en ru
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ
ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Ιωάννου Γενναδίου 14 (115 21)

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΒΙΟΗΘΙΚΗΣ

ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΗΘΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΑΝΟΙΑΣ
(10.9.2012)

 

  Α. Ἰατρικὴ προσέγγιση τῆς ἄνοιας

  Α1. Τὶ εἶναι ἡ ἄνοια

1) Μὲ τὸν ὅρο ἄνοια ἐννοοῦμε τὴ φθίνουσα πορεία τῶν νοητικῶν δυνατοτήτων τοῦ ἀνθρώπου, μὲ συνέπεια τὴν ἐμφάνιση λειτουργικῆς ἀνεπάρκειας καὶ ἐνίοτε διαταραχῶν συμπεριφορᾶς.

Ἡ ἄνοια διακρίνεται ἀπὸ τὴ μικρόνοια, διότι εἶναι ἐπίκτητη νόσος καὶ μπορεῖ νὰ εἶναι ἀγγειακῆς, ψυχογενοῦς (ἀπὸ κατάθλιψη) ἢ καὶ νευροεκφυλιστικῆς αἰτιολογίας (Alzheimer, μετωποκροταφική, ἄνοια μὲ σωμάτια Lewy).

  Α2. Κλινικὴ εἰκόνα καὶ διάγνωση

2) Βασικὰ χαρακτηριστικὰ τῆς ἄνοιας εἶναι ἡ διαταραχὴ τῆς μνήμης, τῆς κριτικῆς ἱκανότητας, τῆς προσοχῆς, τῆς ἀντίληψης, τοῦ συναισθήματος, τῶν ἐκτελεστικῶν λειτουργιῶν, συχνὰ δὲ καὶ τῆς ὁμιλίας καὶ τοῦ λόγου. Οἱ παραπάνω διαταραχὲς μπορεῖ νὰ ἐκδηλωθοῦν εἴτε ταυτόχρονα εἴτε καὶ ἀσυντόνιστα.

3) Ἡ ἔγκαιρη ἐξέταση καὶ διάγνωση εἶναι θεμελιώδους σημασίας γιὰ τὴν ἐξέλιξη τῆς νόσου καὶ τὴν ἐν γένει πορεία τοῦ ἀσθενοῦς, δεδομένου ὅτι στὴν ἀρχικὴ φάση ὁ ἀσθενὴς καὶ ἡ οἰκογένειά του μποροῦν νὰ λάβουν ἐνημέρωση, καθοδήγηση καὶ ὑποστήριξη, ὁ δὲ ἀσθενὴς μπορεῖ νὰ συμμετάσχει στὶς ἀποφάσεις ποὺ θὰ πρέπει νὰ ληφθοῦν σὲ μεταγενέστερα στάδια τῆς ζωῆς του.

4) Ἐπειδὴ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ ἐξαναγκασθεῖ σὲ διαγνωστικὲς ἐξετάσεις, εἶναι ἀναγκαία ἡ συστηματικὴ εὐαισθητοποίηση τοῦ κοινοῦ σχετικὰ μὲ τὴν ἄνοια καὶ ἡ κάλυψη τῶν σχετικῶν δαπανῶν ἐνδεχομένως ἀπὸ τοὺς ἀσφαλιστικοὺς φορεῖς.

  Α3. Ἐπιδημιολογία

5) Ἡ ἄνοια, μὲ τὶς ποικίλες μορφές της, ἀποτελεῖ ἕνα συνεχῶς διογκού­μενο πρόβλημα ὑγείας τῶν συγχρόνων κοινωνιῶν. Σύμφωνα μὲ στοιχεῖα τοῦ Συμβουλίου Ὑγείας τῆς Ὁλλανδίας προσβάλλει τὸ 1% τῶν ἀτόμων ἄνω τῶν 65 ἐτῶν καὶ τὸ 40% τῶν ἀτόμων ἄνω τῶν 90 ἐτῶν. Στὶς δυτικὲς κοινωνίες, λόγῳ γήρανσης τοῦ πληθυσμοῦ, ὀφειλόμενης σὲ ποικίλους παράγοντες, ὁ ἀριθμὸς τῶν ἀτόμων μὲ ἄνοια αὐξάνεται ἐντυπωσιακά. Ἐκτιμᾶται ὅτι τὰ 24 ἑκατομμύρια ἀνοϊκῶν ἀσθενῶν τὸ 2000 θὰ ἔχουν αὐξηθεῖ σὲ περισσότερα των 80 ἑκατομμυρίων τὸ 2040 [1].

6) Τὸ κόστος φροντίδας τῶν ἀσθενῶν μὲ ἄνοια εἶναι πολὺ ὑψηλὸ καὶ προοδευτικὰ αὐξάνεται. Ἡ αὔξηση τοῦ ἀριθμοῦ τους, σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν οἰκονομικὴ κρίση καὶ τὴ δημογραφικὴ συρρίκνωση ἐπιδεινώνει ἔτι περαιτέρω τὸ πρόβλημα, ἐφόσον ὁ ἐνεργὸς ἐργασιακὰ πληθυσμὸς μειώνεται.

Αὐτὸ εἶναι δυνατὸν νὰ ἔχει ἐπίπτωση στὶς παρεχόμενες στοὺς ἀσθε­νεῖς ἰατρικῆς φύσεως ὑπηρεσίες, στὴ νοσηλευτικὴ φροντίδα κατ' οἶκον ἢ σὲ ἱδρύματα, στὴν ψυχολογικὴ στήριξη τῶν ἀσθενῶν καὶ τῶν οἰκογενειῶν τους κ.λπ., ἡ δὲ ἀξιολόγηση τῶν ἀναγκῶν νὰ μὴ γίνεται μὲ ἀντικειμενικὰ κριτήρια ἀλλὰ μὲ οἰκονομι(στι)κά. Ἔτσι, ἡ ἐνδονοσοκομειακὴ νοσηλευτικὴ ἀγωγὴ θὰ μποροῦσε νὰ ὑποχωρήσει μπροστὰ στὴν ἐπιλογὴ τῆς κατ' οἶκον νοσηλείας, στὴ βάση καὶ μόνον τῆς διαπίστωσης ὅτι ὑπάρχει οἰκογένεια, ἀνεξαρτήτως τῶν πραγματικῶν δυνατοτήτων της νὰ ἀναλάβει τὴ φροντίδα ἑνὸς ἀσθενοῦς μὲ ἄνοια.

  Α4. Στάδια ἐξέλιξης

7) Ἡ ἐξέλιξη τῆς ἄνοιας ἄλλοτε εἶναι ταχεία καὶ ἔλλοτε ἀκολουθεῖ ἀργὴ φθίνουσα πορεία. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι στὶς διάφορες φάσεις ἐξέλιξης τῆς ἀσθένειας, ὁ ἀσθενὴς ἐκφράζεται διαφορετικά, τὰ ἀναφυόμενα προβλήματα ἀπὸ τὴ συμπεριφορά του ποικίλλουν, καὶ συνεπῶς ἡ ἀπαιτούμενη ἠθικὴ στάση τῶν μελῶν τοῦ περιβάλλοντός του καὶ αὐτὴ διαφέρει κατὰ πρόσωπο, περίπτωση καὶ στάδιο.

8) Ἡ νόσος τοῦ Alzheimer ἐξελίσσεται γενικῶς κατὰ τὰ ἑξῆς στάδια:v

i. Ὁ ἀσθενὴς διαπιστώνεται ὅτι ξεχνάει λίγο (ὀνόματα, θέση ἀντικειμένων, τὸ πρόγραμμα), ἀλλά παραμένει λειτουργικὸς καὶ καταλαβαίνει. Ἀντιλαμβάνεται τὶς ἀλλαγὲς ποὺ τοῦ ἐπισυμβαίνουν, στενοχωρεῖται, ἀλλὰ προσπαθεῖ νὰ τὶς ἀμφισβητήσει καὶ νὰ τὶς ἀποκρύψει.
ii. Τὸ ὅτι διαπιστώνει πὼς ξεχνάει τὸν κάνει ἀνάλογα μὲ τὴ συμπτωματολογία καὶ τὴν ἰδιοσυγκρασία του νὰ ἀνησυχεῖ ἢ καὶ νὰ καταθλίβεται. Τώρα τὸ ἀντιλαμβάνονται καὶ οἱ ἄλλοι. Παρουσιάζει δυσκολία προσαρμογῆς σὲ ἀλλαγές.
iii. Ἀρχίζει νὰ μὴν θυμᾶται τί εἶπε προηγουμένως. Συνέχεια ρωτάει. Ἡ ἀπώλεια τῆς μνήμης εἶναι ἐμφανής. Ἐκπίπτει λειτουργικά, ἀδυνατεῖ νὰ ἐπιτελέσει τὰ καθημερινά του καθήκοντα. Καθίσταται εὐσυγκίνητος. Παρουσιάζει συναισθηματική ἀκράτεια.
iv. Ἐκπίπτει πολὺ ἡ πρόσφατη μνήμη. Διατηρεῖ μὲν τὸν λόγο, ἀλλὰ δίνει γενικὲς ἀπαντήσεις. Ἐμφανίζει προϊοῦσα κατάργηση τῆς ἱκανότητας ὁμιλίας (διαταραχὴ λόγου) καὶ διαταραχὴ τῆς κριτικῆς ἱκανότητος, τῆς συγκέντρωσης καὶ τῆς μάθησης. Δυσκολεύεται στὰ ταξείδια καὶ στὶς ἀλλαγές, ἀποσύρεται ἀπὸ ἀπαιτητικὲς δραστηριότητες, παρουσιάζει ἐπιπέδωση τοῦ συναισθήματος.
v. Ἤδη βρίσκεται σὲ κατάσταση πλήρους ἐκπτώσεως. Ἐμφανίζει σαφῆ διαταραχὴ τοῦ προσανατολισμοῦ (χάνει τὸν δρόμο), δυσκολεύεται νὰ ἀνακαλέσει στὴ μνήμη βασικὲς πληροφορίες (ἡμερομηνία, μέρα τῆς ἑβδομάδος, ἐποχή, διεύθυνση κατοικίας, ἀριθμὸ τηλεφώνου του, ὀνόματα στενῶν συγγενῶν κ.λπ.). Δὲν χρειάζεται βοήθεια στὸ φαγητὸ ἤ στὶς βασικές του ἀνάγκες, δυνατὸν ὅμως νὰ δυσκολεύεται στὴν ἐπιλογὴ τῶν κατάλληλων ρούχων. Καθίσταται ἐπιθετικός. Δὲν τὸ ἀντιλαμβάνεται. Παρουσιάζει μεταβολὴ τῆς προσωπικότητός του (π.χ. παιδαριώδη συμπεριφορὰ καὶ ἀποδυνάμωση τῶν ἠθικῶν ἀναστολῶν). Ἐκτίθεται.
vi. Ἐμφανίζει παραληρητικὴ συμπεριφορὰ ἢ ἀσυνήθεις ἐμμονὲς καὶ καταναγκαστικότητα, σταδιακὴ ἔκπτωση καὶ τῆς παλαιᾶς μνήμης, νοητικὴ ἀβουλία.
vii. Ἡ συμπεριφορά του παραπέμπει σὲ ἐμβρυϊκή κατάσταση καὶ καταλήγει σὲ ἐπιληπτική. Ὅλα τὰ ἀντιλαμβάνεται ἀνθρωπομορφικὰ καὶ τὸν ἄνθρωπο ζωομορφικά. Χάνονται ὅλες οἱ λεκτικὲς ἱκανότητες, συχνὰ δὲν ὑπάρχει καθόλου λόγος παρὰ μόνον ἄναρθρες κραυγές, ἀπόλυτη ἐξάρτηση στὴ σίτιση καὶ στὴν τουαλέτα, ἀπώλεια βασικῶν ψυχοκινητικῶν ἱκανοτήτων (π.χ. ἱκανότητα βάδισης).

