου.

Γιὰ νὰ καταλάβουμε τί συνέπειες ὑπάρχουν, ἂν λείπει αὐτὸ τὸ «ἕνα», ἂς σκεφτοῦμε τὶς ἀκόλουθες παρόμοιες περιπτώσεις:

Γιὰ νὰ συμβεῖ ὁ θάνατος ἑνὸς ἀνθρώπου, δὲν εἶναι ἀπαραίτητο νὰ ἀσθενοῦν ὅλα τὰ μέλη τοῦ σώματός του ἢ νὰ τὸ προσβάλλουν ὅλα τὰ μικρόβια. Ἀρκεῖ νὰ μπεῖ ἕνα θανατηφόρο μικρόβιο, ἀρκεῖ μία λειτουργία νὰ μὴν εἶναι φυσιολογική, ἀρκεῖ ἕνα βασικὸ ὄργανο νὰ προσβληθεῖ, καὶ τὸ κακὸ ἔγινε.

Μᾶς εἶναι γνωστὸ ὅτι ἡ Κωνσταντινούπολη ἔπεσε, γιατὶ μία πύλη βρέθηκε ἀνοιχτή. Ὅλες οἵ ἄλλες ἦταν κλειστές. Μία ἦταν ἀνοιχτὴ καὶ πέρασε ὁ ἐχθρὸς κι ἔπεσε ἡ Πόλη.

Τί σημασία ἔχει ἂν ὅλο τὸ πλοῖο εἶναι γερό. Ἄνοιξε μία ὀπή; Θὰ μποῦν τὰ νερὰ καὶ τὸ πλοῖο θὰ βυθιστεῖ.

Τέτοια παραδείγματα μποροῦμε νὰ βροῦμε πολλὰ στὴ ζωή μας. Πρέπει νὰ ἐρευνήσουμε τὴ ζωή μας, τὶς σκέψεις μας, τὶς διαθέσεις μας, μήπως ὑπάρχει κάτι ποὺ μπορεῖ νὰ μᾶς στερήσει τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Μήπως ἔχουμε τὴ βεβαιότητα ὅτι εἴμαστε ἐνάρετοι κι ἔτσι ἔχουμε μέσα μας φαρισαϊκὸ πνεῦμα; Μήπως προσφέρουμε πολλά, ἐνῷ μᾶς λείπει ἡ πραγματικὴ ἀγάπη; Μήπως βλέπουμε τὴν Ἐκκλησία σὰν ἕνα θεσμὸ ἢ κοινωνικὴ ὀργάνωση, χωρὶς νὰ συνειδητοποιοῦμε τὴ Θεία προέλευσή της καὶ τὴν σωτηριώδη ἀποστολή της; Μήπως δὲν συμμετέχουμε στὰ ἱερὰ μυστήρια; Μήπως εἴμαστε δεμένοι μὲ κάποιο πάθος; Τὸν ἐγωισμό, τὴν φιλοχρηματία, τὸν θυμό, τὴ ζήλεια, τὸν φθόνο, τὴν ἠθικὴ παρεκτροπή, τὴν οἰνοποσία, τὸν τζόγο καὶ τόσα ἄλλα;

Ἔστω κι ἂν ἕνα ἀπὸ αὐτὰ συμβαίνει τότε μποροῦμε νὰ χάσουμε τὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, ὅπως ὁ νεανίσκος τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς.

Μὲ τὸ παράδειγμα τῆς καμήλας καὶ τῆς βελόνας τὰ πράγματα δυσκολεύουν πολύ, γιατὶ πρέπει νὰ προσέξουμε ὅτι ὄχι μόνον ὅσοι ἔχουν τὰ χρήματα θὰ δυσκολευτοῦν γιὰ τὴ σωτηρία τους, ἀλλὰ καὶ ὅσοι ποθοῦν τὰ χρήματα. Ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο τόνισε ὁ Κύριος ὅτι ἀποτελεῖ ἐμπόδιο γιὰ τὴ σωτηρία μας δὲν εἶναι τὰ πλούτη καθ’ ἑαυτὰ ἀλλὰ ἡ προσκόλλησή μας στὸν κόσμο καὶ τὰ ἀγαθὰ τοῦ κόσμου, ποὺ γίνονται ἐμπόδιο νὰ ἀγαπήσουμε τὸν Χριστό. Τὴν εἴσοδό μας στὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν δὲν τὴν ἐμποδίζει ἡ κατοχὴ τοῦ πλούτου ἀλλὰ ἡ ἀπουσία τῆς πεποίθησης σ’ Αὐτὸν καὶ ἡ ἔλλειψη ἐμπιστοσύνης στὴ δύναμή Του, ὅτι δηλαδὴ μπορεῖ νὰ ἱκανοποιήσει ὅλους τοὺς εὐσεβεῖς μας πόθους καὶ νὰ μᾶς καταστήσει εὐτυχισμένους.

Ἀκόμη καὶ οἱ πλούσιοι μποροῦν νὰ σωθοῦν, ἂν ἀφήσουν νὰ ἀγγίξει τὴν ψυχή τους ἡ Θεία Χάρη. Τότε ἀπελευθερώνονται ἀπὸ τὴ δουλεία τοῦ πλούτου καὶ τὸν χρησιμοποιοῦν στὴν ἀνακούφιση τῶν φτωχῶν καὶ τῶν πονεμένων καὶ τότε βρίσκουν ἄλλο θησαυρὸ καλύτερο, κι αὐτὸς εἶναι ἡ ἀγάπη ποὺ γεμίζει τὴν καρδιά τους.

Θαύματα δὲν γίνονταν μόνον «τῷ καιρῷ ἐκείνῳ». Γίνονται πολλὲς φορὲς καὶ σήμερα, γιατὶ ὅταν ὑπάρχει ἡ ἀγαθὴ προαίρεση τοῦ ἀνθρώπου, ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ ὑπερνικᾶ ὅλα τὰ ἐμπόδια, νικᾶ τὴ δύναμη τῆς ἁμαρτίας καὶ ὁδηγεῖ τὴν ψυχὴ στὴ σωτηρία.

Ἡ ἀγάπη καὶ σοφία τοῦ Θεοῦ βρίσκει πολλοὺς τρόπους, γιὰ νὰ μᾶς βγάλει σώους καὶ ἀβλαβεῖς ἀπὸ κάθε δοκιμασία, ὅταν ὅλα τὰ ἀνθρώπινα μέσα ἔχουν ἀποδειχθεῖ ἀνίσχυρα. Ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ ἐπέμβει θαυματουργικὰ στὴ ζωή μας. Ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ μπορεῖ νὰ ἔρθει ἀκόμη καὶ στὶς δώδεκα παρὰ ἕνα λεπτό.

Καὶ ἡ ἁμαρτία, καὶ ἡ ἀσθένεια, καὶ ὁ θάνατος, καὶ ὁ διάβολος μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ μποροῦν νὰ νικηθοῦν. Μᾶς τὸ διαβεβαίωσε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός: «Τὰ ἀδύνατα παρ’ ἀνθρώποις, δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ ἐστίν». Ὄχι μόνο μέσα στὴ φύση ἀλλὰ καὶ μέσα στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου ἔχει τὴν Κυριαρχία Του ὁ Θεός. Θαῦμα δὲν εἶναι μόνο ἡ ἀνάσταση ἑνὸς νεκροῦ σώματος, ἀλλὰ καὶ ἡ ἀνάσταση τῆς ψυχῆς ἑνὸς μεγάλου ἁμαρτωλοῦ. Καὶ τέτοια θαύματα δὲν εἶναι οὔτε ἄγνωστα οὔτε σπάνια στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας.

π. Κ. Σ.



ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ

20ὴ Νοεμβρίου 2011
Κυριακὴ Θ΄Λουκᾶ
(Λουκ. ιβ΄ 16-21)



Ἡ παραβολὴ τοῦ ἄφρονος πλουσίου


Ἀδελφοί μου ἀγαπητοί,

«Ρήματα τὰ ὁποῖα εἶναι πνεῦμα Θεοῦ καὶ γι’ αὐτὸ ἔχουν καὶ μεταδίδουν ζωὴ αἰώνια» (Ἰωάν. 6,63 καὶ 6,68) εἶναι τὰ λόγια τοῦ Κυρίου μας στὴ σημερινή, ἐπίκαιρη καὶ διαχρονικὴ αὐτὴ παραβολὴ τοῦ ἄφρονα πλούσιου, ἑνὸς ἀνθρώπου τοῦ ὁποίου, λὲς καὶ δὲν τὸν ἔφταναν τὰ πλούτη ποὺ εἶχε συσσωρεύσει, κάποια χρονιὰ συνέβηκε, ὥστε οἱ καλλιεργημένες ἀπέραντες ἐκτάσεις του νὰ τοῦ ἀποδώσουν πλουσιώτατη παραγωγή. Μὲ αὐτὸ τὸ ξαφνικὸ καὶ ἀνέλπιστο γεγονός, ὁ δυστυχὴς καὶ ἀξιολύπητος περικυκλώθηκε ἀπὸ βιωτικὲς ζάλες « ὅπως ἀκριβῶς οἱ μέλισσες περικυκλώνουν τὴν κηρήθρα», παραζαλίστηκε καὶ παρασκοτίστηκε, στεναχωρήθηκε καὶ ἀγχώθηκε μὲ βασανιστικὲς σκέψεις, ταλανίστηκε καὶ ταλαιπωρήθηκε μὲ ἀρρωστημένους λογισμοὺς καὶ πονηρὰ διαβούλια καὶ τέλος ἀπορροφήθηκε καὶ βυθίστηκε σὲ πολλὲς καὶ ποικίλες ὑλικὲς φροντίδες καὶ βιωτικὲς μέριμνες.

