en ru

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΜΑΪΟΥ


18 Μαΐου 2008
Δ’ Κυριακὴ ἀπὸ τοῦ Πάσχα
Μνεία τῆς τοῦ παραλύτου θεραπείας
(Ἰωάν. 5, 1-15)




Ἀδελφοί μου, «ἄνθρωπον οὐκ ἔχω» βροντοφωνάζει ὁ ἄνθρωπος ὁ παραλυτικός, ὁ πρωταγωνιστὴς στὴν σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπὴ ποὺ ἀκούσαμε. Καὶ τοῦτο ἀποτελεῖ τὸ πικρὸ παράπονο τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὸν συνάνθρωπό του. Ἀποτελεῖ τὴν κραυγὴ τῆς ἀπογνώσεως τοῦ πάσχοντος, τοῦ θλιβομένου, τοῦ περιφρονημένου, τοῦ ἀδυνάτου, τοῦ ξένου, τοῦ ἀρρώστου συνανθρώπου μας & στὴν ἐποχή μας.

Ὁ παράλυτος ζητεῖ συναντιλήπτορα τῆς ἀνάγκης του, τῆς ἀσθενείας του βοηθό, σύντροφο & συνοδοιπόρο στὴν πορεία του γιὰ τὴν ἴαση. Τὰ τριάντα ὀχτὼ χρόνια τῆς ἀσθενείας του εἶναι μία μακρὰ περίοδος τραγικῆς θλίψεως & ὀδύνης. Βέβαια στὴν Κολυμβήθρα «κατέκειτο πλῆθος πολὺ τῶν ἀσθενούντων», ποὺ καὶ αὐτοὶ περίμεναν τὴν κάθοδο τοῦ ἀγγέλου, γιὰ νὰ ἀπαλλαγοῦν ἀπὸ τὴν ἀρρώστια τους. Ἀλλὰ αὐτὸς βίωνε τὴν δική του πικρὴ ἐμπειρία. Ὅμως «Ἀνέβη ὁ Ἰησοῦς εἰς Ἱεροσόλυμα, ἐπὶ τῇ προβατικῇ κολυμβήθρᾳ… & ἰδὼν ὁ Κύριος χρονιοῦντα ἄνθρωπον λέγει πρὸς αὐτόν· διὰ σὲ ἄνθρωπος γέγονα , διὰ σὲ σάρκα περιβέβλημαι & λέγεις ἄνθρωπον οὐκ ἔχω; ἆρόν σου τὸν κράββατον & περιπάτει» (ἀπὸ τὴν Ὑμνολογία τῆς Ἑορτῆς).

Ὁ «Μεγάλης Βουλῆς ἄγγελος», θεράπευσε τὸν κατάκοιτο ποὺ ὑπέφερε τριάντα ὀχτὼ χρόνια. Τότε ποὺ δὲν εἶχε ἄνθρωπο, ἦλθε ὁ Θεάνθρωπος. Τότε ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ μπῆ στὴν κολυμβήθρα μετὰ τὴν κάθοδο τοῦ ἀγγέλου & τὴν «ταραχὴ τοῦ ὕδατος» συναντήθηκε μὲ τὸν Κύριο τῶν ἀγγέλων. Καὶ ὁ Κύριος τὸν ἄμειψε γιὰ τὴν ὑπομονὴ & τὴν ἐλπίδα του. Ἀλήθεια πόση πίστη & δύναμη ψυχῆς χρειάζεται, γιὰ νὰ μείνη ἐκεῖ τόσα πολλὰ χρόνια! Τὸ κρεβάτι του εἶχε γίνει τύμβος & τάφος· εἶχεν «ἰατροῖς καταναλώσει τὸν ἅπαντα βίον του & ἐλέους τυχεῖν οὐκ ἠξιώθη»· καὶ τώρα ἀκούει «ἆρόν σου τὸν κράββατον & περιπάτει». Ὅταν, ἀγαπητοί μου, οἱ συνάνθρωποί μας δὲν πλησιάζουν νὰ μᾶς βοηθήσουν, ὅταν τὰ πάντα γύρω μας εἶναι ἔρημα, ἄφιλα, ἄδικα, σκληρά, ἀπάνθρωπα τότε καταφθάνει ὁ Θεάνθρωπος, γιὰ νὰ παρηγορήση, γιατρεύση & συντροφεύση· καὶ τότε ἂς θυμηθοῦμε τὸν ποιητή: «Ὅταν εἶσαι σὺ κοντά μου, πές μου τί νὰ φοβηθῶ;».