9) Ὑπάρχουν περιπτώσεις ὅπου, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ προβλήματα ποὺ δημιουργοῦνται στὴ συμπεριφορὰ τῶν ἀσθενῶν μὲ ἄνοια καὶ στὴ σχέση τους μὲ τὸ περιβάλλον, ἀναδύονται καὶ σπάνια χαρίσματα (π.χ. τὸ Boléro τοῦ Ravel, τὸ ὁποῖο συνέθεσε σὲ κατάσταση μετωπιαίας ἄνοιας). Ἐπίσης, καθ' ὅλες τὶς ἐνδείξεις, ἀκόμη καὶ στὰ προχωρημένα στάδια, οἱ ἀσθενεῖς μὲ ἄνοια ἀντιλαμβάνονται διαθέσεις καὶ αἰσθήματα, ἰδιαίτερα τὴν ἀγάπη, ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὸ περιβάλλον τους.

  Α5. Ἀντιμετώπιση - Προφύλαξη

10) Δὲν ὑπάρχει τρόπος θεραπευτικῆς ἀντιμετώπισης τῆς ἄνοιας, ἀλλὰ ἁπλῆς φαρμακευτικῆς ἐπιβράδυνσης τῆς ἐξέλιξής της ἢ μερικῆς ἀνακούφισης ἀπὸ τὰ συμπτώματά της. Κλινικὲς ὅμως μελέτες παρασκευῆς ἐμβολίων, ποὺ ἀναμένεται ὅτι σύντομα θὰ κυκλοφορήσουν, ὑπόσχονται ἀποτελεσματικότερη ἀντιμετώπισή της.

11) Ἐφόσον δὲν ὑπάρχει ἀκόμη μέθοδος καὶ σκεύασμα ἀναστολῆς τῆς ἐξέλιξης τῆς ἀσθενείας, ἰδιαίτερη σημασία πρέπει νὰ ἀποδίδεται στὴν ψυχοκοινωνικὴ βοήθεια, ἡ ὁποία εἶναι καὶ ἀναγκαία καὶ σημαντική. Στὰ κέντρα ἡμέρας τῶν ἑταιρειῶν τῆς νόσου Alzheimer λαμβάνουν χώρα προγράμματα ποὺ ἔχουν ὡς στόχο τὴν ἐξάσκηση τοῦ νοῦ μέσα ἀπὸ δομημένες ἀσκήσεις ποὺ βιώνονται εὐχάριστα ἀπὸ τοὺς συμμετέχοντες.

Τέτοιου εἴδους ἀσκήσεις μποροῦν νὰ διατηρήσουν τὸν ἀσθενῆ σταθερό, ἀλλά καὶ νὰ βελτιώσουν τὶς νοητικὲς καὶ λειτουργικές του ἱκανότητες. Ἡ ἐνασχόληση μὲ εὐχάριστες ἀναμνήσεις, τὸ πρόγραμμα προσανατολισμοῦ στὴν ἐπικαιρότητα, οἱ ἀσκήσεις μνήμης, προσοχῆς καὶ λόγου, ἡ γυμναστική, ὁ χορός, ἡ χορωδία, ἡ ἐνασχόληση μὲ τὸ βιβλίο, οἱ ἀσκήσεις στὸν ὑπολογιστὴ καὶ μαθήματα πληροφορικῆς ἔχει ἀποδειχθεῖ ὅτι βοηθοῦν πολύ.

12) Παράγοντες ποὺ ἐπηρεάζουν τὴν ἐμφάνιση τῆς νόσου εἶναι ἡ ἡλικία καὶ τὰ γονίδια. Αὐτὰ δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ τὰ μεταβάλει. Ἡ ἀντιμετώπιση ὅμως ἀγγειακῶν παραγόντων, μὲ τὸν ἔλεγχο τοῦ καπνίσματος, τοῦ σακχαρώδη διαβήτη, τῆς ἀρτηριακῆς πιέσεως, τῆς χοληστερίνης, τῆς αὐξημένης ὁμοκυστεΐνης, τῆς παχυσαρκίας, ἢ μὲ τὴ ρύθμιση τῆς διατροφῆς, μὲ τὴ μεσογειακὴ δίαιτα, μὲ τὴν κατανάλωση ψαριῶν, ἐλαιολάδου, ὀσπρίων, φρούτων καὶ λαχανικῶν μπορεῖ νὰ παίξει προστατευτικὸ ρόλο. Τὸ ἴδιο καὶ ἡ ἀποφυγὴ τοῦ ἄγχους καὶ τῆς κατάθλιψης, ὅπως καὶ ἡ σωματικὴ καὶ νοητικὴ ἄσκηση.

  Β. Νομικὴ θεώρηση τῆς ἄνοιας

  Β1. Γενικὲς ἔννοιες – Βασικὲς ἀρχὲς

13) Ἡ «διαχείριση» τῆς ἄνοιας καὶ στὰ τρία ἐπίπεδα (διάγνωση, ἀγωγή καὶ ἔρευνα) συνδέεται, πέραν τῶν «πρακτικῶν» ζητημάτων, μὲ πολλὰ νομικὰ θέμα­τα, ὅπως ἡ ἀντιμετώπιση τῆς ἄσκησης ἢ μὴ τοῦ ἐκλογικοῦ δικαιώματος, ἡ ἰσχὺς ἢ ἀκύρωση τῆς ἄδειας ὁδήγησης, ἡ διαχείριση τῶν οἰκονομικῶν κλπ. Οἱ δυσκολίες ὀφείλονται στὴ φύση τῆς ἀσθένειας, ἡ ὁποία χαρακτηρίζεται ἀπὸ σταδιακὴ (πολλὲς φορὲς σὲ μεγάλο χρονικὸ διάστημα) ἔκπτωση τῶν γνωστικῶν λειτουργιῶν, ἀπὸ μὴ ἀναστρέψιμη ἐξέλιξη τῆς ἀσθένειας, ἀπὸ σὺν τῷ χρόνῳ ἐμφανιζόμενες ἀλλοιώσεις τῆς προσωπικότητος, ἐνῶ παράλληλα ὁ ἀσθενὴς διατηρεῖ τὴ συνείδησή του, ἐξακολουθεῖ νὰ βιώνει ἐμπειρίες καὶ νὰ αἰσθάνεται συγκινήσεις.

14) Ὅπως καὶ σὲ ὅλες τὶς ἰατρικὲς πράξεις ἔτσι καὶ στὴν ἄνοια, ἡ νομικὴ ἀντιμετώπιση τοῦ ἀσθενοῦς πρέπει νὰ στηρίζεται στὶς τέσσερεις βασικὲς ἀρχές, δηλαδὴ στὸν σεβασμὸ τῆς αὐτονομίας του, στὴν ὠφέλειά του, στὴ μὴ πρόκληση βλάβης καὶ στὴ δικαιοσύνη. [2]

  Β2. Ἐνημέρωση γιὰ τὴ διάγνωση

15) Στὴ Σύμβαση περὶ Βοϊατρικῆς (Ν. 2619/1998) ὁρίζεται ὅτι τὸ ἄτομο ἔχει δικαίωμα νὰ γνωρίζει κάθε πληροφορία σχετικὰ μὲ τὴν ὑγεία του, ἡ ἐπιθυμία ὅμως τοῦ ἀτόμου νὰ μὴν ἐνημερωθεῖ σχετικὰ θὰ πρέπει νὰ γίνεται σεβαστὴ (ἄρθρο 10, παρ. 2). Ὁ νόμος προβλέπει ἐξαιρέσεις ἀπὸ τὶς ἀρχὲς αὐτές, ἐάν τὸ ἐπιβάλλει τὸ συμφέρον τοῦ ἀσθενοῦς (ἄρθρο 10, παρ. 3). Ἡ περίπτωση τῆς ἄνοιας θεωροῦμε ὅτι ἀνήκει στὴν κατηγορία αὐτήν, διότι ἡ ἐπιθυμία τοῦ ἀσθενοῦς νὰ μὴ γνωρίζει τὴν κατάστασή του τὸν ἐμποδίζει ἀπὸ ἀναγκαῖες γιὰ τὸ καλό του ἐνέργειες, ὅπως ἡ ἐνημέρωση, ἡ συνεργασία, ἡ ρύθμιση τῶν ὑποθέσεών του, ἡ λήψη κρίσιμων ἀποφάσεων.

16) Στὸν Ἑλληνικὸ Κώδικα Ἄσκησης Ἰατρικοῦ Ἐπαγγέλματος καὶ Δεοντολογίας (Ν. 3418/2005), ὁρίζεται ὅτι, σὲ περίπτωση ἀσθενῶν ποὺ δὲν ἐπιθυμοῦν νὰ ἐνημερωθοῦν γενικῶς, ὁ ἀσθενὴς ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ ζητήσει ἀπὸ τὸν ἰατρό του νὰ ἐνημερώσει ἄλλο ἢ ἄλλα πρόσωπα, τὰ ὁποῖα ὁ ἴδιος θὰ ὑποδείξει, γιὰ τὴν κατάσταση τῆς ὑγείας του, γιὰ τὸ περιεχόμενο καὶ τὰ ἀποτελέσματα τῆς προτεινόμενης ἰατρικῆς πράξεως, γιὰ τὶς συνέπειες, τὶς τυχὸν παρενέργειες ἢ τοὺς κινδύνους ἀπὸ τὴν ἐκτέλεσή της, καθὼς καὶ γιὰ τὸν βαθμὸ πιθανολόγησής τους (ἄρθρο 11).

  Β3. Ἴση πρόσβαση στὶς ὑπηρεσίες ὑγείας

17) Ἡ ἔλλειψη ξενώνων φροντίδας ἀσθενῶν μὲ ἄνοια πιθανὸν νὰ δώσει ἔξαρση στὸ φαινόμενο ἄρνησης συνέχισης τῆς θεραπείας ἢ παραίτησης ἀπὸ τὴ ζωή, ἐφόσον ἡ ποιότητά της εἶναι ἐξαιρετικὰ ζωφερή.

18) Σύμφωνα μὲ τὴ Σύμβαση περὶ Βιοϊατρικῆς τὰ κράτη θὰ πρέπει νὰ ἐξασφαλίζουν στὸ μέτρο τῶν δυνατοτήτων τους ἴση πρόσβαση στὶς ὑπηρεσίες ὑγείας (ἄρθρο 3), δεδομένου ὅτι λόγω τοῦ ὑψηλοῦ κόστους περίθαλψης, εἶναι δυνατὸν νὰ αὐξηθοῦν οἱ ἤδη ὑπάρχουσες ἀνισότητες. Ἡ ἐθνικὴ νομοθεσία ὀφείλει νὰ προβλέπει ποιὲς ὑπηρεσίες δικαιοῦνται ἄτομα μὲ ἄνοια καὶ ὑπὸ ποιοὺς ὅρους.

19) Πρέπει, ἐνδεχομένως μὲ δημόσιο διάλογο, νὰ προσδιορισθοῦν οἱ ὑποχρεώσεις τῶν μελῶν τῆς οἰκογένειας τοῦ ἀσθενοῦς καὶ αὐτὲς τῆς εὐρύτερης κοινωνίας πρὸς τὰ ἀσθενῆ μέλη της (σχετικὴ πρόταση Ὁλλανδικοῦ Συμβουλίου Ὑγείας).