Καθὼς λοιπὸν «τὰ νέφη τῶν λυπηρῶν ἐκάλυψαν τὴν ἀθλία του ψυχὴ καὶ καρδία», ἐκεῖνος, γιὰ νὰ ἀποτινάξει ὅλα αὐτὰ τὰ ψυχοφθόρα πάθη, τὰ ὁποῖα σὰν κεντριὰ καὶ ἀγκάθια τοῦ πλήγωναν τὴν ψυχή του καὶ τὸν ἄκρατο ἐγωισμό του, ἀποφάσισε ἀνόητα καὶ ἀσύνετα νὰ γκρεμίσει τὶς παλαιὲς ἀποθῆκες του καὶ νὰ οἰκοδομήσει νέες μεγαλύτερες καὶ πιὸ εὐρύχωρες καὶ σ’ αὐτὲς νὰ ἀποθηκεύσει καὶ νὰ διασφαλίσει «πάντα τὰ γενήματά του καὶ τὰ ἀγαθά του» καὶ κατόπιν νὰ μπορεῖ νὰ λέει στὴν ψυχή του, «ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθὰ ποὺ εἶναι ἀποθηκευμένα καὶ σὲ καλύπτουν γιὰ πολλὰ χρόνια. Μὴ σκοτίζεσαι πλέον γιὰ τίποτα. Ἀναπαύσου, τρῶγε, πίνε καὶ διασκέδαζε».

Τὴν νύκτα ὅμως ἐκείνη ποὺ πῆρε τὴν τελική του ἀπόφαση, γιὰ νὰ ὑλοποιήσει τὶς ἄφρονες σκέψεις του καὶ ἐπιθυμίες του, τὸν πρόλαβε ὁ Θεός, ὁ Ὁποῖος, κατὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ, «ἐπειδὴ εἶναι ὁ χορηγὸς τῆς σωτηρίας, εἶναι, ἀπὸ ὑπερβολικὴ φιλανθρωπία, πάντοτε ἑτοιμότατος ὡς αὐτόκλητος, μᾶλλον δὲ ὡς αὐτοπαράκλητος» καὶ ὁ Ὁποῖος «ἔχει θέσει μέσα στὸν ἄνθρωπο ἔμφυτο νόμο, σὰν ἀπαρέγκλιτη στάθμη, ἀνεξαπάτητο κριτὴ καὶ ἀδιάψευστο διδάσκαλο, τὴν οἰκεία στὸν καθένα συνείδηση, ἔτσι ὥστε, ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι μὲ τὴν διάνοιά του συγκεντρωμένος στὸν ἑαυτό του, νὰ μὴν χρειάζεται ἄλλο διδάσκαλο πρὸς τὴν κατανόηση τοῦ ἀγαθοῦ καὶ ὅταν ὑποδουλωθεῖ στὴν ἁμαρτία καὶ στὰ πάθη, νὰ ἐλέγχεται ἀπὸ τὴν συνείδησή του». Τὸν πρόφθασε λοιπὸν ὁ Θεὸς καὶ τοῦ εἶπε: «Ἀνόητε καὶ ἀσύνετε, ὅλα τὰ σχεδιασμένα ἀπὸ σένα καὶ μοναδικά σου στηρίγματα, δηλαδὴ ὑλικὰ ἀγαθά, φαγοπότια, διασκεδάσεις καὶ ἀπολαύσεις, σὲ ἀποχαιρετοῦν ἐγκαταλείποντάς σε, καθὼς ἀπόψε τὰ πονηρὰ δαιμόνια ἀπαιτοῦν ἀπὸ σένα νὰ παραλάβουν τὴν ψυχή σου».

Καὶ ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς τελείωσε τὴν παραβολὴ αὐτὴ μὲ τὰ ἑξῆς λόγια: «Αὐτὰ παθαίνει καὶ τέτοιο τέλος ἔχει ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἐγωϊστικὰ θησαυρίζει γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ δὲν ἀγωνίζεται νὰ ἀποκτήσει τὸν πλοῦτο τῶν ἀρετῶν καὶ τῶν ἀγαθῶν ἔργων, στὰ ὁποῖα ἀρέσκεται, εὐαρεστεῖται καὶ εὐχαριστεῖται ὁ Θεός».

Ἀδελφοί μου εὐλογημένοι,

τὰ ἀναφερόμενα στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ εἶναι, σὲ πάρα πολλὰ σημεῖα, κοινὰ μὲ ὅσα συμβαίνουν στὴ χώρα μας, ἡ ὁποία τὰ τελευταῖα χρόνια ἀφθόνησε χρηματικά, χρηματιστηριακὰ καὶ οἰκονομικά, καθὼς ἐπίσης κοινὰ καὶ μὲ ἕνα μεγάλο μέρος τοῦ λαοῦ της, τὸ ὁποῖο εἶχε μέχρι πρότινος ὡς βίωμα τὸ «ἀναπαύσου, τρῶγε, πίνε καὶ διασκέδαζε». Ἔτσι τοῦ Κυρίου μας αὐτὰ τὰ προαναφερόμενα «ρήματα τῆς ζωῆς τῆς αἰώνιας» ἠχοῦν καὶ τώρα ἀναμεσά μας. Τὸ θεοβούλητο πρόσταγμά Του, τὸ θεόγραπτο θέλημά Του καὶ ἡ σωτήρια ἐντολή Του, ποὺ λέει «ἀγαπημένο μου παιδί, ἀπόκτησε τὸν πλοῦτο τῶν ἀρετῶν καὶ τῶν ἀγαθῶν ἔργων, στὰ ὁποῖα ἀρέσκομαι, εὐαρεστοῦμαι καὶ εὐχαριστοῦμαι, ὡς Πατέρας σου καὶ Σωτήρας σου καὶ Λυτρωτής σου, καὶ μὴ θησαυρίζεις ἐγωϊστικὰ γιὰ τὸν ἑαυτό σου τὰ πρόσκαιρα, τὰ φθαρτὰ καὶ τὰ ἐπίγεια. Μόνο ἄνοιξε τὰ αὐτιὰ τῆς ψυχῆς σου καὶ βάλε λαχτάρα στὴν καρδιά σου καὶ πές μου «Εὐλογητὸς εἶ Πάτερ μου, δίδαξόν με τὰ δικαιώματά σου, συνέτισόν με τὰ δικαιώματά σου, φώτισόν με τοῖς δικαιώμασί σου», εἶναι αὐτὴ τὴν ὥρα ψυχωφελὴς παρηγοριά, πνευματικὸ φάρμακο καὶ θεοδώρητη θεραπεία καὶ γιατρειά.

Ἐμπρὸς λοιπόν! Ἂς διδαχθοῦμε ὅτι ὁ Θεὸς ἐποίησε, ὥστε ὁ ἔμφυτος νοῦ μας νὰ εἶναι οὐσία καὶ περιουσία μας ὑπεράνω ὅλων καὶ ὅτι γιὰ τὸν ἔμφυτο νοῦ μας μιλάει ὁ Κύριος λέγοντας ὅτι ὁ ἄσωτος υἱὸς «διεσκόρπισε τὴν οὐσίαν αὐτοῦ, ζῶν ἀσώτως», καθὼς ἐπίσης ὅτι ὁ Θεὸς ἐποίησε, ὥστε πλοῦτος τοῦ ἔμφυτου νοῦ μας νὰ εἶναι ἡ φρόνηση, ἡ ὁποία νὰ παραμένει σ’ αὐτὸν καὶ νὰ διακρίνει τὸ καλύτερο ἀπὸ τὸ χειρότερο, μέχρις ὅτου καὶ αὐτὸς ὁ νοῦς μας νὰ παραμείνει στὶς ἐντολὲς καὶ συμβουλὲς ὑπακούοντας στὸν «οὐράνιο Πατέρα».

Ἂς φωτισθοῦμε, προκειμένου νὰ ἐννοήσουμε ὅτι ἡ ἀρετὴ εἶναι ὁ πλούσιος ἀνθρώπινος δυναμισμός, ποὺ μπαίνει ὅμως σὲ κίνηση μὲ τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ καὶ ἔχει μέσα του πάντοτε τὸ στοιχεῖο τοῦ ἀγώνα καὶ τῆς θυσίας, ἀφοῦ ἡ θυσία ἔχει ὡς ἀρχή της τὴν θυσία τῆς θεανθρώπινης ἀρετῆς τοῦ Χριστοῦ μας.

Καὶ ἂς συνετισθοῦμε καθὼς ὁ Κύριος μᾶς ὑπόσχεται ὅτι «ἐὰν πορεύεσθε σύμφωνα μὲ τὰ προστάγματά μου καὶ φυλάξετε τὶς ἐντολές μου καὶ τὶς ποιήσετε, θὰ σᾶς ἔλθει κάθε ἀγαθὸ καὶ θὰ κατοικήσετε μὲ ἀσφάλεια καὶ δὲν θὰ ἔλθει πόλεμος στὸν τόπο σας, ἀλλὰ θὰ σᾶς δώσω εἰρήνη καὶ θὰ καταδιώξω τοὺς ἐχθρούς σας καὶ θὰ κοιμᾶστε ἄφοβα... καὶ θὰ εἶμαι ὁ Θεός σας καὶ ἐσεῖς ὁ λαός μου». (Λευϊτ. 26 3ἑπ.).

Μακάρι νὰ γίνουμε χριστοφόροι καὶ θεοφόροι, κληρονόμοι τοῦ Θεοῦ καὶ συγκληρονόμοι τοῦ Χριστοῦ. Ἀμήν.

π.Ν.Π.





ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ

13η Νοεμβρίου 2011
Κυριακὴ Η΄Λουκᾶ
(Λουκ. ι´ 25-37)



«καὶ τίς ἐστί μου πλησίον;»

Τὴν ἀφορμὴ γιὰ νὰ εἰπωθεῖ ἀπὸ τὸν Κύριο ἡ παραβολὴ ποὺ ἀκούσαμε σήμερα στὴ Θεία Λειτουργία, ἡ παραβολὴ ποὺ πολὺ εὔστοχα ὀνομάσθηκε «Παραβολὴ τοῦ Καλοῦ Σαμαρείτη» καὶ νὰ ἀπαντηθεῖ αὐθεντικὰ τὸ ἐρώτημα «καὶ τίς ἐστί μου πλησίον» μᾶς τὴν ἔδωσε, ἀγαπητοὶ ἀκροατὲς τοῦ θείου κηρύγματος, ἀκροατὲς εὐλογημένοι τῆς ἑρμηνείας τοῦ Ἱεροῦ Εὐαγγελίου, ἕνας δάσκαλος καὶ ἑρμηνευτὴς τοῦ μωσαϊκοῦ Νόμου ποὺ πλησίασε τὸν Χριστὸ καὶ Τὸν ρώτησε τί ἔπρεπε να κάνει, γιὰ νὰ κερδίσει τὴν αἰώνια ζωή.