«Ἆρόν σου τὸ κράββατον & περιπάτει» εἶπε ὁ Χριστὸς πρὸς τὸν παράλυτο & ἀμέσως τὰ παράλυτα νεῦρα & τὰ ἀχρηστευμένα γόνατα ἴσχυσαν, ἐνδυναμώθηκαν & τὸ σῶμα ἠγέρθη, ὁ ἴδιος δὲ εὐθυτενής, εὐκίνητος, πλήρης ζωῆς & χάριτος, κουβαλῶντας τὸ κρεβάτι του περπατάει.

Περπατάει & κατευθύνει τὰ πόδια του μὲ σταθερὸ βῆμα, ὄχι πλέον στοὺς δρόμους ποὺ ἤξερε & συνήθως περπατοῦσε. Ὄχι· γιατί αὐτοὶ οἱ δρόμοι τὸν ἔκαμαν παράλυτο & τὸν κράτησαν τριάντα ὀχτὼ ὁλόκληρα χρόνια νεκρὸ & ἄταφο.

Τώρα, ἀδελφοί, χαράσσει νέους δρόμους & ἀνοίγεται σὲ δρόμους χάριτος & ζωῆς & ὑγείας, γιατί ὑπακούει στὸν Χριστὸ ποὺ τοῦ εἶπε· «ἴδε ὑγιειὴς γέγονας· μηκέτι ἁμάρτανε, ἵνα μὴ χεῖρόν τί σοι γένηται» καὶ ἀφήνει νὰ ἐννοηθῆ ὅτι ἡ προσωπικὴ ἁμαρτία ἔχει συνέπεια τὴν παραλυσία.

«Ἀπὸ τῶν πολλῶν μου ἁμαρτιῶν ἀσθενεῖ τὸ σῶμα» ψάλλουμε. Βαθύτατη εἶναι ἡ σχέση ἁμαρτίας & σωματικῆς & ψυχικῆς ἀσθενείας. Γι᾿ αὐτὸ & ὁ Θεὸς πρὶν θεραπεύση ἕνα ἁμαρτωλὸ μὲ τὴν μετάνοια, ταράσσει τὴν συνείδησή του μὲ τὶς τύψεις & ὕστερα προσφέρει τὴν ἴαση & τὴν λύτρωση. Ὁ ἱερὸς Αὐγουστῖνος σχολιάζει· «ἔγειρε, στρέψον τὴν καρδίαν σου πρὸς τὰ ἄνω, πρὸς τὸν Θεόν, ἀγάπησε τὸν συνάνθρωπόν σου, περίπτυξον τὸν πλησίον σου & ἀγωνίζου κατὰ τῆς ἁμαρτίας & τῶν παθῶν σου».

Ἀδελφοί, Βηθεσδᾶ σημαίνει «σπίτι ἐλέους»· καὶ σπίτι ἐλέους, Βηθεσδᾶ σήμερα εἶναι ἡ Ἐκκλησία μας· οἶκος χάριτος, ἐλέους, ψυχικῆς ὑγείας & σωτηρίας. Ἐδῶ μᾶς περιμένει ὁ Χριστός, ὅπου μὲ τὰ νάματα τῆς Χάριτος Του & διὰ τῶν μυστηρίων Του θὰ μᾶς ἀπολούση, θὰ μᾶς καθαρίση, θὰ μᾶς χαριτώση, θὰ μᾶς δικαιώση & θὰ μᾶς καταστήση ὑγιεῖς & καθαρούς. Ἂς προσέλθουμε πρὸς Αὐτόν, ὁ ὁποῖος μᾶς ὑπόσχεται τὴν πλήρη κάθαρση & τὴν ψυχικὴ & σωματικὴ ὑγεία ὁμολογοῦντες ὅτι ·

Ἀνέστη ἐκ νεκρῶν

Ἀληθῶς ἀνέστη.

Ἀρχιμ. Ν. Κ.