  Β4.  Ἐπιβολὴ περιορισμοῦ ἀσθενῶν

20) Σὲ περίπτωση ποὺ ὁ ἀσθενὴς νοσηλεύεται σὲ ἵδρυμα παρὰ τὴ θέλησή του ἢ ἔστω χωρὶς τὴ συναίνεσή του, μπορεῖ νὰ προκύψουν εἰδικὰ προβλήματα ἀπὸ τὴν ἀνάγκη ἐπιβολῆς περιοριστικῶν μέτρων τῆς ἐλευθερίας, ὅπως κλείδωμα θυρῶν, φυσικὸς περιορισμός, χορήγηση ἠρεμιστικῶν φαρμάκων. Ἡ ἔμφαση στὰ περιοριστικὰ αὐτὰ μέτρα συχνὰ προσδιορίζεται ἀπὸ τὶς διαθέσιμες ὑπηρεσίες, ὁπότε θὰ μποροῦσε νὰ ἀποτελοῦν τὴν εὔκολη λύση σὲ νοσηλευτικὰ κέντρα ποὺ εἶναι ὑποστελεχωμένα ἢ καὶ ἀνεπαρκῶς ἐξοπλισμένα. Γιὰ τὴ λεγόμενη «ἀκούσια νοσηλεία» σὲ μονάδα ψυχικῆς ὑγείας, προβλέψεις περιλαμβάνονται στὸν Ν. 2071/1992, ὅπως καὶ στὸ ἄρθρο 1687 ΑΚ, τὸ ὁποῖο ἀπαιτεῖ δικαστικὴ ἄδεια.

21) Ὁ περιορισμὸς τῶν ἀσθενῶν, οἱ ὁποῖοι δὲν εἶναι σε θέση νὰ δώσουν τὴ συναίνεσή τους, θὰ πρέπει νὰ γίνεται μὲ ὁρισμένους ὅρους ὡς πρὸς τὴ διαδικασία καὶ μὲ τήρηση τῶν ἀρχῶν τῆς ἀναγκαιότητας, τῆς ἐπικουρικότητας καὶ τῆς ἀναλογικότητας, ἀκόμη καὶ στὴν περίπτωση ποὺ δὲν ἀντιτίθενται στὴν εἰσαγωγή τους σὲ ἵδρυμα (Νομολογία Εὐρωπαϊκοῦ Δικαστηρίου τῶν Δικαιωμάτων τοῦ Ἀνθρώπου, ἀποφάσεις H.M. v. Switzerland, 26 Februar 2002// H.L. v. United Kingdom, 5 October 2004).

  Β5. Συνθῆκες τελικοῦ σταδίου

22) Κατὰ τὰ τελευταῖα στάδια τῆς ἀσθένειας, ὁ ἀσθενὴς θὰ πρέπει νὰ λαμβάνει τὴν ἀπαιτούμενη ἀνακουφιστικὴ ἀγωγή. Στὴ φάση αὐτή, δυσκολίες ἀνακύπτουν ἀπὸ τὴ λεπτὴ ἰσορροπία ἀνάμεσα στὴν οὕτως ἢ ἄλλως περιορισμένη δυνατότητα αὐτοκαθορισμοῦ τοῦ ἀσθενοῦς καὶ στὶς ὑποχρεώσεις καὶ τὰ δικαιώματα τοῦ θεράποντος ἰατροῦ. Τὰ δύο σημαντικότερα θέματα στὸ τελικὸστάδιο τῆς ἄνοιας ἀναφέρονται στὴν ἰσχὺ τῶν «διαθηκῶν ζωῆς» (living wills) καὶ τῶν κατευθυντηρίων ὁδηγιῶν (advance directives), ὅπως ἐπίσης καὶ τοῦ διορισμοῦ ἐκπροσώπου γιὰ θέματα ὑγείας (health proxy).

23) Τὸ ἄρθρο 9 τῆς Σύμβασης περὶ Βιοϊατρικῆς ἀναφέρεται στὴν περίπτωση κατὰ τὴν ὁποία ὁ ἀσθενὴς δὲν εἶναι πλέον σὲ θέση νὰ ἐκφράσει τὴ συναίνεσή του (εἴτε διότι ἔχει περιπέσει σὲ κῶμα εἴτε διότι πάσχει ἀπὸ γε­ροντικὴ ἄνοια), εἶχε ὅμως τὴν πρόνοια νὰ ἐκφράσει τὴ βούλησή του σχετικὰ μὲ τὸ ἐνδεχόμενο αὐτὸ καὶ εἶχε δημοσιοποιήσει τὴν ἐπιθυμία του ὡς πρὸς τὴν ἔναρξη, συνέχιση ἢ τὴ διακοπὴ τῆς θεραπείας του ἢ ὡς πρὸς τὸ ἐνδεχόμενο τῆς δωρεᾶς τῶν ὀργάνων του (σὲ περίπτωση ἐγκεφαλικοῦ θανάτου). Σύμφωνα μὲ τὸ ἄρθρο αὐτό, οἱ ἐπιθυμίες τοῦ ἀσθενοῦς θὰ πρέπει νὰ λαμβάνονται ὑπ' ὄψιν, δὲν ἐπιβάλλεται ὅμως στὸν ἰατρὸ ἡ ὑποχρέωση νὰ τὶς ἀκολουθήσει ὑποχρεωτικῶς. Τοῦτο δικαιολογεῖται ἀπὸ τὸ ὅτι οὔτε ὅταν δημοσιοποιοῦσε τὴν ἐπιθυμία του ὁ ἀσθενὴς βίωνε τὴν κατάσταση αὐτὴ οὔτε ὅταν τὴν βιώνει εἶναι πλέον σὲ θέση νὰ ἀνακαλέσει τὴ βούλησή του. Τὴν ἴδια διατύπωση περιλαμβάνει καὶ ὁ Κώδικας Ἰατρικῆς Δεοντολογίας (Ν. 3418/2005, ἄρθρο 29 παρ. 2).

24) Αὐτὴ ἡ προσεκτικὴ διατύπωση ὀφείλεται στὸν γενικὸ προβληματισμὸ σχετικὰ μὲ τὴ δυνατότητα τοῦ ἀτόμου νὰ ἀποφασίζει ἐκ τῶν προτέρων γιὰ θέματα γιὰ τὰ ὁποῖα δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἔχει σαφῆ καὶ ἀσφαλῆ ἀντίληψη γιὰ τοὺς ἑξῆς κυρίως λόγους:
  (α) Ἡ γνώση τῶν δεδομένων τῆς ἄνοιας στὸ μέσο ἄτομο εἶναι περιορισμένη ἢ καὶ ἐσφαλμένη, οἱ δὲ λεπτομέρειές της ἀπρό­βλεπτες.
  (β) Μιὰ σοβαρὴ ἀσθένεια ἐνδέχεται νὰ ἀλλάξει τὸν τρόπο ἀντιδράσεως καὶ σκέψεως ἑνὸς ἀτόμου. Δὲν εἶναι καθόλου βέβαιο ὅτι ἐνώπιον τῆς ὀδυνηρᾶς πραγματικότητος τὸ ἄτομο ἐξακολουθεῖ νὰ ἔχει τὴν ἴδια ἐπιθυμία τὴν ὁποία ἐξέφρασε, ὅταν τὸ ἐνδεχόμενο αὐτὸ ἦταν ἀπομεμακρυσμένο. Ἐπίσης, εἶναι ἄλλο πρᾶγμα νὰ φαντάζεσαι μιὰ κατάσταση καὶ ἄλλο νὰ τὴν βιώνεις. Ὑπὸ τὴν ἔννοια αὐτήν, ἡ ἰσχὺς τῆς δηλώσεως μπορεῖ νὰ τεθεῖ ὑπὸ ἀμφισβήτηση.
  (γ) Ἀλλὰ καὶ ἡ πρόοδος τῆς ἐπιστήμης εἶναι δυνατὸν νὰ προσφέρει προοπτικὲς ποὺ ἦταν ἄγνωστες στὸν ἀσθενῆ κατὰ τὴ στιγμὴ τῆς δημοσιοποίησης τῆς ἐπιθυμίας του. Γιὰ τὸν λόγο αὐτόν, στὴν Αἰτιολογικὴ ἔκθεση τῆς Συμβάσεως, συνιστᾶται νὰ ἐκτιμᾶ ὁ ἰατρὸς ἐὰν οἱ ἐπιθυμίες τοῦ ἀσθενοῦς ἰσχύουν στὴ συγκεκριμένη περίπτωση, ἐν ὄψει τῆς τεχνολογικῆς προόδου τῆς ἰατρικῆς, ὅπου αὐτὸ εἶναι ἐφικτό ( στοιχ. 59 – 61).
  (δ) Ἐπίσης, σὲ ἔκθεση τῆς Εἰδικῆς Ἐπιτροπῆς Ἰατρικῆς Δεοντολογίας τῆς Βουλῆς τῶν Λόρδων (Select Committee on Medical Ethics, 1994), ἐκφράζεται ἡ ἔνσταση ὅτι, ἐὰν οἱ ἐκ τῶν προτέρων δηλώσεις βούλησης τῶν ἀσθενῶν εἶναι δεσμευτικές, τότε μειώνουν σοβαρὰ τὴν ἐπιστημονικὴ καὶ ἐπαγγελματικὴ κρίση τοῦ ἰατροῦ, ὁ ὁποῖος ἀπὸ ὑπεύθυνος θεραπευτὴς μετατρέπεται σὲ ἐκτελεστὴ τῶν ἀποφάσεων τοῦ ἀσθενοῦς.

25) Ἡ ὑλοποίηση τῶν παραπάνω διατάξεων ἐπαφίεται στὴν ἐθνικὴ νομοθεσία, ἡ ὁποία καὶ θὰ πρέπει νὰ ὁρίσει ἐὰν θὰ τηρεῖται κάποιος τύπος μὲ τὸν ὁποῖο θὰ ἐκφράζεται καὶ θὰ δημοσιοποιεῖται ἡ βούληση τοῦ ἀσθενοῦς, ὅπως ἐπίσης καὶ τοὺς ὅρους ὑπὸ τοὺς ὁποίους ἡ βούληση αὐτὴ ἐγκύρως ἀνακαλεῖται.

26) Κατὰ τὴν τελικὴ ἐκτίμηση τοῦ ἰατροῦ, σχετικὰ μὲ τὴ συνέχιση ἢ τὴ διακοπὴ τῆς θεραπείας, θὰ πρέπει νὰ λαμβάνεται ὑπ' ὄψιν τὸ ἄρθρο 2 τῆς Συμ­βά­σεως τὸ ὁποῖο ὁρίζει ὅτι τὸ συμφέρον καὶ ἡ εὐημερία τοῦ ἀτόμου ὑπερισχύουν ἔναντι τοῦ συμφέροντος τῆς κοινωνίας ἢ τῆς ἐπιστήμης.