Βέβαια ὁ Νομικὸς αὐτός, ὅπως καὶ κάθε ἄλλος Ἰουδαῖος, ἤξερε τὴν ἀπάντηση. Ὅμως κάνει τὸ ἐρώτημα αὐτὸ στὸν Χριστό, γιὰ νὰ Τὸν φέρει σὲ σύγκρουση μ’ αὐτὰ ποὺ δίδασκαν οἱ Γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι. Ὁ Κύριος, ὡς καρδιογνώστης ποὺ εἶναι, γνωρίζει τὶς βαθύτερες σκέψεις τοῦ Νομικοῦ. Βλέπει ὅτι πίσω ἀπ’ αὐτὸν κρύβονται οἱ Φαρισαῖοι ποὺ διαστρεβλώνουν τὸν Νόμο, καὶ ψάχνουν νὰ βροῦν εὐκαιρία νὰ Τὸν κατηγορήσουν γιὰ παραβάτη του.

Γι’ αὐτό, ἀντὶ ν’ ἀπαντήσει, γίνεται Αὐτὸς ἐξεταστὴς καὶ ρωτάει τὸν δάσκαλο καὶ ἑρμηνευτὴ τοῦ Νόμου: «Τί γράφει ὁ Νόμος σχετικὰ μ’ αὐτό; Ἐσὺ ποὺ ἐρευνᾶς, τί ἔχεις διαβάσει ἐκεῖ καὶ ποιὰ ἐξήγηση δίνεις;» Ὁ Νομικὸς ταπεινωμένος ἀπαντᾶ: «Ν’ ἀγαπᾶς τὸν Θεὸ μ’ ὅλη σου τὴν καρδιὰ καὶ τὴν ψυχὴ καὶ τὴ δύναμη καὶ τὸν νοῦ, καὶ τὸν πλησίον σου σὰν τὸν ἑαυτό σου». Καὶ ὁ Ἰησοῦς, μὲ τὸ κῦρος τοῦ μοναδικοῦ Δασκάλου, λέει στὸν Νομικό: « Σωστὰ ἀπάντησες. Ἐφάρμοσέ τα αὐτὰ στὴν καθημερινὴ ζωή σου καὶ θὰ ζήσεις αἰώνια».

Τώρα ὁ ἑρμηνευτὴς τοῦ Νόμου αἰσθάνεται σχεδὸν ντροπιασμένος. Γιὰ νὰ δικαιολογηθεῖ κάπως, ρωτάει τὸν Ἰησοῦ: «Καὶ ποιὸς εἶναι ὁ πλησίον μου;» Ἔτσι βρίσκει ὁ Χριστὸς τὴν εὐκαιρία νὰ ἀποκαλύψει στοὺς ἀνθρώπους τί σημαίνει ν’ ἀγαπάει κανεὶς τὸν πλησίον του σὰν τὸν ἑαυτό του. Λέει, λοιπόν, τὴν ἑξῆς παραβολή:

«Ἕνας ἄνθρωπος κατηφόριζε ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα στὴν Ἱεριχώ. Καθὼς περνοῦσε μέσα ἀπὸ βουνὰ καὶ χαράδρες, ἔπεσε στὰ χέρια ληστῶν πού, ἀφοῦ τὸν γύμνωσαν καὶ τὸν πλήγωσαν, τὸν παράτησαν ἐκεῖ μισοπεθαμένο.

Κατὰ τύχη περνοῦσε ἀπὸ αὐτὸ τὸ δρόμο ἕνας ἱερέας. Εἶδε τὸν πληγωμένο καὶ κατάλαβε ἀπὸ τὰ ροῦχα του ὅτι ἦταν συμπατριώτης του. Σύμφωνα μὲ τὸν Νόμο ἔπρεπε νὰ τὸν βοηθήσει. Ὅμως ὁ τόπος ἦταν ἔρημος. Ἴσως σὲ λίγο νὰ ξανάβγαιναν οἱ ληστές. Κρύος φόβος κυρίεψε τὸν ἱερέα, σκέφτηκε τὸν ἑαυτό του καὶ προσπέρασε, ἀφήνοντας τὸν ἄνθρωπο ἀβοήθητο.

Μετὰ ἀπὸ λίγο πέρασε ἕνας Λευίτης. Αὐτὸς ἔκανε κάτι χειρότερο. Πλησίασε τὸν τραυματισμένο, εἶδε τὴν κατάστασή του, καὶ ὅμως ἔφυγε, χωρὶς νὰ τοῦ προσφέρει τὴν παραμικρὴ βοήθεια.

Ἀπὸ τὸν τόπο αὐτὸν πέρασε καὶ ἕνας Σαμαρείτης. Πλησίασε τὸν πληγωμένο, εἶδε ὅτι ἦταν Ἰουδαῖος, ἀλλὰ δὲν σκέφτηκε τὸ μίσος ποὺ χώριζε Ἰουδαίους καὶ Σαμαρεῖτες, οὔτε τοὺς κινδύνους ἀπὸ τοὺς ληστές. Εἶδε τὸν τραυματισμένο ἄνθρωπο καὶ τὸν σπλαγ-χνίστηκε. Σκύβει καὶ πλένει τὶς πληγές του μὲ λάδι καὶ κρασί, πρόχειρα φάρμακα γιὰ ἕναν ταξιδιώτη, δένει τὰ τραύματά του μὲ πρόχειρους ἐπιδέσμους, τὸν ἀνεβάζει μὲ προσοχὴ πάνω στὸ ζῶο του καὶ τὸν μεταφέρει στὸ πρῶτο πανδοχεῖο ποὺ συναντᾶ σ’ ἐκείνη τὴν περιοχή. Ἐδῶ, ὅπου ἄνθρωποι καὶ ζῶα ξαποσταίνουν, ὁ Σαμαρείτης φροντίζει γιὰ τὸν πληγωμένο καὶ ξενυχτᾶ μαζί του. Τὴν ἄλλη μέρα φεύγει, ἀφήνοντας στὸν ξενοδόχο δύο δηνάρια καὶ τὸν παρακαλεῖ νὰ φροντίσει τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ τὸν περιποιηθεῖ. Ἂν ξόδευε κάτι παραπάνω, στὸ γυρισμό του θα τὸν πλήρωνε».

Ἡ παραβολὴ δὲν ἄφηνε περιθώρια γιὰ συζητήσεις καὶ ἀμφιβολίες. Τὸ παράδειγμα τοῦ Σαμαρείτη ἦταν συγκλονιστικό. Γι’ αὐτὸ κι ὁ Χριστὸς ρωτᾶ τὸ Νομικό: «Ποιὸς λοιπὸν ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς τρεῖς νομίζεις ὅτι ἔγινε πλησίον γιὰ τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔπεσε στοὺς ληστές;» Ὁ Νομικὸς ἀναγκάζεται νὰ καταδικάσει τὴ διαγωγὴ τοῦ ἱερέα καὶ τοῦ Λευίτη καὶ νὰ ὁμολογήσει: «Ἐκεῖνος ποὺ τοῦ ἔδειξε ἔμπρακτα τὴ συμπόνια του». Τότε ὁ Ἰησοῦς λέει στὸ Νομικό: «Πήγαινε κι ἐσὺ καὶ κάνε τὸ ἴδιο».

Στὴν παραβολὴ αὐτὴ δίνεται τὸ τέλειο παράδειγμα ἔμπρακτης ἀγάπης ἀπέναντι στὸ συνάνθρωπό μας ποὺ βρίσκεται σὲ ἀνάγκη. Αὐτὴ ἡ ἀγάπη δὲν ἔχει περιορισμούς. Ξεχειλίζει αὐθόρμητα καὶ πλούσια, καὶ προσφέρεται καὶ σ’ αὐτὸν ἀκόμη τὸν ἐχθρό, χωρὶς φόβους, διακρίσεις, διαιρέσεις, πάθη καὶ μίση, ὅπως ἀκριβῶς ἔκανε ο Σαμαρείτης τῆς παραβολῆς. Ἀκόμα αὐτὴ ἡ ἀγάπη δὲν ἐξαντλεῖται σὲ λόγια ἢ σὲ ψευτοσυναισθήματα, ἀλλὰ ἐκφράζεται μὲ τὰ ἔργα τῆς εὐσπλαγχνίας γιὰ τὸν συγκεκριμένο ἄνθρωπο καὶ τὶς πραγματικές του ἀνάγκες. Αὐτὴ τὴν ἀγάπη δίδαξε μὲ τὸ παράδειγμά Του καὶ μὲ τὴ θυσία Του ὁ Χριστός. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ Ἐκκλησία στὸ πρόσωπο τοῦ καλοῦ Σαμαρείτη ἀναγνώρισε τὸν Κύριο.

Ἀδελφοί μου. Ὁ Νομικὸς ρώτησε: «Ποιὸς εἶναι γιὰ μένα ὁ πλησίον; Ὁ κοντινός, ὁ δικός μου ἄνθρωπος;» Καὶ ὁ Κύριος ἀφοῦ εἶπε τὴν παραβολή, ἀντέστρεψε τὴν φορὰ τῆς ἐρωτήσεως. Ὄχι ποιὸς εἶναι ὁ δικός σου ἄνθρωπος, ἀλλὰ γιὰ ποιὸν ἐσὺ μπορεῖς νὰ γίνεις ὁ δικός του ἄνθρωπος.