27) Ἡ θεσμοθέτηση τῶν προηγουμένων διαθηκῶν προκαλεῖ διεθνῶς πολλὲς ἀντιδράσεις, διότι εἶναι δύσκολο νὰ ἐλεγχθεῖ ἐὰν ἀποτελοῦν προϊὸν ἄμεσης ἢ ἔμμεσης πιέσεως ἀπὸ πλευρᾶς συγγενῶν. Τὰ εὐάλωτα ἄτομα εἶναι ἐνδεχόμενο νὰ πιεσθοῦν ποικιλοτρόπως γιὰ νὰ ὑπογράψουν αὐτές τὶς δηλώσεις, καὶ ἡ προοπτική καταχρήσεως εἶναι ὁρατή: τὰ ηὐξημένα ἔξοδα νοσηλείας ἑνὸς ἀσθενοῦς ἢ ἡ προσμονὴ κληρονομιῶν εἶναι δυνατὸν νὰ ὠθήσουν τοὺς συγγενεῖς νὰ ἐπηρεάσουν τὸν ἀσθενῆ πρὸς τὴν κατεύθυνση τῆς ἄρνησης θεραπείας. Θὰ ἦταν ὑπερβολικὴ ἐπιβάρυνση γιὰ τὸν ἤδη ὑπεραπασχολημένο ἰατρὸ νὰ πρέπει νὰ κρίνει κατὰ περίπτωση, ἐὰν κάθε διαθήκη εἶναι προϊὸν ἐλεύθερης βούλησης ἢ ἐξαναγκασμοῦ.

  Β6. Ὁρισμὸς ἐκπροσώπου

28) Γιὰ τοὺς λόγους αὐτούς, ἡ καλύτερη ἴσως λύση εἶναι ὁ διορισμὸς ἀπὸ τὸν ἀσθενῆ σὲ προγενέστερο στάδιο ἀτόμου μὲ ἐξουσιοδότηση νὰ ἀποφασίζει γιὰ τὰ σχετικὰ μὲ τὴν ὑγεία του θέματα ἐξ ὀνόματός του καὶ πρὸς τὸ συμφέρον του (best interest). Ἡ ἐξουσιοδότηση ἐπικυρώνεται μὲ δικαστικὴ ἀπόφαση. Μὲ τὴ διαδικασία αὐτήν, ὁ ἰατρὸς θὰ πρέπει νὰ συζητήσει τὴν πορεία καὶ τὰ μέσα ἀγωγῆς μὲ ἕνα νόμιμα ἐξουσιοδοτημένο ἄτομο σὲ κάθε δεδομένη στιγμὴ καὶ νὰ σταθμίσει μαζί του τὰ ὑπὲρ καὶ τὰ κατὰ γιὰ κάθε ἀσθενῆ.

29) Ἡ σύσταση τοῦ Συμβουλίου τῆς Εὐρώπης τοῦ 2009 “Οn continuing powers of attorney and advance directives for incapacity” ἀναφέρεται κυρίως σὲ αὐτὴν τὴν δυνατότητα καὶ παροτρύνει τὰ κράτη μέλη νὰ δημιουργήσουν νομοθετικὸ καθεστὼς ἀσφαλείας μὲ τὸ ὁποῖο θὰ ὁρίζονται οἱ προϋποθέσεις ὑπὸ τὶς ὁποῖες θὰ δίδεται αὐτὴ ἡ γραπτή, ὑπογεγραμμένη ἀπὸ τὸν ἀσθενῆ, ἐξουσιοδότηση γιὰ τὸν καθορισμὸ τῶν δικαιωμάτων τοῦ ἐκπροσώπου (π.χ. ἐὰν θὰ χρειάζεται συμβολαιογραφικὸ ἔγγραφο, ἐὰν θὰ ὑπογράφεται παρουσίᾳ μαρτύρων, ἐὰν θὰ κατατίθεται σὲ συγκεκριμένο ἀρχεῖο κ.λπ.)

30) Ὁ ἐκπρόσωπος ὀφείλει νὰ λαμβάνει τὶς ἀποφάσεις τὶς ὁποῖες θὰ ἔπαιρνε καὶ ὁ ἀσθενὴς ἐὰν ἦταν σὲ θέση νὰ ἀποφασίσει, ἐφόσον αὐτὸ εἶναι δυνα­τὸν νὰ ὑποτεθεῖ λογικὰ (στοιχ. 148 τῆς Αἰτιολογικῆς Ἔκθεσης). Ὁ ἐκπρόσωπος δηλαδὴ ὀφείλει νὰ σκεφθεῖ ὅλες τὶς ἀπόψεις τοῦ ἀσθενοῦς στὸ θέμα αὐτό, ὅταν ἦταν ὑγιής. Ἐὰν δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ καταλήξει σὲ μία ὑπόθεση μὲ βάση τὶς ἐμπειρίες του, τότε θὰ πρέπει νὰ λάβει ἀπόφαση μὲ βάση τὸ συμφέρον τοῦ ἀσθενοῦς (best interest).

31) Ὁ ἐκπρόσωπος ἐπίσης θὰ μποροῦσε ὡς ἀποδέκτης τῆς ἐμπιστοσύνης τοῦ ἀσθενοῦς καὶ ὡς ἐκφραστὴς τῆς δικῆς του ἀγάπης πρὸς τὸν ἀσθενῆ, νὰ ἀποφασίσει μὲ γνώμονα ὄχι τὴν ὑποτιθέμενη βούληση τοῦ ἀσθενοῦς ἀλλὰ τὸ συμφέρον του.

  Β7. Ἡ ἔννοια τοῦ συμφέροντος τοῦ ἀσθενοῦς

32) Ἡ ἔννοια τοῦ συμφέροντος ἀναφέρεται σὲ σχέση μὲ τὰ πλεονε­κτή­ματα ἢ τὶς ἐπιβαρύνσεις ποὺ συνδέονται μὲ τὴ συγκεκριμένη θεραπεία καὶ δὲν πρέπει νὰ συγχέεται μὲ ἀπόψεις σχετικὰ μὲ τὴν ἀξία τῆς ζωῆς τοῦ ἀσθενοῦς. Τὸ θέμα αὐτὸ ἀπαιτεῖ μία ἰδιαιτέρως δύσκολη στάθμιση, οὕτως ὥστε ἀπὸ τὴ μία πλευρὰ νὰ ἀποφεύγονται μάταιες καὶ κουραστικὲς ἀγωγὲς καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη νὰ μὴν καταλήγει ἡ στάση αὐτὴ σὲ ἐκ προθέσεως δολοφονία διὰ παραλείψεως ἀσθενῶν χωρὶς δικαιοπρακτικὴ ἱκανότητα. Σύμφωνα μὲ τὸν Κώδικα Ἰατρικῆς Δεοντολγίας (ἄρθρ0 29 παρ. 3) «ἡ ἐπιθυμία τοῦ ἀσθενοῦς νὰ πεθάνει, ὅταν αὐτὸς βρίσκεται στὸ τελευταῖο στάδιο, δὲν συνιστᾶ νομικὴ δικαιολόγηση γιὰ τὴ διενέργεια πράξεων οἱ ὁποῖες στοχεύουν στὴν ἐπίσπευση τοῦ θανάτου».

  Β8. Ἰατρικὴ ἔρευνα

33) Εἶναι προφανὲς ὅτι γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τῆς ἄνοιας ἀπαιτεῖται συστηματικὴ ἔρευνα στὴν ὁποία θὰ συνεισφέρουν οἱ ἀσθενεῖς μὲ τὴ συμμετοχή τους. Λόγῳ τοῦ ὅτι δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ ἐκφράσουν ἐγκύρως τὴ βούλησή τους ἀπαιτεῖται ἡ ἄδεια νὰ δοθεῖ ἀπὸ τὸν νόμιμο ἐκπρόσωπό τους βάσει τῶν ὅρων τοῦ ἄρθρου 17 παρ. 1 τῆς Συμβάσεως περὶ Βιοϊατρικῆς. Δεδομένου δὲ ὅτι θὰ πρόκειται γιὰ ἔρευνα ποὺ δὲν θὰ ἔχει ἄμεσο ὄφελος γιὰ τὸν ἀσθενῆ, ἀλλὰ γιὰ τὰ θύματα τῆς ἀσθένειας στὸ μέλλον, θὰ πρέπει νὰ τηροῦνται καὶ οἱ ὅροι τῆς παρ. 2 τοῦ ἴδιου ἄρθρου, δηλαδὴ ἡ ἔρευνα νὰ προυσιάζει τὸν ἐλάχιστο κίνδυνο γιὰ τὸν ἀσθενῆ.

34) Σκόπιμο εἶναι οἱ ὅροι τῆς ἔρευνας νὰ διαμορφώνονται μετὰ ἀπὸ συνεννόηση μὲ συγγενεῖς ἐκπροσώπους τοῦ ἀσθενοῦς μετὰ ἀπὸ προσεκτικὴ ἐκτίμηση τοῦ κινδύνου, οὕτως ὥστε νὰ ἀποφεύγονται ἐπεμβατικὲς διαδικασίες.

35) Ἔρευνα ἐπίσης ἀπαιτεῖται καὶ σὲ ἐγκεφαλικὸ ἱστὸ ἀποθανόντων ἀσθενῶν. Στὴν περίπτωση αὐτή, θὰ πρέπει νὰ προβλέπεται κάποιος τύπος ἄδειας εἴτε ἐκ μέρους του ἀσθενοῦς, ὅταν ἀκόμη εἶχε διαύγεια εἴτε ἐκ μέρους τῶν συγγενῶν του (ἔντυπο συγκατάθεσης). Ἡ τήρηση τῶν βιολογικῶν ὑλικῶν καὶ τῶν γενετικῶν δεδομένων θὰ πρέπει νὰ πληροῖ τοὺς ὅρους ποὺ ἀναφέρονται στὶς βιοτράπεζες καὶ ἔχουν ὡς κύριο στόχο νὰ προφυλάξουν εὐαίσθητα προσωπικὰ δεδομένα καὶ νὰ ἀποκλείσουν τὴν κατάληξή τους σὲ ὑπηρεσίες καὶ ὀργανισμούς, οἱ ὁποῖοι θὰ μποροῦσαν νὰ τὰ «ἀξιοποιήσουν» μὲ στόχο τὴν διάκριση καὶ τὴν περιθωριοποίηση ὄχι πλέον τῶν ἀσθενῶν ἀλλά τῶν συγγενῶν τους.

36) Σὲ περίπτωση ποὺ γίνεται συλλογὴ ὑλικοῦ γιὰ τὴ μελέτη τῆς ἄνοιας συγκεκριμένης ὁμάδας, τότε θὰ πρέπει νὰ προβλέπεται κάποιας μορφῆς ἀντα­πόδομα ἀπὸ τὸν ἐρευνητικό/φαρμακευτικό/ἰατρικὸ ὀργανισμὸ ποὺ τὴν ἔχει ἀναλάβει, μὲ τὴ μορφὴ τῆς «διανεμομένης ὠφελείας» (shared benefit), ὅπως τὴν προβλέπει ἡ Οἰκουμενικὴ Διακήρυξη περὶ Βιοηθικῆς τῆς UNESCO στὸ ἄρθρο 19, δηλαδὴ εἴτε δωρεὰν παροχὴ φαρμάκων σὲ αὐτὴν εἴτε κάποια ἄλλη παροχὴ κοινῆς ὠφέλειας, ὅπως π.χ. ἑνὸς σχολείου, ἑνὸς νοσοκομείου κ.λπ.