Μιὰ λεπτομέρεια ποὺ φέρνει τὰ πάνω – κάτω στὴν ἀνθρώπινη θεώρηση καὶ προσ-έγγιση τοῦ θέματος. Γιατὶ ἡ ἀγάπη μὲ τὴν ἀνθρωποκεντρικὴ θεώρηση ἔχει φορὰ ἀπ’ ἔξω πρὸς τὰ μέσα. Εἶναι μιὰ δύναμη κεντρομόλος. Ἐνῷ μὲ τὴν πνευματικὴ θεώρηση εἶναι τὸ ἀντίθετο. Δηλαδὴ φυγόκεντρος δύναμη.

Ἐδῶ ἀκριβῶς κρύβεται τὸ μυστικὸ τῆς ἀληθινῆς εὐτυχίας, ποὺ ὁ μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεὸ κόσμος δὲ θὰ μπορέσει νὰ τὸ βρεῖ ποτέ. Γιατὶ δὲν μπορεῖ νὰ κατανοήσει, νὰ ἀντιληφθεῖ, τὴν ἀληθινὴ φορὰ τῆς ἀγάπης, ὅπως μᾶς τὴν δίδαξε ὁ Καλὸς Σαμαρείτης, ὁ Χριστός.

Χριστιανέ μου. Σίγουρα σὲ ἀπασχολεῖ μὲ ποιὸ τρόπο θ’ ἀποκτήσεις ζωὴ αἰώνια. Ἡ ἀπάντηση εἶναι: Πορεύου καὶ ἐσὺ καὶ πρᾶττε ὅ,τι καὶ ὁ Σαμαρείτης τῆς παραβολῆς.

π.Ν.Κ.




ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ

6η Νοεμβρίου 2011
Κυριακὴ Z΄Λουκᾶ
(Λουκ. η´ 41-56)



Λόγος στὸ «Μὴ φοβοῦ· μόνον πίστευε».

Ἀνήσυχος καὶ ταραγμένος πλησίασε τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ ὁ ἀρχισυνάγωγος Ἰάειρος, δηλαδὴ ὁ προϊστάμενος τῆς ἑβραϊκῆς συναγωγῆς τῆς Καπερναούμ. Στὸ πρόσωπό του ἦταν φανερὴ ἡ θλίψη ἀπὸ τὴ σκληρὴ δοκιμασία ποὺ περνοῦσε. Ἡ μονάκριβη κόρη του, μόλις 12 ἐτῶν, εἶχε προσβληθεῖ ἀπὸ θανατηφόρο ἀσθένεια καὶ ἤδη πλησίαζε τὸ τέλος της. Τότε ἦταν ποὺ ὁ ἀρχισυνάγωγος ἔτρεξε νὰ συναντήσει τὸν Κύριο καὶ νὰ Τὸν παρακαλέσει νὰ ἔλθει στὸ σπίτι καὶ νὰ θεραπεύσει τὴν κόρη του. Ὁ Κύριος ἀποδέχθηκε τὴν πρόσκληση, ἀλλὰ στὸ μεταξὺ ὁ δύστυχος πατέρας ἔλαβε τὴν τραγικὴ εἴδηση: «Ἡ κόρη σου πέθανε», τοῦ εἶπαν, «δὲν χρειάζεται νὰ κουράζεις τὸν Διδάσκαλο». Ὁ Ἰάειρος ἔνοιωσε τὸ ἔδαφος νὰ χάνεται κάτω ἀπὸ τὰ πόδια του. Ὅλες οἱ ἐλπίδες του ἔγιναν συντρίμμια. Ὥστε αὐτὸ ἦταν λοιπόν; Δὲν θὰ ξαναδεῖ πλέον τὴν κόρη του;... Ὡστόσο, πρὶν προλάβει νὰ πεῖ τίποτε, ὁ Κύριος στράφηκε καὶ μὲ τόνο ἤρεμο καὶ ἐπιβλητικὸ τοῦ εἶπε: «Μὴ φοβοῦ• μόνον πίστευε». Μὴ φοβᾶσαι· συνέχισε νὰ ἔχεις σταθερὴ τὴν πίστη σου κι ἡ κόρη σου θὰ σωθεῖ. Καὶ πράγματι ὕστερα ἀπὸ λίγο ἔγινε τὸ συγκλονιστικὸ θαῦμα: Ὁ Κύριος τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου ἀνέστησε τὴν κόρη τοῦ Ἰαείρου!

***

«Μὴ φοβοῦ· μόνον πίστευε»!

Αὐτὸς ὁ τόσο ἐντυπωσιακὸς λόγος τοῦ Κυρίου ἀπὸ τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα μᾶς δίνει τὴν ἀφορμὴ νὰ δοῦμε πῶς κι ἐμεῖς μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ μποροῦμε νὰ ξεπεράσουμε τοὺς φόβους ποὺ δημιουργεῖ στὶς ψυχές μας, πρῶτον, ὁ ἀγώνας μας γιὰ τὴν καθημερινὴ ἐπιβίωση, δεύτερον, τὸ ὁρμητικὸ ρεῦμα τοῦ κακοῦ καὶ τρίτον, οἱ ἔκτακτες ὧρες ἐσχάτου κινδύνου.

1. Ἀγώνας γιὰ ἐπιβίωση

Εἶναι φυσικό, ἰδιαίτερα στὴν κρίσιμη περίοδο ποὺ διερχόμαστε, νὰ δημιουργεῖται φόβος στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι ἀγωνίζονται γιὰ τὴν καθημερινή τους ἐπιβίωση μὲ τεράστιες δυσκολίες καὶ δυσοίωνες προβλέψεις γιὰ τὸ μέλλον. Νέοι ἄνθρωποι, στὸ ξεκίνημα τῆς ζωῆς τους, βλέπουν νὰ ὀρθώνονται μπροστά τους ἀνυπέρβλητα ἐμπόδια ποὺ τοὺς ἀνακόπτουν τὴν πορεία πρὸς τὴν ἐπιθυμητὴ ἐπαγγελματικὴ καὶ οἰκογενειακὴ ἀποκατάσταση. Τί ἀπομένει λοιπὸν νὰ κάνουν; Ἡ μόνη λύση εἶναι ἡ καταφυγὴ μὲ πίστη καὶ ἐμπιστοσύνη στὸν Κύριο. Αὐτὸ ἀκριβῶς συνέστησε ὁ Κύριος στὸν ἀρχισυνάγωγο: «μόνον πίστευε»! Στήριξε τὴν πίστη καὶ τὴν ἐλπίδα σου στὸν Παντοδύναμο καὶ Πανάγαθο Θεό. Σ’ Αὐτόν, ποὺ ἐὰν τόσο πολὺ φροντίζει γιὰ τὰ «πετεινὰ τ’ οὐρανοῦ» καὶ «τὰ κρίνα τοῦ ἀγροῦ» (Ματθ. ς΄ 28), πολὺ περισσότερο θὰ ἐνδιαφερθεῖ γιὰ τοὺς πιστοὺς μαθητές Του! Αὐτὸ ἀκριβῶς μᾶς συμβουλεύει καὶ ὁ θεόπνευστος ἀπόστολος Πέτρος: Μὴν ἀγωνιᾶτε γιὰ τὸ μέλλον! Ἀφῆστε κάθε φροντίδα σας στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, διότι «αὐτῷ μέλει περὶ ὑμῶν» (Α΄ Πέτρ. ε΄ 7). Αὐτὸς νοιάζεται καὶ ἐνδιαφέρεται γιὰ σᾶς.

2. Τὸ ρεῦμα τοῦ κακοῦ

Φόβος ἐπίσης δημιουργεῖται στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων ποὺ βλέπουν τὸ ρεῦμα τοῦ κακοῦ σὰν ὁρμητικὸ χείμαρρο νὰ κατακλύζει καὶ νὰ παρασύρει τὰ πάντα. Ἆραγε μπορεῖ νὰ ἀντέξει κανεὶς μέσα σ’ αὐτὴν τὴν πλημμύρα τῆς ἁμαρτίας; Πῶς θὰ μεγαλώσουν τὰ παιδιὰ μέσα σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο τῆς κακίας καὶ τῆς διαφθορᾶς; Δικαιολογημένοι οἱ φόβοι καὶ οἱ ἀνησυχίες γιὰ κάθε ἐχέφρονα ἄνθρωπο. Εἰδικὰ ὅμως ὁ πιστὸς χριστιανὸς λαμβάνει θάρρος καὶ ἐνίσχυση, καθὼς ἀκούει τὸν εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη νὰ ἀπευθύνεται στοὺς πιστοὺς μὲ τὰ θεόπνευστα λόγια: «μείζων ἐστὶν ὁ ἐν ὑμῖν ἢ ὁ ἐν τῷ κόσμῳ» (Α΄ Ἰω. δ΄ 4). Μὴ φοβᾶστε τὸ κακό! Μπορεῖτε νὰ τὸ νικήσετε, διότι ὁ Θεὸς ποὺ εἶναι μαζί σας, μέσα σας καὶ σᾶς φωτίζει καὶ σᾶς ἐνισχύει, εἶναι πιὸ μεγάλος καὶ πιὸ δυνατὸς ἀπὸ τὸν σατανᾶ ποὺ ἐξουσιάζει τὸν ἁμαρτωλὸ κόσμο.

3. Στὸν σχατο κίνδυνο

Ὑπάρχει ὅμως καὶ τὸ ἐνδεχόμενο νὰ βρεθεῖ ξαφνικὰ ὁ ἄνθρωπος σὲ κίνδυνο γιὰ τὴ ζωή του. Ἀκοῦμε συχνὰ γιὰ σεισμούς, πλημμύρες, ἐμπρησμούς, ἐκρήξεις, ληστεῖες, τρομοκρατικὲς ἐνέργειες καὶ ἄλλα ἔκτακτα γεγονότα ποὺ ἀπειλοῦν τὴ ζωὴ πολλῶν ἀνθρώπων. Πῶς νὰ ἀντιμετωπίσει ὁ ἄνθρωπος τέτοιες ἐφιαλτικὲς καταστάσεις; Ἂς μὴν ἐπιτρέψει ὁ Θεὸς νὰ περάσουμε παρόμοιες δοκιμασίες. Ὡστόσο, γιὰ νὰ εἴμαστε σὲ θέση νὰ ἀντιμετωπίσουμε, ἂν χρειαστεῖ, τέτοιους κινδύνους, χρειάζεται ἀπὸ τώρα νὰ ὁπλιστοῦμε μὲ τὴν ἀκλόνητη πίστη ὅτι, ἂν κάθε στιγμὴ ὁ Κύριος εἶναι δίπλα μας καὶ ἀκούει τὶς προσευχές μας, πολὺ περισσότερο στὴ δύσκολη αὐτὴ ὥρα μᾶς κρατᾶ ἀπὸ τὸ χέρι καὶ μᾶς στηρίζει. Στέλνει ἀκόμη καὶ τοὺς Ἀγγέλους Του, γιὰ νὰ μᾶς προστατεύουν σὲ κάθε βῆμα τῆς ζωῆς μας. Αὐτὴν τὴν μεγάλη ἀλήθεια, ὅτι στὴ δύσκολη ὥρα ὁ Θεὸς εἶναι μαζί μας, τὴν διακηρύττει ὁ προφήτης καὶ βασιλιὰς Δαβὶδ στὸν 22ο ψαλμό: «ἐὰν γὰρ καὶ πορευθῶ ἐν μέσῳ σκιᾶς θανάτου, οὐ φοβηθήσομαι κακά, ὅτι σὺ μετ’ ἐμοῦ εἶ». Ἂς προσευχόμαστε λοιπὸν κι ἐμεῖς μὲ τὰ ἴδια λόγια: Κύριε, κοντά σου εἶμαι ἀσφαλής. Κι ἂν ποτὲ βρεθῶ ἀντιμέτωπος μὲ ὁποιονδήποτε κίνδυνο, ἀκόμη καὶ μὲ αὐτὸν τὸν θάνατο, δὲν θὰ φοβηθῶ μήπως πάθω κάτι κακό, διότι Ἐσὺ εἶσαι μαζί μου παντοῦ καὶ πάντοτε!

***

«Μὴ φοβοῦ· μόνον πίστευε»!

Δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος ποὺ νὰ μὴν δοκίμασε φόβους στὴ ζωή του. Καὶ ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς φόβους ποὺ ἀναφέραμε ὑπάρχουν καὶ πολλοὶ ἄλλοι: Μοναξιά, ἐγκατάλειψη, ἀσθένεια, θάνατος... Μόνο ὁ Θεὸς γνωρίζει τὰ ἀποτυπώματα ποὺ ἀφήνει κάθε φόβος στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων.

Ἂς προσέξουμε ὅμως σήμερα κάπως περισσότερο τὸν λόγο τοῦ Κυρίου ποὺ ἀπευθύνεται στὸν καθένα ἀπὸ ἐμᾶς: «μὴ φοβοῦ• μόνον πίστευε»! Μὴ φοβᾶσαι· προχώρα μὲ πίστη! Ἂν τὸν λόγο αὐτὸν τὸν ἀκούγαμε ἀπὸ ὁποιονδήποτε ἄνθρωπο, δὲν θὰ κερδίζαμε τίποτε περισσότερο ἀπὸ μιὰ ἁπλῆ ψυχολογικὴ ἐνίσχυση. Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ὅμως ποὺ μᾶς τὸν ἀπευθύνει ὁ Παντοδύναμος Θεός, ὁ Νικητὴς τοῦ θανάτου, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, τότε ὁ λόγος αὐτὸς μᾶς μεταδίδει χάρη καὶ δύναμη. Ἐνίσχυση οὐσιαστική, θάρρος καὶ ἐλπίδα, γιὰ νὰ ξεπερνοῦμε κάθε φόβο καὶ δυσκολία τῆς ζωῆς!

π. Γ. Κ.






ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ
18η Δεκεμβρίου 2011
Κυριακὴ πρὸ τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως
(Ματθ. α´ 1-25)



«Καλέσουσι τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ,
ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον μεθ’ ἡμῶν ὁ Θεός».

Εἶχε πολλὲς φορὲς προαναγγείλει ὁ Θεὸς διὰ τῶν προφητῶν αὐτὴν τὴν μεγάλη ἀλήθεια, ὅτι δηλαδὴ αὐτὸς ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς κατὰ ἕνα πολὺ αἰσθητὸ τρόπο θὰ ἔμενε καὶ θὰ συναναστρεφόταν μὲ τοὺς ἀνθρώπους: «Θὰ στήσω τὴν σκηνὴ ἀνάμεσά τους», ὑποσχέθηκε διὰ τοῦ Μωϋσέως, «θὰ κατοικῶ καὶ θὰ περιπατῶ ἀνάμεσά τους, θὰ εἶμαι Θεός τους καὶ αὐτοὶ θὰ εἶναι ὁ λαός μου».

Διὰ τοῦ προφήτου Ἰεζεκιὴλ προανήγγειλε «ἔσται ἡ κατασκήνωσίς μου ἐν αὐτοῖς». Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ καθαρότερα προανήγγειλε τὸ μεγάλο αὐτὸ γεγονός, ὅτι δηλαδὴ ὁ ἄπειρος Θεὸς θὰ ἐλάμβανε σάρκα καὶ ὡς Θεάνθρωπος θὰ εἶναι μαζὶ μὲ τοὺς ἀνθρώπους, ἦταν ὁ προφήτης Ἠσαΐας. Αὐτὸς εἶπε «ἰδοὺ ἡ παρθένος ἐν γαστρὶ ἕξει καὶ τέξεται υἱόν, καὶ καλέσουσι τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ». Καὶ προσθέτει ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος, «ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον μεθ’ ἡμῶν ὁ Θεός».

Οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς ἐκείνης δὲν μποροῦσαν νὰ καταλάβουν τὸ βαθύτερο νόημα τῶν προφητειῶν αὐτῶν. Δὲν ἦταν σὲ θέση νὰ ἐννοήσουν ὅτι ὁ Θεός, τὸν ὁποῖο πίστευαν ὅτι κατοικεῖ στὸν οὐρανό, θὰ ζοῦσε μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, θὰ ἔμενε καὶ θὰ συναναστρεφόταν μὲ αὐτούς. Φυσικά, καὶ ὁ δικός μας νοῦς, καίτοι πληροφορημένος ἀπὸ τὰ Εὐαγγέλια καὶ φωτισμένος ἀπὸ τὴν Θεία χάριν, δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ κατανοήσει σὲ πλάτος καὶ βάθος τὸ μέγα αὐτὸ μυστήριο.

Ἐμεῖς πιστεύουμε, καὶ πολὺ ὀρθῶς βέβαια, ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι πανταχοῦ παρών, ὅτι γεμίζει τὰ πάντα μὲ τὴν παρουσία Του, ὅτι δὲν ὑπάρχει σημεῖο οὔτε στὸν ὑλικὸ οὔτε στὸν πνευματικὸ κόσμο στὸ ὁποῖο νὰ μὴν εἶναι παρὼν ὁ ἄπειρος Θεός. Καὶ εἶναι παρὼν ὄχι τμηματικῶς ἀλλὰ ὁ ὅλος Θεὸς σὲ ὅλη τὴν δημιουργία καὶ σὲ κάθε σημεῖο τῆς δημιουργίας. Ἐν τούτοις, σὲ αὐτὴ τὴν ἁπανταχοῦ παρουσία τοῦ Θεοῦ προστίθεται καὶ μία ἄλλη παρουσία Του, αὐτὴ ποὺ ἐκφράζεται μὲ τὴν λέξη Ἐμμανουὴλ καὶ ἡ ὁποία ἑρμηνεύεται «ὁ Θεὸς μαζί μας». Αυτό, ὅμως, τί σημαίνει;

Σημαίνει ὅτι αὐτὴ ἡ ἐν μέσῳ τῶν ἀνθρώπων παρουσία καὶ παραμονὴ τοῦ Θεοῦ θὰ εἶναι παρουσία σωτηρίας, πηγὴ δωρεῶν, προσφορὰ τῆς λυτρώσεως, βασιλεία ἐπίγειος μὲ συνέχεια τὴν αἰώνια Βασιλεία τοῦ οὐρανοῦ. Θὰ ἐρχόταν, δηλαδή, ὁ Θεὸς κατὰ ἕνα τρόπο πολὺ αἰσθητὸ νὰ φωτίσει τὴν διάνοια τῶν ἀνθρώπων μὲ τὴν πλέον ὑψηλὴ διδασκαλία Του, νὰ λυτρώσει αὐτοὺς ἀπὸ τὴν δουλεία τῶν παθῶν, νὰ καθαρίσει τὴν καρδιὰ καὶ τὴν συνείδησή τους ἀπὸ τὸν ρύπο τῆς ἁμαρτίας, νὰ τοὺς ἀπαλλάξει ἀπὸ τὸ τυραννικὸ αἴσθημα τῆς ἐνοχῆς καὶ νὰ τοὺς ἐπαναφέρει ὡς τέκνα ἀγαπητὰ κοντὰ στὸν Θεὸ Πατέρα. Νὰ ἀνοίξει γι’ αὐτοὺς τὸν ἕως τότε κλειστὸ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία Παράδεισο, προσφέροντας ὅλες αὐτές τίς δωρεές προσωπικά στὸν κάθε ἄνθρωπο.

Ὅλα αὐτὰ θὰ πραγματοποιοῦνταν καὶ οἱ ἄνθρωποι θὰ γίνονταν οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ καὶ συμπολῖτες τῶν ἀγγέλων μὲ τὴν λυτρωτικὴ θυσία τοῦ Ἐμμανουήλ, τοῦ Χριστοῦ. Ἔπρεπε, ὅμως, νὰ προηγηθεῖ ἡ ἐνανθρώπηση καὶ ἡ λυτρωτικὴ θυσία, γιὰ νὰ ἐπακολουθήσει ἡ εἰδική, ἡ πλουσιόδωρος καὶ ἄπειρος εὐεργετικὴ παρουσία τοῦ Θεοῦ ἀνάμεσά μας.