  Γ. Κρατικὴ εὐθύνη

  Γ1. Ἐνημέρωση

37) Ἡ αὔξηση τοῦ ἀριθμοῦ τῶν ἀσθενῶν καὶ ἡ αὔξηση τοῦ κόστους νοσηλείας σὲ ὅλες τὶς χῶρες, σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴ γήρανση τοῦ πληθυσμοῦ, καθιστοῦν ἀναγκαία τὴν ἐνεργοποίηση ὅλων τῶν σχετικῶν φορέων γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τῶν ἀτομικῶν καὶ κοινωνικῶν προβλημάτων ποὺ αὐτὴ συνεπάγεται. Τὸ ὑπάρχον νομικὸ πλαίσιο καλύπτει τὰ βασικότερα θέματα καὶ θὰ πρέπει μόνον νὰ συμπληρωθεῖ κυρίως σχετικὰ μὲ τὸν ὁρισμὸ ἐκπροσώπου ὑγείας καθὼς καὶ μὲ τὴ δημιουργία ὑπηρεσιῶν κατάλληλων γιὰ τοὺς ἀσθενεῖς μὲ ἄνοια. Συγχρόνως, ὅμως, θὰ πρέπει νὰ αὐξηθεῖ ἡ εὐαισθητοποίηση τῆς κοινῆς γνώμης σχετικὰ μὲ τὶς ἰδιαιτερότητες τῆς ἀσθένειας καὶ τῶν θυμάτων της καὶ σχετικὰ μὲ τὴ στάση τῆς κοινωνίας ἔναντι τοῦ ἀσθενοῦς καὶ τῆς οἰκογένειάς του.

38) Ἀπὸ πλευρᾶς κρατικῶν ὑπηρεσιῶν πρέπει νὰ ληφθεῖ ἰδιαίτερη πρόνοια γιὰ τὴν ἐνημέρωση τοῦ εὐρύτερου κοινοῦ σὲ θέματα ἄνοιας, ὥστε ὅσοι τυχὸν προσβληθοῦν ἀπὸ τὴν ἀσθένεια νὰ εἶναι σχετικῶς προετοιμασμένοι καὶ συνεργάσιμοι.

39) Ἡ συμπεριφορὰ τῶν συγγενῶν εἶναι εἰδικῆς σημασίας στὴν περίπτωση αὐτήν. Ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο θὰ πρέπει νὰ ἀντιμετωπίσουν τὴν ἀσθένεια, τοὺς κινδύνους ποὺ διατρέχει ὁ ἀσθενής (π.χ. τὸ ὅτι ξεχνάει σταδιακὰ πολλὰ πράγματα, τὸ ὅτι χάνει τὸν δρόμο κ.λπ.) καὶ τὶς μεταπτώσεις στὴν ψυχοσύνθεσή του, ὁ σεβασμὸς τῆς αὐτονομίας του καὶ τῆς ἰδιωτικῆς ζωῆς του, οἱ δυνατότητες προσφορᾶς πνευματικῆς βοήθειας καὶ ἀλληλεγγύης, θὰ πρέπει νὰ παρουσιασθοῦν μὲ πολλὲς καὶ κατανοητὲς στὸ κοινὸ κρατικὲς παρεμβάσεις ὑπὸ μορφὴ συστηματικῆς ἐνημέρωσης, μέσῳ ἐκπομπῶν, ἐκλαϊκευτικῶν ἄρθρων στὸν τύπο, τῆς Παγκόσμιας Ἡμέρας Ἄνοιας κ.λπ. Ἡ παρέμβαση αὐτὴ θὰ πρέπει ἐπίσης νὰ ἀντιμετωπίσει καὶ ἐνδεχόμενα θέματα στιγματισμοῦ καὶ περιθωριοποίησης τοῦ ἀσθενοῦς καὶ τῆς οἰκογένειάς του.

  Γ2. Δημιουργία δομῶν

40) Ἡ ἀνάγκη λειτουργίας Ὁλοκληρωμένων Μονάδων Ἄνοιας, μὲ κέντρα ἡμέρας γιὰ τοὺς ἀσθενεῖς, μὲ μονάδες περιθαλπόντων, μὲ κατ' οἶκον φροντίδα καὶ ξενῶνες γιὰ ἀσθενεῖς μὲ ἄνοια εἶναι ἐπιτακτική. Τὰ κέντρα αὐτὰ καὶ τὴν ἐξέλιξη τῆς νόσου παρακολουθοῦν, καὶ ἔντονα συμπτώματα ἀντιμετωπίζουν, καὶ ἀγάπη καὶ φροντίδα προσφέρουν, καὶ τὶς οἰκογένειες βοηθοῦν νὰ σηκώσουν τὸ μεγάλο σὲ πολλὲς περιπτώσεις βάρος.

  Δ. Θεολογικὲς ἀρχὲς - κατευθύνσεις

41) Κάθε ἄνθρωπος εἶναι δημιούργημα τοῦ Θεοῦ πλασμένος «κατ' εἰκόνα καὶ καθ' ὁμοίωσίν» Του, ἔχει νοερὰ καὶ λογικὴ ἐνέργεια, καθὼς ἐπίσης καὶ ἐλευθερία. Ἡ ἐλευθερία ἡ ὁποία συνδέεται μὲ τὴ λογικὴ καὶ τὴν κριτικὴ σκέψη μπορεῖ νὰ ἀποδυναμώνεται μὲ τὴν ἀσθένεια τῆς ἄνοιας, ἀλλὰ ὑφίσταται ἡ νοερὰ ἐνέργεια διὰ τῆς ὁποίας ὁ ἄνθρωπος ἔρχεται σὲ σχέση κοινωνίας μὲ τὸν Θεό. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖον ἀπαιτεῖται σεβασμὸς στὸν ἀσθενῆ μὲ ἄνοια, ὅπως καὶ στὰ ἔμβρυα ἢ τὰ βρέφη.

42) Τὸ κατ' εἰκόνα Θεοῦ σφραγίζει τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν συνοδεύει ἀπὸ τὴ στιγμὴ τῆς συλλήψεώς του, διατηρούμενο ἀνεξαρτήτως τῆς κατάστάσεώς του γιὰ πάντα. Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ λόγος ποὺ σεβόμαστε ἀκόμη καὶ τὸ νεκρὸ σῶμα, ὅπως καὶ τὰ ὀστᾶ τῶν κεκοιμημένων. Ὑπὸ τὴν ἔννοια αὐτήν, τὸ κατ' εἰκόνα διατηρεῖται καὶ στοὺς ἀσθενεῖς ποὺ πάσχουν ἀπὸ παραμορφωτικες ἀσθένειες, οἱ ὁποῖες περιορίζουν τὶς κινήσεις ἢ ἀλλοιώνουν τὴν ἔκφραση ἢ ἐμποδίζουν τὸν λόγο ἢ καὶ σὲ ἀσθενεῖς ποὺ χαρακτηρίζονται ἀπὸ νοητικὴ ὑστέρηση ἢ ψυχοσωματικὴ διαταραχὴ ἢ ἀκόμη περιέρχονται σὲ κατάσταση ποικίλων βαθμῶν ἀνοίας.

43) Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουμε κοινὴ ἀρχή, κοινὸ δημιουργό, κοινὸ Πατέρα καὶ κατ' ἐπέκτασιν ἔχουμε καὶ ἀδελφούς. Κάθε ἄνθρωπος συνδέεται ὀργανικὰ καὶ ἀναπόσπαστα μὲ ὁλόκληρη τὴν ἀνθρωπότητα ὡς φυσικὸ καὶ ὁμοούσιο μέλος της. Μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων ὑπάρχει ἑνότητα ἐπειδὴ ἔχουν κοινὴ φύση, οἱ δὲ πιστοὶ μὲ τὸ βάπτισμα καὶ τὸ χρίσμα ἀνήκουν στὴν Ἐκκλησία καὶ εἶναι μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἔννοια τῆς πατρότητος τοῦ Θεοῦ συνδέεται ἀναπόσπαστα μὲ τὴν ἔννοια τῆς ἀδελφότητος ἐν Χριστῷ. Ἐφ’ ὅσον ἀναγνωρίζουμε ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι πατέρας μας, συνεπάγεται ὅτι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε ἀδέλφια μεταξύ μας.

44) Ἡ ὁλοκλήρωση τοῦ ἀνθρώπου δὲν ἐπιτυγχάνεται ἔξω ἀπὸ τὴν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων καὶ κυρίως ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Ὅπου ὑπάρχει φιλαυ­τία ἐκεῖ δὲν ἀναπτύσσεται ἡ φιλοθεΐα καὶ ἡ φιλανθρωπία, ἀντίθετα ὅπου ἀναπτύσσεται ἡ φιλοθεΐα καὶ ἡ φιλανθρωπία ἐκεῖ ἀποβάλλεται ἡ φιλαυτία.

45) Ὁ ἀσθενὴς μὲ ἄνοια, ἔστω καὶ ἂν ἀδυνατεῖ νὰ ἐκφρασθεῖ ἢ νὰ ἐπικοινωνήσει ἢ πολὺ περισσότερο ἐὰν παρουσιάζει χαρακτηριστικὰ μὴ ἐλεγχόμενης, ἔντονα ἀλλοιωμένης συμπεριφορᾶς, δὲν παύει νὰ εἶναι πρόσωπο· ὡς πρόσωπο δὲ συνιστᾷ ἀναπόσπαστο κομμάτι τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἀφοῦ συνυπάρχουμε σὲ σχέση κοινωνίας, δεδομένου ὅτι ἀφ’ ἑνὸς μὲν τὸν συνοδεύει ἡ ὅλη ἱστορία του (γεγονότα, σχέσεις, χαρακτηριστικὰ κ.λπ.), ἀφ' ἑτέρου δέ, ἔστω καὶ ἂν ὁ ἴδιος ἀδυνατεῖ ἐπαρκῶς νὰ ἐπικοινωνεῖ, ἐμεῖς διατηροῦμε τὴ δυνατότητα κοινωνίας μαζί του (τὸν βλέπουμε, τοῦ ὁμιλοῦμε, τὸν ἀγκαλιάζουμε, συναναστρεφόμεθα μαζί του, ἔχουμε ἀναμνήσεις κ.λπ.).

46) Κατὰ συνέπειαν, ὁ ἀσθενὴς μὲ ἄνοια ἐξακολουθεῖ νὰ ἀποτελεῖ μέλος τοῦ ἑνὸς σώματος, μὲ τὴ διαφορὰ ὅτι οἱ ὑγιεῖς καλοῦνται νὰ τὸν «ἀνέχονται ἐν ἀγάπῃ», νὰ τὸν φροντίζουν ἐν ὑπομονῇ, νὰ τὸν περιθάλπουν ὡς δοκιμαζόμενο ἀδελφό. Ἑπομένως δὲν δικαιολογεῖται καμιὰ μορφὴ ἀποκλεισμοῦ ἢ περιθωριοποίησης.
Ἐπὶ πλέον, ὅταν κάποιος συνάνθρωπός μας πάσχει, καλούμαστε νὰ τοῦ συμπαριστάμεθα, νὰ συμπορευόμεθα καὶ νὰ συμπάσχουμε∙ «εἴτε πάσχει ἓν μέλος, συμπάσχει πάντα τὰ μέλη» (Α΄ Κορ. ιβ΄ 26). Ὁ ἀσθενὴς καὶ πάσχων συνάνθρωπος εἶναι ἀδελφὸς ἀγαπητός, ἔστω καὶ ἂν δημιουργεῖ δυσκολίες· εἶναι ἐπιθυμητός, ἔστω καὶ ἂν εἶναι ἀπαιτητικὸς καὶ ἐνίοτε δύστροπος· εἶναι πολύτιμος, ἔστω καὶ ἂν δὲν μπορεῖ νὰ προσφέρει κάτι, εἶναι ἕνας ὁρατὸς «ἐλάχιστος» ἀδελφὸς τοῦ Χριστοῦ, κατὰ τὴν εὐαγγελικὴ ρήση (Ματθ. κε΄ 40), ἔστω καὶ ἂν ἀδυνατεῖ νὰ ἐπικοινωνήσει.

47) Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν προσφορὰ τῆς ἀγάπης καὶ τὴν προσευχή μας γιὰ τοὺς ἀνοϊκοὺς ἀσθενεῖς, καλὸ εἶναι νὰ προσευχόμαστε μαζί τους, νὰ τοὺς ὑποδεικνύουμε νὰ κάνουν τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ, νὰ ἀνάβουμε τὸ καντήλι, νὰ τοὺς προτείνουμε νὰ ἀσπάζονται τὶς εἰκόνες, νὰ τοὺς χρίουμε μὲ τὸ ἔλαιο τοῦ Ἁγίου Εὐχελαίου, νὰ τοὺς παραλαμβάνουμε μαζί μας στὶς εὐχαριστιακὲς συνάξεις, καὶ ἂν δὲν παρουσιάζουν προβλήματα στὴν κατάποση νὰ τοὺς βοηθοῦμε νὰ μεταλαμβάνουν τοῦ Σώματος καὶ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ.

  Ε. Ἠθικός προβληματισμός

  Ε1. Προαπαιτούμενα

48) Προκειμένου νὰ ἔχουμε τὴν καλύτερη δυνατὴ συμπεριφορὰ ἀπέναντι στὸν ἀνοϊκὸ ἀσθενῆ, εἶναι ἀπαραίτητο νὰ ἀντιληφθοῦμε:
   (α) τὸ μέτρο τῆς ἀντιληπτικῆς καὶ κριτικῆς του ἱκανότητας,
  (β) τὶς συνέπειες τῆς ἔκπτωσης τῆς μνημονικῆς καὶ κριτικῆς του δυνα­τό­τητας,
   (γ) τὸ ἂν καὶ πόσο θλίβεται ἢ ἐνδεχομένως χαίρεται,
   (δ) τὸ ἐπίπεδο τῆς αὐτοσυνειδησίας του σὲ διάφορα στάδια,
   (ε) τὸ αἴσθημα εὐθύνης ποὺ διαθέτει.

  Ε2. Ἠθικὰ ἐρωτήματα

49) Πόσο πιεστικὸς καὶ περιοριστικὸς τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀσθενοῦς μπορεῖ νὰ εἶναι κάποιος, ἰδίως ὅταν ἐξ αὐτῆς ἐκδηλώνονται καταστροφικές καὶ αὐτοκαταστροφικές τάσεις; Εἶναι ἠθικὰ ἐπιτρεπτὸ γιὰ τὸ καλὸ καὶ τὴν ἀσφάλεια τοῦ ἀσθενοῦς νὰ τὸν ἐκβιάζουμε, νὰ τοῦ ἀποκρύπτουμε τὰ χρήματα, ὅταν δὲν μπορεῖ νὰ τὰ διαχειριστεῖ ἢ νὰ τὸν περιορίζουμε, ὅταν δὲν ἔχει αἴσθηση τοῦ κινδύνου, νὰ τὸν ἀπειλοῦμε, ὅταν ἀρνεῖται νὰ λάβει τὰ φάρμακά του, νὰ τοῦ ἀσκοῦμε κάποια βία (π.χ. κλείδωμα σὲ δωμάτιο), ὅταν καθίσταται ἐπιθετικός;

50) Τί συμβαίνει σὲ περιπτώσεις ἀντικρουομένων ὑποχρεώσεων ἢ φυσικῆς ἀνεπάρκειας καὶ πρακτικῆς ἀδυναμίας νὰ ἀνταποκριθοῦμε στὴν ὑποχρέ­ωση συμπαραστάσεώς του;

51) Πόσο ἀνακοινωτικοὶ καὶ πόσο διαφανεῖς ὀφείλουμε νὰ εἴμαστε;

52) Σὲ τί βαθμὸ πρέπει νὰ ζητοῦμε τὴ συναίνεσή του;

53) Πῶς προσδιορίζεται τὸ ὅριο τῆς προστατευτικῆς εὐθύνης μας ἔναντι τῶν δικαιωμάτων του; Πόσο προστατευτικοὶ πρέπει νὰ εἴμαστε;

54) Πῶς μποροῦμε νὰ ἀντιμετωπίσουμε τὴν πίεση καὶ τὰ σχόλια κάποιων ποὺ ἐνίοτε, ἐντελῶς ἀδιάκριτα καὶ ἀσυμπαθῶς, βλέπουν καὶ σχολιάζουν τέ­τοιες κατα­στάσεις; Κάποιες φορὲς ἐπηρεαζόμαστε καὶ γιὰ νὰ εἴμαστε ἀποδεκτοὶ ἀπὸ τὸ περιβάλλον καὶ ἀρεστοί, ἀδικοῦμε μὲ τὴ συμπεριφορά μας τὸν ἀσθενῆ.

55) Τί συμβαίνει σὲ περιπτώσεις ποὺ αἰσθανόμαστε ὅτι ἡ μόνη λύση εἶναι ἡ χορήγηση ἠρεμιστικῶν; Τί συμβαίνει ὅταν αὐτὸ γίνεται μόνο γιὰ δική μας διευκόλυνση; Πῶς ἀντιμετωπίζεται τὸ τυχὸν ἐνοχικὸ αἴσθημα σὲ τέτοιες περιπτώσεις;

56) Πόσο ἐπιτρεπτὸ εἶναι, σὲ περιπτώσεις ποὺ ἡ διαχείριση τοῦ ἀσθε­νοῦς καθίσταται ἐξαιρετικὰ δύσκολη, νὰ τοῦ λέμε ψέματα; Τὰ ψέματα αὐτὰ θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι ἀπειλητικὰ πρὸς ἐκφοβισμὸ καὶ συνετισμό;

57) Ἄν κάποιος ἀσθενὴς ἐκ τῶν προτέρων μᾶς ἔχει ζητήσει νὰ τὸν κρατή­σουμε στὸ σπίτι του, μποροῦμε, ὅταν ἐνδεχομένως δὲν θὰ ἔχει πλέον τὴ δυνατότητα νὰ ἀναγνωρίζει τὸ σπίτι του, νὰ τὸν μεταφέρουμε σὲ ἵδρυμα; Πόσο μᾶς δεσμεύει ἡ πρότερη ἐπιθυμία του;

  Ε3. Βιοηθικὰ ζητήματα

58) Ἡ κατάσταση τοῦ ἀσθενοῦς μὲ ἄνοια στὸ τελικὸ στάδιο ἀσφαλῶς δὲν τοῦ ἐπιτρέπει νὰ ἐνεργεῖ ὡς ἠθικὸ ὄν. Ἑπομένως δὲν μποροῦν νὰ τοῦ ζητοῦνται εὐθύνες γιὰ τὶς ἑκάστοτε ἐπιλογές του καὶ φυσικὰ γιὰ τὶς συνέπειές τους. Εἶναι προφανὲς ὅτι βιοηθικὰ ἐρωτήματα ἀπευθύνονται σὲ ὅσους ἀσχολοῦνται ἢ δὲν ἀσχολοῦνται μαζί του.

59) Ἐνίοτε τὸ πρόβλημα στὶς περιπτώσεις ἀσθενῶν μὲ ἄνοια ἐκφράζεται καὶ ὡς πρόταση εὐθανασίας. Ὁ ἀσθενὴς στὴ φάση τῆς ἔναρξης τῆς νόσου θὰ μποροῦσε νὰ ἐκφράσει τὴν ἐπιθυμία νὰ μὴν ταλαιπωρηθεῖ καὶ μὲ ἔμμεσο ἢ καὶ ἄμεσο τρόπο νὰ ἐπισπευθεῖ τὸ τέλος του. Τὸ δίλημμα αὐτὸ θὰ ἦταν δυνατὸν νὰ παρουσιαστεῖ καὶ στοὺς συγγενεῖς, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία τοῦ ἀσθενοῦς. Ἡ δική μας εὐθύνη εἶναι αὐτὴ τῆς ἀγάπης καὶ τοῦ σεβασμοῦ ποὺ ἀπορρέει ἀπὸ τὴ δεδομένη ἱερότητα τοῦ προσώπου. Δεδο­μένου μάλιστα ὅτι αὐτὰ ὑπάρχουν πολλοὶ τρόποι νὰ ἐκφρασθοῦν, ἡ περίθαλψη μὲ ὅρους συναφεῖς πρὸς αὐτὲς τὶς ἀρχὲς ἀποτελεῖ τὴν καλύτερη ἀπάντηση στὸ πρόβλημα τοῦ διλήμματος τῆς εὐθανασίας.

  Ε4. Κίνητρα φροντίδας τοῦ ἀνοϊκοῦ

60) Ὡς βασικὸς ἄξονας γιὰ τὴ στάση καὶ τὴ συμπεριφορά μας καὶ στὴν περίπτωση τοῦ ἀνοϊκοῦ προβάλλει ὁ λεγόμενος «χρυσοῦς κανών» τῆς χριστιανικῆς ἠθικῆς: «Ὅσα ἂν θέλητε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι οὕτω καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς» (Ματθ. ζ΄ 12), ἔστω καὶ ἂν αὐτὸ ἀποτελεῖ τὸ ἐλάχιστο στὶς διαπροσω­πικὲς σχέσεις, ἀφοῦ δὲν καλύπτεται μὲ τὴν ἐφαρμογή του ἡ ἐντολὴ τῆς ἀγάπης, ὡς μία σχέση ἀνιδιοτέλειας καὶ ἐλεύθερης παράδοσης στὸν πλησίον. Κατ' ἀρχὴν ὅμως, μέσα στὸ πλαίσιο αὐτὸ πρέπει νὰ νοηθεῖ καὶ τὸ μέτρο τῆς ὅποιας πίεσης ἢ διακριτικῆς βίας ὑποχρεούμαστε νὰ ἀσκήσουμε, οἱ σχετικοὶ περιορισμοὶ τῆς ἐλευθερίας ἢ τὰ διάφορα παιδαγωγικὰ μέσα, ποὺ πρέπει νὰ χρησιμοποιηθοῦν γιὰ τὴν προστασία τοῦ ἀσθενοῦς.

61) Παράλληλα, καλούμαστε στὶς σχέσεις μας μαζί του νὰ ἀξιοποιήσουμε στὸν ὑψηλό­τερο δυνατὸ βαθμὸ τὴ νοημοσύνη μας καὶ νὰ χρησιμοποιήσουμε κάθε θεμιτὸ μέσο ποὺ προσφέρει ἡ ἐπιστήμη, ἡ τεχνολογία, ἡ παράδοση καὶ ἡ διαχρονικὴ πεῖρα, ὥστε ἀποτελεσματικὰ νὰ ἀντιμετωπίζουμε τὰ προβλήματα τῆς καθημερινῆς ζωῆς του.

62) Κατὰ τὴ χριστιανικὴ ἀντίληψη, ἡ φροντίδα τοῦ ἀνοϊκοῦ δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι προϊὸν ἀνάγκης, καθήκοντος, συμπόνιας, ἢ πολὺ περισσότερο συμφέροντος, ἀλλὰ ἔκφραση ἀγάπης. Ὡστόσο, αὐτὸ τὸ κίνητρο δὲν ἐπιβάλλεται οὔτε καὶ ἀπομονώνεται, ὅταν ἡ φροντίδα ἔχει ἀνατεθεῖ σὲ ἄλλους (π.χ. σὲ ἵδρυμα ἢ σὲ μισθωτὲς ὑπηρεσίες καὶ πρόσωπα). Ἡ ἀνάθεση ὅμως ἀπὸ τοὺς οἰκείους πρὸς ἱδρύματα ἢ μεμονωμένους λειτουργοὺς ὑγείας, θὰ πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ ἀκολουθεῖ τὴν παραπάνω ἀρχή, δηλαδὴ νὰ ἐπιτελεῖται στὸ πλαίσιο τῆς κατὰ τὸ δυνατὸν καλύτερης φροντίδας ὡς ἔκφραση χριστιανικῆς ἀγάπης.