Ἄλλοτε εἶχε διακηρύξει ὁ Θεὸς τὴν δίκαιη ἀπόφασή Του νὰ μὴν μείνει μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων ἐξ αἰτίας τῆς ἁμαρτωλότητάς τους: «Οὐ μὴ καταμείνῃ», εἶπε, «τὸ πνεῦμα μου ἐν τοῖς ἀνθρώποις τούτοις εἰς τὸν αἰῶνα διὰ τὸ εἶναι αὐτοὺς σάρκας». Ἔπειτα ὅμως ἀπὸ τὴν λυτρωτικὴ Του θυσία, ἀμέσως μετὰ τὴν Ἀνάσταση, ἔδωσε ὁ Χριστὸς τὴν ἐπίσημη πρὸς τοὺς μαθητὲς καὶ πρὸς τὸ ἀνθρώπινο γένος ὑπόσχεση τῆς ἐν μέσῳ αὐτῶν παραμονῆς Του: «Ἰδοὺ ἐγὼ μεθ’ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος».

Ὡς Ἐμμανουήλ -«Ὁ Θεὸς μεθ’ ἡμῶν»- τὸν προανήγγειλε ὁ Ἠσαΐας. Ὡς Ἐμμανουήλ -«μεθ’ ἡμῶν εἰμι»- ἀποχαιρετᾶ ὁ Κύριος τοὺς μαθητὲς λίγο πρὶν ἀναληφθεῖ στὸν οὐρανό. Καὶ αὐτὸ ἔγινε γιὰ νὰ δηλώσει ὅτι ἡ ἐν μέσῳ τῶν πιστῶν λυτρωτικὴ παρουσία Του δὲν θὰ διακοπτόταν μὲ τὴν Ἀνάληψή Του, ἀλλὰ θὰ συνεχιζόταν ἀδιαλείπτως «πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» .

Ἀγαπητοί μου χριστιανοί,

Ὁ λυτρωτής μας ὀνομάσθηκε Ἐμμανουήλ, ὅταν προφητεύτηκε, φάνηκε ὡς Ἐμμανουήλ, ὅταν γεννήθηκε στὸ σπήλαιο καὶ ὅταν ὡς Θεάνθρωπος «τοῖς ἀνθρώποις συνανεστράφη». Εἶναι καὶ σήμερα Ἐμμανουήλ, γιατὶ βρίσκεται πάντοτε μεταξύ μας , προσφέροντας σὲ ὅλους τὴν ἄπειρη ἀγάπη Του καὶ τὴ σωτηρία. Καὶ θὰ εἶναι Ἐμμανουὴλ στοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων, δόξα στὴν ὁποία θὰ συμμετέχουμε.

Καὶ ὁ μὲν Θεάνθρωπος θέλει νὰ εἶναι γιὰ μᾶς Ἐμμανουήλ· γι’ αυτὸν τὸν λόγο ἔλαβε σάρκα ἀνθρώπινη καὶ προσέφερε τὴν λυτρωτική Του θυσία, γιὰ νὰ εἶναι πάντοτε μαζί μας. Ἀλλὰ ἂς θέσουμε στὸν ἑαυτό μας ἕνα ἐρώτημα: Θέλουμε καὶ ἐμεῖς πάντοτε νὰ εἴμαστε μαζὶ μὲ τὸν Θεό;

Καλὰ καὶ εὐλογημένα Χριστούγεννα.

π.Ἀ.Σ.





ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ

11η Δεκεμβρίου 2011
Κυριακὴ ΙΑ΄Λουκᾶ
Προπατόρων
(Λουκ. ιδ´ 16-24)



Τὸ Μέγα Δεῖπνο

«…λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων
τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου».

Τὴν πρόσκληση ποὺ ἀπευθύνει ὁ Θεὸς σὲ κάθε ἄνθρωπο νὰ εἰσέλθει στὴν Βασιλεία Του, μᾶς παρουσιάζει παραβολικὰ ἡ σημερινὴ Εὐαγγελικὴ περικοπὴ καὶ μᾶς καλεῖ ὅλους, νὰ παρακαθίσουμε στὸ μεγάλο δεῖπνο μὲ Ἐκεῖνον ποὺ εἶναι «ὁ μελιζόμενος καὶ μὴ διαιρούμενος, ὁ πάντοτε ἐσθιόμενος καὶ μηδέποτε δαπανώμενος, ἀλλὰ τοὺς μετέχοντας ἁγιάζων».

Ἕνας οἰκοδεσπότης διοργάνωσε «δεῖπνον μέγα» καὶ ἔστειλε τὸν δοῦλο του νὰ ὑπενθυμίσει στοὺς καλεσμένους του τὴν πρόσκλησή του, ἀναμένοντας μὲ πολλὴ χαρὰ τὴν ἔλευσή τους γιὰ νὰ τοὺς δεξιωθεῖ. Ὁ καθένας ὅμως ἀπὸ αὐτοὺς προφασιζόμενος διάφορες δικαιολογίες, περιφρόνησε τὴν πρόσκλησή του καὶ ἀρνήθηκε νὰ προσέλθει στὸ ἑτοιμασμένο δεῖπνο. Τότε ὁ οἰκοδεσπότης ὀργισμένος διέταξε τὸν δοῦλο του νὰ φέρει νὰ παρακαθίσουν μαζί του οἱ ἀσθενεῖς, οἱ πτωχοὶ, οἱ ἄστεγοι καὶ ὅσοι ἄλλοι πεινασμένοι καὶ περιφρονημένοι βρίσκονταν «εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φραγμοὺς, ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκος» του.

Ἡ παραπάνω Εὐαγγελική διήγηση ἀποτελεῖ προτύπωση τοῦ μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας, καὶ ἡ προσέλευση τοῦ καθενός μας στὸ Εὐχαριστιακὸ δεῖπνο καθρεπτίζει τὴν θέση ποὺ κατέχουμε σὲ αὐτό· ἂν δηλαδὴ εἴμαστε γιὰ τὸν Θεὸ κλητοὶ ἤ ἐκλεκτοί. Ἀξίζει ὅμως νὰ ἐντοπίσουμε τοὺς πολλοὺς καὶ σημαντικοὺς συμβολισμοὺς ποὺ ἐμπεριέχονται στὴ διήγηση καὶ νὰ ἐξαγάγουμε τὸ βαθύτερο νόημά της.

Ὁ οἰκοδεσπότης εἶναι ὁ Θεός. Εἶναι Ἐκεῖνος ποὺ δημιούργησε τὰ σύμπαντα καὶ ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο «ἐκ τοῦ μὴ ὄντος εἰς τὸ εἶναι». Ἐνέταξε δὲ αὐτὸν στὸν Παράδεισο τῆς τρυφῆς καὶ δὲν ἀποστράφηκε τὸ πλάσμα του, ὅταν ἐκεῖνο ἀπίστησε στὸ θέλημά Του, ἀλλὰ ἀπέστειλε «τὸν Μονογενῆ του Υἰόν, τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν» -τὸν δοῦλο δηλαδὴ τῆς παραβολῆς-, γιὰ νὰ σώσει τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ τὸν ἐπαναφέρει «εἰς τὸ ἀρχαῖον κάλλος». Κλητοὶ καὶ ἐκλεκτοὶ εἴμαστε ὅλοι ἐμεῖς, ποὺ ἀνήκουμε στὴν Ἐκκλησία Του καί, ἀνάλογα μὲ τὴ συμμετοχή μας στὴ ζωή της ἀπολαμβάνουμε ἤ ὄχι τὴν μεγάλη τιμὴ νὰ παρακαθίσουμε ὡς ὁμοτράπεζοι τοῦ Κυρίου στὸ μεγάλο δεῖπνο τῆς Εὐχαριστιακῆς συνάξεως.

Θὰ ἦταν ὅμως ἐξίσου σημαντικὸ νὰ ἐντοπίσουμε καὶ τὶς αἰτίες ποὺ ἐμποδίζουν τὴν ἔλευσή μας στὸ δεῖπνο τῆς Βασιλείας Του καὶ τὶς παγίδες ποὺ στήνει ὁ διάβολος, γιὰ νὰ μᾶς στερήσει τὴν κοινωνία τῆς ἀγάπης μὲ τὸν Θεὸ.

Μὲ τὶς δικαιολογίες: «Ἀγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν» καὶ «Ζεῦγος βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά» ἀπέφυγαν οἱ δύο καλεσμένοι τῆς παραβολῆς τὴν τιμητικὴ πρόσκληση τοῦ οἰκοδεσπότη. Ἡ ἐργασία μας κατὰ κάποιον τρόπο εἶναι ἡ βάση τῆς ὕπαρξής μας. Ἴσως τὴν ἀγαπᾶμε ἢ τὴν μισοῦμε. Μᾶς εὐχαριστεῖ ἢ μᾶς κουράζει. Μπορεῖ νὰ τὴν βλέπουμε ὡς ἕνα ἱερὸ καθῆκον ἢ μία σκληρὴ ἀπασχόληση. Μᾶς κυριεύει ὅμως ἡ ἀγωνία καὶ ἡ ἀπόγνωση, ὅταν κινδυνεύουμε νὰ τὴν χάσουμε, ὅταν ἀγγίζουμε τὰ ὅρια τῶν δυνατοτήτων μας, τὴν ἔλλειψη ἱκανοτήτων, τὴν ἀγωνία ἢ τὴν νωθρότητα γιὰ τὸν κίνδυνο τῆς ἀποτυχίας. Ἡ ἀπορρόφηση ἀπὸ τὴν ἐργασία ἤ ἡ ἀπόγνωση τῆς ἀνεργίας ποὺ ταλαιπωρεῖ πολλοὺς ἀνθρώπους σήμερα, συνδυασμένη μὲ τὴν φροντίδα γιὰ τὴν ἐξασφάλιση τοῦ «ἐπιούσιου ἄρτου», γίνεται κάποτε τόσο ἔντονη, ποὺ δὲν ἀφήνει χῶρο στὴν καρδιά μας καὶ χρόνο στὴ ζωή μας γιὰ ἄλλα ἐνδιαφέροντα.