63) Ἡ κίνηση πρὸς τὸν ἄλλον δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὶς ἀνάγκες του, ἀλλὰ ἀποτελεῖ φυσιολογικὴ συμπεριφορὰ ἑνὸς ἀνθρώπου τοῦ Θεοῦ ποὺ ρυθμίζει τὴ στάση πρὸς τὸν πλησίον μὲ βάση τὴ στάση του πρὸς τὸν Θεό.

64) Ἡ φροντίδα μας πρὸς τὸν πάσχοντα ἀπὸ ἄνοια εἶναι συνάρτηση καὶ ἀντικειμενικῶν δυνατοτήτων ἢ δυσκολιῶν, ὅπως οἱ ταυτόχρονες ὑποχρεώσεις, ἡ φυσικὴ ἀνεπάρκεια, ἡ ἔλλειψη μέσων, ἡ ἀπουσία πρακτικῶν συνθηκῶν (π.χ. οἰκονομικῶν προϋποθέσεων) κ.λπ.

65) Σὲ κάθε περίπτωση δὲν πρέπει νὰ ἐλαχιστοποιεῖται ὁ κόπος μας σὲ βάρος τοῦ ἀσθενοῦς, δὲν μετερχόμεθα παρεμβατικὰ μέσα ἀπο­κλειστικὰ πρὸς διευκόλυνση δική μας, ὅπως γιὰ παράδειγμα ἀλόγιστη χορήγηση ἠρεμιστικῶν ἢ καὶ ὑπνωτικῶν φαρμάκων στὸν ἀσθενῆ, ἀποσκοπῶντας ὄχι στὸ καλὸ τοῦ ἀσθενοῦς ἀλλὰ στὴ δική μας ἀνακούφιση καὶ εὐκολία.

66) Ἡ συμπαράστασή μας ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸν βαθμὸ ἑτοιμότητας γιὰ αὐτα­πάρνηση καὶ θυσίες. Ἔτσι ἄλλος μπορεῖ νὰ προσφέρει ἐλεύθερα ὁλόκληρο τὸ εἶναι του, ἄλλος μέρος τῶν δυνατοτήτων του καὶ ἄλλος τὸ ἐλάχιστο.

  Ε5. Μεταχείριση τοῦ ἀνοϊκοῦ

67) Δεδομένης τῆς ἐλαχιστοποίησης ἢ καὶ τῆς ἐξάλειψης τῶν δυνατοτήτων συνεργασίας μὲ τὸν ἀνοϊκὸ ἀσθενῆ, ἠθικὸ ἐρώτημα ἐγείρεται σὲ ἀναφορὰ μὲ τὴ μεταχείρισή του. Πρόκειται οὐσιαστικὰ γιὰ ἐρώτημα ποὺ ἀναφέρεται στὴ σχέση μέσων καὶ σκοποῦ. Καὶ μὲ δεδομένο ὅτι ὁ σκοπὸς τῆς φροντίδας εἶναι ἐξ ὁρισμοῦ ἀγαθός, τὸ ἐρώτημα ἀφορᾷ στὰ μέσα.

68) Ὁ ἀσθενὴς δὲν ἀντικειμενοποιεῖται, δὲν χάνει τὴν προσω­πικότητά του, δὲν παύει νὰ εἶναι ἄνθρωπος, δὲν τοῦ ἀφαιροῦνται οἱ ἐλευθερίες. Ὑπὸ τὴν ἔννοια αὐτήν, δὲν εἶναι αὐτονόητη ἡ στέρηση τῆς αὐτοδιάθεσης στὸ ὄνομα τῆς προστασίας του ἢ τῆς προστασίας τῶν γύρω του, καὶ μάλιστα μὲ βίαιες μεθόδους, ὅπως ὁ ἐγκλεισμὸς καὶ ἄλλες ἀπειλές. Ἄσχετα μὲ τὸ τί ἡ πράξη ἐπιβάλλει νὰ γίνεται, ὅταν δηλαδὴ ἡ ἄσκηση βίας ἢ ἄλλος περιορισμὸς τῆς ἐλευθερίας ἀποτελοῦν ἀναγκαῖο κακό, ἡ ἄσκηση ὁποιασδήποτε μορφῆς βίας εἶναι ἠθικὰ προβληματική, πολὺ περισσότερο ὅταν δὲν ἀποτελεῖ παιδαγωγικὸ ἢ προστατευτικὸ μέσο ἀλλὰ ἀποτέλεσμα θυμοῦ καὶ ἀγανάκτησης.

69) Ὁ ἀνοϊκὸς δὲν πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζεται ὡς δευτέρας κατηγορίας ἄνθρωπος. Ὀφείλουμε νὰ τὸν σεβόμαστε ὡς ἄνθρωπο, νὰ τὸν συμπαρασταθοῦμε γιὰ τὴ δοκιμασία καὶ τὴν ἀσθένειά του καὶ νὰ προστατεύουμε τὴν ἀξιοπρέπειά του, ἀφοῦ ὁ ἴδιος ἀδυνατεῖ νὰ τὸ κάνει μόνος του. Τοῦ ἀξίζει ἡ φιλία μας, ἡ ἀναγνώριση, ἡ εὐγένεια, ἡ κατὰ τὸ δυνατὸν κοινωνία μας μαζί του. Δὲν πρέπει νὰ ἀπομονώνεται καὶ νὰ περιθωριοποιεῖται. Χρειάζεται ἰδιαίτερη ἀγάπη καὶ ἰδιάζουσα θαλπωρή. Ἐπειδὴ δὲ ἔχει μέσα του καταγεγραμμένη ἀξιοπρέπεια, εἶναι αὐτονόητο ὅτι δὲν ἀντιμετωπίζεται οὔτε μὲ περιφρόνηση οὔτε μὲ εἰρωνεία.

70) Ἡ ἰδιάζουσα κατάστασή του ὑπαγορεύει τὴν τοποθέτησή μας ἀπέναντί του μὲ τρόπο κάπως ἀνάλογο πρὸς τὸν τρόπο τῆς ἀντιμετωπίσεως τῶν μικρῶν παιδιῶν, πρὸς τὰ ὁποῖα ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μᾶς καλεῖ νὰ ὁμοιάσουμε, μαθητεύοντας σὲ αὐτά. Στὶς περιπτώσεις αὐτὲς ἡ ἀγάπη ὀφείλει νὰ «συγκαταβαίνει» καὶ νὰ ἐκδηλώνεται μὲ τὴν ἀπαιτούμενη προσαρμογὴ κατὰ τὸν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου «τοῖς πᾶσι γέγονα τὰ πάντα» (Α΄ Κορ. θ΄ 22).

71) Τὸ ἴδιο προβληματικὴ εἶναι καὶ ἡ ἀπόκρυψη τῆς ἀλήθειας γιὰ τὴν κατάσταση τῆς ὑγείας του, ἀφοῦ εἶναι ἀναγκαία ἡ συγκατάθεση τοῦ ἀσθενοῦς γιὰ κάθε ἰατρικὴ ἢ νοσηλευτικὴ φροντίδα. Ἡ ἀγάπη ἀπαιτεῖ ἐξεύρεση κατάλληλων δρόμων γιὰ τὴ διαφανῆ καὶ ἔντιμη συμπεριφορά μας πρὸς τὸν ἀνοϊκό.
Ἂν κάποτε χρειάζεται ἡ ἀπὸ μέρους μας ἀπόκρυψη τῆς ἀλήθειας ἢ καὶ ἡ χρήση κάποιας ἀποπροσανατολιστικῆς ἢ καὶ παραπλανητικῆς στάσης, αὐτὸ μπορεῖ νὰ γίνεται ὄχι μὲ τὸ πνεῦμα τῆς ἀρχῆς «ὁ σκοπὸς ἁγιάζει τὰ μέσα», ἀλλὰ μὲ τὸ πνεῦμα τῆς ἀγάπης, ἡ ὁποία ἐπινοεῖ τὰ πάντα, «καλῶς πανουργεῖ» (Βλ. Μεγ. Βασιλείου, Εἰς τὴν ἀρχὴν τῶν Παροιμιῶν 11, PG 31, 412Α), γιὰ τὴν βοήθεια τοῦ ἐμπερίστατου ἀγαπώμενου, τὸν ὁποῖο καὶ ὑπηρετοῦμε.

72) Σὲ κάθε περίπτωση πρέπει νὰ ἐφαρμόζεται ἡ ἀρχὴ τῆς οἰκονομίας ποὺ εἶναι σὲ θέση νὰ ὑπερβαίνει τό γράμμα τῶν ἠθικῶν καὶ ἄλλων κανόνων ἢ καὶ νὰ ἐφαρμόζει κατὰ περίπτωση καὶ μὴ ἠθικῶς ἀποδεκτὰ μέσα χάριν τῆς ἀγά­πης πρὸς τὸν πλησίον.

  Ε6. Σκοπὸς τῆς φροντίδας

73) Οἱ σκοποὶ τῆς φροντίδας τοῦ ἀνοϊκοῦ ἀσθενοῦς δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ ἀποβλέπουν στὴ διευκόλυνση γιὰ τὴν καλύτερη δυνατὴ ποιότητα ζωῆς καὶ τὴν ἀνακούφιση ἀπὸ τὰ συμπτώματα. Σ' αὐτὸ συμβάλλουν ἡ διατήρηση καὶ καλλιέργεια τῆς κατὰ τὸ δυνατὸν ἐφικτῆς ἐπικοινωνίας, μὲ βασικὸ σκοπὸ ἀφ' ἑνὸς μὲν τὴν προστασία τῆς προσωπικότητας καὶ τῆς ταυτότητάς του ἀφ' ἑτέρου δὲ τὴ δημιουργία τοῦ λυσιτελέστερου περιβάλλοντος χαρᾶς, αἰσιοδοξίας, ἀσφάλειας, συντροφικότητας, κατανόησης, προστασίας, καταξίωσης καὶ γενικότερα ἀξιοπρεποῦς διαβίωσης.

74) Ὡς πρὸς τὸ ζήτημα τῆς αὐτόνομης ἢ τῆς ἱδρυματικῆς φροντίδας τῶν ἀνοϊκῶν, ἀσφαλῶς τὸ πλέον ὠφέλιμο ἠθικὰ τόσο γιὰ τὸν ἀσθενῆ ὅσο καὶ τὸν φροντιστὴ εἶναι ἡ αὐτόνομη καὶ ἀνεξάρτητη φροντίδα. Ὡστόσο, ἡ φυσικὴ ἀδυναμία ἢ ἡ ἀνυπαρξία τῶν κατάλληλων δομῶν καὶ συνθηκῶν γιὰ αὐτόνομη καὶ ἀποτελεσματικὴ φροντίδα μπορεῖ νὰ δικαιολογήσει τὴν ἀνάθεση τῆς φροντίδας τοῦ ἀσθενοῦς σὲ ὀργανωμένα ἱδρύματα. Αὐτὸ ποὺ εἶναι σαφῶς ἐπιλήψιμο εἶναι ἡ ἐγκατάλειψη καὶ ἀδιαφορία. /p>

  Ε7. Ἐσωτερικὴ διάθεση καὶ φρόνημα.

75) Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀγάπη καὶ τὸ πνεῦμα θυσίας ἀπαραίτητες ἐκ μέρους μας εἶναι οἱ ἀρετὲς τῆς ταπείνωσης καὶ ὑπομονῆς. Χωρὶς τὴν ταπείνωση δὲν εἶναι δυνατὴ ἡ πραγματικὴ προσέγγιση καὶ ἀποδοχὴ τοῦ ἀνοϊκοῦ, καὶ χωρὶς τὴν ὑπομονὴ δὲν εἶναι δυνατὴ ἡ διατήρηση τῆς συμπαράστασής μας.

76) Ἡ διακονία τοῦ ἀνοϊκοῦ κρύβει καὶ τὸ μεγαλεῖο ὅτι ἐπειδὴ αὐτὸς δυσκολεύεται νὰ ἐκφράσει τὰ εὐγνώμονα αἰσθήματά του, ἡ προσφορά μας χαρακτηρίζεται ἀπὸ καθαρὴ ἀνιδιοτέλεια. Προσφέρουμε κάτι γιὰ τὸ ὁποῖο γνωρίζουμε ὅτι δὲν θὰ δεχθοῦμε ἐκφράσεις εὐγνωμοσύνης. Ἐπὶ πλέον, ἐπειδὴ πολλὲς φορὲς συμπεριφέρεται μὲ βιαιότητα, προαπαιτεῖται ὑπομονή, ἀνοχή, ἀνωτερότητα.

77) Ἡ διακονία ἑνὸς ἀσθενοῦς μὲ ἄνοια, παρὰ τὸ ὅτι καταθλίβει, κουράζει, ἀπομακρύνει ἀπὸ ἄλλες δραστηριότητες ἢ καὶ προκαλεῖ ἐσωτερικὲς συγκρούσεις καὶ διλήμματα, μπορεῖ νὰ ἀποτελέσει εὐλογία. Ὁ ἀνοϊκὸς εἶναι «ἕνας ἐλάχιστος ἀδελφὸς τοῦ Κυρίου»· εἶναι «τὸ παιδίον» ποὺ ὄχι μόνον δὲν μᾶς ἐπιτρέπεται «νὰ κωλύωμεν», ἀλλὰ πρὸς τὸ ὁποῖον καλούμεθα «νὰ στραφῶμεν».

78) Ἡ δοκιμασία τοῦ ἄλλου μπορεῖ νὰ γίνει ἡ εὐκαιρία μας. Τὸ ὅτι κάποιος βρίσκεται σὲ αὐτὴ τὴν κατάσταση μπορεῖ καὶ τὴ σωτηρία τοῦ ἴδιου νὰ ἀπεργάζεται καὶ ἐμᾶς νὰ ἁγιάζει καὶ οἰκοδομεῖ.

79) Ἡ ταπεινὴ ἀποδοχὴ τῆς ζώσης πραγματικότητος ὡς ἰδανικῆς γιὰ τὸ σήμερα τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἡ πίστη ὅτι ἡ κάθε στιγμὴ τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς ἔχει τὴν ἀξία καὶ τὴ μοναδικότητά της ἀποτελοῦν ἀπαραίτητον ὅρο ὑγιοῦς συμπαράστασης σὲ κάποιον ποὺ ὑποφέρει. Τελικά, δὲν καλούμεθα νὰ ἀποτρέψουμε τὸν θάνατο∙ αὐτὸς εἶναι ἀναπόφευκτος. Καλούμεθα νὰ χαρίσουμε στὸν πάσχοντα πολύτιμες στιγμὲς καὶ ἀγάπη.

  ΣΤ. Ἀρχὲς ἀντιμετώπισης

80) Βασικὰ καὶ κατ' ἀρχὴν πρέπει νὰ κατανοήσουμε τὴ γενικὴ ἔννοια τῆς ἄνοιας, τὰ ἰδιώματά της, τὰ χαρακτηριστικὰ κατὰ τὶς διάφορες φάσεις τῆς ἐξέλιξής της, ὅπως καὶ τὶς ἰδιομορφίες ποὺ παρουσιάζει κατὰ περίπτωση.

81) Ἐπιπλέον, εἶναι ἀναγκαῖο νὰ διεισδύσουμε στὸ πρόσωπο τοῦ ἀνοϊκοῦ∙ πῶς μιλάει, τί παρελθὸν ἔχει, τί στόχους, προσδο­κίες καὶ ἐπιδιώξεις, τί ἀπογοητεύσεις, βιώματα καὶ ἐπιθυμίες, ποιό τὸ πνευματικὸ καὶ ψυχολογικό του ὑπόβαθρο. Ἐπίσης, νὰ ἀντιληφθοῦμε τὸ ἐνδεχόμενο ὕπαρξης ἐσωτερικοῦ λόγου, ὥστε νὰ μπορέσουμε νὰ μιλήσουμε μὲ τὴ γλῶσσα τῆς ψυχῆς του γιὰ νὰ τὸν προσεγγίσουμε.

82) Σκοπός μας δὲν εἶναι νὰ τοῦ μιλήσουμε ἀφ' ὑψηλοῦ ἔστω ὡς ἀδελφὸ ποὺ ὑποφέρει, ἀλλὰ νὰ τὸν ἀνυψώσουμε ἀπὸ τὸ ἐπίπεδο ποὺ συνεχῶς κατεβαίνει.

83) Ἡ δημιουργία ἐναλλαγῶν στὴ ζωὴ τοῦ ἀσθενοῦς, ἡ ἀξιοποίηση τῶν ὑφισταμένων σὲ κάθε στάδιο δυνατοτήτων καὶ δεξιοτήτων, ἡ συνεχὴς ἐπικοινωνία, ὁ τονισμὸς χαρούμενων καὶ ἐλπιδοφόρων ἐρεθισμάτων, μπορεῖ νὰ μὴν ἀντιστρέφουν τὴν παρακμὴ τῶν ψυχικῶν ἀντιστάστεων, ἀλλὰ σίγουρα ἐπιβραδύνουν τὴν ἐξέλιξη τῆς ἀσθένειας, ἀφοῦ ἐνισχύουν τὶς ψυχικὲς ἀντιδράσεις.

84) Ἡ ἀτμόσφαιρα ποὺ δημιουργοῦμε στὸν ἀσθενῆ πρέπει νὰ διαπνέεται ἀπὸ χαρὰ καὶ ζωντάνια ἀλλὰ ὄχι ἀπὸ ὑπερβολές.

85) Συχνὰ ὑπάρχει ἀνάγκη δημιουργίας προστατευτικοῦ κλοιοῦ, ὥστε νὰ ἀπαλλαγεῖ ὁ ἀσθενὴς ἀπὸ τυχὸν ὑπερβολικὲς πιέσεις. Αὐτὸ ἔχει ἰδιαίτερη σπουδαιότητα γιὰ τὴν προφύλαξη τοῦ ἀσθενοῦς ἀπὸ πρόσωπα ποὺ τὸν προσεγγίζουν μὲ δελεαστικὲς προτάσεις καὶ ἰδιοτελεῖς σκοπούς, ἐκμεταλλευόμενα συχνὰ τὶς φυσικές ἀδυναμίες τοῦ ἀσθενοῦς.

86) Εἶναι ἰδιαίτερα σημαντικὸ καὶ βοηθητικὸ νὰ ἐνισχύονται οἱ προσδοκίες καὶ νὰ γίνεται ἀναφορὰ στὸ μέλλον. Ἀντίθετα, ἡ συνεχὴς ἀναφορὰ στὸ παρελθὸν καταδεικνύει ἔλλειψη προσδοκιῶν καὶ ὅταν μάλιστα τὸ παρελθὸν συγκρίνεται μὲ τὸ παρόν, τότε προξενεῖ ἐσωτερικὲς ἀπογοητεύσεις.

87) Εἶναι ἐπίσης σημαντικὸ νὰ ἐνισχυθοῦν τὰ προγράμματα ἔγκαιρης διάγνωσης ἢ καὶ πρόληψης τῆς ἄνοιας. Μπορεῖ ἡ ἀσθένεια αὐτὴ νὰ μὴν ἀναχαιτίζεται, εἶναι ὅμως δυνατὸν νὰ ἐπιβραδυνθεῖ ἡ ἐξέλιξή της καὶ νὰ ἀντιμετωπισθοῦν ἀνακουφιστικὰ συγκεκριμένα συμπτώματά της.

88) Ἡ φροντίδα καὶ ἐνασχόληση μὲ ἀνοϊκοὺς ἀσθενεῖς δημιουργεῖ μεγάλη ψυχικὴ ἐπιβάρυνση καὶ κόπωση καὶ στοὺς συγγενεῖς καὶ στοὺς λειτουργοὺς ὑγείας. Γιὰ τὸν λόγο αὐτόν, εἶναι ἀπόλυτα ἀναγκαῖες καὶ ἡ διαρκὴς ἐπιμόρφωσή τους καὶ ἡ συνεχὴς πνευματικὴ καὶ ψυχολογική τους στήριξη.

89) Γιὰ περιπτώσεις κατὰ τὶς ὁποῖες τὸ κατὰ τὰ ἄλλα οἰκεῖο καὶ ἀγαπητὸ στὸν ἀσθενῆ περιβάλλον τῆς οἰκογένειάς του δὲν εἶναι ἱκανὸ νὰ τὸν στηρίξει, εἶναι ἀναγκαία ἡ μετάφορά του σὲ Κέντρο Ἄνοιας, τὸ ὁποῖο ὅμως νὰ λειτουργεῖ μὲ ὅλους τοὺς ὅρους ποὺ ἡ ἐπιστημονικὴ γνώση, ἡ κλινικὴ ἐμπειρία, καὶ ἡ ἠθικὴ δεοντολογία, ἀλλὰ κυρίως ὁ σεβασμὸς καὶ ἡ ἀγάπη ἐπιτάσσουν.

90) Ὑπάρχει ἄνοια ποὺ ὀφείλεται σὲ ἐγκατάλειψη ἢ ἄνοια ποὺ ἐνισχύ­εται ἀπὸ τὴν ἐγκατάλειψη καὶ τὴν περιφρόνηση. Εἶναι προφανὲς ὅτι τὸ ἐνδιαφέρον καὶ ἡ ἔκφραση ἀγάπης ἐπιβραδύνουν τὴν ἐξέλιξη τῆς ἀσθένειας. Ὑπὸ τὴν ἔννοια αὐτήν, ἡ δημιουργία καὶ λειτουργία Κέντρων Ἡμερήσιας Φροντίδας Ἀνοϊκῶν Ἀσθενῶν μὲ σκοπὸ τὴ φροντίδα, ἀπασχόληση, στοργή, κατανόηση, ἀγάπη καὶ ἐν γένει περίθαλψη τῶν ἀσθενῶν, σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν ἱδρυματοποίησή τους σὲ Οἴκους Εὐγηρίας ἀποτελεῖ τὴν καλύτερη καὶ πλέον ἐνδεδειγμένη λύση θεσμικῆς συμπαράστασης ἀνοϊκῶν ἀσθενῶν.

 


[1] Ferri CP, Prince M, Brayne C, Brodaty H, Fratiglioni L, Ganguli M, Hall K, Hasegawa K, Hendrie H, Huang Y, Jorm A, Mathers C, Menezes PR, Rimmer E, Scazufca M; Alzheimer's Disease International. Global prevalence of dementia: a Delphi consensus study. Lancet. 2005 Dec 17;366 (9503):2112-7.

[2] United Nations Principles for Older persons. The eighteen principles, which have been adopted by the General Assembly in 199(resolution No. 46/91) are divided in five areas: Independence, Participation, Care, Self-fulfillment, and Dignity.

 pdf