Ἡ ἱκανοποίηση τῶν ὑλικῶν ἀναγκῶν ἐνῶ φαίνεται ἀναγκαία γιὰ τὴν ἐπιβίωσή μας, εἶναι ἰδιαζόντως ἐπικίνδυνη γιὰ τὴν πνευματική μας ὑπόσταση, ὅταν ἀφοσιωθοῦμε ὁλοκληρωτικὰ στὴν ἀπόλαυσή τους, ἀφοῦ μᾶς στερεῖ τὴν ἀνάγκη τῆς κοινωνίας μας μὲ τὸν Τριαδικὸ Θεὸ. Τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ προσφέρονται πλουσιοπάροχα ἀπὸ τὸν Θεό, ὄχι γιὰ νὰ τὰ θεοποιήσει ὁ ἄνθρωπος, ἀλλὰ γιὰ νὰ λατρεύσει καὶ νὰ εὐχαριστήσει μέσῳ αὐτῶν τὸν Πλάστη καὶ Δημιουργό τους. Ἡ βιοτὴ τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας περίτρανα φανερώνει ὅτι, ἂν δὲν ἀποδεσμευθοῦμε ἀπὸ τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ καὶ δὲν προσκολληθοῦμε στὰ πνευματικά, δὲν μποροῦμε νὰ κληθοῦμε κληρονόμοι τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν.

Ἕνα ἄλλο ἐμπόδιο στὸ κάλεσμα του Θεοῦ μπορεῖ νά γίνει ἡ ἐξάρτηση ἀπὸ τὶς σχέσεις μας μὲ τοὺς ἀνθρώπους. «Γυναίκα ἔγημα καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν» δικαιολογήθηκε ὁ τρίτος καλεσμένος. Τὸν ἄνθρωπο αὐτὸν τὸν ἀπασχολοῦσε μιὰ βασικὴ ἀνθρώπινη σχέση, ἡ συζυγία. Ἐδῶ δὲν πρόκειται μόνο γιὰ τὰ αὐτονόητα οἰκογενειακὰ βάρη, ἀλλὰ γιὰ τὶς προσωπικὲς σχέσεις τῶν ἀνθρώπων, ποὺ σήμερα τούς ἀπασχολοῦν ἰδιαίτερα. Σχέσεις πού, κάποτε, δὲν ἔχουν εἰλικρίνεια καὶ ἠθική. Σχέσεις ποὺ δὲν στηρίζονται στὴν ἀγάπη ἀλλὰ στὴν ἐκμετάλλευση, καὶ ὁδηγοῦν σὲ ἀδιέξοδα πάθη, νεκρώνοντας κάθε ἐνδιαφέρον γιὰ τὸν Θεό.

Βέβαια δὲν μποροῦμε νὰ φαντασθοῦμε τὴ ζωή μας χωρὶς ἀνθρώπινες σχέσεις, χωρὶς τὴν ἀγάπη, τὴ φιλία, τὴν οἰκογένεια, τὴν κοινωνία καὶ τὴν ἐπικοινωνία μὲ τοὺς ἄλλους. Γι’ αὐτὸ καὶ ἀνησυχοῦμε μέχρις ἀπογνώσεως, ὅταν σκεφθοῦμε τὴν ἀπόρριψη, τὴ σκληρότητα καὶ τὸ μῖσος ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Ὅλες αὐτὲς καὶ ἄλλες φροντίδες καὶ ἀπασχολήσεις, μᾶς κάνουν πολλὲς φορὲς ἀδιάφορους στὴν κλήση τοῦ Θεοῦ.

Ἀδελφοί μου,

σὲ λίγες ἡμέρες σύμπασα ἡ Ὀρθοδοξία θὰ ἑορτάσει τὴ μεγάλη ἑορτή τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Στὴν Εὐχαριστιακὴ αὐτὴ σύναξη τῶν Χριστουγέννων, πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς θὰ θελήσουμε διὰ τοῦ μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Κύριό μας καὶ θὰ κληθοῦμε νὰ συμμετάσχουμε σ̉’ αὐτὸ μὲ τὴν προτροπή: «μετὰ φόβου Θεοῦ πίστεως καὶ ἀγάπης προσέλθετε».

Ἡ πρόσκληση στὸ ἑόρτιο αὐτὸ δεῖπνο ἀπευθύνεται στὰ τίμια μέλη τῆς Ἐκκλησίας μας. Δὲν ἀπευθύνεται σὲ αὐτοὺς ποὺ ἀπὸ ἔθιμο ἢ ἀπὸ συνήθεια ἢ ἀκόμη καὶ γιὰ τὸ καλό, ὅπως λέγουν, θὰ θελήσουν ἐντελῶς ἀπροετοίμαστοι νὰ συμμετάσχουν, ἀλλὰ ἀπευθύνεται σὲ αὐτοὺς ποὺ μὲ βαθειὰ συναίσθηση τῆς ὑψίστης δωρεᾶς ποὺ θὰ λάβουν, θὰ θελήσουν μὲ τὴν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ τους νὰ γίνουν «σύσσωμοι καὶ σύναιμοι» μὲ τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό.

Κατὰ τὸν πασχάλιο κατηχητικὸ λόγο τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου «Ἡ τράπεζα γέμει, τρυφήσατε πάντες.  Ὁ μόσχος πολύς, μηδεὶς ἐξέλθῃ πεινῶν». Κανεὶς νὰ μὴ στερηθεῖ τῆς κοινωνίας του μὲ τὸν Θεό. Κανεὶς νὰ μὴν ἀδιαφορήσει στὸ κάλεσμά Του καὶ κυρίως, κανεὶς νὰ μὴν ἀπεκδυθεῖ τῆς Χάριτός Του καὶ ὁμοιάσει μὲ τοὺς καλεσμένους τῆς Εὐαγγελικῆς παραβολῆς, ποὺ καταξιώθηκαν ὡς ὁδῖτες τοῦ κόσμου τούτου, ἀλλὰ δὲν ἀξιώθηκαν νὰ εἰσέλθουν ὡς πολῖτες στὸ δεῖπνο τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. Ἀμήν.

π.Ἱ.Σ.






ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ

4η Δεκεμβρίου 2011
Κυριακὴ Ι΄Λουκᾶ
(Λουκ. ιγ΄, 10 – 17)


Ἡ ὑποκρισία

Γιὰ ἄλλη μία φορὰ ὁ Κύριός μας ἔδειξε τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο. Στὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα αὐτῆς τῆς Κυριακῆς ὁ Χριστὸς βρέθηκε σὲ μία συναγωγή, στὸν χῶρο τῆς λατρείας τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖ συνάντησε μία γυναίκα ἀξιοθαύμαστη, ἡ ὁποία ἦταν «συγκύπτουσα», δηλ. τὸ σῶμα της πρὶν 18 ὁλόκληρα χρόνια εἶχε χάσει τήν ὄρθια στάση καὶ τὸ πρόσωπό της ἦταν ἕτοιμο να ἀγγίξει τὸ ἔδαφος τῆς γῆς. Καὶ ὅμως αὐτὴ ἡ γυναῖκα, ἄν καὶ ἦταν ἄρρωστη σὲ βαρειὰ μορφή, δὲν θεωροῦσε σωστὸ νὰ ἀπουσιάζει ἀπὸ τὴ λατρεία τοῦ Θεοῦ. Ὁ Κύριός μας τὴν ἀντάμειψε χαρίζοντάς της τὴν ἀνόρθωση τοῦ σώματός της.

Ἐκείνη τὴν στιγμὴ ὅμως παρενέβη ὁ ὑπεύθυνος γιὰ τὴν λειτουργία τῆς συναγωγῆς. Καθὼς τὸ θαῦμα παραγματοποιήθηκε ἐνώπιον ὅλων καὶ ἦταν ἀναντίρρητο, ἐκεῖνος δὲν θέλησε νὰ δοξολογήσει τὸν Θεὸ γιὰ τὴν ἀπαλλαγὴ ἑνὸς συγκεκριμένου ἀνθρώπου ἀπὸ μία τόσο φοβερὴ ἀρρώστια. Μέσα στὸν ἀρχισυνάγωγο κρύβονταν τὰ πάθη τοῦ μίσους καὶ τοῦ φθόνου ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ. Δὲν γίνεται νὰ ἀμφισβητήσει τὸ θαῦμα, γιατὶ ὅλοι τὸ εἶδαν. Θέλει νὰ ἀποδείξει ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι παραβάτης τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ, ὅτι δὲν σέβεται τὴν ἀργία τοῦ Σαββάτου. Χρησιμοποιεῖ τὸν Νόμο τοῦ Θεοῦ ὡς ἕνα εὔλογο ἐπιχείρημα, ὥστε νὰ κατηγορήσει τὸν Χριστὸ ὅτι δῆθεν μὲ τὰ θαύματά Του καταργεῖ τὴν ἡμέρα τῆς λατρείας τοῦ Θεοῦ.

Ὁ Κύριος ὅμως θὰ ἀποκαλύψει τὶς πραγματικὲς διαθέσεις αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου. Γι’ αὐτὸ θὰ τὸν ἀποκαλέσει ὑποκριτὴ καὶ θὰ διακηρύξει ὅτι ὁ Νόμος τοῦ Θεοῦ δόθηκε γιὰ τὸ καλὸ τοῦ ἀνθρώπου. Γι’ αὐτὸ δὲν θὰ ἔπρεπε, μὲ τὸ πρόσχημα τῆς τηρήσεως τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ, νὰ συμπεριφέρεται μὲ τόση σκληρότητα ἀπέναντι σὲ ἕνα συνάνθρωπό του. Ἀντιθέτως, ἔπρεπε νὰ χαίρεται καὶ νὰ εὐχαριστεῖ τὸν Θεὸ γιὰ τὴν ἀπαλλαγὴ τῆς γυναίκας ἀπὸ μία τόσο μεγάλη ταλαιπωρία. Τὸν χαρακτηρίζει ὑποκριτή, ἐπειδὴ αὐτοπροβάλλεται ὡς ὑπέρμαχος τοῦ Νόμου, προσποιεῖται ὅτι δῆθεν ἐνδιαφέρεται γιὰ τὴν ἐφαρμογὴ τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ καὶ ὅτι δῆθεν τὸν ἐνοχλοῦν οἱ παραβάσεις τους. Στὴν πραγματικότητα ὅμως τίποτα ἀπ’ ὅλα αὐτὰ δὲν τὸν ἀπασχολεῖ, ἀλλὰ μόνο αἰσθάνεται ὅτι μὲ τὴν θαυματουργικὴ δράση τοῦ Χριστοῦ κινδυνεύει τὸ κοινωνικὸ κῦρος καὶ ἀπειλοῦνται τὰ συμφέροντα τῆς θρησκευτικῆς ὁμάδας του.

Ὁ Χριστὸς μέσα στὶς εὐαγγελικὲς διηγήσεις, καίτοι ἐμφανίζεται ὡς φίλος τῶν ἁμαρτωλῶν, ἐν τούτοις μὲ τοὺς ὑποκριτὲς καὶ τοὺς Φαρισαίους βρισκόταν σὲ μόνιμη σύγκρουση. Πρὸς αὐτοὺς στρέφονταν ἐκεῖνα τὰ «οὐαὶ ὑμῖν …», ὅπως ἀναγράφονται στὸ κβ΄κεφάλαιο τοῦ κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγελίου. Δὲν συμφωνοῦσε ὁ Χριστὸς μὲ τὰ ἔργα τῶν ἁμαρτωλῶν, ἀλλὰ τοὺς συναναστρεφόταν καὶ μὲ κάθε τρόπο τοὺς βοηθοῦσε νὰ συναισθανθοῦν τὴν ἁμαρτωλότητά τους, ὥστε νὰ μετανοήσουν καὶ νὰ διορθωθοῦν. Δυστυχῶς στοὺς Φαρισαίους ἐλάχιστες πιθανότητες ὑπῆρχαν γιὰ μετάνοια, ἐπειδὴ δὲν συνασθάνονταν ὅτι τοὺς χωρίζει μεγάλη ἀπόσταση ἀπ’ τὸν Θεό.

Ἡ ὑποκρισία ἐξακολουθεῖ νὰ ταλαιπωρεῖ ὅλες τὶς πλευρὲς τῆς κοινωνικῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων μέχρι σήμερα. Πολλοὶ ἄνθρωποι ἐκφράζουν τὴν πίστη τους στὶς ἠθικὲς ἀξίες, οἱ ἡγέτες τῶν ὑπερδυνάμεων διακηρύσσουν τὴν προσήλωσή τους στὶς ἀρχὲς τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς ἐλευθερίας τῶν λαῶν. Στὴν πράξη ὅμως, ὅλοι αὐτοὶ ποὺ δῆθεν κόπτονται γιὰ τὴν ἠθικὴ καὶ τὸ δίκαιο, ἐνεργοῦν μὲ μοναδικὸ γνώμονα τὴν ἐξυπηρέτηση τῶν συμφερόντων τους. Δὲν ἔλειψαν τὰ μεγάλα λόγια γιὰ τὰ δικαιώματα τοῦ ἀνθρώπου στοὺς τελευταίους αἰῶνες. Δὲν ἔπαυσαν ὅμως χιλιάδες ἀνθρώπων σὲ ὅλα τὰ μήκη καὶ τὰ πλάτη τῆς γῆς νὰ ὑποφέρουν.

Ὁ ἀρχισυνάγωγος στὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα χρησιμοποίησε τὸν Νόμο γιὰ νὰ κατηγορήσει τὸν Χριστὸ ὡς παραβάτη. Ὁ Χριστὸς ὅμως δὲν ἔχει ἀντίρρηση στὴν τήρηση τοῦ Νόμου. Ὁ Νόμος ἐκεῖνος ἄλλωστε ἦταν ἕνα δῶρο τοῦ Θεοῦ στοὺς ἀνθρώπους, ἕνα κατάλληλο παιδαγωγικὸ μέσο γιὰ τὴν ἀνόρθωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπ’ τὴν ἁμαρτία. Ὁ Χριστὸς δὲν συμφωνεῖ μὲ τὴν διαστρέβλωση τοῦ Νόμου ἀπ’ τοὺς ἀνθρώπους τῆς ἰουδαϊκῆς θρησκείας, στὴν τυπολατρεία καὶ στὸ πλῆθος τῶν ἑρμηνευτικῶν διατάξεων, μὲ τὶς ὁποῖες ρυθμίζονταν λεπτομέρειες τῆς καθημερινῆς ζωῆς. Ὅλοι αὐτοὶ οἱ τύποι ἦταν ἕνα βαρὺ καὶ δυσβάστακτο φορτίο στοὺς ὤμους τῶν ἀνθρώπων. Ἡ ἀκριβὴς τήρηση αὐτῶν τῶν τύπων, αὐτῶν τῶν θρησκευτικῶν συνηθειῶν, δημιουργοῦσε στοὺς ἀνθρώπους τὴν ψευδαίσθηση ὅτι μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ἐπιτυγχάνουν σωστὴ σχέση μὲ τὸν Θεό. Στὴν πραγματικότητα συνέβαινε τὸ ἀκριβῶς ἀντίθετο, μέσα στοὺς τύπους νὰ καταργεῖται ἡ οὐσία τοῦ Νόμου καὶ ὁ ἄνθρωπος νὰ ἀπομακρύνεται ἀπ’ τὸν Θεὸ, νὰ καυχᾶται ὅτι τηρεῖ τὸν Νόμο καὶ νὰ μὴν ταπεινώνεται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.

Ὁ Χριστὸς ἔδωσε τὴν ὀρθὴ ἑρμηνεία τοῦ Νόμου. Ἡ οὐσία τοῦ Νόμου εἶναι ἡ ἀγάπη. Αὐτὴ κρύβεται μέσα στὶς ἐντολὲς τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἀλλὰ καὶ στὸν Νόμο τῆς Χάριτος τῆς Καινῆς Διαθήκης. Τὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ ἦταν ἔκφραση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο. Καὶ ἡ ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν ἀργία τοῦ Σαββάτου ὄχι μόνο δὲν ἀπέκλειε τὴν εὐεργεσία πρὸς τὸν πλησίον, ἀλλὰ ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ κατὰ τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου ἔπρεπε νὰ συμπληρώνεται ἀπ’ τὴν ἔμπρακτη ἀγάπη πρὸς τὸν συνάνθρωπο.

Ὁ ἀρχισυνάγωγος εἶχε ἰδιαίτερη ἐπιμονὴ στὴν τήρηση τοῦ Νόμου. Δὲν εἶχε ὅμως ἀνάλογη εὐαισθησία στὸ ἀνθρώπινο πρόβλημα τῆς ἀρρώστιας. Δὲν εὐχαριστήθηκε, ὅταν εἶδε ὅτι μὲ τὸ θαῦμα τοῦ Χριστοῦ ἡ συγκύπτουσα θεραπεύθηκε. Ὡστόσο οἱ νόμοι καὶ οἱ θεσμοὶ ὑπάρχουν γιὰ χάρη τοῦ ἀνθρώπου. Οἱ νόμοι ψηφίζονται καὶ οἱ θεσμοὶ καθιερώνονται, ὥστε νὰ προάγεται ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου. Δὲν ἔχουν νόημα οἱ θεσμοὶ καὶ οἱ νόμοι ὅταν βλάπτεται ὁ ἄνθρωπος. Ὁ Χριστὸς διεκήρυξε ὅτι «τὸ Σάββατον διὰ τὸν ἄνθρωπον ἐγένετο, οὐχ ὁ ἄνθρωπος διὰ τὸ Σάββατον». Εἶναι ἐντελῶς ἐξωφρενικὸ ἐν ὀνόματι τοῦ νόμου νὰ καταστρέφεται ὁ ἄνθρωπος.

Ἡ ὑποκρισία εἶναι μία μεγάλη πληγὴ. Ὁ Θεὸς ἀποστρέφεται ἰδιατέρως αὐτὸ τὸ πάθος. Καὶ οἱ ἄνθρωποι ὅμως μισοῦν τοὺς ὑποκριτὲς, ὅταν καταλάβουν ὅτι κατὰ βάθος δὲν πιστεύουν αὐτὸ ποὺ δείχνει ἡ ἐξωτερική τους συμπεριφορά. Ὡστόσο, ἄς γνωρίζουμε ὅτι ἡ χειρότερη μορφὴ ὑποκρισίας εἶναι στὸν ἐκκλησιαστικὸ χῶρο. Εἶναι ὀδυνηρό, καὶ μάλιστα ἐν ὀνόματι τοῦ Θεοῦ τῆς ἀγάπης, νὰ παρατηρεῖται καὶ σὲ μᾶς ἡ συμπεριφορὰ τοῦ ἀρχισυναγώγου καὶ νὰ γινόμαστε σκληροὶ καὶ ἄτεγκτοι κριτὲς τῶν συναθρώπων μας.

Τὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα αὐτῆς τῆς Κυριακῆς μᾶς ἐπισημαίνει τὸν κίνδυνο τῆς ὑποκρισίας. Στοὺς ταλανισμοὺς πρὸς τοὺς Φαρισαίους ὁ Χριστὸς εἶπε ὅτι οὔτε αὐτοὶ οἱ ἴδιοι εἰσέρχονται στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ στοὺς ἄλλους ἀνθρώπους δὲν ἐπιτρέπουν νὰ εἰσέλθουν.

Εἴθε νὰ μὴν ἰσχύσει αὐτὸ γιὰ μᾶς, ἀλλὰ νὰ ἐκτελοῦμε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ στὴν ζωὴ μας καὶ μὲ τὸν τρόπο ποὺ εὐαρεστεῖται ὁ Θεὸς.

Ἀρχιμ. Ν. Η.